Τρίτη, Σεπτεμβρίου 07, 2021
posted by Librofilo at Τρίτη, Σεπτεμβρίου 07, 2021 | Permalink
"Άντρες χωρίς άντρες", ένα μυθιστόρημα ωριμότητας

«Θυμάσαι από πότε άρχισες να θυμάσαι;»

 Ο Νίκος Δαββέτας (Αθήνα, 1960) με κάθε βιβλίο του, έρχεται όλο και πιο κοντά στην πεζογραφική ωριμότητα. Ολιγογράφος καθώς μέσα σε μια δημιουργική περίοδο περίπου τεσσάρων δεκαετιών έχει εκδώσει ελάχιστα μυθιστορήματα, ποιητής στιβαρός, με πολύ αξιόλογο έργο, είναι γενικότερα ένας συγγραφέας που δεν εφησυχάζει, παλεύει τη γραφή του, διαβάζει και ενημερώνεται πολύ για τις διεθνείς τάσεις, και είναι ένας από τους πιο οξυδερκείς κριτικούς λογοτεχνίας που έχουμε.
 
Αυτό που χαρακτηρίζει το συγγραφικό ύφος του Δαββέτα είναι η διακριτικότητα και η υπαινικτικότητα της γραφής του – κάτι που συναντάμε κυρίως σε Βρετανούς δημιουργούς, όπως και η χρήση της Ιστορίας από την μεταπολεμική περίοδο μέχρι τις μέρες μας. Σε όλα του τα μυθιστορήματα, η ιστορία είναι παρούσα είτε σε πρώτο, είτε σε δεύτερο πλάνο, το δε παρελθόν, συλλογικό ή προσωπικό διαμορφώνει τις τύχες των ηρώων του.
 
Στο τελευταίο του μυθιστόρημα, με τίτλο «ΑΝΤΡΕΣ ΧΩΡΙΣ ΑΝΤΡΕΣ» (εκδ. Πατάκη, σελ. 235), ο Νίκος Δαββέτας πλάθει την ιστορία του, από τη μεριά των αντρών και πιο συγκεκριμένα μέσα από δύο γενιές. Η γενιά της Κατοχής και του Εμφυλίου και η «χαμένη γενιά» της Μεταπολίτευσης, εν μέσω σημαντικών γεγονότων, ισορροπούν μεταξύ του αγώνα για την επιβίωση και την απότομη ενηλικίωση (η πρώτη γενιά), και της προσπάθειας για αναζήτηση ταυτότητας και την συνειδητοποίηση ότι ζωή κρύβει πολλά περισσότερα μυστικά απ’ όσα μπορούμε ν’ αντέξουμε.


 
Τρία πρόσωπα/ήρωες, βρίσκονται στο επίκεντρο του βιβλίου. Ο αφηγητής, ο συνομήλικος φίλος του κι ο πατέρας του φίλου, που λίγο πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, εξομολογείται στον γιο του, ότι όχι μόνο ήταν ομοφυλόφιλος αλλά και ότι ήταν, ενεργό μέλος της ακροδεξιάς οργάνωσης Χ στο τέλος της Κατοχής και στον Εμφύλιο, διετέλεσε χαφιές της Ασφάλειας, βολεμένος σε μια θέση του Δημοσίου, άνθρωπος του καθεστώτος, μετέπειτα Χουντικός και με κάποια οικονομική άνεση. Ένας άνθρωπος που ήταν θύμα του ερωτικού πάθους που τον κατέτρωγε, που κινείτο μόνιμα στο περιθώριο, κρυπτόμενος από πολιτικούς αντιπάλους αλλά και από την ίδια του την υπηρεσία λόγω της «αποκλίνουσας σεξουαλικής του συμπεριφοράς» (που τελικά πλήρωσε).
 
«…λίγο πριν πεθάνει στον έβδομο όροφο του «Μετροπόλιταν», ο πατέρας του θα του εξομολογηθεί ότι την ώρα της σύλληψής τους στο νυφικό κρεβάτι, με τα ρύζια του γάμου ακόμα στα λινά σεντόνια, εκείνον δεν τον διέγειρε  η κάθιδρη πλάτη της νεόνυμφης, ούτε τα μαλακά της οπίσθια που χτυπιόνταν πάνω στην κοιλιά του γιατί απλούστατα είχε τα μάτια του μισόκλειστα κι αγχωμένος όσο δεν παίρνει, ονειρευόταν για να τελειώσει, το αγόρι που πριν από έναν μήνα, όρθιο πίσω από τις πικροδάφνες του Ιλισού, εκσπερμάτιζε στο πρόσωπό του.»
 
