Παρασκευή, Αυγούστου 29, 2008
posted by Librofilo at Παρασκευή, Αυγούστου 29, 2008 | Permalink
Ένα ταξίδι στα βάθη της κόλασης
Ακόμα προσπαθώ να καταλάβω τους λόγους της τεράστιας εμπορικής επιτυχίας στη Γαλλία,του βιβλίου ΟΙ ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ του Αμερικανού συγγραφέα (ο οποίος το έγραψε στα Γαλλικά) Jonathan Littell (Εκδόσεις Λιβάνη, σελ.953). Το μυθιστόρημα του γιού του γνωστού συγγραφέα κατασκοπικών θρίλερ Ρ.Λίτελ,έσκασε σαν βόμβα πριν από δύο χρόνια στα γαλλικά γράμματα κερδίζοντας τα δύο μεγαλύτερα βραβεία της χώρας (Prix de L'Academie Francaise,και το βαρύτιμο Goncourt) και ξεπουλώντας σαν ζεστό ψωμί.Όλα αυτά γιά ένα «μυθιστόρημα» κοντά 1000 σελίδων του οποίου η ανάγνωση είναι σκέτο μαρτύριο.

Το βιβλίο έχει τη δομή μιάς αυτοβιογραφίας (χωρίς να είναι).Ο δόκτορ Μαξιμίλιαν Άουε κοντά στο τέλος της ζωής του αποφασίζει να τα πει όλα έξω από τα δόντια.Όταν αποφασίζει να γράψει την περιπέτεια της ζωής του,ζει κάπου στη Γαλλία μιά ήσυχη οικογενειακή ζωή.Είναι διευθυντής σε ένα εργοστάσιο που παρασκευάζει δαντέλες, έχει μιά σύζυγο αξιοπρεπή και εμφανίσιμη και δύο παιδιά. Κανείς από τον περίγυρό του δεν υποψιάζεται τι κρύβει ο αριστοκρατικός κύριος που έχουν δίπλα τους. Διότι ο Άουε πίσω από τη μάσκα, είναι η ενσάρκωση του Κακού. Ναζιστής φανατικός,υπηρέτησε στον Β Παγκόσμιο πόλεμο στα Ες-Ες,όπου έφτασε μέχρι τις υψηλότερες βαθμίδες. Αφού κατετάγη τελειώνοντας τις νομικές σπουδές του στα Ες-Ες, όταν άρχισε η Ρώσικη εκστρατεία υπηρέτησε στην Ουκρανία και στον Καύκασο συμμετέχοντας στην γενοκτονία των Εβραίων. Πέφτοντας σε δυσμένεια εστάλη στο Στάλινγκραντ τις ημέρες της γερμανικής πανωλεθρίας απ’όπου γλύτωσε τον θάνατο ως εκ θαύματος. Γυρνώντας στο Βερολίνο παρασημοφορείται και αναλαμβάνει την γραφειοκρατική πλευρά των στρατοπέδων συγκέντρωσης προσπαθώντας να εξοικονομήσει όσα περισσότερα εργατικά χέρια από τους έγκλειστους γιά να επανδρώσουν την πολεμική βιομηχανία του Ράϊχ «εκκαθαρίζοντας» όσους δεν μπορούν να προσφέρουν... Και πάλι ως εκ θαύματος γλυτώνει από τη Ρώσικη εισβολή στο Βερολίνο την τελευταία στιγμή και διαφεύγει στη Γαλλία με νέα ταυτότητα.
Στο ενδιάμεσο κατακρεουργεί την μητέρα του και τον δεύτερο σύζυγό της που ζούσαν στην Αντίμπ της Γαλλίας, δεν διστάζει να σκοτώσει εν ψυχρώ τον καλύτερο του φίλο γιά να σωθεί και είναι παθολογικά ερωτευμένος με την δίδυμη αδερφή του με την οποία είχε σεξουαλικές σχέσεις όταν ήταν παιδιά και από τότε δεν διαννοείται να ξανακουμπήσει γυναίκα επιδιδόμενος σε ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές επαφές και ψωνιστήρια σε πάρκα κλπ.

Ο Άουε τα δικαιολογεί όλα...Τα στυγνά εγκλήματα των δυνάμεων κατοχής, την εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, την γεννοκτονία.Είναι ένας μορφωμένος άνθρωπος με λεπτά γούστα, με λατρεία στη μουσική, την λογοτεχνία και αυτό τον κάνει να φαντάζει ως ανθρωπόμορφο τέρας. Τελείως αλλοτριωμένος από την ναζιστική προπαγάνδα, φοράει την ωραία του στολή και εξ αποστάσεως (σχεδόν πάντα) παρακολουθεί τους συναδέλφους του, να «εκκαθαρίζουν» εβραϊκά χωριά, να ανοίγουν μαζικούς τάφους και να εκτελούν 200-300 εβραίους ο καθένας, να συνθλίβουν κεφαλάκια μωρών αποσπώντας τα από την αγκαλιά των μανάδων τους, να καίνε, να βιάζουν...Μετά από τους μαζικούς φόνους μπορεί άνετα να πάρει ένα ωραίο δείπνο και να έχει μιά φιλολογική κουβέντα γύρω από τις ανθρώπινες αδυναμίες σαν να μη τρέχει τίποτα. Ο Λίτελ δημιουργεί έναν εκπληκτικό λογοτεχνικό χαρακτήρα που θεωρώ ότι θα μείνει αξέχαστος και κλασσικός.

Το βιβλίο είναι τόσο λεπτομερές που σε εξαντλεί. Σελίδες επί σελίδων με στατιστικές μελέτες γιά την εργασία στα στρατόπεδα συγκέντρωσης,με νούμερα και γραφειοκρατικές μεθόδους του Γ Ράϊχ, βαρετές συζητήσεις γιά την καταγωγή των Εβραϊκών πληθυσμών που συναντούσαν στα διάφορα χωριά στα βάθη της Ρωσίας, κουτσομπολιά γύρω από τους υψηλόβαθμους του στρατεύματος , συνεχείς περιγραφές φρίκης με γκροτέσκο ύφος, κλισεδιάρικες απόψεις γιά τα πάντα (εξαιρετικά μπανάλ οι σκηνές όπου μπαρουτοκαπνισμένοι ναζί αξιωματικοί τρώνε γκουρμέ πιάτα και φιλοσοφούν γιά τον Πλάτωνα αφού ολοκλήρωσαν τη σφαγή ενός χωριού...). Σαν μελέτη γύρω από τον εθνικοσοσιαλισμό ως απλός αναγνώστης του βγάζω το καπέλο, αλλά ως μυθιστορηματική πλοκή το βιβλίο πάσχει. Η ιστορία που περιγράφει,αυτού του ανθρώπου που κατέρχεται «στην καρδιά του σκοταδιού» ενώ προμηνύεται συναρπαστική, δεν ανελίσσεται και παρά το εύρος του βιβλίου μένουν κενά στον αναγνώστη γύρω από πολλά περιστατικά της ιστορίας.

Ενώ η λατρεία του Άουε προς την αδερφή του αναλύεται και επανέρχεται στο προσκήνιο συνεχώς , εκείνη , η δίδυμη πανέμορφη , παραμένει ένα μυστήριο με τη στάση της σε όλη την ιστορία, ενώ εξαιρετική είναι η σκηνή που ο πρωταγωνιστής ενδύεται τα φορέματα της που βρίσκει σε μιά ντουλάπα παραδεχόμενος ότι οι άνδρες με τους οποίους έκανε έρωτα,και οι εμπειρίες που βίωνε όλα αυτά τα χρόνια χρησίμευαν ώστε να νιώσει όπως θα ένιωθε εκείνη...Τα φοιτητικά χρόνια του πρωταγωνιστή στο Παρίσι θα είχαν μεγάλο ενδιαφέρον (διότι εκεί διαμορφώθηκε η ιδεολογία του ουσιαστικά) εάν ο συγγραφέας επέμενε στην περιγραφή τους . Σχεδόν γελοία δε είναι η σκηνή στο καταφύγιο του Χίτλερ και η αντίδραση του ήρωα . Αντίθετα εκείνο που μάλλον ενδιέφερε τον Λίτελ ήταν η ιστορική έρευνα-εδώ έχουμε βέβαια κάτι που προκαλεί εντύπωση, ο γιός συγγραφέας να πάσχει εκεί που ειδικεύεται ο πατέρας συγγραφέας, δηλαδή στην πλοκή.

