Τι
καλός συγγραφέας είναι ο Amor Towles, και τι
προικισμένος αφηγητής! Η αίσθηση αναγνωστικής απόλαυσης που σου άφηνε το «ΕΝΑΣ ΤΖΕΝΤΛΕΜΑΝ ΣΤΗ ΜΟΣΧΑ», γίνεται
ακόμα μεγαλύτερη, με το θαυμάσιο και άκρως πληθωρικό μυθιστόρημά του «ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΛΙΝΚΟΛΝ» («The Lincoln Highway») – (εκδόσεις Διόπτρα, μετάφρ. Ρηγούλα Γεωργιάδου,
σελ. 717).
Το νέο μυθιστόρημα (εκδόθηκε στις Η.Π.Α., το 2021) του γεννημένου το 1964 στη
Βοστώνη, Αμερικανού συγγραφέα και πρώην τεχνοκράτη επενδυτικού συμβούλου, είναι
ένα κλασσικό «road-novel» («μυθιστόρημα
δρόμου»), που ακολουθεί την μεγάλη Αμερικανική παράδοση των Steinbeck και Kerouac,
με μια χορταστική ιστορία που δεν σ’ αφήνει να πάρεις ανάσα.
Η
λεωφόρος Λίνκολν, δεν είναι τόσο γνωστή στον υπόλοιπο κόσμο, όπως η θρυλική «Route 66», αν και είναι ο πρώτος διαπολιτειακός
αυτοκινητόδρομος που διασχίζει τις Η.Π.Α., απ’ άκρη σ’ άκρη. Κατασκευάστηκε το
1913 και ξεκινάει από την Times Square της Νέας Υόρκης, καταλήγοντας μέσω 14
πολιτειών και περίπου 700 πόλεων, στη πλατεία Λίνκολν του Σαν Φρανσίσκο,
διατρέχοντας πάνω από 5000 χιλιόμετρα στη διαδρομή της (με τους παραδρόμους
κλπ, η συνολική διαδρομή αγγίζει τα 10,000 χιλιόμετρα).
Το
ταξίδι των τεσσάρων αγοριών στο βιβλίο του Towles, από ένα χωριό της Νεμπράσκα προς το Σαν
Φρανσίσκο, δεν θα είναι συνηθισμένο. Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του ’50
και ο ήρωας του μυθιστορήματος είναι ο 18άρης Έμετ Γουάτσον, που μετά την
έκτιση ενός και κάτι, χρόνου ποινής, σε ένα αναμορφωτήριο για μια αυθόρμητα
βίαιη ενέργεια που προκάλεσε τον θάνατο (εξ αμελείας) ενός συνομηλίκου του,
επιστρέφει στο πατρικό του, όπου βρίσκει μόνο τον Μπίλι, τον μικρό οκτάχρονο
αδερφό του να τον περιμένει. Ο πατέρας τους έχει πεθάνει και τα αβάσταχτα χρέη
του, συνετέλεσαν στην κατάσχεση του κτήματος και των υπαρχόντων τους. Έχουν ένα
χρονικό περιθώριο δυο-τριών ημερών, να πάρουν κάποια ρούχα και κάποια
αντικείμενα και να φύγουν από εκεί. Το μόνο που δεν κατασχέθηκε, είναι μια
γαλάζια Studebaker Land Cruiser του 1948, που αγοράστηκε από τον Έμετ, που
δούλευε από μικρός, και είχε γραφτεί στο όνομά του. Η μητέρα τους, τούς έχει
εγκαταλείψει μερικά χρόνια πριν και δεν είχε επικοινωνήσει ξανά μαζί τους,
πέραν από μερικές καρτ ποστάλ που τους είχε στείλει τον πρώτο καιρό της φυγής της.
Ο τετραπέρατος Μπίλι (ένα οκτάχρονος με μεγάλη ευφυία και φαντασία), είχε
ουσιαστικά ενώσει τις καρτ-ποστάλ, και είχε καταλάβει ότι η μητέρα τους είχε
τερματίσει το ταξίδι της φυγής της, στο Σαν Φρανσίσκο, οπότε πείθει τον Έμετ,
να κατευθυνθούν δυτικά, προς αναζήτησή της, αφού έτσι κι αλλιώς, πρέπει να
φύγουν από το σπίτι, αλλά και την μικρή πόλη, όπου είναι φανερό ότι δεν υπάρχει
μέλλον για τον Έμετ, μετά τον θάνατο που προκάλεσε.
