Τετάρτη, Μαΐου 25, 2011
posted by Librofilo at Τετάρτη, Μαΐου 25, 2011 | Permalink
Η χώρα όπως είναι
«Ο κόσμος δεν είναι απλώς πιο παράξενος απ’όσο γνωρίζουμε, αλλά πολύ πιο παράξενος απ’όσο μπορούμε να μάθουμε» A.Huxley
Ο Φρανκ Μπάσκομπ είναι για τον τεράστιο Αμερικανό συγγραφέα Richard Ford, ότι είναι ο Ζούκερμαν για τον Philip Roth – έτσι κι αλλιώς οι συγκρίσεις μεταξύ των δυό τους δεν είναι λίγες. Ουσιαστικά ένα alter-ego, ένας ήρωας, καθημερινός άνθρωπος, ο οποίος έχει καταστεί «ορόσημο» για την σύγχρονη λογοτεχνία, ομοιάζοντας όμως, περισσότερο στον Λ.Μπλουμ του Τζοϊσικού «Οδυσσέα» και λιγότερο σε άλλους εμβληματικούς ήρωες της αμερικάνικης λογοτεχνίας. Το υπέροχο και σαγηνευτικό μυθιστόρημα του Φορντ, «Η ΧΩΡΑ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ» (The lay of the land), (Εκδ. Πατάκη, (έξοχη) μετάφρ. Σπ.Τσούγκος, σελ.734) είναι το τρίτο μέρος της τριλογίας που ξεκίνησε με τον «Αθλητικογράφο», (ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα που έχω διαβάσει), συνεχίστηκε με το εξαιρετικό «Independence Day» (δυστυχώς αμετάφραστο ακόμα στα ελληνικά) και ολοκληρώνεται (;) με το προαναφερθέν. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι για να διαβάσει (απολαύσει)κανείς το εκπληκτικό αυτό βιβλίο θα πρέπει να έχει διαβάσει τα προηγούμενα, αφού το καθένα από αυτά λειτουργούν μια χαρά ως αυτόνομα - απλά θα μπορέσει να κατανοήσει καλύτερα τον μοναδικό μυθιστορηματικό χαρακτήρα του μοναδικού αυτού ήρωα που έπλασε η πένα του μεγάλου συγγραφέα.
Στην τριλογία του, ο Φορντ ουσιαστικά γράφει την σύγχρονη αμερικάνικη ιστορία, και δεν είναι καθόλου υπερβολικό αυτό. Ο Φρανκ στον «Αθλητικογράφο», είναι τριανταπεντάρης, γράφει διηγήματα που δεν διαβάζει κανείς, και βγάζει τα προς το ζην, ως ανεξάρτητος αθλητικογράφος. Πεθαίνει το μικρότερο παιδί του, ο Ραλφ και χωρίζει με την γυναίκα του. Στο «Independence day», μια δεκαετία αργότερα, έχει γίνει μεσίτης στο Χαντάμ, μια μικρή ανερχλομενη πόλη στο Νιού Τζέρσεϋ, προσπαθεί να ισορροπήσει τη ζωή του, έχοντας δύο δυσπροσάρμοστα παιδιά να αναθρέψει, την ανεξάρτητη (και προκλητική) Κλαρίσα και τον προβληματικό Πολ με τους οποίους νιώθει να μην έχει καμία σχέση. Στην «Χώρα όπως είναι», ξαναβρίσκουμε τον Φρανκ Μπάσκομπ στα 55 του πλέον με την ζωή του να έχει γίνει (κυριολεκτικά) άνω-κάτω. Είναι πλέον επιτυχημένος μεσίτης, με δικό του γραφείο στο παραθαλάσσιο θέρετρο Σι-Κλιφτ (παραμένοντας βέβαια στην πολιτεία του Νιού Τζέρσεϋ), όπου έχει αγοράσει και ένα πολύ ωραίο σπίτι πάνω στην παραλία.
