Τετάρτη, Απριλίου 07, 2021
posted by Librofilo at Τετάρτη, Απριλίου 07, 2021 | Permalink
"Κορίτσι, γυναίκα, άλλο"
Ομολογώ ότι με δυσπιστία ξεκίνησα να διαβάζω το βραβευμένο με το (ιδιαίτερα σημαντικό) βραβείο Booker του 2019 (εξ ημισείας με την σπουδαία Margaret Attwood), μυθιστόρημα, «ΚΟΡΙΤΣΙ, ΓΥΝΑΙΚΑ, ΑΛΛΟ» («Girl, Woman, Other»), της Αγγλονιγηριανής συγγραφέως Bernardine Evaristo (1959, Λονδίνο) – (εκδ. Gutenberg, σειρά Aldina, (έξοχη) μετάφρ. Ρ.Χατχούτ, σελ. 639). Η αμφισημία μου αυτή, οφειλόταν κατά το μεγαλύτερο μέρος της, στο υπερβολικό hype γύρω από αυτό το βιβλίο, τις ενθουσιώδεις κριτικές που άκουγα και διάβαζα, τα επιφωνήματα θαυμασμού – στοιχεία που με συγκρατούσαν και ξεκίνησα να το διαβάζω με αμφίσημη διάθεση και «ζωσμένος» με προκαταλήψεις.
 

Ευτυχώς, η ορμή και η ζωντάνια του μυθιστορήματος της Εβαρίστο, με ηρέμησαν και χωρίς να ενθουσιάζομαι από την αρχή, διάβασα τις πρώτες σελίδες. Το βιβλίο όμως με κράτησε και με «αιχμαλώτισε», μετά τη μέση του, όταν το χιούμορ είναι διάχυτο, οι χαρακτήρες αποκτούν ταυτότητα και είναι στέρεοι ενώ νιώθεις, ότι όλα γίνονται για κάποιο λόγο και τα πολλά μηνύματα που θέλει να περάσει η συγγραφέας, δεν βαραίνουν την εξέλιξη του βιβλίου, που από κάποια στιγμή (και χωρίς να καταλάβεις πως) θέλεις να το διαβάζεις όπου κι αν βρίσκεσαι.
 
Το «Κορίτσι, Γυναίκα, Άλλο» αποτελείται από τις ιστορίες 12 διαφορετικών μεταξύ τους γυναικών, όλες μαύρες ή μιγάδες που με κάποιο τρόπο, έστω και χαλαρό, συνδέονται μεταξύ τους. Δεν μιλάμε εδώ για την θεωρία του «six degrees of separation» (ότι κάθε άνθρωπος στον πλανήτη συνδέεται μέσω μιας αλυσίδας συμπτώσεων, που έχει τουλάχιστον πέντε ενδιάμεσους), παρότι το μυαλό καθενός μπορεί να πάει εκεί.
 
Η Εβαρίστο συνδέει τις ιστορίες της σε τέσσερα κεφάλαια, που το καθένα έχει την αφήγηση τριών από αυτές τις ηρωίδες, αλλά το βιβλίο ουσιαστικά δομείται γύρω από το ανέβασμα ενός έργου της Άμα Μπονσού (μιας από τις 12 ηρωίδες του βιβλίου), με τίτλο «Η τελευταία Αμαζόνα της Δαχομέης». Το έργο δεν ανεβαίνει σε κάποιο περιθωριακό θέατρο, αλλά στο National Theatre, και αποτελεί το επιστέγασμα και την δικαίωση της μακράς πορείας της Άμα, από ακτιβίστρια συγγραφέα και σκηνοθέτη σε αναγνωρισμένη δημιουργό. Είναι η βραδιά της πρεμιέρας και στο κοινό κάθονται οι περισσότερες από τις 12 ηρωίδες του βιβλίου, οπότε η σκυτάλη περνάει από την μία στην άλλη, σαν να βρίσκεσαι σε ένα πάρτι και η οικοδέσποινα (στην προκειμένη περίπτωση η Εβαρίστο) να σου συστήνει τις καλεσμένες της.
 
