Παρασκευή, Δεκεμβρίου 20, 2019
posted by Librofilo at Παρασκευή, Δεκεμβρίου 20, 2019 | Permalink
Ένα μυθιστόρημα για το Brexit ("Μέση Αγγλία")
Υπάρχουν
μυθιστορήματα που γράφονται γιατί ο δημιουργός τους, θέλει να
"μιλήσει" για ένα επίκαιρο θέμα που τον "πνίγει". Όταν ο
συγγραφέας είναι ατάλαντος και μέτριος, προκύπτει ένα βιβλίο
"καταγγελίας", ένα αφόρητο πράγμα που συνήθως δεν διαβάζεται. Όταν
όμως έχεις μπροστά σου, έναν έμπειρο και ικανότατο λογοτέχνη, το αποτέλεσμα
μπορεί να είναι εξαιρετικό ή στην χειρότερη περίπτωση ικανοποιητικό. Το δεύτερο
συμβαίνει με την περίπτωση του πολύ καλού Βρετανού συγγραφέα Jonathan Coe (Worcestershire, 1961) και του νέου του μυθιστορήματος, με
τίτλο "ΜΕΣΗ ΑΓΓΛΙΑ" ("Middle England") - (εκδ. Πόλις, μετάφρ. Αλκ.
Τριμπέρη, σελ. 600), όπου ο ευφυέστατος Κόου, στήνει την πλοκή του βιβλίου του
γύρω από το θέμα του Brexit, που είναι μακράν
το πιο ενδιαφέρον κομμάτι, ενός γλυκόπικρου μυθιστορήματος, που είναι
σαγηνευτικό μεν, πολύ άνισο δε.
Η
"Μέση Αγγλία", αποτελεί ουσιαστικά συνέχεια (κλείνει την τριλογία),
δύο σπουδαίων μυθιστορημάτων του Κόου (ίσως των καλύτερών του), της
"Λέσχης των Τιποτένιων" και του "Κλειστού Κύκλου". Δεν
χρειάζεται όμως κάποιος να έχει διαβάσει αυτά τα βιβλία για να παρακολουθήσει
την πλοκή της "Μέσης Αγγλίας", η σύνδεση είναι χαλαρή και τα
κυριότερα σημεία που πρέπει να θυμάται κανείς, αναφέρονται μέσα στο βιβλίο, από
τον συγγραφέα. Το χρονικό πλαίσιο της ιστορίας, είναι 8 έτη, από το 2010 έως το
2018 διατρέχοντας μέσα από τους χαρακτήρες του, σημαντικές στιγμές της ιστορίας
της χώρας από την εθνική υπερηφάνεια των Ολυμπιακών αγώνων του 2012, στον
διχασμό του Brexit, μιας κρίσης που υπέβοσκε στον ψυχισμό του έθνους.
Ο
Κόου ξεκινάει το μυθιστόρημά του ευρηματικά, με όλους τους κεντρικούς
χαρακτήρες να εμφανίζονται στις πρώτες του σελίδες. Μετά την κηδεία της μητέρας
του, ο Μπέντζαμιν που ζει σε ένα μύλο που είχε μετατραπεί σε κατοικία, στις
όχθες ενός ποταμού στο Σριούσμπερι συγκεντρώνει τα μέλη της οικογένειάς του
σπίτι του. Είναι ο άρρωστος συνταξιούχος πατέρας του, η αδερφή του Λόις και η
κόρη της Σόφι, ενώ ο παλιός του συμφοιτητής Νταγκ επιτυχημένος δημοσιογράφος θα
περάσει κι αυτός τη μέρα μαζί τους.