Η δράση του μυθιστορήματος, εξελίσσεται μία εβδομάδα πριν και κατά τη διάρκεια της «Ημέρας των Ευχαριστιών» (Thanks Giving Day – τέλος Νοεμβρίου, της γιορτής που μαζεύει γύρω από το τραπέζι την παραδοσιακή αμερικάνικη οικογένεια), και ο Φρανκ προσπαθεί να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες που έχουν προκύψει στη ζωή του από τον περασμένο Ιούνιο όταν η (εδώ και μερικά χρόνια) σύζυγός του, η Σάλλυ τον παράτησε για να ακολουθήσει τον πρώτο της άνδρα, τον Γουόλλυ, κάπου στη Σκωτία, ο οποίος θεωρείτο νεκρός ή αγνοούμενος αλλά αίφνης εμφανίστηκε μετά από 30 χρόνια μπροστά της σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Η Σάλλυ γεμάτη ενοχές για την (βιαστική;) απόφασή της να θεωρήσει τον Γουόλλυ νεκρό αποφασίζει να αφιερώσει τη ζωή της σ’αυτόν και ο Φρανκ μένει «κόκκαλο». Η γκαντεμιά του όμως δεν έχει τέλος διότι δύο μήνες μετά, τον Αύγουστο πληροφορείται μετά από κάποιες εξετάσεις ότι πάσχει από καρκίνο του προστάτη και πρέπει να υποβληθεί επειγόντως σε επέμβαση εμφύτευσης σφαιριδίων τιτανίου με κόκκους ραδιενεργού ιωδίου σε μια κλινική στο Ρότσεστερ.
Βρισκόμαστε στους τελευταίους μήνες του 2000. Ο Αμερικάνικος λαός είναι διχασμένος μεταξύ Μπους και Γκορ περιμένοντας τα αποτελέσματα του σώματος των εκλεκτόρων για το τι έβγαλαν οι κάλπες στην Φλόριδα και ο Φρανκ κυκλοφορεί με αυτοκόλλητο στο αυτοκίνητό του κατά του Μπους σε ένα συντηρητικό περιβάλλον, όπου κυριαρχεί ο νεοπλουτισμός και ο άκρατος συντηρητισμός της μεσοαστικής Αμερικής των προαστίων και των εξοχικών σπιτιών που το φθηνότερο από αυτά υπερβαίνει τα 500.000$ και προορίζονται είτε για κατοίκους της Γκόθαμ σίτυ, είτε για νεόπλουτους επαρχιώτες που θέλουν να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους να αποκτήσουν ένα παραθαλάσσιο σπίτι για τα γεράματά τους.
Ο Φρανκ βλέπει ότι έχει αλλάξει πλέον η ζωή του. Έχει εισέλθει στην «Μόνιμη Περίοδο» (όπως την αποκαλεί), την φάση της ζωής του που είναι «το τέλος της αδιάκοπης πορείας να γίνεις κάτι, της σκέψης ότι η ζωή μηχανευόταν θαυμάσιες αλλαγές για μένα, ακόμη κι αν αυτό δεν ίσχυε.» Ουσιαστικά είναι, «μια απερίφραστη ρήξη με το παρελθόν και προσφέρει την ελευθερία να στοχάζεσαι το παρελθόν σου σαν κάτι αόριστο» ενώ το μέλλον (το όποιο μέλλον) να μη σου προκαλεί κανένα φόβο. Ο Φρανκ είναι αισιόδοξος άνθρωπος και αντιμετωπίζει τα γεγονότα με χιούμορ και εγκαρτέρηση, φιλοσοφώντας και ευρισκόμενος σε συνεχή κίνηση ασχολούμενος με πάμπολλα πράγματα καθημερινά ενώ η έμμονη ιδέα της ούρησης και το άγχος ανεύρεσης τουαλέτας δεν τον αφήνει ποτέ.
