Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 24, 2010
posted by Librofilo at Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 24, 2010 | Permalink
Ιστορίες δράσης
Καταιγιστική πλοκή, γρήγορος (κινηματογραφικός) ρυθμός, ξέφρενη δράση, ειρωνία και πολιτικά σχόλια είναι τα κοινά στοιχεία των 2 μυθιστορημάτων που παρουσιάζονται σήμερα. Η εξαιρετική περιπέτεια του πολύ καλού Νοτιοαφρικανού συγγραφέα Peter Temple, «Στη διαβολεμένη μέρα» και το πανέξυπνο και διεισδυτικό «Οι Παραχαράκτες» του Antoine Bello, έχουν ελάχιστα κοινά σημεία μεταξύ τους – πέρα της αδιαμφισβήτητης αξίας τους – αλλά προσφέρουν στιγμές απόλαυσης ακόμα και στον πιο απαιτητικό αναγνώστη.
Ο Peter Temple συνεχίζει να με εκπλήσει. Μετά από το υπέροχο αστυνομικό μυθιστόρημα, «Τσακισμένη ακτή», επανέρχεται με το 6ο του βιβλίο, «ΣΤΗ ΔΙΑΒΟΛΕΜΕΝΗ ΜΕΡΑ» ("In the evil day"), (Εκδ. Τόπος, μετάφρ. Α.Καλοκύρης, σελ.427) μια καθαρή κοσμοπολίτικη περιπέτεια δράσης (action novel) που δεν σ’αφήνει να πάρεις ανάσα.
Δύο άνθρωποι είναι οι κεντρικοί χαρακτήρες της ιστορίας. Ο Κον Νίμαντ πρώην μισθοφόρος, τύπος που δεν σηκώνει πολλά-πολλά, ψημένος σε μάχες, δουλεύει πλέον ως σεκιουριτάς στο Γιοχάνεσμπουργκ της Ν.Αφρικής. Με τις ικανότητές του και με πολλή τύχη είναι ο μοναδικός επιζών μιας εγκληματικής ενέργειας εναντίον ενός πελάτη του. Στα χέρια του βρίσκεται η τσάντα που κρατούσε ο πελάτης του με κάτι έγγραφα και μια βιντεοκασέτα. Όταν βλέπει την κασέτα που έχει σκηνές από μια σφαγή ενός αφρικανικού χωριού από Αμερικανούς στρατιώτες αντιλαμβάνεται ότι κατέχει κάτι που μπορεί να πουλήσει ακριβά. Συνεννοείται με έναν υποψήφιο αγοραστή και πηγαίνει στο Λονδίνο να ολοκληρώσει την αγοραπωλησία. Το βίντεο όμως κρύβει τεράστια μυστικά και ο Νίμαντ γίνεται στόχος ενός ξέφρενου ανθρωποκυνηγητού. Τα ίχνη του και η πραγματική του ταυτότητα ανιχνεύονται πανεύκολα μέσω μιάς εταιρίας με έδρα το Αμβούργο που το αντικείμενό της είναι να βρίσκει μέσα σε λίγα λεπτά (ή σε πιο δύσκολες περιπτώσεις εντός ολίγων ωρών),τις πιο δύσκολες περιπτώσεις ανθρώπων που δεν θέλουν βρεθούν. Χάκινγκ σε συστήματα πιστωτικών καρτών, μικρόφωνα που πιάνουν ήχους σε απόσταση χιλιομέτρων, διασταυρώσεις διαβατηρίων, όλοι και όλα παρακολουθούνται.
