Τετάρτη, Μαΐου 30, 2012
posted by Librofilo at Τετάρτη, Μαΐου 30, 2012 | Permalink
Crime

Ο δαιμόνιος Σκωτσέζος συγγραφέας Irvine Welsh (γεν. 1958), είναι ένας πολύ αντιφατικός δημιουργός. Ικανός για το καλύτερο και το χειρότερο βιβλίο, ποτέ δεν είσαι σίγουρος για το που θα κάτσει η μπίλια. Παρ’όλα αυτά η γραφή του, συνήθως ακατέργαστη και χειμαρρώδης, έχει γοητεία και αυθεντικότητα ενώ οι ιστορίες του είναι σαν τους ήρωές του – βουτάνε στα βαθειά και ότι κάτσει. Με την σκληρή αστυνομική περιπέτεια που έχει ως τίτλο, «ΕΓΚΛΗΜΑ» («Crime»), (Εκδ. Οξύ, (ωραία) μετάφρ. Ί.Παπασπύρου, σελ.461) ο Welsh είναι (ευτυχώς) σε ύψιστη δημιουργική φάση με μια ιστορία που στοχεύει κατευθείαν στο κέντρο της ευαισθησίας του κάθε αναγνώστη. Τα δίκτυα της παιδοφιλίας, τα πλοκάμια που μέσα τους παγιδεύονται αθώες ψυχές, οι οποίες καταστρέφονται για πάντα, είναι ένα θέμα δύσκολο και πολύ σκληρό που ο συγγραφέας με το πρόσχημα μιας αστυνομικής ιστορίας χειρίζεται με μεγάλη επιδεξιότητα και στυλ.


«Ήθελε να πει στη Μαμά ότι αυτός εδώ δεν ήταν καλός. Ήταν κι αυτός σαν τον άλλον, εκείνον στο Μομπίλ. Κι εκείνον τον μπάσταρδο στο Τζάκσονβιλ. Η μαμά της όμως έβαφε τα μάτια της μπροστά στον καθρέφτη, της έλεγε να κάνει ησυχία και να βεβαιωθεί προτού κοιμηθεί ότι τα παντζούρια ήταν όλα κλειστά γιατί έλεγαν ότι το βράδυ θα’ρθει μεγάλη καταιγίδα απ’τα βορειοανατολικά.
Αδύνατον να κλείσει μάτι. Ήξερε ότι ήταν αργά πια όταν άκουσε την πόρτα κάτω ν’ανοίγει κι έξω στα πέτρινα σκαλιά ποδοβολητά. Το ψηφιακό ρολόι έγραφε 2:47 και την κοίταζε σαν δικαστής. Προσευχήθηκε να ήταν μόνο ένας, συγκεντρώθηκε μήπως καταλάβει απ’τα βήματα, τα πατήματά του όμως ήταν πάντα πολύ ανάλαφρα γιατί συνέχεια φορούσε εκείνα τα αθλητικά παπούτσια, όμως μετά άκουσε τις φωνές και τα πνιχτά γελάκια. Η μαμά της θα ξεραινόταν στον ύπνο με τα χάπια που έπαιρνε, ακόμα κι έτσι, με την καταιγίδα να λυσσομανάει έξω. Η ίδια έπρεπε να το υπομείνει. Τράβηξε προς τα κάτω το νυχτικό της κι έπιασε μέσα στη χούφτα της χαμηλά το στρίφωμ μαζί με το σεντόνι για να τυλιχτεί, και οπλίστηκε με θάρρος.»

