Πέμπτη, Μαρτίου 25, 2021
posted by Librofilo at Πέμπτη, Μαρτίου 25, 2021 | Permalink
"Εκεί που χτυπά ή καρδιά του κόσμου"
Ένα μυθιστόρημα, με έντονο το πραγματολογικό στοιχείο και με ήρωες εμβληματικές φυσιογνωμίες του 19ου αιώνα, ανθρώπους που στο πέρασμα του χρόνου λατρεύτηκαν από εκατομμύρια «πιστούς», είναι το πολύ καλό «ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΧΤΥΠΑ Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ» («Le Coeur battant du monde»), του Γάλλου συγγραφέα και δημοσιογράφου Sebastien Spitzer (1970, Παρίσι). Ένα βιβλίο που έφτασε στη βραχεία λίστα για το σημαντικότατο βραβείο Γκονκούρ, του 2019, που εκδόθηκε στην Ελλάδα, από τις εκδόσεις του 21ου (μετάφρ. Γ. Καυκιάς, σελ. 396), κι έχει περάσει ουσιαστικά απαρατήρητο από την εγχώρια κριτική, παρά την δεδομένη αξία του, και το τεράστιο ενδιαφέρον που παρουσιάζει.


 
Είχε ο Καρλ Μαρξ, εξώγαμο γιο; Πόσοι γνωρίζουν αυτό το γεγονός που δεν αναφέρεται συχνά; Κι αν η σχέση του Ένγκελς με τον Μαρξ, είναι γνωστή, τι ακριβώς ρόλο στη ζωή του μεγάλου φιλόσοφου έπαιξε η «Κόκκινη Τζένη», η σύζυγός του δηλαδή, βαρόνη Γιοχάνα φον Βεστφάλεν, αυτή η ιδιαίτερα δυναμική και σκληρή γυναίκα που παράτησε πλούτη και τίτλους για να ζήσει με τον επιπόλαιο Μαρξ; Ήξεραν οι τρεις (τόσο διαφορετικές μεταξύ τους) κόρες τους, την ύπαρξη, ενός αποδιοπομπαίου μικρού αδελφού; Και πως μεγάλωσε αυτό το παιδί, τι απέγινε;
 
«Το Λονδίνο είναι η απαίσια κοσμόπολη. Οι δρόμοι του μυρίζουν εξορία και καπνιά, κάρι και ζαφορά, λυκίσκο, ξύδι και όπιο. Η πιο μεγάλη πόλη του κόσμου είναι μια αποκαμωμένη Βαβυλώνα με χίλιες γλώσσες, μπουκωμένη με όλ’ αυτά που η αυτοκρατορία δεν μπορεί πλέον ν’ αφομοιώσει. Έχει την καρδιά του οίκου των Τιδόρ και μπουκώνει καταβροχθίζοντας τους φτωχούς κι αδύναμους. Όταν παραχορταίνει, τους ξερνάει πιο πέρα και τους αφήνει να συσσωρεύονται στα φρικτά προάστιά της.»
 
Το μυθιστόρημα του Σπιτζέρ ξεκινάει το 1851, στο Λονδίνο και ολοκληρώνεται στο τέλος της δεκαετίας του 1860. Η Ιρλανδέζα Σάρλοτ έχει φύγει από τη χώρα της, λόγω του θανατηφόρου λιμού, ψάχνοντας μια καλύτερη τύχη στο Λονδίνο. Είναι έγκυος στο πρώτο της παιδί, το οποίο θα χάσει όταν θα βρεθεί στη μέση μιας ληστείας, χτυπημένη και σε κακή κατάσταση. Θα την διασώσει ο Μάλτε, ένας ψευτογιατρός, που έχει το «ιατρείο» του σε μια φτωχική γειτονιά γεμάτη πόρνες και απόκληρους. Σ’ εκείνον θα πάει ο Φρίντριχ Ένγκελς, ένα νεογέννητο αγοράκι, καρπό της ερωτικής συνεύρεσης του φίλου του Καρλ Μαρξ με την υπηρέτρια της οικίας του. Ο Ένγκελς είχε κληθεί εσπευσμένα στο Λονδίνο από το Μάντσεστερ (όπου έχει το εργοστάσιο κατεργασίας βαμβακιού, ένα παράρτημα της οικογενειακής επιχείρησης στη Γερμανία), να διευθετήσει το πρόβλημα που προέκυψε με την πρόωρη γέννηση ενός παιδιού που κανείς δεν θέλει. Ο Μάλτε λαμβάνει ένα σοβαρό χρηματικό ποσό και αναθέτει στην Σάρλοτ την ανατροφή του βρέφους παρέχοντάς της τα αναγκαία, τα οποία όμως δεν είναι αρκετά και για τους δυο τους, έτσι η Σάρλοτ βγαίνει στην πορνεία.
 