Στην εταιρία αυτή εργάζεται ο Τζον Άνσελμ, πρώην πολεμικός ανταποκριτής που διεσώθη από μια οδυνηρή απαγωγή στον Λίβανο, η οποία του άφησε ανεπανόρθωτα ψυχολογικά τραύματα με κυριότερο την μερική απώλεια της μνήμης του. Πλέον διαμένει στη γενέθλια πόλη του, το Αμβούργο, στον παλιό οικογενειακό πύργο προσπαθώντας να θυμηθεί την ιστορία της Χανσεατικής οικογένειας στην οποία μεγάλωσε και από την οποία μόνο αυτός και ο πλούσιος αδερφός του είναι οι μοναδικοί επιζώντες. Ο Άνσελμ γνωρίζει καλά ότι η εταιρία του αναλαμβάνει «σκοτεινές» δουλειές, προσπαθεί να μη πολυσκέφτεται τι τύχη επιφυλάσσεται στους ανθρώπους που ανακαλύπτουν για χάρη πάμπλουτων ανθρώπων που τους ψάχνουν αλλά το δημοσιογραφικό του ένστικτο λειτουργεί όταν αντιλαμβάνεται ότι ο πρώην μισθοφόρος Νίμαντ που όλοι ψάχνουν κρατάει στα χέρια του κάτι που μπορεί να φτάνει σε πολύ υψηλά κυβερνητικά κλιμάκια.
Ο Άνσελμ και ο Νίμαντ παλεύουν με τους προσωπικούς τους δαίμονες σε όλο το βιβλίο την ίδια στιγμή που τουλάχιστον ο δεύτερος παλεύει και για την επιβίωση του. Οι δύο ήρωες-πρωταγωνιστές, περιστοιχίζονται από στέρεους χαρακτήρες που πλάθει η εξαιρετική γραφή του Τέμπλ, όπως η φιλόδοξη δημοσιογράφος Κάρολαϊν Ουίσαρτ που θα αποτελέσει τον συνδετικό κρίκο μεταξύ των δύο ανδρών ή ο αινιγματικός Αυστραλός πελάτης της εταιρίας, ο Ο’Μάλεϊ που δεν καταλαβαίνει κανείς για ποιόν δουλεύει ή τι ακριβώς αναθέτει στην εταιρία να κάνει. Οι συνομιλίες του με τον Άνσελμ είναι γεμάτες με σκωπτική διάθεση, ειρωνία και χιούμορ δίνοντας μια διαφορετική νότα στο βιβλίο.
Προβληματικοί οι ήρωες του με κατεστραμμένες ζωές προσπαθούν να βγάλουν άκρη από τον εφιάλτη στον οποίο ζουν και ο Τεμπλ ισορροπεί θαυμάσια μεταξύ του αστυνομικού θρίλερ και του πολιτικού σχολιασμού σε ένα βιβλίο όπου η βία είναι αρκετή, υπάρχουν πολλές σελίδες έντονης δράσης, ενώ ξεχωρίζει ο αμερικάνικου στυλ κινηματογραφικός ρυθμός σε συνάρτηση με πολιτικό αλλά και κοινωνικό σχόλιο. Όλα συνυπάρχουν αρμονικά στο καταπληκτικό αυτό μυθιστόρημα που περιγράφει την σημερινή κοινωνία της άκρατης πληροφόρησης, της απουσίας ιδιωτικής ζωής, όπου κανείς δεν ξεφεύγει από τον «ιστό της αράχνης».
Ένα διαφορετικό αλλά εξίσου γοητευτικό και διαυγές θρίλερ έγραψε ο πανέξυπνος και ικανότατος (όπως αποδεικνύεται) Γαλλοαμερικανός συγγραφέας και επιχειρηματίας Antoine Bello με τίτλο «ΟΙ ΠΑΡΑΧΑΡΑΚΤΕΣ» (Les Falsificateurs), (Εκδ. Πόλις, μετάφρ. Ε.Γραμματικοπούλου, σελ.522), το οποίο αποτελεί το πρώτο μέρος μιας σειράς ή μιας διλογίας βιβλίων αφού η συνέχειά του με τίτλο, «Les éclaireurs» αναμένεται να εκδοθεί στη χώρα μας μέχρι το τέλος της χρονιάς.
