Τρίτη, Οκτωβρίου 22, 2013
posted by Librofilo at Τρίτη, Οκτωβρίου 22, 2013 | Permalink
"...Once i wanted to be the greatest..."


Στο μυθιστόρημα του Γιώργου Στόγια (Αθήνα, 1973) με τίτλο «ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ», (Εκδ. Απόπειρα, σελ.443), ο συγγραφέας αναλαμβάνει ένα ρίσκο και καλεί τον αναγνώστη του να συμμετάσχει σ’αυτό, σε ένα ιδιότυπο αναγνωστικό μπρα-ντε-φερ. Δεν ξέρω αν υπάρχουν πολλά (ίσως, αλλά, θα είναι ελάχιστα), μυθιστορήματα όπου ο ήρωας (η ηρωίδα στην περίπτωση μας) να προκαλεί τα νεύρα του αναγνώστη τόσο πολύ όσο η περίπτωση της Ντίνας (ηρωίδας του βιβλίου) – και εδώ ακριβώς έγκειται η πρόκληση αλλά και η ανάγκη για συμμετοχή σ’αυτό το «παιχνίδι» όπως σε κάποιο θεατρικό δρώμενο όπου ο θεατής καλείται να συμμετάσχει στο έργο που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του.


Βρισκόμαστε στο πρώτο εξάμηνο του 2009 (ο μυθιστορηματικός χρόνος θα είναι αυτό το «εαρινό εξάμηνο»), και η Ντίνα, μια 20χρονη φοιτήτρια της Φιλοσοφικής στο Ρέθυμνο, εκπάγλου καλλονής και (σπαταλημένης ίσως, αλλά) μεγάλης ευφυίας, η οποία θα μπορούσε να διάγει μια άνετη φοιτητική ζωή (με ότι ο όρος αυτός, συνεπάγεται στην νεότερη Ελλάδα), αφού δεν φαίνεται να έχει κανένα οικονομικό πρόβλημα – ο χήρος πατέρας, ιδιοκτήτης Ιταλικού ρεστοράν στην Καλλιθέα (πιτσαρίας υποτιμητικά από την αγνώμονα κόρη) στέλνει χρήματα, δεν πολυανακατεύεται στην καθημερινότητα ή στην παρακολούθηση των σπουδών της Ντίνας. Γιατί λοιπόν η νεαρά φέρεται ως μεγάλη ντίβα και θεωρεί ότι ο κόσμος θα έπρεπε να υποκλίνεται στο διάβα της; Γιατί κανείς δεντην ανέχεται; Γιατί είναι τόσο ανταγωνιστική, έχει πάντα «το ζωνάρι λυμένο» για καυγά, αρπάζει τους άντρες από τις φίλες της, βρίζει τον πατέρα της ζητώντας του όλο και περισσότερα χρήματα (και όταν εκείνος αρνείται να της τα δώσει, πιάνει δουλειά σε σαντουιτσάδικο και κάποια στιγμή βάζει χέρι και στο ταμείο), δεν παρακολουθεί τα μαθήματα που την αφήνουν παντελώς αδιάφορη παρά μόνο όταν βλέπει έναν νόστιμο και νέο καθηγητή, τον οποίο γουστάρει εμφανώς η (καθώς πρέπει) φίλη της, σπεύδει στο μάθημά του με απώτερο σκοπό να τον σαγηνεύσει;

Η ηρωίδα του Στόγια, προκαλεί και ζεί έντονα την κάθε στιγμή στην ζωή της. Θα πιεί τα ποτά της μέχρι τελικής πτώσης, θα κάνει σεξ σαν να μην υπάρχει αύριο, θα διεκδικήσει αυτό που πιστεύει ότι δικαιούται, είτε άντρας είναι αυτός, είτε οτιδήποτε άλλο. Ζει στα όρια συνεχώς. Τραυματίζεται, σηκώνεται, προχωράει, τσακώνεται, την λέει σε όλους και θεωρεί ότι έχει δίκιο σε όλα. Θα μπουκάρει (κυριολεκτικά) σε μια θεατρική ομάδα, η οποία ανεβάζει το (πρωτοποριακό για την εποχή του) έργο «Κρίμα που είναι πόρνη» του Τζον Φορντ, ένα άκρως απαιτητικό θεατρικό έργο που απαιτεί έντονο «σωματικό» παίξιμο, θα ενθουσιαστεί από τον σκηνοθέτη, θα νομίζει ότι βρήκε τον μέντορά της σ’αυτή τη ζωή και από την πρώτη πρόβα θα τα δώσει όλα, όταν δε η πρωταγωνίστρια αρνηθεί να υπακούσει στον μονομανή Ορέστη (τον σκηνοθέτη που πιστεύει ότι είναι τουλάχιστον μεγαλοφυία), θα είναι η Ντίνα που θα μπει μπροστά (θα προτάξει τα ωραία της στήθη by all means), θα πάρει τον πρώτο ρόλο και θα διεκδικήσει με λύσσα τον έρωτα του.

