Τετάρτη, Απριλίου 24, 2019
posted by Librofilo at Τετάρτη, Απριλίου 24, 2019 | Permalink
"Αμέρικα Αμέρικα"

Από τις πρώτες σελίδες, (ή μάλλον τις εισαγωγικές παραγράφους) του μυθιστορήματος, «ΑΜΕΡΙΚΑ ΑΜΕΡΙΚΑ» («America America»), του Αμερικανού συγγραφέα (περισσότερο γνωστού για τα διηγήματα και τις νουβέλες του) Ethan Canin (Μίτσιγκαν, 1960) - (εκδ. Καστανιώτη, σελ. 569, μετάφρ. Α.Καλοκύρης), αντιλαμβανόμαστε ότι έχουμε στα χέρια μας, ένα σημαντικό λογοτεχνικό έργο. Αυτή η αίσθηση, δεν μας εγκαταλείπει ποτέ κατά την διάρκεια της ανάγνωσης, αυτού του πολυεπίπεδου μυθιστορήματος μαθητείας, ενός βιβλίου μεγάλου, όχι μόνο σε όγκο, αλλά και σε αξία.

«Αν κάποιος αρχικά ξεκινά με βεβαιότητες, θα καταλήξει με αμφιβολίες.»


Ο Κέινιν, ξετυλίγει με έξοχη αφηγηματική άνεση την ιστορία του, για την άνοδο και την πτώση ενός ισχυρότατου υποψήφιου για τις Αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 1972 όπως και την παρακμή μιας πανίσχυρης και πάμπλουτης οικογένειας μέσα από την αφήγηση ενός ανθρώπου - νεαρού παιδιού τότε - που έζησε από κοντά, τα δραματικά γεγονότα, τα οποία σημάδεψαν τη ζωή του και καθόρισαν τη μοίρα, όχι μόνο εκείνου, αλλά ίσως κι ενός έθνους.

Το βιβλίο ξεκινάει το 2006, όταν ο αφηγητής και ήρωάς του, Κόρεϊ Σίφτερ ένας δημοσιογράφος μέσης ηλικίας που διευθύνει την τοπική εφημερίδα μιας μικρής πόλης στην πολιτεία της Ν.Υόρκης, είναι καλεσμένος στην εντυπωσιακή κηδεία του άλλοτε πανίσχυρου Γερουσιαστή Χένρι Μπονγουίλερ, ενός ανθρώπου που έφτασε μια ανάσα από το αξίωμα του υποψήφιου των Δημοκρατικών κάποτε. Η κηδεία, οι άνθρωποι που βλέπει, το περιβάλλον, ξυπνάνε τις έντονες αναμνήσεις του από την εφηβεία και τα νεανικά του χρόνια.

«Όταν έχεις εμπλακεί σε κάτι τέτοιο, όσο παλιά και αν συνέβη, όσο διάστημα και αν απουσιάζει από τις ειδήσεις, είσαι καταδικασμένος να το αναζητάς διαρκώς. Να είσαι κατά κάποιον τρόπο σε εγρήγορση κάθε μέρα της ζωής σου. Για την περίπτωση μιας αναφοράς στα ψιλά, στην τελευταία σελίδα της εφημερίδας. Ενός αγνώστου σε ένα κοκτέιλ πάρτι ή ενός περίεργου φακέλου στο γραμματοκιβώτιο. Της όλο νόημα παύσης στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής. Μιας φριχτής επανεμφάνισης που, κατά πάσα πιθανότητα, δεν πρόκειται να συμβεί.»

Μεταφερόμαστε 35 χρόνια πριν, στις αρχές της δεκαετίας του 70, όταν ο 16άχρονος Κόρεϊ, γόνος εργατικής οικογένειας, θα απασχολείται σε βοηθητικές εργασίες στο τεράστιο κτήμα του μεγιστάνα Λίαμ Μέτερι, ενός ανθρώπου του οποίου, ο πατέρας Ίγκαν Μέτερι έκτισε ουσιαστικά την μικρή πόλη Σαλίν, εκμεταλλευόμενος τα λατομεία της περιοχής. Το 1970, έχουν αλλάξει βέβαια τα πράγματα, αλλά η ισχύς, όπως και η δύναμη των Μέτερι παραμένουν, καθώς η έπαυλή τους δεσπόζει στην περιοχή. Ο Κόρεϊ είναι ένα εξαιρετικό και πολύ φιλότιμο παιδί που γρήγορα αποσπάει την εύνοια του Λίαμ Μέτερι, όπως και των δύο συνομήλικων κοριτσιών του, η δε σχέση του με τη μία από αυτές, ξεπερνάει τα όρια της απλής φιλίας. Ο Λίαμ Μέτερι στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές που θα γίνουν το 1972, αποφασίζει να στηρίξει πολύ ενεργά τον προοδευτικό και φιλεργατικό, Γερουσιαστή Χένρι Μπονγουίλερ, ως υποψήφιο των Δημοκρατικών, έναν άνθρωπο που κατεβαίνει στις εκλογές με πρωταρχικό σύνθημα, την λήξη του πολέμου στο Βιετνάμ. Βρισκόμαστε στην εποχή Νίξον, οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις είναι συνεχείς και ο Μπονγουίλερ έχει πιάσει τον σφυγμό του κόσμου. Ο Κόρεϊ δουλεύει στις δεξιώσεις που ετοιμάζονται, στα κοκτέιλ πάρτι όπου προσκαλούνται μεγαλοδημοσιογράφοι και μεγιστάνες, ζει από κοντά τον πυρετό της προετοιμασίας, είναι ο οδηγός του Γερουσιαστή όποτε εκείνος επισκέπτεται την πόλη για σύσκεψη αλλά και για την χάραξη της στρατηγικής για το χρίσμα του υποψήφιου των Δημοκρατικών.

Ο Μέτερι θα προσφέρει στον νεαρό Κόρεϊ, τις σπουδές σε ένα καλό κολέγιο και εκείνος ήδη νιώθει κομμάτι της οικογένειας, καθώς αναλαμβάνει όλο και περισσότερες ευθύνες. Ο Μπονγουίλερ θριαμβεύει και τα προγνωστικά είναι υπέρ του, σιγά σιγά γίνεται το φαβορί για την ηγεσία των Δημοκρατικών και ήδη μιλάνε για πολλές πιθανότητες εναντίον του Νίξον στις επερχόμενες Προεδρικές εκλογές. Το πτώμα όμως μιας νεαρής κοπέλας που θα βρεθεί θαμμένο στο χιόνι σε ένα παράδρομο θα τα ανατρέψει όλα. Η νεαρή συνδεόταν ερωτικά με τον Γερουσιαστή και η ανεύρεση του σώματός της, θα εγείρει ερωτηματικά για την εμπλοκή του στον θάνατό της. Ο Κόρεϊ δεν γνωρίζει την πλήρη αλήθεια, αλλά από κάτι κουβέντες του Μπονγουίλερ και από την απελπισία στις κουβέντες του Μέτερι θα συνειδητοποιήσει ότι τα πράγματα μπλέξανε για τα καλά. Η πολιτική εκστρατεία επηρεάζεται και η ευκαιρία για μια πολιτική αλλαγή χάνεται. Η συνέχεια θα είναι δραματική για όλους.

«Οι ξεχασμένοι αυτής της χώρας έχουν τη συνεπή συνήθεια να στρέφονται εναντίον των υπερασπιστών τους και υποθέτω ότι ο τρόπος με τον οποίο οι εργάτες, άντρες και γυναίκες, εγκαταλείπουν εκείνους τους πολιτικούς που μπορούν να τους βοηθήσουν περισσότερο, αποδεικνύει την κυριαρχία του συναισθήματος στην πολιτική.»


