Πέμπτη, Ιανουαρίου 30, 2014
posted by Librofilo at Πέμπτη, Ιανουαρίου 30, 2014 | Permalink
2 σπαρακτικά βιβλία - μαθήματα αγάπης...
Συνήθως τα βιβλία που
περιγράφουν προσωπικές οικογενειακές καταστάσεις φέρνουν τον αναγνώστη τους σε
αμήχανη θέση. Διαβάζοντας μια βιογραφία ή αυτοβιογραφία πολλές φορές νιώθεις να
εισβάλλεις σε προσωπικά πεδία, να "κοιτάς από μια κλειδαρότρυπα".
Θέλει λεπτό χειρισμό από την πλευρά του συγγραφέα να μπορέσει να κρατήσει τις
απαραίτητες ισορροπίες, έτσι ώστε να μπορέσει από τη μια να κρατήσει το
ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο και από την άλλη να μπορέσει να περιγράψει όσο
γίνεται πιο αποστασιοποιημένα οδυνηρές (εν πολλοίς) καταστάσεις. Την θαυμαστή
αυτή ισορροπία την πετυχαίνουν δύο σπαρακτικά βιβλία που κυκλοφόρησαν την
προηγούμενη χρονιά από συγγραφείς εντελώς διαφορετικούς μεταξύ τους οι οποίοι
όμως βίωσαν (ο καθένας από την πλευρά του) μια τραγική οικογενειακή ιστορία.
Με το υπέροχο "Η ΑΔΕΡΦΗ ΜΟΥ" (Εκδ.Πόλις, σελ.69), ο
επί πολλά χρόνια διευθυντής της Νέας Εστίας, νομικός και φιλόσοφος Σταύρος
Ζουμπουλάκης (Λακωνία, 1953) εξιστορεί την δύσκολη ζωή της αδερφής του Γιούλας
η οποία πάλεψε επί δεκαετίες με την επιληψία για να πεθάνει το καλοκαίρι του
2012 από καρκίνο στα εξήντα της χρόνια, ενώ στο θαυμάσιο "ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ
ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ" (Εκδόσεις Πατάκη, σελ.252), ο πολύ νεότερός του (αλλά εμφανώς
περισσότερο εξωστρεφής) συγγραφέας και μεταφραστής Αύγουστος Κορτώ (Θεσ/νίκη,
1979) περιγράφει με εντελώς διαφορετικό τρόπο την ζωή της μητέρας του η οποία
υπέφερε από μανιοκατάθλιψη και αυτοκτόνησε πριν από 12 χρόνια, λίγο προτού κλείσει τα 50 της χρόνια. Ο ένας
(ο Ζουμπουλάκης) προσεγγίζει το θέμα από φιλοσοφική πλευρά, ο άλλος (ο Α.Κορτώ)
το προσεγγίζει από λογοτεχνική πλευρά, το αποτέλεσμα δικαιώνει (αν μπορώ να
χρησιμοποιήσω τη λέξη) και τους δύο - κερδισμένος στο τέλος ο αναγνώστης που
απολαμβάνει δύο προσωπικά (πιο πολύ δεν γίνεται) κείμενα.
Ο Ζουμπουλάκης στο βιβλίο του (το οποίο διαβάζεται απνευστί),
κινείται σε δύο επίπεδα, από τη μια εκείνος και πως βιώνει την οδυνηρή ασθένεια
του ανθρώπου που αγαπούσε (και στα παιδικά του χρόνια θαύμαζε) περισσότερο από
κάθε άλλον, και από την άλλη εκείνη, η Γιούλα και πως προσπαθούσε να ζήσει όσο
"φυσιολογικότερα" μπορούσε μέσα σε μια οικογένεια που προσπαθούσε να
κρύψει το πρόβλημα (ο δε ιερωμένος πατέρας τους, αρνείτο να παραδεχθεί την
αλήθεια) μέχρι κάποια στιγμή.