Στο πρώτο κεφάλαιο του μυθιστορήματος, που ο Άουε είναι σε παρόντα χρόνο και προσπαθεί να περιγράψει τη τωρινή του ζωή και το κλίμα των ημερών εξ αποστάσεως πιά, παρακολουθούμε την φιλοσοφική προσέγγιση του θέματος «γενοκτονία»,των ναζιστικών εγκλημάτων γενικώς. Χρησιμοποιώντας ωραία παραθέματα – «Θα ήταν προτιμότερο να μην υπήρχε τίποτα.Καθώς στη Γη υπάρχει περισσότερος πόνος παρά ευχαρίστηση,κάθε είδος ικανοποίησης δεν είναι παρά μεταβατικό,γεννάει νέες επιθυμίες και νέες απογοητεύσεις,ενώ η αγωνία του ζώου που το κατασπαράζουν είναι μεγαλύτερη από την ευχαρίστηση αυτού που το κατασπαράζει.» (Σοπενάουερ) – μεταθέτει τα πάντα στη μοίρα,στο κισμέτ .Ότι γιά όλα φταίει η μοίρα μας η κακιά,και ότι την ιστορία την γράφουν και την διαμορφώνουν οι νικητές. Η ευθύνη μας λέει ο Άουε,ειναι συλλογική.Εγώ που τραβάω τη σκανδάλη δεν έχω μεγαλύτερη ευθύνη από εσένα που οδηγείς το καμιόνι με τα υποψήφια θύματα, από εσένα που έφτιαξες το καμιόνι, από εσένα που πούλησες το καμιόνι στο στρατό και ούτω καθεξής. Ουσιαστικά λοιπόν αυτό που υποστηρίζει ο Άουε (και είναι ένα μάλλον αναπάντητο ερώτημα) είναι ότι ο οποιοσδήποτε άνθρωπος σ'αυτές τις καταστάσεις έτσι θα αντιδρούσε και όλοι ένοχοι είμαστε σε ένα πόλεμο.Η ιστορία είναι γεμάτη από γενοκτονίες,αδικαιολόγητα εγκλήματα,σφαγές,κανιβαλισμούς κλπ...

«Εγώ είμαι ένοχος,εσείς δεν είστε,δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία.Αλλά πρέπει να σας πω ότι θα μπορούσατε να είχατε κάνει όσα έκανα.Ίσως με λιγότερο ζήλο και ίσως με λιγότερη απόγνωση,εν πάση περιπτώσει,με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.Πιστεύω ότι δικαιούμαι να καταλήξω στο συμπέρασμα πως η νεότερη ιστορία έχει αποδείξει ότι,μέσα σε ένα σύνολο δεδομένων συνθηκών,όλοι οι άνθρωποι,ή σχεδόν όλοι,κάνουν ότι τους λένε.Κια συγχωρέστε με,αλλά είναι ελάχιστες οι πιθανότητες να αποτελούσατε την εξαίρεση , όπως δεν την αποτέλεσα κι εγώ. Αν γεννηθήκατε σε μιά χώρα ή μιά εποχή όπου όχι μόνο κανείς δεν έρχεται να σκοτώσει τη γυναίκα και τα παιδιά σας , αλλά και κανείς δε σας ζητάει να σκοτώσετε τις γυναίκες και τα παιδιά των άλλων , τότε να μακαρίζετε τον Θεό και να πορεύεστε εν ειρήνη. Όμως να έχετε πάντα τούτο στο νού σας:είστε πιό τυχεροί από εμένα ,όχι καλύτεροί μου...»
«...Ο ισχυρισμός ότι η πλειονότητα όσων διαχειρίστηκαν τις διαδικασίες της εξόντωσης δεν ήταν παρά σαδιστές ή ανώμαλοι είναι πλέον κοινός τόπος...Αλλά δεν είναι αυτό το ζήτημα.Διεστραμμένοι υπάρχουν παντού και πάντα.Τα ήσυχα προάστεια των πόλεων μας βρίθουν από παιδόφιλους και ψυχοπαθείς,τα άσυλά μας είναι γεμάτα με μανιακούς μεγαλομανείς-μερικοί αποτελούν πραγματικά,πρόβλημα:σκοτώνουν δύο,τρεις,δέκα,ακόμα και πενήντα ανθρώπους, έπειτα το ίδιο το κράτος που θα τους χρησιμοποιούσε χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό σε έναν πόλεμο τους συνθλίβει σαν κουνούπια που έχουν ρουφήξει πολύ αίμα.Αυτοί οι άρρωστοι άνθρωποι δεν είναι τίποτα.Αντίθετα οι συνηθισμένοι άνθρωποι από τους οποίους αποτελείται το κράτος-ιδίως σε χαλεπούς καιρούς-αποτελούν τον πραγματικό κίνδυνο.Ο πραγματικός κίνδυνος γιά την ανθρωπότητα είμαι εγώ,είστε εσείς...»

Ο Λίτελ έχει μεγάλη ικανότητα στη περιγραφή των εικόνων . Οι σκηνές των μαζικών εκτελέσεων είναι πολύ ζωντανές(!!!!μπρρ), στο Στάλιγκραντ νιώθεις να είσαι παρών, ενώ η ζωή στο Βερολίνο που βομβαρδίζεται καθημερινά και στο τέλος πέφτει , σκιαγραφείται εξαιρετικά. Παρά τις αναφορές στον ξένο τύπο ότι κοπιάρει απομνημονεύματα Γερμανών στρατιωτών και τις υποψίες λογοκλοπής εγώ βρήκα ότι έχει επηρρεασθεί τα μάλα από τον κινηματογράφο. Εάν θυμηθεί κανείς τα αριστουργήματα της έβδομης τέχνης όπως ΟΙ ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΙ του Βισκόντι,Ο ΣΙΔΗΡΟΥΣ ΣΤΑΥΡΟΣ του Πέκινπα θα καταλάβει τι εννοώ (άσε που προσωπικά πιστεύω ότι αυτές οι δύο ταινίες δίνουν το ακριβές στίγμα και το πρόσωπο του ναζισμού καλύτερα από το βιβλίο).

Το βιβλίο όπως προανέφερα διαβάζεται δύσκολα και βασανιστικά. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε γιά «αναγνωστική απόλαυση» (αυτό που λέω δικαιολογεί την μη βαθμολόγηση-τι βαθμό να βάλεις όταν μαζοχιστικά σχεδόν συνέχιζες μιά ανάγνωση που σε βύθιζε όλο και περισσότερο στο σκοτάδι?) , αλλά , περισσότερο γιά ιστορική έρευνα.Είναι αυτό,το τελευταίο που θα το καταστήσει κλασσικό, άσχετα εάν οι περισσότεροι που θα το αγοράσουν αποκλείεται να μπορέσουν να το ολοκληρώσουν. Συγκρινόμενο με το ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ του Σελίν,υστερεί σε ψυχή και πάθος αλλά είναι το ίδιο απωθητικό και σου αφήνει την ίδια αίσθηση στενοχώριας και βάρους.
 