Ο ήρωας του βιβλίου, ο σκληρός και βίαιος αστυνομικός επιθεωρητής Ρέι Λένοξ πηγαίνει με την μνηστή του, διακοπές στο Μαϊάμι. Καθώς εκείνη σχεδιάζει τον γάμο τους (μετά από μακροχρόνια σχέση), εκείνος προσπαθεί να βρει τον εαυτό του μετά από την εξιχνίαση μιας υπόθεσης παιδεραστίας στο Εδιμβούργο, η οποία τον τσάκισε ψυχικά. Κουρασμένος από την δουλειά του, την πολύωρη πτήση, το τζετ-λαγκ και την αφόρητη ζέστη και υγρασία του Μαϊάμι, δεν θέλει και πολύ να τσακωθεί με την (αλλού γι’αλλού) Τρούντι και την κάνει για μερικά ποτά και αν βρει και λίγη κόκα σε κάποιο καταγώγιο. Του την πέφτουν δύο γκόμενες, η μια με νότια προφορά, η άλλη λατίνα με σκληρά χαρακτηριστικά. Κερνάει ποτά, έχουν λίγη κόκα μαζί τους και του υπόσχονται περισσότερη στο διαμέρισμά τους.

Ο Ρέι έχει ήδη φτιαχτεί τρελλά και πηγαίνει μαζί τους στην άλλη άκρη της πόλης σε ένα φτωχικό διαμέρισμα. Τα πράγματα όμως εκεί εκτυλίσσονται διαφορετικά απ’ότι περίμενε. Ενώ είχαν φτιαχτεί και ετοιμάζονταν για ένα ωραιότατο τριολέ, εμφανίζεται δεκάχρονο κοριτσάκι, η Τιάνα (που είναι κόρη της μιας  από τις δύο τύπισες), το οποίο αρνείται να κοιμηθεί. Κι ενώ με τα πολλά το βάζουν στο δωμάτιο του, σκάνε μύτη δύο λούμπεν τύποι που θέλουν να συμμετάσχουν στο πάρτυ. Η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχο του ήδη σαλταρισμένου μπάτσου, όταν διαπιστώνει ότι ο ένας από τους δύο προσπαθεί να βιάσει την δεκάχρονη. Τα παίρνει, τους ορμάει και τους πετάει έξω από το σπίτι, μένοντας με την μικρή. Το μόνο που έχει στα χέρια του είναι ένα χαρτάκι που του έδωσε στα κρυφά η μάνα του κοριτσιού με το όνομα κάποιου που εμπιστεύεται για να την παραδώσει. Η Τιάνα του λέει ότι αυτός ο φίλος της μητέρας της βρίσκεται στην άλλη άκρη της πολιτείας κάπου 3 ώρες μακρια. Ο Ρέι δεν το πολυσκέφτεται, νοικιάζει ένα αυτοκίνητο και μαζί με την μικρή πηγαίνουν προς το ψαροχώρι ακολουθώντας τις οδηγίες. Καθώς όμως ξεθολώνει και καθώς το κορίτσι του ανοίγεται στο ταξίδι, υποψιάζεται ότι βρίσκεται μπροστά σε μια υπόθεση παιδεραστίας με πολλές προεκτάσεις αφού ο ένας από τους δύο τύπους που μπούκαραν στο διαμέρισμα είναι μπάτσος της τοπικής αστυνομίας. Το ένα μπλέξιμο διαδέχεται το άλλο και ο Ρέι χώνεται όλο και περισσότερο σε κάτι που προσπάθησε φεύγοντας για διακοπές να αποφύγει.

Ο Ρέι Λένοξ δεν είναι ένας ήρωας συμπαθής. Βίαιος και απότομος, βασανίζεται από τα προβλήματα της οικογένειάς του, τα βάσανα της παιδικής του ηλικίας. Κουβαλάει βαθιά μέσα του το αίσθημα της αποτυχίας, διότι μπορεί να εξιχνίασε την υπόθεση στο Εδιμβούργο, να συνέλαβε έναν «κατ’εξακολούθηση» παιδεραστή αλλά δεν κατάφερε να σώσει το κοριτσάκι που κακοποίησε και μετά πέταξε στα βράχια. Η εικόνα της νεκρής επανέρχεται συνεχώς στην καθημερινότητά του και το ποτό αποτελεί μια διαφυγή, η σχέση του με την Τρούντι έχει βαλτώσει, αισθάνεται αποτυχημένος σε όλα. Η περιπέτεια στο Μαϊάμι θα τον φέρει πάλι αντιμέτωπο με τα προβλήματά του, με τις ενοχές και τις τύψεις του, με τα φαντάσματα της παιδικής του ηλικίας που τον κυνηγάνε ακόμα.

