Παρασκευή, Ιανουαρίου 18, 2008
posted by Librofilo at Παρασκευή, Ιανουαρίου 18, 2008 | Permalink
Που πήγε το αριστερό της χέρι,γαμώτο?
Περισσότερο δοκίμιο παρά μυθοπλασία ,άρα , μάλλον δύσκολο να καταταχθεί σε κάποιο λογοτεχνικό είδος το «μυθιστόρημα» του Τάκη Θεοδωρόπουλου «ΤΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΧΕΡΙ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ» (Εκδ.Ωκεανίδα,σελ. 240) (71) . Εκ προοιμίου είσαι υποψιασμένος για το τι θα αντιμετωπίσεις αφού τα δημοσιεύματα γύρω από το βιβλίο,οι συζητήσεις που προκάλεσε,οι συνεντεύξεις του συγγραφέα-όλα αυτά δημιούργησαν ένα σχετικό ντόρο και προϊδεάζουν τον αναγνώστη ότι θα διαβάσει κάτι "διαφορετικό".
Κατ’αρχήν η ιστορία,το θέμα...Ο συγγραφέας ασχολείται με την ανεύρεση του περίφημου αγάλματος της Αφροδίτης της Μήλου και τις αναπόφευκτες ίντριγκες που επακολούθησαν, μέχρι την τοποθέτησή του στο μουσείο του Λούβρου.Τα σχετικά ελλειπή ιστορικά γεγονότα ανακατεύονται με την μυθοπλασία ώστε να δημιουργηθεί η πλοκή.Τι μεσολάβησε από την μάλλον τυχαία ανεύρεση του αγάλματος στο χωράφι του γεωργού μέχρι την «θεοποίηση» ενός αγάλματος λειψού αλλά συγκλονιστικού που σε μαγνητίζει με την ομορφιά του?Γιατί θεώρησαν όλοι οι πρωταγωνιστές της ιστορίας ότι έχουν μπροστά τους ένα άγαλμα της θεάς Αφροδίτης και όχι κάποιας άλλης?Τι έγιναν τα χέρια του αγάλματος?Τι κρατούσε στο αριστερό του χέρι?Γιατί αν και μάλλον υπάρχουν ωραιότερα αγάλματα,αυτό το συγκεκριμένο θεωρείται η επιτομή της ομορφιάς?Έχουν σημασία όλα αυτά ή είναι απλώς φιλολογικές συζητήσεις?
Όλα αυτά είναι πολύ ενδιαφέροντα αλλά δυστυχώς δεν «γεμίζουν» ένα μυθιστόρημα.Ενώ το βιβλίο ξεκινάει εξαιρετικά και με προδιαγραφές ιστορίας «μυστηρίου» στην πορεία κουράζει αφάνταστα.Έχω την αίσθηση ότι ο συγγραφέας χρησιμοποιεί την ιστορία ως background γιά να αναπτύξει την προβληματική του γύρω από την επίδραση του αρχαιοελληνικού πολιτισμού στην σύγχρονη σκέψη,στον σύγχρονο άνθρωπο.Ο Θεοδωρόπουλος τα τελευταία χρόνια ασχολείται με την αρχαία Ελλάδα,έγραψε το εξαιρετικό ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΟΥ ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ (το οποίο κατά την άποψή μου,αποτέλεσε τομή στον χώρο του ιστορικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα και παρά τις ατέλειες του ήταν συναρπαστικό),μεταφράζει αρχαία κείμενα,δείχνει ότι στρέφεται περισσότερο προς το δοκίμιο προσπαθώντας να κάνει ένα βήμα παραπάνω (ή πιό κάτω,αυτό τώρα είναι τελείως σχετικό).
Στο συγκεκριμένο βιβλίο αυτή του η προσπάθεια φαίνεται αδιέξοδη.Σαν μυθιστόρημα είναι βαρετό,σαν δοκίμιο από τη μιά κουράζει με την επαναληπτικότητα των απόψεων,από την άλλη όμως εκπέμπει γοητεία και (όπως και να το κάνουμε) το θέμα του σε κρατάει.Η γλώσσα του συγγραφέα είναι εξαιρετική και χρησιμοποιεί έξοχα (αν και Γαλλοτραφής) το understatement βάζοντας ειρωνία και χιούμορ σε πολλά σημεία του βιβλίου – αρκούν όμως αυτά?