Στο μυθιστόρημα βρισκόμαστε στο 1991 και παρακολουθούμε τις περιπέτειες ενός νεαρού Ισλανδού, του Σλιβ, πτυχιούχου Γεωγραφίας, ο οποίος μόλις έχει αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο στο Ρέυκιαβικ και μετά από ενδελεχή interviews προσλαμβάνεται σε μια τοπική εταιρία περιβαλλοντολογικών μελετών, η οποία όμως στην πραγματικότητα αποτελεί παράρτημα (προκάλυμμα) ενός πολυεθνικού κολοσσού, μιας εταιρίας-μυστικής οργάνωσης με τίτλο ΟΠΠ (Όμιλος Παραχάραξης της Πραγματικότητας). Ο Σλιβ είναι ένας νέος με ικανότητες ανάλυσης και μεγάλη φαντασία και το πρώτο πρότζεκτ που αναλαμβάνει χωρίς να γνωρίζει το γιατί και το πώς, είναι η κατασκευή ενός αληθοφανούς σεναρίου παραχάραξης γεγονότων.
Η ιστορία που φτιάχνει είναι τόσο δυνατή που βραβεύεται στον εσωτερικό διαγωνισμό του οργανισμού. Ο Σλιβ περνάει σε ανώτερο επίπεδο και πλέον αναλαμβάνει να ελέγχει τα σενάρια που φτιάχνουν οι συνάδελφοί του. Βλέπεις το κάθε σενάριο πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο αληθοφανές, να μην εκθέτει σε κίνδυνο τον οργανισμό και να υπακούει σε διάφορες νόρμες που τίθενται εξ’αρχής στους κατασκευαστές αυτών των σεναρίων. Το σενάριο που εγκρίνεται θα δημοσιευτεί είτε ως επιστημονική εργασία, είτε θα διοχετευτεί στην αγορά με τη μορφή φήμης, είτε θα χρησιμεύσει σε κάποια κυβέρνηση (πολλές φορές και εν αγνοία της) ως χάραξη πολιτικής. Ο τόπος εργασίας του είναι πλέον η Κόρδοβα, μια πόλη της Αργεντινής που είναι ένα από τα λίγα κέντρα επεξεργασίας των σεναρίων. Η φαντασία όμως του Σλιβ τον παρεκτρέπει από αυτά που πρέπει να κάνει και παρεμβαίνει σε όσα σενάρια του φαίνονται ενδιαφέροντα. Τότε θα γνωρίσει ένα άλλο πρόσωπο του Οργανισμού, πιο βίαιο και αποκρουστικό. Ο Σλιβ βρίσκεται μπροστά σε ένα τεράστιο δίλημμα – πρέπει να επιλέξει, είτε θα εγκρίνει αυτές τις μεθόδους, ή, θα αποχωρήσει γυρίζοντας στον τόπο του και κάνοντας κάτι άλλο. Ο Σλιβ όμως είναι τρομερά φιλόδοξος και για πρώτη φορά στη ζωή του νιώθει ότι «ανήκει» κάπου. Ξέρει ότι εάν επιλέξει να παραμείνει μπορεί να φτάσει ψηλά και να καταλάβει επιτέλους τι ακριβώς είναι και τι προσπαθεί να κάνει ο πάντα μυστηριώδης αυτός Οργανισμός.