Τα γεγονότα της καθημερινότητας του δεν τον αφήνουν σε ησυχία. Ο συνεργάτης του στο μεσιτικό γραφείο, ένας Ασιάτης μετανάστης, βουδιστής αλλά και πλήρως αλλοτριωμένος από την αμερικάνικη παράκρουση του πλουτισμού τον τρέχει δεξιά κι αριστερά για χρηματοοικονομικές συμβουλές. Η κόρη του Κλαρίσσα μόλις της ανακοίνωσε την ασθένειά του, παράτησε την ωραιότατη σύντροφο της στην Ν.Υόρκη και ήρθε να ζήσει μαζί του, αποφασισμένη να δοκιμάσει και μια αλλαγή στην ερωτική της συμπεριφορά, παρουσιάζοντάς του ξαφνικά έναν περίεργο τύπο ως εραστή της. Ο γιός του, Πολ μάλλον "σαλεμένος", ο οποίος ζει στο Κάνσας δουλεύοντας για την εταιρία καρτών Hallmark, θα έρθει σπίτι με την νέα του σύντροφο για την Ημέρα των Ευχαριστιών, ενώ η πρώτη του σύζυγος, η Άνν μετά από τρεις γάμους, του την ψιλοπέφτει ξανά, αλλά εκείνος σκέφτεται ακόμα την Σάλλυ, αρνούμενος να προσαρμοστεί στην ιδέα ότι εκείνη (η οποία αγνοεί για την ασθένεια του), ενδέχεται να μην επιστρέψει ποτέ κοντά του. Εκτός των άλλων αφιερώνει αρκετό από τον χρόνο του, έχοντας μπει σε ένα δίκτυο «Χορηγών» (όπως αυτοαποκαλούνται), πολίτες που βοηθάνε τον κόσμο προσφέροντας τον χρόνο τους για να επισκεφτούν, να ακούσουν και (γιατί όχι;) να συμβουλεύσουν ανθρώπους που (θεωρούν ότι) χρειάζονται να μιλήσουν με κάποιον, ο οποίος δεν θα είναι ψυχοθεραπευτής ή ψυχαναλητής για ζητήματα που τους απασχολούν.
Ο Φορντ είναι ένας συγγραφέας τόσο καλός που νιώθεις ότι δεν πρέπει να σου ξεφύγει ούτε λέξη, ούτε πρόταση απ’το βιβλίο που είναι κάτι παραπάνω από «σπουδή στη ζωή» (πομπώδης έκφραση αλλά ταιριάζει). Ο Φρανκ προβάλλει σαν ένας καθημερινός άνθρωπος – αν και στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου έτσι. Σκεπτικιστής αλλά και τόσο αισιόδοξος για τη ζωή, βλέπει την οικονομική άνοδο της χώρας, την «φούσκα των ακινήτων» που δεν θ’αργήσει να σκάσει με ανυπολόγιστες συνέπειες για την οικονομική ζωή της χώρας. Σκέφτεται συνεχώς το παρελθόν, τον θάνατο του γιού του πριν από μια εικοσαετία, «…Για μένα που έμεινα πίσω, δεν υπάρχει κάποια νεκρή ζώνη όπου η ζωή βρίσκεται σε αναστολή, τσακισμένη, ανεμοδαρμένη, καμία αίσθηση ότι δε ζω την πραγματική ζωή μου αλλά μια ζωή σαν βραβείο παρηγοριάς που κανείς δεν θέλει – διότι είμαι σίγουρος πως και αυτό μπορεί να συμβεί…», τις σχέσεις του με τις γυναίκες, τις πόλεις και τα προάστεια όπως ήταν παλιά και όπως έχουν γίνει τώρα. Παρατηρεί τους γύρω του και πως έχει μεταλλαχθεί η συμπεριφορά τους, έχει γίνει πιο επιθετική όπως περνάνε τα χρόνια.