Τελικά αυτό που (κυρίως )σου μένει είναι η σφοδρή επιθυμία να ξαναδείς το άγαλμα στο Λούβρο,στεκόμενος στις ουρές με τους Γιαπωνέζους τουρίστες και να συλλογιστείς την μυθολογία που αναπτύσσεται γύρω από ένα έργο τέχνης (στην ίδια κατηγορία εμπίπτει και η Μόνα Λίζα),πως λειτουργεί αυτό στο συλλογικό υποσυνείδητο και πως τυχαία γεγονότα (φαντάσου το άγαλμα να είχε βρεθεί εκατό χρόνια αργότερα,ή,έστω και μετά από είκοσι χρόνια όταν είχε σχηματισθεί το νεοελληνικό κράτος) διαμορφώνουν στις περισσότερες των περιστάσεων κάποια πράγματα που θεωρούμε ως δεδομένα.
Κατ’αρχήν η ιστορία,το θέμα...Ο συγγραφέας ασχολείται με την ανεύρεση του περίφημου αγάλματος της Αφροδίτης της Μήλου και τις αναπόφευκτες ίντριγκες που επακολούθησαν, μέχρι την τοποθέτησή του στο μουσείο του Λούβρου.Τα σχετικά ελλειπή ιστορικά γεγονότα ανακατεύονται με την μυθοπλασία ώστε να δημιουργηθεί η πλοκή.Τι μεσολάβησε από την μάλλον τυχαία ανεύρεση του αγάλματος στο χωράφι του γεωργού μέχρι την «θεοποίηση» ενός αγάλματος λειψού αλλά συγκλονιστικού που σε μαγνητίζει με την ομορφιά του?Γιατί θεώρησαν όλοι οι πρωταγωνιστές της ιστορίας ότι έχουν μπροστά τους ένα άγαλμα της θεάς Αφροδίτης και όχι κάποιας άλλης?Τι έγιναν τα χέρια του αγάλματος?Τι κρατούσε στο αριστερό του χέρι?Γιατί αν και μάλλον υπάρχουν ωραιότερα αγάλματα,αυτό το συγκεκριμένο θεωρείται η επιτομή της ομορφιάς?Έχουν σημασία όλα αυτά ή είναι απλώς φιλολογικές συζητήσεις?
Όλα αυτά είναι πολύ ενδιαφέροντα αλλά δυστυχώς δεν «γεμίζουν» ένα μυθιστόρημα.Ενώ το βιβλίο ξεκινάει εξαιρετικά και με προδιαγραφές ιστορίας «μυστηρίου» στην πορεία κουράζει αφάνταστα.Έχω την αίσθηση ότι ο συγγραφέας χρησιμοποιεί την ιστορία ως background γιά να αναπτύξει την προβληματική του γύρω από την επίδραση του αρχαιοελληνικού πολιτισμού στην σύγχρονη σκέψη,στον σύγχρονο άνθρωπο.Ο Θεοδωρόπουλος τα τελευταία χρόνια ασχολείται με την αρχαία Ελλάδα,έγραψε το εξαιρετικό ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΟΥ ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ (το οποίο κατά την άποψή μου,αποτέλεσε τομή στον χώρο του ιστορικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα και παρά τις ατέλειες του ήταν συναρπαστικό),μεταφράζει αρχαία κείμενα,δείχνει ότι στρέφεται περισσότερο προς το δοκίμιο προσπαθώντας να κάνει ένα βήμα παραπάνω (ή πιό κάτω,αυτό τώρα είναι τελείως σχετικό).
Στο συγκεκριμένο βιβλίο αυτή του η προσπάθεια φαίνεται αδιέξοδη.Σαν μυθιστόρημα είναι βαρετό,σαν δοκίμιο από τη μιά κουράζει με την επαναληπτικότητα των απόψεων,από την άλλη όμως εκπέμπει γοητεία και (όπως και να το κάνουμε) το θέμα του σε κρατάει.Η γλώσσα του συγγραφέα είναι εξαιρετική και χρησιμοποιεί έξοχα (αν και Γαλλοτραφής) το understatement βάζοντας ειρωνία και χιούμορ σε πολλά σημεία του βιβλίου – αρκούν όμως αυτά?
Τελικά αυτό που (κυρίως )σου μένει είναι η σφοδρή επιθυμία να ξαναδείς το άγαλμα στο Λούβρο,στεκόμενος στις ουρές με τους Γιαπωνέζους τουρίστες και να συλλογιστείς την μυθολογία που αναπτύσσεται γύρω από ένα έργο τέχνης (στην ίδια κατηγορία εμπίπτει και η Μόνα Λίζα),πως λειτουργεί αυτό στο συλλογικό υποσυνείδητο και πως τυχαία γεγονότα (φαντάσου το άγαλμα να είχε βρεθεί εκατό χρόνια αργότερα,ή,έστω και μετά από είκοσι χρόνια όταν είχε σχηματισθεί το νεοελληνικό κράτος) διαμορφώνουν στις περισσότερες των περιστάσεων κάποια πράγματα που θεωρούμε ως δεδομένα.