Τρίτη, Οκτωβρίου 08, 2019
posted by Librofilo at Τρίτη, Οκτωβρίου 08, 2019 | Permalink
Σκελετοί στο ντουλάπι ("Το φάντασμα του βεστιαρίου")
Το
μεταπολεμικό Λονδίνο και η ατμόσφαιρα που επικρατεί στην πόλη μετά τους βομβαρδισμούς
που ισοπέδωσαν μεγάλο μέρος της, ζωντανεύει, μέσα από την γραφή του πολύ καλού
Βρετανού συγγραφέα Patrick McGrath (Λονδίνο, 1950), στο ωραίο ψυχολογικό
θρίλερ «ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΟΥ ΒΕΣΤΙΑΡΙΟΥ» («The Wardrobe Mistress») – (εκδ.
Μεταίχμιο, μετάφρ. Μ. Μακρόπουλος, σελ.372), ένα στιβαρό και πολύ ατμοσφαιρικό
μυθιστόρημα.
Βρισκόμαστε
στο Λονδίνο του σκληρού χειμώνα 1946 – 1947 (το βιβλίο ξεκινάει μια μέρα του
Γενάρη 1947 που κάνει αφόρητο κρύο), και ο φημισμένος Σαιξπηρικός ηθοποιός Τσάρλι
Γκράις πεθαίνει από καρδιακή προσβολή μετά από την πτώση του από μια σκάλα στο
σπίτι της κόρης του. Η (εβραϊκής καταγωγής) σύζυγός του, Τζόαν Γκράις, υπεύθυνη
ενός μεγάλου βεστιαρίου, παθαίνει σοκ μη μπορώντας να αντέξει την απώλεια του
συντρόφου της. Από τη μια το ξαφνικό του θανάτου, από την άλλη η larger than life προσωπικότητα του εκλιπόντος που τα παράσερνε όλα στο
διάβα του, την διαλύουν ψυχολογικά. Η Τζόαν είναι μια εντυπωσιακή, ψηλή γυναίκα
μέσης ηλικίας με χαλασμένη δόντια (όπως οι περισσότεροι εκείνη την εποχή),
αυστηρή και σκληρή στη δουλειά της. Με τον Τσάρλι είχαν μια κόρη, την πανέμορφη
(και εκρηκτική ως προσωπικότητα) Βέρα, που έχει ξεκινήσει με επιτυχία την
καριέρα της στο θέατρο και είναι παντρεμένη με τον Τζούλιους Γκλας, έναν πρώην
ιμπρεσάριο αρκετά μεγαλύτερό της. Ο γάμος τους περνούσε κρίση, λόγω της φιλοξενίας
στο σπίτι τους μιας αινιγματικής Εβραίας, που ο Τζούλιους είχε σώσει από τους Ναζί
στον πόλεμο και την παρουσίαζε σε όλους ως αδερφή του. Η Βέρα που έχει ευαίσθητα
νεύρα και βρίσκεται υπό φαρμακευτική αγωγή, τους υποψιάζεται όπως και η Τζόαν
για την πραγματική φύση της σχέσης τους, ενώ και ο θάνατος του Τσάρλι Γκράις
που ουσιαστικά συνέβη μετά από λεκτικό διαπληκτισμό με τον Τζούλιους Γκλας,
προσθέτει δυσαρέσκεια στις μεταξύ τους σχέσεις.
Εν
τω μεταξύ, το Λονδίνο (και γενικότερα η Αγγλία) προσπαθεί να σταθεί στα πόδια
του, μετά την καταστροφή του πολέμου. Η ανοικοδόμηση των σπιτιών προχωράει και
υπάρχουν περιοχές που χτίζονται από την αρχή. Ο κόσμος περνάει δύσκολα, το
δελτίο στα τρόφιμα υπάρχει ακόμα, ενώ η πολιτική ατμόσφαιρα είναι τεταμένη. Στους
δρόμους παρελαύνουν οι Βρετανοί Φασίστες του Μόσλεϊ, που θεωρούν ότι ο πόλεμος
συνεχίζεται και οι συμπλοκές είναι μια καθημερινότητα. Τα θέατρα όμως (αυτή η
εκπληκτική Βρετανική παράδοση στο είδος) συνεχίζουν να γεμίζουν κόσμο και νέες
παραγωγές ετοιμάζονται.
