Δευτέρα, Νοεμβρίου 25, 2013
posted by Librofilo at Δευτέρα, Νοεμβρίου 25, 2013 |
Permalink
Πριν το τέλος
«Γενναίος;
Χα! Κράτα τον χαρακτηρισμό για καμιά μάχη από την οποία δεν μπορείς να το
σκάσεις.»
Είναι
οδυνηρή εμπειρία, αλλά και τόσο χρήσιμη, η ανάγνωση του ολιγοσέλιδου βιβλίου
«ΠΡΙΝ ΤΟ ΤΕΛΟΣ» («Mortality»), του σπουδαίου δημοσιογράφου και διανοούμενου, Christopher Hitchens (Πόρτσμουθ, Αγγλία 13/4/1949 –Η.Π.Α.,
15/12/2011), (Εκδ. Μεταίχμιο, μετάφρ. Κ.Σχινά, σελ.138), όπου ο συγγραφέας
καταγράφει τους τελευταίους μήνες της ασθένειάς του, σε μια στοχαστική και
θαρραλέα αντιμετώπιση του καρκίνου που κατέτρωγε το σώμα του, τα σωθικά του και
η προσπάθειά του να σταθεί απέναντι του με πολύ χιούμορ και σαρκασμό.
Το βιβλίο
χωρίζεται σε 8 κεφάλαια και τον επίλογο γραμμένο μετά τον θάνατο του Χίτσενς,
από την σύζυγό του Κάρολ Μπλού. Το μεγαλύτερο μέρος του πρωτοδημοσιεύτηκε σε
μια σειρά άρθρων στο Vanity Fair, το Αμερικάνικο περιοδικό με το
οποίο συνεργαζόταν ο «Χιτς» μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του. Στο
βιβλίο υπάρχουν όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτήριζαν το ύφος και το πνεύμα
του Χίτσενς. Αυτοσαρκασμός, ειρωνία, χιούμορ, προκλητικότητα, αντίδραση στο
κατεστημένο κάθε μορφής, ευρύτατο πεδίο καλλιέργειας, οξεία σκέψη, ευφυία,
αφόρητη (συνήθως) αυτοαναφορικότητα, έπαρση, αλλά εκείνο που ξεχωρίζει
πραγματικά είναι η δύναμη και το σθένος της αναμέτρησης με κάτι που ήξερε ότι
ήταν αδύνατο να νικήσει και το αντιμετωπίζει με θαυμαστή ποιότητα λόγου, χωρίς
πίκρα και με χιούμορ που τσακίζει.
«Στην
ηλίθια ερώτηση «Γιατί εγώ;» ο κόσμος ούτε που μπαίνει στον κόπο να δώσει την
απάντηση: «Και γιατί όχι;».
Είναι ένα
βιβλίο σοφό και παρά το θέμα του, που για τους περισσότερους είναι αφόρητο (το
καταλαβαίνω, γιατί κι εγώ με δυσκολία το διαχειρίστηκα), που ξεχειλίζει όμως από
την αγάπη για τη ζωή που φεύγει, για αυτά που έζησε και αυτά που έχασε, για τις
αποφάσεις που πήρε και αυτές που δεν πήρε. Ο Χίτσενς στέκεται ιδιαίτερα στο
θέμα της θρησκείας – αυτός ένας φανατικός άθεος, παραθέτει με πολύ χιούμορ την
χαιρεκακία που διέκρινε σε άρθρα και μηνύματα φανατικών πιστών, ότι δηλαδή «ο
Θεός τον εκδικείτο για την βλάσφημη στάση απέναντί Του» ή τις προσπάθειες των
θρησκευόμενων φίλων του ή μη, να τον πείσουν να προσευχηθεί. Σχολιάζει τις
προσπάθειες φίλων και συγγενών να ωραιοποιήσουν την κατάστασή του, να του
δώσουν παρηγοριά – εκνευρίζεται και γίνεται ωμός, φτάνει στα άκρα με την προκλητικότητά
του.
