Παρασκευή, Ιουλίου 05, 2013
posted by Librofilo at Παρασκευή, Ιουλίου 05, 2013 |
Permalink
Ένα μάλλον αποτυχημένο "Σενάριο γάμου"
Τελειώνοντας
το καινούργιο μυθιστόρημα του (Ελληνικής καταγωγής) Jeffrey Eugenides (Detroit,ΗΠΑ 1960) με (τον κατ’αρχήν
απωθητικό αλλά εύστοχο ουσιαστικά) τίτλο «ΣΕΝΑΡΙΟ ΓΑΜΟΥ» («The Marriage Plot»), (Εκδ.Πατάκη, μετάφρ.
Α.Παπασταύρου, σελ.622), ήμουν τόσο μπερδεμένος που κάτι μέσα μου με απωθούσε
από το να γράψω έστω και δυό λόγια για το βιβλίο. Ο λόγος; Μάλλον η κόπωση που
ένιωσα και το αγκομαχητό να τελειώσω ένα μυθιστόρημα που στην αρχή μου άρεσε - νόμιζα
μετά τις πρώτες 50 σελίδες ότι θα ήταν ένα μεταμοντέρνο βικτωριανού στυλ
μυθιστόρημα του 21ου αιώνα - αλλά όσο περνούσαν οι σελίδες με
απωθούσε για να «σώσει» την κατάσταση ένα εξαιρετικό (και άκρως)
κινηματογραφικό φινάλε.
Το
μυθιστόρημα ξεκινάει το καλοκαίρι του 1982, με την ημέρα της αποφοίτησης στο
καλό και παραδοσιακό Brown University. Η όμορφη και αριστοκρατική
Μάντλιν Χάνα ολοκληρώνει τις σπουδές της με ένα γενναίο μεθύσι και μια βραδιά
που δεν εξελίχθηκε όπως την περίμενε. Τώρα είναι οι γονείς της που έχουν έρθει
να την καμαρώσουν στην παρέλαση των αποφοίτων, κι αυτή προσπαθεί να συνέλθει
από την βραδινή κραιπάλη με έναν περίεργο λεκέ – που όλοι καταλαβαίνουμε
γρήγορα τι είναι - στο φόρεμά της. Η Μάντλιν αισθάνεται πιο απαίσια από ποτέ,
τα πράγματα δεν έχουν εξελιχθεί όπως τα περίμενε την ημέρα που πρωτοπάτησε το
πόδι της να σπουδάσει Λογοτεχνία στο κολλέγιο. Λάτρης της Βικτωριανής
λογοτεχνίας, βιβλιοφάγος και απόμακρη, προσγειώθηκε κάπως ανώμαλα στο
περιβάλλον της φοιτητούπολης του Πρόβιντενς, Ρόουντ Άιλαντ. Ήταν ένα παιδί που
διάλεξε αυτό το αντικείμενο γιατί απλά της άρεσε το διάβασμα: « «Ο
κατάλογος Σπουδών Βρετανικής και
Αμερικανικής Λογοτεχνίας» του πανεπιστημίου ήταν για την Μάντλιν, ό,τι ήταν ο
κατάλογος μόδας του Μπέργκντορφ για τις συγκατοίκους της. Ένας κατάλογος
σπουδών τύπου «Αγγλικά 274: Lily’s Euphues» αναστάτωνε τη Μάντλιν με τον
τρόπο που ενθουσίαζε την Άμπι ένα ζευγάρι καουμπόικες μπότες από του Φιορούτσι.