"Ήταν
άσχημη χρονιά, έτσι κι αλλιώς. Αχ, μια φριχτή χρονιά, κι ας είχε μόλις τρεις
εβδομάδες που είχε μπει. Ακόμη το φαγητό δεν ήταν αρκετό, και το προηγούμενο
καλοκαίρι - του 1946 φυσικά, όταν είχε γίνει η μεγάλη παρέλαση - είχαν βάλει
δελτίο στο ψωμί, κι ας είχε τελειώσει ο πόλεμος! Μεγαλειώδεις νικητές, α ναι -
και χρεοκοπημένοι. Ηθικά λαμπροί και οικονομικά πανί με πανί. Αποκαμωμένοι. Αχ
Αγγλία! Αιθαλομίχλη, ερείπια, άχρωμα ρούχα, κακό φαΐ, κρατήρες από βόμβες,
αρουραίοι. Υπήρχε δουλειά, α ναι - στην κατεδάφιση. (...) Ύστερα όμως απ' όλα
αυτά, αχ, ύστερα από τις ατέλειωτες θυσίες, τους είχαμε ξεφορτωθεί τους
φασίστες;
Όχι.
Ω όχι. Τα μέλη της Βρετανικής Ένωσης Φασιστών που είχαν φυλακιστεί κατά τη
διάρκεια του πολέμου με βάση τον Αμυντικό Κανονισμό 18b
- ως
συμπαθούντες των εχθρικών δυνάμεων - είχαν ξαναβγεί στους δρόμους (...)
Παρέλαυναν σε τριάδες στο Ιστ Εντ, πραγματοποιούσαν δημόσιες συγκεντρώσεις,
γέμιζαν ολόκληρους τοίχους με τη σβάστικα, έφτυναν μίσος λες και δεν είχαν
πάρει ποτέ πόδι, λες δεν είχε γίνει ποτέ πόλεμος, τον οποίον είχαν χάσει. Οι
φασαρίες ήταν αναπόφευκτες. Συμπλοκές ξέσπαγαν και άνθρωποι πληγώνονταν, πράγμα
αναμενόμενο. Όχι, αυτοί ήταν ενεργοί φασίστες, που πουλούσαν τις εφημερίδες
τους έξω από σταθμούς του μετρό. Και, φυσικά, τα πράγματα ήταν χειρότερα στο
Ιστ Εντ, εκεί που ζούσαν οι Εβραίοι (...) Φτώχεια, συνωστισμός, βία και
πολιτική διαμάχη, γι' αυτά μας ήταν γνωστό το Στέπνι - και για τους Εβραίους.
Κι εκεί έκαναν τις συναντήσεις τους οι φασίστες. Για την ακρίβεια, παντού στο Ίστ
Εντ άντρες με τηλεβόες πάνω σε εξέδρες κραύγαζαν υπέρ της απέλασης αυτών που
τώρα ήταν αναγκασμένοι να αποκαλούν "ξένους". Λέγοντας μας ότι ο
Χίτλερ δεν είχε προχωρήσει αρκετά, δεν είχε τελειώσει τη δουλειά. Αν μπορείτε
να το πιστέψετε. Εν έτει 1946."
Η
Τζόαν δεν μπορεί να συνέλθει από τον χαμό του συζύγου της. Πιστεύει ότι το
πνεύμα του, παραμένει μέσα στο σπίτι, την ακολουθεί παντού. Τριγυρίζει μέσα στο
σπίτι, μυρίζοντας τα ρούχα του, ψάχνοντας για κοστούμια από θεατρικές
παραστάσεις, βρίσκεται στα όρια της παραφροσύνης. Όταν δε γνωρίζει τον
αντικαταστάτη του στη θεατρική παράσταση, τον (αρκετά νεότερό του) Φρανκ Στόουν,
πιστεύει ότι το πνεύμα του Τσάρλι Γκράις «κατοικεί» εντός του. Η γνωριμία της μαζί
του, την γοητεύει γιατί πιστεύει ότι είναι μια μετενσάρκωση του νεκρού συζύγου της
και αρνείται να παραδεχτεί ότι σιγά σιγά τον ερωτεύεται.