Τρίτη, Αυγούστου 26, 2008
posted by Librofilo at Τρίτη, Αυγούστου 26, 2008 | Permalink
Ο ΑΤΛΑΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ
«...Τι ωραία φιλελεύθερα και ουιγικά αισθήματα,Αδάμ.Αλλά μη μου μιλάς εμένα γιά δικαιοσύνη!Πήγαινε στο Τενεσί καβάλα σ’ενα γάϊδαρο & προσπάθησε να πείσεις τους βλάχους πως δεν είναι παρά ξασπρισμένοι νέγροι&οι νέγροι τους δεν είναι παρά μαυρισμένοι λευκοί!Σάλπαρε στον Παλαιό Κόσμο, & τόλμα να πεις στους λαούς εκεί πως τα δικαιώματα των αυτοκρατορικών τους υποδούλων είναι εξίσου απαράγραπτα&αναφαίρετα με τα δικαιώματα της βασίλισσας του Βελγίου!Ω,το μόνο που θα καταφέρεις θα είναι να βραχνιάσεις & να γεράσεις πάμπτωχος,γυρνώντας απ’τη μιά πολιτική συγκέντρωση στην άλλη!Θα σε φτύσουν,θα σε πυροβολήσουν,θα σε λιντσάρουν,θα σε κατευνάσουν με μετάλλια,θα σε χλευάσουν οι αγροίκοι!Στο τέλος θα σε σταυρώσουν!Όνειρα απατηλά,Αδάμ.Όποιος επιχειρήσει να πολεμήσει τη Λερναία Ύδρα της ανθρώπινης φύσης είναι καταδικασμένος να υποφέρει γιά το υπόλοιπο της ζωής του,το ίδιο ισχύει &γιά την οικογένειά του!Και μόνο όταν θα πνέεις τα λοίσθια,μόνο τότε θα συνειδητοποιήσεις πως η ζωή σου δεν ισοδυναμούσε με τίποτε παραπάνω από μία σταγόνα σ’έναν απέραντο ωκεανό!
Τι είναι,όμως,ένας ωκεανός,αν όχι μυριάδες σταγόνες?»



Τα συναισθήματα που σου βγάζει η ανάγνωση του ογκώδους βιβλίου του νέου Βρετανού συγγραφέα Ντέηβιντ Μίτσελ «Ο ΑΤΛΑΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ» (Εκδ.ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ,σελ.861) (90),κυμαίνονται από την απορία (τι είναι τούτο το πράγμα?),στον θαυμασμό (μπα!!!),το δέος (καλά,πως χειρίζεται με τόση άνεση,τόσο διαφορετικά θέματα σε ένα βιβλίο?),την κούραση (το παρατραβάει,νομίζω...) και τελικά αυτό που μου συνέβη: «Θέλω κι’άλλο...»!!!!.

Ο «ΑΤΛΑΣ...» δεν είναι ένα (1) βιβλίο,είναι πολλά μαζί,σαν μιά μπάμπουσκα...Ο συγγραφέας ως άλλη μοντέρνα Σεχραζάτ (όπως έξοχα επισημαίνει η A.S.Byatt στην κριτική του βιβλίου στον Guardian) αφηγείται έξι διαφορετικές ιστορίες που μέσα τους κρύβουν κι’άλλες ενώ οι κεντρικοί ήρωες των ιστοριών αυτών δεν συνδέονται μεταξύ τους παρά μόνο από ένα σημάδι στην κλείδα αποτελώντας μετενσαρκώσεις του ίδιου προσώπου.Ένα ταξίδι στον χωρόχρονο,ένα παζλ ή ένας κύβος του Ρούμπικ που δεν λύνεις ποτέ.

Οι ιστορίες είναι
-Ένα ημερολόγιο του Ειρηνικού ωκεανού γραμμένο το 1850 από έναν συμβολαιογράφο
-Μιά επιστολική ιστορία ενός Βρετανού μουσικού που δούλεψε ως βοηθός ενός Βέλγου ηλικιωμένου συνθέτη την δεκαετία του 30.
-Ενα πολιτικό θρίλερ με ήρωα μια μαχητική δημοσιογράφο στην Καλιφόρνια της δεκαετίας του 70
-Η ζωή ενός χοντρομαλάκα εκδότη στην Αγγλία των ημερών μας
-Ένα κυβερνοθρίλερ στην Κορέα του μέλλοντος με ανθρώπους-κλώνους
-Η ζωή σε έναν κατεστραμμένο κόσμο του μακρινού μέλλοντος.

Οι έξι αυτές ιστορίες αναπτύσσονται σε 11 κεφάλαια.Όταν τελειώνει η μία,αρχίζει η άλλη αυτόνομα και ανεξάρτητα.Στο τέλος της έκτης ιστορίας (η δυστοπία του μέλλοντος που θα μπορούσε να είναι ιστορία ενός πολύ μακρινού παρελθόντος) η οποία δεν έχει συνέχεια,αρχίζουμε αντίστροφα (δηλαδή προς τα πίσω) τελειώνοντας(?) το βιβλίο με την ιστορία του Ειρηνικού ωκεανού-όπως άρχισε δηλαδή.

Σε κάθε ιστορία η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας είναι διαφορετική.Από την λόγια του συμβολαιογράφου του 1850 στην σχεδόν ζωώδη του ημιάγριου κυνηγού στα υψώματα της Χαβάης κάπου στο μέλλον σε ένα κόσμο τελείως κατεστραμμένο. Στην αρχή δυσκολεύεσαι να παρακολουθήσεις τα τεκταινόμενα,αλλά μετά το βιβλίο κυλάει πανεύκολα και διαβάζεται γρήγορα και άνετα.Το ύφος του Μίτσελ όπως προείπα αλλάζει και κάθε ιστορία θυμίζει κάποιον συγγραφέα.Η επιρροή των Μέλβιλ, Νταφόε, Βω, Μ.Έιμις, Μουρακάμι, Ισιγκούρο, Οργουελ, ΜακΚάρθυ (γιά να αναφέρω κάποιους που μου έρχονται πρόχειρα στο μυαλό),είναι τόσο έντονη και όχι ένα απλό ανοιγοκλείσιμο του ματιού από τη μεριά του συγγραφέα όπως συνηθίζεται στις περιπτώσεις δανείων.Ο Μίτσελ δεν φοβάται να κοπιάρει ασύστολα αλλά το κάνει με ένα τρόπο που αρκετές φορές καταφέρνει να ξεπερνάει τις επιρροές του σε δύναμη γραφής.

Ο κάθε αναγνώστης θα βρει κάποια αγαπημένη ιστορία.Η δικιά μου ήταν η επιστολική ιστορία (παρ’ότι το επιστολικό ύφος δεν είναι από τα αγαπημένα μου) ενώ δεν μπορούν να βγούν από το μυαλό μου οι δύο μελλοντολογικές ιστορίες.Γενικά το βιβλίο είναι γεμάτο από έντονες εικόνες,εξαιρετικές στιγμές δράσης,λυρικές στιγμές.

Ο «ΑΤΛΑΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ» είναι ένα μιά μουσική δημιουργία του παραγνωρισμένου συνθέτη Φρόμπισερ κεντρικού χαρακτήρα στην επιστολική ιστορία και που ουσιαστικά αποτελεί τη δομή του μυθιστορήματος του Μίτσελ.Αυτό είναι ένα «σεξτέτο γιά «αλληλεπικαλυπτόμενους σολίστες»:πιάνο,κλαρινέτο,τσέλο,φλάουτο,όμποε και βιολί.Το καθένα στο δικό του τόνο και κλίμακα και με το δικό του χρώμα.Στο πρώτο μέρος,το κάθε σόλο διακόπτεται από το επόμενο:στο δεύτερο μέρος,το κάθε σόλο που διακόπηκε συνεχίζει από κει που είχε μείνει και ούτω καθεξής.»