Ο συγγραφέας καταφέρνει να ισορροπήσει μεταξύ της ιστορίας
της αδερφής του, τα βασανισμένα της χρόνια, τις κρίσεις της, τις σχέσεις της
και τελικά τον θάνατό της και των υπαρξιακών, φιλοσοφικών και θεολογικών του
αναζητήσεων και προβληματισμών. Εξ'αρχής τίθεται το ερώτημα μέσα του, περί "καλοσύνης"
(ή "σκληρότητας") του Θεού, για την δύναμη της πίστης, για τον πόνο,
την συγχώρεση και τελικά την απώλεια. Απορρίπτει τον λαϊκισμό που έχει
κυριαρχήσει στην θρησκεία και την αφόρητη τυπολατρία. Οι φιλοσοφικές του
αναζητήσεις τον οδηγούν στην ευαισθησία και τους προβληματισμούς που αναπτύσσει
στα κείμενά της η Σιμόν Βέιλ και στην υπαρξιακή ματιά του Καμύ, ενώ στο βιβλίο
υπάρχουν πολλές αναφορές σε φιλοσόφους και κείμενα.
"Την αρρώστια της αδερφής μου δεν είχα άλλον τρόπο να τη
συζητήσω με τον εαυτό μου, να αναμετρηθώ μαζί της, να την κατανοήσω, να την
εξημερώσω, παρά μόνο με τη χριστιανική διδασκαλία και πίστη. Αυτή ήταν η
πατρική κληρονομιά, αυτός ήταν ο κόσμος μου. Το ερώτημα ήταν βέβαια ένα: πως
γίνεται ο Θεός της αγάπης, ο Θεός που απαιτεί την αγάπη, να δείχνει τόση
σκληρότητα στην αδερφή μου. Το ερώτημα ήταν δραματικά συγκεκριμένο, η
σκληρότητα του Θεού απέναντι στην αθώα και αγαπημένη μου αδερφή, αλλά περιείχε
μέσα του τη γενίκευση. Από τότε μέχρι σήμερα δεν έχω αλλάξει άποψη. Το μόνο
θεολογικό ερώτημα που υπάρχει είναι αυτό: η σχέση ανάμεσα στον ανθρώπινο πόνο
και την αγάπη του Θεού. Όλα τα άλλα είναι διανοητικές περιέργειες. Πως να
απαντήσει όμως στο ερώτημα αυτό ένα
παιδί δεκαπέντε-δεκάξι χρονών, που λατρεύει την αδερφή του; Ζητούσα λοιπόν καθημερινά
και επίμονα το θαύμα. Ήθελα να'ρθει η στιγμή που θα τα αλλάξει όλα, εκζητούσα
εκείνο το ευθέως, το παραχρήμα του θαύματος, που διάβαζα στα Ευαγγέλια. Γιατί
όχι και στην αδερφή μου; Ήθελα να γίνει και στην πραγματικότητα αυτό που τόσο
συχνά έβλεπα στα όνειρά μου, ότι η Γιούλα ήταν τελείως καλά και
γελούσαμε."
"Η αδερφή μου", αυτό το μικρό και λιτό βιβλιαράκι
είναι ένα θεραπευτικό αφήγημα όχι μόνο για όποιον βίωσε στην οικογένειά του
παρόμοιες καταστάσεις αλλά και για όλους τους υπόλοιπους, αφού είναι από αυτά
τα βιβλία με τα οποία νιώθεις ψυχική γαλήνη και ανάταση, κλείνοντας τις σελίδες
του νιώθεις την ανάγκη να ξαναγυρίσεις σ'αυτές, να ξαναδιαβάσεις τα κομμάτια
που σου έκαναν εντύπωση, να προβληματισθείς και να σκεφθείς.
Δεν διαφέρουν πολύ τα συναισθήματα που σου προκαλεί η
ανάγνωση του τόσο τρυφερού "μυθιστορήματος" του Αύγουστου Κορτώ.
"Το βιβλίο της Κατερίνας". Ο τρόπος γραφής και το ύφος όμως είναι
διαφορετικά, περισσότερο άμεσα και σκληρά που όμως ο αυτοσαρκασμός και το
(άφθαστο) χιούμορ του Κορτώ δίνουν τις απαραίτητες ανάσες στο κείμενο.
Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση (ένα λογοτεχνικό εύρημα, όπου ο
αφηγητής είναι η νεκρή πλέον Κατερίνα), δίνουν τον τόνο της οικογενειακής
τραγωδίας, καθώς ο συγγραφέας πιάνει την ιστορία από την αρχή, ξεδιπλώνει τα
καλά κρυμμένα μυστικά και ψέματα, την κληρονομικότητα της σχιζοφρένειας και με
τη φωνή της μητέρας του ξετυλίγει το
κουβάρι όχι μόνο του κοινού τους βίου αλλά και της ζωής της γενικότερα.
Περιστατικά σκληρά (ορισμένα θα μπορούσες να τα πείς απάνθρωπα) διαδέχονται
σκηνές κωμικές, διότι ο Κορτώ πολύ εύστοχα αποφορτίζει την (διάχυτη) συγκίνηση
με αυτόν τον πολύ άμεσο, προφορικό λόγο που χαρακτηρίζει τα κείμενά του, είτε
μυθιστορήματα είναι αυτά, είτε χρονογραφήματα.
«Αυτό το βιβλίο δεν έχει σκοπό να πληγώσει κανέναν, εκτός απ’αυτούς
που θα το διαβάσουν.
Αυτό το βιβλίο, θα πούν, είναι γεμάτο ψέματα· κακοήθειες,
ανακρίβειες, παραχάραξη της οικογενειακής μας ιστορίας από ένα μυαλό χολωμένο
κι άρρωστο, που γυρεύει εκδίκηση για τον θάνατο που μόνο του επέλεξε.
Ωστόσο εμένα αυτή είναι η αλήθειά μου, κι από κεί και πέρα, ο
καθείς ας διαλέξει τη λήθη που του ταιριάζει, που τον ανακουφίζει· έτσι είναι, αν έτσι νομίζουνε.
Αυτό το βιβλίο με διαλύει.
Αυτό το βιβλίο έχει σκοπό να με διαλύσει, να με κάνει
κομμάτια.
Μέσα στα κομμάτια μου είμαι.»
Η σκιά της μητέρας, η περσόνα της που «εμφανιζόταν» σε πολλά
από τα μυθιστορήματα του Κορτώ, εμφανίζεται εδώ ως ηρωίδα νεοελληνικής τραγωδίας,
«αιχμαλωτίζοντας» τον αναγνώστη ο οποίος μπαίνει κυριολεκτικά μέσα στο
διαταραγμένο μυαλό της (λογοτεχνικά εμβληματικής αυτής) ηρωίδας. Το πένθος
κυριεύει το βιβλίο και μόνο με τον αυτοσαρκασμό που χαρακτηρίζει τον λόγο του
συγγραφέα και τα εμβόλιμα κεφάλαια της οικογενειακής πινακοθήκης κωμικοτραγικών
χαρακτήρων παίρνεις ανάσες.
Το «Βιβλίο της Κατερίνας» είναι ένα βιβλίο το οποίο
εμπεριέχει όλη την συγγραφική πορεία του Α.Κορτώ. Βιβλίο «αγαπησιάρικο» και
τρυφερό, ψυχοφθόρο και ιαματικό μαζί. Είναι μυθιστόρημα μαθητείας, βιογραφία,
αυτοβιογραφία, σπάραγμα και ψυχοθεραπεία, σίγουρα το καλύτερο βιβλίο του
συγγραφέα. Νιώθεις ότι το (πλούσιο και χειμαρρώδες) συγγραφικό του ταλέντο
ωριμάζει και είναι έτοιμο πλέον για μια νέα πορεία, αφήνοντας πίσω τις εμμονές
και τις «χειροπέδες» του παρελθόντος. Μετά από 18 βιβλία (μια απίστευτη
παραγωγικότητα) και ακόμα σε νεαρή ηλικία, ο Αύγουστος Κορτώ, ωριμότερος και
πιο αληθινός από ποτέ, παραδίδει ένα έργο που δεν μπορεί να αφήσει ασυγκίνητο
κανέναν.