Τετάρτη, Αυγούστου 10, 2022
posted by Librofilo at Τετάρτη, Αυγούστου 10, 2022 | Permalink
"Το χιόνι των Αγράφων"
Η περίοδος του Εμφυλίου προσφέρει άφθονο υλικό στη λογοτεχνία. Είναι τόσες πολλές οι μικρές ή μεγάλες ιστορίες που μπορεί να διαβάσει κάποιος, καθώς εκατοντάδες Έλληνες συγγραφείς (και δεν υπερβάλλω) έχουν ασχοληθεί γράφοντας διηγήματα, νουβέλες, μυθιστορήματα γύρω από την περίοδο αυτή. Έχουν γραφτεί εμβληματικά βιβλία (κάποια από αυτά αποτελούν «ορόσημα» στη λογοτεχνία της χώρας), έχουν γραφτεί (κι αυτά είναι τα περισσότερα) μετριότατα βιβλία που έχουν οδηγήσει σε έναν κορεσμό του αναγνωστικού κοινού σε ό,τι σχετίζεται με την θεματολογία της περιόδου.


Το πρώτο πράγμα που έρχεται σχεδόν αυθόρμητα στο μυαλό του αναγνώστη, βλέποντας «ΤΟ ΧΙΟΝΙ ΤΩΝ ΑΓΡΑΦΩΝ», το σπονδυλωτό μυθιστόρημα του καλού (και με συνεχή άλματα προόδου) συγγραφέα (και έμπειρου εκπαιδευτικού) Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη (1970, Πέλλα) – (εκδόσεις Κίχλη, σελ.156), είναι ότι πρόκειται για ακόμα ένα βιβλίο που εξιστορεί ένα περιστατικό του Εμφυλίου. Όντως, τυπικά έτσι είναι, αλλά αυτό αποτελεί μόνο ένα μέρος της αλήθειας και ίσως οδηγεί σε μια αναγνωστική παγίδα που ενδέχεται να παρεκτρέψει το νόημα του βιβλίου και να αποτρέψει κάποιον να δει τα πολλά επίπεδα του μυθιστορήματος. Γιατί, «Το χιόνι των Αγράφων», είναι ένα πολυεπίπεδο και βαθιά ανθρώπινο βιβλίο που χρησιμοποιεί μια λεπτομέρεια ενός μεγαλύτερου συνόλου, ένα τραγικό όσο και παράλογο γεγονός (αν και τι μεγαλύτερος παραλογισμός από έναν αδελφοκτόνο εμφύλιο) για να θίξει και να ωθήσει σε προβληματισμό γύρω από την ανθρώπινη μοίρα.
 
Το γεγονός που έχει μείνει γνωστό στην ιστορία ως «πορεία των αόπλων της Ρούμελης», είναι η περιπέτεια της Ταξιαρχίας Αόπλων του «ΔΣΕ» («Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας»)», που υπό την καθοδήγηση του υποστράτηγου του ΔΣΕ Γιώργου Γούσια, πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 1948, με σκοπό να μεταφέρει υποψήφιους μαχητές στον Γράμμο για να στελεχώσουν τις μονάδες του ΔΣΕ. Η επιστράτευση των αόπλων – ουσιαστικά νέων παιδιών, εφήβων και νέων, αγοριών και κοριτσιών από τα χωριά της Ρούμελης – πραγματοποιήθηκε το τελευταίο τρίμηνο του 1947. Η Ταξιαρχία σχηματίστηκε από περίπου 1300 άτομα, με ότι ρούχα και παπούτσια είχαν καταφέρει να πάρουν από τα σπίτια τους, καθώς τους μάζευαν πηγαίνοντας πόρτα-πόρτα οι μαχητές του ΔΣΕ. Η κατάταξη ήταν υποχρεωτική (δεν μπορούσες να αρνηθείς) και υπήρχε ποσόστωση «εθελοντών» στις μεγάλες οικογένειες. Για λόγους που δεν έχουν εξηγηθεί ακόμα, αποφασίστηκε από τον Γούσια, να ακολουθηθεί η διαδρομή μέσω του Θεσσαλικού κάμπου, της λίμνης Κάρλα και των Πιερίων αντί της πιο ομαλής και «κανονικής» διαδρομής μέσω Πίνδου. Η πορεία της Ταξιαρχίας παρακολουθείτο από την αρχή της, από τις κυβερνητικές δυνάμεις που προσπαθούσε να τη διαλύσει, επιστρατεύοντας ακόμα και πολεμικό πλοίο, που χτυπούσε τους «μαχητές» από τις ακτές της Πιερίας. Ο συνδυασμός των κακών καιρικών συνθηκών, της πείνας, της έλλειψης όπλων και εκπαίδευσης, με την κυβερνητική επίθεση, συνετέλεσε ώστε στον τελικό προορισμό να φτάσουν λίγο περισσότεροι από 300 άοπλοι – τα τρία τέταρτα της αρχικής στρατιάς χάθηκαν στην πορεία (νεκροί, λιποτάκτες, αιχμάλωτοι).
 