Το ανθρώπινο πνεύμα ταξιδεύει λοιπόν γιά εκατοντάδες,χιλιάδες χρόνια αλλά η δίψα γιά ελευθερία παραμένει.Όπως παραμένει η μάχη γιά την εξουσία,την δύναμη.Ο άνθρωπος δεν αλλάζει όσα χρόνια και να περάσουν,όσες μεταλλάξεις και να δεχθεί.
Εκτός αυτής της εμφανούς κατεύθυνσης του μυθιστορήματος,η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι ο Μίτσελ στηρίχτηκε πολύ στη θεωρία που είναι πολύ της μόδας τα τελευταία χρόνια,το six degrees of separation.Σ’αυτή τη θεωρία ο καθένας μας είναι συνδεδεμένος με οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο στον πλανήτη μέσω μιάς αλληλουχίας γνωριμιών έως 5 ανθρώπων το πολύ.

Βαθειά ουμανιστικό το βιβλίο αφού όλες οι ιστορίες περικλείουν προσωπικούς αγώνες γιά την αλήθεια,το όνειρο,την ουτοπία.Ακόμα και η ιστορία του κατάπτυστου εκδότη που είναι κατά βάση κωμική έχει αυτό το στοιχείο (του προσωπικού αγώνα)-άσε που εκεί βρίσκεται και μιά σκηνή ανθολογίας,του πως να ξεφορτώνεσαι τον μισητό σου κριτικό λογοτεχνίας...Απλά τον πετάς από το παράθυρο...
Οι μετενσαρκώσεις των ηρώων που υπαινίσεται ο συγγραφέας δεν είναι άνευ ουσίας,αφού στη δομή του βιβλίου υπάρχει μία συνέχεια στις ιστορίες,που αν και φαινομενικά τελείως ανεξάρτητες μεταξύ τους,μία προσεκτική ματιά μας δείχνει την συνέχεια.Ο συνθέτης Φρόμπισερ ανακαλύπτει τα ημερολόγια του συμβολαιογράφου Αδάμ Γιούινγκ,ενώ η δημοσιογράφος Λουίζα Ρέυ βρίσκει τα γράμματα του Φρόμπισερ.Η κλωνοποιημένη Σόνμι βλέπει σε ταινία τη ζωή του εκδότη Τίμοθι Κάβεντις,ο οποίος διαβάζει το χειρόγραφο ενός υπό έκδοση μυθιστορήματος με τίτλο «Ημιζωές-Το μυστήριο της Λουίζας Ρέι».Ο δε πρωτόγονος Ζαχαρίας και η φυλή του στην δυστοπία του μέλλοντος λατρεύουν το άγαλμα της Θεάς Σόνμι!!.

Εξαιρετικό μυθιστόρημα μεγάλης πνοής που δεν υποστηρίχτηκε όπως θα έπρεπε στην ελληνική του έκδοση.Δεν νοείται να μην υπάρχει επίμετρο τουλάχιστον 10 σελίδων γύρω από το βιβλίο και τον συγγραφέα.Η μεταφράστρια Κα Λόη επιτέλεσε έργο,κατηγορήθηκε έντονα και απάντησε ακόμα εντονότερα,αλλά το γεγονός είναι ότι είχε μπροστά της ένα βουνό και όπως ομολογεί και η ίδια δεν υπήρξε επιμελητής να διορθώσει τις αβλεψίες και τα αρκετά λάθη.Η δε διαμάχη γνωστών κριτικών και μεταφράστριας καλύπτει περισσότερες αναφορές στο διαδίκτυο (γιά την ελληνική έκδοση)από το βιβλίο το ίδιο.Τελείως άδικο κατά την ταπεινή μου γνώμη γιά ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα που διάβασα τα τελευταία χρόνια.

«...Το σεξτέτο «Ο ΑΤΛΑΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ» κλείνει μέσα του όλη μου τη ζωή,ΕΙΝΑΙ η ίδια μου η ζωή,τώρα που δεν είμαι πλέον παρά ένα χρησιμοποιημένο πυροτέχνημα-τουλάχιστον,όμως υπήρξα πυροτέχνημα.
Οι άνθρωποι είναι χυδαίοι.Καλύτερα να ήμουν μουσική παρά ένας οχετόςπου μεταφέρει ακαθαρσίες γιά μερικές δεκαετίες ώσπου να φράξει εντελώς.
Το πιστόλι είναι δίπλα μου.Μου μένουν τριάντα λεπτά.Φυσικά τρέμω από τον φόβο μου,αλλά η αγάπη μου γι’αυτό το κλείσιμο της φούγκας είναι πολύ πιό ισχυρή.Νιώθω σαν να με διαπερνάει ηλεκτρικό ρεύμα επειδή πλέον ξέρω,όπως το ήξερε κι ο Άντριαν,πως πρόκειται να πεθάνω,και συνάμα περηφάνεια που θα το φέρω εις πέρας.Πεποιθήσεις.Διώξε όλες τις πεποιθήσεις που σου φόρτωσαν οι γκουβερνάντες,τα σχολεία,τα κράτη,και μόνο τότε θα ανακαλύψεις,στα μύχια της ψυχής σου,τις ανεξίτηλες αλήθειες.Η Ρώμη θα παρακμάσει και θα πέσει ξανά και ξανά,ο Κορτές θα σαλπάρει και πάλι,το ίδιο και ο Γιούινγκ λίγο αργότερα,κι ο Άντριαν θα διαμελιστεί ξανά και ξανά,εσύ κι εγώ θα ξανακοιμηθούμε κάτω από τ’άστρα της Κορσικής,θα ξανάρθω στην Μπριζ,θα ξαναερωτευτώ την Εύα,θα ξαναδιαβάσεις αυτό το γράμμα,ο ήλιος θα είναι πάλι παγωμένος.Το κομμάτι του Νίτσε θα παίζει στο γραμμόφωνο.Όταν τελειώσει,ο γηραιότερος όλων θα το βάζει πάλι απ’την αρχή,εις τον αιώνα των αιώνων.»

 
Παρασκευή, Αυγούστου 22, 2008
posted by Librofilo at Παρασκευή, Αυγούστου 22, 2008 | Permalink
Σε συνάντησα στη πλαζ...
Αρκετά εποικοδομητικές αναγνωστικά οι καλοκαιρινές μου διακοπές όπου κατάφερα να διαβάσω 6 βιβλία όλα αξιόλογα και με κίνητρο προς προβληματισμό.Φανατικά αντίθετος προς την κυρίαρχη λαϊφσταϊλάδικη τάση που θέλει τα καλοκαιρινά αναγνώσματα ανάλαφρα,επιμένω ότι το «καλό το πράγμα» το διαβάζεις παντού φτάνεις να έχεις την ανάλογη διάθεση.

Κάποια από τα μυθιστορήματα που διάβασα θα παρουσιαστούν συγκεντρωτικά,κάποια άλλα όπως το εκπληκτικό «Ο ΑΤΛΑΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ» και το αμφιλεγόμενο (και βασανιστικό στην έκτασή του)«ΟΙ ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ» θα αποτελέσουν θέματα ξεχωριστών ποστς θεωρώντας αναγκαίο να επεκταθώ περισσότερο στην αναφορά μου γι’αυτά.