«Κατά
κανόνα όλοι συμφωνούμε ότι η ερώτηση «Πως τα πας;» δεν σε δεσμεύει δα και με
όρκο να δώσεις πλήρη και έντιμη απάντηση. Γι’αυτό τον τελευταίο καιρό, όταν με
ρωτάνε, φροντίζω να αποκριθώ με κάτι νεφελώδες όπως «Κάπως νωρίς να σας πω» (Αν
την πληροφορία την ζητά κάποιος από το υπέροχο προσωπικό της ογκολογικής μου
κλινικής, φτάνω καμιά φορά στο σημείο να απαντήσω «Φαίνεται πως έχω καρκίνο
σήμερα».) Κανένας δεν θέλει να του απαριθμήσεις τους αναρίθμητους μικρούς
τρόμους και τις ταπεινώσεις που γίνονται «καθημερινά συμβάντα» όταν το σώμα σου
από φίλος γίνεται εχθρός: την ενοχλητική μεταστροφή από τη χρόνια δυσκοιλιότητα
στο αιφνίδιο δραματικό της αντίθετο: το εξίσου απαίσιο καζίκι να πεθαίνεις της
πείνας την ώρα που τρέμεις ακόμα και τη μυρωδιά του φαγητού· την απόλυτη
αθλιότητα μιας ναυτίας που σου αναστατώνει τα σωθικά σ’ένα εντελώς άδειο
στομάχι· ή την αξιοθρήνητη ανακάλυψη ότι η απώλεια των μαλλιών σου συμπαρασύρει
και τις τριχούλες μέσα στα ρουθούνια σου με αποτέλεσμα το παιδαριώδες και
εκνευριστικό φαινόμενο μιας μύτης που τρέχει αδιάκοπα. Συγγνώμη, εσείς με
ρωτήσατε…Δεν είναι διόλου διασκεδαστικό να συνειδητοποιείς πλήρως την ισχύ της
υλιστικής αρχής: δεν έχω σώμα, είμαι σώμα.»
Για τον
Χίτσενς δεν νοείτο ζωή χωρίς γράψιμο (και τούμπαλιν)…Συνέχιζε να γράφει μέχρι
το τέλος (κυριολεκτικά όμως). Το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου είναι
ουσιαστικά αποσπασματικές σημειώσεις που έμειναν ανολοκλήρωτες. Φράσεις,
προτάσεις, παράγραφοι ατάκτως ερριμμένοι – όπου μένεις ενεός μπροστά στη δύναμη
του πνεύματος – ένα μυαλό που ήταν σε συνεχή εγρήγορση ξαφνιάζοντας τους πάντες.
Όπως ανέφερε ο ΜακΓιούαν που ήταν κοντά του μέχρι το τέλος «δεν μπορούσε να
κρατήσει το κεφάλι του που συνεχώς έπεφτε, τα μάτια του έκλειναν, αλλά αυτός με
υπεράνθρωπη προσπάθεια κρατιόταν ξύπνιος για να γράψει ακόμα μια γραμμή».
Πληθωρικός και νευρώδης όπως περιγράφει η σύζυγός του «μετέτρεψε τη νοσηλεία
του σε πάρτι, μεταμορφώνοντας το αποστειρωμένο, παγερό, φωτισμένο με νέον
θάλαμο, που αδιάκοπα βόμβιζε, τρεμόλαμπε και παλλόταν, σε σπουδαστήριο και
σαλόνι. Οι ευφυείς, περίτεχνες συζητήσεις του δεν έπαψαν ποτέ.»