Το
μυθιστόρημα ακολουθεί κυρίως τις ζωές του Μπέντζαμιν και της Σόφι, δυο ανθρώπων
που ανήκουν σε διαφορετικές γενιές και η παγκόσμια οικονομική αλλά και
πολιτισμική κρίση, έχει διαφορετική επιρροή επάνω τους. Ο Μπέντζαμιν Τρότερ, είναι
50άρης, μοναχικός και μόνος, ζει με την ανάμνηση του μεγάλου του έρωτα, της
Σίσιλι που ζει πλέον παντρεμένη στην Αυστραλία, και γράφει ένα ογκώδες
μυθιστόρημα που έχει ως κεντρικό σημείο τον έρωτά τους. Ζει με τις αναμνήσεις
του, φροντίζει τον πατέρα του και είναι ένας άνθρωπος που έχει επιλέξει να ζει
απομακρυσμένα από όλους και όλα. Η Σόφι – ο πιο ενδιαφέρον χαρακτήρας στην
ιστορία - στην αρχή του βιβλίου, είναι 27 ετών και μετακομίζει στο Μπέρμιγχαμ
να διδάξει στο εκεί πανεπιστήμιο Ιστορία της Τέχνης. Γνωρίζει τον Ίαν, έναν
δάσκαλο οδήγησης, έναν άνθρωπο που αντιπροσωπεύει ένα είδος άνδρα διαφορετικού από
αυτούς που συνήθως συναναστρεφόταν, αλλά είναι ακριβώς ότι η Σόφι ζητούσε,
κουρασμένη από τους διανοούμενους φίλους της. Ο Ίαν όμως δεν είναι μόνο ένας
ωραίος και στοργικός σύντροφος που κοιτάει την Σόφι σαν Θεά. Είναι κι ένας
άνθρωπος που πιστεύει ότι για την κατάσταση στη χώρα του, φταίνε οι ξένοι που
έχουν έρθει στη χώρα, ενώ η μητέρα του, που ζει μόνη της σε ένα απρόσωπο χωριό,
είναι σε πιο ακραία κατάσταση, φερόμενη ανάγωγα στις αλλοδαπές βοηθούς που η
πρόνοια της παρέχει, ενώ αναπαράγει τα λόγια του εθνικιστή πολιτικού Ίνοκ Πάουελ από τη δεκαετία του '70.
Γύρω
από τους δύο κεντρικούς ήρωες του βιβλίου, υπάρχουν μια σειρά από δευτερεύοντες
(στην πλοκή) χαρακτήρες, που διαδραματίζουν μεγαλύτερο ή μικρότερο ρόλο στα
δρώμενα, συνήθως με ελάχιστο ενδιαφέρον ως προς την εξέλιξη της πλοκής - που
δείχνει μετά τη μέση να κουράζει και να επαναλαμβάνεται. Ο επιτυχημένος
δημοσιογράφος Νταγκ και η έλλειψη κάθε επικοινωνίας με την προβληματική και
επαναστατημένη κόρη του Κοριάντερ, η οποία θα προκαλέσει μεγάλο πρόβλημα στην
Σόφι με κάποιες ενέργειές της, η μητέρα του Ίαν, Ελένα με το πείσμα και την
ξεροκεφαλιά της, ο χρεοκοπημένος φίλος του Μπέντζαμιν, ο Τσάρλι που δουλεύει ως
κλόουν, η μουσουλμάνα συνάδελφος του Ίαν, η Ναχίντ και άλλοι.
Ο
Κόου περιγράφει την οικονομική κρίση, την κυβέρνηση συνεργασίας του 2010, τις ταραχές
του 2011, την εθνική ανάταση στους Ολυμπιακούς αγώνες του 2012, τον γελοίο
Ντέιβιντ Κάμερον, την άνοδο του Μπόρις Τζόνσον, φτάνει μέχρι το Brexit, ισορροπώντας μυθοπλαστικά, μεταξύ των προσωπικών
ιστοριών των χαρακτήρων του και της κατάστασης στην πολιτική σκηνή και στην
κοινωνία. Περιγράφει οικογένειες διχασμένες από την εποχή της Θάτσερ και μετά,
σε μια Αγγλία που βρίσκεται σε μια διαρκή αναταραχή (ο Μπέντζαμιν δεν μιλάει με
τον αδελφό του, ο δημοσιογράφος Νταγκ δεν μπορεί να βρει κώδικα επικοινωνίας με
την κόρη του) και τα προβλήματα να συνεχίζονται από την δεκαετία του ’70.