Το μυθιστόρημα του σχετικά νέου Άγγλου συγγραφέα Ρ.Ν.Μόρις «ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗ» (Εκδ.Ψυχογιός,σελ.431),(74),είναι ένα αξιόλογο αστυνομικό βιβλίο που «πατάει» επάνω στο πασίγνωστο (και αριστουργηματικό) ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ του Φ.Ντοστογιέφσκη.
Κεντρικός ήρωας είναι ο επιθεωρητής Πορφίρι Πέτροβιτς ο ανακριτής του Ρασκόλνικοφ ένα χρόνο μετά τα (μυθιστορηματικά)γεγονότα που περιγράφονται από τον μεγάλο Ρώσο συγγραφέα.
Δύο πτώματα ανακαλύπτονται τυχαία στο πάρκο Πετρόφσκι,ενός νάνου,και ενός μουζίκου.Το πτώμα του νάνου είναι μέσα σε μιά βαλίτσα σχεδόν αποκεφαλισμένο από ένα τσεκούρι που είναι στην τσέπη του έτερου νεκρού που είναι κρεμασμένος από ένα δέντρο.Η υπόθεση φαίνεται απλή στην αρχή,αλλά ο δαιμόνιος Πέτροβιτς αντιλαμβάνεται ότι κάτι υπάρχει από πίσω και τα τα πράγματα είναι μάλλον σκηνοθετημένα.
Ο Μόρις με αφορμή μιά υποτυπώδη αστυνομική πλοκή,δίνει μιά πειστική τοιχογραφία της Α.Πετρούπολης του 1867.Η αναπαράσταση της εποχής είναι πολύ ζωντανή και γλαφυρή και ο συγγραφέας επιτυγχάνει να μεταφέρει την ατμόσφαιρα των καταγωγίων,των πορνείων αλλά και των μεγαλοαστικών οικογενειών.Το πρόβλημα είναι ότι αυτόματα ο αναγνώστης συγκρίνει το βιβλίο με το ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ,και αυτό δεν συμφέρει τον Μόρις παρότι είναι εμφανές ότι δεν προσπαθεί να μιμηθεί τον μεγάλο Ρώσο.Αξιανάγνωστο μυθιστόρημα που διαβάζεται εύκολα και γρήγορα.

«ΟΙ ΣΕΙΡΗΝΕΣ ΤΗΣ ΒΑΓΔΑΤΗΣ» του έξοχου και αγαπημένου Γιασμίνα Χάντρα (Εκδ.Καστανιώτης,σελ.325) ,(81) κλείνουν την τριλογία του Αλγερίνου συγγραφέα πάνω στην αντιπαράθεση Ανατολικού με Δυτικό κόσμο.Εμφανώς κατώτερο του εκπληκτικού ΤΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΜΠΟΥΛ αλλά και του υπέροχου ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΧΤΥΠΗΜΑ ,η νουβέλα αυτή αποτελεί ένα ψυχογράφημα ενός σύγχρονου νέου που έτυχε να ζει στο Ιράκ στη μετά-Σαντάμ εποχή της Αμερικάνικης κατοχής.

Ο νεαρός Βεδουίνος που ζει σε ένα χωριό χαμένο στο πουθενά θα μπορούσε να ζήσει μιά ήσυχη και ανέμελη ζωή.Η τρέλλα όμως που επικρατεί στο σύγχρονο Ιράκ με τις ηλιθιότητες που διαπράττουν σχεδόν καθημερινά είτε οι δυνάμεις κατοχής σκοτώνοντας πανεύκολα ότι κινείται «εκτός των ορίων τους»,είτε οι μουσουλμάνοι μαχητές ανατινάζοντας άνευ λόγου αθώους ανθρώπους δεν ήταν δυνατόν να μη φτάσει και σ’αυτόν.Ο Χάντρα περιγράφει την πορεία προς τον θάνατο του νεαρού.Στην αρχή αδιάφορος,αργότερα μάρτυρας μιάς εν ψυχρώ δολοφονίας ενός καθυστερημένου παιδιού από τους αμερικανούς στρατιώτες (που περιορίστηκαν σε μιά τυπική συγγνώμη),υφίσταται τον εξευτελισμό από αυτούς όταν ψάχνοντας γιά τρομοκράτες εισβάλλουν σπίτι του και προσβάλλουν την οικογένεια του.

«...Κάποιος πέταξε τη μητέρα μου έξω απ’το δωμάτιο της-εκείνη ανασηκώθηκε και έσπευσε αμέσως να βοηθήσει τον ανήμπορο σύζυγό της.Αφήστε τον ήσυχο.Είναι άρρωστος.Οι στρατιώτες έβγαλαν έξω το γέρο.Ποτέ δεν τον είχα ξαναδεί σε τέτοια κατάσταση.Με το τσαλακωμένο του σώβρακο που του έφτανε ώς τα γόνατα και το φανελάκι του,που φέγγιζε από την φθορά,το θλιβερό θέαμα που παρουσίαζε ξεπερνούσε κάθε όριο.Ήταν η μιζέρια προσωποποιημένη,το άκρον άωτον του εξευτελισμού.Αφήστε με να ντυθώ,βογκούσε.Με βλέπουν τα παιδιά μου.Δεν είναι σωστό αυτό που κάνετε.Η τρεμάμενη φωνή του πλημμύριζε το διάδρομο με μιά ανείπωτη θλίψη.Η μάνα μου προσπαθούσε να βαδίζει μπροστά του,γιά να κρύβει τη γύμνια του από τα μάτια μας.Το έντρομο βλέμμα της μας ικέτευε,μας εκλιπαρούσε να στρέψουμε αλλού τα μάτια.Εγώ δεν μπορούσα όμως να το κάνω.Ήμουν σαν υπνωτισμένος από το θέαμα που μου πρόσφεραν οι δυό τους.Δεν έβλεπα καν τα κτήνη που βρίσκονταν δίπλα τους.Δεν έβλεπα παρά μόνο αυτή την απεγνωσμένη μάνα κι αυτόν το σκελετωμένο πατέρα με το ξεχειλωμένο σώβρακο,τα χέρια κρεμασμένα και το δυστυχισμένο βλέμμα που παράπαιε έτσι όπως τον έσπρωχναν.Σε μιά ύστατη προσπάθεια να ξεφύγει,στράφηκε προς την αντίθετη κατεύθυνση και προσπάθησε να γυρίσει στο δωμάτιο του γιά να βάλει τη ρόμπα του.Και τότε τον χτύπησαν...Με τη λαβή ή με μιά γροθιά,δεν έχει σημασία.Και μαζί με το χτύπημα,επήλθε και η συμφορά.Ο πατέρας μου έπεσε ανάσκελα,με το άθλιο φανελάκι του ανασηκωμένο ως το πρόσωπο,αποκαλύπτοντας τη λιπόσαρκη κοιλιά του,μέσα στις ζάρες,γκριζωπή σαν το χρώμα του ψόφιου ψαριού...κι εγώ είδα,τη στιγμή που η τιμή της οικογένειας γινόταν κομμάτια,είδα αυτό που δεν έπρεπε να με κανέναν τρόπο να δω,αυτό που ένας γιός άξιος,που σέβεται τον εαυτό του,αυτό που ένας αληθινός βεδουίνος δεν πρέπει να αντικρίσει ποτέ,αυτό το μαλθακό πράγμα,το απωθητικό,το προσβλητικό-το κατεξοχήν απαγορευμένο,που δεν πρέπει ποτέ να αναφέρεται,που αποτελεί ιεροσυλία:το πέος του πατέρα μου,που είχε μαζευτεί στην άκρη,με τα αχαμνά του να ακουμπάνε στον πισινό...Κι εκεί,το ποτήρι ξεχείλισε!Μετά απ’αυτό δεν υπήρξε τίποτα,ένα ατελείωτο κενό,μιά πτώση χωρίς τελειωμό,το χάος...Όλοι οι αρχέγονοι μύθοι,οι θρύλοι ολόκληρου του κόσμου,όλα τ’άστρα του ουρανού σκοτείνιασαν.Ό ήλιος μπορεί και πάλι να ανέτειλε,αλλά εγώ δεν επρόκειτο πιά να ξεχωρίσω τη μέρα από τη νύχτα...Ένας Δυτικός δεν μπορεί να το κατανοήσει αυτό,δεν μπορεί να συλλάβει το μέγεθος της συμφοράς.Γιά μένα,το ότι είδα τα γεννητικά όργανα του πατέρα μου σήμαινε την ολοκληρωτική υποβίβαση της ύπαρξής μου,των αξιών μου και της ηθικής μου,της περηφάνειάς μου και της οντότητάς μου σε μιά χυδαία πορνογραφική εικόνα της στιγμής-καλύτερα να διάβαινα τις πύλες της Κόλασης!...»

