Πέμπτη, Ιανουαρίου 29, 2009
posted by Librofilo at Πέμπτη, Ιανουαρίου 29, 2009 | Permalink
Το Παρελθόν,το Μέλλον,το Τώρα...
Συνδιασμός Φυσικής και Τρόμου μάλλον δεν είναι το καλύτερό μου αλλά όταν ο συγγραφέας είναι ο εξαιρετικός Jose Carlos Somoza, το πράγμα γυρίζει προς την Φιλοσοφία και την Ηθική οπότε γνωρίζεις εκ των προτέρων ότι θα διαβάσεις κάτι ελκυστικό. Εδώ όμως δεν μιλάμε γιά κάτι απλώς ελκυστικό, μιλάμε γιά κάτι κυριολεκτικά μαγικό, στο μυθιστόρημα «Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΧΟΡΔΩΝ» (Zig Zag) (Εκδ. Πατάκη, μετάφρ. Χρ.Θεοδωροπούλου, σελ.557). Ένα μυθιστόρημα που το διαβάζεις με κομμένη την ανάσα και που δεν μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου, πράγμα που είχα καιρό να πάθω με θρίλερ, ενώ οι εικόνες που σε κατακλύζουν είναι εντυπωσιακές.

Η νεαρά πανέμορφη Φυσικός Ελίσα Ρομπλέδο είναι ένα ανήσυχο πνεύμα. Το 2005 επιλέγεται από τον καθηγητή Μπλάνες να στελεχώσει την ομάδα του που θα δουλέψει σε ένα απομακρυσμένο νησί του Ινδικού ωκεανού. Μαζί της θα είναι όχι μόνο Φυσικοί αλλά και Παλαιοντολόγοι,Φιλόσοφοι,Ιστορικοί. Ο σκοπός της ομάδας του Μπλάνες είναι να κάνει πειράματα πάνω σε μία θεωρία που δουλεύει χρόνια ο καθηγητής χωρίς αποτέλεσμα και είναι ουσιαστικά μιά προέκταση της «Θεωρίας των Χορδών».Τι είναι όμως η Θεωρία των Χορδών και τι ακριβώς πασχίζει να αποδείξει ο Μπλάνες;

«...Σου λέει τίποτα η θεωρία της Σχετικότητας;»
Ναι του Αϊνστάιν. «Όλα είναι σχετικά», σωστά;
Αυτό δεν το είπε ο Άϊνστάιν, το είπε η Σάρα Μοντιέλ, είπε γελώντας η Ελίσα. Η θεωρία της σχετικότητας είναι κάπως πιό περίπλοκη από αυτό. Εκείνο που θέλω να πω όμως είναι ότι αποδεικνύεται ακριβής σχεδόν σε όλες τις καταστάσεις, εκτός από τον κόσμο των ατόμων. Σ’αυτό τον κόσμο είναι πιό ακριβής μιά άλλη θεωρία, η λεγόμενη κβαντική.Είναι οι πιό τέλειες διανοητικές δημιουργίες που έχει συλλάβει ποτέ ο άνθρωπος:μ’αυτές τις δυο μπορούμε να εξηγήσουμε σχεδόν όλη την πραγματικότητα. Αλλά το πρόβλημα είναι πως τις χρειαζόμαστε και τις δυο. Ότι ισχύει στην κλίμακα της μιας δεν ισχύει στην άλλη, και τανάπαλιν. Κι αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Εδώ και πολλά χρόνια οι φυσικοί κάνουν προσπάθειες οι δύο θεωρίες να συγκλίνουν σε μία...Έτσι λοιπόν μια από τις θεωρίες που έχει τα περισσότερα εχέγγυα για να καταφέρει τη σύγκλισή τους είναι η θεωρία των χορδών.
Δεν είχα ακούσει ποτέ γι’αυτήν. Των «χορδών» είπες;
Λέγεται και των «υπερχορδών». Είναι μιά θεωρία με τεράστια μαθηματική πολυπλοκότητα, αλλά λέει πάνω κάτω κάτι πολύ απλό...Η Ελίσα έψαξε γύρω της και πήρε τη χαρτοπετσέτα κάτω απ’το ποτήρι της. Καθώς μιλούσε, τη δίπλωσε στα δυο και ίσιωσε τη διπλωμένη άκρη με τα λεπτά, σταθερά δάχτυλά της. Ο Μαλντονάλτο την κοιτούσε προσεκτικά. «Σύμφωνα με τη θεωρία των χορδών, τα σωματίδια που απαρτίζουν όλο το σύμπαν,ξέρεις,ηλεκτρόνια,πρωτόνια...Όλα αυτά τα σωματίδια, ή τα σωματίδια που τα αποτελούν, δεν είναι σφαιρίδια, όπως μας έμαθαν στο σχολείο, είναι μακρόστενα σαν χορδές...»
Μακρόστενα σαν χορδές...συλλογίστηκε ο Μαλντονάλντο.
Ναι πολύ λεπτές, γιατί η μοναδική τους διάσταση θα ήταν το μήκος. Με μιά ξεχωριστή όμως ιδιότητα... Η Ελίσα σήκωσε τα χέρια κρατώντας ανάμεσά τους τη χαρτοπετσέτα έτσι ώστε η διπλωμένη άκρη της να έρθει μπροστά στα μάτια του Μαλντονάλντο. «Πες μου τι βλέπεις».
«Μιά χαρτοπετσέτα»
«Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα με το νου των δημοσιογράφων:δείχνετε μεγάλη εμπιστοσύνη στα φαινόμενα» Η Ελίσα χαμογέλασε περιπαιχτικά. «Ξέχνα τι νομίζεις ότι είναι. Πες μου μόνο τι νομίζεις ότι βλέπεις».
Ο Μαλντονάλντο μισόκλεισε τα βλέφαρα παρατηρώντας τη λεπτή άκρη που του έδειχνε η Ελίσα.
«Μια...Μιά γραμμή...Μια ευθεία...»
«Πολύ ωραία. Από τη δική σου οπτική γωνία, θα μπορούσε να είναι μιά χορδή, έτσι δεν είναι; Μια ίνα. Η θεωρία λοιπόν λέει ότι οι χορδές που συνιστούν την ύλη μοιάζουν με χορδές μόνο απο μια συγκεκριμένη οπτική γωνία…Αν τις κοιτάξουμε όμως από μια άλλη θέση…»η Ελίσα γύρισε τη χαρτοπετσέτα μπροστά στα μάτια του Μαλντονάλντο και του έδειξε το παραλληλόγραμμο της πάνω όψης «…κρύβουν άλλες διαστάσεις, κι αν μπορούσαμε να τις ξετυλίξουμε, ή «να τις ανοίξουμε»…»ξεδίπλωσε τελείως τη χαρτοπετσέτα ώσπου τη μετέτρεψε σ’ένα τετράγωνο «…θα μπορούσαμε να δούμε πολύ περισσότερες διαστάσεις».
«Μαγκιά, έ;» Ο Μαλντονάλντο έδειχνε εντυπωσιασμένος, η μπορεί να προσποιούνταν πολύ καλά ότι ήταν. «Κι έχουν ανακαλυφθεί τώρα αυτές οι διαστάσεις;»
«Ούτε κατά διάνοια» είπε η Ελίσα καθώς τσαλάκωνε τη χαρτοπετσέτα και την έβαζε μέσα στο ποτήρι. «Για να «ανοίξει» μια υποατομική χορδή,χρειάζονται μηχανήματα που δε διαθέτουμε ακόμα: επιταχυντές σωματιδίων μεγάλης ισχύος...Εδώ είναι που υπεισέρχεται ο Μπλάνες και η θεωρία του. Σύμφωνα με τον Μπλάνες, υπάρχουν κάποιες χορδές που μπορούν να «ανοιχτούν» με χαμηλής ισχύος ενέργεια: εκείνες του χρόνου. Ο Μπλάνες έχει αποδείξει μαθηματικά ότι ο χρόνος απαρτίζεται από χορδές, όπως και οποιοδήποτε άλλο υλικό αντικείμενο. Όμως οι χορδές του χρόνου μπορούν ν’ανοιχτούν με την ενέργεια των σύγχρονων επιταχυντών. Το θέμα είναι πως είναι πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθεί το πείραμα.»
«Δηλαδή γιά να το μεταφράσουμε σε πρακτικά πράγματα...Αυτό θα σήμαινε...να ταξιδέψουμε στο χρόνο;Να πάμε πίσω στο παρελθόν:»
«Οχι:τα ταξίδια στο παρελθόν είναι καθαρή επιστημονική φαντασία. Απαγορεύονται από τους βασικούς νόμους της φυσικής. Δεν υπάρχει τρόπος να γυρίσουμε πίσω, λυπάμαι. Ο χρόνος μπορεί να πηγαίνει μονάχα μπροστά, προς το μέλλον. Αν όμως η θεωρία του Μπλάνες είναι σωστή, θα υπήρχει μια άλλη δυνατότητα. Θα μπορούσαμε να ανοίξουμε τις χορδές του χρόνου γιά να δούμε το παρελθόν».


Το πείραμα του Μπλάνες έχει τον κωδικό Ζιγκ-Ζαγκ και επιχορηγείται από μιά μυστηριώδη πολυεθνική εταιρεία με στρατιώτες να φυλάνε το νησί. Οι επιστήμονες ουσιαστικά αποκλεισμένοι δουλεύουν με τους επιταχυντές και «ανοίγουν» κάποιες χορδές του χρόνου.Βλέπουν λοιπον το παρελθόν, το απαγορευμένο παρελθόν. Βλέπουν μιά εικόνα της Ιουράσιας εποχής με δεινόσαυρους και μιά εικόνα της Ιερουσαλήμ στο 33μ.Χ. με μία γυναίκα αλλά κάτι πάει στραβά και μερικοί από τους επιστήμονες βρίσκονται σφαγιασμένοι. Έτσι κι αλλιώς οι ψυχολογικές επιδράσεις του πειράματος ήταν αβάσταχτες, ο "αντίκτυπος" δηλαδή οι ψυχολογικές επιπτώσεις σε όσους αντικρύζουν εικόνες από το παρελθόν,όπως και η "διεμπλοκή",δηλαδή οι επιρροές απο το παρελθόν φέρνουν στην επιφάνεια εικόνες από τα βάθη του ασυνείδητου.Το νησί μετα από αυτά τα γεγονότα εκκενώνεται, το πρόγραμμα ματαιώνεται.