Η ανάγνωση του εξαιρετικού, σχεδόν αριστουργηματικού αυτού μυθιστορήματος είναι σκέτη απόλαυση. Παρ’ότι κυλάει αργά – μου πήρε γύρω στις 8-9 ημέρες να το διαβάσω – δεν θέλεις να το αφήσεις από τα χέρια σου. Είναι μια δημιουργία υπέροχα δομημένη όπου παρά το ψυχρό και απρόσωπο σκηνικό των χειμωνιάτικων θερέτρων και της υπερκαταναλωτικής και υστερικής Αμερικής των προαστίων ξεπροβάλλει το αισιόδοξο συναίσθημα του γοητευτικού μεσήλικα, που αρνείται να το βάλει κάτω και προσπαθεί να κρατηθεί από τα καλά πράγματα και να συνεχίσει να παλεύει, σκέψη που δεν τον αφήνει ακόμα και στις φορτισμένες δραματουργικά τελευταίες 20 σελίδες του βιβλίου όπου νομίζεις ότι θα «χορέψει τον τελευταίο χορό» αλλά αυτός εκεί, επιμένει και βγαίνει νικητής.
«Δεν πιστεύω στην θεϊκή, διάφανη αποκάλυψη που εκπορεύεται από μια κυρίαρχη λεπτομέρεια. Αυτά είναι ψέμματα των ανθρωπιστικών επιστημών, με σκοπό να μας απομακρύνουν από το κατεξοχήν πολύτιμο εδώ και τώρα. Οι στιγμές της ζωής μας έρχονται πραγματικά χωρίς να τις προσέχουμε, όχι με την παραγγελία ενός ελκυστικού αρώματος.»
Ο σχεδόν άγνωστος στην Ελλάδα, Ρίτσαρντ Φορντ, γεννήθηκε το 1944 και είναι ένας από τους μεγαλύτερους εν ζωή αμερικανούς (και όχι μόνο) συγγραφείς. Δεν εκδίδει συχνά βιβλία ενώ έχει αποσπάσει το Πούλιτζερ για το «Independence Day» και το Pen/Faulkner award για τον «Αθλητικογράφο», βιβλίο που το Times Magazine θεωρεί ως ένα από τα καλύτερα 100 μυθιστορήματα της αμερικάνικης λογοτεχνίας που έχουν γραφτεί ποτέ. Διακρίσεις έχουν αποσπάσει και οι ιστορίες διηγημάτων του, ενώ το μυθιστόρημα «Η ΧΩΡΑ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ» βραβεύτηκε με το National Book Critics Circle Award το 2006. Η τελευταία του δημιουργία με τίτλο «Canada» αναμένεται εδώ και χρόνια να εκδοθεί στις Η.Π.Α.
Bruce Springsteen - Human touch
Ο Φρανκ Μπάσκομπ είναι για τον τεράστιο Αμερικανό συγγραφέα Richard Ford, ότι είναι ο Ζούκερμαν για τον Philip Roth – έτσι κι αλλιώς οι συγκρίσεις μεταξύ των δυό τους δεν είναι λίγες. Ουσιαστικά ένα alter-ego, ένας ήρωας, καθημερινός άνθρωπος, ο οποίος έχει καταστεί «ορόσημο» για την σύγχρονη λογοτεχνία, ομοιάζοντας όμως, περισσότερο στον Λ.Μπλουμ του Τζοϊσικού «Οδυσσέα» και λιγότερο σε άλλους εμβληματικούς ήρωες της αμερικάνικης λογοτεχνίας. Το υπέροχο και σαγηνευτικό μυθιστόρημα του Φορντ, «Η ΧΩΡΑ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ» (The lay of the land), (Εκδ. Πατάκη, (έξοχη) μετάφρ. Σπ.Τσούγκος, σελ.734) είναι το τρίτο μέρος της τριλογίας που ξεκίνησε με τον «Αθλητικογράφο», (ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα που έχω διαβάσει), συνεχίστηκε με το εξαιρετικό «Independence Day» (δυστυχώς αμετάφραστο ακόμα στα ελληνικά) και ολοκληρώνεται (;) με το προαναφερθέν. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι για να διαβάσει (απολαύσει)κανείς το εκπληκτικό αυτό βιβλίο θα πρέπει να έχει διαβάσει τα προηγούμενα, αφού το καθένα από αυτά λειτουργούν μια χαρά ως αυτόνομα - απλά θα μπορέσει να κατανοήσει καλύτερα τον μοναδικό μυθιστορηματικό χαρακτήρα του μοναδικού αυτού ήρωα που έπλασε η πένα του μεγάλου συγγραφέα.