«Ο Αρχηγός σηκώθηκε, πλησίασε στο παράθυρο και κοίταξε έξω. Αν μαζευτούνε εδώ χίλιοι, χίλιοι διακόσιοι επίστρατοι κι άλλοι τριακόσιοι ή, καλύτερα που του ‘ταξαν στον κάμπο, σύνολο χίλιοι τρακόσιοι ή, καλύτερα, χίλιοι πεντακόσιοι, ετοιμάζονται και ξεκινάνε αμέσως ž απ’ τα Άγραφα στον κάμπο των Φαρσάλων και απ’ τα Πιέρια Όρη στην Ελεύθερη Ελλάδα. Δέκα, δώδεκα άλματα, νυχτερινές πορείες δηλαδή, κάτω απ’ τη μύτη του εχθρού, πάνω σε βουνά, μέσα από λίμνες. Δύσκολο όσο να πεις, μα, αν γίνουν ένα σώμα, μια ψυχή, μπορούν να τα καταφέρουν. Αρκεί να υπακούνε στις διαταγές, να ‘χουν κλειστό το στόμα και ανοιχτά τα μάτια και τ’ αυτιά, γιατί απλώνουν τα πλοκάμια τους παντού οι πράκτορες του εχθρού, μη νομίζει ότι δεν έχει και εδώ, ανάμεσά τους, καμουφλαρισμένους.»
 
Το βιβλίο έχει τη μορφή του σπονδυλωτού μυθιστορήματος, χωρισμένο σε έξι κεφάλαια, με διαφορετικούς ήρωες, μυθιστορηματικούς χαρακτήρες που αφηγούνται στιγμιότυπα της πορείας στο πουθενά. Παρακολουθούμε τις περιγραφές των πρωταγωνιστών των ιστοριών, στις περισσότερες, παιδιά ουσιαστικά στην εφηβεία τους ή λίγο αργότερα, νεότατοι, από χωριά, που πιστεύουν σε ένα σκοπό με ρομαντικό τρόπο (όχι όλοι βέβαια, καθώς ένας μεγάλος αριθμός επιστρατεύτηκε με το «έτσι, θέλω»), για να συναντήσουν την αδικία και τις κακουχίες από την πρώτη μέρα και να πεθάνουν ή να επιζήσουν τραυματισμένοι για όλη τους τη ζωή.
 
Σαν μέλη χορικού αρχαίας τραγωδίας, ξεπροβάλλουν οι συγκλονιστικές αφηγήσεις που πλάθει ο συγγραφέας, βυθίζοντας τον αναγνώστη σε μια ατμόσφαιρα ασφυκτική και αποπνικτική, γεμάτη αίμα, δάκρυα και αγανάκτηση. Ο δεκαεξάχρονος Κυριάκος που θα πέσει στη δυσμένεια του Γούσια, θα γνωρίσει ένα ζευγάρι ομοφυλόφιλων στρατευμένων στη διμοιρία και όλοι μαζί θα εκτελεστούν ως πιθανοί προδότες. Ο Χαραλάμπης με το αριστερό οικογενειακό background που θα γίνει ιερωμένος σε μοναστήρι αφού τη γλύτωσε σχετικά φτηνά με μόνο ένα κουτσό πόδι και ψάχνει στην αποξηραμένη πλέον Κάρλα για πράγματα που άφησε πίσω της η στρατιά. Ο Αποστόλης που είχε την ατυχία να είναι ανεψιός του αναθεωρητή της Αριστεράς, Πουλιόπουλου, και που αντιμετωπιζόταν περιφρονητικά «ως μη δυνάμενος να φέρει όπλο», έχει την ατυχία να ερωτευτεί την Θεανώ που είναι βοηθός και γραμματέας (και πολλά άλλα) του Γούσια σε μια ιστορία που σε τσακίζει ψυχολογικά. Τα δίδυμα αδέλφια, ο Σωτήρης και η Σωτηρία, στο συγκλονιστικό κεφάλαιο «Μοναχά Σωτήρης», που αγκαλιασμένοι οδεύουν προς τον θάνατο και ο μάγειρας της Ταξιαρχίας Αβραάμ Πολυχρονίδης, που προσπαθεί χωρίς προμήθειες να ταΐσει τόσα στόματα. Όλοι αυτοί αποτελούν μυθιστορηματικούς χαρακτήρες που προβάλλουν ολοζώντανοι από την πένα του Χατζημωυσιάδη.