Το ερώτημα «γιατί;» και η απορία «προς τι όλα αυτά;» επικρέμονται συνεχώς πάνω από το πολύ καλό μυθιστόρημα του Μπελό. Οι πληροφορίες που μας δίνονται είναι σαγηνευτικές και ισορροπούν συνεχώς μεταξύ αλήθειας και ψεύδους σαν ένα ιδιότυπο παιχνίδι σπαζοκεφαλιάς μεταξύ αναγνώστη / συγγραφέα. Η ανθρώπινη ιστορία είναι γεμάτη μύθους που κατασκευάστηκαν στα βάθη των αιώνων. Είναι όμως γεμάτη από κάποια πράγματα που πέρασαν ως ιστορικές αλήθειες παρά τα κενά που εάν κάποιος καθήσει να το ψάξει λίγο υπάρχουν. Οι συνεχείς ίντριγκες που θέτει το μυθιστόρημα δεν σ’αφήνουν να χαλαρώσεις. Το σκυλάκι που πήγε στο διάστημα από τους Σοβιετικούς, η περίφημη Λάικα, πήγε πραγματικά ή ήταν ένα κατασκεύασμα από κάποιον χαμηλόβαθμο υπάλληλο του Οργανισμού που υπηρετούσε στην Μόσχα; Και μήπως βόλεψε τόσο πολύ την αμήχανη στην αρχή ηγεσία των Σοβιετικών που τελικά πέρασε ως γεγονός; Μήπως όμως βόλεψε και τους Αμερικανούς που απελευθέρωσαν τα κεφάλαια για να επιταχύνουν την «κατάκτηση του διαστήματος»; Η ανακάλυψη της Αμερικής από τους Βίκινγκς συνέβη πραγματικά και σε τι βαθμό; Το βιβλίο σε βάζει σε σκέψεις ακόμα και σε πράγματα που δεν αναφέρει αλλά μέσα σου το ξέρεις ότι «μπάζουν» ιστορικά…Ας μη ξεχνάμε ότι ολόκληρη η ιδεολογία του Ναζισμού χτίστηκε πάνω σε κάτι φυλλάδια του τέλους του 19ου αιώνα και στις παπαριές που γράφουν «Τα πρωτόκολλα των Σοφών της Σιων» που βγήκαν στις αρχές του 20ου…
Τι είναι αλήθεια και τι ψέμα και πόσο εύκολα μπορείς να παραπλανήσεις τον κόσμο; Ο Σλιβ αισθάνεται ως Δημιουργός. Μπορεί να κατασκευάσει κι αυτός έναν κόσμο σε 7 ημέρες. Εάν έχεις λίγη φιλοδοξία μέσα σου δεν θέλεις και πολύ να πορωθείς με την ιδέα…Από το Σουδάν στην Θεσσαλία, και από την Αργεντινή στην Σιβηρία ο Σλιβ και οι υπόλοιποι χαρακτήρες του βιβλίου παραχαράσσουν την ιστορία ουσιαστικά ξαναφτιάχνοντας παράγοντας ένα εφιαλτικό σενάριο του κόσμου που έρχεται με την ανεξέλεγκτη ροή πληροφοριών. Η συνέχεια του μυθιστορήματος που πιστεύω ότι θα πιάσει τον 21ο αιώνα (11/9, Ιράκ κλπ) μάλλον θα είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα διότι θα περιέχει και το ήδη αναπτυγμένο διαδίκτυο με τις τελείως ανεξέλεγκτες πληροφορίες.
Ο Μπελό αποδεικνύεται ένας ικανότατος συγγραφέας. Πολύ καλός ο ρυθμός του μυθιστορήματος (παρά την έντονη σε κάποια κεφάλαια τάση προς φλυαρία), με συνεχείς αναφορές σε βιβλία, συγγραφείς και ταινίες – με σημείο αναφοράς την περίφημη μικρού μήκους ταινία του Κρις Μαρκέρ «La jetée» (Η Προβλήτα) (1962), όπου μία ομάδα επιστημόνων μετά από έναν πυρηνικό πόλεμο που έχει ισοπεδώσει το Παρίσι, στέλνουν έναν επιζώντα στο παρελθόν ελπίζοντας ότι θα φέρει πίσω κάτι που θα μπορούσε να βοηθήσει τους επιζώντες (η ταινία αυτή αποτέλεσε τη βάση για το υπέροχο «12 Πίθηκοι» (1995) του Τ.Γκίλιαμ).