Στην τριλογία του, ο Φορντ ουσιαστικά γράφει την σύγχρονη αμερικάνικη ιστορία, και δεν είναι καθόλου υπερβολικό αυτό. Ο Φρανκ στον «Αθλητικογράφο», είναι τριανταπεντάρης, γράφει διηγήματα που δεν διαβάζει κανείς, και βγάζει τα προς το ζην, ως ανεξάρτητος αθλητικογράφος. Πεθαίνει το μικρότερο παιδί του, ο Ραλφ και χωρίζει με την γυναίκα του. Στο «Independence day», μια δεκαετία αργότερα, έχει γίνει μεσίτης στο Χαντάμ, μια μικρή ανερχλομενη πόλη στο Νιού Τζέρσεϋ, προσπαθεί να ισορροπήσει τη ζωή του, έχοντας δύο δυσπροσάρμοστα παιδιά να αναθρέψει, την ανεξάρτητη (και προκλητική) Κλαρίσα και τον προβληματικό Πολ με τους οποίους νιώθει να μην έχει καμία σχέση. Στην «Χώρα όπως είναι», ξαναβρίσκουμε τον Φρανκ Μπάσκομπ στα 55 του πλέον με την ζωή του να έχει γίνει (κυριολεκτικά) άνω-κάτω. Είναι πλέον επιτυχημένος μεσίτης, με δικό του γραφείο στο παραθαλάσσιο θέρετρο Σι-Κλιφτ (παραμένοντας βέβαια στην πολιτεία του Νιού Τζέρσεϋ), όπου έχει αγοράσει και ένα πολύ ωραίο σπίτι πάνω στην παραλία.
Η δράση του μυθιστορήματος, εξελίσσεται μία εβδομάδα πριν και κατά τη διάρκεια της «Ημέρας των Ευχαριστιών» (Thanks Giving Day – τέλος Νοεμβρίου, της γιορτής που μαζεύει γύρω από το τραπέζι την παραδοσιακή αμερικάνικη οικογένεια), και ο Φρανκ προσπαθεί να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες που έχουν προκύψει στη ζωή του από τον περασμένο Ιούνιο όταν η (εδώ και μερικά χρόνια) σύζυγός του, η Σάλλυ τον παράτησε για να ακολουθήσει τον πρώτο της άνδρα, τον Γουόλλυ, κάπου στη Σκωτία, ο οποίος θεωρείτο νεκρός ή αγνοούμενος αλλά αίφνης εμφανίστηκε μετά από 30 χρόνια μπροστά της σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Η Σάλλυ γεμάτη ενοχές για την (βιαστική;) απόφασή της να θεωρήσει τον Γουόλλυ νεκρό αποφασίζει να αφιερώσει τη ζωή της σ’αυτόν και ο Φρανκ μένει «κόκκαλο». Η γκαντεμιά του όμως δεν έχει τέλος διότι δύο μήνες μετά, τον Αύγουστο πληροφορείται μετά από κάποιες εξετάσεις ότι πάσχει από καρκίνο του προστάτη και πρέπει να υποβληθεί επειγόντως σε επέμβαση εμφύτευσης σφαιριδίων τιτανίου με κόκκους ραδιενεργού ιωδίου σε μια κλινική στο Ρότσεστερ.
Βρισκόμαστε στους τελευταίους μήνες του 2000. Ο Αμερικάνικος λαός είναι διχασμένος μεταξύ Μπους και Γκορ περιμένοντας τα αποτελέσματα του σώματος των εκλεκτόρων για το τι έβγαλαν οι κάλπες στην Φλόριδα και ο Φρανκ κυκλοφορεί με αυτοκόλλητο στο αυτοκίνητό του κατά του Μπους σε ένα συντηρητικό περιβάλλον, όπου κυριαρχεί ο νεοπλουτισμός και ο άκρατος συντηρητισμός της μεσοαστικής Αμερικής των προαστίων και των εξοχικών σπιτιών που το φθηνότερο από αυτά υπερβαίνει τα 500.000$ και προορίζονται είτε για κατοίκους της Γκόθαμ σίτυ, είτε για νεόπλουτους επαρχιώτες που θέλουν να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους να αποκτήσουν ένα παραθαλάσσιο σπίτι για τα γεράματά τους.