Το κινηματογραφικής υφής μυθιστόρημα του Welsh είναι μια κατάδυση σε ένα θέμα ταμπού, ένα θέμα που επειδή πληγώνει τους πάντες φροντίζουμε να το αφήνουμε ανεξερεύνητο. Η ξέφρενη αστυνομική ιστορία και η πλοκή που με Ταραντινικό τρόπο στήνει ο συγγραφέας αποκαλύπτει τις μεθόδους που χρησιμοποιούν οι επιτήδειοι για να παγιδέψουν μητέρες και κόρες σε ένα δίχτυ από το οποίο δεν μπορούν να βγούν.

«…Εσύ είσαι διαφορετικός απ’τους υπόλοιπους, είχε πει με στόμφο. Εκείνοι θέλουν να μάθουν το πώς. Πως έριξα το δόλωμα, πως χτύπησα εκεί που πρέπει, πως γάμησα, πως σκότωσα και πως το κουκούλωσα. Εσύ όμως ψάχνεις μετά μανίας το γιατί. Θέλεις να μ’ακούσεις να σου λέω ότι τον έπαιρνα μικρός από τον πατέρα μου ή τον ιερέα της ενορίας ή τέλος πάντων κάποιον. Στο κοντοπίθαρο μυαλουδάκι σου πρέπει πάντα να αντιστοιχείς την αιτία και το αποτέλεσμα. Αλλά μόνο κάτι ανθρωπάκια σαν κι εσένα προστατεύεις, Λένοξ. Δεν μπορείς να χωνέψεις ότι ο άνθρωπος είναι κυνηγός, αρπακτικό. Οι πολιτισμένες κοινωνίες έχουν σχεδιαστεί ώστε να προστατεύουν τους αδύναμους και τους ασθενικούς και τους χέστηδες – είτε φτωχούς είτε πλούσιους – απ’τους δυνατούς και τους χρήσιμους που’χουν το κουράγιο ν’ανταποκριθούν, να πραγματώσουν το πεπρωμένο του είδους τους. Αυτούς που’χουν το νεύρο και την ψυχή να παίρνουν αυτό που θέλουν.»

Γραμμένο με χιούμορ – οι παρεμβολές με τις αναμνήσεις από τους ποδοσφαιρικούς αγώνες της Χαρτς και το χαμένο πρωτάθλημα του ’86 είναι απολαυστικές – και δυναμισμό, το μυθιστόρημα του Welsh είναι από τα βιβλία που δεν μπορείς να σταματήσεις να διαβάζεις. Πολύ από θρίλερ και pulp αστυνομική ιστορία, λίγο από road novel με το ταξίδι του ιδιόμορφου ζευγαριού, του σαλταρισμένου και άυπνου Ρέι Λένοξ και της δεκάχρονης πρόωρα σεξουαλικά ανεπτυγμένης (με τόσα που έχει ήδη βιώσει) Τιάνα, το ξέσπασμα της άκρατης βίας όταν επιτέλους ο μπάτσος έρχεται αντιμέτωπος με το κύκλωμα. Τα συναισθήματα του μέσου αναγνώστη εναλάσσονται μεταξύ θυμού και γέλιου (ο Ρέι ακόμα και όταν πλακώνεται στο ξύλο προσπαθεί να μη χάσει το αντίτυπο του περιοδικού «Τέλεια Νύφη» που διαβάζει με άκρατη αφοσίωση η Τρούντι), αγωνίας και περιέργειας, αποστροφής και ανακούφισης. Ο Welsh ένας συγγραφέας που δεν θα έλεγα ότι ταιριάζει ιδιαίτερα με τα γούστα μου, κατάφερε να με συναρπάσει και να με θέλξει αποδεικνύοντας ότι είναι ένας εύστροφος και sui-generis δημιουργός που αξίζει (και με το παραπάνω) να ασχοληθεί κανείς μαζί του.


   
   

   


EMINEM : Like toy soldiers