Παρασκευή, Μαΐου 11, 2012
posted by Librofilo at Παρασκευή, Μαΐου 11, 2012 | Permalink
A stranger in Paradise
Η πολύ καλή και ενδιαφέρουσα Αυστραλή συγγραφέας Kate Grenville (ε.γ.1950),
η οποία με είχε εντυπωσιάσει πριν από μερικά χρόνια με το εξαιρετικό «Μυστικό ποτάμι» της, τώρα επανέρχεται με το δεύτερο μέρος της τριλογίας της - γύρω από
την εγκατάσταση των πρώτων αποίκων στην μακρινή αυτή ήπειρο - ένα μυθιστόρημα με τίτλο, «Ο ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟΣ» (The Lieutenant), (Εκδ.
Καστανιώτη, (ωραία) μετάφρ. Ε.Μαρωνίτη, σελ. 285), το οποίο βασίζεται σε μια
πραγματική ιστορία, ενός υπολοχαγού των πεζοναυτών, του Γουίλιαμ Ντέϊβς στα
τέλη του 18ου αιώνα.
Ο Ντάνιελ Ρουκ ήταν ένα παιδί διαφορετικό και αυτό
προκαλούσε σύγχυση όχι μόνο στην μικροαστική οικογένειά του αλλά και στους γύρω
του, οι οποίοι κουνούσαν το κεφάλι συγκαταβατικά όταν αναφέρονταν σ’εκείνον.
Βαθύτατα μοναχικός όπως όλες οι ιδιοφυίες θα έχει την τύχη να ασχοληθούν μαζί
του στο σχολείο και να προσέξουν το μεγάλο του ταλέντο στα μαθηματικά. Στον
καιρό του όμως (δεύτερο μισό του 18ου αιώνα), ένας δρόμος υπήρχε για
σταδιοδρομία, το Ναυτικό. Η Βρετανική Αυτοκρατορία μερικά χρόνια μετά την
ανακάλυψη της Αυστραλίας από τον Κουκ, σκόπευε να εποικίσει την «νέα» ήπειρο,
την οποία θεωρούσε το ιδανικό περιβάλλον για την απορρόφηση των φυλακισμένων
και των εγκληματιών. Η αποστολή χρειαζόταν έναν αξιωματικό με γνώσεις
αστρονομίας, οπότε η θέση περίμενε τον νεαρό Ντάνιελ με την αχαλίνωτη
περιέργεια και διάθεση για μάθηση και ανακαλύψεις. Ήταν όμως και κάτι άλλο, ο
Ντάνιελ δεν ένιωθε πουθενά σπίτι του, πάντα έψαχνε να βρει κάτι, ένα μέρος που
θα τον δεχτεί. Το μακρινό ταξίδι δεν τον προετοίμαζε για αυτό που θα
φανερωνόταν μπροστά του:
«Ο μικρός όρμος γρήγορα απέκτησε όνομα: Σίδνεϊ Κόουβ.
Φαινόταν να υπακούει σε μια λογική διαφορετική από του κόσμου που γνώριζε ο
Ρουκ. Υπήρχαν δένδρα, όπως υπήρχαν και σε άλλα μέρη, αλλά καθένα ήταν πιο
παράξενο από το άλλο. Ορισμένα ήταν σαν πατσαβούρες, με ένα γυμνό πάσσαλο για
κορμό και ένα θάμνο φυλλώματος είκοσι πόδια πάνω από το έδαφος. Ροζιασμένα ροζ
τέρατα έστριβαν αρθριτικά δάχτυλα στον ουρανό. Τα κοντά λευκά δέντρα που
μεγάλωναν κοντά στο ρυάκι ήταν παραγεμισμένα με φλούδες που ξεφλούδιζαν σε
φύλλα μαλακά σαν του χαρτιού.
Κόκκινοι παπαγάλοι πλησίαζαν διστακτικά στα κλαδιά,
τιτιβίζοντας και σφυρίζοντας. Μπορούσαν άραγε να μάθουν να μιλούν, αναρωτήθηκε,
ή να μάθουν ένα σκοπό, όπως εκείνος που ο γέρος πλοίαρχος Βίαρ είχε στο σαλόνι
του στο Πόρτσμουθ; Καταρχήν ήταν δύσκολο να πιάσεις έναν. Τα πουλιά τον
κοιτούσαν από το πλάι, επιφυλακτικά. Ξόβεργα ή δίχτυ. Δεν είχε ούτε ξόβεργα,
ούτε δίχτυ. Θα μπορούσε να σφυρίξει και ο ίδιος έναν σκοπό, αν και θα έπρεπε να
παραδεχτεί ότι υπήρχε κάτι σ’αυτά τα δάση της Νέας Νότιας Ουαλίας που σε έκανε
να σωπαίνεις.»