10 χρόνια μετά που είναι και ο πραγματικός χρόνος του μυθιστορήματος,το 2015 οι φόνοι (γιά την ακρίβεια οι σφαγές) ξαναρχίζουν και οι εναπομείναντες επιστήμονες ξαναμαζεύονται με κάθε μυστικότητα γιά να προσπαθήσουν να ανακαλύψουν τι είναι αυτό που τους κυνηγά.Ποιές περίεργες δυνάμεις έχουν απελευθερωθεί από το πείραμα και οι συμμετέχοντες σε αυτό οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια ένας-ένας προς τον θάνατο...Η Ελίσα Ρομπλέδο αναγκάζεται να ζητήσει την συνδρομή του μονόχνοτου κρυφά ερωτευμένου συνάδελφου της Βίκτωρ που συμμετείχε και αυτός στα μαθήματα του Μπλάνες δέκα χρόνια πριν αλλά ως βαθιά θρησκόληπτος τα χρόνια που πέρασαν είχε άλλες αναζητήσεις φιλοσοφικές.Εξάλλου ο Βίκτωρ ήταν ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των δύο χαρισματικότερων φοιτητών του Μπλάνες, της Ελίσας και του Ρικ Βαλέντε Σαρπ που ήταν οι μόνοι που επέλεξε ο καθηγητής γιά το πείραμα.Ο Ρικ Βαλέντε ήταν από τους πρώτους που βρέθηκαν νεκροί το 2005 στην πρώτη ανθρωποσφαγή, μάλιστα θεωρήθηκε ως ο ένοχος τότε.Ήταν όμως;

Ο Σομόθα δεν ακολουθεί γραμμική αφήγηση αλλά πάει μπροστά και πίσω στον χρόνο εναλλάσοντας με μαεστρία το τι έγινε στο νησί το 2005 και το τι βιώνει τώρα η Ελίσα Ρομπλέδο κυρίως αλλά και οι υπόλοιποι του προγράμματος, οι οποίοι επί δέκα χρόνια ζουν μία κόλαση είτε βλέποντας αιματοβαμμένους εφιάλτες στην περίπτωση των ανδρών, είτε βιώνοντας μιά ονειρική καταστροφική σχέση μαζοχιστικού virtual έρωτα (με τον κύριο "Άσπρα μάτια",στην περίπτωση των γυναικών.

Κάτι μεταξύ LOST και JURASSIC PARK το βιβλίο του Σομόθα ξεφεύγει από τα (όχι και τόσο στενά) πλαίσια ενός επιστημονικού θρίλερ και μετατρέπεται σε μιά φιλοσοφική αναζήτηση περί Καλού και Κακού, Χρόνου Παρόντος και Παρελθόντος, Συνείδησης και Αυτογνωσίας, Ηθικά επιτρεπτού και μη...Μιλάει γιά τα όρια που υπάρχουν ή δεν υπάρχουν στην επιστημονική έρευνα. Ο Άγγελος Εξολοθρευτής είναι ο Εχθρός ή είναι η σωτηρία;

Το βιβλίο δεν σ'αφήνει σε ησυχία,άσε που κάποιες στιγμές γυρίζεις το κεφάλι σου και ψάχνεις αν σε παρακολουθεί κανείς...Ο συγγραφέας περιγράφει έναν κόσμο φοβισμένο, που υποπτεύεται τους πάντες και τα πάντα. Τεχνολογικά προηγμένος ο σύγχρονος άνθρωπος περιτριγυρισμένος από αντιτρομοκρατικούς νόμους και από δυνάμεις που υποτίθεται ότι τον προστατεύουν κυριαρχείται από αρχέγονους φόβους που έχουν καταγραφεί στο συλλογικό υποσυνείδητο. Οι επιστήμονες αγγίζουν «το απαγορευμένο» . Αυτό που κανένα ανθρώπινο μάτι δεν «πρέπει να δει».
Δυστυχώς ο Σομόθα όπως και οι υπόλοιποι συγγραφείς που ασχολούνται κάπως πιό σοβαρά με την Επιστημονική Φαντασία ηθικολογεί και με τάσεις διδακτισμού περνάει το μήνυμα «Μην αγγίζετε, γιατί δεν ξέρετε που θα σας βγάλει...», αλλά και πάλι το ξέρει ότι ο πραγματικός επιστήμονας δεν θα σταματήσει πουθενά έστω και θυσιάζοντας τον ίδιο του τον εαυτό – μην εμπιστεύεσαι πιά τόσο πολύ τον εγκέφαλο λέει της Ελίσας κάποια στιγμή ένας στρατιωτικός, δεν βλέπεις σε τι μπελά σε έχει βάλει; εμπιστεύσου και λίγο την καρδιά σου...Εκείνη κοιτάζει τον ουρανό και σκέπτεται... «Η επιστήμη είναι η μόνη που γνωρίζει»...

«Γιατί;»
«Γιατί η ιστορία δεν είναι το παρελθόν. Η ιστορία έχει ήδη συμβεί, όμως το παρελθόν συμβαίνει ακόμα. Αν αυτό το τραπέζι δεν είχε φτιαχτεί από κάποιον ξυλουργό, δε θα βρισκόταν τώρα εδώ. Αν οι Έλληνες ή οι Ρωμαίοι δεν είχαν υπάρξει, ούτε εσύ ούτε εγώ θα ήμασταν εδώ, ή δε θα ήμασταν όπως είμαστε. Κι αν εγώ δεν είχα γεννηθεί πριν από εξήντα εφτά χρόνια, εσύ δεν ήσουν τώρα δεκαπέντε ούτε θα ήσουν αυτή η πανέμορφη κοπελίτσα που είσαι. Μην το ξεχάσεις ποτέ: εσύ υπάρχεις επειδή υπήρξαν κάποιοι άλλοι»
«Εσύ δεν είσαι το παρελθόν παππού;»
«Και βέβαια είμαι, το ίδιο και οι γονείς σου...Ακόμα κι εσύ η ίδια είσαι το παρελθόν σου, Ελίσα. Αυτό που θέλω να σου πω είναι ότι το παρελθόν συνιστά το παρόν μας. Δεν είναι μιά απλή «ιστορία»: είναι κάτι που συμβαίνει,που συμβαίνει διαρκώς. Δεν μπορούμε να το δούμε ούτε να το αισθανθούμε ούτε να το τροποποιήσουμε, αλλά μας συνοδεύει πάντα, σαν φάντασμα. Και καθορίζει τη ζωή μας, ίσως και το θάνατό μας. Ξέρεις τι σκέφτομαι καμιά φορά; Είναι μια κάπως αλλόκοτη σκέψη, όμως είμαι σίγουρος πως είσαι πολύ έξυπνη, μ’όλα αυτά τα μαθηματικά που ξέρεις, και θα με καταλάβεις. Ο κόσμος συνηθίζει να λέει με κάποιο φόβο: «το παρελθόν δεν έχει πεθάνει». Όμως ξέρεις τι με τρομάζει εμένα περισσότερο, Έλι; Όχι το να μην έχει πεθάνει το παρελθόν, μα το ότι μπορεί να είναι σε θέση να μας σκοτώσει...»


Υ.Γ.1 Η υπέροχη «ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΧΟΡΔΩΝ» είναι ένα βιβλίο που δεν ξέρω αν θα το διάβαζα αν δεν είχαν προηγηθεί η εκπληκτική «ΚΛΑΡΑ ΣΤΟ ΜΙΣΟΣΚΟΤΑΔΟ» του ίδιου συγγραφέα (που είναι μάλλον το καλύτερό του),όπως και τα «ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ» και τα «ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΝΟΣ ΑΣΗΜΑΝΤΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥ» που απόλαυσα. Βεβαίως καθοριστικό ρόλο στην επιλογή μου έπαιξε και η ενδελεχής και καίρια ανάγνωση της πάντα ανοιχτής σε καινούργιες προτάσεις Alef στο blog της.

Υ.Γ.2 Εγώ με την Φυσική, στούρνος, ανεπίδεκτος μαθήσεως...Όμως μετά την ανάγνωση του βιβλίου του Σομόθα ,είδα την επιστημονική μίνι σειρά «Elegant Universe» που στηρίζεται στο (απ’ότι φαίνεται αριστουργηματικό) βιβλίο του Μπράϊαν Γκριν, «ΤΟ ΚΟΜΨΟ ΣΥΜΠΑΝ» (THE ELEGANT UNIVERSE), που κυκλοφορεί από την Ωκεανίδα και επηρρέασε τον συγγραφέα (όπως ομολογεί και ο ίδιος). Με βοήθησε να κατανοήσω πολλά πράγματα γύρω από την γοητευτική αυτή θεωρία - όποιος θέλει να διαθέσει 3 ώρες, μπορεί να δει τη σειρά εδώ.
 
Παρασκευή, Ιανουαρίου 23, 2009
posted by Librofilo at Παρασκευή, Ιανουαρίου 23, 2009 | Permalink
Ο μαζοχισμός του βιβλιόφιλου!
Δεν αντέχεται η ανάγνωση του "μυθιστορήματος" «ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΟΙ» (HAUNTED), του πολυδιαφημισμένου Αμερικανού συγγραφέα CHUCK PALAHNIUK (Εκδ.Οξύ, σελ.485, μετάφρ.Μιχ.Μπαμπούρης). Το βιβλίο ξεκινάει σαν θρίλερ γιά να εξελιχθεί σε μία σάτιρα των reality shows τύπου Fear Factor, όπου η αηδία γίνεται αυτοσκοπός, ο εντυπωσιασμός περισσεύει και το παραλήρημα κυριαρχεί.

Ο Palahniuk έγινε ευρύτερα γνωστός με την κινηματογραφική μεταφορά του (θεωρούμενου ως καλύτερου) βιβλίου του FIGHT CLUB. Το βιβλίο δεν το έχω διαβάσει, η ταινία παρ’ότι θεωρείται αριστούργημα από κάποιους (χολλυγουντοθρεμμένους κριτικούς),δεν με συγκίνησε ποτέ αφού την βρήκα πολύ επιφανειακή και ρηχή παρά τα εντυπωσιακά της στοιχεία που ενδέχεται να σε «αποπλανήσουν» στην αρχή, μετά όμως το σκέφτεσαι λίγο και διαπιστώνεις ότι όλα αυτά δεν ήταν παρά μία φούσκα...

Η κεντρική ιδέα του HAUNTED είναι πολύ ελκυστική και ενδιαφέρουσα. Ξαφνικά εμφανίζεται μία πρόσκληση στον τύπο που λέει:
«Καταφύγιο Συγγραφέων:Εγκαταλείψτε τη ζωή σας γιά τρεις μήνες
Εξαφανιστείτε. Αφήστε πίσω σας οτιδήποτε δε σας αφήνει να δημιουργήσετε το αριστούργημα σας. Τη δουλειά και την οικογένεια και το σπίτι σας, όλες αυτές τις υποχρεώσεις και τις έγνοιες – βάλτε τες στην αναμονή γιά τρεις μήνες. Ζήστε με ομοϊδεάτες σας σε ένα περιβάλλον που παρέχει την δυνατότητα απόλυτης αφοσίωσης στη δουλειά σας. Δωρεάν διατροφή και διαμονή για όσους πληρούν τις προϋποθέσεις συμμετοχής. Τολμήστε να επενδύσετε ένα μικρό κομμάτι της ζωής σας για να κερδίσετε την ευκαιρία να δημιουργήσετε ένα νέο μέλλον ως επαγγελματίες ποιητές, συγγραφείς και σεναριογράφοι. Ζήστε τη ζωή που ονειρευόσαστε, προτού να είναι αργά. Θέσεις ιδιαίτερα περιορισμένες.»


