Τετάρτη, Οκτωβρίου 25, 2023
posted by Librofilo at Τετάρτη, Οκτωβρίου 25, 2023 | Permalink
Γονείς, αυτοί οι άγνωστοι ("Καταγωγή")

 

Δεν ξεμπερδεύεις εύκολα με το νέο (κυκλοφόρησε πριν μερικούς μήνες) μυθιστόρημα του καθηγητή Πολιτικών Επιστημών στο ΑΠΘ, Νικόλα Σεβαστάκη (Σάμος,1964), με τίτλο «ΚΑΤΑΓΩΓΗ ή Οι ιστορίες των άλλων» (εκδ. Πατάκη, σελ. 380), μόλις το δεύτερο, του γνωστότερου ως δοκιμιογράφου και αρθρογράφου, συγγραφέα. Δεν ξεμπερδεύεις, γιατί το μυθιστόρημα πέραν του αν αρέσει ή δεν αρέσει σε έναν αναγνώστη, είναι πολυεπίπεδο και απλώνεται σε πολλούς τομείς, δημιουργώντας σκέψεις και προβληματισμούς με τα θέματα που θίγει.

 


Τυπικά, το βιβλίο είναι ένα μυθιστόρημα πνευματικής και ουσιαστικής ενηλικίωσης. Είναι η ιστορία ενός νέου, που θέλει να γίνει συγγραφέας και μεγαλώνει στην Αθήνα της δεκαετίας του ’90. Ένα οικογενειακό μυστικό, ένα τραύμα που αγνοούσε, θα του ανατρέψει τη ζωή και θα τον κάνει να δει την πραγματικότητα διαφορετικά.
 
Ο Άρης Χειμωνίτης, είναι ένας εικοσιπεντάχρονος φιλόλογος που εργάζεται σε ένα κεντρικό φροντιστήριο της Αθήνας και μένει για πρώτη φορά μόνος του σε ένα μικρό διαμέρισμα. Διατηρεί καλές σχέσεις με τους γονείς του, τον Μάνθο που είναι επιτυχημένος αρχιτέκτονας και την Δέσποινα που είναι διορθώτρια/επιμελήτρια κειμένων και είναι κλεισμένη στο σπίτι, με ένα τσιγάρο στο στόμα, γκρινιάζοντας για τα λάθη που βρίσκει σε μεταφράσεις ή πρωτότυπα κείμενα. Ο Άρης δεν συμβαδίζει σε τίποτα με την εποχή του, από την εξωτερική του εμφάνιση, αφού προτιμά να ντύνεται ως «νεόγερος», έως την αδιαφορία για το τι γίνεται γύρω του, από παρέες έως κοινωνικές εκδηλώσεις. Θέλει να γίνει συγγραφέας και αυτό τον απασχολεί σε σημείο να έχει μια υπεροπτική θεώρηση των πάντων, αλλά με μια «θολούρα» που δεν μπορεί ακόμα να προσδιορίσει. Έχει σχέση με τη Νεφέλη, μια κοπέλα που προσπαθεί να τελειώσει τη Σχολή της, φροντίζοντας παράλληλα τον μικρό αδερφό της, που έχει νοητική υστέρηση.
 
«Όσοι ήξεραν τον Χειμωνίτη εκείνα τα χρόνια έβλεπαν ότι υπήρχαν και άλλοι νέοι της ίδιας κατηγορίας: μια άγνωστη δύναμη τους παρέσυρε στη μια ή στην άλλη ιδέα, σε συγγραφικές ή άδοξες σκηνοθετικές απόπειρες με υπερτονισμένη την ανάγκη τους να δικαιώσουν κάποια «εσωτερική φλόγα», που δεν την αποκαλούσαν φυσικά έτσι γιατί δεν ήθελαν να τους πάρουν στο ψιλό. Πιθανότατα, ο Άρης είχε νιώσει από νωρίς μέρος του αυξομειούμενου αυτού συνόλου που το συγκροτούσαν όσοι επιδίωκαν να διαφέρουν από τη μάζα των συνομηλίκων τους. Για παράδειγμα, το καλοκαίρι της πρώτης λυκείου, είχε κατεβάσει από ένα ράφι της βιβλιοθήκης της μάνας του το Οκτάεδρο του Χούλιο Κορτάσαρ και τον είχε κυριεύσει η χαρά του να διαφέρεις, μια χαρά «σχισματική» και δίχως έλεος για όποιον δεν μπορεί να τη συλλάβει. Και κάπως έτσι, ο Άρης Χειμωνίτης είχε αποφασίσει νωρίς να γίνει συγγραφέας, όπως κάποιος που αρπάζει το ψαλίδι και κόβει ένα φύλλο χαρτί στα δυο, μια πρώτη ζωή και μια δεύτερη, τελείως διαφορετική, που δεν ξέρεις που μπορεί να σε βγάλει.»
 