Τα «Αγγλικά 450Α: Χόθορν και Τζέιμς» γέμιζαν τη Μάντλιν με μια
προσμονή ωρών αμαρτίας στο κρεβάτι, που δεν απείχε και πολύ από αυτό που ένιωθε
η Ολίβια φορώντας μια φουστίτσα λίκρα και δερμάτινο σακάκι στο κλαμπ
«Ντανσετίρια» »
Η Μάντλιν
σε ένα πάρτυ γνωρίζει ένα δειλό παιδί Ελληνικής καταγωγής τον Μίτσελ
Γκραμάτικους, με τον οποίο υπάρχει μια έλξη που δεν εκδηλώνεται παρά την στενή
παρέα και το τριήμερο που περνάνε μαζί στο εξοχικό της οικογένειας. Ο Μίτσελ
μορφωμένος και «καλό παιδί» είναι το αγόρι που συμπαθούν όλοι οι γονείς αλλά η
φιλική σχέση δεν προχωράει σε κάτι ουσιαστικότερο λόγω κυριως της ατολμίας του
νεαρού. Όταν δε σε μια κατάσταση ψιλοχαβαλέ κάτι πάει να γίνει, το ζευγάρι
τσακώνεται, η Μάντλιν προσβάλλει τον Μίτσελ και χάνονται για λίγο – τα
αισθήματα όμως του νεαρού δυναμώνουν για εκείνη καθώς την βλέπει να ερωτοτροπεί
με τελείως αντίθετούς της τύπους.
Στο
κολέγιο, σύντομα η Μάντλιν διαπίστωσε πόσο «ντεμοντέ» φαινόταν. Και παίρνοντας
ένα μάθημα Σημειολογίας στο τρίτο έτος είδε ότι μόνο αν μιλούσες για Ντεριντά
και Μπλανσό, Μπαρτ και Μπατάιγ σε παίρνανε στα σοβαρά, Απντάικ και λοιποί
θεωρούντο «μικροαστοί» για να μη μιλήσουμε για Τζορτζ Έλιοτ και Τζέιν Όστιν.
Στο σεμινάριο η Μάντλιν γνωρίζεται με τον μονήρη και ιδιόρρυθμο Λέναρτ
Μπάνκχεντ, έναν μεγαλοφυή νεαρό, ο οποίος σπουδάζει Βιολογία και Φιλοσοφία,
πανύψηλο και εντυπωσιακό, άστατο και απρόβλεπτο, και τον ερωτεύεται σχεδόν
αμέσως συνάπτοντας μαζί του, μια θυελλώδη σχέση. Όμως ο Λέναρντ υποφέρει από βαριά
κατάθλιψη, με έντονες αυτοκτονικές τάσεις και όταν η Μάντλιν οργισμένη από την
(φαινομενική) αδιαφορία του (που ήταν περισσότερο σοκ), στην εκδήλωση των συναισθημάτων
της, τον εγκαταλείπει, αντί να τρέξει πίσω της κλείνεται στον εαυτό του και η
ασθένειά του εκδηλώνεται με απρόβλεπτες συνέπειες.
Όλα αυτά
συμβαίνουν λίγο καιρό πριν την τελετή αποφοίτησης, και η Μάντλιν είναι
απογοητευμένη από τη ζωή της ενώ ο Μίτσελ έχει προγραμματίσει να φύγει για ένα
χρόνο με έναν φίλο του για να πάνε λίγο στην Ευρώπη και να καταλήξουν στην
Ινδία. Ο Μίτσελ τον τελευταίο χρόνο έχει ασχοληθεί έντονα με την θρησκεία, ο
μυστικισμός του Χριστιανισμού τον έλκει ιδιαιτέρως και οι καθηγητές του τον
πιέζουν να ασχοληθεί σοβαρότερα με το θέμα. Η Μάντλιν τον απασχολεί αλλά
προτιμάει να τραβήξει τον δρόμο που έχει επιλέξει – βέβαια η μοίρα άλλα του
επιφυλάσσει αλλά για την ώρα δεν τα ξέρει και το ταξίδι του θα είναι
περισσότερο περιπετειώδες απ’ότι περίμενε.
