Τρίτη, Μαΐου 21, 2013
posted by Librofilo at Τρίτη, Μαΐου 21, 2013 | Permalink
Όλα τα χαμένα
Με
την ωραία συλλογή διηγημάτων «Όλα τα χαμένα» (εκδ. Πόλις, σελ.107) επανέρχεται
μετά από σύντομο χρονικό διάστημα στο λογοτεχνικό προσκήνιο,η Βασιλική Πέτσα. Ούτε δύο χρόνια από την
κυκλοφορία της θαυμάσιας νουβέλας «Θυμάμαι», με την οποία έκανε εντυπωσιακή
«είσοδο» στην ελληνική λογοτεχνία, η νεαρή και ικανότατη συγγραφέας, μ’αυτή τη
συλλογή καθιερώνεται ουσιαστικά ως μια πολύ δυναμική και ελπιδοφόρα λογοτεχνική
φωνή με προσωπικότητα και στυλ.
Τα
8 διηγήματα της συλλογής διαφορετικά στην θεματολογία τους, κινούνται σε ένα
ευρύ κοινωνικό πλαίσιο, αγγίζοντας θέματα όπως οι ερωτικές σχέσεις, οι εμμονές
στον έρωτα, η οικονομική κρίση, οι οικογενειακές διαμάχες, η νευρική ανορεξία,
η συντροφικότητα, το αλτζχάϊμερ, ενώ η αίσθηση της «απώλειας» όπως βιώνεται στην
καθημερινότητα, διαπερνά τις σελίδες (τις ιστορίες) απ’άκρη σ’άκρη.
Με
πολλή ευρηματικότητα στους τίτλους τους αλλά και στη θεματογραφία τους, οι
ιστορίες της Πέτσα ξεκινάνε με μαύρο χιούμορ και μια μακάβρια ερωτική εμμονή
(«Χάσαμε τον Φούφη μας»), για να συνεχιστούν με ένα πολύ δυνατό διήγημα («Σετ
Ραπτικής») με θέμα μια «μοντέρνα ασθένεια-μάστιγα», την νευρική ανορεξία και
πως τη βιώνει μια μικροαστική οικογένεια, στης οποίας τα μέλη, η συγγραφέας
δίνει ονόματα όπως: «Μάνα κουράγιο», «Κόρη Λείψανο», «Πατέρας Γειάσας» για να
περάσουμε σε δύο ιστορίες «Σηκωθείτε από τα κορεάτικα κρεβάτια μασάζ», και «Για
την ψυχή της μάνας μου», νεοελληνικής καθημερινότητας με τις προαιώνιες
βασανιστικές οικογενειακές διαμάχες και την οικονομική κρίση να δεσπόζουν.
Στο
επόμενο διήγημα «Famous blue
raincoat» (τίτλος δάνειος από το πικρό τραγούδι του L.Cohen),
ο κεντρικός ήρωας προσπαθεί αλλά δεν τα καταφέρνει να κερδίσει στην διεκδίκηση
του ερωτικού του αντικειμένου έναν νεκρό, εκεί όπου το παρελθόν επικρατεί του
παρόντος, για να περάσουμε στο σπαρακτικό και τόσο τρυφερό, «Θα σε ξεχνάω κάθε
μέρα», (που απηχεί το επιβλητικό διήγημα της Alice Munro«Πέρασε η αρκούδα το βουνό»), το οποίο έχει ως θέμα του, άλλη μια ταχύτατα
εξαπλούμενη ασθένεια, το αλτσχάιμερ με τον σύζυγο να προσπαθεί να φροντίσει
όπως και όσο μπορεί την βαριά ασθενή σύζυγό του, ενώ το υπέροχο «Your
hand in mine»,
μοντέρνο και δυναμικό, ευαίσθητο και μελαγχολικό, μια εξαιρετική μικρή ιστορία
που συγκινεί. Η συλλογή κλείνει με το «Βαλσαμωμένο ελάφι», μια ιστορία μνήμης
και τρυφερής διαχείρισης της γονεϊκής απώλειας.