Η αφήγηση λοιπόν, ξεδιπλώνεται από την Άμα, μια δυναμική, ανεξάρτητη ομοφυλόφιλη, που ξεκίνησε με ένα μικρό ανατρεπτικό θίασο την δεκαετία του ’80 και τώρα νιώθει ανασφαλής μετά από τόσα χρόνια, περιμένοντας οι κριτικοί να την κατασπαράξουν που έγινε «mainstream» όπως πιστεύει. Έχει μια κόρη την Γιαζ, που σπουδάζει Αγγλική Φιλολογία, είναι μια τυπική 19χρονη, που αγαπάει να μισεί τη μητέρα της (και τούμπαλιν), την απασχολούν τα γκομενικά, το τι θα κάνει στη ζωή της, με κριτική διάθεση απέναντι στα πάντα. Η παλαιότερη φίλη της Άμα, είναι η Ντομινίκ που θα έρθει στο Λονδίνο από την Καλιφόρνια για την παράσταση. Μαζί με την Άμα κάποτε φτιάξανε τον θίασο, οργάνωναν ακτιβιστικές δράσεις, θα ερωτευτεί όμως κεραυνοβόλα μια Αμερικανίδα εντυπωσιακή γυναίκα και θα φύγει μαζί της για μια περιπέτεια που καταλήγει άσχημα. Θα παραμείνει όμως στις Η.Π.Α. αξιοποιώντας εκτός από την Βρετανική προφορά της και την ικανότητά της στις live εκδηλώσεις, κάνοντας καριέρα εκεί.
 
Το δεύτερο κεφάλαιο, παρακολουθεί τις ιστορίες της Κάρολ, της Μπούμι και της ΛαΤίσα, ίσως (κυρίως οι δύο πρώτες) οι πιο ενδιαφέροντες χαρακτήρες του βιβλίου. Η Κάρολ θα μπορούσε να είναι μια από τις Αμαζόνες πρωταγωνίστριες του θεατρικού έργου της Άμα. Μετά από έναν επώδυνο βιασμό στα 13 της, που παραλίγο να της καταστρέψει τελείως τη ζωή, συνέρχεται με την βοήθεια μιας καθηγήτριάς της και διαπρέπει, σπουδάζοντας με υποτροφία στην Οξφόρδη (οι σελίδες γύρω από τις σπουδές της είναι εκπληκτικές), προσπαθώντας να αποτινάξει από πάνω της, την Νιγηριανή κληρονομιά της. Θα κάνει καριέρα στον τραπεζικό τομέα, και θα ερωτευτεί έναν λευκό άνδρα αριστοκρατικής καταγωγής, σοκάροντας την μητέρα της, την Μπούμι που δούλευε καθαρίστρια για να μεγαλώσει την κόρη της, χωρίς σύντροφο. Η Μπούμι, που θα κάνει δικιά της εταιρεία καθαρισμού θα συνειδητοποιήσει σιγά σιγά την δύναμή της και ουσιαστικά μέσα από την ιστορία θα ωριμάσει. Η ζωή της ΛαΤίσα, κάποτε κολλητής φίλης τής Κάρολ, θα ανατραπεί όταν θα βιώσει την φυγή του πατέρα της. Η ΛαΤίσα, προβληματική ως έφηβη, θα κάνει παιδιά από τρεις διαφορετικούς άντρες και θα αγωνίζεται διαρκώς να τα φέρνει βόλτα με την αβάσταχτη καθημερινότητα.
 
«…την έχουν πατήσει
Ετσι κι αλλιώς την έχουν πατήσει όλες, συμφωνούν
όταν τελειώσουν το πανεπιστήμιο θα έχουν ένα τεράστιο χρέος, ενώ ο τρελός ανταγωνισμός για δουλειές και τα εξωφρενικά νοίκια σημαίνουν ότι η γενιά της θα πρέπει να γυρίσει στο πατρικό σπίτι γ ι α π ά ν τ α, γεγονός που θα οδηγήσει ακόμα περισσότερα απ’ αυτά τα παιδιά να απελπιστούν για το μέλλον, από τη μια με τον πλανήτη που ετοιμάζεται να διαλυθεί κι από την άλλη με το Ηνωμένο Βασίλειο που σύντομα θα αποχωρήσει από την Ευρώπη που και η ίδια έχει πάρει την κατρακύλα στην κατηφόρα της αντίδρασης και φέρνει τον φασισμό ξανά στη μόδα και είναι σκέτη τρέλα το ότι ο αηδιαστικός πορτοκαλής δισεκατομμυριούχος έχει ρίξει σε νέα τάρταρα το πνευματικό και ηθικό επίπεδο με το να είναι πρόεδρος της Αμερικής και βασικά όλα αυτά σημαίνουν ότι η προηγούμενη γενιά ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ και η δική της γενιά είναι καταδικασμέεεεεενη εκτός κι αν αποσπάσουν τον πνευματικό έλεγχο από τους μεγαλύτερους τους
όσο το δυνατόν πιο γρήγορα»
 