Ο Κέινιν ακολουθεί την ιστορική διαδρομή των εκλογών του 1972, εισάγει όμως στην πλοκή τους δύο κεντρικούς χαρακτήρες, τον Γερουσιαστή Μπονγουίλερ και τον μεγιστάνα Μέτερι. Τα γεγονότα που περιγράφονται θα μπορούσαν να ταιριάζουν εν μέρει στον Έντουαρντ Κένεντι (ο οποίος απουσιάζει ως αναφορά από το μυθιστόρημα), και το περίφημο «ατύχημα στο Τσαπακουίντικ». Για την ιστορία αναφέρω ότι ο προοδευτικός Γερουσιαστής Κένεντι (και μεγάλο φαβορί για το χρίσμα των Δημοκρατικών), το 1969 έφυγε με μια νεαρή συνεργάτιδά του από ένα πάρτι στο νησάκι Τσαπακουίντικ (πολύ κοντά στο Μάρθας Βίνγιαρντ). Το επόμενο πρωί το αυτοκίνητο ανασύρθηκε από το λιμάνι με το πτώμα της γυναίκας μέσα, ο δε Κένεντι κοιμόταν στο ξενοδοχείο του. Αργότερα ισχυρίστηκε ότι πανικοβλήθηκε από το ατύχημα, ένιωσε ανίκανος να βοηθήσει και έφυγε. Δήλωσε ένοχος για «εγκατάλειψη θύματος» και αυτό σήμαινε το τέλος της πολιτικής του καριέρας. Καθόλου τυχαίο νομίζω που η ερωμένη του Μπονγουίλερ στο βιβλίο ονομάζεται «ΤζοΈλεν», ενώ η συνεργάτις του Κένεντι «Μαίρη Τζο». Το χρίσμα των Δημοκρατικών για τις εκλογές του 1972, το πήρε τελικά ο ΜακΓκόβερν, ο οποίος έχασε από τον Ρίτσαρντ Νίξον.

Πολιτική, παιχνίδια εξουσίας, διαπλοκή, όλο το αμερικανικό πολιτικό σκηνικό μεταφέρεται στο υπέροχο μυθιστόρημα του Κέινιν. Είναι μια ωραία ιστορία, που καλύπτει μια από τις πιο ενδιαφέρουσες εποχές της αμερικάνικης ιστορίας, καθώς η κοινωνία προχωράει σε αλλαγές, το φιλειρηνικό κίνημα δεν αφορά μόνο τους νέους αλλά, έχει απλωθεί σε όλο το κοινωνικό φάσμα, τα παλιά τζάκια υποχωρούν και η δημοσιογραφία έχει γίνει πανίσχυρη. Δεν είναι μόνο η ιστορία του Μπονγουίλερ που έχει μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά και η ιστορία της οικογένειας Μέτερι, με τον Λίαμ Μέτερι, έναν άκρως Φιτζεραλντικό ήρωα, ρομαντικό και αυτοκαταστροφικό, που θα αναλάβει με δραματικό τρόπο την ευθύνη για τα λάθη του.

Ο Κέινιν όμως δεν γράφει μόνο για «τα μεγάλα» στο βιβλίο του. Περιγράφει με οξυδέρκεια την ατμόσφαιρα της μικρής πόλης, αναλύει σε βάθος την προσωπικότητα του ήρωά του, του νεαρού Κόρεϊ Σίφτερ, που ως άλλος Ντέιβιντ Κόπερφιλντ, θα ευνοηθεί από την γενναιοδωρία και την αγάπη που του δείχνει ο Λίαμ Μέτερι – ο οποίος βλέπει τις ικανότητές του - και από παιδί της εργατικής τάξης, που η πορεία του ήταν λίγο-πολύ προδιαγεγραμμένη, θα ζήσει από μέσα την ατμόσφαιρα στην έπαυλη, θα ερωτευτεί μια κοπέλα που δεν θα μπορούσε να πλησιάσει ούτε στα πιο τολμηρά του όνειρα, θα σπουδάσει σε ένα καλό κολέγιο με τα χρήματα του ευεργέτη του. Θα γίνει ένας καλός και ικανότατος δημοσιογράφος, ο οποίος στα πλαίσια της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας που υπηρετεί, δεν θα διστάσει να παραδεχτεί αλήθειες που πονάνε.

Το μυθιστόρημα που συγκρίθηκε από τους Αμερικανούς κριτικούς με την «Αμερικάνικη Τραγωδία» του Θ.Ντράιζερ, έχει εκπληκτικούς δευτερεύοντες χαρακτήρες, κυρίως οι γυναίκες της οικογένειας Μέτερι είναι μοναδικές, όπως και οι μορφές των γονιών του Κόρεϊ. Η κινηματογραφικού ύφους αφήγηση που απλώνεται, αλλάζει τον ρυθμό της ανάλογα με την ένταση που δίνει στα τεκταινόμενα ο συγγραφέας, κάποιες φορές σου δίνει την αίσθηση της χαλαρότητας και της αφηγηματικής ραθυμίας για να επιταχύνει και να δώσει την απαραίτητη ένταση στις δραματικές σκηνές του βιβλίου.

Το «Αμέρικα Αμέρικα», είναι ένα έξοχο μυθιστόρημα, που φέρνει στο νου, μεγάλες αφηγήσεις του 19ου αιώνα, έχει κάτι από Τολστόι και Ντίκενς με περιγραφές της αμερικάνικης φύσης και της επιχειρηματικής εξάπλωσης που βλέπουμε σε αμερικανούς συγγραφείς του πρώτου μισού του 20ου αιώνα. Είναι ένα βιβλίο που έχει όλες τις προδιαγραφές να θεωρηθεί μετά από πολλά χρόνια, κλασσικό, ένα έπος μεγάλης πνοής.

Βαθμολογία 86 / 100



 
Τρίτη, Απριλίου 16, 2019
posted by Librofilo at Τρίτη, Απριλίου 16, 2019 | Permalink
"Ξαφνικός θάνατος"

Ένα βιβλίο έκπληξη, μαγευτικό και σαγηνευτικό, πολυεπίπεδο και πολυδιάστατο είναι το ιδιόμορφο μυθιστόρημα "ΞΑΦΝΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ" ("Muerte subita"), του Μεξικανού συγγραφέα Alvaro Enrigue (Γουαδαλαχάρα, 1969) - (εκδ. Αλεξάνδρεια, μετάφρ. Κων/νος Παλαιολόγος, σελ.306). Ένα μυθιστόρημα γραμμένο με πολύ στυλ και χιούμορ, που έχει ως αφορμή έναν φανταστικό αγώνα τένις στο τέλος του 16ου αιώνα, για να μιλήσει για τον ρόλο της ιστορίας, για τις συμπτώσεις και τα γυρίσματα της τύχης, την θρησκεία και την εξουσία, την πολιτική και τον έρωτα.


Ένας αγώνας τένις διεξάγεται στη Ρώμη μεταξύ του σπουδαίου Λομβαρδού ζωγράφου Μικελάντζελο Μερίζι, περισσότερο γνωστού ως Καραβάτζο και του Ισπανού ποιητή Φρανσίσκο ντε Κεβέδο. Βρισκόμαστε στο 1599, και οι δύο άντρες μετά από ένα άγριο μεθύσι και έναν τσακωμό με πολλές προσβολές, θα λύσουν τις διαφορές τους μέσα από το τένις, το οποίο βέβαια ως παιχνίδι είχε αρκετές διαφορές με το σήμερα. Ο αγώνας τους θα είναι σαν μονομαχία σε τρία σετ, και οι μάρτυρες από κάθε πλευρά, είναι για τον Κεβέδο, ο κολλητός του φίλος και προστάτης του, Πέδρο Τέγεθ Χιρόν, δούκας της Οσασούνα και μαρκήσιος του Πενιαφέλ και από την πλευρά του Καραβάτζο, ένας μαθηματικός (και εραστής του ζωγράφου), που το όνομά του θα μείνει στην ιστορία αλλά που ο αναγνώστης θα το μάθει προς το τέλος του βιβλίου.

"Από μέσα χνουδωτή και απ' έξω ξυρισμένη,
πάντα έχω στον κόρφο μου την πλεξούδα μου κρυμμένη,
περνάω από χέρι σε χέρι, απ' όλους χτυπημένη,
κι όταν πάνε για φαΐ, εγώ είμαι πάντα αποκλεισμένη.

Το μπαλάκι του τένις αναπαρίσταται, στο "Βιβλίο του Απολλώνιου" (13ος αιώνας) κατά τρόπο που παραπέμπει στο πανάρχαιο επάγγελμα της Ταρσιανής (της κόρης του που είχε πουληθεί ως σκλάβα σε κάποιον οίκο ανοχής και προσμένει κάποιον να τη σώσει, με τον τρόπο της Σεχραζάτ: βάζει συνεχώς έμμετρα αινίγματα που καθυστερούν την παράδοσή της στους πελάτες). Το μπαλάκι είναι σαν μια γυναίκα που έχει κάνει αποτρίχωση - "απ' έξω ξυρισμένη" - που τρώει ξύλο - "απ' όλους χτυπημένη" -, και την οποία κανείς πλέον την καλεί σπίτι του - "όταν πάνε για φαΐ, εγώ είμαι πάντα αποκλεισμένη" - γιατί από τη στιγμή που "περνάει από χέρι σε χέρι" χρησιμεύει πλέον για  ένα και μόνο πράγμα: να πηγαίνει πέρα-δώθε στις πλατείες και να φέρνει κέρδη στους άλλους."