Όμως
ποιος ήταν ο σύζυγός της στ’ αλήθεια; Αυτός ο πληθωρικός άντρας, που του
συγχωρούσες τα πάντα λόγω της ακαταμάχητης προσωπικότητάς του; Τι ήξερε γι’
αυτόν; Μετά από συζητήσεις με τον γαμπρό της, τον Τζούλιους και λίγο ψάξιμο
παραπάνω στο σπίτι, ανακαλύπτει αυτό που όλοι οι άνθρωποι του θεατρικού
συναφιού γνώριζαν, ο Τσάρλι Γκράις, δεν ήταν απλώς συμπαθών του Φασιστικού
κόμματος, αλλά πλήρες μέλος του, με την ωραία στολή του γυαλισμένη (και με το ανατριχιαστικό
S ραμμένο πάνω της), στο βάθος μιας ντουλάπας. Πως θα
αντιδράσει η Τζόαν, όταν διαπιστώνει ότι ο αγαπημένος της σύζυγος, το «φως της ζωής
της», ήταν ένας από αυτός που κυνηγούσαν τους συμπατριώτες της; Τι άλλες ανατροπές
θα υπάρξουν όχι μόνο στη δική της ζωή, αλλά και στη ζωή της κόρης της Βέρας που
ετοιμάζεται για μια πολυαναμενόμενη πρωταγωνιστική επιστροφή στη θεατρική
σκηνή;
"Μπορούσε
λοιπόν να πιστέψει έστω και ένα πράγμα που της είχε πει; Η κοινή τους ζωή
έμοιαζε τώρα να μην είναι τίποτε άλλο από μια περίτεχνη παράσταση με
προσποιήσεις και μεταμφιέσεις, ναι, όλη του η ζωή μια παράσταση, δεν σταματούσε
ποτέ να υποδύεται..."
Το
μυθιστόρημα του ΜακΓκράθ, ξεκινάει ως μια σπαρακτική ιστορία, θλίψης και
απώλειας, πένθους και συντριβής, για να συνεχιστεί όταν ανακαλύπτεται η
πολιτική δράση του Τσάρλι Γκράις σε ένα πολιτικό βιβλίο για την δράση του
Φασισμού στο μεταπολεμικό Λονδίνο, το αντισημιτικό κλίμα και την ταραγμένη
πολιτική ατμόσφαιρα που διαδραματίζεται όταν το ταλαιπωρημένο και πληγωμένο
βαθιά, Αγγλικό κράτος, προσπαθεί να σταθεί πάλι στα πόδια του.
Ευφυέστατα
γραμμένο, με την αφήγηση να μοιράζεται μεταξύ ενός ιδιότυπου «χορού» που
θυμίζει αρχαία τραγωδία αλλά και Σαιξπηρικό δράμα, καθώς οι γυναίκες του
Βεστιαρίου περιγράφουν σχολιάζοντας (αλλά και κουτσομπολεύοντας σε ορισμένες
σκηνές) τα γεγονότα, αλλά και μιας τριτοπρόσωπης αποστασιοποιημένης αφήγησης
που εξιστορεί τη ζωή εκτός του θεατρικού περίγυρου, στους δρόμους του Λονδίνου,
το βιβλίο είναι απολαυστικό και εξαιρετικά ενδιαφέρον.
Γκόθικ
στοιχεία, ψυχολογικό σασπένς (όπως άλλωστε και στο καλύτερο βιβλίο του
ΜακΓκράθ, το υπέροχο «Στον ιστό της αράχνης»), και μια συνεχής ατμόσφαιρα
μυστηρίου αλλά και θεατρικών παρασκηνίων, κατακλύζουν τις σελίδες του μυθιστορήματος, που θα μπορούσε να γίνει
μια εξαιρετική ταινία. Μπορεί οι συνεχείς ανατροπές κάπου να μπερδεύουν και οι
τελευταίες 50 σελίδες να μη στέκονται στο ίδιο ύψος με το υπόλοιπο βιβλίο, αλλά η ιστορία είναι πολύ ενδιαφέρουσα και
κρατάει τον αναγνώστη σε συνεχή αγωνία.
Στην
γοητεία αυτού του ωραίου μυθιστορήματος, συντελεί η στιλιστική ικανότητα του
συγγραφέα που με τις εναλλαγές δράματος και σάτιρας διατηρεί έναν
καλοκουρδισμένο ρυθμό στην αφήγησή του, ενώ οι έξοχοι χαρακτήρες του βιβλίου,
με κυριότερο αυτόν της ηρωίδας του βιβλίου, της σπαρακτικής Τζόαν που άλλοτε
εύθραυστη, άλλοτε σκληρή σαν βράχος κυριαρχεί στο μυθιστόρημα, συντελούν στη αναγνωστική
απόλαυση ενός βιβλίου που μπορεί να μην είναι κάποιο λογοτεχνικό αριστούργημα,
αλλά η ιστορία του σε ακολουθεί για καιρό.
Βαθμολογία
81 / 100
Δημοσίευση σχολίου