Η ανώμαλη προσγείωση από την μικρή αλλά έντονη (όπως όλες άλλωστε) σχέση της με τον Ορέστη, η απογοήτευσή της από αυτόν, το απότομο ξύπνημά της από τη ζωή που έχει χτίσει, θα την ξυπνήσουν και θα αποφασίσει να αλλάξει αντιδρώντας και σ’αυτή την περίπτωση με τον προσωπικό της ακραίο τρόπο. Θα μπορέσει όμως να τα «καταφέρει»; Το πικρό φινάλε του βιβλίου 3 χρόνια αργότερα, δεν επιτρέπει αισιοδοξία και αποπνέει ματαιότητα, του τύπου «η ζωή δεν είναι κόμικς, μωρό μου»…


Ο Στόγιας δημιουργεί μια ηρωίδα «bigger than life», ριψοκινδυνεύει (ως κάθε δημιουργός ενός αμφιλεγόμενου και παθιασμένου έργου), να κλείσει ο αναγνώστης το βιβλίο πριν την 100η του σελίδα αγανακτισμένος με τα «έργα και τις ημέρες» της ακάματης Ντίνας, αλλά από τη μια με την ολοζώντανη και γεμάτη πειστικούς διαλόγους αφήγησή του, και από την άλλη με το σαρκαστικό του χιούμορ και την φρεσκάδα της ματιάς του κερδίζει το στοίχημα και στο τέλος «επιβάλλει» την ηρωίδα του, η οποία μπορεί να μη γίνεται συμπαθής αλλά προβληματίζει και εντυπωσιάζει τον αναγνώστη.

Η Ντίνα είναι ένας χαρακτήρας αποπροσανατολισμένος, που όλα στη ζωή του έχουν έρθει βολικά. Μπήκε άνετα στη σχολή (προφανώς όχι της πρώτης της επιλογής, μιας που το θέατρο είναι η μεγάλη της αγάπη), το παίζει όπως θέλει (επαναστάτρια, προκλητική, ακραία, εξεγερμένη, εναλλακτική, ψαγμένη, διανοούμενη, θεογκόμενα) έχοντας την οικονομική ασφάλεια ότι με τις μαλαγανιές της, ο πατέρας της θα συνδράμει την κατάλληλη στιγμή. Με εντυπωσιακή αυταρέσκεια,  έχει μάθει να γίνεται το δικό της και να κατακτά ότι στόχο βάζει. Δεν ξέρει τι θέλει, δεν προβληματίζεται ιδιαίτερα για το τι συμβαίνει στην κοινωνία παρά μόνο στον μικρόκοσμό της, σκύβει το κεφάλι και ορμάει σταν ταύρος σε υαλοπωλείο σε οτιδήποτε της κάτσει (μάλλον καρφωθεί) στο μυαλό. Δεν φοβάται τη σύγκρουση, την επιδιώκει – τρέφεται από αυτήν (διότι την θεωρεί άλλο ένα πεδίο όπου μπορεί να δείξει την αυτοδιαφημιζόμενη «ανωτερότητά της»). Η (αναπόφευκτη) «ένταξή της» στην κοινωνία όταν έρθει θα είναι απότομη και η συνειδητοποίηση των σφαλμάτων και των υπερεκτιμήσεων ορισμένων πραγμάτων και ανθρώπων θα προκαλέσει τραύματα, βαθιά μέσα της το γνωρίζει, αλλά προχωράει…

Το μυθιστόρημα, κατακλύζεται από μουσική (στο YouTube υπάρχει μεγάλο μέρος του «soundtrack», ενώ η έκδοση συνοδεύεται και από ένα cd με μουσική του Α.Τσαγκάρη, ειδικά γραμμένη για το βιβλίο), είναι γραμμένο με ύφος ανάλαφρο, αλλά αυτά που περιγράφει είναι πολύ ουσιαστικά. Η πανεπιστημιακή κοινότητα της πόλης του Ρεθύμνου παρουσιάζεται με διαύγεια και χιούμορ, το κοινωνικό πλαίσιο (βρισκόμαστε λίγο μετά τον Δεκέμβρη του 2008) είναι συνεχώς παρόν χωρίς όμως να βγαίνει στο προσκήνιο – τα έντονα συμπτώματα της οικονομικής κρίσης δεν έχουν αρχίσει ακόμα, απλά είναι ορατά στον ορίζοντα, ενώ οι σελίδες που αναφέρονται στην θεατρική παράσταση είναι εξαιρετικές και ολοζώντανες καθηλώνοντας τον αναγνώστη.

Το ιδιότυπο αυτό «μυθιστόρημα μαθητείας» (bildungsroman) του Γ.Στόγια, (το οποίο κυκλοφόρησε πρώτα σε συνέχειες στο διαδίκτυο από το blog που δημιουργήθηκε γι’αυτόν τον λόγο (earinoexamino.wordpress.com - εξάλλου ο συγγραφέας είναι πολύ ενεργός στα κοινωνικά δίκτυα), γνώρισε επεξεργασία και επιμέλεια και εκδόθηκε τελικά πριν λίγους μήνες), μας γνωρίζει μια αντιπαθή και αλλοπρόσαλη ηρωίδα που όμως προκαλεί συζητήσεις, προκαλεί το ενδιαφέρον ακόμα και του πιο αποστασιοποιημένου (όπως πιστεύω ότι είμαι) αναγνώστη, ζητάει την συμμετοχή του, την ενεργητική του ανάγνωση. Σ’αυτήν λοιπόν την απεικόνιση έγκειται η αξία ενός βιβλίου που μας κεντρίζει και μας ωθεί σε προβληματισμούς και σκέψεις όχι μόνο για τη νεότητα αλλά και για τη ζωή την ίδια.






 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

~ back home