Ο αγώνας σκληρός, βίαιος και συναρπαστικός, περιγράφεται από τον συγγραφέα σε μικρά κεφάλαια και ανάμεσά τους παρεμβάλλονται ως θραύσματα, σκηνές από την παγκόσμια ιστορία. Ο Κορτές και η κατάκτηση του Μεξικού, η ερωμένη του, η Μαλίντσε και οι δολοπλοκίες, τι έγινε στην Ισπανία μετά τον θάνατο του κονκισταδόρ που ήταν ήρωας και εγκληματίας, πρωτοπόρος και φονιάς, οι περιπέτειες της περιουσίας του και η κληρονομιά του. Οι Πάπες Πίος  Γ και Δ, και οι μηχανορραφίες του Βατικανού, ο Ερρίκος ο Η και ο Τόμας Κρόμγουελ, οι συγκρούσεις βασιλέων και Παπικής εξουσίας στην Ευρώπη σε αντίθεση με την καλοσύνη και την ευγένεια του ουτοπιστή ιερωμένου Βάσκο ντε Κιρόγα και η προσπάθεια δημιουργίας μιας ιδανικής πολιτείας στο Μεξικό.
Η αφήγηση κάνει υπέροχα χρονικά άλματα ανακατεύοντας στο λογοτεχνικό μπλέντερ, τα μαλλιά της αποκεφαλισμένης Άννας Μπόλεϊν που γεμίζουν τέσσερα πολύτιμα μπαλάκια του τένις, τα οποία θα ταξιδέψουν όλη την Ευρώπη και τα οποία συνδέονται με τα μαλλιά του Αζτέκου βασιλιά Κουαουτέμοκ με τα οποία η Μαλίντσε έφτιαξε ένα πολύτιμο φυλαχτό για τον αγαπημένο της Κορτές αλλά και με τα πολύχρωμα φτερά που ο ινδιάνος Μεξικανός καλλιτέχνης Ντιέγο Ουανίτσιν χρησιμοποίησε για να φτιάξει μια μοναδική Παπική μίτρα.

"Όλα αυτά όμως τα γνωρίζουμε εμείς που ζούμε σε έναν κόσμο στον οποίο το παρελθόν και το παρόν είναι ταυτόχρονα, επειδή η Ιστορία γράφεται με τρόπο ώστε να πιστεύουμε πως το γεγονός Α οδηγεί στο Β και, ως εκ τούτου, υπάρχει μια λογική στην εξέλιξή της. Ένας κόσμος χωρίς θεούς  είναι ένας κόσμος εντός της Ιστορίας, και εντός των ιστοριών σαν και αυτή που αφηγούμαι": τόσο η Ιστορία όσο και οι ιστορίες προσφέρουν την παρηγοριά της τάξης. Εκείνη την εποχή, ο κόσμος, ο κόσμος που είχε εφεύρει ο Κιρόγα, ήταν ένας κόσμος γεμάτος παραισθήσεις και χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση, που μεγάλωνε στη χούφτα ενός επίσημου Θεού και σε εκείνες άλλων παράνομων θεοτήτων, που όλοι ανταγωνίζονταν μεταξύ τους για το νόημα των πραγμάτων· η φυσική λεκάνη της λίμνης Πάτσκουαρο ήταν μια σταγόνα θεϊκού σάλιου μέσα στην οποία, σαν σε όνειρο, αποκαλύπτονται όλα τα μυστικά."

Το τένις είναι το παιχνίδι που αντιπροσωπεύει τον «ξαφνικό θάνατο» ως έννοια, όλα περιστρέφονται γύρω από το που θα πάει το μπαλάκι – μας το έδειξε τόσο υπέροχα και ο Γούντι Άλλεν στο “Match Point” πριν μερικά χρόνια. Ο Ενρίκε τονίζει και υπογραμμίζει την σχετικότητα της Ιστορίας, τα τυχαία γεγονότα που καθορίζουν τη μοίρα των ανθρώπων μέσα από ένα πανόραμα εικόνων που περιγράφονται όχι ξερά και με ακαδημαϊκό τρόπο, αλλά με χιούμορ και φιλοπαίγμονα διάθεση, με έξοχο αφηγηματικό στυλ και πρωτοτυπία.


Η Ιστορική λεπτομέρεια δεν απασχολεί τον ευφυέστατο Ενρίκε στο μυθιστόρημά του, εξάλλου οι ανακρίβειες και αυθαιρεσίες στα γεγονότα που αφηγείται είναι πολλές, τον ενδιαφέρει η κίνηση, ο ρυθμός της Ιστορίας, οι αντιθέσεις και οι συγκρούσεις. Ο αγώνας τένις δεν διεξάγεται μεταξύ δύο μεθυσμένων διάσημων, αλλά μεταξύ μιας Ιταλίας που βρίσκεται στην Αναγέννηση των Τεχνών και μιας οπισθοδρομικής Καθολικής Ισπανίας, ο Κορτές δεν είναι μόνο ένας σφαγέας αλλά και ένας πρωτοπόρος που αλλάζει την ροή του κόσμου, η κατάκτηση του Μεξικού δεν είναι μόνο μια ιστορία σφαγών και καταστροφής ενός αρχαίου πολιτισμού αλλά περιέχει και πολλές ανθρώπινες στιγμές που παραμερίζονται για χάρη των μεγάλων γεγονότων.

"Δεν ξέρω...Όλον αυτό τον καιρό που γράφω, δεν ξέρω τι θέλει να πει αυτό το βιβλίο. Τι αφηγείται; Δεν μιλάει απλώς για έναν αγώνα τένις. Ούτε είναι ένα βιβλίο περί της αργής και μυστηριώδους ενσωμάτωσης της αμερικανικής ηπείρου σ' αυτό που αποκαλούμε, με σκανδαλώδη έλλειψη προσανατολισμού, "Δυτικό κόσμο" - για τους κατοίκους της αμερικανικής ηπείρου, η Ευρώπη είναι η Ανατολή. Ίσως είναι ένα βιβλίο περί του πως γράφεται αυτό το βιβλίο· ίσως όλα τα βιβλία να κάνουν ακριβώς αυτό το πράγμα. Ένα βιβλίο με συνεχή πέρα δώθε, όπως το μπαλάκι σε ένα παιχνίδι τένις.
Δεν είναι ένα βιβλίο για τον Καραβάτζο ή τον Κεβέδο, αν και είναι ένα βιβλίο με τον Καραβάτζο και τον Κεβέδο. Αυτούς τους δύο, αλλά και τον Κορτές και τον Κουαουτέμοκ, τον Γαλιλαίο και τον Πάπα τον Πίο Έ. Γιγάντιες προσωπικότητες που συγκρούονται, γαμάνε, μεθάνε, στοιχηματίζουν στο απόλυτο κενό. Τα μυθιστορήματα συντρίβουν τα μνημεία ακριβώς γιατί όλα, ακόμα και τα πιο σεμνά, είναι κατά κάποιο τρόπο πορνογραφικά."

Μυθιστόρημα μεγάλης πνοής και λογοτεχνικής αξίας, αυτός ο υπέροχος “Ξαφνικός θάνατος”. Με ολοζώντανη αφήγηση και θαυμάσιο ρυθμό, ο Ενρίκε ανακατεύει με στυλ, το προσωπικό με το γενικό, το παραδοσιακό με το μοντέρνο, χωρίς να προσπαθεί να εντυπωσιάσει τον αναγνώστη, απλά και μεθοδικά, αφήνοντας στον αναγνώστη χώρο για σκέψη, αποφεύγοντας να τον πνίξει με ιδέες και γεγονότα. Δεν είναι ένα παραδοσιακό ιστορικό μυθιστόρημα, αλλά ένα βιβλίο πρωτοποριακό και πολύ σύγχρονο που μας συστήνει έναν συγγραφέα αναμφίβολα μεγάλης αξίας.

