Δευτέρα, Φεβρουαρίου 17, 2025
posted by Librofilo at Δευτέρα, Φεβρουαρίου 17, 2025 | Permalink
"Southern trees bear a strange fruit" (Τα Δέντρα)

 

«ΤΑ ΔΕΝΤΡΑ» («The Trees»), ένα από τα πιο πρόσφατα μυθιστορήματα του εξαίρετου Αφροαμερικανού συγγραφέα Percival Everett (Georgia, 1956) – (εκδόσεις Gutenberg, σειρά Aldina, μετάφραση Π.Τομαράς, σελ. 409) , είναι μια «μαύρη» κωμωδία, ένα έξοχο «αστυνομικό» (κατ’ επίφαση) μυθιστόρημα, γεμάτο χιούμορ, περιπέτεια, ιλιγγιώδη δράση, πολιτικό και κοινωνικό σχολιασμό, που συνδέει το παρελθόν με το παρόν, με μοναδικό ύφος που συνδυάζει το αμερικανικό σλαπστικ με ιδιαιτέρως σοβαρά γεγονότα.


 
Στη μικρή απομακρυσμένη πόλη Money του Μισισίπι, μια σειρά από φρικιαστικές δολοφονίες, συγκλονίζουν την τοπική κοινωνία. Σε όλες μαζί με το πτώμα του λευκού άνδρα που έχει σφαγιασθεί, βρίσκεται πάντα το νεκρό σώμα ενός μαύρου που εξαφανίζεται από το νεκροτομείο της πόλης, λίγο μετά την τοποθέτησή του εκεί. Οι δυο μαύροι αστυνομικοί του (M.B.I. – μια ειρωνική αναφορά στο FBI ως Mississippi bureau) που καταφθάνουν στην πόλη, δεν αργούν να ανακαλύψουν ότι τα πτώματα των λευκών (και οι οικογένειές τους), συνδέονται άμεσα με την (πραγματική) δολοφονία του νεαρού έφηβου μαύρου Emmett Till, που έγινε το 1955, μετά από την καταγγελία μιας λευκής γυναίκας ότι την προσέβαλλε.


 
Σύντομα όμως οι δολοφονίες εξαπλώνονται και σε άλλες πολιτείες, πάντα με την εμφάνιση ενός μαύρου πτώματος που «χάνεται» μετά από λίγες ώρες και οι δύο αστυνομικοί θα χρειαστούν (μετά από συμβουλή της Γκέρτρουντ, της μαύρης σερβιτόρας του τοπικού diner), την βοήθεια ενός πανεπιστημιακού καθηγητή που ειδικεύεται στη φυλετική βία και μιας γηραιότατης μαύρης που ζει απομονωμένη, που αυτοαποκαλείται «Μαμά Ζήτα», διατηρώντας αρχεία από κάθε φυλετικό φόνο που έχει διαπραχθεί στις Η.Π.Α. από τις αρχές του 20ου αιώνα. Το FBI (το «κανονικό»), θα εμπλακεί στην ιστορία με την άφιξη μιας ντετέκτιβ, που διαπιστώνει αμέσως ότι την έχουν στείλει σε ένα είδος twilight zone, με καράβλαχους σερίφηδες που έχουν σχέση με την τοπική ΚουΚλουξΚλαν, και διάφορα άλλα απίθανα περιστατικά που συμβαίνουν διαρκώς.
 
