Τρίτη, Ιανουαρίου 08, 2008
posted by Librofilo at Τρίτη, Ιανουαρίου 08, 2008 | Permalink
Είναι η ζωή μιά νιφάδα του χιονιού?
Ανοίγοντας το ιδιοφυές «ΧΙΟΝΙ» του ΟΡΧΑΝ ΠΑΜΟΥΚ (εκδ.Ωκεανίδα,σελ.686) (83) βρίσκεις δύο φράσεις που αντιπροσωπεύουν ακριβώς το πνεύμα του βιβλίου.
«Η πολιτική σε ένα λογοτεχνικό κείμενο μοιάζει με πιστολιά που ακούγεται στη διάρκεια ενός κονσέρτου,κάτι χυδαίο που δεν μπορείς όμως να αγνοήσεις.Τώρα θα μιλήσουμε γιά πολύ άσχημα πράγματα...»Σταντάλ,Το μοναστήρι της Πάρμας
και
«Εξαφανίστε το λαό,συντρίψτε τον,κλείστε του το στόμα.Γιατί ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός είναι πιό σημαντικός από το λαό.»Ντοστογιέφσκι,Σημειώσεις γιά τους Αδελφούς Καραμαζόφ.

Η πολιτική είναι διαρκώς παρούσα ακόμα και στις ερωτικές σκηνές αυτού του εξαιρετικού μυθιστορήματος όπως είναι παρούσες οι διαρκείς λογοτεχνικές αναφορές του συγγραφέα εκτός των δύο προαναφερομένων (Σταντάλ+Ντοστογιέφσκι) και στον «Ξένο» του Καμύ και στο «Χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου» του Μάρκες.

Βρισκόμαστε στο 1992 και ο γνωστός ποιητής Κα χρόνια πολιτικός εξόριστος στη Γερμανία,φτάνει στην μικρή αλλά ιστορική πόλη του Καρς κοντά στα ΤουρκοΑρμενικά σύνορα.Επιστρέφει στην Τουρκία ως δημοσιογράφος γιά να καταγράψει τις αιτίες που οδήγησαν αρκετές νεαρές μουσουλμάνες στην αυτοκτονία και γιά συναισθηματικούς λόγους,γιά να βρεί μιά παλιά του συμφοιτητήτρια εκπάγλου καλλονής η οποία όπως ανακάλυψε πρόσφατα έχει χωρίσει από τον άντρα της.Με το που πατάει το πόδι του στη πόλη,αποκλείεται εκεί λόγω της κακοκαιρίας.Η πόλη θα παραμείνει αποκλεισμένη και απομονωμένη γιά τρεις ημέρες.Ο Παμούκ χρησιμοποιεί το σκηνικό αυτό,μιά πόλη που έχει πάρει το όνομά της από το χιόνι (Καρς από το karsu=χιονόνερο,Καρ είναι το χιόνι),γιά να αναπτύξει την θεματική που είναι κοινή σε όλο του το λογοτεχνικό έργο.Την αντίθεση μεταξύ της Κεμαλικής Τουρκίας που προσπαθεί να προσεγγίσει την Δύση και της Ισλαμικής Τουρκίας που μισεί οτιδήποτε ευρωπαϊκό ως άθεο και διαβολικό.

Ο συγγραφέας μιλάει γιά την φτώχεια,την ανεργία,τους μουλάδες,την αυτοκτονία ως μέσο αντίστασης,την ποιητικότητα των τοπίων και των τόπων,τον μπερδεμένο Τούρκο της αστικής τάξης του σήμερα που από τη μιά γνωρίζει ότι η προσέγγιση με την Ευρώπη είναι μονόδρομος ανάπτυξης αλλά από την άλλη οι παραδόσεις,τα ήθη κι’έθιμα τον κρατάνε κολλημένο.

Ο Κα στην έρευνά του γιά τις αυτόχειρες μαντηλοφορούσες συναντάει την δυσπιστία,μπλέκεται με διάφορους απίθανους τύπους,ερωτεύεται την παλιά του συμφοιτήτρια Ιπέκ,της οποίας η αδερφή Καντιφέ είναι από τις αρχηγούς του «κινήματος της μαντήλας» και μέσα σε όλα αυτά,ένας μεσήλικας ηθοποιός με αφορμή μιά θεατρική παράσταση που μεταδίδεται απευθείας σε τοπικό επίπεδο πραγματοποιεί με τη συνεργασία μιά μονάδας στρατού που υπάρχει μόνιμα στο Καρς ένα πραξικόπημα-οπερέττα που ξεκινάει με λουτρό αίματος μέσα στο θέατρο (ευθεία αναφορά στα τραγικά γεγονότα στο θέατρο της Μόσχας μερκά χρόνια πριν)και στρέφεται εναντίον όλων αυτών που «εμποδίζουν» την ανάπτυξη της χώρας.
Το βιβλίο σιγά-σιγά μετατρέπεται σε ένα πολιτικό θρίλερ που μαζί με την υπέροχη ιστορία αγάπης μεταξύ Κα και Ιπέκ συναρπάζει και προβληματίζει.