18 άνθρωποι μαζεύονται και υπό την καθοδήγηση ενός υπέργηρου διοργανωτή του Κου Γουίτιερ και της βοηθού του Κας Κλαρκ διαμένουν σε ένα ερειπωμένο θέατρο,κλειδωμένοι και απομονωμένοι από τον έξω κόσμο με την "υποχρέωση", να γράψουν μιά ιστορία. Μόνο οι οργανωτές έχουν ονόματα στο βιβλίο, οι υπόλοιποι ακούν σε παρατσούκλια όπως, Αδελφή Αυτοδικία, Άγιος Σπλαχνικός, Συντρόφισσα Οξύθυμη κ.ο.κ. Κατα τη διάρκεια του εγκλεισμού τους, οι επίδοξοι συγγραφείς αρχίζουν και σαλτάρουν, κάνοντας κλίκες, σκοτώνοντας ο ένας τον άλλον, αυτοτραυματίζονται, χαπακώνονται, κάποιοι από αυτούς πεθαίνουν και οι υπόλοιποι τους τρώνε αφού τους ψήνουν σε φούρνους μικροκυμάτων – προσπαθούν να βγουν από εκεί μέσα αλλά δεν μπορούν, οπότε περιμένουν είτε να βρεθεί κάποιος να τους σώσει, είτε να περάσει το απαραίτητο διάστημα (3 μήνες) του εγκλεισμού τους. Πλησιάζοντας προς το τέλος, ο ρυθμός εντείνεται αλλά και η αφήγηση γίνεται όλο και πιό σκληρή, όλο και πιό παράλογη.

Η βασική επιρροή του βιβλίου έρχεται από μιά μεγαλειώδη στιγμή στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Την συνάντηση στην Βίλα Ντιοντάτι, μιά έπαυλη στις όχθες της λίμνης της Γενεύης που στις αρχές του 19ου αιώνα (το καλοκαίρι του 1816), μαζεύτηκαν ο Λόρδος Βύρων, ο Σέλλεϋ και η σύζυγός του Μαίρη, ο γιατρός Πολιντόρι, η ερωμένη του Βύρωνα Κλαιρ Κλέρμοντ και ο συγγραφέας της έξοχης γκόθικ νουβέλας «Καλόγερος» Μάθιου Λιούις. Πέραν της «πιπεράτης» υφής της συγκέντρωσης γιά τον τύπο της εποχής, που οργίασε φανταζόμενος ότι εκεί μέσα γινότανε της μουρλής (όχι ότι δεν έγινε), το ιδιότυπο αυτό κοινόβιο προσέφερε στην λογοτεχνική σκηνή δύο αριστουργήματα, τον «Φρανκεστάϊν» της Μαίρης Σέλλευ και το διήγημα «Βαμπίρ» που τότε αποδόθηκε στον Βύρωνα αλλά στην πραγματικότητα ο συγγραφέας του ήταν,ο Πολιντόρι.

Οι ιστορίες (23) και τα ποιήματα (21),που γράφουν οι wannabe συγγραφείς δεν έχουν κανένα στοιχείο ομοιότητας μεταξύ τους, σε σημείο να αναρωτιέσαι γιατί το βιβλίο θεωρείται μυθιστόρημα και όχι συλλογή διηγημάτων. Η δομή του θυμίζει περισσότερο ταινίες τύπου ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ του Ρ.Άλτμαν που βασίστηκαν σε διηγήματα του εξαίσιου Κάρβερ ή κάτι παρόμοιο τέλος πάντων. Κάποιες από τις ιστορίες είναι αξιόλογες, κάνα-δυό είναι υπέροχες αν και στο τέλος σου μένει μιά πικρή γεύση που αφήνει η αισθητική του Palahniuk ως συγγραφέα, πολύ γκροτέσκα γιά τα γούστα μου– μιά αισθητική της βίας και του σαδομαζοχισμού χωρίς όρια που ισορροπεί μεταξύ σπλάτερ και γελοιογραφίας.Τρόμος δεν υπάρχει, ούτε φοβερό σασπένς, απλά αρκετή περιέργεια γιά να δεις που θα το πάει στο τέλος – αυτό δηλαδή που κράτησε κι εμένα.

Σε ποιούς θα αρέσει το βιβλίο; Μάλλον στους οπαδούς του J.G.Ballard ,αν θυμηθούμε το CRASH του,που γύρισε ταινία ο Κρόνεμπεργκ, μιλούσε γιά την «απόλαυση του πόνου» ως φιλοσοφία. Θ’αρέσει επίσης σ’αυτούς που αρέσκονται στον Μπάροους και στην ωμή βία του Μπρετ Ηστον Έλλις. Εγώ, συγγνώμη αλλά την πήρα την δόση μου, δεν θέλω άλλο, ευχαριστώ...

«...Ένας άλλος φίλος μου,ένας παλιός συμμαθητής,έχει έναν μεγαλύτερο αδελφό στο ναυτικό,ο οποίος λέει ότι οι άντρες στη Μέση Ανατολή τον παίζουν με διαφορετικό τρόπο από εμάς. Ο αδελφός του φίλου μου είχε τοποθετηθεί σε κάποια υπανάπτυκτη αραβική χώρα,κι εκεί στη λαϊκή αγορά, πουλάνε κάτι αντικείμενα που μοιάζουν με περίεργους χαρτοκόπτες. Καθένα από αυτά τα παράξενα εργαλεία αποτελείται από μια λεπτή ράβδο από καλογυαλισμένο μπρούτζο ή ασήμι, μεγάλη όσο μια παλάμη περίπου, και στη μία άκρη υπάρχει είτε μιά μεγάλη μεταλλική μπίλια είτε μιά περίτεχνα σκαλισμένη λαβή σπαθιού. Και το ναυτάκι, ο αδελφός του φίλου μου, λέει ότι εκείνοι οι τύποι, οι Αραβες, τον ψιλοπαίζουν γιά να καυλώσουν κι έπειτα χώνουν μες στην ψωλή τους ολόκληρη τη μεταλλική ράβδο που λέγαμε. Και μετά μαλακίζονται, με τη ράβδο μές στην ουρήθρα του, κι ο οργασμός τους είναι πολύ καλύτερος. Πολύ πιό έντονος.
...Μετά από ολα αυτά,ο μικρός αδελφός, μιά μέρα δεν εμφανίζεται στο σχολείο.Το ίδιο βράδυ με παίρνει στο τηλέφωνο και με ρωτάει αν θα μπορούσα να του μαζεύω τις ασκήσεις που θα μας δίνουν για το σπίτι οι καθηγητές τις επόμενες δύο εβδομάδες.Γιατί είναι στο νοσοκομείο.
...Στο τηλέφωνο, εκείνο το παιδί μου λέει ότι την προηγουμένη ήταν απλώς λιγάκι μαστουρωμένος. Στο σπίτι, στο δωμάτιο του, αραχτός στο κρεβάτι. Είχε ανάψει ένα κερί, ξεφύλλιζε κάτι χιλιοδιαβασμένες τσόντες και ετοιμαζόταν να τον κουδουνίσει. Όλα αυτά αφού είχε μιλήσει με τον αδελφό του. Αφού είχε μάθει εκείνο το χρήσιμο αραβικό κόλπο γιά τη μαλακία. Το παιδί κοιτάζει γύρω του, γιά να βρει κάτι κατάλληλο. Το στιλό παραείναι χοντρό. Το μολύβι παραείναι χοντρό, κι έχει και πολλές γωνίες. Αλλά να που το λιωμένο κερί έσταζε στο πλάι, κι έχει σχηματίσει μια λεία, λεπτή, στερεοποιημένη στήλη κεριού, που ίσως και να είναι ότι πρέπει. Με το ακροδάχτυλό του, ο φίλος μου ξεκολλάει τη λεπτή στήλη από το σώμα του κεριού.Την πλάθει λίγο με τις παλάμες του, για να την κάνει ακόμα πιό λεία. Πιό μακριά και λεία και λεπτή.
Μαστουρωμένος και καυλωμένος, τη χώνει βαθια, όλο και πιό βαθια στο άνοιγμα της ουρήθρας του. Κι ενώ ένα σεβαστό μέρος της κέρινης στήλης εξέχει από τη σχισμή, ο φίλος μου ξεκινάει το θεάρεστο έργο του.
Ακόμα και σήμερα αν τον ρωτήσεις, θα σου πει ότι εκείνοι οι Άραβες είναι πολύ έξυπνοι. Έδωσαν μιά εντελώς νέα διάσταση στη μαλακία. Ανάσκελα στο κρεβάτι, κι ενώ τα πράγματα πάνε πολύ καλά, ξεχνάει εντελώς το κερί. Θέλει μια δυο ακόμα για να αρχίσει το σοβάτισμα, όταν συνειδητοποιεί ότι η στήλη του κεριού δεν εξέχει πλέον.
Εκείνη η λεπτή κέρινη στήλη, έχει χωθεί μέσα. Ολόκληρη. Τόσο βαθιά, που ούτε καν τη νιώθει κατά μήκος της ουρήθρας του.
...Μετά το φαγητό όμως, τον φίλο μου αρχίζουν να τον πονάνε τα σωθικά του. Κερί είναι, είχε σκεφτεί – και είχε πιστέψει ότι θά’λιωνε μέσα του κι ότι θα το’βγαζε με το κατούρημα. Μα τώρα πονάει και η μέση του. Και τα νεφρά του. Δεν μπορεί να σταθεί όρθιος.
Οι ακτινογραφίες αποκαλύπτουν την αλήθεια: κάτι μακρύ και λεπτό, διπλωμένο στη μέση μέσα στην ουροδόχο κύστη του. Ένα μεγάλο,λεπτό V μέσα του, στο οποίο επικάθονται όλα τα άλατα των ούρων του. Μεγαλώνει και γίνεται όλο και πιό τραχύ, καλυμμένο ολοκληρωτικά από κρυστάλλους ασβεστίου, κουνιέται πέρα δώθε, ξεσκίζει τον μαλακό ιστό της κύστης του, εμποδίζει τα ούρα να ανεβούν προς την ουρήθρα. Τα νεφρά του βουλωμένα. Και οι λιγοστές σταγόνες ούρων που καταφέρνουν να βγουν, είναι κόκκινες από το αίμα..
Εκείνο το παιδί λοιπόν, καθώς οι γονείς του και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του κοιτάνε την ακτινογραφία, οι γιατροί και οι νοσοκόμες στέκονται παραδίπλα κι εκείνο το μεγάλο κέρινο V ξεχωρίζει ολόλευκο και το βλέπουν όλοι, αναγκάζεται να τους πει την αλήθεια. Για τον τρόπο που μαλακίζονται οι Άραβες. Γιά το κόλπο που του ‘γραψε σ ένα γράμμα ο μεγάλος του αδελφός,αυτός που είναι στο ναυτικό.
Κι εκείνη τη στιγμή στο τηλέφωνο, βάζει τα κλάματα.»
 
Τρίτη, Ιανουαρίου 20, 2009
posted by Librofilo at Τρίτη, Ιανουαρίου 20, 2009 | Permalink
Μιά διαφορετική "θεωρία"
«Είναι περίεργο, αλλά μπροστά σε αυτήν την ρευστή ή αέρινη μαγεία, ποτέ δεν μου έτυχε να λυπηθώ για την ανθρώπινη απουσία»
Σ. Μπωντλαίρ


Γοητευτικότατο και εξόχως ελκυστικό το μυθιστόρημα του Γάλλου συγγραφέα Stephan Audeguy, «Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΝΕΦΩΝ», (Εκδ.ΚΟΑΝ, σελ.306 , μετάφρ. Μ.Πατεράκη - Γαρέφη). Μιά παράξενη ιστορία που περικλείει και άλλες ιστορίες, με ασυνήθιστους πρωταγωνιστές σε Μουρακαμικό ύφος που εκτυλίσσεται νωχελικά, σχεδόν υπνωτιστικά παρασέρνοντας τον αναγνώστη σε ένα διανοητικό παιχνίδι, θυμίζοντας κάπου το ωραίο μυθιστόρημα του Κέλμαν, «Η μέτρηση του κόσμου» ενώ μέσα στην αφήγηση παρεμβάλλονται σκηνές αντάξιες ενός Κόνραντ, ενός Στήβενσον.