« «Σκατά», είπε ο Τζιμ.
«Ακριβώς αυτό», είπε η ηλικιωμένη γυναίκα. «Κάποιος παίρνει εκδίκηση».
«Γιατί τώρα, όμως;» ρώτησε η Γκέρτρουντ.
«Το λιντσάρισμα του κακομοίρη του μικρού έγινε πριν από εξήντα πέντε χρόνια. Ίσως τα πνεύματα να μην άντεχαν άλλο», είπε η Μαμά Ζήτα.
«Μόλις είπατε ότι δεν πιστεύετε στα φαντάσματα», είπε ο Εντ.
«Δεν ισχυρίστηκα ποτέ ότι έχω πάντα δίκιο». Η γριά άφησε το φλιτζάνι της και χτύπησε ρυθμικά τα δάχτυλά της στο τραπέζι. «Πρέπει να σας πω κάτι, όμως. Αν τα πνεύματα έχουν βαλθεί να πάρουν εκδίκηση, θα γίνουν πολλοί σκοτωμοί ακόμα εδώ γύρω. Τα πνεύματα θα το γλεντήσουν στα μέρη μας. Δεν υπάρχει λευκός σ’ αυτή την κομητεία που να μην έχει λιντσάρει κάποιον, κι αν όχι ο ίδιος, σίγουρα κάποιος στην οικογένειά του. Αν θες να πιστέψεις κάτι, πίστεψε αυτό.»
«Πως το ξέρετε εσείςα» ρώτησε ο Τζιμ. «Το μάθατε ακούγοντας τον ασύρματο της αστυνομίας;»
«Ελάτε μαζί μου» είπε η ηλικιωμένη γυναίκα και σηκώθηκε όρθια, στηρίζοντας τα χέρια της στο τραπέζι μέχρι να ορθώσει το κορμί της.
Ακολούθησαν τη Μαμά Ζήτα σ’ έναν μικρό διάδρομο με οικογενειακές φωτογραφίες στους τοίχους και μπήκαν σε ένα άλλο δωμάτιο. Ήταν γεμάτο ολόγυρα με ψηλά ντουλάπια αρχειοθέτησης και με λίγα πιο χαμηλά κάτω από το μοναδικό παράθυρο.
«Τι είναι εδώ;» ρώτησε ο Εντ.
«Τα αρχεία», απάντησε η Μαμά Ζήτα. «Αυτά είναι τα αρχεία. Πες τους, παιδί μου», είπε στην Γκέρτρουντ.
«Αυτά είναι σχεδόν όλα όσα έχουν γραφτεί για κάθε λιντσάρισμα στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1913, τη χρονιά που γεννήθηκε η Μαμά Ζήτα, και μετά».
«Μισό λεπτό», είπε ο Τζιμ. «Αυτό σημαίνει ότι είσαστε…»
«Εκατόν πέντε χρονών», είπε εκείνη.
«Για κάθε λιντσάρισμα;» ρώτησε ο Εντ.
«Σχεδόν», είπε η Μαμά Ζήτα. «Πήγαινα στις βιβλιοθήκες σε όλη την πολιτεία και διάβαζα όλες τις εφημερίδες. Τώρα χρησιμοποιώ το διαδίκτυο. Θα πρέπει να ξέρετε ότι θεωρώ λιντσαρίσματα και τις δολοφονίες από αστυνομικούς. Χωρίς να θέλω να σας προσβάλω.»
«Μην ανησυχείτε, δεν προσβληθήκαμε», είπε ο Τζιμ.
«Και γιατί το κάνετε αυτό;» ρώτησε ο Εντ.
«Επειδή κάποιος πρέπει να το κάνει. Όταν πεθάνω και μαθευτεί η ύπαρξη αυτού του μέρους, ελπίζω ότι θα γίνει μνημείο για τους νεκρούς».»
 
Ο Έβερετ ευρισκόμενος σε απίστευτο δημιουργικό οίστρο, δεν αφήνει τον αναγνώστη του να πάρει ανάσα! Από τη δημιουργική χρήση ονομάτων που παραπέμπουν συνήθως σε κωμικές καταστάσεις (Τζούνιορ-τζούνιορ, Μακντόναλντ-Μακντόναλντ, Χο-Τσι-Μινχ και άλλα που μόνο με την ανάγνωση του βιβλίου γίνονται κατανοητά), έως τη whodunnit πλευρά της ιστορίας που από ένα σημείο και μετά δεν ενδιαφέρει κανέναν, αφού από τη μέση της ιστορίας αντιλαμβανόμαστε που οδηγείται η επιφανειακά παράλογη (αλλά πολύ βαθιά πολιτική) κατάσταση.
 
