Κυριακή, Φεβρουαρίου 27, 2022
posted by Librofilo at Κυριακή, Φεβρουαρίου 27, 2022 | Permalink
"Ανησυχία"

 

Η Νορβηγίδα Linn Ullmann (Oslo, 1966), είναι μια επιτυχημένη συγγραφέας, με μια σειρά από βραβευμένα μυθιστορήματα. Είναι όμως και κόρη δύο ιδιαιτέρως προικισμένων ανθρώπων, του μέγιστου Σουηδού σκηνοθέτη και σεναριογράφου Ingmar Bergman και της εξαίρετης Νορβηγίδας ηθοποιού Liv Ullmann. Στο έκτο της βιβλίο (και δεύτερο που κυκλοφορεί στη χώρα μας), την «ΑΝΗΣΥΧΙΑ» («De Urolige») – (εκδ. Μεταίχμιο, μετάφραση Χ.Παπαδημητρίου, σελ. 462), που θεωρείται μυθιστόρημα, αλλά μάλλον πρόκειται περί ενός χρονικού, περιγράφει με λογοτεχνικά εντυπωσιακό τρόπο κυρίως τη σχέση της με τον διάσημο πατέρα της, τα καλοκαίρια που πέρασε μαζί του και, τις τελευταίες του ημέρες λίγο πριν πεθάνει. Κυρίως όμως μέσα από την θραυσματική απεικόνιση των οικογενειακών σχέσεων, και την ανιδιοτελή αγάπη της συγγραφέως προς τον πατέρα της, παρακολουθούμε την αργή πορεία προς τον θάνατο μιας μεγαλοφυίας.


Η Lin Ullmann ήταν ένα παιδί εκτός γάμου, ένα από τα εννέα παιδιά του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, που σφράγισε την σύντομη αλλά θυελλώδη σχέση του σκηνοθέτη με την Liv Ullmann (πρωταγωνίστρια αρκετών ταινιών του). Το 1969, όταν η Lin ήταν τριών ετών, το ζευγάρι χώρισε, αλλά η σχέση τους παρέμεινε πολύ καλή (όπως και όλες οι σχέσεις του Bergman με τις πρώην συζύγους του) και η Lin περνούσε ένα μήνα το καλοκαίρι, στο νησί Φόρε (Faro), όπου ο πατέρας της είχε αγοράσει εκτάσεις και αγροτικές κατοικίες, τον στάβλο δε σε μια από αυτές, τον είχε μετατρέψει σε κινηματογραφική αίθουσα, όπου κάθε ημέρα υπήρχε οικογενειακή προβολή, που τηρείτο με ευλαβική ακρίβεια.
 
«Η δεύτερη αγάπη είναι προέκταση της πρώτης και αφορά τους εραστές που έγιναν γονείς και το κορίτσι που ήταν η κόρη τους. Αγαπούσα τη μητέρα μου και τον πατέρα μου απόλυτα, τους θεωρούσα δεδομένους με τον ίδιο τρόπο που, για ένα διάστημα, θεωρεί δεδομένες τις εποχές, ή τους μήνες ή τις ώρες, ο ένας ήταν νύχτα και ο άλλος μέρα, ο ένας τελείωνε εκεί όπου άρχιζε ο άλλος, εγώ ήμουν το παιδί της και το παιδί του, δεδομένου όμως ότι κι εκείνοι ήθελαν να είναι επίσης παιδιά, τα πράγματα μερικές φορές δυσκόλευαν κάπως. Και ύστερα ήταν το εξής: ήμουν το παιδί του και το παιδί της, αλλά όχι το παιδί τους, δεν ήμασταν ποτέ εμείς οι τρεις μαζί ž όταν κοιτάζω τις φωτογραφίες που είναι απλωμένες πάνω στο γραφείο μου, δεν υπάρχει ούτε μία που να είμαστε και οι τρεις μαζί. Αυτή κι αυτός κι εγώ.
Αυτός ο συνδυασμός δεν υφίσταται.»
 
Στο βιβλίο, τα ονόματα δεν αναφέρονται ποτέ, είναι «ο πατέρας», «η μητέρα», «το κορίτσι». Η συγγραφέας, εξιστορεί τα παιδικά καλοκαίρια και τις οικογενειακές συγκεντρώσεις στο νησί, όπου δεσπόζει η φιγούρα ενός Μπέργκμαν που ακολουθούσε με ακρίβεια το πρόγραμμά του, χωρίς να θέλει να τον ενοχλούν κατά τη διάρκεια της ημέρας, με την πέμπτη σύζυγό του, την Ίνγκριντ να επιβλέπει τα πάντα. Περιγράφει όμως με απόλυτα ρεαλιστικό τρόπο την εφηβεία της, «δίπλα» σε μια μητέρα ουσιαστικά απούσα, που την έβλεπε ελάχιστα στις Η.Π.Α. όπου μετακόμισαν για κάποια χρόνια – η Liv Ullmann ήταν σε ανοδική καλλιτεχνική πορεία την δεκαετία του ’80, με εμφανίσεις στο Μπρόντγουέι κλπ -, την αδυναμία επικοινωνίας μεταξύ των δυο τους, την αφόρητη μοναξιά της και την δυσκολία προσαρμογής σε μια χώρα όπου όλοι της φαίνονταν ξένοι.