Μείγμα ιστορίας και μυθοπλασίας αυτό το ιδιόμορφο μυθιστόρημα τοποθετείται χρονικά στο παρόν, όπου ένας Ίάπωνας γκραν μετρ της μόδας, ο Ακίρα Κούμο, ο οποίος ζει στο Παρίσι, λίγο προτού αποσυρθεί αποφασίζει να αναθέσει σε μιά νεαρή βιβλιοθηκάριο την ταξινόμηση της απέραντης βιβλιοθήκης του. Θέμα της βιβλιοθήκης: ότι έχει γραφτεί γιά τα σύννεφα από τις αρχές του 19ου αιώνα. Ο Ακίρα Κούμο έλκεται από την μοναχική Βιργινία Λατούρ,την βιβλιοθηκάριο και θεωρεί σκόπιμο να την μυήσει στα μυστικά των νεφών χωρίς να βιάζεται ιδιαίτερα γιά την ολοκλήρωση της βιβλιοθήκης του. Περισσότερο τον ενδιαφέρει να της περιγράψει τον παράξενο κόσμο που έχει πλάσει και μέσα στον οποίο ζει.

Σε πρώτο επίπεδο λοιπόν διαβάζουμε την γοητευτική ιστορία τριών πολύ παράξενων ανθρώπων, του Κουακέρου Λουκά Χάουαρντ (ο μόνος που πραγματικά υπήρξε αφού οι υπόλοιποι είναι μυθοπλαστικοί χαρακτήρες),ο οποίος πρώτος επινόησε τα ονόματα που χρησιμοποιούνται ακόμα και στις μέρες μας γιά τις μεταλαγές των νεφών δημοσιεύοντας μάλιστα και την μοναδική διάλεξη που έδωσε γιά το θέμα προτού ασχοληθεί με τα Θεία. Του ζωγράφου Καρμάϊκελ που το 1812 άρχισε να ζωγραφίζει σύννεφα, μόνον σύννεφα...Βασικά τον άνεμο προσπαθούσε να «αιχμαλωτίσει» στους πίνακές του αλλά πως να ζωγραφίσεις τον άνεμο;Ο ζωγράφος παρατηρώντας τους άπειρους σχηματισμούς των νεφών παραφρονεί και αυτοκτονεί μαζί με την σύζυγό του.Και τέλος του Ρίτσαρντ Αμπερκρόμπυ ενός από τους σκαπανείς της επιστημονικής Μετεωρολογίας, του οποίου το μοναδικό και πρωτότυπο αντίτυπο από το έργο ζωής του που αποκαλείται «Πρωτόκολο Αμπερκρόμπυ» είναι το αντικείμενο του πόθου του εκκεντρικού συλλέκτη Ακίρα Κούμο.

Σε δεύτερο επίπεδο παρακολουθούμε την παράξενη ιστορία του Ιάπωνα σχεδιαστή. Διατείνεται ότι γεννήθηκε στην Χιροσίμα το 1946, αλλά στην πραγματικότητα γεννήθηκε μερικά χρόνια πριν και ως εκ θαύματος σώθηκε από τον βομβαρδισμό και την ολοκληρωτική καταστροφή της πόλης.Η μνήμη του είχε χαθεί από το σοκ και χάρις σε κάτι έγγραφα που πρέπει να βρει γιά φορολογικούς λόγους μαθαίνει την πραγματική του ηλικία και τότε θυμάται- και αυτά που θυμάται δεν είναι καθόλου,μα καθόλου ευχάριστα...

Από την μέση του βιβλίου , ο ρυθμός αλλάζει αφού πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιστορία παίζει η προσπάθεια του Ακίρα Κούμο να εξασφαλίσει το περίφημο «Πρωτόκολο». Μαθαίνει ότι η μοναδική κληρονόμος του Ρ.Αμπερκρόμπυ πεθαίνει οπότε στέλνει την Βιργινία Λατούρ να αγοράσει με οποιοδήποτε κόστος το «Πρωτόκολο». Εκείνη βρίσκει επιτέλους ένα νόημα στη ζωή της και οι καταστάσεις που θα συναντήσει στο Λονδίνο θα της αλλάξουν την ζωή. Ο Ακίρα Κούμο προτού πεθάνει έχει βρει τον διάδοχό του, έχει κινήσει τα νήματα σαν μικρός Θεός...

Το βιβλίο θα μπορούσε να είναι και μιά διαφορετική, λίγο πειραγμένη ιστορία της Μετεωρολογίας. Μιά επιστήμη που σιγά-σιγά μετά τις ήττες του Ναπολέοντα σε Ρωσία και Βατερλώ και τις διάφορες καταστροφές κυρίως στις θαλάσσιες μεταφορές έγινε αναγκαιότητα. Ο συγγραφέας (μέσα από τις διηγήσεις του Ακίρα Κούμο) περιγράφει τις πρώτες κόντρες και τις πρώτες επιστημονικές εισηγήσεις. Βέβαια όλα αυτά χρησιμεύουν ως αφορμή γιά να φτιάξει έναν εκπληκτικό χαρακτήρα στο πρόσωπο του Ρίτσαρντ Αμπερκρόμπυ, ο οποίος γιά να αποδείξει την θεωρία του,οτι τα σύννεφα αποκλείεται να είναι ίδια και απαράλλακτα σε όλον τον πλανήτη (όπως και το ανθρώπινο είδος) αποφασίζει να κάνει τον γύρο του κόσμου.Είναι ήδη καταξιωμένος στον χώρο του και τα έργα του διάσημα και πρωτοπόρα. Όταν επιστρέψει μετά από τέσσερα χρόνια δεν θα δημοσιεύσει παρά λίγες φωτογραφίες από τα ταξίδια του και μετά θα αποσυρθεί.Μυστήριο καλύπτει τον μεγάλο αδημοσίευτο τόμο – το «Πρωτόκολο Αμπερκρόμπυ», με την δουλειά του σε αυτήν την περιπλάνηση. Το μόνο που γνωρίζει ο Ακίρα Κούμο είναι ότι το πλέον ενδιαφέρον του στοιχείο είναι κάποιες φωτογραφίες αιδοίων από μπουρδέλα της εποχής...

Το σεξ λοιπόν κυριαρχεί στο δεύτερο μισό του βιβλίου. Ο πιονέρος της Μετεωρολογίας γνωρίζει τον σαρκικό έρωτα, η Βιργινία βρίσκει επιτέλους τον ιδανικό σεξουαλικό παρτενέρ και ο Ακίρα Κούμο όλο και πιό ασυνάρτητος στις διηγήσεις του έλκεται από την αύρα της γραμματέως του ενώ το τέλος του πλησιάζει και η προσωπική του ιστορία γίνεται όλο και πιό συναρπαστική.

Ο Audeguy έγραψε ένα χαοτικό μυθιστόρημα όπου όμως η ατμόσφαιρα του είναι τέτοια που παρ’ότι το καταλαβαίνεις ότι δεν υπάρχει συνοχή και οι απορίες που δημιουργούνται είναι περισσότερες από τις ιστορίες που διαβάζεις και όπου η μία ιστορία μοιάζει σαν να εμπεριέχει την άλλη, η γοητεία που σου ασκεί είναι τέτοια ώστε να μη μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου. Παράξενο βιβλίο, που σε ταξιδεύει μαζί με τα σύννεφα του – διασκεδαστικό παρά την βία και τους θανάτους που το περιβάλλουν με αριστουργηματικούς χαρακτήρες οι οποίοι παρά την κάποια ψυχρότητα και αποστασιοποίηση που αναδίδουν προκαλούν τον αναγνώστη να βρει trivia, να το ψάξει λίγο παραπάνω...

«Πρέπει να είσαι κάπως άφρων, λέει ο Ακίρα Κούμο στην Βιργινία, για να ενδιαφερθείς γιά τα σύννεφα, άφρων και πολύ ισχυρογνώμων. Για την πλειονότητα των ανθρώπων που διαθέτουν τον κοινό νου, τα σύννεφα είναι εκεί. Τελεία και παύλα. Τι άλλο να πεις; Είναι μέρος του σκηνικού. Δεν συντρέχει λόγος να τους αφιερώσεις ιδιαίτερη προσοχή. Για την πλειονότητα των ανθρώπων, τα σύννεφα δεν έχουν τίποτα περίεργο, δεν έχουν τίποτα να δώσουν – εκτός φυσικά από νερό, υπό διάφορες μορφές. Οι άνθρωποι κοιτάζουν τα σύννεφα μόνον όταν παραμονεύουν την βροχή, είτε γιατί την περιμένουν με πυρετώδη ανυπομονησία, είτε γιατί την φοβούνται ως καταστροφή. Οι πρόοδοι του δυτικού πολιτισμού τους απομάκρυναν ακόμη περισσότερο από την παρατήρηση του ουρανού – στον δυτικό κόσμο οι άνθρωποι συμβουλεύονται το ραδιόφωνο ή την τηλεόρασή τους γιά να ξέρουν πως να ντυθούν. Σπανίως τους αγγίζει η ομορφιά των νεφών ως απόλυτο μέγεθος. Κάτι τέτοιο συμβαίνει όταν, λόγου χάριν, ο ουρανός είναι γαλάζιος και εκείνοι, ξαπλωμένοι στην χλόη ενός πάρκου, τέλειωσαν το κολατσιό τους και έγειραν προς τα πίσω- τότε κοιτάζουν τα σύννεφα να περνούν και, ενόσω χωνεύουν, φευγαλέα τα θαυμάζουν. Δεν σκέφτονται τίποτα. Και δεν έχουν απαραιτήτως άδικο. Η όποια σκέψη κρύβει μέσα της μιά μορφή αφροσύνης – και άρα τον πόθο να καταλάβουμε τα σύννεφα.»
 
Πέμπτη, Ιανουαρίου 15, 2009
posted by Librofilo at Πέμπτη, Ιανουαρίου 15, 2009 | Permalink
Δακρυσμένη Μικρασία
Η Μικρασιατική καταστροφή του 1922, είναι ένα θέμα που όσα χρόνια κι αν περάσουν δεν θα σταματήσει να αγγίζει το συναίσθημα των Ελλήνων. Μαζί με την πτώση της Πόλης το 1453, τα δύο αυτά γεγονότα αποτελούν τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις (ή και τραγωδίες), του Ελληνικού Έθνους. Τα τελευταία χρόνια εκδίδονται πολλά βιβλία που εξετάζουν το θέμα της καταστροφής της Σμύρνης και γενικότερα της Μικρασιατικής εκστρατείας πολυεπίπεδα χωρίς να στέκονται τόσο πολύ στις συγκεκριμένες ημέρες του χαμού και της φυγής του πληθυσμού που έτσι κι αλλιώς προκαλεί συγκίνηση αλλά αναλύοντας τα γεγονότα με ψυχραιμία και χωρίς "πατριωτικές κορόνες" βοηθώντας στην πληρέστερη κατανόηση των δραματικών γεγονότων.