Ο Κα (όπως και ο Παμούκ άλλωστε) είναι ένας αστός,μεγαλωμένος σε μιά μεγαλοαστική εξευρωπαϊσμένη συνοικία της Πόλης (εάν περπατήσει κανείς στο Νισάντας νομίζει ότι βρίσκεται σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή συνοικία).Είναι λοιπόν ένας «ξένος» μέσα στην ίδια του την πατρίδα,χαρακτηριζόμενος ως «άθεος» από τους φονταμενταλιστές μουσουλμάνους και ως περίεργα συμπαθών τους μουσουλμάνους από τους Κεμαλιστές...Συγκινείται ακούγοντας τα τραγούδια,πίνοντας τσάϊ σε ταπεινά καφενεδάκια(τσαϊχανέδες),βλέποντας την γλυκύτητα του βλέμματος των απλών ανθρώπων,αλλά αυτός ο κόσμος δεν είναι ο κόσμος του.Συνειδητοποιεί όσο περνάνε οι μέρες τον δυισμό της προσωπικότητάς του και πέφτει συνεχώς σε αντιφάσεις υποστηρίζοντας τις ιδέες του.

Ο ποιητής ξαναβρίσκει μέσα στη λυρικότητα του τοπίου και βλέποντας τις νιφάδες του χιονιού να πέφτουν συνέχεια την χαμένη του έμπνευση.Τα μεγάλα μάτια της μυστηριώδους Ιπέκ τον τρελλαίνουν αλλά η πεζή καθημερινότητα,οι ίντριγκες και το πολιτικό κλίμα τον επαναφέρουν στη σκληρή πραγματικότητα και τον οδηγούν σε λανθασμένες κινήσεις που θα του κοστίσουν τη ζωή.Το ότι ο Κα είναι νεκρός το μαθαίνουμε από την αρχή του βιβλίου.Σαν άλλος Μάρκες,ο Παμούκ μας δίνει τις πληροφορίες γιά τον θάνατό του σε μικρές δόσεις,που και πως σκοτώθηκε ο ποιητής,τι είναι αυτό που του κόστισε τη ζωή,τι πήγε στραβά στην ερωτική ιστορία θα το μάθουμε προς το τέλος (την ιστορία την αφηγείται ο ίδιος ο συγγραφέας μετέχοντας κατά κάποιο τρόπο στην πλοκή διότι αναζητάει τα ποιήματα που έγραψε ο Κα στο Καρς),παρότι το υποψιαζόμαστε από την αρχή.

«...Τι κάνω σ’αυτό τον κόσμο?αναρωτήθηκε ο Κα.Πόσο θλιβερές φαίνονται από μακριά οι νιφάδες του χιονιού,πόσο θλιβερή είναι η ζωή μου.Ο άνθρωπος ζει,φθείρεται,εξαφανίζεται.Σκέφτηκε ότι κι ο ίδιος υπάρχει και συνάμα χάνεται:αγαπούσε τον εαυτό του,με αγάπη και θλίψη παρατηρούσε το δρόμο που είχε πάρει η ζωή του,σαν νιφάδα του χιονιού.Ο πατέρας του χρησιμοποιούσε ένα συγκεκριμένο αφρό ξυρίσματος,θυμήθηκε τη μυρωδιά του.Και καθώς μύριζε τη μυρωδιά , του ήρθαν στο μυαλό τα κρύα πόδια της μάνας του μέσα στις παντόφλες καθώς ετοίμαζε πρωινό στη κουζίνα,μιά βούρτσα μαλλιών,το γλυκό,ροζ σιρόπι γιά τον βήχα που του δώσανε να πιεί μιά νύχτα που ξύπνησε βήχοντας,το κουταλάκι που του βάλανε στο στόμα,τα μικρά πράγματα που είναι η ζωή,πως όλα συγκροτούν μιά ολότητα,μιά νιφάδα χιονιού...»

Το βιβλίο είναι απολαυστικό,τρυφερό,με χιούμορ και παρά τον μεγάλο όγκο του κυλάει και διαβάζεται ευχάριστα.Δυστυχώς ο Παμούκ κάπου χάνει τον έλεγχο με τα πολλά πρόσωπα που εισάγει στην πλοκή.Θέλει να μιλήσει γιά πολλά οπότε κάποια σημαντικά στοιχεία και κάποιοι χαρακτήρες μένουν ανολοκλήρωτοι ενώ οι δύο-τρεις κύριοι πρωταγωνιστές (ο Κα,η Ιπέκ και ο – θα ήθελα να ήμουν Μπιν Λάντεν αλλά ξέπεσα σ’αυτό το κολοχώρι – Λατζιβέρτ ) είναι εκπληκτικές μυθιστορηματικές μορφές...Η ιστορία με τις νεαρές αυτόχειρες μας αφήνει κάπου στη μέση χωρίς μεγαλύτερη εμβάθυνση παρότι προμηνύεται ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα,ενώ η προσωπικότητα της νεαρής Καντιφέ δεν διαφωτίζεται επαρκώς.Μάλλον όμως ψάχνω γιά «ψύλους στα άχυρα» και οι μικροενστάσεις μου δεν επηρεάζουν την γοητεία και την απόλαυση που εισπράττει ο αναγνώστης.

Στο προσωπικό μου Παμουκόμετρο (καλός ό όρος?),το Χιόνι καταλαμβάνει μιά καλή θέση αλλά είναι πιό κάτω από το ΜΑΥΡΟ ΒΙΒΛΙΟ και το ΜΕ ΛΕΝΕ ΚΟΚΚΙΝΟ τα οποία θεωρώ πληρέστερα μυθιστορήματα.Νιώθω (χωρίς να μπορώ να το τεκμηριώσω) ότι ο Παμούκ γνωρίζοντας πλέον τη διεθνή αναγνώριση «πιέζεται» να πολιτικολογήσει και να τεκμηριώσει τις απόψεις του μέσα από τον μυθιστορηματικό λόγο παραμελλώντας τις μεγάλες ικανότητές του που είναι η αφήγηση ιστοριών,η ανάμιξη μύθων/παραδόσεων στο σύγχρονο τουρκικό γίγνεσθαι,και η αξεπέραστη λυρικότητά του.