Ελεγειακό και βαθιά ανθρώπινο, είναι
το αστυνομικό μυθιστόρημα «Η ΣΙΩΠΗ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ» ("Le Silence des Morts"), του πολυγραφότατου (αλλά
σχετικά άγνωστου στη χώρα μας), βετεράνου συγγραφέα Jean Paul Noziere (Γαλλία,1943), (Εκδ.Πόλις, μετάφρ.
Δ.Σιδηρόπουλος, σελ.316),που μπορεί να μη συναρπάζει με την πλοκή του (οι
φανατικοί των αστυνομικών ιστοριών ενδέχεται να την βρούν βαρετή), αλλά
εντυπωσιάζει με την ατμόσφαιρά του και τους εξαιρετικούς χαρακτήρες, που πλάθει
ο συγγραφέας, είτε βασικούς, είτε δευτερεύοντες που κλέβουν κυριολεκτικά την προσοχή
του αναγνώστη.
Ο Κριστιάν Μιλιούς είναι ένας
άνθρωπος που αισθάνεται «τελειωμένος». Έχει πάρει σύνταξη από την Αστυνομία –
όπου δούλευε ως αστυνομικός επιθεωρητής χωρίς να τον έχουν και σε μεγάλη
εκτίμηση οι συνάδελφοί του, τα παιδιά του τον έχουν εγκαταλείψει, η αγαπημένη του σύζυγος έχει
πεθάνει, φίλους δεν έχει, είναι και η τελευταία υπόθεση (που από σπόντα είχε
αναλάβει και δεν τον αφήνει σε ησυχία) ενός Άραβα σε ένα τροχόσπιτο, την οποία έκλεισε βιαστικά ως
αυτοκτονία, παρά τις κραυγές της Γιασμίνα, της αδερφής του νεκρού ότι επρόκειτο
περί δολοφονίας. Ο Κριστιάν στην υπηρεσία του, αποκαλείτο «Μπλού» λόγω της
λατρείας του για το τανγκό – στην υπηρεσία δεν καταλάβαιναν τη διαφορά μεταξύ
τανγκό και μπλούζ -, και συχνάζει καθημερινά στο τάνγκο-κλαμπ «Σώματα Ασώματα»,
όπου είτε παρακολουθεί τα ζευγάρια να χορεύουν, είτε χορεύει λίγο κι αυτός –
ενώ δεν λείπουν και κάποιες εφήμερες κατακτήσεις με κάποιο από τα «ερείπια της
ζωής» που συχνάζουν εκεί.
Ο Μπλού δεν έχει μόνο την ανία να τον
κατατρώει και την απογοήτευση από την εγκατάλειψη των παιδιών του, αλλά είναι
και η αδερφή του, η Μωντ, τρόφιμος ψυχιατρείου πλέον, δολοφόνος των γονιών τους
πριν από χρόνια. Ο Μπλού νιώθει ότι πρέπει να ξεδιαλύνει το μυστήριο του
θανάτου του Άραβα, όσο το σκέφτεται υιοθετεί την άποψη της γοητευτικής Γιασμίνα
ότι επρόκειτο περί δολοφονίας, όταν δε μια γιατρός της περιοχής πέφτει θύμα
ενός περίεργου τροχαίου – το οποίο καταχωρείται επισήμως ως ατύχημα, βλέπει
κάποιες ομοιότητες στις δύο περιπτώσεις, των οποίων τα στοιχεία, οδηγούν στη μυστηριώδη βίλλα
του «Πρέσβη», ενός πάμπλουτου και ιδιόρρυθμου τύπου που ζει σε ένα κοντινό
χωριό. Ο Μπλού θα ζητήσει τη βοήθεια ενός νεαρού ζιγκολό που δουλεύει ως
χορευτής-συνοδός στο τάνγκο-κλαμπ (αλλά στη πραγματικότητα παρέχει σεξουαλικές
υπηρεσίες στις πελάτισες του μαγαζιού) για να επιλύσουν τις δύο υποθέσεις και
να στηρίξουν την κατ’αρχήν παρατραβηγμένη θεωρία ότι πρόκειται για δύο
συνδεδεμένες δολοφονίες που κάποια σχέση έχουν με τον «Πρέσβη».
