Κυριακή, Φεβρουαρίου 06, 2022
posted by Librofilo at Κυριακή, Φεβρουαρίου 06, 2022 | Permalink
Back to my roots ("Εξ αίματος")
Τα
ταξίδια στον χρόνο, είναι ένα από τα δημοφιλέστερα θέματα στην κατηγορία της
Επιστημονικής Φαντασίας. Με προπομπούς εμβληματικά μυθιστορήματα του 19ου
αιώνα («Ένας Γιάνκης του Κονέκτικατ στην αυλή του βασιλιά Αρθούρου» του
σπουδαίου Mark Twain του 1889, και το
αριστουργηματικό «Η μηχανή του χρόνου» του H.G.Wells του 1895), ο ήρωας,
σε αυτό το λογοτεχνικό είδος, που βρίσκεται ξαφνικά στο παρελθόν ή στο μέλλον,
δίνει την δυνατότητα στον συγγραφέα να ασκήσει κριτική για το παρόν, δίνοντας
μια άλλη διάσταση της ιστορίας ή να αφήσει την φαντασία του ελεύθερη για μια
ουτοπική ή μη κοινωνία του μέλλοντος.
Η
(ουσιαστικά άγνωστη στη χώρα μας) Αμερικανίδα συγγραφέας της Επιστημονικής
Φαντασίας, Octavia Butler (1947, Pasadena California – 2006 Lake Forest Washington), ήταν μια πολυβραβευμένη συγγραφέας, που κυρίως
με τα βιβλία της «Parable of the talents» και «Bloodchild»,
έκανε αίσθηση στις δεκαετίες ’80 και ’90. Το μυθιστόρημά της «ΕΞ ΑΙΜΑΤΟΣ» («Kindred») που εκδόθηκε την περασμένη χρονιά στην
Ελλάδα, από τις εκδόσεις Αίολος (μετάφρ. Γ.Μπαρουξής, σελ. 360), του 1979 είναι
από τα σπουδαιότερα και πιο επιδραστικά έργα της, που στη χώρα του έκανε μια
δεύτερη καριέρα όταν το 2017 εκδόθηκε ως graphic
novel με μεγάλη εμπορική επιτυχία, επαναφέροντας την
δημιουργό του στην επικαιρότητα με τα θέματα που θίγει το βιβλίο.
Το
«Εξ Αίματος», ένα βιβλίο που το ταξίδι πίσω στον χρόνο αποτελεί τον άξονα πάνω
στον οποίο δομείται η ιστορία του, η συγγραφέας του, το προσδιορίζει ως «Fantasy» και όχι ως Επιστημονική Φαντασία, διότι
σε αυτό το «ταξίδι», δεν υπάρχει επιστημονική εξήγηση – απλά συμβαίνει σε
κάποιες δεδομένες στιγμές. Η Butler, απλά χρησιμοποιεί
το ταξίδι στον χωρόχρονο, ως πρόσχημα, για να θίξει τα προβλήματα των μαύρων
στην εποχή της δουλοπαροικίας, και να αφυπνίσει τους Αμερικανούς του τέλους του
20ου αιώνα, να σκύψουν πάνω στα θέματα της βίας και των
προκαταλήψεων στη κοινωνία.
Βρισκόμαστε
στο 1976 και μετά από μια μετακόμιση σε ένα καινούργιο σπίτι στα προάστια του
Λος Άντζελες, οι πρόσφατα παντρεμένοι Ντάνα και Κέβιν, ένα μικτό ζευγάρι (η
Ντάνα είναι μαύρη κι ο Κέβιν λευκός) με προοδευτικές ιδέες, που και οι δύο
είναι συγγραφείς (εκείνος είναι σχετικά γνωστός συγγραφέας, εκείνη προσπαθεί να
βρει τον λογοτεχνικό δρόμο της), βρίσκονται αντιμέτωποι με μια πολύ παράξενη
κατάσταση. Η Ντάνα μεταφέρεται μετά από μια ξαφνική ζάλη στο Μέριλαντ του 1815
για να σώσει τον μακρινό πρόγονό της Ρούφους, γιο ενός μεγαλοκτηματία της
περιοχής, πρώτα από πνιγμό στο ποτάμι και αργότερα εμφανιζόμενη σε περιστατικά
που πραγματικά κινδύνευε η ζωή του. Το ταξίδι της Ντάνα στο παρελθόν διαρκεί
στον πραγματικό χρόνο από μερικά λεπτά έως μια-δυο ημέρες ενώ στον παρελθόντα
χρόνο μπορεί να μείνει εκεί για μήνες!
