Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 27, 2021
posted by Librofilo at Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 27, 2021 | Permalink
"Μάχη"

 

Στη μέση του Β παγκοσμίου πολέμου, τον Μάρτιο του 1942, στη πόλη / λιμάνι Σεν-Ναζέρ της Γαλλίας, έγινε μια από τις πιο ηρωικές αλλά και πλέον αιματηρές μάχες. Βρετανοί κομάντος επιτέθηκαν στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη των εγκαταστάσεων του λιμανιού, τις οποίες είχαν κατασκευάσει οι Γερμανοί κατακτητές της Γαλλίας. Η σχεδόν αυτοκτονική επιχείρηση, πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 28 Μαρτίου, 1942, σχεδιασμένη από το επιτελείο του Μαουντμπάτεν και είχε την ονομασία «Επιχείρηση Chariot»
 
Το γεγονός αυτό, ενέπνευσε τον εξαίρετο και πολυγραφότατο Αργεντινό συγγραφέα Federico Jeanmaire (1957, Baradero Buenos Aires), στο εικοστό του βιβλίο, να αναμίξει τα ιστορικά γεγονότα και το auto-fiction (την «αυτομυθοπλασία»), στο πολύ καλό μυθιστόρημά του «ΜΑΧΗ» («Werra») – (εκδ. Opera, μετάφρ. Αχ.Κυριακίδης, σελ. 367), που είναι μια αφήγηση πάνω στην έννοια του πολέμου και στην σχετικότητα των πραγμάτων, όπως φαίνονται εκ των υστέρων.


 
Για άλλο λόγο πήγε ο Ζανμέρ στο Σεν-Ναζέρ, αλλού κατέληξε! Φιλοξενούμενος σε μια εστία για συγγραφείς και μεταφραστές στη πόλη, και ευρισκόμενος στο τελευταίο στάδιο ολοκλήρωσης ενός μυθιστορήματός του, επηρεάστηκε τόσο από τα δραματικά γεγονότα που συνέβησαν πριν από μερικές δεκαετίες, λίγα μέτρα μακριά από το καφέ που επισκεπτόταν, που παράτησε το κείμενο που ετοίμαζε, και αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στη λεπτομερή περιγραφή όχι μόνο της «επιχείρησης Chariot» αλλά και σε ένα στοχασμό για τον πόλεμο και τις συνέπειές του, την (άπιαστη) ειρήνη και το τι σημαίνει για την ανθρωπότητα.
 
«Ο πόλεμος είναι επινόηση του ανθρώπου. Μία από τις αρχαιότερες και μακροβιότερες επινοήσεις μας. Και αποκλειστικής χρήσεως, συν τοις άλλοις. Θέλω να πω, άγνωστη σε όλα τα άλλα πλάσματα που κατοικούν στον πλανήτη. Τα ζώα ενός είδους μπορεί να μάχονται εναντίον ζώων άλλου είδους. Μπορεί να συμβαίνει. Συμβαίνει. Αυτό, όμως, έχει να κάνει με την ανάγκη τροφής ή επιβίωσης. Ακόμα και τα φυτά μπορεί ν’ αγωνίζονται εναντίον άλλου είδους φυτών για να κερδίσουν ένα χώρο πιο ευνοϊκό ώστε ν’ αναπτυχθούν και να πολλαπλασιαστούν επιτυχώς.
Αλλά δεν πολεμούν μεταξύ ομοίων.
Ποτέ.»
 