Κυρίως όμως «Οι Παραχαράκτες» είναι ένα πολιτικό μυθιστόρημα. Οι προβληματισμοί που θέτει γύρω από την εξουσία, το πόσο δημοκρατικά είναι τα πολιτεύματα (κυρίως αυτό του κυρίαρχου έθνους, των Η.Π.Α.), το πόσο μπορείς να κατευθύνεις την κοινή γνώμη και να διαμορφώσεις σύνορα κρατών ή ιδεολογίες. Ακούγονται τρομακτικά και η συνέχεια του μυθιστορήματος με το δεύτερο μέρος προβλέπεται εξίσου ή και περισσότερο συναρπαστική.
Ο Peter Temple συνεχίζει να με εκπλήσει. Μετά από το υπέροχο αστυνομικό μυθιστόρημα, «Τσακισμένη ακτή», επανέρχεται με το 6ο του βιβλίο, «ΣΤΗ ΔΙΑΒΟΛΕΜΕΝΗ ΜΕΡΑ» ("In the evil day"), (Εκδ. Τόπος, μετάφρ. Α.Καλοκύρης, σελ.427) μια καθαρή κοσμοπολίτικη περιπέτεια δράσης (action novel) που δεν σ’αφήνει να πάρεις ανάσα.
Δύο άνθρωποι είναι οι κεντρικοί χαρακτήρες της ιστορίας. Ο Κον Νίμαντ πρώην μισθοφόρος, τύπος που δεν σηκώνει πολλά-πολλά, ψημένος σε μάχες, δουλεύει πλέον ως σεκιουριτάς στο Γιοχάνεσμπουργκ της Ν.Αφρικής. Με τις ικανότητές του και με πολλή τύχη είναι ο μοναδικός επιζών μιας εγκληματικής ενέργειας εναντίον ενός πελάτη του. Στα χέρια του βρίσκεται η τσάντα που κρατούσε ο πελάτης του με κάτι έγγραφα και μια βιντεοκασέτα. Όταν βλέπει την κασέτα που έχει σκηνές από μια σφαγή ενός αφρικανικού χωριού από Αμερικανούς στρατιώτες αντιλαμβάνεται ότι κατέχει κάτι που μπορεί να πουλήσει ακριβά. Συνεννοείται με έναν υποψήφιο αγοραστή και πηγαίνει στο Λονδίνο να ολοκληρώσει την αγοραπωλησία. Το βίντεο όμως κρύβει τεράστια μυστικά και ο Νίμαντ γίνεται στόχος ενός ξέφρενου ανθρωποκυνηγητού. Τα ίχνη του και η πραγματική του ταυτότητα ανιχνεύονται πανεύκολα μέσω μιάς εταιρίας με έδρα το Αμβούργο που το αντικείμενό της είναι να βρίσκει μέσα σε λίγα λεπτά (ή σε πιο δύσκολες περιπτώσεις εντός ολίγων ωρών),τις πιο δύσκολες περιπτώσεις ανθρώπων που δεν θέλουν βρεθούν. Χάκινγκ σε συστήματα πιστωτικών καρτών, μικρόφωνα που πιάνουν ήχους σε απόσταση χιλιομέτρων, διασταυρώσεις διαβατηρίων, όλοι και όλα παρακολουθούνται.
Στην εταιρία αυτή εργάζεται ο Τζον Άνσελμ, πρώην πολεμικός ανταποκριτής που διεσώθη από μια οδυνηρή απαγωγή στον Λίβανο, η οποία του άφησε ανεπανόρθωτα ψυχολογικά τραύματα με κυριότερο την μερική απώλεια της μνήμης του. Πλέον διαμένει στη γενέθλια πόλη του, το Αμβούργο, στον παλιό οικογενειακό πύργο προσπαθώντας να θυμηθεί την ιστορία της Χανσεατικής οικογένειας στην οποία μεγάλωσε και από την οποία μόνο αυτός και ο πλούσιος αδερφός του είναι οι μοναδικοί επιζώντες. Ο Άνσελμ γνωρίζει καλά ότι η εταιρία του αναλαμβάνει «σκοτεινές» δουλειές, προσπαθεί να μη πολυσκέφτεται τι τύχη επιφυλάσσεται στους ανθρώπους που ανακαλύπτουν για χάρη πάμπλουτων ανθρώπων που τους ψάχνουν αλλά το δημοσιογραφικό του ένστικτο λειτουργεί όταν αντιλαμβάνεται ότι ο πρώην μισθοφόρος Νίμαντ που όλοι ψάχνουν κρατάει στα χέρια του κάτι που μπορεί να φτάνει σε πολύ υψηλά κυβερνητικά κλιμάκια.