Η ειρωνεία και ο σαρκασμός διαπερνούν την ιστορία, όπου η σάτιρα διαδέχεται την άκρατη βία και οι κωμικές καταστάσεις συνυπάρχουν (ακόμα και στην ίδια παράγραφο) με την ιστορική και πολιτική πραγματικότητα. Το υπερφυσικό και το horror στοιχείο, που εισβάλλει από την πρώτη σελίδα στο μυθιστόρημα, «παίζει» με την αφροαμερικανική εμπειρία του Νότου.
 


Θυμίζοντας ταινίες των αδελφών Κοέν, οι χαρακτήρες του βιβλίου κινούνται μεταξύ εκκεντρικότητας, παραλόγου, ακραίου και έντονα μελαγχολικού, παρωδώντας τις αστυνομικές ιστορίες με διαλόγους που θα ταίριαζαν μέχρι και σε κόμικ, σατιρίζοντας πρόσωπα και στερεότυπα, ενώ οι συνεχείς αναφορές σε ρατσιστικές συμπεριφορές, μπορεί να προκαλούν ευθυμία αλλά θίγουν ιδιαίτερα σοβαρά θέματα. Το πολιτικό σχόλιο του Έβερετ είναι αιχμηρό και καίριο, ισορροπώντας αρμονικά με το βαρύ ιστορικό παρελθόν και την πολιτική φαρσοκωμωδία της τελευταίας δεκαετίας στις Η.Π.Α., με τον «πορτοκαλί πρόεδρο» (όπως αποκαλείται στο βιβλίο) να διατηρείται διαρκώς στο προσκήνιο των γεγονότων.
 
Ένας στίχος από το εμβληματικό τραγούδι «Strange fruit», που απηχούσε την κραυγή και την οδύνη των μαύρων του Αμερικανικού Νότου:
«Southern trees bear a strange fruit…», δίνει τον τίτλο στο μυθιστόρημα, ενώ η αλληγορία με τα οικογενειακά δέντρα είναι προφανής, καθώς από τα δέντρα κρέμονταν τα κορμιά των λιντσαρισμένων μαύρων, αλλά και στα οικογενειακά «δέντρα» βρίσκουμε τους κληρονόμους των δολοφόνων, θίγοντας φιλοσοφικά και το θέμα της «οικογενειακής ευθύνης», όπου οι απόγονοι πληρώνουν με το ίδιο νόμισμα τα εγκλήματα των προγόνων τους.
Η ιστορική μνήμη στο βιβλίο αντιπροσωπεύεται στο πρόσωπο της Μαμάς Ζήτα, η οποία ως επιβιώσασα των βίαιων εποχών, είναι ο συνδετικός κρίκος στο βιβλίο του παρελθόντος με το παρόν.
 
Ο Έβερετ έχει δώσει έμφαση στο pulp στοιχείο και στην καρτουνίστικη απεικόνιση των χαρακτήρων του, ενώ η ειρωνεία είναι διαρκώς παρούσα. Η σατυρική πλευρά του μυθιστορήματος, ισοπεδώνει τα πάντα στο πέρασμά της, αλλά σε αυτό το θαυμάσιο μυθιστόρημα που δεν περιέχει καθόλου διδακτισμό και δεν ενδιαφέρεται για το «politically correct», το κοινωνικό και πολιτικό μήνυμα περνάει στον αναγνώστη, που συνειδητοποιεί ότι μπορεί και να γελάει και ταυτόχρονα να αναρωτιέται αν «είναι σωστό» που το κάνει αυτό. Ένα υπέροχο βιβλίο που αδικείται από την απουσία επιμέλειας στη μετάφραση, έχοντας τρανταχτά λάθη στα πραγματολογικά στοιχεία.
 
Βαθμολογία 86 / 100


 
 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

~ back home