Ο συγγραφέας στο μυθιστόρημα του, περιγράφει όχι μόνο την μοιραία ημέρα του Σαββάτου 28 Μαρτίου 1942, αλλά και την προετοιμασία, τον σχεδιασμό της «επιχείρησης Chariot» από τους Βρετανούς, την σημασία του Σεν – Ναζέρ για την έκβαση του πολέμου, αναφέρει με περισσότερες λεπτομέρειες τα στοιχεία κάποιων από τους εμπλεκόμενους, ενώ κάθε κεφάλαιο του βιβλίου, έχει ως τίτλο το όνομα καθενός από τους πεσόντες. Ο Ζανμέρ, αισθάνεται οικειότητα με το μέρος, τους θαμώνες του καφέ που συχνάζει, τον δονεί η ιστορία της μάχης που διεξήχθη, και περιγράφει το πώς βιώνουν οι σημερινοί κάτοικοι της πόλης, ένα ιδιαίτερα «βαρύ» περιστατικό που συνέβη πριν επτά-οκτώ δεκαετίες, καθώς πίνει το ποτό του ρεμβάζοντας στον λιμάνι, ενώ κάποτε οι δρόμοι του ήταν γεμάτοι αίμα και οι Γερμανοί έβγαζαν τον κόσμο από τα κοντινά σπίτια ψάχνοντας για επιζώντες Βρετανούς.
 
Το λιμάνι του Σεν-Ναζέρ βρίσκεται στις εκβολές του ποταμού Λίγηρα και λόγω της γειτνίασης με τον Ατλαντικό ωκεανό, βρίσκεται σε ιδανική θέση για όποιον κατέχει την πόλη σε περίοδο πολέμου, για να ελέγξει τις διόδους του Ατλαντικού. Εκτός των άλλων, το Σεν – Ναζέρ, είχε μια μεγάλη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, όπου προπολεμικά κατασκευάστηκαν εκεί υπερωκεάνεια, ενώ διαθέτει τη μεγαλύτερη δεξαμενή (dry dock) στον κόσμο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι Γερμανοί είχαν κατασκευάσει μια μεγάλη βάση υποβρυχίων (των «U-Boot»), που ήταν τόσο καλά καλυμμένη που ήταν απρόσβλητη από τους βομβαρδισμούς που συχνά-πυκνά επιχειρούντο από τα βομβαρδιστικά των Άγγλων. Στις αρχές του ’42, ολοκληρώθηκε και η κατασκευή του θωρηκτού «Τίρπιτς», που αποτελούσε φόβητρο για τον Αγγλικό στόλο.


 
Οι Βρετανοί σχεδίασαν την επιχείρηση, με σκοπό να καταστρέψουν ή να προκαλέσουν τεράστια ζημιά στις εγκαταστάσεις, ώστε να μη μπορούν οι Γερμανοί να τις χρησιμοποιούν για ορμητήριο των σκαφών τους. Το σχέδιο ήταν παράτολμο, μάλλον αυτοκτονικό. Εν ολίγοις, χρησιμοποιήθηκε ένα παλιό πλοίο, το αντιτορπιλικό «Κάμπελτάουν» που δεν μπορούσε να χρησιμεύσει σε μάχες, για να μετατραπεί σε κινούμενη βόμβα που περιείχε 4,5 τόνους εκρηκτικών. Το σχέδιο ήταν το ειδικά διαμορφωμένο πλοίο, που στο κατάστρωμά του θα ήταν ξαπλωμένοι κομάντος, να συνοδευτεί από μικρά περιπολικά σκάφη, επανδρωμένα με στρατιώτες. Το αντιτορπιλικό, θα ανέπτυσσε όλη του την ταχύτητα και θα έπεφτε με δύναμη πάνω στη πύλη της δεξαμενής, εκείνη την ώρα θα πηδούσαν στο λιμάνι οι στρατιώτες για να προκαλέσουν καταστροφές, ενώ το πλοίο ήταν προγραμματισμένο έτσι ώστε, τα εκρηκτικά να εκραγούν λίγη ώρα μετά την πρόσκρουση.
 