Ο Φρανκ βλέπει ότι έχει αλλάξει πλέον η ζωή του. Έχει εισέλθει στην «Μόνιμη Περίοδο» (όπως την αποκαλεί), την φάση της ζωής του που είναι «το τέλος της αδιάκοπης πορείας να γίνεις κάτι, της σκέψης ότι η ζωή μηχανευόταν θαυμάσιες αλλαγές για μένα, ακόμη κι αν αυτό δεν ίσχυε.» Ουσιαστικά είναι, «μια απερίφραστη ρήξη με το παρελθόν και προσφέρει την ελευθερία να στοχάζεσαι το παρελθόν σου σαν κάτι αόριστο» ενώ το μέλλον (το όποιο μέλλον) να μη σου προκαλεί κανένα φόβο. Ο Φρανκ είναι αισιόδοξος άνθρωπος και αντιμετωπίζει τα γεγονότα με χιούμορ και εγκαρτέρηση, φιλοσοφώντας και ευρισκόμενος σε συνεχή κίνηση ασχολούμενος με πάμπολλα πράγματα καθημερινά ενώ η έμμονη ιδέα της ούρησης και το άγχος ανεύρεσης τουαλέτας δεν τον αφήνει ποτέ.
Τα γεγονότα της καθημερινότητας του δεν τον αφήνουν σε ησυχία. Ο συνεργάτης του στο μεσιτικό γραφείο, ένας Ασιάτης μετανάστης, βουδιστής αλλά και πλήρως αλλοτριωμένος από την αμερικάνικη παράκρουση του πλουτισμού τον τρέχει δεξιά κι αριστερά για χρηματοοικονομικές συμβουλές. Η κόρη του Κλαρίσσα μόλις της ανακοίνωσε την ασθένειά του, παράτησε την ωραιότατη σύντροφο της στην Ν.Υόρκη και ήρθε να ζήσει μαζί του, αποφασισμένη να δοκιμάσει και μια αλλαγή στην ερωτική της συμπεριφορά, παρουσιάζοντάς του ξαφνικά έναν περίεργο τύπο ως εραστή της. Ο γιός του, Πολ μάλλον "σαλεμένος", ο οποίος ζει στο Κάνσας δουλεύοντας για την εταιρία καρτών Hallmark, θα έρθει σπίτι με την νέα του σύντροφο για την Ημέρα των Ευχαριστιών, ενώ η πρώτη του σύζυγος, η Άνν μετά από τρεις γάμους, του την ψιλοπέφτει ξανά, αλλά εκείνος σκέφτεται ακόμα την Σάλλυ, αρνούμενος να προσαρμοστεί στην ιδέα ότι εκείνη (η οποία αγνοεί για την ασθένεια του), ενδέχεται να μην επιστρέψει ποτέ κοντά του. Εκτός των άλλων αφιερώνει αρκετό από τον χρόνο του, έχοντας μπει σε ένα δίκτυο «Χορηγών» (όπως αυτοαποκαλούνται), πολίτες που βοηθάνε τον κόσμο προσφέροντας τον χρόνο τους για να επισκεφτούν, να ακούσουν και (γιατί όχι;) να συμβουλεύσουν ανθρώπους που (θεωρούν ότι) χρειάζονται να μιλήσουν με κάποιον, ο οποίος δεν θα είναι ψυχοθεραπευτής ή ψυχαναλητής για ζητήματα που τους απασχολούν.