«Ο Λέναρντ…ξαπλωμένος
στον καναπέ, σκεφτόταν τους γονείς του, εκείνα τα πλάσματα με τις πλανητικές
διαστάσεις που διέγραφαν τροχιά γύρω απ’όλη του την ύπαρξη. Και μετά χάθηκε,
πίσω στο παρελθόν που επέστρεφε αιώνια. Αν μεγάλωνες σ’ένα σπίτι όπου δεν
σ’αγαπούσαν, δεν ήξερες ότι υπήρχε εναλλακτική. Αν μεγάλωνες με γονείς
συναισθηματικά ακρωτηριασμένους, οι οποίοι ήταν δυστυχισμένοι με το γάμο τους
κι έτοιμοι να μεταβιβάσουν τη δυστυχία τους στα παιδιά τους σαν τιμωρία, δε
συνειδητοποιούσες ότι το έκαναν. Ήταν απλώς η ζωή σου. Αν πάθαινες ένα ατύχημα,
σε ηλικία τεσσάρων ετών, που υποτίθεται πως ήσουν μεγάλο παιδί πια, και
αργότερα σου σέρβιραν ένα πιάτο περιττώματα στο δείπνο – αν σου έλεγαν να τα
φας επειδή σου άρεσαν, ε; πρέπει να σου άρεσαν, αλλιώς δε θα είχες τόσο πολλά
ατυχήματα - , δεν ήξερες ότι αυτό δε συνέβαινε στα άλλα σπίτια της γειτονιάς
σου. Αν ο πατέρας σου εγκατέλειπε την οικογένειά σου και εξαφανιζόταν, για να
μην ξαναγυρίσει ποτέ πια, και η μητέρα σου έδειχνε να σου κρατάει κακία, οσο
μεγάλωνες, επειδή ανήκες στο ίδιο φύλο με τον πατέρα σου, δεν είχες σε ποιον να
στραφείς. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η ζημιά είχε γίνει προτου καταλάβεις
ότι είχες πάθει τη ζημιά. Και το χειρότερο ήταν πως, όσο περνούσαν τα χρόνια,
αυτές οι αναμνήσεις, με τον τρόπο που τις κρατούσες σ’ένα μυστικό κουτί μέσα
στο κεφάλι σου και τις έβγαζες κάθε τόσο για να τις δείς και να τις ξαναδείς,
γίνονταν κάτι σαν πολύτιμα αποκτήματα. Ήταν το κλειδί της δυστυχίας σου. Ήταν η
απόδειξη πως η ζωή δεν ήταν δικαιη. Αν δεν ήσουν τυχερό παιδί, δεν ήξερες πως
δεν ήσουν τυχερός παρά αφού μεγάλωνες. Και τότε αυτό ήταν το μόνο που
σκεφτόσουν.»
Το
μυθιστόρημα του Ευγενίδη κινείται μεταξύ των τριών χαρακτήρων/ηρώων της
ιστορίας, η Μάντλιν, ο Λέναρντ και ο Μίτσελ προσπαθούν να βρούν τους εαυτούς τους
μετά την αποφοίτηση. Η ερωτική σχέση Μάντλιν και Λέναρντ και ο γάμος τους γεμάτος προβλήματα και
αδιέξοδα και ο οποίος περνάει από χίλια κύματα είναι στο προσκήνιο της ιστορίας
αλλά τα σημαντικά γεγονότα είναι αυτά που συμβαίνουν παράλληλα και όχι αυτά που
βρίσκονται στο επίκεντρο. Το οικογενειακό ιστορικό του Λέναρντ που καθορίζει
την ψυχική του ασθένεια, οι διαφορές στην καταγωγή και στην ζωή με την Μάντλιν
που βγαίνουν στην επιφάνεια. Ο Λέναρντ μυθιστορηματικός ήρωας που φέρνει στο
νου (μάλλον καθόλου τυχαία), τον πρόωρα χαμένο συγγραφέα David Foster Wallace (δες εδώ σχετικό άρθρο στον ξένο τύπο), δεν προκαλεί στον αναγνώστη τον
σπαραγμό που θα περίμενε κανείς, διότι έχει φροντίσει ο Ευγενίδης να φλυαρήσει
τόσο πολύ γύρω από την ασθένειά του, τις εμμονές και τα προβλήματά του που
είναι δύσκολο για κάποιον να αντέξει τόση ενδοσκόπηση – η οποία διακόπτεται με
ατελείωτα κεφάλαια γύρω από τα ταξίδι του Μίτσελ στο Παρίσι, στην Αθήνα (της
δεκαετίας του 80), στην Ινδία και στις ιεραποστολές εκεί. Όλο αυτό αποβαίνει σε
βάρος της ανέλιξης της ιστορίας, που πάει γύρω-γύρω με συνεχή φλασμπάκ στο
παρελθόν, ενώ μένει μετέωρη η τόσο δυνατή έλξη Λέναρντ/Μάντλιν που δεν
δικαιολογείται από τα τεκταινόμενα.