Το σχέδιο δεν είχε και μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας, όμως ουσιαστικά λειτούργησε, έστω και με κάποιες αποκλίσεις, αλλά οι απώλειες των Βρετανών ήταν τεράστιες. Τα 18 μικρά σκάφη που συνόδευαν την αποστολή, βυθίστηκαν όλα, ενώ από τους 621 κομάντος που συνόδευαν την αποστολή, επέστρεψε το 1/3 από αυτούς, 169 σκοτώθηκαν, 215 αιχμαλωτίστηκαν. Από στρατηγικής όμως άποψης, ήταν ένας θρίαμβος, η δεξαμενή αχρηστεύτηκε κι έτσι το Τίρπιτς δεν μπορούσε να επιστρέψει, εγκλωβίστηκε στα Νορβηγικά φιορδ, όπου τελικά βυθίστηκε από τους Άγγλους.
 
«Οι πόλεμοι είναι σκατά. Αλλά συναρπαστικά σκατά. Αυτή η δήλωση, αν και καταφατική, τώρα που τη βλέπω γραμμένη, μου φαίνεται κάπως αμφιλεγόμενη. Αυτό που ήθελα να πω είναι ότι οι πόλεμοι μπορεί να είναι σκατά, αλλά, κατά κάποιον παράξενο τρόπο, κρύβουν κάτι συναρπαστικό.
Μοιάζει με αντίφαση.
Από την άλλη, αν θεωρούσαμε ότι οι πόλεμοι είναι μόνο σκατά, δεν θα υπήρχαν, κι αν ότι είναι μόνο συναρπαστικοί, δεν θα σταματούσαν ποτέ. Να, όμως, που τίποτα απ’ αυτά τα δύο ακραία δε συμβαίνει. Αυτό που όντως συμβαίνει, είναι ότι οι άνθρωποι συνηθίζουμε να διαθέτουμε χώρο στο νου, ή στην καρδιά μας, σε τόσο πολλά θέματα, ώστε τα θέματα αυτά συγκρούονται μεταξύ τους. Ανελέητα. Ενδόμυχες αλήθειες που καθιστούν τον πόλεμο ισοβαρώς ενδόμυχη αλήθεια με όλες μας τις άλλες: να σκέφτεσαι ότι κάτι είναι σκατά και, ταυτόχρονα, ότι αυτό το κάτι, που είναι ολοφάνερα σκατά, σε συναρπάζει.»
 
Ο Ζανμέρ ανασύρει μια αρχαία γερμανική λέξη για τον πόλεμο, ως τίτλο στο βιβλίο του «Werra», από την οποία προέρχονται οι λέξεις που χρησιμοποιούν οι Άγγλοι («war»), οι Γάλλοι («Guerre»), και οι Ισπανοί («Guerra»), στις γλώσσες του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο τονίζει τον οικουμενικό χαρακτήρα του βιβλίου, που ναι μεν περιγράφει ένα σημαντικότατο και μοναδικό γεγονός που συνέβη στον Β παγκόσμιο πόλεμο, αλλά του δίνει την δυνατότητα να μιλήσει για όλους τους πολέμους της ιστορίας.

 
Ο συγγραφέας, που στα μικρά αυτοτελή του κεφάλαια, ξεκινάει την αφήγησή του, προβληματιζόμενος από τους γαλλικούς βομβαρδισμούς στη Συρία, επικεντρώνεται στη μάχη του Σεν-Ναζέρ, θυμάται και παραλληλίζει με την ήττα (ή μάλλον τον εξευτελισμό) των Αργεντινών δυνάμεων στα Φόκλαντς (τις Μαλβίνες κατά τους Αργεντινούς), και ανασύρει από τις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας, την εμβληματική τηλεοπτική σειρά «Μάχη» («
Combat»), αγαπημένη σειρά όλων των παιδιών (και όχι μόνο) τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 (που προβλήθηκε στη χώρα μας). Σε αυτή τη σειρά, ένα απόσπασμα Αμερικανών στρατιωτών αποκόπτεται και περιπλανιέται στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς, Γαλλία. Στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν και να προκαλέσουν δολιοφθορές, έχουν απώλειες, διασώζουν αμάχους και προσπαθούν από τη μια να επιβιώσουν, από την άλλη, να διατηρήσουν την ανθρωπιά τους μέσα σε συνθήκες φρίκης και άκρατης βίας.
 
