Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 05, 2019
posted by Librofilo at Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 05, 2019 | Permalink
Φάμπιαν ο ηθικολόγος στο χείλος της αβύσσου
Δεν
θυμόμουν πολλά από το «Φάμπιαν, η ιστορία ενός ηθικολόγου», που είχα διαβάσει
το 1982-83 από τις εκδόσεις Οδυσσέας (οι οποίες με τα καλά τους και τα στραβά
τους, με μύησαν στην καλή μεταφρασμένη λογοτεχνία). Μου είχε μείνει βέβαια, ο
αλησμόνητος ήρωας - ο ομώνυμος κεντρικός χαρακτήρας αλλά, και η αίσθηση ενός
ωραιότατου και πολύ σημαντικού μυθιστορήματος (νουβέλας ουσιαστικά – ήταν και
σε μικρό σχήμα σαν βιπεράκι). «Συναντήθηκα» ξανά με τον υπέροχο Φάμπιαν, του
Γερμανού συγγραφέα Erich Kastner (Δρέσδη 1899 – Μόναχο 1974), στη νέα (και
πολύ ποιοτική) έκδοση του βιβλίου, με άλλον τίτλο αυτή τη φορά, «Στο χείλος της
αβύσσου» («Der Gang vor die Hunde»), που κυκλοφόρησε την προηγούμενη χρονιά από τις
εκδόσεις Πόλις (ωραία μετάφρ. Α.Σαλταμπάση, σελ.348). Το βιβλίο είχε
κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Οδυσσέας στην πρώτη του μορφή, στην έκδοση του
1931, όπου είχε προτιμηθεί από τον εκδότη, ο τίτλος «Φάμπιαν, η ιστορία ενός
ηθικολόγου», ενώ είχαν αφαιρεθεί και κάποια αποσπάσματα όπως και φράσεις του
πρωτοτύπου. Μεταπολεμικά, ο συγγραφέας επιμελήθηκε το κείμενο, μπήκαν τα
αποσπάσματα και οι φράσεις που είχαν αφαιρεθεί, οπότε έχουμε στα χέρια μας την
μετάφραση της πλήρους έκδοσης, με τον τίτλο που εξαρχής ήθελε ο Kastner «Στο χείλος της αβύσσου» (παρότι εμένα,
στο μυαλό μου, ως «Φάμπιαν» παραμένει).
Εμβληματικό
μυθιστόρημα της εποχής του μεσοπολέμου και διαυγής σάτιρα, των τελευταίων
ημερών της «Δημοκρατίας της Βαϊμάρης», το βιβλίο είναι εκπληκτικό, και δεν έχει
χάσει τίποτα από την λάμψη του, μετά από τόσες δεκαετίες και τόσες αλλαγές στην
κοινωνία. Μεγάλη εμπορική επιτυχία της εποχής, έκανε γνωστό τον συγγραφέα του
που παρέμεινε στην χώρα και μετά την επικράτηση του Ναζισμού (παρότι το βιβλίο
του καταστράφηκε ως αντεθνικό).
Ο
Γιάκομπ Φάμπιαν (που στο βιβλίο αποκαλείται απ’ όλους με το επίθετό του), είναι
ένας νέος άνθρωπος από την επαρχία, διδάκτορας της φιλολογίας, που εργάζεται
στην αρχή της ιστορίας, σε μια διαφημιστική εταιρία του Βερολίνου, όπου μετά
από συνεχείς καθυστερήσεις στην προσέλευσή του και ύστερα από έναν διαπληκτισμό
με τον διευθυντή του, απολύεται. Άνεργος και ελάχιστα χρήματα στη τσέπη, αφού
τα περισσότερα απ’όσα έβγαζε τα έστελνε στη μητέρα του στην μικρή πόλη που
γεννήθηκε, περιδιαβαίνει τους δρόμους του Βερολίνου, πίνει και διασκεδάζει στα
καμπαρέ της εποχής. Το χρονικό πλαίσιο είναι το τέλος της δεκαετίας του ’20,
αρχές της δεκαετίας του ’30. Η Γερμανία μαζεύει ακόμα τα κομμάτια της μετά την
οδυνηρή ήττα, ο πληθωρισμός και η ανεργία είναι στα ύψη, ελπίδα δεν φαίνεται
από πουθενά.