Η
Ντάνα εξαρχής αντιμετωπίζεται από τον κτηματία και την οικογένειά του ως μια
ιδιαίτερη περίπτωση σκλάβας που κάποιος έχει ελευθερώσει. Τα ρούχα της, τους
φαίνονται αντρικά – φοράει παντελόνια -, η εκφορά του λόγου της παράξενη
(μιλάει ως «γραμματιζούμενη»), τους λέει ότι είναι από τη Ν.Υόρκη, που οι
μαύροι κυκλοφορούν ελεύθεροι, αγνοεί βασικούς κανόνες της καθημερινότητας και
αντιμετωπίζεται γενικώς με καχυποψία απ’ όλους. Όταν δε, σε κάποιο «ταξίδι στο
παρελθόν», έρχεται μαζί της ο Κέβιν (αν κρατιούνται χέρι με χέρι, μπορεί η
Ντάνα να τον τραβήξει μαζί της), τότε τα πράγματα γίνονται περίπλοκα, διότι θα
πρέπει να παίξουν το ρόλο του Αφέντη με την Σκλάβα του, για να μπορέσουν να
γίνουν αποδεκτοί – η δε σεξουαλική σχέση που μπορούν να έχουν (η μόνη που θα
μπορούσε να υπάρχει μεταξύ ενός λευκού και μιας μαύρης εκείνη την εποχή),
φαίνεται πειστική στα μάτια των ακόμα πιο καχύποπτων ανθρώπων του κτήματος.
Στα
ταξίδια της πίσω στο παρελθόν, η Ντάνα έχει «ως αποστολή» να διασώζει τον
Ρούφους, μέχρι να γεννηθούν οι πρόγονοί της, ενώ εξαφανίζεται από τα μάτια τους
όταν κινδυνεύει η ζωή της. Εμφανίζεται όταν εκείνος είναι σοβαρά άρρωστος (σε
ένα είδους «κάλεσμα»), χρησιμοποιώντας χάπια του 20ου αιώνα που έχει
στη τσάντα της (μετά το δεύτερο «ταξίδι» πηγαίνει προετοιμασμένη), όταν εκείνος
μπλέκει σε σοβαρές καταστάσεις, όταν δε βιάζει και απαγάγει την μαύρη σκλάβα
που του αρέσει (την μακρινή πρόγονη της Ντάνα που από αυτήν θα ξεκινήσει η
οικογένειά της), θα σταθεί δίπλα τους. Η Ντάνα όμως ζώντας μέσα σε ένα μεγάλο
κτήμα με δεκάδες σκλάβους γύρω της, βιώνει τις καταστάσεις όπως είναι στην
πραγματικότητα κι όχι ως απλή επισκέπτις. Βλέπει τις αγοραπωλησίες κυρίως
μικρών παιδιών που κάνει ο πατέρας του Ρούφους (και αργότερα εκείνος όταν
παίρνει τη θέση του πατέρα του), βλέπει τις σκληρές έως απάνθρωπες τιμωρίες
στις οποίες υποβάλλονται οι ομόχρωμοί της, τους βιασμούς που είναι μέρος της
καθημερινότητας, τον βίαιο διαχωρισμό των οικογενειών. Θα υποστεί κι εκείνη τις
μαστιγώσεις, θα δουλέψει στα χωράφια, ζώντας δε σε κάποιο από τα «ταξίδια» περίπου
ένα έτος στο κτήμα, θα αναθεωρήσει ότι πίστευε για το παρελθόν.
«Διάβασα
βιβλία για τη δουλεία, μυθιστορήματα και δοκίμια. Διάβασα ό,τι υπήρχε στο σπίτι
και είχε έστω και μακρινή σχέση με το θέμα – ακόμη και το Όσα παίρνει ο Άνεμος
ή, τουλάχιστον ένα μέρος του. Δεν άντεχα τις περιγραφές για ευτυχισμένους
μαυρούληδες που ζουν σε μια δουλεία αγάπης.
Μετά, χωρίς να πολυκαταλάβω πως, έπιασα ένα από τα βιβλία του Κέβιν για τον Β Παγκόσμιο πόλεμο. Είχε αναμνήσεις ανθρώπων που επέζησαν από στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Αφηγήσεις για ξυλοδαρμούς, λιμοκτονία, βρομιά, αρρώστιες, βασανιστήρια, κάθε δυνατή εξαθλίωση. Λες και οι Γερμανοί προσπαθούσαν να κάνουν σε μερικά χρόνια ό,τι έκαναν οι Αμερικανοί επί δύο σχεδόν αιώνες.
Τα διαβάσματα μού’φεραν κατάθλιψη. Τρόμαξα και έβαλα τα υπνωτικά χάπια του Κέβιν στον σάκο μου. Οι λευκοί πριν από τον Εμφύλιο, όπως και οι Ναζί, ήξεραν πάρα πολλά για τα βασανιστήρια – πολύ περισσότερα απ’ όσα θα ήθελα να μάθω.»
Μετά, χωρίς να πολυκαταλάβω πως, έπιασα ένα από τα βιβλία του Κέβιν για τον Β Παγκόσμιο πόλεμο. Είχε αναμνήσεις ανθρώπων που επέζησαν από στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Αφηγήσεις για ξυλοδαρμούς, λιμοκτονία, βρομιά, αρρώστιες, βασανιστήρια, κάθε δυνατή εξαθλίωση. Λες και οι Γερμανοί προσπαθούσαν να κάνουν σε μερικά χρόνια ό,τι έκαναν οι Αμερικανοί επί δύο σχεδόν αιώνες.
Τα διαβάσματα μού’φεραν κατάθλιψη. Τρόμαξα και έβαλα τα υπνωτικά χάπια του Κέβιν στον σάκο μου. Οι λευκοί πριν από τον Εμφύλιο, όπως και οι Ναζί, ήξεραν πάρα πολλά για τα βασανιστήρια – πολύ περισσότερα απ’ όσα θα ήθελα να μάθω.»
Δημοσίευση σχολίου