Ο κεντρικός ήρωας, ο Κριστιάν ή
Μπλού, είναι ένας παραιτημένος άνθρωπος, ο οποίος μετά την απώλεια της δουλειάς
του ψάχνει απεγνωσμένα για κάποιο ενδιαφέρον στη ζωή του. Νιώθει ότι δεν του
έχει μείνει τίποτα πιά και θα πιαστεί από τα μαλλιά για να βγάλει κάτι
ουσιαστικό από την ιστορία, για να νιώσει ξανά «ζωντανός», για να σταθεί πάλι
στα πόδια του. Είναι ένας «μοναχικός λύκος» - κάτι σαν ελεγειακός
κινηματογραφικός ήρωας, που βλέπει τη ζωή που ανοίγεται μπροστά του σαν την
επερχόμενη κόλαση.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτός που δίνει
τον τόνο στην γοητεία που αποπνέει το βιβλίο. Η πινακοθήκη των χαρακτήρων που
πρωταγωνιστούν (ή όχι) στο καλοκουρδισμένο και ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα του
Νοζιέρ είναι πλούσια και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Ο ιδιοκτήτης του τάνγκο-μπαρ
με την θυμοσοφική του στάση στα πράγματα, ο νεαρός ζιγκολό Γκιλαίν που θέλει να
γίνει αστυνομικός και βλέπει την υπόθεση ως ευκαρία να αποδείξει τις ικανότητές
του, η Μωντ που νοσηλεύεται στο ψυχιατρείο, ο γιός του Μπλού, ο Πατρίς δήθεν πολυάσχολος
ο οποίος δεν βρίσκει τον χρόνο να τον επισκεφθεί και που του στέλνει e-mails από κάποια εξωτικά μέρη ενώ ο Μπλού γνωρίζει ότι έχει χάσει εδώ
και καιρό τη δουλειά του, η μυστηριώδης ερωμένη του ήρωα, που του χαρίζει
κάποιες στιγμές τρυφερότητας στην βαρετή του ζωή, η βοηθός του «Πρέσβη», η
Σέλμα που την τραγική ιστορία της παρακολουθούμε παράλληλα με την υπόθεση των
περίεργων ατυχημάτων και τέλος ο «Πρέσβης», ο «απόλυτος κακός», η «ενσάρκωση
της διαφθοράς» με τα «χανουμάκια» του, τα μικρά κορίτσια που του φέρνει από της
χώρες του Μαγκρέμπ η Σέλμα, για να τις στείλει κι αυτός, στους πλούσιους πελάτες
του αντίστοιχα.
Το μυθιστόρημα όμως δεν είναι μόνο
ένα ψυχογράφημα του Μπλου και των τύπων που τον περιστοιχίζουν, αποτελεί και
ένα κοινωνικό σχόλιο μέσω της ιστορίας του «Πρέσβη» και της εγκληματικής
οργάνωσης που έχει στήσει. Τράφικινγκ, εμπόριο όπλων, τρομοκρατικές ισλαμικές
οργανώσεις, φόνοι και βιασμοί κοριτσιών συμβαίνουν παράλληλα με τους ήσυχους
επαρχιακούς ρυθμούς και την ήρεμη μικροαστική ζωή της περιοχής χωρίς να παίρνει
κανείς μυρωδιά ή απλώς να παρατηρεί - κρυφοθαυμάζοντας ή προσφέροντας τις
υπηρεσίες του σ’αυτόν που «φέρνει λεφτά στο χωριό». Ο «Πρέσβης» και ο Μπλού δύο
άνθρωποι που νιώθουν το τέλος να έρχεται και το αντιμετωπίζουν διαφορετικά, δύο
άνθρωποι που οι μοίρες τους θα συναντηθούν σε μια ιδιότυπη μονομαχία.
Το βιβλίο του Νοζιέρ (που τιμήθηκε με
το βραβείο «Νουάρ μυθιστορήματος», για το 2007), είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, κάποιες
στιγμές είναι συναρπαστικό παρά τα προβλήματα στην πλοκή και στην εξέλιξη της ιστορίας,
η οποία δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες εξάρσεις και ανατροπές. Διαβάζεται γρήγορα
και σε παρασέρνει με το ωραίο στυλ της γραφής, το χιούμορ (πολλές φορές
ανατρεπτικό) και την έξυπνη δομή του. Πάντως θεωρώ ότι η αξία του έγκειται
περισσότερο στο κοινωνικό πεδίο παρά στο αστυνομικό, που έρχεται ως επιβεβαίωση
της τάσης των τελευταίων δεκαετιών που θέλει τα αστυνομικά μυθιστορήματα να
ξεφεύγουν από το θριλερίστικο στοιχείο τους και να αποτελούν ένα ακριβές και
εξονυχιστικό κοινωνικοπολιτικό σχόλιο-ανατομία της καθημερινότητας.
Δημοσίευση σχολίου