Η λατρεία
της Μάντλιν για την Βικτωριανή λογοτεχνία και τα «παντρολογήματα» που
κυριαρχούσαν στα Αγγλικά μυθιστορήματα του 19ου αιώνα, θα βρεί τον
δρόμο της μέσα από τις συμπληγάδες του έρωτα και του γάμου με τον απρόβλεπτο
Λέναρντ, ενώ ο Μίτσελ σε ένα δυναμικό come-back στο τέλος της ιστορίας θα δώσει
ένα εκπληκτικό και γεμάτο χιούμορ φινάλε στο βιβλίο σώζοντας τις εντυπώσεις.
Η ατμόσφαιρα
των 80’s στην Αμερική της οικονομικής κατάρρευσης και της επαγγελματικής
ανασφάλειας, η ατμόσφαιρα του κολλεγίου και οι ενδοοικογενειακές διαμάχες και
προβλήματα μεταφέρονται πολύ ωραία από τον Ευγενίδη (που δεν παύει να είναι
ένας εξαιρετικός συγγραφέας όπως φάνηκε από τα προηγούμενα έργα του), αλλά το
ανερμάτιστο της ιστορίας και η ακατάσχετη φλυαρία εξουθενώνουν ακόμα και τον
υπομονετικότερο αναγνώστη.
Κρατάω τα
καλά του βιβλίου, την βιβλιοφιλία, κάποιους πολύ ενδιαφέροντες διαλόγους, τον
ολοζώντανο χαρακτήρα της πολύ ενδιαφέρουσας Μάντλιν – που όμως δεν πιάνει με
τίποτα τις αντίστοιχες ηρωίδες των Βικτωριανών μυθιστορημάτων όπως ίσως ήταν η
πρόθεση του συγγραφέα, τις πρώτες 50 και τις τελευταίες 10 σελίδες, το χιούμορ
και την άνεση στο στυλ, αλλά και πάλι δεν μπορώ να δικαιολογήσω την εμφανή
αποτυχία του Ευγενίδη να γράψει κάτι μεγαλύτερο από αυτό που μπορούσε σε ένα
μυθιστόρημα που τελικά δεν είναι ούτε μοντέρνο, ούτε παραδοσιακό και που
συνεχώς πλέει σαν ένα καράβι που έχασε την πυξίδα του, ακυβέρνητο μέσα στον
ωκεανό.
Καλησπέρα Λιμπρόφιλε,
το βιβλίο του Ευγενίδη το διάβασα ως ένα Σενάριο Διαζυγίου με τα μελλοντικά αλλά και τα προγενέστερα έργα του. Το είχα κερδίσει από την εκπομπή Garagebooks, αν και την ίδια περίοδο, ψηνόμουν να δώσω τα 18 μου ευρώ έτσι όπως με μπάνιζε από το πάγκο του βιβλιοπωλείου. Νομίζω πως το δέλεαρ ήταν ως ένα βαθμό το βιβλιοφιλικό του θέμα. Ευτυχώς...ευτυχώς!... η Θεά Τύχη με βοήθησε!Δεν συνηθίζω να καταδικάζω συγγραφείς έπειτα από μία μόνο ανάγνωση, ωστόσο ο Ευγενιδής μου φαντάζει ένας συγγραφέας που δε θα μου λείψει καθόλου. Δεν μπόρεσε να μου μεταδώσει ούτε καν την μοχθηρή αίσθηση να προσπαθήσω να τον μισήσω μέσω της ανάγνωσης ενός δεύτερου βιβλίου του! Κρίμα τη θέση που καταλαμβάνει στην βιβλιοθήκη μου. Μου φαίνεται θα προβώ σε χωροταξικές εκκαθαρίσεις :Ρ
Καλό βράδυ!