"...Νά'
το, τελικά. Το θέμα που δεν έπρεπε να, που δεν γινόταν να συζητηθεί. Το θέμα
που δίχαζε τους ανθρώπους περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, το θέμα που πλήγωνε
τους ανθρώπους περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, επειδή τους έφερνε στο σημείο
να ξεγυμνωθούν, να ξεγυμνώσουν τον συνομιλητή τους και να αναγκαστούν να
κοιτάξουν ο ένας τη γύμνια του άλλου, εκτεθειμένοι, δίχως να μπορούν να
αποστρέψουν το βλέμμα τους. Όποια απάντηση κι αν έδινε στην Ελένα, αυτή τη
στιγμή - με όποια απάντηση κι αν προσπαθούσε να εκφράσει τη γνώμη της, τη
διαφορετική οπτική - θα σήμαινε, αυτομάτως, πως θα αντιμετώπιζαν την
ανομολόγητη αλήθεια: ότι η Σόφι (και όλοι οι όμοιοί της) και η Ελένα (και όλοι
οι όμοιοί της) μπορεί να ζουν σε απόλυτη εγγύτητα στην ίδια χώρα, αλλά
παράλληλα έχουν ζήσει σε διαφορετικά σύμπαντα και αυτά τα σύμπαντα
διαχωρίζονται από ένα θεόρατο, αδιαπέραστο τείχος, ένα τείχος χτισμένο από φόβο
και καχυποψία, ακόμη και - ενδεχομένως - από μια μικρή δόση από εκείνα τα
απόλυτα αγγλικά χαρακτηριστικά, την αμηχανία και την ντροπή. Αδύνατο να
αντιμετωπίσεις έστω και ένα από αυτά. Η μόνη εύλογη επιλογή ήταν να τα
αγνοήσεις (αλλά για πόσο ακόμα θα παρέμενε στ' αλήθεια εύλογη;) και για να
επιμείνεις, προς το παρόν, διατηρείς την απεγνωσμένη, καθόλου παρήγορη
φαντασίωση ότι όλα αυτά απλώς ένα έλασσον ζήτημα διαφορετικών απόψεων, σαν να
διαφωνείς με τον γείτονα για τους χρωματικούς συνδυασμούς του σπιτιού ή για τις
αρετές μιας συγκεκριμένης τηλεοπτικής εκπομπής."
Με
καυστικό και πνευματώδη τρόπο, ο συγγραφέας γράφει για την επέλαση της «πολιτικής
ορθότητας» - οι σελίδες που η Σόφι αντιμετωπίζει τις άδικες κατηγορίες εναντίον
της, είναι από τις ευρηματικότερες του βιβλίου -, για τα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης και την επίδρασή τους σε όλους τους κοινωνικούς τομείς, για τις αλλαγές
στις εφημερίδες, για τα fake news, για το μπέρδεμα του κόσμου.
Ο
Κόου είναι εξαιρετικός ανατόμος της κοινωνίας, σύγχρονος και με ευρύτητα
πνεύματος, είναι ίσως ο καλύτερος Βρετανός συγγραφέας στην ικανότητα να
αποτυπώνει τον παλμό και την ψυχή της Βρετανίας. Δεν χρειάζεται να γράψει για
το Brexit ευθέως με δεδομένα, στατιστικές και βαθυστόχαστες
αναλύσεις, στο βιβλίο του αντιλαμβάνεται ο (μη Βρετανός) αναγνώστης περισσότερα
πράγματα για την κατάσταση από ότι έχει διαβάσει μέχρι τώρα ή έχει ακούσει σε
τηλεοπτικές εκπομπές. Οι χαρακτήρες σχηματικοί και στερεοτυπικοί λογοτεχνικά,
λειτουργούν θαυμάσια ως αντιπροσωπευτικοί της κατάστασης. Η Σόφι και ο Νταγκ
είναι οι δεδομένα remainers, φιλοευρωπαϊστές
που δεν μπορούν να διανοηθούν αυτό που γίνεται, ο Ίαν, η Έλένα, ο Τσάρλι, όλοι
αυτοί οι τύποι που αντιπροσωπεύουν τον μικροαστό Άγγλο της επαρχίας είναι αυτοί
που θα φέρουν το Brexit, είναι αυτοί που
θεωρούν τους υπόλοιπους Ευρωπαίους (και γενικότερα ξένους) εν δυνάμει εχθρούς τους.