Ο
Κρίστοφερ Χίτσενς πάλεψε 19 μήνες με τον καρκίνο (αρχικά του οισοφάγου) για να
πεθάνει από πνευμονία. Ήταν 62 χρονών. Όπως αναφέρει ο εκδότης του Vanity Fair στον πρόλογο του βιβλίου, στο
μνημόσυνο που έγινε αρκετούς μήνες μετά τον θάνατό του, την επόμενη άνοιξη στο
Γκρίνουιτς Βίλατζ παρέστησαν οι Μ.Έιμις, Τ.Στόπαρντ, Σ.Ρούσντι, Ι.ΜακΓιούαν,
Τζ.Φέντον, διάφοροι συγγενείς και γνωστοί δημοσιογράφοι, ηθοποιοί όπως ο Σ.Πεν,
Ε.Χιρς, Ο.Γουάιλντ. «Μετά το μνημόσυνο, οι παριστάμενοι αποσύρθηκαν στο κοντινό
Waverly
Inn, όπου
έμειναν να πίνουν και να καπνίζουν στη λιακάδα, ανταλάσσοντας αναμνήσεις από
τον Κρίστοφερ. Μολονότι η μέρα ήταν βυθισμένη στη θλίψη, υπήρχε κάτι μαγικό καθώς
το απομεσήμερο κυλούσε προς το βράδυ και από εκεί στα μεσάνυχτα. Καμιά
δεκαπενταριά πενθούντες αργοπορούσαν ακόμη, σαν να μην ήθελαν να φύγουν. Για
όσους βρέθηκαν εκεί, το μνημόσυνο του Κρίστοφερ ήταν ένα χάπενιγκ, όπως
συνηθίζαμε να λέμε τη δεκαετία του ’60. Μια μέρα που δεν θα λησμονήσουμε
εύκολα.»
«Τούτη
είν΄η ώρα που όλοι εμείς στον θάλαμό μας
Λέμε:
«άλλο ένα κύμα πόνου και τα παρατάω»
Ώρα που
όποιος παλεύει ν’ανασάνει αδύναμα παλεύει·
Τούτη
είν’η ώρα που η μέρα μοιάζει νύχτα.» Τζον Μπέτζεμαν
Διάβασα το βιβλίο το καλοκαίρι στο πρωτότυπο και μου άρεσε πολύ αυτό το χιούμορ που τσακίζει - δυνατός ο Χίτσενς ακόμη και στο τέλος του!
Εξαιρετικός ο Χίτσενς! Διάβασα πρώτο αυτό το μικρό βιβλιαράκι γιατί ήταν το πιο φθηνό, όμως ό,τι άλλο κείμενο βρείτε του Χίτσενς είναι πραγματική απόλαυση! Με το "Πριν το τέλος" λόγω του θέματός του δεν μπορείς να ευθυμήσεις και πολύ, κι όμως με μερικές φράσεις του καταφέρνει να σε κάνει να γελάσεις με τις κωμικοτραγικές καταστάσεις που μπορούν να γεννηθούν σε τόσο σοβαρές ασθένειες, πριν η ντροπή παγώσει το γέλιο σου, καθώς αντιλαμβάνεσαι ξανά ότι διαβάζεις ένα πολύ μελαγχολικό κείμενο.
Η "κόντρα" μεταξύ θρησκείας και αθεΐας, όταν συμμετέχει ο Χίτσενς, είναι παράσταση για έναν ρόλο!
http://www.youtube.com/watch?v=DIkmBo_hL1c
Αγαπητέ Μαραμπού, ευχαριστώ για το σχόλιο. Συμφωνώ μαζί σου, τελικά έχουν δίκιο όσοι λένε ότι μόνο ένας φανατικά άθεος ασχολείται τόσο επίμονα με την θρησκεία...Οπότε αν σε απασχολεί τόσο το θέμα, τι σόι άθεος είσαι; Ιδού το ερώτημα!
Είναι ένα είδος κοινωνικοπολιτικού ακτιβισμού και αυτό. Η προσπάθεια να αφυπνίσεις συνειδήσεις, με κίνδυνο όμως να χαρακτηριστεί η δική σου συνείδηση κοιμισμένη. Ο Σοπενάουερ έλεγε ότι αν προσπαθήσεις να σώσεις τους ανθρώπους από τους παραλογισμούς που πιστεύουν, θα χρειαστείς τα χρόνια του Μαθουσάλα και ίσως, να μην σου φθάσουν ούτε αυτά! Οπότε, ξύπνα πρώτος εσύ και οι χουζούρηδες θα ακολουθήσουν αργότερα!
Καλό απόγευμα
Διάβασα το βιβλίο το καλοκαίρι στο πρωτότυπο και μου άρεσε πολύ αυτό το χιούμορ που τσακίζει - δυνατός ο Χίτσενς ακόμη και στο τέλος του!