Βαθμολογία 85 / 100


 
Παρασκευή, Απριλίου 12, 2019
posted by Librofilo at Παρασκευή, Απριλίου 12, 2019 | Permalink
Τα χαμένα διηγήματα του Francis Scott Fitzgerald ("Θα πέθαινα για σένα")

Ο μεγάλος Αμερικανός συγγραφέας Francis Scott Fitzgerald (St.Paul 1896 - Los Angeles 1940) γνώρισε την κριτική αναγνώριση και την εμπορική επιτυχία νεότατος. Μέχρι το κραχ της Γουόλ στριτ, το 1929 είχε ήδη εκδώσει τα περισσότερα αριστουργήματά του ("Ο μεγάλος Γκάτσμπι", "Ή άλλη όψη του Παραδείσου", "Ομορφοι και καταραμένοι") για να κάνει μια επανεμφάνιση το 1934 με το ελεγειακό "Τρυφερή είναι η νύχτα". Δεινός αφηγητής, έγραψε και εκπληκτικές νουβέλες "Διαμάντι μεγάλο όσο το Ριτζ", "Το πλουσιόπαιδο" ή και διηγήματα, όπως το σπουδαίο "Ράγισμα". Ο συγγραφέας και η σύζυγός του Ζέλντα ήταν το αστραφτερό ζευγάρι της δεκαετίας του '20, όμορφοι και λαμπεροί, εκείνος σούπερ επιτυχημένος, με εξωφρενικές αμοιβές για τα βιβλία του.

Ταχύτατη άνοδος, ιλιγγιώδης πτώση όμως. Η δεκαετία του '30 ήταν πολύ δύσκολη για τον Φιτζέραλντ, πρώτα με την οικονομική του καταστροφή συνέπεια της κρίσης, μετά με τα συνεχόμενα νευρολογικά προβλήματα της Ζέλντα που μπαινόβγαινε στις κλινικές, ενώ ο ίδιος είχε γίνει πλέον αλκοολικός. Οι προσπάθειές του στο Χόλιγουντ ως σεναριογράφος, αποτύγχαναν συνέχεια, μυθιστόρημα δεν μπορούσε να γράψει - το "Τρυφερή είναι η νύχτα" ήταν μια φωτεινή εξαίρεση, ενώ "Ο τελευταίος μεγιστάνας" έμεινε ημιτελές - , τα διηγήματά του απορρίπτονταν από περιοδικά και μάταια ο ατζέντης του προσπαθούσε να τον βοηθήσει. Τα συσσωρευμένα προβλήματα οδήγησαν στον θάνατό του από καρδιακή προσβολή το 1940 – ήταν μόλις 44 ετών.

Αυτή η εποχή της πτώσης, αντικατοπτρίζεται στην συλλογή των αδημοσίευτων μέχρι τώρα διηγημάτων, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στο εξωτερικό και τώρα στη χώρα μας, με τίτλο "ΘΑ ΠΕΘΑΙΝΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ και άλλα χαμένα διηγήματα" ("Ι'd die for you and other lost stories"), από τις εκδόσεις "Κλειδάριθμος" (έξοχη έκδοση) σε μετάφραση της Έφης Τσιρώνη, με μια εκπληκτική εισαγωγή της Anne Margaret Daniel, η οποία επιμελήθηκε της αμερικάνικης έκδοσης (σελ. 632). Δεκαοκτώ διηγήματα απαρτίζουν την συλλογή αυτή, που καλύπτουν μια χρονική περίοδο, περίπου είκοσι χρόνων, αδημοσίευτα σχεδόν όλα, που δεν στέκονται στο ίδιο ποιοτικό ύψος, καθώς ανάμεσά τους υπάρχουν θαυμάσιες ιστορίες αλλά και μερικές αδιάφορες, απόπειρες σεναρίων λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένες. Ας τις δούμε αναλυτικότερα...


Στο νεανικό και υπέροχο "Η υποσχετική", ένας συγγραφέας γράφει ένα αυτοβιογραφικό αφήγημα για την συνάντηση του με τον νεκρό ανηψιό του. Ο εκδότης το προωθεί και το βιβλίο γίνεται τεράστιο μπεστ-σέλερ πουλώντας 300.000 αντίτυπα. Ο εκδότης θέλει να προλάβει να υπογράψει με τον συγγραφέα επέκταση του συμβολαίου του και για άλλα βιβλία, αλλά στο τρένο που τον μεταφέρει σ' εκείνον συναντάει τον θεωρούμενο ως νεκρό, ανηψιό του συγγραφέα, ο οποίος σε έξαλλη κατάσταση απειλεί να αποκαλύψει την αλήθεια. Είναι μια σάτιρα του εκδοτικού χώρου και της αιώνιας μανίας των Αμερικανών για βιβλία αυτοβοήθειας. Στον "Εφιάλτη" που κομμάτια του είχαν χρησιμοποιηθεί στο αριστουργηματικό "Τρυφερή είναι η νύχτα", ο συγγραφέας περιγράφει την ατμόσφαιρα στις ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές, παρουσιάζοντας με εφιαλτικό τρόπο την εκμετάλλευση και την πλεονεξία τους. Μια ιστορία οικογενειακών σχέσεων, έρωτα και σχετικότητας για το ποιός είναι τρελός και ποιος όχι. Το εκπληκτικό "Τι να κάνεις γι' αυτό" είναι μια ιστορία, χαρακτηριστική του "Φιτζεραλντικού ύφους" με ήρωα έναν νεαρό γιατρό που σε μια επίσκεψή του σε μια υποχόνδρια μεσήλικα ασθενή, γνωρίζει την κόρη της που μόλις έχει επιστρέψει από την Ευρώπη. Η νεαρή κοπέλα εντυπωσιάζει τον γιατρό που θα κάνει τα πάντα για να την κατακτήσει έχοντας ως σύμμαχό του, τον πανέξυπνο και ατίθασο μικρό της αδερφό. Χιούμορ και ρομαντισμός σε ένα διήγημα που απορρίφθηκε από τα περιοδικά που συνεργαζόταν ο συγγραφέας.

"Ήταν το κορίτσι από τους ξένους τόπους· κοιμόταν τόσο βαθιά, που μπορούσες να δεις αυτούς τους τόπους στο ελαφρύ ανασήκωμα του μετώπου της. Ο γιατρός έβγαλε το ρολόι  του - ήταν περασμένες τρεις. Προχώρησε με εξασκημένη επιδεξιότητα κατά μήκος της ξύλινης βεράντας, κάποια στιγμή όμως πάτησε στο αναπόφευκτο σανίδι που έτριζε κι αμέσως ο χάρτης της χώρας των θαυμάτων που ήταν χαραγμένος στην επιφάνεια των φρυδιών της κοπέλας ρίκνωσε και πέρασε στον κόσμο του αόρατου.
"Αποκοιμήθηκα", του είπε. "Με πήρε ο ύπνος."
Λες και της είχε πει να τον περιμένει εκεί. Ή λες και η τούφα των μαλλιών που είχε χαϊδέψει το μέτωπο και το μάτι του, τού είχε πει να μείνει· αλλά φαινόταν πολύ μικρή για να παίξει μαζί της, κι έτσι σήκωσε το βαλιτσάκι του και είπε: "Πρέπει να..." κι έφυγε, με τη σκέψη ότι είχε μείνει πολλή ώρα στο σπίτι και ότι όλη αυτή την ώρα το κορίτσι κοιμόταν."
                              "Τι να κάνεις γι' αυτό"