Η «ΔΑΚΡΥΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑ» του δημοσιογράφου και συγγραφέα ΒΑΣΙΛΗ ΤΖΑΝΑΚΑΡΗ (Εκδ. Μεταίχμιο, σελ.745) είναι ένα "διαφορετικό" ιστορικό βιβλίο. Η γοητεία του οφείλεται εν πολλοίς στον ζωντανό και «παλλόμενο» από συναίσθημα λόγο του συγγραφέα, ο οποίος μας προσφέρει ουσιαστικά μιά ιστορική και λαογραφική μελέτη της εποχής. Το βιβλίο καλύπτει μιά περίοδο τριών χρόνων και κάτι ξεκινώντας από την Σύνοδο του Παρισιού το 1919 και τελειώνοντας με την εκτέλεση των Έξι τον χειμώνα του 1922.

Το τι έγινε τότε σε γενικές γραμμές είναι γνωστό στους περισσότερους. Ο Τζανακάρης στο βιβλίο του διατρέχει τα γεγονότα με δημοσιογραφική ακρίβεια αλλά στέκεται κυρίως στην κοινωνική καταγραφή τους. Περιγράφει την κατάσταση στην Σμύρνη, την ζωή εκεί, τις μάχες και τις στρατηγικές αλλά ταυτόχρονα περιγράφει τι συνέβαινε το ίδιο διάστημα στην Αθήνα, είτε στην πολιτική σκηνή είτε στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Δημοσιεύει άρθρα απο εφημερίδες της εποχής γιά την κοσμική ζωή, την καθημερινότητα (τι απασχολούσε λίγο-πολύ την κοινωνία της εποχής), τις πολιτικές διαμάχες. Δημοσιεύει γράμματα στρατιωτών από το μέτωπο (σπαρακτικά τα περισσότερα), διαφημίσεις ταινιών και θεατρικών παραστάσεων. Όλα αυτά με μυθιστορηματικό στυλ και με έξοχη αίσθηση του ρυθμού που κάνει το βιβλίο συναρπαστικό σε σημείο να ξεχνάς ότι «γνωρίζεις» τα γεγονότα και να αγωνιάς γιά την έκβαση του πολέμου. Εμπλουτισμένο με ανέκδοτες φωτογραφίες του Σερραίου φωτογράφου Σ.Σεραφείμ το βιβλίο είναι ένα σχεδόν πλήρες χρονικό της εποχής που δεν διέφερε τόσο πολύ όσο φανταζόμαστε από την δική μας.

Ο συγγραφέας έχει άποψη, παίρνει θέση, δεν περιγράφει απλώς αλλά συμπάσχει με το δράμα. Περισσότερο τον ενδιαφέρει ο απλός άνθρωπος, ο απλός φαντάρος, ο απλός οικογενειάρχης που ήταν (είναι) το πραγματικό θύμα των γεγονότων.
«Οι περισσότεροι από τους στρατιώτες της Μικρασιατικής Εκστρατείας δεν είχαν προλάβει καλά καλά να ζήσουν ούτε την εποχή τους, ούτε την καθημερινότητα. Όχι δεν είχαν προλάβει, δεν τους είχε αφήσει ο πόλεμος. Γιά τους έλληνες στρατιώτες ο πόλεμος αυτός, εκτός του ότι ήταν επίπονος, κρατούσε και χρόνια. Η Ελλάδα πολεμούσε από το 1912. Πολλοί από τους αξιωματικούς της από το 1897. Στο ιδεολογικό επίπεδο τα πράγματα έδειχναν χαοτικά. Σχεδόν οι μισοί ήταν με τον «πατέρα της φυλής» Βενιζέλο, και οι άλλοι μισοί με τον «κουμπάρο» Κωνσταντίνο. Αυτό ήταν το ιδεολογικοπολιτικό τους υπόβαθρο.
...Από τις συνεχείς κακουχίες του πολέμου και την κακή διατροφή πολλοί είχαν γεράσει πριν την ώρα τους. Το δέρμα τους είχε μαυρίσει, αλλού τσίτωνε, αλλού έφτιαχνε ρυτίδες. Το κορμί τους είχε λιγνέψει.
Η σκέψη των δικών τους ήταν ότι χειρότερο.»


Λάθη, ατελείωτη σειρά λαθών και εγωισμών , ενεργειών χωρίς λογική είτε από τη μιά, είτε από την άλλη πλευρά (Βενιζελικοί / Φιλοβασιλικοί) οδήγησαν με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή. Άνθρωποι ανίκανοι βρέθηκαν σε καίριες θέσεις είτε από συμπτώσεις, είτε από ικανότητα στην «αναρρίχηση» και διαχειρίστηκαν τις τύχες εκατομμυρίων συμπολιτών τους. Μιά χώρα «προτεκτοράτο» κανονικό, να άγεται και να φέρεται από τις διαθέσεις των «Μεγάλων Δυνάμεων». Και ένας λαός (μέσα στο μαύρο σκοτάδι από την απουσία ενημέρωσης από τις εφημερίδες της εποχής αλλά και) τελείως ανώριμος όπως πάντα σχεδον στην ιστορία του τόπου, από τη μιά να κατακρημνίζει τον Βενιζέλο μαυρίζοντας τον στις εκλογές του 1920, και από την άλλη απαιτώντας (καθοδηγούμενοι από την υστερία του Tύπου,as usual) μετά την καταστροφή την άμεση τιμωρία των πολιτικών (που οι ίδιοι είχαν ψηφίσει με συντριπτικά ποσοστά) και οδηγώντας τους έτσι στην πιό μαύρη σελίδα της πολιτικής ιστορίας του τόπου,την Δίκη των Έξι.

Ο Τζανακάρης λεπτομερώς και με γλαφυρό τρόπο περιγράφει τις παρασκηνιακές διαμάχες στην Ευρώπη γιά την Μικρασιατική Εκστρατεία, τα διλήμματα του Βενιζέλου και την επιλογή του να «αφήσει» την υπόθεση της Κων/λης .Περιγράφει την ατέρμονη περιπλάνηση του Γούναρη στην Ευρώπη γιά την εύρεση λύσης στο Μικρασιατικό και το «φτύσιμο» των πρώην Συμμάχων. Την ανικανότητα των στρατιωτικών και τις απάνθρωπες συνθήκες που βίωναν οι φαντάροι πορευόμενοι προς την Άγκυρα υπακούοντας στην «έκρηξη μεγαλείου» του Κωνσταντίνου. Περιγράφει τις εφιαλτικές σκηνές της κατάρρευσης του μετώπου (εν μία νυχτί κυριολεκτικά) και τις κτηνωδίες (και από τις δύο πλευρές) που επακολούθησαν, ενώ (όσο και να πονάει) δεν αφήνει αναπάντητο το ερώτημα:Γιατί φέρθηκαν έτσι οι Τούρκοι, με τόσο μίσος και με τόση βία...

Δεν καταπιάνεται ιδιαίτερα με το θέμα των προσφύγων (ίσως αποτελέσει το θέμα ενός άλλου βιβλίου του), τι συνθήκες βρήκαν αυτοί οι άνθρωποι φτάνοντας στον Πειραιά ή στην Θεσσαλονίκη αλλά το θίγει με ιδιαίτερα παραστατικό τρόπο δίνοντας παραδείγματα ανθρώπων που έφτασαν στο έσχατο στάδιο εξευτελισμού γιά ένα κομμάτι φαί στο λιμάνι του Πειραιά ή στο πως ορισμένοι επιτήδειοι «έσωσαν» κορίτσια οδηγώντας τα σε πορνεία ή πως κάποιοι «φιλεύσπλαχνοι» μεγαλοαστοί βρήκαν υπηρέτριες χωρίς κόπο...

Χρησιμοποιώντας με δημιουργικό τρόπο το αρχείο των εφημερίδων της εποχής, ο Τζανακάρης ενσωματώνει με σοφό τρόπο άρθρα, κείμενα, απόψεις αλλά και γράμματα στρατιωτών από το μέτωπο, που ορισμένα είναι πραγματικά διαμάντια, όπως αυτό που παραθέτω,γραμμένο από κάποιον άτυχο κληρωτό ονόματι Ε.Ευταξία, το οποίο περιγράφει λιτά και σπαρακτικά την ατμόσφαιρα και το ηθικό των ανθρώπων που βρισκόταν στην πρώτη γραμμή και το τι πραγματικά τους απασχολούσε. Διαβάζοντας επιστολές σαν κι’αυτήν (που θα μπορούσε να έχει γραφτεί και μετά από 20 χρόνια στο Αλβανικό μέτωπο ή και τώρα σε κάποιο μέτωπο,κάπου στη γη) συνειδητοποιείς τον παραλογισμό πίσω από κάθε πόλεμο και το «μάταιο» της κάθε «εκστρατείας» όπως και να την ονομάζουν.

«Τυγχάνω κληρωτός του 1916 και προστάτης οικογενείας, αποτελουμένης εκ της μητρός μου και των δύο ανηλίκων αδελφών μου. Υπηρετώ από τον Σεπτέμβριο του 1917 συνεχώς εις το μέτωπον. Σημειωτέον ότι καθ’όλον το διάστημα τούτο δεν έλαβον άδειαν καθόλου. Πριν φύγω από το σπίτι μου, άφησα εις την μητέρα μου ολίγον χρηματικόν ποσόν το οποίον είχα εξοικονομήσει από τας εργασίας μου. Αλλά τι να σου κάνουν 500-1000 δρχ. γιά πέντε έτη; Ούτε γιά πιπέρι δεν φθάνουν, όχι για άλλα έξοδα. Η κυβέρνησις έδινε επίδομα, αλλά μέχρι στιγμής η οικογένειά μου δεν έχει λάβει τοιούτον λόγω της προφάσεως του Προέδρου του χωριού μου ότι είμαι λιποτάκτης. Έστειλα πιστοποιητικόν, αλλά εις μάτην. Τέλος η μητέρα μου για να μη πεθάνη, με τα παιδιά της πείνας, παρεκάλεσε τον εκεί αλευρέμπορον να της δώση άλευρον επί πιστώσει. Και εδέχθη ούτος. Αλλά, όταν εμαζεύτηκαν 300 δραχμές, της εζήτησε το σπίτι ενέχυρον, άλλως δεν θα της έδινεν άλλο πλέον. Δηλαδή ο καβγάς για το πάπλωμα ήταν. Προκειμένου να πεθάνη της πείνας, έβαλε το σπίτι ενέχυρον με την ελπίδα πάντως ότι γρήγορα θα απολυθώ και θα το ξεχρεώσω. Επέρασαν από τότε δύο χρόνια, και όχι μόνον δεν απελύθην, αλλά ούτε και διήμερον άδειαν δεν επήρα. Το χρέος ανέβαινε και τόκοι προς 24% ηύξανον. Σήμερον δε που γράφω έλαβον επιστολήν από την μητέρα μου η οποία μου γράφει ότι το σπίτι βγήκε στην δημοπρασίαν. Το χείριστον όμως είναι το εξής: Τώρα τελευταίως η μητέρα μου έκρινε καλόν να στείλη την μίαν των αδελφών μου ως υπηρέτριαν εις τινα προύχοντα του Βόλου. Ο εν λόγω πλούσιος είχε δύο υιούς των οποίων ο εις ετύγχανε κληρωτός του ’15, αλλά λόγω του δαπανηθέντος χρήματος κατάφερε να βγη βοηθητικός χωρίς να έχη το παραμικρόν και να παραμείνη εις το εσωτερικόν. Ο δεύτερος υιός του ήτο κληρωτός του ’17, απηλλάγη εντελώς και παρέμεινε σπίτι του. Τέλος, ούτος κατώρθωσε δια παντοίων μέσων και υποσχέσεων να ατιμάση την αδελφήν μου, υποσχεθείς συνάμα και γάμον. Μετ’ολίγας ημέρας η αδελφή μου ηναγκάσθη να διαμαρτυρηθή, αλλ’όταν ο κύριός της άκουσε τα συμβαίνοντα την απέπεμψεν κακήν κακώς, δωροδοκήσας δια χρημάτων ιατρούς,αστυνομία κλπ.
Με αγάπη
Ε.Ευταξίας»
 
Δευτέρα, Ιανουαρίου 12, 2009
posted by Librofilo at Δευτέρα, Ιανουαρίου 12, 2009 | Permalink
Αλλαγές
Λίγοι μπορούν να διαφωνήσουν στο γεγονός ότι το ΒΑΛΣ ΜΕ ΤΟΝ ΜΠΑΣΙΡ είναι μιά συγκλονιστική ταινία που μάλλον θα σημαδέψει την φετεινή κινηματογραφική χρονιά. Το φιλμ είναι ντοκυμαντέρ με animated μορφή. Ο Ισραηλινός σκηνοθέτης Α.Φόλμαν «ξορκίζει» τα φαντάσματα του από τις σφαγές στα Παλεστινιακά στρατόπεδα προσφύγων Σάμπρα και Σατίλα στον Λίβανο κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου.