Η Ullmann, δεν τηρεί μια γραμμική αφήγηση, υπάρχουν δεκαετίες της ζωής της που μένουν εκτός, έτσι λοιπόν με ένα μεγάλο χρονικό κενό, η συγγραφέας ξαναπιάνει το νήμα, εξιστορώντας την επαφή της με τον γηραιό πλέον πατέρα της, τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Όπως αναφέρει, σχεδίαζαν μέσα από μαγνητοφωνημένες συζητήσεις, να γράψει εκείνη ένα βιβλίο για τη ζωή του – το βιβλίο δεν γράφτηκε ποτέ, ούτε οι συζητήσεις που δυσκόλευαν όλο και περισσότερο λόγω της κατάστασης του, οδήγησαν πουθενά. Εκείνη ρωτάει κι εκείνος απαντάει, αλλά η σκέψη του χάνεται, οδηγεί αλλού.
 

«Το να γερνάς είναι δουλειά. Να πείθεις το σώμα σου να υπακούει στον εγκέφαλό σου και αργότερα να πείθεις τον εγκέφαλό σου να υπακούει στον εαυτό του, να ζητάς έλεος από τον Θεό. Σε όλη του τη ζωή, ο μπαμπάς ταλαντευόταν μεταξύ πίστης, αμφιβολίας και σκεπτικισμού. Μια φορά είπε: «Από τη μια μεριά πιστεύω ότι θα δω ξανά την Ίνγκριντ, από την άλλη πιστεύω ότι ο θάνατος είναι σαν να σβήνεις ένα κερί».»


Η θραυσματική αφήγηση της Ullmann, καθιστά το βιβλίο ακαταμάχητο. Κυριολεκτικά σε κρατάει αιχμάλωτο στις σελίδες του. Όποιος περιμένει ονόματα διάσημων πρωταγωνιστών, επισκεπτών, ταινιών θα απογοητευτεί. Την συγγραφέα δεν την ενδιαφέρουν καθόλου όλα αυτά, όπως επίσης, μένοντας διακριτικά στη σκιά, δεν αναφέρει την επιτυχημένη συγγραφική της πορεία, τη ζωή της εκτός από λίγες λεπτομέρειες, μεταξύ εφηβείας και ωριμότητας.
Με γλώσσα που εναλλάσσεται μεταξύ ρεαλισμού και λυρικότητας, διαβάζουμε για την σχετικότητα της μνήμης, σκηνές που επαναλαμβάνονται, συζητήσεις επώδυνες αλλά και αδιάφορες, ημέρες αφόρητες μέσα στην μοναξιά τους στην Αμερική που έρχονται σε αντίθεση με τις γεμάτες ξενοιασιά ημέρες στο νησί, όπου το μικρό κορίτσι ανακαλύπτει τη φύση και την γοητεία του ιδιοφυούς αλλά αφόρητα ναρκισσευόμενου πατέρα της. Μέσα από την αφήγηση της Ullmann, η θλίψη για την αναπόφευκτη παρακμή του πατέρα και ο παιδικός θαυμασμός της παιδικής ηλικίας, ανακατεύονται παράγοντας ένα υπέροχο αποτέλεσμα.
 
«Αγαπιέσαι, δεν αγαπιέσαι, θα μπορούσες να έχεις αγαπηθεί, αγαπήθηκες, είσαι η πιο αγαπημένη. Αν ο μπαμπάς ήταν τραγούδι, θα ήταν – λαμβάνοντας υπόψη όλες τις γυναίκες, όλους τους χωρισμούς, όλες τις μετάνοιες και όλες τις λέξεις – ένα τραγούδι με αρκετές δόσεις από κάντρι και μπλουζ, δυο μουσικά είδη που δεν τον ενδιέφεραν καθόλου, ούτε ήξερε πολλά γι’ αυτά.»
 

Ωραίο και σαγηνευτικό
auto-fiction χρονικό είναι η «Ανησυχία», που δεν διστάζει να παραθέσει σκληρές αλήθειες για τις σχέσεις γονιών – παιδιών και πώς αλλάζουν στη διάρκεια του χρόνου, για τις ευθύνες που αποφεύγονται, για τους εγωισμούς και τις ματαιοδοξίες. Περιγράφοντας δύο τόσο χαρισματικούς ανθρώπους, όπως ήταν οι γονείς της, αλλά παντελώς ανίκανους και αδιάφορους ως γονείς, η συγγραφέας ουσιαστικά σκηνοθετεί άλλη μια ταινία του σπουδαίου πατέρα της – μόνο που είναι τόσο σκληρά αληθινή και επώδυνη, που θα ήταν βασανιστικό για την ίδια, να κινηματογραφηθεί. Με έξοχο αφηγηματικό ρυθμό, οξυδέρκεια και ευφυέστατη δομή, το βιβλίο της Lin Ullmann, αποτελεί μια ευχάριστη αναγνωστική έκπληξη.
 
«Για να λειτουργήσει μια σχέση, είπε κάποτε, πρέπει να είσαι σίγουρος ότι μπορείς να γίνεσαι άλλοτε ο ενήλικας και άλλοτε το παιδί. Δεν γίνεται να είσαι το παιδί όλη την ώρα, ακόμα κι αν αυτό θέλεις μόνο.»
 
Βαθμολογία 82 / 100


 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

~ back home