Το "Η Γκρέισι στη θάλασσα" αποτελεί το κινηματογραφικό σενάριο μιας κωμωδίας που (ευτυχώς) δεν γυρίστηκε ποτέ. Είναι μια θεότρελη ιστορία του κινηματογραφικού διδύμου Μπερνς και Γκρέισι και της προσπάθειας του πρώτου ως υπεύθυνου Δημοσίων σχέσεων να βρει γαμπρό για την μεγαλύτερη κόρη της αριστοκρατικής οικογένειας στην οποία εργάζεται. Το "Να ταξιδεύεις μαζί" όμως είναι μια όμορφη ερωτική ιστορία περιπλάνησης, όπου ένας σεναριογράφος του Χόλιγουντ ταξιδεύει ως πλάνης με τις εμπορικές αμαξοστοιχίες στην Αμερική του κραχ. Στο ταξίδι του συναντάει τυχαία μια εκθαμβωτική κοπέλα που πηγαίνει στο Χόλιγουντ για τους δικούς της λόγους. Μια σειρά από τυχαία γεγονότα θα φέρουν αυτούς τους δύο ανθρώπους κοντά.
Μια από τις ωραιότερες ιστορίες που έχει γράψει ο μεγάλος συγγραφέας, είναι το διήγημα που δίνει τον τίτλο στο βιβλίο "Θα πέθαινα για σένα", όπου ο συναισθηματισμός και το στιλάτο ύφος του Φιτζέραλντ, βρίσκεται στα καλύτερά του. Μια νεαρή ηθοποιός σε μια περίοδο γυρισμάτων σε κάποια βουνά της Β. Καρολίνας γνωρίζει έναν χρεοκοπημένο και απογοητευμένο από τη ζωή επιχειρηματία, ο οποίος έχει την φήμη μεγάλου εραστή που "οδηγεί" τις κατά καιρούς συντρόφους του, στην αυτοκτονία! Η ηθοποιός με ένα μείγμα περιέργειας και αδιόρατης έλξης, ωθείται όλο και πιο κοντά στον ομορφάσχημο και γοητευτικό άνδρα, με συνέπεια να αντιληφθεί για τα καλά, τι σημαίνει "πεθαίνω για σένα"...Μια ιστορία γεμάτη χιούμορ, παράφορο πάθος και ερωτικής ψύχωσης.


Στο υπαινικτικό και όμορφο διήγημα για την δυσκολία των ερωτικών σχέσεων, με τίτλο "Ρεπό απ' την αγάπη", ένα νεαρό αρραβωνιασμένο ζευγάρι αποφασίζουν κατόπιν προτροπής της κοπέλας να έχουν μια μέρα ρεπό ο ένας από τον άλλον για να δουν αντέχει η σχέση τους. Αυτό το επικίνδυνο πείραμα θα οδηγήσει εκείνην σε μια νέα γνωριμία, αλλά και μια έκπληξη που την περιμένει στην επιστροφή. Ο Φιτζέραλντ κινείται στα γνώριμα πλαίσια μελέτης χαρακτήρων που τον ξεχώρισαν από τους υπόλοιπους συγγραφείς χαρίζοντάς μας ένα ευφυέστατο διήγημα. Εξίσου εξαιρετικό είναι και το επόμενο διήγημα (από τα καλύτερα της συλλογής), με τίτλο "Κυκλώνας σε σιωπηλή χώρα" με ήρωες έναν νεαρό ειδικευόμενο γιατρό και μια εκπαιδευόμενη νοσοκόμα που απολύονται από το ιδιωτικό νοσοκομείο όπου εργάζονταν μετά από ένα κωμικό επεισόδιο κατά την διάρκεια ενός πειράματος. Συνδυασμός κωμωδίας και δράματος με υπέροχο αφηγηματικό ύφος, που όταν το ολοκλήρωσε ο συγγραφέας το 1936, έγραψε στον εκδότη του: "ήμουν σίγουρος ότι ήταν το καλύτερο που είχα γράψει εδώ κι ένα χρόνο", αλλά κι αυτό πέρασε από σαράντα κύματα μέχρι να δημοσιευτεί. Στο επόμενο διήγημα, το ύφος αλλάζει γιατί το "Μαργαριτάρι και η γούνα", αποτελεί μια προσπάθεια του συγγραφέα να ανοιχτεί σε ένα εφηβικό κοινό με όχι μεγάλη επιτυχία, αν και η ιστορία είναι ενδιαφέρουσα και πολύ έξυπνη. Η έφηβη Γκουέν, ένα πολύ εύστροφο κορίτσι πηγαίνει με το σχολείο της ένα ταξίδι στη Ν.Υόρκη. Μέσα σε ένα ταξί θα βρει ξεχασμένη τη γούνα μιας αριστοκράτισσας, γεγονός που θα δώσει ένα ευρύτερο ενδιαφέρον στο ταξίδι της.

"Ανάμεσα στα δύο αστρόφωτα παρεμβαλλόταν η κοπέλα.
Το πρόσωπό της ήταν μια αντίθεση ανάμεσα στον εαυτό της που ατένιζε πέρα από μια μεθόριο και σε μια σιλουέτα, ένα περίγραμμα ιδωμένο από κάπου· ήταν κάτι ολοκληρωμένο - λευκό, ευγενές, αλουστράριστο -, ένα πεπρωμένο, λιγάκι σημαδεμένο από νεανικούς πολέμους, χαρακωμένο από παλιές λευκές δοξασίες..."
                             "Να ταξιδεύεις μαζί"

Τα "Ψηλά τους αντίχειρες" και "Οδοντιατρικό ραντεβού", έχουν ως θέμα μια οικογενειακή ιστορία του Φιτζέραλντ, από τον Αμερικανικό Εμφύλιο πόλεμο, όταν ένας ξάδερφος του πατέρα του συγγραφέα που υπηρετούσε στον στρατό των Νοτίων, κρεμάστηκε από τους αντίχειρες του, από τον στρατό των Βορείων. Εμπνευσμένος από το περιστατικό αυτό, ο Φιτζέραλντ γράφει δύο εκδοχές της ίδιας ιστορίας σε αυτά τα δύο διηγήματα, κρατώντας τον ίδιο σκελετό και στα δύο. Αλλάζει όμως τα γεγονότα στην κάθε ιστορία από το περιστατικό του κρεμάσματος και μετά. Δείχνει να λειτουργεί καλύτερα η δεύτερη εκδοχή ("Το οδοντιατρικό ραντεβού") σε αντίθεση με την τραβηγμένη από τα μαλλιά πρώτη εκδοχή. Στο "Οφσάιντ", ο Φιτζέραλντ ξεφεύγει από την συνήθη θεματολογία του (τις ανθρώπινες σχέσεις) γράφοντας ένα διήγημα για το αμερικάνικο φουτμπόλ, ένα άθλημα που γνώριζε καλά και αγαπούσε ο συγγραφέας. Μια ιστορία διαφθοράς και ματαιωμένων ονείρων, που θέτει ηθικά διλήμματα και η οποία, θα μπορούσε να είναι πολύ επίκαιρη και σήμερα, με πολύ ωραίο αφηγηματικό ρυθμό.


Διήγημα παρεξηγήσεων, γραμμένο για να γίνει σενάριο ταινίας στο Χόλιγουντ, είναι το "Οι γυναίκες του σπιτιού (Πυρετός)", όπου ένας πάμπλουτος και μυστηριώδης επιχειρηματίας νοικιάζει τη βίλα ενός γνωστού ηθοποιού στο Λος Άντζελες και υποβάλλεται σε ιατρικές εξετάσεις αφού νιώθει καταπονημένος μετά από ένα μεγάλο ταξίδι. Η ακτινογραφία όμως των εξετάσεών του, που φτάνει στα χέρια του δείχνει έναν άνθρωπο ετοιμοθάνατο οπότε η στάση των γύρω του, όπως και του γιατρού αλλάζει. Σάτιρα της παράνοιας του Χόλιγουντ αλλά και της επιπολαιότητας των γιατρών σε ένα έξυπνο αλλά μάλλον συνηθισμένο θέμα που εξαντλείται γρήγορα. Το "Χαιρετισμός στην Λούσι και την Έλσι" περιγράφει τις δύσκολες σχέσεις πατέρων και γιων, όπου ένας παρεμβατικός επιχειρηματίας χώνει τη μύτη του στις ερωτοδουλειές του φοιτητή γιου του και ενός φίλου του, με επακόλουθο όχι μόνο να καταστραφεί η φιλία των δύο νέων αλλά και να πληγωθεί ανεπανόρθωτα η σχέση του με τον γιο του. Ένα διήγημα που δεν δημοσιεύτηκε ποτέ, καθώς οι  υπεύθυνοι του Esquire που ενδιαφέρθηκαν να το δημοσιεύσουν, ζήτησαν να κόψει κομμάτια από την πλοκή που τους "σκανδάλισαν"!