Ο Άνσελμ και ο Νίμαντ παλεύουν με τους προσωπικούς τους δαίμονες σε όλο το βιβλίο την ίδια στιγμή που τουλάχιστον ο δεύτερος παλεύει και για την επιβίωση του. Οι δύο ήρωες-πρωταγωνιστές, περιστοιχίζονται από στέρεους χαρακτήρες που πλάθει η εξαιρετική γραφή του Τέμπλ, όπως η φιλόδοξη δημοσιογράφος Κάρολαϊν Ουίσαρτ που θα αποτελέσει τον συνδετικό κρίκο μεταξύ των δύο ανδρών ή ο αινιγματικός Αυστραλός πελάτης της εταιρίας, ο Ο’Μάλεϊ που δεν καταλαβαίνει κανείς για ποιόν δουλεύει ή τι ακριβώς αναθέτει στην εταιρία να κάνει. Οι συνομιλίες του με τον Άνσελμ είναι γεμάτες με σκωπτική διάθεση, ειρωνία και χιούμορ δίνοντας μια διαφορετική νότα στο βιβλίο.
Προβληματικοί οι ήρωες του με κατεστραμμένες ζωές προσπαθούν να βγάλουν άκρη από τον εφιάλτη στον οποίο ζουν και ο Τεμπλ ισορροπεί θαυμάσια μεταξύ του αστυνομικού θρίλερ και του πολιτικού σχολιασμού σε ένα βιβλίο όπου η βία είναι αρκετή, υπάρχουν πολλές σελίδες έντονης δράσης, ενώ ξεχωρίζει ο αμερικάνικου στυλ κινηματογραφικός ρυθμός σε συνάρτηση με πολιτικό αλλά και κοινωνικό σχόλιο. Όλα συνυπάρχουν αρμονικά στο καταπληκτικό αυτό μυθιστόρημα που περιγράφει την σημερινή κοινωνία της άκρατης πληροφόρησης, της απουσίας ιδιωτικής ζωής, όπου κανείς δεν ξεφεύγει από τον «ιστό της αράχνης».
Ένα διαφορετικό αλλά εξίσου γοητευτικό και διαυγές θρίλερ έγραψε ο πανέξυπνος και ικανότατος (όπως αποδεικνύεται) Γαλλοαμερικανός συγγραφέας και επιχειρηματίας Antoine Bello με τίτλο «ΟΙ ΠΑΡΑΧΑΡΑΚΤΕΣ» (Les Falsificateurs), (Εκδ. Πόλις, μετάφρ. Ε.Γραμματικοπούλου, σελ.522), το οποίο αποτελεί το πρώτο μέρος μιας σειράς ή μιας διλογίας βιβλίων αφού η συνέχειά του με τίτλο, «Les éclaireurs» αναμένεται να εκδοθεί στη χώρα μας μέχρι το τέλος της χρονιάς.
Στο μυθιστόρημα βρισκόμαστε στο 1991 και παρακολουθούμε τις περιπέτειες ενός νεαρού Ισλανδού, του Σλιβ, πτυχιούχου Γεωγραφίας, ο οποίος μόλις έχει αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο στο Ρέυκιαβικ και μετά από ενδελεχή interviews προσλαμβάνεται σε μια τοπική εταιρία περιβαλλοντολογικών μελετών, η οποία όμως στην πραγματικότητα αποτελεί παράρτημα (προκάλυμμα) ενός πολυεθνικού κολοσσού, μιας εταιρίας-μυστικής οργάνωσης με τίτλο ΟΠΠ (Όμιλος Παραχάραξης της Πραγματικότητας). Ο Σλιβ είναι ένας νέος με ικανότητες ανάλυσης και μεγάλη φαντασία και το πρώτο πρότζεκτ που αναλαμβάνει χωρίς να γνωρίζει το γιατί και το πώς, είναι η κατασκευή ενός αληθοφανούς σεναρίου παραχάραξης γεγονότων.