Ο Ένγκελς θα γυρίσει στο Μάντσεστερ, θα ασχοληθεί με την επιχείρησή του, που θα γνωρίσει μεγάλα προβλήματα από την έλλειψη βαμβακιού, που προκύπτει από τον Αμερικάνικο εμφύλιο, ενώ η ελεύθερη σχέση του με δύο Ιρλανδές αδελφές, εργάτριες στο εργοστάσιο του, θα προκαλέσει το κοινό αίσθημα της πόλης. Τελικά η μία θα πεθάνει κι ο Ένγκελς θα ζήσει με την μικρότερη και μόνιμα διχασμένος μεταξύ της ανώτερης τάξης στην οποία ανήκει με τις κυνηγετικές εξορμήσεις και τις δεξιώσεις και με τις προοδευτικές ιδέες του, που βρίσκουν διέξοδο στην επαφή του με τον Καρλ Μαρξ, ο οποίος γράφει ασταμάτητα.
 
«Είναι συνομήλικοι. Τριάντα και κάτι. Αλλά ο Μαύρος φαίνεται πιο μεγάλος, με το χυδαίο προκοίλι του και το μεγάλο μέτωπό του χαρακωμένο από γραμμές δυσπιστίας. Το πραγματικό του όνομα είναι Καρλ Μαρξ. Αλλά εδώ και πολλά χρόνια τον λένε όλοι Μαύρο. Αυτό το παρατσούκλι το χρωστάει στο ιδιαίτερο χρώμα της επιδερμίδας του. Μαυριδερή, πολύ σκούρα. Τα μαλλιά του είναι κατάμαυρα, τα γένια σκεπάζουν το μεγαλύτερο μέρος του προσώπου του. Μοιάζει με τον Οθέλλο του Σαίξπηρ. Το κεφάλι του θα’ λεγες ότι είναι τοποθετημένο σαν μια μπάλα πάνω στους ώμους του. Ο λαιμός του, κοντός, κρύβεται από την πλούσια και πυκνή γενειάδα του. Όσο κι αν μαζεύει την κοιλιά του, ο Ένγκελς δυσκολεύεται να περάσει μέσα μαζί του.»

 
Το όνομα του μικρού είναι Φρέντι και μεγαλώνει στην αγκαλιά της Σάρλοτ που του δίνει το επίθετο του συντρόφου της, που έφυγε στην Αμερική να βρει την τύχη του και δεν έχει ξαναγυρίσει. Ο Φρέντι είναι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας που αφηγείται ο Σπιτζέρ. Ένα παιδί που μεγαλώνει στους δρόμους του Λονδίνου, μέσα στη φτώχεια και την ανέχεια, υποχρεωμένο να βρίσκεται έξω τις ώρες που η μητέρα του δέχεται πελάτες στο σπίτι για να μπορέσουν να επιβιώσουν, στις βόλτες του θα γνωρίσει και την οικογένεια του Μαρξ, θα κάνει παρέα με την μικρότερη, την Τούσι που είναι ατίθαση και έχει μια έμφυτη περιέργεια, ώσπου να επέμβει η στιβαρή Γιοχάνα που αντιλαμβάνεται ποιος είναι ο μικρός και να απομακρύνει τα δύο παιδιά.
Η επιδεινούμενη φτώχεια όμως της Σάρλοτ θα τους υποχρεώσει να μετακομίσουν στο Μάντσεστερ για να βρουν καλύτερη τύχη στην βιομηχανική πρωτεύουσα της Αγγλίας. Εκεί στην πόλη με το ισχυρό Ιρλανδικό στοιχείο, τα πράγματα δεν είναι πολύ καλύτερα, αλλά ο Φρέντι που όσο μεγαλώνει μοιάζει όλο και περισσότερο στον πατέρα του, θα γνωρίσει τους εξεγερμένους επαναστάτες της Ιρλανδίας, εντασσόμενος στον σκοπό τους.
 
