Τετάρτη, Οκτωβρίου 19, 2022
posted by Librofilo at Τετάρτη, Οκτωβρίου 19, 2022 | Permalink
Mario de Sa-Carneiro, "Παραφροσύνη..."
Ο
Mario de Sa-Carneiro (1890 Λισαβόνα –
1916 Παρίσι), είναι μια μοναδική περίπτωση συγγραφέα που δυστυχώς στη χώρα μας είναι
ουσιαστικά άγνωστος, παρά την έκδοση πριν από δέκα χρόνια (το 2012), του
(θεωρούμενου ως) καλύτερου έργου του, με τίτλο «Η ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΛΟΥΣΙΟ» από τις εκδόσεις
Νήσος (σε ωραία μετάφραση του Κ.Ηλιόπουλου)∙ βιβλίου που έφτασε να πουλιέται
στο παζάρι βιβλίου στη μισή του τιμή, λόγω (υποθέτω) μειωμένης ζήτησης. Ο
Πορτογάλος συγγραφέας, ευτύχησε να επανεκδοθεί στα ελληνικά, από τις εκδόσεις
Στιγμός/Ευρασία, με τη νουβέλα του «ΠΑΡΑΦΡΟΣΥΝΗ…» («LOUCURA…»),
σε (εξαιρετική) μετάφραση (και πρόλογο) της Μαρίας Παπαδήμα (σελ.120), έκδοση
που περιέχει και την αποχαιρετιστήρια επιστολή του αυτόχειρα συγγραφέα προς τον Φερνάντο
Πεσσόα.
Διαβάζοντας Σα-Καρνέιρο, ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι βρίσκεται μπροστά σε ένα έργο του Πεσσόα. Οι δύο άντρες ήταν επιστήθιοι φίλοι, παρά την σύντομη διάρκεια της γνωριμίας τους (μόνο τέσσερα χρόνια – από το 1912 έως το 1916). Συνεργάστηκαν στην έκδοση του πρωτοποριακού περιοδικού Orpheu (μόνο δύο τεύχη πρόλαβαν να βγουν μετά την απόσυρση της οικονομικής υποστήριξης από τον πατέρα του Σα-Καρνέιρο). Ο Πεσσόα δημιούργησε έναν ετερώνυμο, τον ποιητή Καέιρο για να κάνει πλάκα στον φίλο του – εξάλλου κι ο Σα-Καρνέιρο σαν ετερώνυμος του Πεσσόα μοιάζει, σε ένα εξαίσιο λογοτεχνικό παιχνίδι ταυτοτήτων που είναι πάντα ιδιαίτερα σαγηνευτικό.
Η ίδια όμως η ζωή του Σα-Καρνέιρο δεν ήταν και τόσο «σαγηνευτική». Ο συγγραφέας αυτοκτόνησε στο Παρίσι σε ηλικία μόλις 26 ετών, με τραγικό τρόπο (δηλητηριάστηκε με στρυχνίνη σε ένα ξενοδοχείο που διέμενε) – ενέργεια που είχε προαναγγείλει στον Πεσσόα ένα μήνα πριν (το γράμμα που παρατίθεται στο τέλος της ωραίας έκδοσης του Στιγμού). Η ζωή του ήταν γεμάτη από άγχος και ψυχολογικές μεταπτώσεις. Είχε χάσει τη μητέρα του πολύ μικρός και μεγάλωνε με νταντάδες αφού (ο ανώτερος στρατιωτικός) πατέρας του, ήταν μονίμως απών. Είχε μια ιδιαίτερη σχέση με το Παρίσι που το αγαπούσε πολύ και το επίλεξε ως τόπο θανάτου του, στέλνοντας αποχαιρετιστήριες επιστολές σε όλους πριν από το γεγονός αυτό. Ο Πεσσόα συγκλονισμένος από την αυτοκτονία του φίλου του, έγραψε λίγο αργότερα τη φράση «Πεθαίνει νέος αυτός που αγαπούν οι θεοί».
Η «Παραφροσύνη…» είναι ένα μεγάλο διήγημα που γράφτηκε το 1910, που άνοιγε τη συλλογή του Σα-Καρνέιρο με τίτλο «Principio», η οποία εκδόθηκε το 1912. Στην «Παραφροσύνη…», ο ανώνυμος αφηγητής, περιγράφει την πορεία τού φίλου του, Ραούλ Βιλάρ, ενός διάσημου γλύπτη, προς την τρέλα και τελικά την αυτοκτονία. Ο Ραούλ Βιλάρ ήταν ένας δυσνόητος άνθρωπος, που παρά την έμφυτη δυσκολία που είχε στην επικοινωνία με τους υπόλοιπους ανθρώπους, ανέπτυξε μια ιδιαίτερη φιλία με τον αφηγητή που τον θαύμαζε και τον αγαπούσε. Παρά τις εκκεντρικές του ιδέες και το νοιάξιμο μόνο για την τέχνη του, ο Βιλάρ απολάμβανε την δημοφιλία του κοινού με τις όμορφες γλυπτικές του συνθέσεις ενώ (παρά την απέχθειά του για τις ερωτικές σχέσεις), θα ανακαλύψει τον έρωτα στο πρόσωπο της πανέμορφης Μαρσέλα, με την οποία θα ζήσει έναν ποιητικό, παράφορο και άνευ ορίων έρωτα. Ο Βιλάρ και η Μαρσέλα παντρεύονται και συνεχίζουν να ζουν τον θυελλώδη δεσμό τους, σαν να βρίσκονται μόνοι στον κόσμο, αδιαφορώντας για τις κοινωνικές συμβάσεις της εποχής. Ο Βιλάρ βρίσκεται σε καλλιτεχνική και προσωπική άνθηση, ενώ την ίδια εποχή, αναπτύσσει εμμονές για τον έρωτα εκείνης προς αυτόν, ιδέες ιδιόρρυθμες περί επιβολής στους άλλους, που τον οδηγούν σε μονοπάτια παραφροσύνης.