«Κίτρινα
χαρτάκια Post-It
Τα
κόλλησα παντού· στον καθρέφτη του μπάνιου «Πλύσιμο δοντιών», «Κρέμα ημέρας»,
στην πόρτα «Να κλειδώνεις όταν φεύγεις», στο ψυγείο «Το γιαούρτι για την
οστεοπόρωση», στο σαλόνι «Τηλεκοντρόλ για το Conn-X
TV», παντού κίτρινα χαρτάκια σε ότι μπορώ να σκεφτώ πως θα
τη διευκολύνει, όλα έχουν πια ρητά ένα όνομα και μια χρήση, φυλακίζω τη
φαντασία, αναλύω το αυτονόητο, καρφώνω τις κυριολεξίες, κάθε μέρα ανακαλύπτω
κάτι καινούργιο που εκείνη χάνει, χάνει και δεν θα ρωτήσει, είτε από περηφάνια
είτε επειδή δεν καταλαβαίνει ότι το χάνει, πρέπει να μαντεύω, πρέπει να
παρατηρώ, πρέπει να σκύβω στη ρουτίνα να δω τι της λείπε, ένα μωσαϊκό που
ξεκολλάνε κομματάκια κάθε μέρα, αυτό θα’ναι η ζωή μας από δω και πέρα, θα
ξηλώνεται, θα ξεφτίζει, προχτές τέλειωσε το βαζάκι με την κρέμα νυκτός σε μία
μέρα, κάθε φορά που πήγαινε στο μπάνιο διάβαζε το χαρτάκι και πασαλειβόταν,
έτσι λοιπόν τώρα πια τα κολλάω και τα ξεκολλάω ανάλογα με την ώρα της μέρας,
μόνη της, ακόμη μόνη της, όσο μπορεί μόνη της, έτσι είπε ο γιατρός, δεν μπορεί
να προβλέψει πως θα εξελιχτεί, διαφέρει από ασθενή σε ασθενή ο εκφυλισμός των
εγκεφαλικών κυττάρων, κοιτάζω το κεφάλι της, έχω βάλει το χτενάκι όπως όπως,
αλλά βελτιώνομαι κι εγώ, το κοιτάζω και προσπαθώ να φανταστώ πως μπορεί να
μοιάζει αυτός ο εκφυλισμός, φαντάζομαι τον εγκέφαλο να σαπίζει, μικρά τρωκτικά
να τον ροκανίζουν κομμάτι κομάτι να ορέγονται και το χτενάκι, αυτό δεν θα το
αφήσω να συμβεί, αυτό δεν θα το επιτρέψω, σήμερα παρακολουθούσε στη δορυφορική BBC1,
κοιτούσε το στόμα του εκφωνητή των ειδήσεων με βλέμμα κενό, η οθόνη αναμετάδιδε
εικόνες από τη Συρία, ο εκφωνητής μιλούσε για τη σφαγή στην πόλη Χούλα, τι νέα,
τη ρώτησα, για τον πόλεμο, μου απάντησε, στο Βιετνάμ. Πρόπερσι βγήκε στη
σύνταξη, καθηγήτρια αγγλικών σε γυμνάσιο, τα παιδιά τα μεγάλωσε δίγλωσσα, να
φύγουν από την Ελλάδα της μιζέριας, με τη μεγάλη που ζει χρόνια στην Αμερική
μιλάνε μισά ελληνικά, μισά αγγλικά στο τηλέφωνο· πόλεμος στο Βιετνάμ, λοιπόν, ακόμη,
και πάλι. Δεν νοσταλγούσα εκείνα τα χρόνια, όπως οφείλει κανείς απέναντι στη
νεότητά του, δεν ήθελα να γυρίσω, ούτε τώρα, ούτε έτσι, ήμουν καλά εδώ, εγώ κι
εκείνη μια ιδιωτική συλλογικότητα, η εγγύηση ότι τα κουβαλάμε μαζί μας εκείνα
τα χρόνια, τώρα γυρίζει μόνη της μπρος και πίσω με τη χρονομηχανή της που έχει
τρελλαθεί και την πηγαίνει όπου θέλει, την έχω δίπλα μου και ξαφνικά τη χάνω,
πρέπει να της μιλάω, είπε ο γιατρός, να της ανοίγω κουβέντα, όμως εγώ φοβάμαι,
τρέμω κάθε φορά, διστάζω. Κάθομαι δίπλα της και σωπαίνω.»
Το
ευδιάκριτο και σαγηνευτικό κινηματογραφικό ύφος της γραφής της Πέτσα, όπου στις
πλείστες των περιπτώσεων, ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι βρίσκεται σε μια
σκοτεινή αίθουσα και βλέπει την κάμερα κινούμενη αρχικά περιστροφικά, να
εισβάλλει αργά στο κέντρο της αφήγησης,
προβάλλοντας το γενικότερο πλαίσιο, είναι εντυπωσιακό ως στυλ και
αποδίδει ακριβώς την ατμόσφαιρα της κάθε ιστορίας. Τα διηγήματα, χαμηλότονα και
διακριτικά, με λεπτό και δουλεμένο στυλ καταφέρνουν να αγγίξουν τον αναγνώστη,
διότι έχουν τις «σωστές» δόσεις συναισθήματος και κυνικότητας, τρυφερότητας και
ρεαλισμού.
Η
Βασιλική Πέτσα (σε αντίθεση με τους περισσότερους συγγραφείς που ξεκινάνε
δυναμικά και μετά επαναπαύονται), έχει δουλέψει πολύ τη γραφή της, και οι όποιες
ατέλειες και «ευκολίες» (εμφανώς λιγότερες από το πρώτο της βιβλίο)
παραβλέπονται χάριν της ακρίβειας στην έκφραση και της λιτότητας που διέπει το
βιβλίο. Μια πολύ αξιοπρόσεκτη δουλειά που τοποθετεί το (εγνωσμένο) ταλέντο της
νεαρής συγγραφέως σε μια σταθερή τροχιά.
______________________________________________________________
Ακούστε
την εκπομπή Booktalks@Amagi radio,
του Σαββάτου 18/5, όπου στο δεύτερο μέρος συζητάμε με την καλεσμένη μας Β.Πέτσα
για το «Όλα τα χαμένα» αλλά και για το πρώτο της βιβλίο «Θυμάμαι». Στο πρώτο μέρος
διαβάζουμε ποίηση Ν.Πάρρα, ένα απόσπασμα από το «Πως και Γιατί διαβάζουμε» του
Χ.Μπλούμ και μιλάμε για το βιβλίο του Α.Μασσαβέτα «Κων/λη, η πόλη των απόντων»
Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο( ντροπή μου) αλλά το διήγημα που διάβασε η Βασιλική Πέτσα στην εκπομπή ήταν εξαιρετικό.