Από την πρώτη σκηνή της ταινίας, με τα άγρια σκυλιά να τρέχουν λες και θα βουτήξουν μέσα από την οθόνη, μέχρι την τελευταία με εικόνες επικαίρων από την επόμενη μέρα της σφαγής, ο θεατής βρίσκεται σε μιά πρωτοφανή ένταση και συμπάσχει με τον σκηνοθέτη/πρωταγωνιστή της ταινίας, ο οποίος προσπαθεί να «γεμίσει» το κενό μνήμης που έχει από τα γεγονότα στα οποία όσοι ρωτάει τον διαβεβαιώνουν ότι ήταν παρών. Η μνήμη του έχει απωθήσει τις σκηνές φρίκης που βίωσε υπηρετώντας δεκαενιά χρονών παιδί στον στρατό του Ισραήλ κατά την διάρκεια της επέμβασης στον Λίβανο το 1982. Σιγά-σιγά θα θυμηθεί κι εμείς μαζί του θα βιώσουμε τον τρόμο,τον φόβο του απλού ανθρώπου που γίνεται έρμαιο των γεγονότων και με αποκορύφωμα την εκπληκτική σκηνή όπου ο τρελλαμένος φαντάρος χορεύει ένα βαλς του θανάτου, κάτω από την αφίσα του Μπασίρ Τζεμαγέλ (Πρόεδρος του Λιβάνου, του οποίου η δολοφονία το 1982 προκάλεσε τις σφαγές στα Παλαιστινιακά στρατόπεδα από τους Φαλαγγίτες υπό την ανοχή των Ισραηλινών δυνάμεων), πυροβολώντας συνεχώς και κάτω από τα έκπληκτα βλέμματα συντρόφων και αντιπάλων σε συνδιασμό με την δυναμική και έξοχη μουσική του Μαξ Ρίχτερ.

Η ταινία πήρε ήδη Χρυσή Σφαίρα, μάλλον θα πάρει και κάποιο Όσκαρ αλλά τι σημασία έχει. Απλά και μόνο ότι υπάρχει ένα έργο τέχνης να μας τραβήξει απ’το μανίκι είναι από μόνο του σημαντικό.


______________________________________________________________

Διάβασα την έρευνα των Νέων / Ταχυδρόμου γιά τα 10 σημαντικότερα βιβλία που έχουν διαβάσει 60 Έλληνες λογοτέχνες. Η έρευνα έγινε με σκοπό την κατάρτιση μιάς λίστας με τα 100 βιβλία που σημάδεψαν τους "σημαντικότερους" Έλληνες δημιουργούς - προσοχή,όχι τα καλύτερα βιβλία που διάβασαν, τουλάχιστον έτσι το κατάλαβα...Πέραν των αποριών που δημιουργούνται γιά την παρουσία κάποιων δημιουργών του 1 βιβλίου και την απουσία κάποιων άλλων πολύ πιό δόκιμων συγγραφέων, δημιουργήθηκε μιά λίστα πολύ σημαντικών βιβλίων ενδεικτική του κλίματος της εποχής και των αναγνώσεων που κυριαρχούν.

Ορισμένες επιλογές ξενίζουν όπως:
Τα Peanuts που επιλέγει ο Α.Δοξιάδης στην λίστα του
Τα Κλασσικά Εικονογραφημένα στην λίστα της Σ.Νικολαϊδου – ποιό όμως ακριβώς,βγήκαν πολλά…
Οι Μικροί Εξερευνητές του Ντίσνεϋ στην λίστα του Σ.Σερέφα...
Το Catch-22 στις επιλογές του Λ.Χρηστίδη...

Βρίσκουμε πολλές λογικότατες επιλογές, όπως του Μ.Πανώριου όπου υπάρχουν αρκετά βιβλία της Λογοτεχνίας του Φανταστικού ή Ε.Φ. αφού με αυτά τα είδη της λογοτεχνίας ασχολείται κυρίως ο πολύ αξιόλογος αυτός δημιουργός, ενώ εάν κοιτάξει κάποιος προσεκτικά τις επιλογές της Ζ.Ζατέλη διαπιστώνει ότι την σημάδεψαν μυθιστορήματα τελείως διαφορετικά από αυτά που γράφει, κάτι που βρίσκω πολύ ενδιαφέρον και πολύ ανθρώπινο.


Υπάρχουν και επιλογές με τις οποίες μένω άφωνος εν τη αγνοία μου όπως του Κων.Καμάρα που εκτός από 3 βιβλία της λίστας του δεν ξέρω κανένα άλλο – και νομίζω μόνο 1 μυθιστόρημα; Μα μυθιστοριογράφος δεν υποτίθεται ότι είναι; Να υποθέσω ότι δεν διαβάζει μυθιστορήματα ή δεν βρήκε κανένα που να τον σημάδεψε στη ζωή του;

Τέλος πάντων γι’αυτή τη λίστα μπορεί κανείς να συζητάει ώρες, απλά να επισημάνω ότι πρίν από δέκα ή είκοσι χρόνια θα υπήρχαν τουλάχιστον 30 βιβλία που θα ήταν διαφορετικά. Οι εποχές αλλάζουν, τα γούστα αλλάζουν και πέραν των κλασσικών επιλογών κάποιοι συγγραφείς που διαβάζονταν μετά μανίας κάποτε, δεν πολυακούγονται τώρα, είναι φυσιολογικό...


_______________________________________________________________


Με το μυθιστόρημα του Π.Μάρκαρη , «ΠΑΛΙΑ,ΠΟΛΥ ΠΑΛΙΑ» αποφάσισα να μην πολυασχοληθώ. Δεν πιστεύω ότι αντιπροσωπεύει το σημαντικό πεζογραφικό του έργο αλλά είναι περισσότερο ένας ωραίος οδηγός της Πόλης γιά ψαροταβέρνες, δερμάτινα, ξεναγήσεις, ωραία ατμόσφαιρα των σοκακιών και των δρόμων, γαστρονομικές παρεμβάσεις και σχόλια γιά την ζωή των ελάχιστων Ρωμιών που διαμένουν στην Κων/λη πλέον. Μιά Πολίτικη Κουζίνα δηλαδή χωρίς τον συναισθηματισμό της ταινίας. Ελάχιστη δράση, υποτυπώδης πλοκή, διάλογοι καφενείου και ο μικροαστός Χαρίτος με ανοιχτό το στόμα μπροστά στην ευγένεια των Τούρκων.

_____________________________________________________________

To blog αλλάζει λίγο, θα συνεχιστούν οι βιβλιοπαρουσιάσεις, αλλά θα μπαίνουν και εμβόλιμα κάποια σκόρπια κείμενα σαν το σημερινό με πράγματα που μου κέντρισαν το ενδιαφέρον.
Μέσα στις αλλαγές θα είναι και η κατάργηση της βαθμολογίας που από καιρό με ενοχλούσε και έδινα δίκιο σε όσους με κατηγορούσαν γιά το «άκομψον» του πράγματος. Επίσης σε ορισμένα ποστς θα επιτρέπονται σχόλια – κάτι που θα γίνει σιγά,σιγά και εν ευθέτω χρόνω...


CHANGES by David Bowie

I still don't know what I was waiting for
And my time was running wild
A million dead-end streets
Every time I thought I'd got it made
It seemed the taste was not so sweet
So I turned myself to face me
But I've never caught a glimpse
Of how the others must see the faker
I'm much too fast to take that test

Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Don't want to be a richer man
Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Just gonna have to be a different man
Time may change me
But I can't trace time

I watch the ripples change their size
But never leave the stream
Of warm impermanence and
So the days float through my eyes
But still the days seem the same
And these children that you spit on
As they try to change their worlds
Are immune to your consultations
They're quite aware of what they're going through

Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Don't tell t hem to grow up and out of it
Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Where's your shame
You've left us up to our necks in it
Time may change me
But you can't trace time

Strange fascination, fascinating me
Changes are taking the pace I'm going through

Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Oh, look out you rock 'n rollers
Ch-ch-ch-ch-Changes
(Turn and face the strain)
Ch-ch-Changes
Pretty soon you're gonna get a little older
Time may change me
But I can't trace time
I said that time may change me
But I can't trace time

 
Παρασκευή, Ιανουαρίου 09, 2009
posted by Librofilo at Παρασκευή, Ιανουαρίου 09, 2009 | Permalink
"Κι ο πεθαμός είν'άλλο απ'ότι ενόμιζε καθένας..."
Ανάμικτα συναισθήματα αφήνει η ανάγνωση του μυθιστορήματος «ΙΔΙΑΙΤΕΡΕΣ ΜΕΡΕΣ» (SPECIMEN DAYS), του βραβευμένου με Πούλιτζερ (γιά το προηγούμενο σούπερ-επιτυχημένο βιβλίο του,τις ΩΡΕΣ) Αμερικανού συγγραφέα Michael Cunningham (Εκδ. Α.Α.Λιβάνη, μετάφρ.Ρ.Λέκκα-Δαντου, σελ.479), (74).


Το βιβλίο έχει την μορφή αυτόνομων ιστοριών με ένα κοινό παρονομαστή που φαίνεται ότι είναι της μόδας τα τελευταία χρόνια και κάπου μοιάζει στην δομή με το υπέροχο μυθιστόρημα Ο ΑΤΛΑΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ του Μίτσελ. Αν θυμηθούμε δε ότι και ΟΙ ΩΡΕΣ με αυτό το στυλ ήταν γραμμένες οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι ο Κάνιγχαμ ακολουθεί μία μανιέρα που αποδεικνύεται πολύ επιτυχημένη άσχετα εάν δεν λειτουργεί πάντα δημιουργικά.