«Παραφροσύνη; Αλλά τελικά τι είναι παραφροσύνη;… Ένα αίνιγμα… Γι’ αυτό ακριβώς τα αινιγματικά, τα ακατανόητα άτομα τα αποκαλούμε παράφρονες…
Κατά βάθος, η παραφροσύνη, όπως τόσα άλλα πράγματα, είναι θέμα πλειονότητας. Η ζωή είναι μια σύμβαση: αυτό είναι κόκκινο, εκείνο είναι λευκό, μόνο και μόνο γιατί αποφασίσαμε να ονομάζουμε το χρώμα αυτού του πράγματος κόκκινο και του άλλου λευκό. Η πλειονότητα των ανθρώπων υιοθετεί ένα καθορισμένο σύστημα συμβάσεων: είναι οι λογικοί…
Αντιθέτως ένας μικρός αριθμός ατόμων βλέπει τα αντικείμενα με άλλα μάτια, τα ονομάζει με άλλα ονόματα, σκέφτεται με διαφορετικό τρόπο, αντιμετωπίζει τη ζωή αλλιώς. Καθώς είναι μειονότητα, είναι τρελοί…
Ωστόσο, αν μια μέρα η τύχη ευνοούσε τους παράφρονες, αν ο αριθμός τους ήταν ο μεγαλύτερος και το είδος της παραφροσύνης τους ταυτόσημο, αυτοί θα περνούσαν για λογικοί: Στους τυφλούς βασιλεύει ο μονόφθαλμος, λέει η παροιμία∙ στους τρελούς, ο λογικός είναι ο τρελός συμπεραίνω εγώ.
Ο φίλος μου δεν σκεφτόταν σαν όλο τον κόσμο… Δεν τον καταλάβαινα: τον έλεγα τρελό…
Αυτό είναι όλο.»
Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ελλειπτικό ύφος ∙ το βιβλίο είναι γεμάτο αποσιωπητικά (ακόμα και ο τίτλος του έχει), γεγονός που ενισχύει την αμφισημία της ιστορίας που περιγράφει. Ο καλλιτέχνης «πλάθει» το δημιούργημά του ως τέλειο αλλά δεν μπορεί να σταθεί στο ύψος αυτού του αριστουργήματος, δεν μπορεί να διαχειρισθεί τα συναισθήματα που του προκαλεί∙ όλα αυτά τον υπερβαίνουν. Στο λογοτεχνικό σύμπαν του Σα-Καρνέιρο, η τέχνη και η ομορφιά είναι πάνω απ’ όλα, και ο εραστής αυτών των δύο, οφείλει να πεθάνει νέος, να μη γεράσει, να μη δει το δικό του σώμα και της αγαπημένης του να παρακμάζει – η ομορφιά πρέπει να μείνει αιώνια και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τον θάνατο.
Δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει το γεγονός της «προφητικότητας» του διηγήματος, με την αυτοχειρία του συγγραφέα. Στην «Παραφροσύνη» ο Βιλάρ αυτοκτονεί καταπίνοντας βιτριόλι, ο Σα-Καρνέιρο θα χρησιμοποιήσει στρυχνίνη. Όπως κι ο ήρωας του, ο συγγραφέας βλέπει το αδιέξοδο στην τέχνη του η οποία τον πνίγει, αδυνατώντας να αντιπαλέψει τις κοινωνικές συμβάσεις που αποδεικνύονται ισχυρότερες. Έμμεση κριτική της συντηρητικής κι επαρχιώτικης Πορτογαλικής κοινωνίας της εποχής, αλλά και προβληματισμός πάνω στα όρια της Δημιουργίας και στους περιορισμούς της Τέχνης, η «Παραφροσύνη…» είναι ένα έξοχο και πολύτιμο μικρό βιβλιαράκι.
Παρότι το έργο του Σα-Καρνέιρο θεωρήθηκε αντιπροσωπευτικό του λογοτεχνικού ρεύματος «της παρακμής», που ονομάστηκε «Decadentismo», μαζί με τον Φ.Πεσσόα θεωρούνται πλέον εισηγητές του «Μοντερνισμού» στην λογοτεχνία της χώρας τους. Ο Πεσσόα δεν θα συνέλθει ποτέ από τον χαμό του στενού του φίλου και όπως γράφει η (πάντα καίρια) Μαρία Παπαδήμα στον κατατοπιστικότατο πρόλογο του βιβλίου: «Ένα χρόνο πριν από τον θάνατό του (1934), ο Πεσσόα θα του απευθύνει χαιρετισμό με το ποίημα που τιτλοφορείται «Σα-Καρνέιρο» προκειμένου να δημοσιευτεί «στο τεύχος εκείνο του Orpheu που θα είναι καμωμένο από ήλιους και αστέρια σε έναν καινούργιο κόσμο», προαναγγέλοντας έτσι τη συνάντησή τους στον «πελώριο σιδηροδρομικό σταθμό όπου κουμάντο κάνει ο θεός»:
ταξιδεύεις, και πριν από μένα είσαι
στο τελικό σταθμό του παντός, να’ μαι κι εγώ
σ’ αυτόν τον πηγαιμό που είναι γυρισμός.»
Βαθμολογία 85 / 100
Δημοσίευση σχολίου