Στο τρίτο κεφάλαιο, παρακολουθούμε τις ιστορίες των δύο καθηγητριών του σχολείου που φοίτησαν η Κάρολ και η ΛαΤίσα (με διαφορετικά αποτελέσματα), της Σέρλι και της Πενέλοπι, όπως και της μητέρας της πρώτης, Γουίνσομ. Η Σέρλι που ουσιαστικά μεταμόρφωσε και διαμόρφωσε την Κάρολ, είναι μια καθηγήτρια που ξεκινάει με όνειρα την καριέρα της για να αποσυντονιστεί στη συνέχεια και να απογοητευτεί από το εκπαιδευτικό σύστημα. Στην αρχή ουσιαστικά ανταγωνίστριες με την μεγαλύτερη και πιο έμπειρη συνάδελφό της Πενέλοπι, αργότερα καθώς είναι και οι δύο κουρασμένες και χωρίς κίνητρα από το σύστημα, έρχονται πιο κοντά, ενώ και οι γάμοι τους καταρρέουν για διαφορετικούς λόγους. Η Γουίνσομ είναι η μητέρα της Σέρλι που αφού εξιστορεί την σχέση της με τον άντρα της και τις δυσκολίες της προσαρμογής του στην Αγγλία από τις Δυτικές Ινδίες, αποκαλύπτεται ότι είναι ερωτευμένη με τον σύζυγο της κόρης της, Σέρλι, τον αρρενωπό Λένοξ.
 
Το τέταρτο κεφάλαιο, περιλαμβάνει τους τρείς τελευταίους χαρακτήρες του βιβλίου και έναν από τους πιο καθοριστικούς και αμφιλεγόμενους, αυτόν της Μέγκαν που γίνεται Μόργκαν μετά από μια ζωή γεμάτη ουσίες και οικογενειακή απόρριψη, ενώ αυτοκαθορίζεται ως μη-δυαδική (είναι το «Άλλο» του τίτλου) και βιώνει μια μοναδική αναγνωρισιμότητα μέσω των κοινωνικών δικτύων. Το Μόργκαν και η ερωτική του σύντροφος Μπίμπι, επισκέπτονται συχνά την Χάτι στη φάρμα της. Η Χάτι είναι 93 ετών και μαζί με την κόρη της Γκρέις, κλείνουν την πινακοθήκη των 12 χαρακτήρων του βιβλίου και μέσα από τις ιστορίες τους, θα περιηγηθούμε σε μια εκατονταετία κοινωνικών διακρίσεων και αλλαγών της Βρετανικής κοινωνίας.
 
Στο πέμπτο κεφάλαιο, και με την ευκαιρία της δεξίωσης μετά την παράσταση, αρκετοί από τους χαρακτήρες του βιβλίου, θα μιλήσουν, θα γνωριστούν ή θα ξαναθυμηθούν ο ένας τον άλλον, ενώ μια αποκάλυψη για την πραγματική ταυτότητα μιας από τις ηρωίδες, κλείνει με τον καλύτερο τρόπο το μυθιστόρημα.
 
«…παρατήρησε τις φίλες της που αστειεύονταν, όπως συνήθως, καθώς ετοιμάζονταν να καθίσουν στα πίσω θρανία και να κάνουν χαβαλέ στην τάξη
τη ΛαΤίσα, που θεωρούσε ότι η μελέτη ήταν για βλαμμένους, μάγκα μου, για βλαμμένους
την Κλόι, που είχε μια παράλληλη απασχόληση στο σχολείο ως προμηθεύτρια έκστασι
τη Λόρεν, που την ενδιέφερε μόνο το επόμενο πήδημα
και της Κάρολο τής φάνηκε σαν να τις έβλεπε σε μια οθόνη σ’ ένα ντοκιμαντέρ για ένα κακό δημόσιο σχολείο του Λονδίνου, με τις φούστες ανασηκωμένες, τις γραβάτες λυμένες, έχοντας παραβεί κάθε σχολικό κανονισμό για τα μαλλιά, το βάψιμο και τα κοσμήματα
είδε το μέλλον τους και το δικό της, ανήλικες μητέρες να σπρώχνουν καροτσάκια, να σπρώχνουν ωρολογιακές βόμβες χωρίς πατέρα
ψάχνοντας συνέχεια στις πτυχές των καναπέδων για να βρουν ψιλά να βάλουν στον μετρητή αερίου, σαν τη μαμά
να ψωνίζουν από φτηνομάγαζα, σαν τη μαμά
να τριγυρίζουν στις λαϊκές αγορές την ώρα που έκλειναν ψάχνοντας για αποδιαλέγματα, σαν τη μαμά
όχι εγώ, όχι εγώ, όχι εγώ, είπε, θα πετάξω πάνω και πέρα
θα φύγω    από ουρανοξύστες με ασανσέρ που βρωμάνε κάτουρο
θα φύγω    από ελεεινές κακοπληρωμένες δουλειές ή τις ουρές για τα
                 επιδόματα ανεργίας
θα φύγω    από το να μεγαλώσω τα παιδιά μόνη μου
θα φύγω    από το να μην μπορώ ποτέ να αποκτήσω δικό μου σπίτι, σαν
                 τη μαμά
                 ή να μην μπορώ να πηγαίνω τα παιδιά μου διακοπές ή στον
                 ζωολογικό κήπο σαν τη μαμά
                 ή στον κινηματογράφο ή στο πανηγύρι ή οπουδήποτε εκτός
                 από την εκκλησία»
 