Ο νεαρός ορκίζεται εκδίκηση,και τι ευκολότερο θύμα προς στρατολόγηση υπάρχει γιά τους φανατικούς?Η επόμενη κινούμενη βόμβα είναι εδώ..Μετά ένα διάστημα «εκπαίδευσης» στην παράνοια,τον ετοιμάζουν γιά το «μεγαλύτερο χτύπημα μετά τους Δίδυμους Πύργους».Θα ξυπνήσει η συνείδησή του ή είναι τόσο τυφλωμένος που δεν βλέπει μπροστά του?Τελικά αυτή η σφαγή θα έχει τελειωμό?

Ο Χάντρα δεν διστάζει να πει τα πράγματα με τ’όνομά τους με το συνηθισμένο "Δωρικό" του ύφος.Το βιβλίο είναι διεισδυτικότερο απ’όλες τις ταινίες που έχουν γυριστεί γιά το Ιράκ.Δυνατότερο και από όσες θεωρητικές αναλύσεις έχω διαβάσει γιά το τι πραγματικά συμβαίνει εκεί.Αυτό μετράει περισσότερο από την πλοκή του μυθιστορήματος που έχει αδυναμίες-ίσως δεν πολυενδιέφερε τον συγγραφέα αυτό.Οι δε τελευταίες 50 σελίδες της κορύφωσης μάλλον απογοητεύουν τον αναγνώστη,λες και φρέναρε κάπου ο συγγραφέας.Αλλά οι σκηνές της ερήμου και οι περιγραφές της κατεχόμενης Βαγδάτης είναι εκπληκτικές,η δε δύναμη της γραφής του Χάντρα καθηλωτική με το στακάτο και κοφτό του στυλ,χωρίς πολλές φιοριτούρες,χωρίς ακκισμούς,απλή και κατανοητή από τον οποιοδήποτε ,σε κερδίζει και σε κάνει να συνειδητοποιήσεις αυτό το «πανηγύρι των μουρλών» που είναι ο κόσμος που ζούμε.

Έλλειψη λιτότητας όμως υπάρχει στο εντυπωσιακό μυθιστόρημα της ικανότατης Ιωάννας Μπουραζοπούλου «ΤΙ ΕΙΔΕ Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΛΩΤ;» (Εκδ.Καστανιώτη,σελ. 482) ,(80).Ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας?Ένα διανοητικό παιχνίδι?Ένα αλληγορικό έπος?Η μιά μεγάλη φούσκα?Μήπως όλα αυτά μαζί?

Σαράντα αιώνες μετά την Βιβλική καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων,η Νεκρά Θάλασσα υπερχειλίζει βυθίζοντας ένα μεγάλου κομμάτι της υδρογείου.Ολόκληρα κράτη και πολλές μεγάλες πόλεις εξαφανίζονται (Αθήνα,Κων/λη,Ρώμη κλπ.),ενώ άλλες γίνονται μεγάλα λιμάνια όπως το Παρίσι(!!).Εκεί έχει την έδρα της η κοινοπραξία των εβδομήντα πέντε,μιά ουσιαστικά πολυεθνική εταιρεία που εξουσιάζει τον κόσμο.Τον εξουσιάζει γιατί έχει στην κατοχή της το βιολετί αλάτι που ξεπήδησε από την Νεκρά Θάλασσα,το οποίο είναι ένα προϊόν απεριόριστης οικονομικής αξίας.Εκεί οι Εβδομήντα πέντε έχουν φτιάξει μιά αποικία,η οποία κυβερνάται από έναν άρχοντα που διορίζει η Κοινοπραξία και του δίνει εντολές εξ αποστάσεως.Ο τοπικός κυβερνήτης ξαφνικά πεθαίνει και οι έξι έμπιστοι «υπουργοί» του βρίσκονται προ αδιεξόδου.Την σύγχυση επιτείνει η εμφάνιση ενός περίεργου νεαρού ντυμένου πειρατή,ο οποίος δείχνει να γνωρίζει τα πάντα γιά αυτούς και ο οποίος τους ανακοινώνει ότι είναι ο καινούριος κυβερνήτης αλλά η ανακοίνωση της διαδοχής θα γίνει μετά από δεκαπέντε ημέρες.Οι «έξι» γράφουν από μία επιστολή προς την Κοινοπραξία περιγράφοντας τα γεγονότα αυτών των ημερών που οδήγησαν στην αναρχία και στο χάος.Οι Εβδομήντα πέντε μπερδεύονται,δεν έχουν καταλάβει τι έχει πάει στραβά στο (θεωρούμενο) τέλειο πλάνο τους και αναθέτουν στον Φιλέα Μπουκ ο οποίος έχει αναπτύξει ένα είδος σταυρολέξου,που συντίθεται από τυχαίες επιστολές και ονομάζεται «επιστολόλεξο» να βρει τι κρύβεται πίσω από τις επιστολές αυτές,τις φράσεις δηλαδή που θα δώσουν λύση στο αίνιγμα.

Προσπάθησα να περιγράψω όσο συνοπτικότερα γίνεται το νόημα αυτού του περίεργου μυθιστορήματος,του οποίου το μεγαλύτερο μέρος αποτελούν οι επιστολές των έξι.Αυτοί οι έξι,είναι κάποιοι τύποι του σκοινιού και του παλουκιού που έμαθαν επί μία εικοσαετία να υπακούουν τυφλά τον Κυβερνήτη στην διαχείριση της Αποικίας.Η Αποικία είναι ένας σύγχρονος Πύργος της Βαβέλ με δουλοπάροικους,ένα χάος,μιά Πολιτεία με(και γιά)μελλοθάνατους.Ωραία η περιγραφή της από την συγγραφέα,με καταπληκτικές εικόνες είναι σίγουρα το καλύτερο μέρος του βιβλίου.

Το μυθιστόρημα έχει πολλές αρετές αλλά και πολλές ατέλειες.Ως οικοδόμημα εντυπωσιάζει με τον πλούτο της πλοκής και την φαντασία του.Αλλά είναι φλύαρο και βαρυφορτωμένο.Οι συμβολισμοί και οι αλληγορίες είναι τόσες πολλές που κουράζουν,ενώ οι επιστολές αναμασούν τα ίδια πράγματα.Η συγγραφέας αξιοποιεί εξαιρετικά τα δάνεια από τα βιβλία του Ι.Βερν και από ταινίες του Χόλυγουντ (η ατμόσφαιρα της Αποικίας,φέρνει έντονα στο νου τα σκηνικά της ταινίας Blade Runner-χωρίς τη βροχή).Οι χαρακτήρες είναι στέρεοι,ενώ ο κεντρικός ήρωας Φιλέας Μπουκ αξιαγάπητος.

Εν ολίγοις,ένα πολύ αξιόλογο δείγμα ενός είδους λογοτεχνίας που δεν περιμένεις να διαβάσεις από Έλληνα συγγραφέα.Εγώ προσωπικά απόλαυσα το στυλ και παρά τις επιμέρους αντιρρήσεις μου το βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρον και πρωτότυπο.