«Πρωί πρωί η κόρη χαιρέτησε τη μάνα της, άφησε πίσω τις φρέσκες κοπριές των αγελάδων, πήγε στην πλατεία, είπε τ’ όνομά της, τη γράψαν στα χαρτιά. Νοέμβρη μήνα χειμωνιάζει νωρίς στα Άγραφα, όλη νύχτα έβρεχε. Σαν σφαχτάρια κρέμονταν απ’ τον ουρανό τα μαύρα σύννεφα. Μαύρη και η καρδιά της Σωτηρίας. Απ’ την κοιλιά της μάνας τους μαζί με τον Σωτήρη – δίδυμα αδέλφια -, πρώτη φορά χωρίζανε. Σήκωσε το κεφάλι της. Λεπτές λεπτές σταγόνες έπεφτε η βροχή. Θυμήθηκε τα φρεσκογδαρμένα σφάγια του πατέρα της κρεμασμένα απ’ το τσιγκέλι στη στάνη. Λεπτές λεπτές σταγόνες έπεφτε το αίμα. Ένας κόμπος έσφιξε τον λαιμό της.»
 
Στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, ο συγγραφέας ασχολείται με την περίπτωση του Κωνσταντινουπολίτη αξιωματικού του ΕΛΑΣ, Γιώργου Γεωργιάδη (1916-1949), που εκτελέστηκε στις Πρέσπες με 35 σφαίρες, έχοντας υποπέσει εδώ και χρόνια σε δυσμένεια, θεωρούμενος «προδότης» (κατηγορήθηκε ότι ανήκε στην πλευρά του Μάρκου), και θεωρήθηκε υπεύθυνος για την αποτυχία στην κατάληψη της Έδεσσας. Ο Γεωργιάδης συνόδευε την στρατιά των αόπλων και η κόντρα του με τον Γούσια απέβη μοιραία. Ο συγγραφέας, περιγράφει τις τελευταίες του ώρες, πριν την ατιμωτική εκτέλεση.
 
Κεντρικό πρόσωπο του σπονδυλωτού μυθιστορήματος του Χατζημωυσιάδη, αποτελεί ο Γιώργος Γούσιας (ψευδώνυμο του Γιώργου Βοντίτσα) – (1915-1979), ενός μεσαίου στελέχους της Αριστεράς με αρχηγικές φιλοδοξίες που αποτελεί, ένα από τα αντιφατικότερα πρόσωπα του Εμφυλίου. Στο βιβλίο παρακολουθούμε τον Γούσια, που πήρε την ακατανόητη απόφαση για την κατεύθυνση της πορείας της στρατιάς των αόπλων, να τρώει και να πίνει ενώ οι μαχητές του πεινάνε, να έχει σεξουαλικές σχέσεις με τις βοηθούς του, να βλέπει παντού εχθρούς, να ταλαιπωρεί τους πάντες με ένα σαδιστικό τρόπο. Η προσωπικότητα του Γούσια – από αυτές που λογοτεχνικά αποκαλούμε «ήρωες larger than life», περιγράφεται με σκοτεινά χρώματα και με γκροτέσκο ύφος, παρά την προσπάθεια αποστασιοποίησης (και αυτοσυγκράτησης) του συγγραφέα, αποτελώντας όμως τον αδύναμο κρίκο στα κατά τ’ άλλα αξιοθαύμαστα στοιχεία του βιβλίου, καθώς είτε θα μπορούσε να δοθεί περισσότερος χώρος στην ανάπτυξη της, είτε θα μπορούσε να μείνει εντελώς στο περιθώριο ως απλή αναφορά.
 