Το λογοτεχνικό ύφος της Εβαρίστο, εντυπωσιάζει από την πρώτη σελίδα. Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο, χωρίς τελεία (αυτό το σημείο στίξης απουσιάζει εντελώς), σε παραγράφους που θυμίζουν ποίημα, με μακροπερίοδο λόγο, που όμως έχει παύσεις. Το βιβλίο είναι δομημένο με τέτοιο αξιοθαύμαστο τρόπο, που ρέει (βοηθούσης της εξαιρετικής μετάφρασης της Ρένας Χατχούτ) αβίαστα, και διαβάζεται πολύ άνετα και εύκολα, αφού ο αναγνώστης μπει στον (τελείως φαινομενικά χαλαρό) ρυθμό του.
 
Η συγγραφέας περιγράφει τις ηρωίδες της, σε στιγμές καθημερινότητας – πηγαίνοντας στη δουλειά, χαλαρώνοντας με ένα ποτήρι κρασί, μιλώντας σε οικογενειακά δείπνα -, αφήνοντας έτσι τις ιστορίες να κυλήσουν κατά τέτοιο τρόπο, που, ο αναγνώστης να αντιληφθεί το ποια είναι και πως έφτασε εδώ η κάθε μια από τους χαρακτήρες που έχει επιλέξει. Είναι γεγονός ότι δεν είναι όλοι οι χαρακτήρες ενδιαφέροντες, ενώ κάποιες φορές νιώθεις ότι οδηγούμαστε σε καρικατούρες προσώπων με τις κάπως υπερβολικές και πολύ κραυγαλέες εκφράσεις που χρησιμοποιούνται, αλλά με την εξέλιξη του βιβλίου, οι χαρακτήρες πυκνώνουν σε δομή, γίνονται πιο στέρεοι (η Μπούμι, η Σέρλι, η Χάτι, η Γκρέις) και περισσότερο αυθεντικοί.
 
Το βιβλίο είναι ουσιαστικά μια τοιχογραφία όχι μόνο της «Αφρικανικής διασποράς», αλλά και των τελευταίων 100 χρόνων της Βρετανικής κοινωνίας σε σχέση με τους μετανάστες και την αλλαγή στην δομή της κοινωνίας. Η Εβαρίστο πανοραμικά μεταφέρει τη δράση της, από τις εξεγέρσεις στην Αφρικανική ήπειρο στο πρώτο μισό του 20 αιώνα, στη μαύρη αγορά πετρελαίου στη Νιγηρία, έως τις προκαταλήψεις της Αγγλικής κοινωνίας απέναντι σε μικτούς (λόγω χρώματος) γάμους σε επαρχιακές πόλεις και στην επέλαση του Brexit στα βόρεια της χώρας. Οι ηρωίδες του βιβλίου, μετανάστες ή παιδιά αυτών, παλεύουν να ενσωματωθούν κοινωνικά και επαγγελματικά, πολλές φορές με όλες τις συνθήκες και τα γεγονότα εναντίον τους.
 
Μπορεί κάπου να κυριαρχεί η φλυαρία και οι ιστορίες να είναι ανισομερείς σε ενδιαφέρον, αλλά το «Κορίτσι, γυναίκα, άλλο», είναι υπόδειγμα ποιοτικής λαϊκής (με την έννοια του «crossover»), queer λογοτεχνίας, που μπορεί να διαβαστεί παντού, σε ΜΜΜ, σε παραλίες, σε καφέ. Χωρίς να καταγγέλει, με ευφυέστατο και φαινομενικά απλό τρόπο περνάει τα μηνύματα που θέλει ακόμα και στον πιο ανυποψίαστο αναγνώστη. Πλημμυρισμένο από σελίδες (μαύρης) χαράς και πόνου, από χιούμορ, ζωντάνια, δυναμισμό και ένταση, βαθιά ενσυναίσθηση και εμφανούς κοινωνικού σχολίου, είναι ένα «βιβλίο αναφοράς», που δικαίως συζητιέται και εντυπωσιάζει.
 
Βαθμολογία 84 / 100


 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

~ back home