Ο Ντάνιελ παρατηρεί τα πάντα, δεν του ξεφεύγει τίποτα, και
όταν καταφέρνει να χτίσει μια καλύβα στην άκρη ενός βράχου και να στήσει εκεί
το τηλεσκόπιο του, έχει και την σχετική απομόνωση από τα στρατιωτικά καθήκοντα
που επεδίωκε. Οι ιθαγενείς αρχίζουν να τον προσεγγίζουν και να αποκτούν άνεση
μαζί του. Μια πανέμορφη δωδεκάχρονη, η Τάγκαραν θα γίνει ο οδηγός του προς την
κατανόηση των εθίμων τους και της γλώσσας τους. Ο νεαρός ανθυπολοχαγός
μαγεύεται με την αγνότητα και την αμεσότητα των «αγρίων». Μαθαίνει να
συνεννοείται, γοητεύεται από την Τάγκαραν, βλέπει πια τον κόσμο από άλλο μάτι.
«Είχε την αίσθηση πως όλα αυτά τα χρόνια στο σχολείο και η
ζωή πάνω στο πλοίο τον είχαν συμπιέσει, όπως πιέζεται ένα μέλος του σώματος
μέσα σε σφιχτό επίδεσμο. Τώρα επιτέλους, μπορούσε να απλωθεί και να καταλάβει
όσο χώρο του χρειαζόταν. Εδώ έξω, με μοναδική συντροφιά τις σκέψεις του,
μπορούσε να μην είναι τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από αυτό που ήταν.
Ο εαυτός του. Χώρα ανεξερεύνητη όπως και τούτη εδώ.»
Αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα έρθει σε σύγκρουση με τις
μεθόδους και τους τρόπους συμπεριφοράς των δικών του ανθρώπων προς τους
ιθαγενείς και πρέπει να διαλέξει. Ή θα υπακούσει στην εξουσία την οποία
υπηρετεί και έτσι θα μπορέσει να μείνει σ’αυτή τη γη που τον έχει τόσο πολύ
θέλξει ή θα αντιδράσει με κίνδυνο η τιμωρία του να είναι η θανατική ποινή ή η
εκδίωξή του από την αποστολή.
Η μοναδική επιδίωξη του Ντάνιελ είναι να μείνει για πάντα
εκεί. Νιώθει, αισθάνεται ότι βρήκε το μέρος που πάντα έψαχνε. Η επαφή με μια
καινούργια (σ’αυτόν) γλώσσα, η επικοινωνία με ανθρώπους τόσο διαφορετικούς από
αυτόν του ανοίγει δρόμους που δεν τους είχε φανταστεί έως εκείνη την ώρα. Βλέπει,
παρατηρεί πράγματα με τα μάτια του που το τηλεσκόπιο και τα όργανά του είναι
αδύνατο να δουν. Αλλά δεν μπορεί να απαλλαχθεί από την καταγωγή του και ότι και
να κάνει είναι υπηρέτης της Αυτοκρατορίας. Είναι αναπόφευκτο τα όνειρα του να
συντριβούν. Η συγγραφέας μεταδίδει με συγκλονιστικό τρόπο, την υπόγεια ένταση
και τις συγκρούσεις μεταξύ των «εισβολέων» και των αβορίγινων, μεταξύ των
«πολιτισμένων», των «δυνάμεων του Καλού» και των «απολίτιστων», των «αγρίων». Η
συνεχής αναζήτηση τροφής και γης για καλλιέργεια, η καχυποψία, η άσκηση
εξουσίας με κάθε μέσον, τα σπασμένα νεύρα διαπερνούν το σώμα του μυθιστορήματος
και συνεχώς περιμένεις κάτι να συμβεί.
«Ο ανθυπολοχαγός» είναι ένα μυθιστόρημα αυτογνωσίας, ένα
βιβλίο μαθητείας γραμμένο με λυρισμό και εκπληκτική αισθητική. Η δύναμη των
εικόνων, οι περιγραφές της φύσης, των συναισθημάτων, πηγαίνουν τον αναγνώστη
πέρα από ένα απλό οικολογικό μήνυμα ή μια καταγγελία της αποικιοκρατίας. Η
Γκρέινβιλ μπορεί σ’αυτό της το βιβλίο να μη μεταδίδει την ίδια ένταση και
δύναμη που είχε η ιστορία του πρώην κατάδικου στο «Μυστικό ποτάμι» αλλά είναι
περισσότερο ποιητική (δεν υπάρχει πολλή δράση στην πλοκή του βιβλίου) με ρυθμό
και φαντασία πλάθοντας έναν
μυθιστορηματικό (παρά την εγγενή δυσκολία της υπέρβασης ενός ουσιαστικά
αληθινού προσώπου) χαρακτήρα μοναδικό (σε σημείο τα υπόλοιπα πρόσωπα του
μυθιστορήματος να είναι αχνά και σχεδόν αόρατα), που η προσωπική του αναζήτηση
συγκινεί και ταυτόχρονα συγκλονίζει.
MATT MONRO –
A stranger in paradise