Τρίτη, Απριλίου 02, 2019
posted by Librofilo at Τρίτη, Απριλίου 02, 2019 | Permalink
Ένα παιδί μεγαλώνει στον Βόλο ("Γάλα Μαγνησίας")
Ένα
παιδί μεγαλώνει στον Βόλο, μέσα από την ωραία ιστορία που αφηγείται ο έμπειρος
και πολυγραφότατος συγγραφέας, Κώστας Ακρίβος (Βόλος, 1958), στο νέο του
βιβλίο, με τίτλο «ΓΑΛΑ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ» - (εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 309), ένα μυθιστόρημα
ενηλικίωσης («bildungsroman») για την εφηβική φιλία, την μνήμη, τα
γεγονότα που καθορίζουν ζωές, ένα βιβλίο που αποτελεί ένα νοσταλγικό ταξίδι στο
παρελθόν και το οποίο θέτει ηθικά διλήμματα στον αναγνώστη του.
«Ήταν
τα χρόνια που είχαμε όλη τη ζωή μπροστά μας, τα χρόνια που νομίζαμε πως ο κόσμος
όλος μπορούσε να γίνει δικός μας.»
Στο
μυθιστόρημά του ο Ακρίβος, δεν μιλάει για μια συνηθισμένη παρέα δεκαεπτάχρονων,
αλλά για παιδιά / εφήβους, που ζουν εσώκλειστοι στο εκκλησιαστικό οικοτροφείο
της Ι.Μ.Δημητριάδος, στο κέντρο του Βόλου, και το πρωί πηγαίνουν στην πέμπτη
τάξη του εξατάξιου Γυμνασίου. Μια παρέα τεσσάρων αγοριών, που τους γνωρίζουμε
από τα ψευδώνυμά τους, του Ζερβή (αριστερόχειρας και αριστεροπόδαρος στο
ποδόσφαιρο), του Μικ (θαυμαστή του Μικ Τζάγκερ), του Μπράσκα (από το ψάρι με το
ίδιο όνομα αλλά και επειδή η οικογένειά του είναι ψαράδες στο Τρίκερι), και του
Αχιλλάκου. Το βιβλίο ξεκινάει με το γεγονός που καθόρισε τη ζωή των
πρωταγωνιστών του, ένας συμμαθητής / συγκάτοικός τους στο οικοτροφείο, τον
Ιούνιο του 1975, θα πνιγεί παρασυρμένος από τα θαλάσσια ρεύματα, σε μια παραλία
της πόλης. Οι τρεις από τους τέσσερις φίλους κολυμπούσανε στην ίδια παραλία εκείνη
την ώρα, οπότε θα κληθούν να καταθέσουν τι γνωρίζουν για το περιστατικό, ενώ
μια σκιά υποψίας καλύπτει τις καταθέσεις τους.
Με
αφορμή το γεγονός αυτό, ο συγγραφέας περιγράφει το πώς φθάσαμε εκεί,
καλύπτοντας χρονικά την περίοδο από την αρχή του σχολικού έτους 74/75, μέσα από
την αφήγηση του κεντρικού ήρωα του μυθιστορήματός του, του Ζερβή. Η ζωή στο
οικοτροφείο περιγράφεται με σκοτεινά χρώματα, οι προσευχές, οι τιμωρίες, ο
ομαδικός ύπνος, η καταπίεση. Τα τέσσερα αγόρια δεν είναι παιδιά που κάθονται
ήσυχα, ο έξω κόσμος που αλλάζει, καθώς η κοινωνία βγαίνει από την χουντική
επταετία, έρχεται σε αντίθεση με τον περίκλειστο ζοφερό κόσμο του οικοτροφείου.
Κάθε βόλτα στην πόλη είναι μια εμπειρία για τα παιδιά αυτά, κάθε αγώνας
ποδοσφαίρου με αντίπαλα σχολεία και μια αφορμή για πόλεμο, κάθε επίσκεψη στα
χωριά τους φέρνει και μια αλλαγή στην συμπεριφορά τους. Ο έρωτας που έρχεται
στη ζωή του Ζερβή μέσα από την γνωριμία του με την κόρη του διευθυντή του
οικοτροφείου, η πολιτικοποίηση των παιδιών αυτής της ηλικίας που γίνεται όλο
και πιο έντονη, το αβέβαιο μέλλον που αρχίζει να απασχολεί τους τέσσερις
φίλους, οι μικρές και μεγάλες αγωνίες, η αλλαγή στην αρχιεπισκοπή με την άφιξη
του Χριστόδουλου (του γνωστού) και την ικανότητά του στην επικοινωνία περνάνε μέσα
από τον ρέοντα αφηγηματικό λόγο του Ακρίβου.