Η αφήγηση του Σπιτζέρ, δεν επικεντρώνεται στους Μαρξ και Ένγκελς. Ο ήρωάς του είναι ο Φρέντι και η Σάρλοτ (μέγιστος μυθιστορηματικός χαρακτήρας), που παλεύουν να επιβιώσουν σε απάνθρωπες συνθήκες, όπως και οι πολλοί δευτερεύοντες χαρακτήρες των εργατριών του Μάντσεστερ και των Ιρλανδών αγωνιστών. Ο συγγραφέας, με γλαφυρότητα και αξιοθαύμαστη οικονομία στήνει μια σαγηνευτική τοιχογραφία της εποχής, με τις συνθήκες των εργοστασίων και την χρεωκοπία των εμπόρων βαμβακιού (οι πληροφορίες που δίνει για το Αμερικανικό βαμβάκι και το τι συνέβη στα χρόνια του Εμφυλίου, είναι πραγματικά μοναδικές), την βιαιότητα της αστυνομίας και βέβαια πάνω απ’ όλα την ατμόσφαιρα των δρόμων του Λονδίνου, την φτώχεια και την δυσωδία, την πορνεία και τον θάνατο – περιγραφές επηρεασμένες από τις σελίδες του Καρόλου Ντίκενς, που μια φράση του χρησιμεύει ως εισαγωγή στο μυθιστόρημα.
 
Ο Σπιτζέρ στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, προσθέτοντας την μυθοπλασία, εκεί που του λείπουν οι πληροφορίες. Όπως χαρακτηριστικά, γράφει στο τέλος του βιβλίου του, «όλα είναι αληθινά, ή σχεδόν. Ο Μαρξ και το οντολογικό του σφάλμα. Ο Ένγκελς και οι ανέσεις του. Η Τούσι, το αγοροκόριτσο. Αλλά για τον Φρέντι και τη Σάρλοτ βυθίστηκα στην γκρίζα ζώνη μιας ιστορίας γεμάτης αποσιωπήσεις. Η ύπαρξή τους κρατήθηκε κρυφή μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Υπήρξε ένα από τα επτασφράγιστα μυστικά της Σοβιετικής Ένωσης και όλων των κλειδοκρατόρων του μαρξιστικού ναού.»
 

Το πιο δυνατό σημείο όμως αυτού του ιδιαίτερα ενδιαφέροντος μυθιστορήματος, είναι η ατμόσφαιρα των δρόμων των δύο μεγαλουπόλεων, που απεικονίζονται με γλαφυρότητα, του Λονδίνου και του Μάντσεστερ. Συνθήκες τραγικές, εκμετάλλευση στο μάξιμουμ και αξία ζωής στο μίνιμουμ, τα εργατικά ατυχήματα είναι συνεχή και τα θύματα αυτών, καταδικάζονται σε μια ζωή χωρίς αύριο, ζόφος και κτηνωδία, κόσμος που βράζει από αγανάκτηση, άνθρωποι που υποφέρουν από την έλλειψη των στοιχειωδών πραγμάτων.
 
Η περιγραφή μιας κοινωνίας χωρίς την παραμικρή ελπίδα, ενός κόσμου σκληρού και μάταιου, κάνει το «Εκεί που χτυπά η καρδιά του κόσμου» (τίτλος που βγαίνει από μια φράση του Καρλ Μαρξ), ένα συγκινητικό και πολύ ζωντανό μυθιστόρημα, που ωθεί τον αναγνώστη του σε προβληματισμό και σκέψεις. Εξαιρετική αναπαράσταση των πρώτων χρόνων της Βιομηχανικής Επανάστασης, θαυμάσια μίξη Ιστορίας και Μυθοπλασίας, το βιβλίο του Σπιτζέρ, αξίζει να προσεχτεί ιδιαίτερα.
 
Βαθμολογία 81 / 100


 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

~ back home