"Για μια στιγμή ευχήθηκε να μην ήταν τόσο πετυχημένος, ούτε η Μαίρη τόσο επιθυμητή - ευχήθηκε να ήταν και οι δύο λιγάκι τσακισμένοι και να ήθελαν να μείνουν γαντζωμένοι ο ένας απ' τον άλλο. Πέρασε όλο το βράδυ λιγάκι λυπημένος, παρακολουθώντας τα άπιαστα αστέρια καθώς μετακινούνταν εδώ κι εκεί στα μεγάλα δωμάτια."
                       "Ρεπό απ' την αγάπη"

Το "Έρωτας είναι κακός μπελάς" είναι μια θεότρελη ιστορία προορισμένη να μεταφερθεί στον κινηματογράφο, πράγμα που δεν έγινε ποτέ και έχει πρωταγωνίστρια μια οβίδα που μεταφέρεται από μια ανύποπτη νεαρή στις αποσκευές της μόλις ξεσπάει ο πόλεμος. Στα ίχνη της οβίδας βρίσκεται ένας γοητευτικός κατάσκοπος ο οποίος από τη μια θέλει να πάρει το αντικείμενο στην κατοχή του, από την άλλη θέλει να σαγηνεύσει την ωραία αλλά αφελή νέα. Καταδίωξη, κατασκοπεία, έρωτας και περιπέτεια σε ένα ευχάριστο διήγημα. Το εξαιρετικό διήγημα "Το ζευγάρι" είναι ιστορία γραμμένη μάλλον στην δεκαετία του '20 γύρω από ένα ευκατάστατο ζευγάρι που αποφασίζει να χωρίσει. Δεν υπολογίζουν όμως τις γκάφες στις οποίες θα υποπέσουν ο βρετανός μπάτλερ και η σύζυγός του, που μόλις έχουν προσληφθεί σε αυτούς. Οι υπηρέτες αποδεικνύονται γκαφατζήδες και άσχετοι, ενώ οι κακοί τους τρόποι βοηθάνε άθελά τους, το ζευγάρι να ξεπεράσει την κρίση. Σχόλιο του αμερικάνικου νεοπλουτισμού, αλλά και σάτιρα των σχέσεων. Η συλλογή κλείνει με δύο πολύ σύντομα διηγήματα, το "Πουέντ", που είναι μια μελοδραματική ιστορία μιας Ρωσίδας χορεύτριας που μεταναστεύει στη Ν.Υόρκη μετά από ένα ατύχημα και αφιερώνεται στην καριέρα ενός ορφανού κοριτσιού που εκπαιδεύει, ενώ το υπέροχο "Ευχαριστώ για τη φωτιά" που κλείνει αρμονικά την συλλογή, είναι ένα υπαρξιακό και ταυτόχρονα μεταφυσικό διήγημα, για μια εμπορική αντιπρόσωπο που εργάζεται σκληρά βλέποντας όλη τη μέρα πελάτες και πεθαίνει για ένα τσιγάρο.


Τα διηγήματα που περιέχονται στην συλλογή, κυμαίνονται από 10 έως 60 σελίδες και είναι τα περισσότερα γραμμένα την δεκαετία του ’30, με μερικές εξαιρέσεις. Είναι γραμμένα σε μια εποχή κρίσης προσωπικής αλλά και κοινωνικής, κρίσης αυτοπεποίθησης και μεγάλης πτώσης δημοτικότητας. Ο Φιτζέραλντ, το άλλοτε «χρυσό παιδί» και αγαπημένος των media, που έφτασε να αμοίβεται με χιλιάδες δολλάρια για μια ιστορία σε ένα περιοδικό, έφτασε να παρακαλάει πρώτα για δημοσίευση και έπειτα για αμοιβές 200-300 δολλαρίων. Οι προσπάθειές του για καριέρα σεναριογράφου στο Χόλιγουντ συνεχώς αποτύγχαναν, οι ιδέες του δεν γνώριζαν την αποδοχή των στούντιο.

Η θεματική των διηγημάτων, όπως θα είδατε από την περίληψή τους, ποικίλει. Οι ερωτικές σχέσεις, είναι πάντα σχεδόν στο προσκήνιο, αλλά το σκηνικό μεταβάλλεται. Ιστορίες που εκτυλίσσονται σε νοσοκομεία – γνώριμο σκηνικό των Φιτζέραλντ στην δεκαετία αυτή, ιστορίες που θα ήθελε να γίνουν σενάριο, μια ωραία οικογενειακή ιστορία που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μυθιστόρημα. Κανένα διήγημα δεν είναι αριστούργημα, όλες όμως έχουν μεγάλο ενδιαφέρον και οι περισσότερες θα μπορούσαν να περιληφθούν στους τόμους με τα διηγήματά του που είχαν κυκλοφορήσει, καθώς βλέπουμε στοιχεία της μεγάλης του ικανότητας στην αφήγηση και του μοναδικού του ύφους, που δεν τον εγκατέλειψε ποτέ – κάτι άλλωστε που φαίνεται και στο ρέκβιεμ του, το μυθιστόρημα «Ο τελευταίος μεγιστάνας».

Το «Θα πέθαινα για σένα» είναι μια συλλογή διηγημάτων που δεν απευθύνεται μόνο στους φανατικούς του μεγάλου συγγραφέα, αλλά μπορεί να την εκτιμήσει ακόμα και εκείνος που δεν γνωρίζει πολύ καλά το ύφος του, προχωρώντας αργότερα στα σπουδαία του μυθιστορήματα και νουβέλες – εξάλλου είναι πάντα απολαυστικό να διαβάζεις Φιτζέραλντ, δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλος συγγραφέας που εκφράζει ιδανικότερα τον ανδρικό ρομαντισμό. Πολύ καθοριστική η παρέμβαση της επιμελήτριας της συλλογής Anne Margaret Daniel, η οποία εκτός από την κατατοπιστικότατη εισαγωγή, γράφει και σύντομα κείμενα για κάθε διήγημα ενώ υπάρχουν και οι φωτογραφίες με το πρωτότυπο κείμενο πριν από το καθένα από αυτά. Μια υπέροχη έκδοση που μας δείχνει μια πλευρά του αγαπημένου συγγραφέα και (πάνω απ’ όλα) σέβεται τον βιβλιόφιλο αναγνώστη.

Βαθμολογία 80 / 100



 
Σάββατο, Απριλίου 06, 2019
posted by Librofilo at Σάββατο, Απριλίου 06, 2019 | Permalink
"Μέρες δίχως τέλος"

Μακριά από το Σλάιγκο της Ιρλανδίας, τον γενέθλιο τόπο της οικογένειας Μακνάλτι, πηγαίνει τους αναγνώστες του ο σπουδαίος Sebastian Barry (Δουβλίνο, 1955) με το τελευταίο του μυθιστόρημα "ΜΕΡΕΣ ΔΙΧΩΣ ΤΕΛΟΣ" ("Days without end") - (εκδ. Ίκαρος, μετάφρ. Μ.Αγγελίδου, σελ.294). Η αναφορά στην οικογένεια Μακνάλτι που αποτελούν τους σχεδόν μόνιμους ήρωες των ιστοριών του (πάντα εξαιρετικού) Ιρλανδού συγγραφέα, δεν είναι τυχαία, αφού ένα μέλος της, ο Τόμας Μακνάλτι είναι ο ήρωας του μυθιστορήματος που εκτυλίσσεται στην Αμερική του 19ου αιώνα.


Οι "Μέρες δίχως τέλος", το πολυβραβευμένο αυτό βιβλίο, είναι μια ιστορία γεμάτη βία και ρεαλισμό, μια ενδελεχής ματιά στην ραχοκοκαλιά της ιστορίας ενός έθνους, αλλά και μια ρομαντική ιστορία γεμάτη έρωτα και πάθος, είναι μια ιστορία για την κατάκτηση της άγριας Δύσης, για τον Αμερικάνικο εμφύλιο πόλεμο, το Αμερικάνικο ιππικό, τους ινδιάνικους πολέμους, αλλά και μια ιστορία για την επιβίωση, την φιλία, την καλοσύνη και την απανθρωπιά, την συντροφικότητα και την προδοσία.