Στον δρόμο του Άρη, θα βρεθεί ένας περίεργος μεσήλικας, ο Οδυσσέας Αγαθάγγελος που συστήνεται ως «Ερευνητής-Συγγραφέας». Θα τού γνωρίσει και τον φίλο του, τον Κρίστο, ο οποίος στα νιάτα του ήταν ηθοποιός και φωτογράφος στην Ιταλία. Ο Αγαθάγγελος, δείχνει να γνωρίζει πολύ καλά την οικογένεια του Άρη και κυρίως τη μητέρα του, αποκαλύπτοντας αργά-αργά το παρελθόν της, που συνδυάζοντας τις πληροφορίες ο Άρης, και με τα μισόλογα των παλιών φίλων των γονιών του, αρχίζει να ξετυλίγει, ανακαλύπτοντας μια πραγματικότητα που αγνοούσε.
 
Η μητέρα του, η Δέσποινα Μπουζιάνη, ήταν μια ηρωίδα – ένα όνομα «θρύλος» του αντιδικτατορικού αγώνα, που όμως έμεινε κρυφό. Βασανίστηκε άγρια στην περίοδο της Χούντας, δεν ομολόγησε, δεν κατέδωσε παρά την σωματική και ψυχική ταλαιπωρία που υπέστη. Η Δέσποινα μετά από αυτό, δεν μίλησε ποτέ για όλα αυτά, κλείστηκε σπίτι με τα βιβλία και τα τσιγάρα της. Και τώρα έρχεται ο άνθρωπος που βρισκόταν πίσω από την σύλληψη και τα βασανιστήρια που υπέστη, αυτός που κρύβεται πίσω από το όνομα «Αγαθάγγελος» για να αποκαλύψει στον εμβρόντητο, όπως «ξεφλουδίζει το κρεμμύδι» της οικογενειακής ιστορίας, γιο της, την αλήθεια. Ο Άρης που είχε γράψει μια συλλογή διηγημάτων, αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να καταλάβει όχι μόνο τι ακριβώς συνέβη στο παρελθόν της μητέρας του - γιατί δεν μίλησε, γιατί δεν έγραψε τίποτα αλλά διόρθωνε γραπτά άλλων -, αλλά και για την αληθινή σχέση των γονιών του, ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι που τον μεγάλωσαν με ασφάλεια και πλήρη προστασία, τι θέλει ο Άγαθάγγελος που από τη μια εξέφραζε τον θαυμασμό του για την Δέσποινα και τη στάση της, από την άλλη παρέμενε αμετανόητα ακροδεξιός, ποιος είναι αυτός ο Κρίστο και τι ξέρει. Όλα ανατρέπονται στον ψυχισμό του Άρη, που αναθεωρεί τη ζωή, μπαίνοντας σε ένα δρόμο που θα τον κάνει διαφορετικό άνθρωπο.
 
«Το τέλος της δεκαετίας του ’90 ήταν, όπως έχει ειπωθεί, εποχή παρεξηγήσιμη, που γέννησε παράπονα και πικρίες και εχθρότητες, οι οποίες αργότερα έφτασαν μέχρι το κατώφλι του μίσους. Πολλοί τη μίσησαν εκείνη την εποχή εκ των υστέρων. Λένε, λοιπόν, πως εκείνα τα χρόνια, λίγο πριν από το ευρώ και τους Ολυμπιακούς αγώνες, υπήρξαν χρόνια ανήθικα και ευτελή, χρόνια ψυχρά και σκοτεινά, όπως εκείνα τα γυάλινα μεγαθήρια στη λεωφόρο Κηφισίας με τα οποία ένιωθε κανείς, δίχως συχνά να μπορεί να το εκφράσει με λέξεις, τον ίλιγγο μιας ανακουφιστικής λήθης. Κάπως έτσι συνέβη κι αυτά ακριβώς τα χρόνια θα τα μετατρέπαμε κατόπιν σε σύμβολα μιας τεράστιας αλλαγής, που θα τη μετρούσαμε περισσότερο σαν απώλεια και καταστροφή, συνυπολογίζοντας φυσικά και την απόλαυση που πρόσφερε σε κάποιους συνανθρώπους μας η ζάλη της επιπόλαιης και αιφνίδιας επιτυχίας.»