Το
βιβλίο λοιπόν, παρουσιάζει αυτή την ανισότητα. Πολύ μέτριο και σχηματικό
μυθοπλαστικά, με δεκάδες αδιάφορες σελίδες για τα τεκταινόμενα γύρω από τους δύο
(άντε να βάλω και τον Νταγκ) πρωταγωνιστές, εξαιρετικό όμως στο δεύτερο επίπεδο
που αφορά την αγγλική κοινωνία και όσα συμβαίνουν γύρω από αυτήν. Είναι βέβαια,
δεδομένη, η ικανότητα και η αφηγηματική άνεση του Κόου, να κρατάει το ενδιαφέρον
του αναγνώστη, να σατιρίζει με το εξαίσιο χιούμορ τις καταστάσεις, και να μη
χαρίζεται σε κανέναν. Οι αναμνήσεις από το παρελθόν για μια Αγγλία διαφορετική,
κατακλύζουν τους μεγαλύτερους σε ηλικία ήρωες του βιβλίου, μόνο που αυτή η
νοσταλγία είναι διαφορετική στον καθένα από αυτούς. Άλλα νοσταλγεί, ο πατέρας
του Νταγκ που βλέπει το παλιό εργοστάσιο αυτοκινήτων που δούλευε μια ζωή, να
έχει μετατραπεί σε Mall, άλλα η
σκληροπυρηνική Ελένα που απεχθάνεται τις αλλοδαπές οικιακές βοηθούς που την
πλένουν και την καθαρίζουν, άλλα οι παλιοί συμμαθητές Μπέντζαμιν και Νταγκ, που
νοσταλγούν την δεκαετία του ’70, αλλά όλοι τους ζουν στο παρελθόν, αρνούμενοι ή
και αδύναμοι, να κοιτάξουν τι βρίσκεται μπροστά τους. Ο αποτραβηγμένος από τα
εγκόσμια Μπέντζαμιν, που θρηνεί ακούγοντας το αγαπημένο τραγούδι της μητέρας
του “Adieu to old England”, αποτελεί τον
συνδετικό κρίκο μεταξύ όλων των τάσεων αλλά και των χαρακτήρων, είναι ένας απόλυτα
μπερδεμένος άνθρωπος, που φοβάται να πάρει θέση, ίσως αντιπροσωπευτικός της πλειονότητας
των διανοούμενων της χώρας.
Η
«Μέση Αγγλία», είναι ένα λαϊκό μυθιστόρημα που διαβάζεται πολύ ευχάριστα και
έχει αξιοθαύμαστη ροή, δηλαδή ο αναγνώστης περνάει καλά μαζί του (εδώ εξηγείται
και η μεγάλη εμπορικότητά του), καθώς η μαεστρία στην αφήγηση είναι κάτι που
χαρακτηρίζει τον Κόου. Μυθοπλαστικά όμως είναι αδύνατο και έχει υπερβολικά πολλές
αδιάφορες σελίδες με περιστατικά που συμβαίνουν στους ήρωές τους και δεν
προσφέρουν τίποτα στην πλοκή, απογοητεύοντας μας, γιατί πάντα περιμένουμε κάτι
παραπάνω από τον δεδομένα έξοχο συγγραφέα. Όπως όμως αναφέρω παραπάνω, το
βιβλίο, είναι εντυπωσιακά καλό στην ανάδειξη των κοινωνικών αδιεξόδων και
ιδιαίτερα αιχμηρό στις παρατηρήσεις για την πολιτική κατάσταση. Βλέποντάς το ως
ουσιαστικά μια ιστορία της σύγχρονης Βρετανικής πραγματικότητας, σε κερδίζει,
σε προβληματίζει, σε κάνει να βλέπεις πιο ξεκάθαρα, το τι συμβαίνει στην χώρα,
και αξίζει να διαβαστεί κυρίως γι’ αυτό.
Βαθμολογία
78 / 100
Την προηγούμενη εβδομάδα τέλειωσα και εγώ το ίδιο βιβλίο και, ενώ είμαι πιστή αναγνώστρια του Κόου από τα νιάτα μου, (από το "Τι ωραίο πλιάτσικο" που -παρά τις αδυναμίες του- παραμένει για μένα το αγαπημένο του βιβλίο) για το συγκεκριμένο σχημάτισα μια άποψη που εν πολλοίς ταυτίζεται με τη δική σας. Αυτό ισχύει για πολλές από τις παρουσιάσεις σας, απλά εδώ ταυτιστήκαμε και χρονικά. Συγχαρητήρια για το ιστολογίο σας (είναι από τα καλύτερα που παρακολουθώ), καθώς εκτός από το εμπεριστατωμένο κείμενο υπάρχει πάντα και η ανάλογη μουσική συνοδία. Αυτό το τραγούδι θα το αναζητούσα και εγώ, αλλά το βρήκα έτοιμο εδώ. Να ξέρετε ότι επηρεάζετε τις αναγνωστικές επιλογές μας με τις παρουσιάσεις σας. Καλά Χριστούγεννα