Ο αφηγητής Τόμας Μακνάλτι φτάνει στις Η.Π.Α. λίγα χρόνια πριν την δεκαετία του 1850, ορφανός και φυγάς από την πατρίδα του την Ιρλανδία που υποφέρει από την πείνα και την φτώχεια, μικρό παιδί, έφηβος ακόμα, και μετά από ένα επίπονο ταξίδι. Συναντάει τυχαία τον σχεδόν συνομήλικό του (λίγο μεγαλύτερο) Τζον Κόουλ, και αποφασίζουν να πορευτούν μαζί προς αναζήτηση καλύτερης τύχης. Θα σταθούν τυχεροί, αφού ένας ιδιοκτήτης σαλούν θα διακρίνει την ομορφιά τους και θα τους βάλει να χορεύουν κάθε βράδυ στο σαλούν του, ντυμένοι γυναίκες προς διασκέδαση των μεταλλωρύχων της περιοχής.

Ο χρόνος όμως είναι αδυσώπητος και τα δύο παιδιά μεγαλώνουν, κυρίως ο Τζον Κόουλ ψηλώνει πολύ, σε σημείο να μη μοιάζει με γυναίκα, σε αντίθεση με τον Τόμας Μακνάλτι που παραμένει κοντός και με λεπτά χαρακτηριστικά, κι έτσι η συνεργασία τους με το σαλούν τελειώνει. Τα δύο αγόρια κατατάσσονται στο ιππικό και συμμετέχουν στους "Ινδιάνικους πολέμους", τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του στρατού για να εκδιώξει τους Ινδιάνους της Δύσης από τις περιοχές τους και να τοποθετηθούν άποικοι που μεταβαίνουν με τα καραβάνια τους εκεί. Οι δύο νεαροί, που είχαν γίνει ήδη εραστές από την εποχή του σαλούν, θα διακριθούν για το θάρρος και το πείσμα τους, ενώ θα διασώσουν και μια μικρή ορφανή Ινδιάνα, την οποία θα έχουν σαν κόρη τους. Το πρόβλημα του επαγγελματικού προσανατολισμού τους απασχολεί, αλλά σε μια πόλη ξαναβρίσκουν τον επιχειρηματία που είχε το σαλούν που δούλεψαν, και που τώρα διευθύνει, ένα θέατρο/καμπαρέ όπου λευκοί βάφονται μαύροι (τα περίφημα "μίνστρελ σόους") και οι άνδρες παίζουν γυναικείους ρόλους, τους προτείνει λοιπόν, να εργαστούν γι' αυτόν, κάνοντας ένα πρόγραμμα όπου θα υποδύονται ένα κανονικό ζευγάρι, ο Τζον ως άντρας και ο Τόμας ντυμένος γυναίκα, με ρούχα ειδικά ραμμένα για εκείνον. Ο Τόμας αισθάνεται πολύ άνετα μέσα στα γυναικεία ρούχα και αποφασίζει να τα φοράει και στο σπίτι που πιάνουν με τον Τζον και την μικρή ινδιάνα.

"Νιώθω άνεση όταν είμαι γυναίκα. Σφίξιμο κι ένταση όταν είμαι άντρας. Το κορμί μου σπασμένο όταν είμαι άντρας. Γερό και γιατρεμένο όταν είμαι γυναίκα. Τα βράδια αποκοιμιέμαι με ψυχή γυναίκας, και το ίδιο ξυπνάω. Δεν πιστεύω πως αυτό μπορεί ποτέ ν' αλλάξει. Μπορεί να γεννήθηκα άντρας και μεγαλώνοντας έγινα γυναίκα. Μπορεί το αγόρι που συνάντησε ο Τζον Κόουλ να'τανε ήδη κορίτσι. Εκείνος πάντως δεν ήτανε κορίτσι. Με τίποτα. Μπορεί να'ναι πολύ κακό. Δεν ξέρω. Δεν ξέρω αν γράφει τίποτα η Βίβλος γι'αυτή την ιστορία. Μπορεί κανείς ποτέ να μην έχει γράψει την αλήθεια της."


Η ιδιότυπη οικογένεια, ζει ευτυχισμένα και σχετικά ανέμελα στην μικρή πόλη, μέχρι την κήρυξη του εμφύλιου. Τα δύο αγόρια (ακόμα πολύ νέοι) θα καταταχτούν στο σύνταγμα του παλιού τους αξιωματικού και θα ξαναβρούν τους συντρόφους εκείνων των χρόνων. Ο εμφύλιος όμως θα κρατήσει χρόνια και η βία κλιμακώνεται όσο βαδίζει προς το τέλος του - οι εικόνες του πολέμου μέσα από την γραφή του Μπάρι είναι εκπληκτικές -, ο Τόμας και ο Τζον θα πληγωθούν, θα επιβιώσουν μέσα στην τρέλα που επικρατεί και όταν πια θα νομίζουν ότι τα πράγματα ηρέμησαν και μπορούν να ξαναζήσουν ευτυχισμένοι, παλιές πληγές θα ξανανοίξουν και νέα προβλήματα θα ανακύψουν.

"Δεν είναι δύσκολο να πεθάνεις για την πατρίδα σου. Ο ευκολότερος θάνατος απ' όλους είναι. Κι ο Θεός το ξέρει αυτό. Ο πιτσιρικάς ο Σεθ ΜακΚάρθι ήρθε από το Μιζούρι για να γίνει τυμπανιστής στο στρατό των Ομοσπονδιακών, και τι κέρδισε; Ήρθε μια μπάλα ομοσπονδιακού κανονιού και του πήρε το κεφάλι. Τον βρήκαμε την άλλη μέρα το πρωί, όταν σαρώσαμε το λιβάδι ψάχνοντας χαρτιά και τέτοια να τα στείλουμε στις οικογένειες των σκοτωμένων. Ανάμεσά τους κι ο Σεθ, με το τύμπανο ακόμα περασμένο στο παιδικό του στήθος. Χωρίς κεφάλι. Δεν ήταν ο μόνος, δεν ήταν το χειρότερο θέαμα που αντίκρυσαν τα μάτια μας μετά το χαμό. Το χειρότερο ήταν τα καρβουνιασμένα κουφάρια."


Το υπέροχο αφηγηματικό ύφος του Μπάρι, είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής αυτού του εκπληκτικού μυθιστορήματος που έχει όλα όσα μπορεί να ζητήσει ένας αναγνώστης! Φοβερό ρυθμό, ανάπτυξη χαρακτήρων (θα μπορούσε κάποιος να το πει και "μυθιστόρημα ενηλικίωσης"), ζωντανούς διαλόγους, τρισδιάστατους ήρωες, χιούμορ ακόμα και στις δραματικότερες σκηνές. Η μοναδική συγγραφική ικανότητα του συγγραφέα καθηλώνει ακόμα και τον πιο αποστασιοποιημένο αναγνώστη, όταν αφήνει τη ματιά του μέσα σε σελίδες άκρατης βίας και αιματοκυλίσματος να περιπλανηθεί στα λιβάδια και στα τοπία μιας χώρας ωραίας και άσχημης, απέραντης και ατελείωτης χαρίζοντας μοναδικές εναλλαγές εικόνων και συναισθημάτων.

Βέβαια στην καρδιά αυτού του μυθιστορήματος βρίσκεται η ερωτική ιστορία των δύο νέων. Δοσμένη με ευαισθησία και απαράμιλλη οικονομία λόγου, περνάει φυσικά και σχεδόν ανεπαίσθητα για τον αναγνώστη, το θέμα της παρενδυσίας και της ιδιόμορφης οικογένειας που μπορεί κάποιους να ξενίσει αλλά είναι τόσο αφοπλιστικός ο τρόπος που περιγράφεται που δεν μπορείς να αντισταθείς στην γοητεία αυτής της σχέσης.

Υπαινικτικότητα (κάτι που χαρακτηρίζει όλα τα μυθιστορήματα του Μπάρι) και λυρισμός που εντυπωσιάζει, καθώς εισέρχεται δημιουργικά μέσα σε εικόνες γεμάτες βία, και πολύ αίμα, στο "Μέρες δίχως τέλος", αλλά και κινηματογραφικός ρυθμός (δεν μπορείς να μη σκεφτείς μεγάλα γουέστερν), όπως και μουσικότητα σε ένα βιβλίο που μπορεί να μην είναι το καλύτερο του Sebastian Barry, αλλά είναι ένα μεγάλο μυθιστόρημα, που εισέρχεται βαθιά μέσα σου και δεν μπορείς να το λησμονήσεις εύκολα.