Υ.Γ. Τα 18 ευρώ που γλύτωσα τότε, τα επένδυσα (16.51 για την ακρίβεια!) στην αγορά του βιβλίου του Μπροχ "Βιργιλίου θάνατος", το οποίο παρήγγειλα και αύριο το μεσημέρι θα το έχω στα χέρια μου, περιεργάζοντάς το ακούγοντας την εκπομπή σου -- ελπίζω, να μην κληρώνεις αυτό αύριο! Ίσως είναι λίγο ανεπίκαιρο για Ιούλιο μήνα αλλά, είμαι ήδη τόσο χαρούμενος με την αγορά του που λίγο με νοιάζει αν τελικά καταλήξω να το ξεκινώ αρχές Δεκεμβρίου!
Σ'ευχαριστώ για το σχόλιο. Σε συζήτηση στο Facebook για το βιβλίο μετά τη σχετική ανάρτηση χθες, δεν μπορείς να φανταστείς πόσο διχασμένοι είναι οι αναγνώστες...Εξεπλάγην διότι θεώρησα κι εγώ ότι είναι τόσο φλύαρο το μυθιστόρημα που θα κούραζε ακόμα και τον υπομονετικότερο αναγνώστη.Κι όμως, μεχρι και "κοντόθωρο" με αποκάλεσε κάποιος. Εχει φανατικούς θαυμαστές το βιβλίο, κυρίως γυναίκες που ταυτίστηκαν μάλλον με την ηρωίδα.
Το βιβλίο του Μπροχ δεν το έχω διαβάσει. Δεν υπάρχει "επίκαιρο και ανεπίκαιρο" βιβλίο - και όχι δεν το κληρώνουμε σήμερα...
Καλησπέρα Λιμπρόφιλε,
το βιβλίο του Ευγενίδη το διάβασα ως ένα Σενάριο Διαζυγίου με τα μελλοντικά αλλά και τα προγενέστερα έργα του. Το είχα κερδίσει από την εκπομπή Garagebooks, αν και την ίδια περίοδο, ψηνόμουν να δώσω τα 18 μου ευρώ έτσι όπως με μπάνιζε από το πάγκο του βιβλιοπωλείου. Νομίζω πως το δέλεαρ ήταν ως ένα βαθμό το βιβλιοφιλικό του θέμα. Ευτυχώς...ευτυχώς!... η Θεά Τύχη με βοήθησε!Δεν συνηθίζω να καταδικάζω συγγραφείς έπειτα από μία μόνο ανάγνωση, ωστόσο ο Ευγενιδής μου φαντάζει ένας συγγραφέας που δε θα μου λείψει καθόλου. Δεν μπόρεσε να μου μεταδώσει ούτε καν την μοχθηρή αίσθηση να προσπαθήσω να τον μισήσω μέσω της ανάγνωσης ενός δεύτερου βιβλίου του! Κρίμα τη θέση που καταλαμβάνει στην βιβλιοθήκη μου. Μου φαίνεται θα προβώ σε χωροταξικές εκκαθαρίσεις :Ρ
Καλό βράδυ!
Υ.Γ. Τα 18 ευρώ που γλύτωσα τότε, τα επένδυσα (16.51 για την ακρίβεια!) στην αγορά του βιβλίου του Μπροχ "Βιργιλίου θάνατος", το οποίο παρήγγειλα και αύριο το μεσημέρι θα το έχω στα χέρια μου, περιεργάζοντάς το ακούγοντας την εκπομπή σου -- ελπίζω, να μην κληρώνεις αυτό αύριο! Ίσως είναι λίγο ανεπίκαιρο για Ιούλιο μήνα αλλά, είμαι ήδη τόσο χαρούμενος με την αγορά του που λίγο με νοιάζει αν τελικά καταλήξω να το ξεκινώ αρχές Δεκεμβρίου!