Η ιστορία που φτιάχνει είναι τόσο δυνατή που βραβεύεται στον εσωτερικό διαγωνισμό του οργανισμού. Ο Σλιβ περνάει σε ανώτερο επίπεδο και πλέον αναλαμβάνει να ελέγχει τα σενάρια που φτιάχνουν οι συνάδελφοί του. Βλέπεις το κάθε σενάριο πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο αληθοφανές, να μην εκθέτει σε κίνδυνο τον οργανισμό και να υπακούει σε διάφορες νόρμες που τίθενται εξ’αρχής στους κατασκευαστές αυτών των σεναρίων. Το σενάριο που εγκρίνεται θα δημοσιευτεί είτε ως επιστημονική εργασία, είτε θα διοχετευτεί στην αγορά με τη μορφή φήμης, είτε θα χρησιμεύσει σε κάποια κυβέρνηση (πολλές φορές και εν αγνοία της) ως χάραξη πολιτικής. Ο τόπος εργασίας του είναι πλέον η Κόρδοβα, μια πόλη της Αργεντινής που είναι ένα από τα λίγα κέντρα επεξεργασίας των σεναρίων. Η φαντασία όμως του Σλιβ τον παρεκτρέπει από αυτά που πρέπει να κάνει και παρεμβαίνει σε όσα σενάρια του φαίνονται ενδιαφέροντα. Τότε θα γνωρίσει ένα άλλο πρόσωπο του Οργανισμού, πιο βίαιο και αποκρουστικό. Ο Σλιβ βρίσκεται μπροστά σε ένα τεράστιο δίλημμα – πρέπει να επιλέξει, είτε θα εγκρίνει αυτές τις μεθόδους, ή, θα αποχωρήσει γυρίζοντας στον τόπο του και κάνοντας κάτι άλλο. Ο Σλιβ όμως είναι τρομερά φιλόδοξος και για πρώτη φορά στη ζωή του νιώθει ότι «ανήκει» κάπου. Ξέρει ότι εάν επιλέξει να παραμείνει μπορεί να φτάσει ψηλά και να καταλάβει επιτέλους τι ακριβώς είναι και τι προσπαθεί να κάνει ο πάντα μυστηριώδης αυτός Οργανισμός.
Το ερώτημα «γιατί;» και η απορία «προς τι όλα αυτά;» επικρέμονται συνεχώς πάνω από το πολύ καλό μυθιστόρημα του Μπελό. Οι πληροφορίες που μας δίνονται είναι σαγηνευτικές και ισορροπούν συνεχώς μεταξύ αλήθειας και ψεύδους σαν ένα ιδιότυπο παιχνίδι σπαζοκεφαλιάς μεταξύ αναγνώστη / συγγραφέα. Η ανθρώπινη ιστορία είναι γεμάτη μύθους που κατασκευάστηκαν στα βάθη των αιώνων. Είναι όμως γεμάτη από κάποια πράγματα που πέρασαν ως ιστορικές αλήθειες παρά τα κενά που εάν κάποιος καθήσει να το ψάξει λίγο υπάρχουν. Οι συνεχείς ίντριγκες που θέτει το μυθιστόρημα δεν σ’αφήνουν να χαλαρώσεις. Το σκυλάκι που πήγε στο διάστημα από τους Σοβιετικούς, η περίφημη Λάικα, πήγε πραγματικά ή ήταν ένα κατασκεύασμα από κάποιον χαμηλόβαθμο υπάλληλο του Οργανισμού που υπηρετούσε στην Μόσχα; Και μήπως βόλεψε τόσο πολύ την αμήχανη στην αρχή ηγεσία των Σοβιετικών που τελικά πέρασε ως γεγονός; Μήπως