Ένα μικρό και κομψό διαμαντάκι ,υπόδειγμα οικονομίας,είναι η «μπορχεσικού ύφους» νουβέλα του πρόωρα χαμένου Χιλιανού Ρομπέρτο Μπολάνιο «ΤΟ ΜΑΚΡΙΝΟ ΑΣΤΕΡΙ» (Εκδ.Καστανιώτη,σελ.204),(86).Ουσιαστικά ένα παράρτημα του ιδιαίτερα επιτυχημένου βιβλίου του (αμετάφραστου στην Ελλάδα) «Η ΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ),το ΑΣΤΕΡΙ είναι ένα σχεδόν υπνωτιστικό στη μορφή του βιβλίο που δεν μπορείς να αντισταθείς στη γοητεία του.

Βρισκόμαστε στους τελευταίους μήνες της προεδρίας Αλιέντε στη Χιλή και σε μιά λογοτεχνική παρέα φίλων εκκολαπτόμενων ποιητών προσκολλάται ένας εξαιρετικά γοητευτικός τύπος,διακριτικός χωρίς καμμία σοβαρή έφεση στη ποίηση που συστήνεται ως Αλβέρτο Ρουίς-Τάγλε αγνώστων λοιπών στοιχείων,αλλά που κερδίζει τις κοπέλες της παρέας με το στυλ και την εμφάνισή του.Ξεσπάει η δικτατορία του Πινοσέτ,οι αριστερίζοντες νεαροί κρύβονται δεξιά κι αριστερά,κάποιοι συλλαμβάνονται,κάποιοι βασανίζονται,κάποιοι δολοφονούνται άγρια,ο Ρουίς-Τάγλε εξαφανίζεται από προσώπου γης.
Κάποια στιγμή ο κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου και σχεδόν περσόνα του συγγραφέα βλέπει έναν παράτολμο πιλότο να πραγματοποιεί ακροβατικές επιδείξεις με το αεροπλάνο του «γράφοντας» ποιήματα στον ουρανό.Ο περίεργος πιλότος γίνεται σύμβολο της στρατιωτικής χούντας,αγαπημένος των κολονέλων.Μια προσεκτική ματιά στις εφημερίδες μετατρέπει σε πραγματικότητα την υποψία.Είναι ο ίδιος ο Ρουίς-Τάγλε αλλά με το όνομα Κάρλος Βίντερ.

Ο Μπολάνιο με μοναδικό ύφος περιγράφει τα έργα και τις ημέρες αυτού του «τέρατος» με ανθρώπινη μορφή.Πως από εκλεκτός του καθεστώτος Πινοσέτ γίνεται αποδιοπομπαίος τράγος όταν παρουσιάζει το «αριστούργημά του»,μιά ιδιωτική έκθεση φωτογραφίας με βασανισμένους ανθρώπους από την ίδια Χούντα που αυτός υπηρετεί,και πως εκδίδει διάφορα ναζιστικά βιβλία στη συνέχεια.Ο Βίντερ ποιητής και δολοφόνος εξαφανίζεται όπως εμφανίστηκε και αρχίζει η αναζήτησή του...

Έξοχη νουβέλα που μέσα σε ελάχιστες(γιά το θέμα της) σελίδες πραγματεύεται την πολιτική κατάσταση της Χιλής,τις σχέσεις με τον Ναζισμό και πως αυτές οι ιδέες βρήκαν πρόσφορο έδαφος στη Λατ.Αμερική.Πολυεπίπεδο βιβλίο που πολλές φορές αποκτά μιά σουρεαλιστική διάσταση ενώ άλλες ξαφνιάζει με τον ωμό ρεαλισμό του.Γραμμένο με ένα ήρεμο ύφος που κάπου θυμίζει τα βιβλία του Θέρκας αλλά θα μπορούσε να ήταν γραμμένο από τον μεγάλο Μπόρχες.

«...Όλοι κοιμούνται.Εκείνος,πιθανότατα,έχει ξαπλώσει με τη Βερόνικα Γκαρμέντια.Δεν έχει σημασία.(Θέλω να πω:δεν έχει πιά σημασία,παρόλο που εκείνη τη στιγμή αναμφίβολα,δυστυχώς γιά μας,είχε μεγάλη σημασία.)Το βέβαιο είναι ότι ο Κάρλος Βίντερ σηκώνεται με τη σιγουριά ενός υπνοβάτη και διατρέχει το σπίτι αθόρυβα.Ψάχνει το δωμάτιο της θείας.Η σκιά του διαπερνά τους διαδρόμους όπου κρέμονται οι πίνακες του Χουλιάν Γκαρμέντια και της Μαρίας Ογιαρσούν μαζί με πιάτα και κομμάτια κεραμικής τέχνης της περιοχής.(Το Νασιμιέντο φημίζεται,νομίζω,για τις φαγιάντσες του ή τα κεραμικά του.)Ο Βίντερ,όπως και να’χει το πράγμα,ανοίγει τις πόρτες με μεγάλη προσοχή.Τελικά βρίσκει το δωμάτιο της θείας,στο πρώτο πάτωμα,δίπλα στη κουζίνα.Απέναντι,σίγουρα,είναι το δωμάτιο της υπηρέτριας.Ακριβώς τη στιγμή που γλιστράει μέσα στο δωμάτιο ακούει το θόρυβο ενός αυτοκινήτου που πλησιάζει στο σπίτι.Ο Βίντερ χαμογελάει και επιταχύνει τους ρυθμούς του.Με ένα άλμα βρίσκεται στο κεφάλι του κρεβατιού.Στο δεξί του χέρι κρατάει ένα στιλέτο.Η Έμα Ογιαρσούν κοιμάται γαλήνια.Ο Βίντερ της παίρνει το μαξιλάρι και της σκεπάζει το πρόσωπο.Αμέσως μετά,με μιά μαχαιριά,της ανοίγει το λαιμό.Εκείνη τη στιγμή το αυτοκίνητο σταματάει έξω από το σπίτι.Ο Βίντερ είναι ήδη έξω από το δωμάτιο και μπαίνει τώρα στο δωμάτιο της υπηρέτριας.Αλλά το κρεβάτι είναι άδειο.Γιά μιά στιγμή ο Βίντερ δεν ξέρει τι να κάνει:του έρχεται να κλοτσήσει το κρεβάτι,να διαλύσει έναν παλιό ξεχαρβαλωμένο κομό όπου η Αμάλια Μαλουέντα έχει στοιβάξει τα ρούχα της.Μα διαρκεί μόνο ένα δευτερόλεπτο.Λίγο μετά βρίσκεται στην πόρτα,ανασαίνοντας φυσιολογικά,και αφήνει να περάσουν μέσα οι τέσσερις άντρες που έχουν φτάσει.Αυτοί χαιρετούν με μια κίνηση της κεφαλής(που ωστόσο υποδηλώνει σεβασμό) και παρατηρούν με άσεμνες ματιές τον μισοσκότεινο χώρο,τα χαλιά,τις κουρτίνες,σάμπως από την πρώτη στιγμή να έψαχναν και να αξιολογούσαν τα πιό κατάλληλα μέρη για να κρυφτούν.Αλλά δεν είναι αυτοί που θα κρυφτούν.Αυτοί ψάχνουν εκείνους που κρύβονται.
Και πίσω τους μπαίνει η νύχτα στο σπίτι των αδελφών Γκαρμέντια.Και δεκαπέντε λεπτά αργότερα,μπορεί και δέκα,όταν φεύγουν,η νύχτα ξαναβγαίνει,στη στιγμή,μπαίνει η νύχτα,βγαίνει η νύχτα,αποτελεσματική και γρήγορη.Και ποτέ δεν θα βρεθούν τα πτώματα,ή μάλλον ναι,υπάρχει ένα πτώμα,ένα μόνο πτώμα που θα εμφανιστεί χρόνια αργότερα σε έναν κοινό τάφο,εκείνο της Ανχέλικα Γκαρμέντια,της λατρεμένης μου,της ασύγκριτης Ανχέλικα Γκαρμέντια,μόνο αυτό όμως,γιά να αποδείξει θαρρείς ότι ο Κάρλος Βίντερ είναι άνθρωπος και όχι θεός.»
 