Ό άξονας της ιστορίας που αφηγείται με ωραίο και στρωτό ύφος ο Σεβαστάκης, είναι η Δέσποινα που αναδεικνύεται ως το κεντρικό πρόσωπο, και ο πυρήνας ουσιαστικά, του μυθιστορήματος. Ο Άρης αντιλαμβάνεται ότι η γυναίκα που τον ανέθρεψε και τον μεγάλωσε, είναι μια ξένη στα μάτια του. Όσο ενημερώνεται από τις εφημερίδες της εποχής και από διηγήσεις άλλων, αποκαλύπτεται μπροστά του, ένας διαφορετικός άνθρωπος και με αυτόν τον τρόπο, μπορεί να συνειδητοποιήσει κάποια πράγματα στα οποία δεν έδινε σημασία μικρότερος. Μπορεί επίσης να αντιληφθεί τον ρόλο που διαδραμάτισε ο πατέρας του, που τον θεωρούσε αδιάφορο και «χαμένο» στις υποθέσεις του. Ο συγγραφέας εστιάζει στον Άρη, που ανατρέπονται όλα του τα δεδομένα, στον εσωτερικό πόλεμο που βιώνει, καθώς οι (αναπόφευκτες) ενοχές για το τι πραγματικά έβλεπε και πόσο «τυφλός» υπήρξε δεν είναι λίγες, ούτε αμελητέες. Η «ενηλικίωση» του Άρη, έρχεται μέσα από την εσωτερική του πάλη και την σχέση παρελθόντος και παρόντος που σκάει, ανατρέποντας την επίπλαστη άνεσή του.
 
Η Δέσποινα – ο πιο ενδιαφέρων χαρακτήρας του βιβλίου -, παραμένει ένα αινιγματικό πρόσωπο καθ’ όλη τη διάρκεια του μυθιστορήματος και η επιλογή του συγγραφέα, να ακολουθήσει τον δρόμο της αναζήτησης ταυτότητας του ήρωά του, την περιορίζει, κάτι που αφήνει μια αίσθηση ημιτελούς σε ένα βιβλίο που (σίγουρα) θα μπορούσε να είναι περισσότερο σφιχτοδεμένο και να μην απλώνεται τόσο πολύ. Η (προσωπική) ένσταση μου αυτή, δεν αναιρεί την αξία του μυθιστορήματος, που κλιμακώνει το ενδιαφέρον του, όσο εξελίσσεται, φθάνοντας μέχρι το ωραίο φινάλε του.
 
Η εμπειρία του Σεβαστάκη ως δοκιμιογράφου και ψύχραιμου πολιτικοκοινωνικού αναλυτή, είναι εμφανής στον αφηγηματικό ρυθμό του μυθιστορήματος. Έχοντας ενσωματώσει δημιουργικά τον αστικό ιστό στο βιβλίο του, αφηγείται τα γεγονότα με ηρεμία (κάποιος μπορεί να έλεγε «flat») χωρίς  συναισθηματισμούς και ίσως τις εντάσεις που κάποιοι αναγνώστες θα προτιμούσαν. Με αυτόν όμως τον τρόπο, ο συγγραφέας μας προτρέπει να σκαλίσουμε το βάθος του βιβλίου του, καθώς είναι η ουσία αυτών που μαθαίνουμε και ο προβληματισμός που δημιουργείται στην αναγνωστική συνείδηση και όχι οι εικόνες και οι γλαφυρές περιγραφές, που θα εντυπωσίαζαν μεν, πρόσκαιρα δε.
 
«Οι γονείς μας, αυτοί οι άγνωστοι» λέει ουσιαστικά ο Σεβαστάκης στο βιβλίο του. Τι πραγματικά γνωρίζουμε για τους ανθρώπους αυτούς που βλέπουμε καθημερινά μέχρι κάποια ηλικία και περισσότερο ή λιγότερο συχνά στη συνέχεια. Ποιες είναι οι σχέσεις μεταξύ γενεών και πως η οικογενειακή – προσωπική ιστορία, μπορεί να περάσει στους απογόνους; Περνάει το τραύμα από γενιά σε γενιά; Τα ερωτήματα που θέτει ο συγγραφέας στο μυθιστόρημά του είναι συνεχή και βασανιστικά, καθώς οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες.
 
«Η Καταγωγή» είναι ένα εξαιρετικό και κυρίως πολύ ενδιαφέρον και ουσιαστικό μυθιστόρημα, που μιλάει για τους μικρούς ή μεγάλους ηρωισμούς, τα (οικογενειακά) μυστικά και ψέματα, τα διλήμματα, τις σιωπές και την διαχείριση του παρελθόντος, το χάσμα των γενεών και τις οικογενειακές σχέσεις, την υπομονή και το κουράγιο, την άδολη αγάπη και τις θυσίες. Οι «ιστορίες των άλλων» φτιάχνουν την καταγωγή του καθενός, λέει ο συγγραφέας σε μια συνέντευξή του και αυτό επιτυγχάνεται στο μυθιστόρημά του. Με μια σειρά από ενδιαφέροντες χαρακτήρες, με ωραία γλώσσα, και μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, ο Σεβαστάκης απευθύνεται στον απαιτητικό αναγνώστη που δεν παρασύρεται από ευκολίες και «πυροτεχνήματα», ωθώντας τον σε σκέψεις για τον εαυτό του.
 
Βαθμολογία 82 / 100


 
 
 
 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

~ back home