Ο γιος ακούει την πατρική εξομολόγηση, αρχικά σοκαρισμένος, αργότερα ψύχραιμος. Έχει ήδη την δική του ζωή στην Γαλλία, όπου πήγε να σπουδάσει χωρίς επιτυχία, καταφέρνοντας όμως να γίνει γνωστός ως συγγραφέας, κριτικά αναγνωρισμένος. Χρησιμοποιεί το όνομα της μητέρας του (ως πιο «Δυτικό»), μιας μητέρας που είχε μείνει στο σκοτάδι, σε μια απρόσωπη και αδιάφορη συζυγική σύνδεση, με έναν άνθρωπο που ποτέ της δεν αγάπησε και δεν συνδέθηκε, ενώ αιωρείται και η ερωτική της σχέση με έναν αριστερό. Η σχέση του με τον αφηγητή,  εκτός από φιλική (που με τα χρόνια έχει ξεφτίσει), είναι και «συναδελφική» καθώς και οι δύο είναι συγγραφείς, μόνο που ο αφηγητής δεν είναι τόσο αναγνωρισμένος όσο ο παλιός του φίλος, ενώ κι ο πατέρας του παραμένει ένας άγνωστος αφού σκοτώθηκε νωρίς σε ένα δυστύχημα.
 
Ο Δαββέτας ξετυλίγει την αφήγησή του με θραύσματα, εναλλάσσοντας τη μια φωνή με την άλλη. Στο επίκεντρό του, δεν βρίσκονται τα ιστορικά γεγονότα, αλλά οι άνθρωποι που παρασύρονται από αυτά και προσπαθούν να μείνουν στην επιφάνεια, να μη βουλιάξουν και να βρουν μια ταυτότητα. Οι σχέσεις των γιων με τους πατεράδες τους, ανθρώπους άγνωστους ουσιαστικά που προσπαθούν να βρουν κοινά στοιχεία με αυτούς. Τον συγγραφέα τον απασχολεί κυρίως να καταδείξει τι είναι αυτό που ενώνει δυο διαφορετικούς ανθρώπους, που ο ένας έφερε στον κόσμο τον άλλον, τι είναι αυτό που καθορίζει την προσωπικότητα του γιου, πόσο καλά γνωρίζουμε τον άνθρωπο που αποκαλούμε «πατέρα». Πόσο βαρύ είναι το «προπατορικό αμάρτημα» και πως μπορούμε να το αποτινάξουμε από πάνω μας.
 
«Μεγάλος χαφιές το αίμα. Στυγνός πληροφοριοδότης. Όλα τα ξερνάει: προγόνους, αρρώστιες, επιπλοκές, καταγωγή, ανατροφή, κληρονομιά. Αρκεί μια σταγόνα μεγεθυσμένη και ο γιατρός σαν καλός μάγος, βλέπει στη γυάλινη σφαίρα του τα περασμένα, προλέγει τα μελλούμενα, βάζει το παρόν σ’ άλλες ράγες. Τι κληρονομώ εγώ και από ποιόν; Ποιος είναι αυτός που κατοικεί στο αίμα μου;»
 
Με οδηγό το «Γράμμα στον Πατέρα» του Φραντς Κάφκα, ο Δαββέτας προβληματίζεται στο εξαιρετικό του μυθιστόρημα, για την μορφή του πατέρα. Είναι γεγονός ότι τα μυθιστορήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας (αλλά και της ελληνικής, αφού κυριαρχεί ως τάση τα τελευταία χρόνια), είναι γραμμένα από γιους, είτε με τη μορφή αναμνήσεων, είτε με τη μορφή μυθοπλασίας, είτε ελαφρώς καταγγελτικά. Πως μπορεί να επιτευχθεί η περίφημη «συγχώρεση», αρκεί η αγάπη και η ψυχαναλυτική εξομολόγηση;


 
Το παρελθόν καθορίζει το παρόν μας λέει ουσιαστικά ο συγγραφέας και με το αποστασιοποιημένο ύφος που τον χαρακτηρίζει (κάποιοι το χαρακτηρίζουν «ψυχρό» - έννοια που θεωρώ ότι «μειώνει» την δυναμική του), περιγράφει εξαιρετικά την ατμόσφαιρα της δεκαετίας του ’60, την «αστικοποίηση» της χώρας, τις ραδιοφωνικές σειρές που διαμόρφωσαν γενιές – η μητέρα αποσύρεται κάθε απόγευμα για να ακούσει την συνέχεια από το «Σπίτι των Ανέμων», την διείσδυση της τηλεόρασης στην ελληνική οικογένεια, τη ζωή των μικροαστών. Ο Δαββέτας δεν ηθικολογεί, δεν περιγράφει με μεγάλες και ατελείωτες προτάσεις, δεν τραβάει σε μάκρος σκηνές (που θα μπορούσε). Με ήρεμο ύφος, και κινηματογραφικό τρόπο, αφήνει εικόνες γεμάτες κίνηση στα μάτια του αναγνώστη.
 
Μικρό αλλά πολυεπίπεδο το «Άντρες χωρίς άντρες», είναι όχι μόνο ένα μυθιστόρημα φθασμένης ωριμότητας, αλλά και ένα ευκρινές σχόλιο πάνω στην σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Εντυπωσιακό (για έλληνα συγγραφέα) στην υπαινικτικότητά του, χαμηλότονο και χωρίς εξάρσεις, με ωραία γλώσσα και υποδόριο χιούμορ, είναι ένα βιβλίο που απαιτεί την προσοχή και την εγρήγορση του αναγνώστη του, ο οποίος στο τέλος θα αποζημιωθεί και σίγουρα, θα το ξαναδιαβάσει.
 
Βαθμολογία 83 / 100



 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

~ back home