«…Τι
γύρευε σ’ αυτή την πόλη, αυτό το τρελοκομείο με τα πέτρινα κουτιά; Ποιος ήταν ο
σκοπός του; Να γράφει επιτηδευμένες σαχλαμάρες για να καπνίζει ο κόσμος ακόμα
περισσότερα τσιγάρα; Την καταστροφή της Ευρώπης μπορούσε να την περιμένει κι
εκεί όπου είχε γεννηθεί. Αυτά παθαίνεις όμως, όταν φαντάζεσαι ότι η γη θα
συνεχίσει να γυρίζει μόνο αν την κοιτάς. Τούτη η γελοία ανάγκη να είναι παρών!
Άλλοι είχαν ένα επάγγελμα, προόδευαν, παντρεύονταν, έκαναν παιδιά στις γυναίκες
τους και πίστευαν πως αυτό είναι το σωστό. Κι εκείνος είχε καταλήξει, και
μάλιστα με τη θέλησή του, να στέκεται πίσω από τον φράχτη, να κοιτάζει και να
εισπράττει το μηνιάτικο της απελπισίας. Η Ευρώπη είχε βγει στην αυλή για ένα
μεγάλο διάλειμμα. Οι δάσκαλοι είχαν φύγει. Ωρολόγιο πρόγραμμα δεν υπήρχε. Η
γηραιά ήπειρος δεν θα έβγαζε την ύλη της τάξης. Την ύλη καμίας τάξης!»
Συνοδοιπόρος
στις βόλτες και στη ζωή, ο κολλητός του φίλος, Λαμπούντε γόνος ευκατάστατης
οικογένειας, που επί αρκετά χρόνια ετοιμάζει μια διατριβή για τον Λέσινγκ. Ο
Φάμπιαν είναι ένας πολύ ευαίσθητος και μορφωμένος άνθρωπος που διαβάζει
κλασσικούς φιλοσόφους και μαζί με τον Λαμπούντε (που είναι ακτιβιστής και πιο
πολιτικοποιημένος από τον Φάμπιαν), αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό και κριτική
ματιά, όσα συμβαίνουν γύρω τους. Σχολιάζουν και ειρωνεύονται τα πάντα, και
συμμετέχουν στην νυχτερινή ζωή του Βερολίνου, όπου όλοι ζουν σαν να μην υπάρχει
αύριο.
Ο
Φάμπιαν και ο Λαμπούντε προσπαθούν να διατηρήσουν την αξιοπρέπεια και την
ευαισθησία τους, όταν γύρω τους τα γυναικεία και ανδρικά σώματα ξεπουλιούνται
για ένα πιάτο φαΐ και στους δρόμους γίνονται καθημερινά συμπλοκές μεταξύ
κομμουνιστών και των ανερχόμενων ναζιστών. Ο Φάμπιαν θα παραμείνει άνεργος,
καθώς αρνείται να συμβιβαστεί, θα ερωτευτεί το λάθος κορίτσι, θα πληγωθεί. Η
μοίρα του Λαμπούντε που ονειρεύεται μια καθολική ανατροπή του συστήματος θα
είναι διαφορετική, όπως και η συναισθηματική του κατάσταση – η σύζυγός του τον
απατάει και η διατριβή του για τον Λέσινγκ τον έχει αγχώσει τρομερά, και βρίσκεται
σε μια οριακή συναισθηματική κατάσταση. Τα γεγονότα θα πάρουν δραματική τροπή,
οδηγώντας την ιστορία του Φάμπιαν σε μια άβυσσο, απ’όπου δεν υπάρχει σωτηρία.