Η
αφήγηση του Ζερβή εναλλάσσεται με την ανάκριση και τα στοιχεία που προκύπτουν, ενώ
όπως περνούν οι μήνες γίνεται όλο και πιο έντονη η κόντρα των τεσσάρων φίλων με
τον νεκρό (πλέον) συμμαθητή τους. Η χαλαρή αστυνομική πλοκή, που είναι βέβαια
σε δεύτερο πλάνο, δεν αφήνει τον αναγνώστη να εφησυχάσει και να παρακολουθήσει
μια ανέμελη περιπέτεια. Τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν όπως και η προέκταση τους
στο μέλλον που κλείνει το μυθιστόρημα, καθώς οι τελευταίες 35 σελίδες του μας μεταφέρουν
στο σήμερα, καταδεικνύει το πολυεπίπεδο πλαίσιο του μυθιστορήματος.
Θυμίζοντας
έντονα τα «400 χτυπήματα», την εξαίρετη ταινία του Φρ. Τριφό αλλά και το
αριστουργηματικό μυθιστόρημα «Ο οικότροφος Τέρλες» του Ρ. Μούζιλ, το βιβλίο
περιγράφει με υπέροχο τρόπο την μεταβατική κοινωνία της εποχής, το πέρασμα από
την Χουντική στην Δημοκρατική διακυβέρνηση, τις αλλαγές στην κοινωνία, τον
τρόπο που τις βιώνουν τα παιδιά που διχάζονται καθημερινά μεταξύ της ζωής στο
οικοτροφείο και της «εξωτερικής», «της άλλης» ζωής. Ο συγγραφέας θέτει συνεχώς
τον αναγνώστη μπροστά σε ηθικά διλήμματα και δίπολα, την αθωότητα και την
ενοχή, την μνήμη και την λησμονιά (ή την λήθη), τον έξω κόσμο και τον κόσμο του
οικοτροφείου, την ελευθερία και την καταπίεση, το καλό και το κακό, το «σωστό»
και το «λάθος», την κάθαρση (εδώ αντιλαμβανόμαστε και την σημασία του τίτλου με
τις φαρμακευτικές ιδιότητες που έχει το «γάλα Μαγνησίας») και το βάρος της μνήμης.
Ένας
άλλος πρωταγωνιστής του βιβλίου αναδεικνύεται ο Βόλος και οι γύρω περιοχές.
Δρόμοι και μαγαζιά, σινεμά και μπιλιαρδάδικα, μέρη που έχουν αλλάξει με το
πέρασμα του χρόνου, έχοντας μετατραπεί σε κάτι διαφορετικό, προβάλλουν ολοζώντανα
μέσα από τον καλοκουρδισμένο αφηγηματικό ρυθμό του συγγραφέα. Οι ήρωες του
βιβλίου, ανακαλύπτουν τον εαυτό τους αλλά και την πόλη μέσα από τις συνεχείς
βόλτες τους, συνειδητοποιούν τον επαρχιωτισμό τους παρατηρώντας τους απόκοσμους
(στα δικά τους μάτια) επισκέπτες της πόλης ή τον νέο συμμαθητή στο σχολείο που
ήρθε από την Αθήνα, ονειρεύονται και τελικά συντρίβονται μέσα από το πλέγμα των
ενοχών τους.
Είναι
ένα θαυμάσιο μυθιστόρημα το «Γάλα Μαγνησίας», με έξοχη δομή και ολοζώντανη
αφήγηση με ωραίο, απλό λόγο που δεν υποκύπτει σε ευκολίες αλλά ούτε και σε
γλωσσικούς ναρκισσισμούς. Η ιστορία (που ίσως περιέχει κάποια αυτοβιογραφική πλευρά
του συγγραφέα – σκέψη που ενισχύεται από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση) είναι πολύ
ενδιαφέρουσα, το δε αστυνομικό στοιχείο της πλοκής δίνει έναν ξεχωριστό τόνο
στο βιβλίο, που ολοκληρώνεται με στοχαστικό τρόπο τονίζοντας την σημασία των
επιλογών μας και την σχετικότητα γύρω από την αλήθεια και το ψέμα.
Βαθμολογία
80 / 100
Δημοσίευση σχολίου