Όλα
τα στοιχεία είναι εκεί. Δύο αγόρια, ένα κλασσικό αμερικάνικο αμάξι (και αρκετά
χρήματα που τους έχει αφήσει ο πατέρας του Έμετ, κάτω από την ρεζέρβα του
αυτοκινήτου), ένας μεγάλος δρόμος, μια διαδρομή που μπορεί να πάρει καιρό. Υπάρχει
κι ένα κορίτσι, λίγα χρόνια μεγαλύτερο, η Σάλι, κόρη ενός γείτονα, που φρόντιζε
τον Μπίλι όσο καιρό ήταν στο ίδρυμα ο Έμετ, και θέλει κι εκείνη να φύγει όσο το
δυνατόν πιο μακριά από το σπίτι της. Τα στοιχεία όμως αυτά, ανατρέπονται, με
την εμφάνιση δύο νεαρών αγοριών, συγκρατούμενων του Έμετ, που το είχαν σκάσει
από το ίδιο ίδρυμα, κρυμμένοι μέσα στο αυτοκίνητο που μετέφερε τον Έμετ σπίτι
του. Ο επιρρεπής στους καβγάδες και ταραχοποιός Ντάτσες, γιος ενός περιπλανώμενου
ηθοποιού, και ο χαζούλης και αφελής Γούλι, γόνος αριστοκρατικής Νεοϋορκέζικης
οικογένειας.
Ο
Ντάτσες σύντομα φέρνει τα πάνω, κάτω και επιβάλλει την παρουσία τους στο
ταξίδι. Όπως δε οι δύο νεοφερμένοι τούς λένε, υπάρχουν περίπου 150.000 δολάρια,
σε ένα χρηματοκιβώτιο, στο εξοχικό της οικογένειας του Γούλι – τα οποία είναι
γραμμένα σ’ αυτόν - κάπου στην πολιτεία της
Νέας Υόρκης, οπότε τους προτείνουν να περάσουν να τα πάρουν και να τα
μοιραστούν. Ο Έμετ δεν πολυσυμφωνεί, αλλά ουσιαστικά μόλις ξεκινάνε το ταξίδι
τους, ο Ντάτσες κλέβει το αυτοκίνητο (μαζί με τον Γούλι) και κατευθύνονται προς
Νέα Υόρκη (πρώτα για να ξεκαθαρίσει κάποιους παλιούς λογαριασμούς ο πρώτος,
μετά για να πάνε για τα χρήματα του δεύτερου). Ο Έμετ με τον μικρό Μπίλι,
φεύγουν προς αναζήτησή τους, με το τρένο (με την βοήθεια της Σάλι), πηγαίνοντας
κι εκείνοι στη Νέα Υόρκη, βάσει των πληροφοριών που τους έχει δώσει ο Ντάτσες,
ο οποίος φεύγοντας με τη Studebaker, έχει βρει και τα
χρήματα που τους είχε αφήσει ο πατέρας του Έμετ, αφήνοντάς τους άφραγκους και
απελπισμένους.
Τα
προβλήματα σε αυτό το μεγάλο ταξίδι ήδη έχουν αρχίσει και το ένα θα διαδέχεται
το άλλο, σε μια περιπέτεια, που ξεκινάει από τη Νεμπράσκα, και συνεχίζεται στη
Νέα Υόρκη και στα Αντιρόντακς της ίδιας πολιτείας και θα τους καθορίσει το
μέλλον. Το τραγικό όσο κι απρόσμενο φινάλε του βιβλίου, θα επαναφέρει τη «δικαιοσύνη»
με όρους αρχαίας τραγωδίας και οι χαρακτήρες του βιβλίου, θα συνεχίσουν μια
ζωή, όπου δεν θα είναι ποτέ πια, οι ίδιοι.
«Η κύρια ανησυχία
του καθώς πήγαινε για ύπνο ήταν ότι δεν θα μπορούσε να ξυπνήσει τους άλλους,
ότι θα έχανε τις πρώτες ώρες της ημέρας μέχρι να καταφέρει να τους σηκώσει και
να φύγουν. Αλλά άδικα ανησυχούσε. Στις πέντε που σηκώθηκε ο Ντάτσες ήταν ήδη στο
ντους και ο Γούλι σιγομουρμούριζε στον διάδρομο. Ο Μπίλι είχε φτάσει στο σημείο
να κοιμηθεί με τα ρούχα του, ώστε να μη χρειαστεί να ντυθεί όταν θα ξυπνούσε.