Παρασκευή, Αυγούστου 01, 2008
posted by Librofilo at Παρασκευή, Αυγούστου 01, 2008 | Permalink
Blue tango
Μιά αληθινή ιστορία ενός στυγερού και ανεξιχνίαστου εγκλήματος προσπαθεί να αναπαραστήσει με ακρίβεια εντομολόγου,ο Ιρλανδός συγγραφέας EOIN MCNAMEE στο ενδιαφέρον και γοητευτικό μυθιστόρημα του, «BLUE TANGO» (Εκδ.ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ,σελ.349) ,(80).

Βρισκόμαστε στην Βόρεια Ιρλανδία τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 50 λίγα χιλιόμετρα μακριά από το Μπέλφαστ,και η δεκαεννιάχρονη μεγαλοαστή Πατρίσια Κάραν,βρίσκεται δολοφονημένη με άγριο τρόπο (37 μαχαιριές) έξω από το σπίτι της.Η νεαρά ήταν σχετικά ανεξάρτητη σε μόνιμη κόντρα με την νευρωτική μητέρα της και τον Λόρδο αρχιδικαστή πατέρα της,που ήταν στα πρόθυρα μιά εξευτελιστικής οικονομικής καταστροφής λόγω της μανίας του γιά τζόγο,ενώ οι σχέσεις της με τον δικηγόρο θρησκόληπτο αδερφό της ήταν κάκιστες αφού αυτός αποδοκίμαζε το στυλ της ζωής της.Οι ανώτατες βρετανικές αρχές ήθελαν να κλείσουν την υπόθεση όσο το δυνατόν νωρίτερα αλλά άκρη δεν έβγαζαν.Φρόντισαν λοιπόν να καταδικάσουν έναν ιδιόρρυθμο φαντάρο,τον Ιαν Χέϊ Γκόρντον ως «ένοχο λόγω παραφροσύνης».Ο νεαρός κλείστηκε στο ψυχιατρείο γιά μερικά χρόνια και από την ημέρα που απελευθερώθηκε κυνήγησε την αθωότητα του και δικαιώθηκε τυπικά το 2000.

«Ο φόνος της Πατρίσια Κάραν.Το μαχαίρι που υψώνεται και πέφτει απότομα.Ο πατέρας και ο αδελφός που στέκονται πάνω από το πτώμα της.Ένας συνωμοτικός ψίθυρος από ανδρικές συνομιλίες.Το τραυματισμένο,γυμνό κορμί μιάς νεαρής γυναίκας ξαπλωμένο στον πάγκο του ιατροδικαστή.Ένα πρόσωπο ακόμα εν ζωή,πυ θα μπορούσε να μιλήσει και να αφηγηθεί τα γεγονότα της τελευταίας της νύχτας αλλά δεν θα το κάνει.Κι έτσι δεν απομένει πιά ελπίδα γιά εκδίκηση ή αποκατάσταση της μνήμης της.Η φωνή του αφηγητή ξεφεύγει σε εικασίες.Ο φόνος έχει εξιστορηθεί,το κίνητρο όμως όχι-και το πρόσωπο του δολοφόνου παραμένει κρυμμένο.Η φωνή του αφηγητή ξεστρατίζει σε υποθέσεις και αυθαίρετες κρίσεις.»

Ο συγγραφέας «ξανανοίγει» την υπόθεση εξετάζοντας την ιστορία,είτε από τον κοινωνικό περίγυρο της κλειστής ιρλανδικής κοινωνίας,είτε ρωτώντας όποιον ζει ακόμα μετά από 50 και, χρόνια,είτε προσπαθώντας να ερμηνεύσει υποκειμενικά ορισμένες αξεδιάλυτες πτυχές του δράματος.Μετά από τόσα χρόνια σίγουρος δεν μπορεί να είναι κανείς.Και εάν υπάρχουν έντονες ενδείξεις ενοχής στον ενδότερο οικογενειακό κύκλο δεν μπορούν να τεκμηριωθούν.Ο μυστηριώδης αδελφός είναι πλέον ιερέας κάπου στην Αφρική και δεν θέλει να μιλήσει...

Η αφήγηση ρέει,τα στοιχεία παρουσιάζονται ένα,ένα.Η ατμόσφαιρα του βιβλίου είναι «νουάρ»,υγρή και ομιχλώδης.Καθώς διαβάζεις μπορεί να παρασυρθείς και να περιμένεις να δεις κανένα τύπο με ρεπούμπλικα να στρίβει τη γωνία ενός κακοφωτισμένου στενού. Σκιές,ψίθυροι,ομοφυλοφιλία,μοιχεία,χαρτοπαιξία,αλκοολισμός,σκανδαλάκια-όλα καλύπτονται κάτω από το χαλί του καθωσπρεπισμού.Πίσω από κλειστές πόρτες και μέσα στις καθωσπρέπει οικογένειες γίνονται τα μεγαλύτερα εγκλήματα-κλισέ αλλά μεγάλη αλήθεια.

Οι χαρακτήρες όλοι περιγράφονται επαρκώς.Ο «φονιάς» Γκόρντον,ένα αφελές παιδί που προσπαθούσε να φανεί σημαντικός στα μάτια των συναδέλφων του και τελικά την πάτησε από την χαζομάρα του.Τα μέλη της οικογένειας Κάραν,η ημίτρελη μάνα,ο «δικαστής» πατέρας-αινιγματική φιγούρα,ο περίεργος αδελφός Ντέσμοντ,κρυπτομοφυλόφιλος,φανατικά θρησκόληπτος.Ο ντέτεκτιβ Κάπστικ ωραιοπαθής και σίγουρος γιά τον εαυτό του που το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να τελειώνει όσο γρηγορότερα γίνεται την υπόθεση και να γυρίσει στην Αγγλία.Ο δικηγόρος Φέργκιουσον,φίλος και έμπιστος της οικογένειας με τον αποτυχημένο γάμο αλλά και ο μόνος που γνώρισε και κατάλαβε πραγματικά την Πατρίσια.

Ο Μακνάμι έλκεται από την προσωπικότητα της ηρωίδας του.Τι ήταν τελικά η Πατρίσια?Μιά «εξώλης και προώλης» νεαρά?Μιά ανεξάρτητη κοπέλα που προσπαθούσε να απαλλαχθεί από τα μικροαστικά δεσμά της τοπικής κοινωνίας?Γιά τους περισσότερους συγχωριανούς της,ήταν μιά ζωηρή και «εύκολη» γκόμενα,που τριγύριζε κάθε βράδυ μέχρι αργά και αυτή η «ρετσινιά» την ακολουθούσε ακόμα και μετά τον θάνατό της.Ένα αντικείμενο του συλλογικού πόθου που δεν υποτασσόταν σε κανέναν.Ο συγγραφέας αποκαλύπτει μιά άλλη όμως πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή της προσωπικότητας της ηρωίδας.Ένα κορίτσι «ζωντανό»,με άποψη,με σθένος και κουράγιο.Ένα κορίτσι που πήγαινε κόντρα στην κατεστημένη ηθική και που ήθελε να «ρουφήξει τη ζωή».Που δεν δίστασε να δουλέψει σαν οδηγός φορτηγού (ποιά,αυτή η κόρη του αρχιδικαστή!) γιά να τη σπάσει σε όλους και να ζήσει την εμπειρία.Ένα ερωτεύσιμο πλάσμα που έζησε σε λάθος τόπο και λάθος χρόνο-ένα «βαμμένο πουλί»...