Ο Χατζημωυσιάδης με γλωσσικό ύφος που εντυπωσιάζει με τη δύναμη της αναπαράστασης και την απλότητά του, κερδίζει τον αναγνώστη από την πρώτη σελίδα. Ολοζώντανες περιγραφές με εικόνες που μένουν χαραγμένες στη μνήμη, απόλυτος συναισθηματικός έλεγχος στην αφήγηση, ώστε να μη διολισθήσει προς το μελόδραμα, ρεαλισμός που εναλλάσσεται δημιουργικά με λυρισμό και χαρακτήρες που εντυπωσιάζουν με τη μεστότητά τους (και ίσως «αδικούνται» από τη μορφή του βιβλίου, καθώς ο καθένας τους θα μπορούσε να αποτελέσει τον ήρωα ενός μεγαλύτερου μυθιστορήματος).


«Δυο παγωμένα πτώματα σκεπασμένα απ’ το χιόνι κείτονται πίσω του, αγόρι κορίτσι. Τα πλησιάζει, σκύβει από πάνω τους, καθαρίζει το πρόσωπό τους. Είναι τόσο πολλοί οι επίστρατοι απ’ τα Άγραφα, τη Ρούμελη, τη Θεσσαλία, που να τους ξέρει όλους; Στα μάτια του όλοι οι άοπλοι παιδιά του είναι, τη σίτισή τους έχει αναλάβει. Ούτε δεκάξι χρονών αυτά τα δυο, έχουνε βάλει τη μια παλάμη για προσκέφαλο, σαν να κοιμούνται αντικρυστά, και αγκαλιάζονται με τ’ άλλο χέρι. Τα σώματά τους σε στάση εμβρυακή, όπως ήταν κι εκείνος μέσα στον φούρνο. Μόνο που ο ίδιος σώθηκε. Τόσοι και τόσοι άλλοι δεν είχαν τη δική του τύχη.»
 
Με πολλή έρευνα που φαίνεται στις λεπτομέρειες των ιστοριών του βιβλίου, ο συγγραφέας επιλέγει να σταθεί στο μυθιστόρημά του, από την πλευρά του ανώνυμου ανθρώπου που γίνεται έρμαιο των ιστορικών γεγονότων, χωρίς δυνατότητα αντίδρασης και που το όνομά του δεν θα γραφτεί πουθενά, αυτόν τον πραγματικό ήρωα του (οποιουδήποτε) πολέμου, όπου τα φώτα πέφτουν εκτός από τους νικητές και στους περισσότερο παρανοϊκούς. Όλα εξάλλου φαίνονται τόσο παράλογα στο βιβλίο, μια πορεία ανηφορική με τις απώλειες να είναι αναπόφευκτες, που η πραγματικότητα αποδείχτηκε δυνατότερη από την κάθε ευφάνταστη περιγραφή.
 
Με σαφείς επιρροές από Βαλτινό, Αλεξάνδρου, Κοτζιά, ο Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης με το βραβευμένο «ΧΙΟΝΙ ΤΩΝ ΑΓΡΑΦΩΝ», γράφει το καλύτερο (έως τώρα) μυθιστόρημά του, ένα βιβλίο έντασης και δυναμισμού, που θέτει σε κάθε σελίδα του ερωτήματα, ωθεί σε περαιτέρω έρευνα, προσφέρει τροφή για σκέψη, διδάσκει χωρίς να γίνεται διδακτικό, συγκινεί χωρίς μελοδραματισμούς, συγκλονίζει χωρίς εντυπωσιασμούς.

ΥΓ. Χρησιμότατη έρευνα-ντοκιμαντέρ για το θέμα, με μαρτυρίες επιζώντων της πορείας, μπορείτε να παρακολουθήσετε στο YouTube, εδώ.
 
Βαθμολογία 85 / 100




 
 
 
 
 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

~ back home