Όταν ο Έμετ έκατσε στο τιμόνι και πήρε τα κλειδιά του από το αλεξήλιο, ο
Ντάτσες βρισκόταν ήδη στη θέση του συνοδηγού και ο Μπίλι δίπλα στον Γούλι στο
πίσω κάθισμα με τον χάρτη ανοιχτό στα γόνατά του. Κι όταν, λίγο πριν ξημερώσει,
βγήκαν από το δρομάκι, κανείς τους δεν έριξε ούτε μια ματιά πίσω.
Ίσως όλοι είχαν λόγους
να θέλουν να ξεκινήσουν νωρίς, σκέφτηκε ο Έμετ. Ίσως όλοι ανυπομονούσαν να
βρεθούν κάπου αλλού.»
Με
την αφήγηση να εναλλάσσεται από τριτοπρόσωπη στο μεγαλύτερο μέρος της, σε
πρωτοπρόσωπη όταν αφηγούνται ο Ντάτσες και η Σάλι, o
ευφυέστατος
Towles,
αντιπαραθέτει τους διαφορετικούς χαρακτήρες μεταξύ των ηρώων του. Ο Έμετ, ο
Μπίλι και ο Γούλι είναι χαρακτήρες μεγαλωμένοι μέσα σε οικογένειες που με τον
ένα ή τον άλλο τρόπο ήταν δεμένες και υπήρχε νοιάξιμο και συμπόνια, ο Ντάτσες
(που αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο), είναι ένα παιδί που μεγάλωσε στον δρόμο και στις
περιοδείες, μέσα στο ψέμα και τις διαφορετικές περσόνες των ρόλων που έπαιζε ο
πατέρας του, και η Σάλι, μια σκληρά εργαζόμενη αγρότισσα που καταπιέζεται από
τον πλεονέκτη πατέρα της. Με αυτή τη τεχνική τονίζει την διαφορετικότητα των
χαρακτήρων του, με την ανομοιογένεια που τους διακρίνει, επικεντρώνοντας στους διαφορετικούς
τρόπους ανατροφής και ηθικής του Αμερικάνικου τρόπου ζωής.
Με
δυνατούς και στέρεους χαρακτήρες – ο καθένας θα μπορούσε να αποτελέσει τον ήρωα
του βιβλίου -, ο συγγραφέας, χτίζει υπομονετικά την αφήγησή του, δίνοντας χρόνο
στον καθένα να ξεδιπλώσει τα χαρακτηριστικά του. Ο Έμετ που αποζητάει μια νέα
αρχή στη ζωή του, ο Ντάτσες που είναι εστία ταραχών, ο Γούλι που αποδεικνύεται
ο πιο δραματικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος μέσα στην αφέλειά του, ο μικρός
Μπίλι που χάνεται μέσα στις αφηγήσεις ενός βιβλίου με περιπέτειες και η Σάλι
που προσπαθεί να δραπετεύσει από την προδιαγεγραμμένη μοίρα της, είναι όλοι
πρωταγωνιστές μιας καθηλωτικής περιπέτειας που η ανατροπή του τέλους, θα δώσει
μια άλλη διάσταση στο βιβλίο.
Γεμάτο
ανατροπές και εκπλήξεις, είναι ένα μυθιστόρημα μαθητείας, αλλά και περιπέτεια
δρόμου ∙ το χορταστικό και άκρως σαγηνευτικό «ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΛΙΝΚΟΛΝ», είναι ένα υπέροχο βιβλίο που «ρουφιέται», από αυτά τα
πολυσέλιδα μυθιστορήματα, που δεν θέλεις να σταματάς να διαβάζεις.
Πλημμυρισμένο από στοιχεία για την εποχή (ταινίες και τραγούδια), ονόματα τόπων
και χαρακτήρες που μπαινοβγαίνουν στην πλοκή προσδίδοντας δραματικότητα αλλά
και χιούμορ, το βιβλίο που εμπνέεται ευθέως, από τις «Περιπέτειες του Χάκ Φιν» του Μαρκ
Τουέιν, έως τα βιβλία του Στάινμπεκ
και το «Στο Δρόμο» του Κέρουακ, είναι μια απογειωτική «Americana», μια saga
που περιλαμβάνει όλα τα χαρακτηριστικά του Αμερικάνικου τρόπου ζωής, σε ένα
αλησμόνητο αναγνωστικό ταξίδι.
Βαθμολογία
85 / 100
Δημοσίευση σχολίου