Όπως λοιπόν στις ΩΡΕΣ κεντρικός άξονας του βιβλίου είναι μία μεγάλη λογοτέχνιδα, η Βιρτζίνια Γουλφ,στις ΙΔΙΑΙΤΕΡΕΣ ΜΕΡΕΣ κυρίαρχη μορφή είναι ο Γουόλτ Γουίτμαν. Μάλλον όχι ο ίδιος αλλά η περίφημη ποιητική του σύνθεση Leaves of grass (Φύλλα Χλόης) που κυκλοφόρησε το 1855 και σημάδεψε όχι μόνο την Αμερικάνικη ποίηση αλλά γενικότερα την Αγγλόφωνη λογοτεχνία. Οι ιδέες του Γουίτμαν περί «κυκλικής φύσης της ανθρώπινης ύπαρξης», η αποθέωση της μετεμψύχωσης και της αιώνιας επιστροφής στην ποίηση του που ήταν άκρως αισιόδοξη,ζωντανή και με πίστη και αγάπη στον άνθρωπο σε συνδιασμό με το ότι ήταν ο πρώτος που έγραψε γιά σεξ,ομοφυλοφιλία,τα προβλήματα των μαύρων και των γυναικών στην βικτωριανής ηθικής Αμερική των μέσων του 19ου αιώνα επέδρασαν και λειτούργησαν κατά τέτοιο τρόπο ώστε τα Φύλλα Χλόης να θεωρούνται γιά τους Αμερικανούς ότι θεωρείται η Ιλιάδα και η Οδύσσεια γιά εμάς.

Το μυθιστόρημα χωρίζεται σε τρεις ιστορίες που εκτυλίσσονται σε διαφορετικές εποχές.Υπάρχουν τρεις χαρακτήρες που δεν είναι πάντα απαραίτητα οι πρωταγωνιστές των ιστοριών που εμφανίζονται σε όλες τις ιστορίες ουσιαστικά μετεμψυχωμένοι, ένας άνδρας, μιά γηραιά κυρία και ένα προβληματικό παιδί και οι οποίοι απαγγέλουν σχεδόν αυτόματα στίχους του Γουίτμαν σαν υπνωτισμένοι.

Η πρώτη ιστορία με τίτλο «Μέσα στη μηχανή» που είναι μάλλον η καλύτερη του βιβλίου, διαδραματίζεται σε ένα βιομηχανικό Ντικενσιανό Μανχάταν λίγο πριν το τέλος του 19ου αιώνα όπου μιά προβληματική οικογένεια στα όρια της εξαθλίωσης χάνοντας τον μεγαλύτερο τους γιό, Σάϊμον, σε εργατικό ατύχημα εξαρτά την επιβίωση της από το μικρότερο παιδί τους,τον Λούκας, έναν ψιλοσαλεμένο προβληματικό έφηβο που ερωτεύεται την πόρνη αρραβωνιαστικιά του νεκρού του αδερφού. Πιάνει δουλειά στο ίδιο εργοστάσιο και δουλεύει την ίδια μηχανή που πήρε την ζωή του αδερφού του. Επικοινωνεί με τους πάντες αποκλειστικά με στίχους του Γουίτμαν σαν να βρίσκεται σε μιά κατάσταση υπέρβασης. Πολύ μελοδραματική ιστορία με έντονες σκηνές και με εξαιρετική γκροτέσκα ατμόσφαιρα βιομηχανοποίησης και ανθρώπινης εκμετάλλευσης.

Η δεύτερη ιστορία με τον τίτλο «Η σταυροφορία των παιδιών»,εκτυλίσεται στην Ν.Υόρκη του σήμερα, την φοβισμένη πόλη που βιώνει την μετατρομοκρατική υστερία της 11/9 και κεντρικός χαρακτήρας είναι μία μαύρη ψυχολόγος της αντιτρομοκρατικής ομάδας η Κατ, την οποία στοιχειώνει η ανάμνηση του πεθαμένου γιού της Λουκ και προσπαθεί να χτίσει μιά ερωτική σχέση με έναν νεώτερο της λευκό γιάπι,τον Σάϊμον, είναι στα ίχνη μιάς ομάδας μικρών παιδιών που λειτουργούν ως ανθρώπινες βόμβες αγκαλιάζοντας περαστικούς στον δρόμο και εκρήγνυνται μαζί τους. Τα παιδιά μιλάνε με στίχους του Γουίτμαν «προετοιμάζουν γιά το θάνατο κ’εν τούτοις αυτά δεν είναι ο τελειωμός,είναι μάλλον η αρχή...»,και καθοδηγούνται από μιά γηραιά κυρία ονόματι Γουόλτ(!).Το σχέδιο τους είναι, να προκαλέσουν το τέλος του «πολιτισμένου κόσμου».Δράση και αγωνία με ύφος αστυνομικού θρίλερ με τις απαραίτητες δόσεις μελοδράματος συνθέτουν μιά όμορφη ιστορία η οποία όμως δεν απογειώνεται.

Η τρίτη ιστορία εκτυλίσσεται στην Αμερική του μέλλοντος και φέρει τον τίτλο «Σαν ομορφιά».Εδώ ο κεντρικός χαρακτήρας ονομάζεται Σάϊμον (μαλλον ο μεγάλος αδερφός της πρώτης ιστορίας;),και ο οποίος είναι ένα ανδροειδές προηγμένης τεχνολογίας με συναισθήματα και φιλότιμο. Αποδράει από μιά εφιαλτική Ν.Υόρκη μαζί με την σαυροειδή Καταρήν που έχει έρθει από τον πλανήτη Νάδα. Και οι δύο προσπαθούν να φτάσουν στο Ντένβερ προς αναζήτηση του δημιουργού του Σάϊμον και κάπου στον δρόμο βρίσκουν έναν προβληματικό έφηβο τον Λουκ. Σ’αυτήν την ιστορία ο Σάϊμον χωρίς να το θέλει ψελλίζει στίχους του Γουίτμαν και ο μόνος που τον κατανοεί είναι η εξωγήινη. Ο κόσμος είναι διαφορετικός μετά την καταστροφή που προκλήθηκε από τους νεαρούς τρομοκράτες της προηγούμενης ιστορίας και θυμίζει την δυστοπία του Κόρμακ Μακάρθυ στον ΔΡΟΜΟ.

«Τι λέτε πως εγίνηκαν οι γέροντες κ’ οι νειοι;
Τι λέτε πως γινήκαν οι γυναίκες,τα παιδιά;

Βρίσκονται κάπου καλά και ζωντανοί,
Το πιό μικρό βλαστάρι τ’αποδείχνει πως δεν υπάρχει θάνατος στ’αλήθεια
Μα κι αν εστάθη θάνατος ποτές, ίσα-ίσα τράβηξε
Πιό μπρος τη ζωή, και δεν καρτέραγε να τη σταματήσει,
Κ’έπαψε τη στιγμή που ματαφάνηκε η ζωή.

Όλα τραβάνε εμπρός και ξαναπλάθονται όλα,τίποτα δεν χάνεται,
Κι ο πεθαμός είν’άλλο απ’ότι ενόμιζε καθένας, είναι μια τύχη κάλλια.»

WALT WHITMAN– ΦΥΛΛΑ ΧΛΟΗΣ (απόδ.Ν.Προεστόπουλος)ΕΣΤΙΑ(1956)

Υπάρχουν ορισμένα στοιχεία, πρόσωπα, αντικείμενα που επανέρχονται σε όλες τις ιστορίες σε μιά αιώνια επιστροφή που δίνουν μιά παράξενη γοητεία στο βιβλίο. Η ημερομηνία 21 Ιουνίου, ένα πορσελάνινο κύπελλο, ο ψίθυρος της μηχανής που κατάπιε τον Σάιμον στο πρώτο επεισόδιο και που ακούει ο Λουκ, γίνεται ο ίδιος ο Σάϊμον στην τελευταία ιστορία, μιά μηχανή-ένα ανδροειδές. Συμβολισμοί συνεχώς επαναλαμβανόμενοι, ποιητική γλώσσα σε συνδιασμό με δράση και γρήγορη πλοκή – πόσο καλό θα μπορούσε να ήταν αυτό το βιβλίο αν είχε περισσότερη ψυχή, λιγότερα κλισέ και κυρίως δεν απέπνεε σεμινάριο «Δημιουργικής γραφής»

Όπως έγραψε και ο κριτικός του Economist γιά τις ΙΔΙΑΙΤΕΡΕΣ ΜΕΡΕΣ, το πρώτο μέρος είναι παράξενο και ξεχωριστό,το δεύτερο μέρος είναι χαριτωμένο, το τρίτο μέρος βρωμάει (The first section is eerie and distinguished. The second is charming. The third stinks. ) –μετά παραπονιούνται οι έλληνες συγγραφείς γιά τους ντόπιους κριτικούς,φαντάσου να έγραφε τέτοια πρόταση κάποιος κριτικος στην εφημερίδα του γιά βραβευμένο συγγραφέα-. Υπάρχει μεγάλη διαφορά στην ποιότητα των ιστοριών και αν οι δύο πρώτες είναι σε πολύ καλό επίπεδο δεν μπορεί κανείς να πει το ίδιο και γιά την μελλοντολογική ιστορία (την τρίτη) που είναι γιά γέλια, το δε ειδύλιο του ανδροειδούς με την γυναίκα-σαύρα μόνο αηδία μπορεί να προκαλέσει ακόμα και στον πιό φανατικό αναγνώστη Ε.Φ.Μπορεί εάν βρεθεί κάποιος δυνατός σκηνοθέτης να λειτουργήσει καλύτερα σε ενδεχόμενη κινηματογραφική βερσιόν – όπως έγινε με τις ΩΡΕΣ.

Πάντως είναι ένα βιβλίο που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο και θα πρότεινα να διαβαστεί στην original έκδοση του,μιάς που όσο καλή κι αν είναι η μετάφραση δεν μπορεί να αποδώσει τα νοήματα, τις λεπτές διακυμάνσεις και τις ισορροπίες μεταξύ του γραπτού του Κάνιγχαμ και του ποιητικού λόγου του Γουίτμαν(απ'ότι είδα κυκλοφορεί και μιά επιλεγμένη έκδοση ποιημάτων του Γουίτμαν από τον Κάνιγχαμ,μάλλον γιά να εκμεταλλευτεί την επιτυχία του βιβλίου-είπαμε είναι hot όνομα...). Είναι ενδεικτικό ότι η μεταφράστρια «φοβήθηκε» να μεταφράσει τα αποσπάσματα από τα ΦΥΛΛΑ ΧΛΟΗΣ και προτίμησε να εμπιστευτεί την μετάφραση από την ελληνική έκδοση του 1956 που νομίζω ότι είναι τελείως «εκτός εποχής» όπως διαφαίνεται από το απόσπασμα που παραθέτω πιό πάνω. Μπορεί να «χαθήκαμε στη μετάφραση» λοιπόν,ποιός ξέρει;
 
Δευτέρα, Ιανουαρίου 05, 2009
posted by Librofilo at Δευτέρα, Ιανουαρίου 05, 2009 | Permalink
Εν αρχή ην..."ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ"
Τι καλύτερο γιά μένα ν’αρχίσω την χρονιά γράφοντας γιά ένα από τα τελειότερα μυθιστορήματα που έχω διαβάσει και με το οποίο πέρασα πάνω από μιά εβδομάδα τις ημέρες των γιορτών. Αναφέρομαι στο υπέροχο βιβλίο του πανμέγιστου Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι «ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ» στην έκδοση της Ινδίκτου σε καινούργια εξαιρετική μετάφραση από την Ελ.Μπακοπούλου (σελ.1257), (97).