Βαθμολογία 84 / 100






 
Τρίτη, Απριλίου 02, 2019
posted by Librofilo at Τρίτη, Απριλίου 02, 2019 | Permalink
Ένα παιδί μεγαλώνει στον Βόλο ("Γάλα Μαγνησίας")

Ένα παιδί μεγαλώνει στον Βόλο, μέσα από την ωραία ιστορία που αφηγείται ο έμπειρος και πολυγραφότατος συγγραφέας, Κώστας Ακρίβος (Βόλος, 1958), στο νέο του βιβλίο, με τίτλο «ΓΑΛΑ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ» - (εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 309), ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης («bildungsroman») για την εφηβική φιλία, την μνήμη, τα γεγονότα που καθορίζουν ζωές, ένα βιβλίο που αποτελεί ένα νοσταλγικό ταξίδι στο παρελθόν και το οποίο θέτει ηθικά διλήμματα στον αναγνώστη του.



«Ήταν τα χρόνια που είχαμε όλη τη ζωή μπροστά μας, τα χρόνια που νομίζαμε πως ο κόσμος όλος μπορούσε να γίνει δικός μας.»

Στο μυθιστόρημά του ο Ακρίβος, δεν μιλάει για μια συνηθισμένη παρέα δεκαεπτάχρονων, αλλά για παιδιά / εφήβους, που ζουν εσώκλειστοι στο εκκλησιαστικό οικοτροφείο της Ι.Μ.Δημητριάδος, στο κέντρο του Βόλου, και το πρωί πηγαίνουν στην πέμπτη τάξη του εξατάξιου Γυμνασίου. Μια παρέα τεσσάρων αγοριών, που τους γνωρίζουμε από τα ψευδώνυμά τους, του Ζερβή (αριστερόχειρας και αριστεροπόδαρος στο ποδόσφαιρο), του Μικ (θαυμαστή του Μικ Τζάγκερ), του Μπράσκα (από το ψάρι με το ίδιο όνομα αλλά και επειδή η οικογένειά του είναι ψαράδες στο Τρίκερι), και του Αχιλλάκου. Το βιβλίο ξεκινάει με το γεγονός που καθόρισε τη ζωή των πρωταγωνιστών του, ένας συμμαθητής / συγκάτοικός τους στο οικοτροφείο, τον Ιούνιο του 1975, θα πνιγεί παρασυρμένος από τα θαλάσσια ρεύματα, σε μια παραλία της πόλης. Οι τρεις από τους τέσσερις φίλους κολυμπούσανε στην ίδια παραλία εκείνη την ώρα, οπότε θα κληθούν να καταθέσουν τι γνωρίζουν για το περιστατικό, ενώ μια σκιά υποψίας καλύπτει τις καταθέσεις τους.

Με αφορμή το γεγονός αυτό, ο συγγραφέας περιγράφει το πώς φθάσαμε εκεί, καλύπτοντας χρονικά την περίοδο από την αρχή του σχολικού έτους 74/75, μέσα από την αφήγηση του κεντρικού ήρωα του μυθιστορήματός του, του Ζερβή. Η ζωή στο οικοτροφείο περιγράφεται με σκοτεινά χρώματα, οι προσευχές, οι τιμωρίες, ο ομαδικός ύπνος, η καταπίεση. Τα τέσσερα αγόρια δεν είναι παιδιά που κάθονται ήσυχα, ο έξω κόσμος που αλλάζει, καθώς η κοινωνία βγαίνει από την χουντική επταετία, έρχεται σε αντίθεση με τον περίκλειστο ζοφερό κόσμο του οικοτροφείου. Κάθε βόλτα στην πόλη είναι μια εμπειρία για τα παιδιά αυτά, κάθε αγώνας ποδοσφαίρου με αντίπαλα σχολεία και μια αφορμή για πόλεμο, κάθε επίσκεψη στα χωριά τους φέρνει και μια αλλαγή στην συμπεριφορά τους. Ο έρωτας που έρχεται στη ζωή του Ζερβή μέσα από την γνωριμία του με την κόρη του διευθυντή του οικοτροφείου, η πολιτικοποίηση των παιδιών αυτής της ηλικίας που γίνεται όλο και πιο έντονη, το αβέβαιο μέλλον που αρχίζει να απασχολεί τους τέσσερις φίλους, οι μικρές και μεγάλες αγωνίες, η αλλαγή στην αρχιεπισκοπή με την άφιξη του Χριστόδουλου (του γνωστού) και την ικανότητά του στην επικοινωνία περνάνε μέσα από τον ρέοντα αφηγηματικό λόγο του Ακρίβου.



Η αφήγηση του Ζερβή εναλλάσσεται με την ανάκριση και τα στοιχεία που προκύπτουν, ενώ όπως περνούν οι μήνες γίνεται όλο και πιο έντονη η κόντρα των τεσσάρων φίλων με τον νεκρό (πλέον) συμμαθητή τους. Η χαλαρή αστυνομική πλοκή, που είναι βέβαια σε δεύτερο πλάνο, δεν αφήνει τον αναγνώστη να εφησυχάσει και να παρακολουθήσει μια ανέμελη περιπέτεια. Τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν όπως και η προέκταση τους στο μέλλον που κλείνει το μυθιστόρημα, καθώς οι τελευταίες 35 σελίδες του μας μεταφέρουν στο σήμερα, καταδεικνύει το πολυεπίπεδο πλαίσιο του μυθιστορήματος.

Θυμίζοντας έντονα τα «400 χτυπήματα», την εξαίρετη ταινία του Φρ. Τριφό αλλά και το αριστουργηματικό μυθιστόρημα «Ο οικότροφος Τέρλες» του Ρ. Μούζιλ, το βιβλίο περιγράφει με υπέροχο τρόπο την μεταβατική κοινωνία της εποχής, το πέρασμα από την Χουντική στην Δημοκρατική διακυβέρνηση, τις αλλαγές στην κοινωνία, τον τρόπο που τις βιώνουν τα παιδιά που διχάζονται καθημερινά μεταξύ της ζωής στο οικοτροφείο και της «εξωτερικής», «της άλλης» ζωής. Ο συγγραφέας θέτει συνεχώς τον αναγνώστη μπροστά σε ηθικά διλήμματα και δίπολα, την αθωότητα και την ενοχή, την μνήμη και την λησμονιά (ή την λήθη), τον έξω κόσμο και τον κόσμο του οικοτροφείου, την ελευθερία και την καταπίεση, το καλό και το κακό, το «σωστό» και το «λάθος», την κάθαρση (εδώ αντιλαμβανόμαστε και την σημασία του τίτλου με τις φαρμακευτικές ιδιότητες που έχει το «γάλα Μαγνησίας») και το βάρος της μνήμης.



Ένας άλλος πρωταγωνιστής του βιβλίου αναδεικνύεται ο Βόλος και οι γύρω περιοχές. Δρόμοι και μαγαζιά, σινεμά και μπιλιαρδάδικα, μέρη που έχουν αλλάξει με το πέρασμα του χρόνου, έχοντας μετατραπεί σε κάτι διαφορετικό, προβάλλουν ολοζώντανα μέσα από τον καλοκουρδισμένο αφηγηματικό ρυθμό του συγγραφέα. Οι ήρωες του βιβλίου, ανακαλύπτουν τον εαυτό τους αλλά και την πόλη μέσα από τις συνεχείς βόλτες τους, συνειδητοποιούν τον επαρχιωτισμό τους παρατηρώντας τους απόκοσμους (στα δικά τους μάτια) επισκέπτες της πόλης ή τον νέο συμμαθητή στο σχολείο που ήρθε από την Αθήνα, ονειρεύονται και τελικά συντρίβονται μέσα από το πλέγμα των ενοχών τους.

Είναι ένα θαυμάσιο μυθιστόρημα το «Γάλα Μαγνησίας», με έξοχη δομή και ολοζώντανη αφήγηση με ωραίο, απλό λόγο που δεν υποκύπτει σε ευκολίες αλλά ούτε και σε γλωσσικούς ναρκισσισμούς. Η ιστορία (που ίσως περιέχει κάποια αυτοβιογραφική πλευρά του συγγραφέα – σκέψη που ενισχύεται από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση) είναι πολύ ενδιαφέρουσα, το δε αστυνομικό στοιχείο της πλοκής δίνει έναν ξεχωριστό τόνο στο βιβλίο, που ολοκληρώνεται με στοχαστικό τρόπο τονίζοντας την σημασία των επιλογών μας και την σχετικότητα γύρω από την αλήθεια και το ψέμα.

Βαθμολογία 80 / 100