Ο Φορντ είναι ένας συγγραφέας τόσο καλός που νιώθεις ότι δεν πρέπει να σου ξεφύγει ούτε λέξη, ούτε πρόταση απ’το βιβλίο που είναι κάτι παραπάνω από «σπουδή στη ζωή» (πομπώδης έκφραση αλλά ταιριάζει). Ο Φρανκ προβάλλει σαν ένας καθημερινός άνθρωπος – αν και στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου έτσι. Σκεπτικιστής αλλά και τόσο αισιόδοξος για τη ζωή, βλέπει την οικονομική άνοδο της χώρας, την «φούσκα των ακινήτων» που δεν θ’αργήσει να σκάσει με ανυπολόγιστες συνέπειες για την οικονομική ζωή της χώρας. Σκέφτεται συνεχώς το παρελθόν, τον θάνατο του γιού του πριν από μια εικοσαετία, «…Για μένα που έμεινα πίσω, δεν υπάρχει κάποια νεκρή ζώνη όπου η ζωή βρίσκεται σε αναστολή, τσακισμένη, ανεμοδαρμένη, καμία αίσθηση ότι δε ζω την πραγματική ζωή μου αλλά μια ζωή σαν βραβείο παρηγοριάς που κανείς δεν θέλει – διότι είμαι σίγουρος πως και αυτό μπορεί να συμβεί…», τις σχέσεις του με τις γυναίκες, τις πόλεις και τα προάστεια όπως ήταν παλιά και όπως έχουν γίνει τώρα. Παρατηρεί τους γύρω του και πως έχει μεταλλαχθεί η συμπεριφορά τους, έχει γίνει πιο επιθετική όπως περνάνε τα χρόνια.
Η ανάγνωση του εξαιρετικού, σχεδόν αριστουργηματικού αυτού μυθιστορήματος είναι σκέτη απόλαυση. Παρ’ότι κυλάει αργά – μου πήρε γύρω στις 8-9 ημέρες να το διαβάσω – δεν θέλεις να το αφήσεις από τα χέρια σου. Είναι μια δημιουργία υπέροχα δομημένη όπου παρά το ψυχρό και απρόσωπο σκηνικό των χειμωνιάτικων θερέτρων και της υπερκαταναλωτικής και υστερικής Αμερικής των προαστίων ξεπροβάλλει το αισιόδοξο συναίσθημα του γοητευτικού μεσήλικα, που αρνείται να το βάλει κάτω και προσπαθεί να κρατηθεί από τα καλά πράγματα και να συνεχίσει να παλεύει, σκέψη που δεν τον αφήνει ακόμα και στις φορτισμένες δραματουργικά τελευταίες 20 σελίδες του βιβλίου όπου νομίζεις ότι θα «χορέψει τον τελευταίο χορό» αλλά αυτός εκεί, επιμένει και βγαίνει νικητής.
«Δεν πιστεύω στην θεϊκή, διάφανη αποκάλυψη που εκπορεύεται από μια κυρίαρχη λεπτομέρεια. Αυτά είναι ψέμματα των ανθρωπιστικών επιστημών, με σκοπό να μας απομακρύνουν από το κατεξοχήν πολύτιμο εδώ και τώρα. Οι στιγμές της ζωής μας έρχονται πραγματικά χωρίς να τις προσέχουμε, όχι με την παραγγελία ενός ελκυστικού αρώματος.»
Ο σχεδόν άγνωστος στην Ελλάδα, Ρίτσαρντ Φορντ, γεννήθηκε το 1944 και είναι ένας από τους μεγαλύτερους εν ζωή αμερικανούς (και όχι μόνο) συγγραφείς. Δεν εκδίδει συχνά βιβλία ενώ έχει αποσπάσει το Πούλιτζερ για το «Independence Day» και το Pen/Faulkner award για τον «Αθλητικογράφο», βιβλίο που το Times Magazine θεωρεί ως ένα από τα καλύτερα 100 μυθιστορήματα της αμερικάνικης λογοτεχνίας που έχουν γραφτεί ποτέ. Διακρίσεις έχουν αποσπάσει και οι ιστορίες διηγημάτων του, ενώ το μυθιστόρημα «Η ΧΩΡΑ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ» βραβεύτηκε με το National Book Critics Circle Award το 2006. Η τελευταία του δημιουργία με τίτλο «Canada» αναμένεται εδώ και χρόνια να εκδοθεί στις Η.Π.Α.
Bruce Springsteen - Human touch