Ανακαλύπτοντας ξανά αυτό το βιβλίο είναι ένα δώρο θεϊκό. Το είχα πρωτοδιαβάσει πριν από 25 χρόνια στην κλασσική μετάφραση του Α.Αλεξάνδρου από τις εκδόσεις Γκοβόστη (ναι,εκείνοι οι υπέροχοι κόκκινοι τόμοι) και είχα συγκλονιστεί. Πως ένιωσα μετά από τόσα χρόνια; Ξανά, την ίδια ευχαρίστηση αλλά από διαφορετική πλευρά, πιστεύω πιό ώριμη και πιό κατασταλαγμένη. Άλλα πράγματα με τράβηξαν τότε, άλλα τώρα.

Οι ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ πρωτοδημοσιεύτηκαν (σε συνέχειες) το 1871 και ουσιαστική αφορμή γιά την συγγραφή τους ήταν η δολοφονία του φοιτητή Ιβανόφ από την οργάνωση «Λαϊκή Εκδίκηση» που καθοδηγείτο από τον Νιετσάγεφ (1847-1882) πνευματικού τέκνου του πατριάρχη του αναρχισμού Μπακούνιν, και συγγραφέα της «Κατήχησης ενός Επαναστάτη», ενός βιβλίου που επηρέασε τις «τρομοκρατικές οργανώσεις» του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα (Ερυθρές Ταξιαρχίες,Μπάαντερ-Μάϊνχοφ κλπ). Ο Νιετσάγεφ, έχει μείνει στην ιστορία ως ο πατέρας του «Μηδενισμού» (όρος που πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον Τουργκένιεφ στο αριστουργηματικό του μυθιστόρημα ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ του 1862), ενός κινήματος που άκμασε στην Ρωσία των δεκαετιών 1860 και 1870 (οι οπαδοί του αποκαλούντο και Ναρόντνικοι) και κορυφώθηκε με την δολοφονία του Πρίγκηπα Αλέξανδρου το 1881. Ο Νιετσάγεφ εν ολίγοις έλεγε, ότι «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και ότι ο μοναδικός σκοπός,πάθος,προορισμός ενός πραγματικού επαναστάτη είναι η εξολόθρευση των νόμων,της τάξης,των συνθηκών και της ηθικής του κόσμου με κάθε τρόπο,με κάθε μέσον.

Ο Νιετσάγεφ χρησίμευσε λοιπόν ως πρότυπο γιά έναν εκ των κεντρικών χαρακτήρων του μυθιστορήματος, του Πιότρ Στεπάνοβιτς, που γύρω από αυτόν και τον αινιγματικό Νικολάϊ Σταβρόγκιν εξελίσσεται ουσιαστικά η πλοκή του βιβλίου.Οι δύο δαιμονικές αυτές προσωπικότητες περνάνε διαφορετικά μηνύματα στον αναγνώστη.
Ο Πιότρ Στεπάνοβιτς είναι ο αδίστακτος μηδενιστής που το μόνο που θέλει είναι η ανατροπή των πάντων και μετέρχεται κάθε μέσου (θεμιτού και αθέμιτου) γιά να το πετύχει. Δεν διστάζει να δολοφονήσει, να προδώσει, να κλέψει – ένας χαρακτήρας απίστευτος, τσαρλατάνος και γητευτής, δολοπλόκος και συνωμότης, στον μόνο που δείχνει να υποτάσσεται και να φοβάται (??) είναι ο Σταβρόγκιν.
Ο Νικολάι Σταβρόγκιν είναι κατά την ταπεινή μου γνώμη η απόλυτη μυθιστορηματική φιγούρα. Μία προσωπικότητα που τα εμπεριέχει όλα. Το καλό και το κακό, την γοητεία και την απώθηση. Ικανός γιά μεγάλα πράγματα τα οποία μπορεί να γκρεμίσει ανά πάσα στιγμή. Τραγικός χαρακτήρας που εμπνέει μεγάλα πάθη, από την στιγμή που εισβάλλει στο μυθιστόρημα όλοι περιστρέφονται γύρω από αυτόν. Η ψυχοπαθολογική του προσωπικότητα ξεκαθαρίζει αρκετά στο «λογοκριμένο» κεφάλαιο που συμπεριελήφθηκε στις μεταγενέστερες εκδόσεις του μυθιστορήματος όπου ομολογεί χωρίς δείγμα μεταμέλειας την παιδοφιλία του και περιγράφει τους «δαίμονές» του.

Γύρω από αυτούς τους δύο χαρακτήρες περιστρέφονται διάφορες φιγούρες με κυριότερους, τον πατέρα του Πιότρ Στεπάνοβιτς, τον Στέπαν Τροφίμοβιτς που στο πρόσωπο του ο Ντοστογιέφσκι ασκεί κριτική στους Ευρωπαϊστές φιλελεύθερους διαννοούμενους της Ρωσίας του 1840, οι οποίοι με την στάση τους (θεωρεί ο συγγραφέας) εξέθρεψαν το «τέρας» του μηδενισμού και της τρομοκρατίας στην χώρα. Επίσης η ομάδα του Πιότρ Στεπάνοβιτς, οι Σάτοφ,Λιπάτιν,Κυρίλλοφ εξαιρετικοί μυθιστορηματικοί χαρακτήρες ενώ στο πρόσωπο του Σιγκαλιόφ του θεωρητικού της οργάνωσης αναλύεται το όραμα ενός ιδιότυπου κομμουνισμού που χρησιμοποιεί τις ουτοπικές ιδέες του Φουριέ σε συνδιασμό με τον κυνισμό των μηδενιστών (το 90% του πληθυσμού πρέπει να είναι εργάτες-σκλάβοι ώστε το 10% που έχει τα διαννοητικά προσόντα να ασχολείται με την πρόοδο και την ανάπτυξη!!!).

Οι γυναίκες είναι τραγικοί χαρακτήρες σε όλα τα μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι, στους ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΥΣ ακόμα και οι πλέον αχνές (αυτές που εμφανίζονται σε δυό-τρεις σελίδες) διακατέχονται από τα πάθη τους. Ο τραγικός έρωτας των νεαρότερων από αυτές γιά τον Σταβρόγκιν είναι έντονος,δραματικός και η υπόγεια πάλη μεταξύ τους αμείωτη ενώ η μητέρα του η Βαρβάρα Πετρόβνα που θα ήθελε να είναι προοδευτική αλλά δεν μπορεί, τρέφει μιά άνευ ορίου λατρεία γιά τον κανακάρη της.

Στο μυθιστόρημα συγκρούονται σε ιδεολογικό επίπεδο τα δύο πρόσωπα,οι δύο κατευθύνσεις της Ρωσίας. Από τη μιά το «Δυτικό» πρόσωπο, οι Ευρωπαϊστές,οι Σοσιαλιστές και από την άλλη το «Ανατολικό» πρόσωπο, οι Σλαβόφιλοι. Οι μεταρρυθμίσεις του Μεγάλου Πέτρου τον 18ο αιώνα και η στροφή που έδωσε προς το Ευρωπαϊκό πρόσωπο της χώρας συνεχίστηκαν και κατά τον 19ο αιώνα.Οι «Ευρωπαϊστές» πίστευαν ότι η Ρώσικη κοινωνία είναι ακόμα πολύ πίσω και θα έπρεπε να εκμοντερνιστεί και να «δυτικοποιηθεί» περισσότερο μέσα από την επιστήμη και τον σοσιαλισμό. Οι «Σλαβόφιλοι» από την άλλη θεωρούσαν ότι η Ρωσία πρέπει να «πατάει» με το ένα πόδι στην Δύση και το άλλο στην Ανατολή εκμεταλευόμενη την γεωγραφική της θέση και την θρησκευτική της ομοιογένεια. Ουσιαστικά συγκρούονταν το μυαλό με την καρδιά με τον Ντοστογιέφσκι να αποτελεί τον λογοτεχνικό «οδηγό» της Σλαβόφιλης τάσης με την επιθυμία του να συντελέσει ώστε η Ρωσία να κυριαρχήσει παγκόσμια με την μοναδική της κουλτούρα και κληρονομιά. Στο τελευταίο του έργο τους «ΑΔΕΡΦΟΥΣ ΚΑΡΑΜΑΖΟΦ» διαφαίνεται έντονα αυτή η ιδεολογία του. Το καταπληκτικό βέβαια είναι ότι ο Ντοστογιέφσκι λατρεύτηκε στην Δύση όντας τόσο Ρώσος όσο σχεδόν κανείς.

Όπως σε όλα τα μυθιστορήματα του, έτσι και οι ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ χαρακτηρίζονται από το Σωκρατικό στυλ φιλοσοφίας όπως γνωρίσαμε μέσα από τα έργα του Πλάτωνα. Οι φιλοσοφικές συζητήσεις και όλα τα ερωτήματα είναι υπό την μορφή των διαλόγων που κυριαρχούν στις σελίδες του βιβλίου. Οι διάλογοι περί αυτοκτονίας, περί θρησκείας, περί έρωτα, περί Καλού και Κακού αποτελούν αυτόνομα φιλοσοφικά κείμενα τα οποία διαβάζονται άνετα και από τον πλέον απαίδευτο αναγνώστη – άλλη μιά τεράστια μαγκιά που χαρακτηρίζει αυτόν τον μεγάλο συγγραφέα.

Οι ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ παραμένουν ένα έργο επίκαιρο, ένα έργο ζωής, το διάβασμά τους αποτελεί μιά μοναδική αναγνωστική εμπειρία που κάθε φίλος της λογοτεχνίας πρέπει να την βιώσει . Το δε ξαναδιάβασμα τους (όπως στην περίπτωση μου) είναι ιδιαιτέρως θεραπευτικό και χρήσιμο. Τελικά πόσο δίκιο έχει ο αγαπημένος μου Ίταλο Καλβίνο οταν γράφει:

«Πράγματι, οι αναγνώσεις της νεότητας μπορούν ν' αποδειχτούν ελάχιστα αποδοτικές λόγω ανυπομονησίας, απροσεξίας, απειρίας στη χρησιμοποίηση των οδηγιών χρήσης, απειρίας στη ζωή. Μπορούν να είναι (ίσως και ταυτόχρονα) επιμορφωτικές με την έννοια ότι δίνουν μια μορφή στις μελλοντικές εμπειρίες, προσφέροντας πρότυπα, περιορισμούς, όρους σύγκρισης, σχήματα ταξινόμησης, κλίμακες αξιών, παραδείγματα ομορφιάς, πράγματα που εξακολουθούν να λειτουργούν ακόμα κι αν κάποιος θυμάται ελάχιστα πράγματα ή και τίποτα από ένα βιβλίο που διάβασε στα νεανικά του χρόνια. Αν ξαναδιαβάσουμε το βιβλίο σε ώριμη ηλικία, θα ξαναβρούμε τις σταθερές αυτές, που τώρα πια αποτελούν τμήμα των εσωτερικών μας μηχανισμών και των οποίων είχαμε ξεχάσει την προέλευση. Υπάρχει σε κάθε έργο μια ιδιαίτερη δύναμη την οποία ποτέ δεν θυμόμαστε, αλλά η οποία αφήνει το σπόρο της»

Είμαστε σίγουροι ότι διαβάζουμε το ίδιο βιβλίο; Μήπως λοιπόν ένα βιβλίο αποδεικνύει την αξία του, όταν ο αναγνώστης ξαναδιαβάζοντας το μετά από πολλά χρόνια νιώθει σαν να διαβάζει κάτι καινούργιο,κάτι διαφορετικό; Μήπως τελικά ο συγγραφέας είναι ο αναγνώστης;