όμως βόλεψε και τους Αμερικανούς που απελευθέρωσαν τα κεφάλαια για να επιταχύνουν την «κατάκτηση του διαστήματος»; Η ανακάλυψη της Αμερικής από τους Βίκινγκς συνέβη πραγματικά και σε τι βαθμό; Το βιβλίο σε βάζει σε σκέψεις ακόμα και σε πράγματα που δεν αναφέρει αλλά μέσα σου το ξέρεις ότι «μπάζουν» ιστορικά…Ας μη ξεχνάμε ότι ολόκληρη η ιδεολογία του Ναζισμού χτίστηκε πάνω σε κάτι φυλλάδια του τέλους του 19ου αιώνα και στις παπαριές που γράφουν «Τα πρωτόκολλα των Σοφών της Σιων» που βγήκαν στις αρχές του 20ου…
Τι είναι αλήθεια και τι ψέμα και πόσο εύκολα μπορείς να παραπλανήσεις τον κόσμο; Ο Σλιβ αισθάνεται ως Δημιουργός. Μπορεί να κατασκευάσει κι αυτός έναν κόσμο σε 7 ημέρες. Εάν έχεις λίγη φιλοδοξία μέσα σου δεν θέλεις και πολύ να πορωθείς με την ιδέα…Από το Σουδάν στην Θεσσαλία, και από την Αργεντινή στην Σιβηρία ο Σλιβ και οι υπόλοιποι χαρακτήρες του βιβλίου παραχαράσσουν την ιστορία ουσιαστικά ξαναφτιάχνοντας παράγοντας ένα εφιαλτικό σενάριο του κόσμου που έρχεται με την ανεξέλεγκτη ροή πληροφοριών. Η συνέχεια του μυθιστορήματος που πιστεύω ότι θα πιάσει τον 21ο αιώνα (11/9, Ιράκ κλπ) μάλλον θα είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα διότι θα περιέχει και το ήδη αναπτυγμένο διαδίκτυο με τις τελείως ανεξέλεγκτες πληροφορίες.
Ο Μπελό αποδεικνύεται ένας ικανότατος συγγραφέας. Πολύ καλός ο ρυθμός του μυθιστορήματος (παρά την έντονη σε κάποια κεφάλαια τάση προς φλυαρία), με συνεχείς αναφορές σε βιβλία, συγγραφείς και ταινίες – με σημείο αναφοράς την περίφημη μικρού μήκους ταινία του Κρις Μαρκέρ «La jetée» (Η Προβλήτα) (1962), όπου μία ομάδα επιστημόνων μετά από έναν πυρηνικό πόλεμο που έχει ισοπεδώσει το Παρίσι, στέλνουν έναν επιζώντα στο παρελθόν ελπίζοντας ότι θα φέρει πίσω κάτι που θα μπορούσε να βοηθήσει τους επιζώντες (η ταινία αυτή αποτέλεσε τη βάση για το υπέροχο «12 Πίθηκοι» (1995) του Τ.Γκίλιαμ).
Κυρίως όμως «Οι Παραχαράκτες» είναι ένα πολιτικό μυθιστόρημα. Οι προβληματισμοί που θέτει γύρω από την εξουσία, το πόσο δημοκρατικά είναι τα πολιτεύματα (κυρίως αυτό του κυρίαρχου έθνους, των Η.Π.Α.), το πόσο μπορείς να κατευθύνεις την κοινή γνώμη και να διαμορφώσεις σύνορα κρατών ή ιδεολογίες. Ακούγονται τρομακτικά και η συνέχεια του μυθιστορήματος με το δεύτερο μέρος προβλέπεται εξίσου ή και περισσότερο συναρπαστική.
Δημοσίευση σχολίου