«
«Φοβάσαι, έτσι δεν είναι; Φοβάσαι να σπάσεις το γυαλί. Πάντα φοβάσει μήπως
σπάσει το γυαλί ανάμεσα σ’ εσένα και τους άλλους. Νομίζεις πως ο κόσμος είναι
μια βιτρίνα».»
Γκροτέσκες
εικόνες από τη ζωή στο Βερολίνο, που μέσα στην θεατρικότητά τους, έχουν
στοιχεία δράματος και τραγωδίας, κυριαρχούν στο μυθιστόρημα του Κέστνερ. Μια
πόλη που έχει βουλιάξει στη διαφθορά και την σήψη, γεμάτη πορνεία κάθε είδους,
κι όπου όλοι επιδίδονται σε κομπίνες μεγάλες ή μικρές για να επιβιώσουν. Ο
Φάμπιαν παρατηρεί και σχολιάζει, περπατάει στους δρόμους του Βερολίνου, κάθεται
στα καφέ και στα καμπαρέ, συμμετέχει στη ζωή της πόλης, ουσιαστικά αποξενωμένος
από όλους κι απ’ όλα. Είναι ένας άνθρωπος με ηθικές αρχές, ρομαντικός που θα
καταλήξει κυνικός και «απροσάρμοστος» για το κοινωνικό σύνολο.
Ο
συγγραφέας μεταφέρει με οξυδέρκεια και ζωντάνια, το παρακμιακό Βερολίνο. Μπορεί
οι εικόνες να μοιάζουν με αυτές που μεταφέρει ο εξαίρετος Ίσεργουντ στις ιστορίες
του (απ’όπου και η ταινία «Καμπαρέ»), αλλά στο «Χείλος της αβύσσου», ο Κέστνερ
είναι πιο αιχμηρός, πιο ουσιαστικός, δεν εικονογραφεί, σχολιάζει με τον τρόπο του.
Οι χαρακτήρες του βιβλίου, περιγράφονται με χειρουργική ακρίβεια, και τα
δράματα παραμονεύουν και αποκαλύπτονται πίσω από τα λαμπερά φώτα των κέντρων
διασκέδασης. Οι γυναίκες είναι αντικείμενα και προϊόντα προς πώληση, ενώ οι
τρόποι «διασκέδασης» γίνονται όλο και πιο παρανοϊκοί, ολόκληρη η πόλη είναι ένα
τρελοκομείο.
Μέσα
από το σατιρικό του ύφος, το μυθιστόρημα αντικατοπτρίζει, τα συναισθήματα της γενιάς
που βίωσε τον Α παγκόσμιο πόλεμο, την απελπισία και την οργή για την ήττα, για
την υπέρμετρη βία του πολέμου, για την οικονομική και ηθική καταστροφή που
επήλθε μετά. Είναι η απογοήτευση για ένα αδιέξοδο παρόν και ένα ζοφερό μέλλον,
όπου άνθρωποι που διατηρούν την αξιοπρέπεια και την ηθική τους, είναι σίγουρο
ότι θα συντριβούν, γιατί θα επικρατήσουν οι μέτριοι και οι συμβιβασμένοι.
Εκπληκτικός
ρυθμός, αλησμόνητοι χαρακτήρες, σάτιρα που τσακίζει, συνθέτουν αυτό το θαυμάσιο
(και πολύ ευκολοδιάβαστο) μυθιστόρημα, που συστήνει ξανά όχι μόνο στους νεότερους
αλλά και στους παλαιότερους αναγνώστες, τον Erich
Kastner, με μια έξοχη έκδοση, που συνοδεύεται από
4 παραρτήματα, ένα εκδοτικό σημείωμα και ένα υπέροχο επίμετρο 36 σελίδων, του
επιμελητή της Γερμανικής έκδοσης.
Βαθμολογία
85 / 100
Δημοσίευση σχολίου