«Ωστόσο, μπορεί και να μην πρόκειται για παράνοια, ούτε για υπερβολική φαντασία. Ούτε να οφείλεται στα τόσα απογεύματα που έβλεπα τη Μάχη δίπλα στον πατέρα μου. Ίσως δεν είναι παρά μια φυσιολογική αντίδραση που’ χει να κάνει με την ιστορία της ζωής μου.
Οι στρατιωτικοί γυρόφερναν τη ζωή μου από παιδί.
Το ίδιο και οι δικτατορίες.
Και σ’ αυτόν τον σχεδόν οικείο ιστορικό τρόμο συμβάλλουν ως και οι χοντροί αστυνομικοί του χωριού μου που, μια φορά, χωρίς λόγο, με κράτησαν στο τμήμα ένα ολόκληρο απόγευμα. Μεγάλωσα με φόβο για τις στολές. Και με τρόμο για τα όπλα που μεταφέρουν αυτοί οι ένστολοι.
Δεν υπήρξα ποτέ γενναίος.»
 
Η τηλεοπτική σειρά επηρέασε τον συγγραφέα που την παρακολουθούσε στην παιδική του ηλικία, μαζί με τον πατέρα του και τώρα στην μικρή γαλλική πόλη, βρίσκει την ευκαιρία να στοχαστεί γι’ αυτήν μέσα από την περιγραφή μιας πραγματικής και ιδιαίτερα βίαιης μάχης που διεξήχθη στα μέρη που τώρα πίνει τον καφέ του και βολτάρει ως φιλοξενούμενος. Στοχάζεται λοιπόν, πάνω στην έννοια του πολέμου, από τον Όμηρο έως τις μέρες μας, για το τι σημαίνει «ήρωας», για τα συναισθήματα των στρατιωτών που συμμετείχαν σε μια αποστολή που γνώριζαν ότι το πιθανότερο θα ήταν να πεθάνουν, για τον θάνατο, για τον παραλογισμό του να λύνονται οι διαφορές ανθρώπων με τον πόλεμο.


 
Ο Ζανμέρ, όπως είδαμε και στο προηγούμενο βιβλίο του, που κυκλοφορεί στη χώρα μας, το θαυμάσιο «Απ’ τον αέρα πιο ελαφριά», είναι σπουδαίος στυλίστας και αφηγητής. Στη «Μάχη», ένα μυθιστόρημα που χρησιμοποιεί δημιουργικά τον όρο «auto-fiction», περιγράφει το δραματικό γεγονός που επηρέασε τον Β παγκόσμιο πόλεμο, με λυρικό και στοχαστικό ύφος, χωρίς εντάσεις, ζωντανεύοντας με σπαρακτικό (που αφήνει να περνάει και σαρκασμός μέσα του) τρόπο, όχι μόνο το μοιραίο (και πολύ δραματικό) Σάββατο του Μάρτη του 42, αλλά και την προετοιμασία που προηγήθηκε, όπως και τα επακόλουθα.
Με τον τρόπο του, απευθύνει μια έκκληση για παγκόσμια ειρήνη, χωρίς φανφάρες και μεγαλοστομίες, κάνοντας το μήνυμα του βιβλίου, ακόμα πιο ηχηρό και επιδραστικό. Η «Μάχη» είναι ένα βιβλίο που αξίζει να προσεχθεί ιδιαίτερα, όχι μόνο από τους λάτρεις της καλής λογοτεχνίας, αλλά και από τους αναγνώστες των βιβλίων Ιστορίας.
 
Βαθμολογία 82 / 100


 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

~ back home