Πέμπτη, Ιουλίου 22, 2010
posted by Librofilo at Πέμπτη, Ιουλίου 22, 2010 | Permalink
"Ο τρόπος που ζούμε μέτρο της δικής μας φύσης είναι"(P.Larkin)
Η ανάγνωση του βραβευμένου βιβλίου «Η ΕΝΔΟΞΗ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΡΟΖΑ ΛΕΪΝ» (INGLORIOUS) της νέας Βρετανής συγγραφέως JOANNA KAVENNA, (Εκδ. Μεταίχμιο, (ωραία) μετάφρ. Α.Μαντόγλου, σελ.369) επιφύλασσε μια ωραία έκπληξη, διότι επιλέγοντας το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, είχα στο νου μου κάτι «εύπεπτο» το οποίο να με αποφορτίσει από διάφορα πράγματα και δεν περίμενα να βρεθώ μπροστά σε ένα γνήσιο συγγραφικό ταλέντο και σε μία (το λιγότερο) εξαιρετική και διεισδυτικότατη φρέσκια λογοτεχνική ματιά.
Πατώντας στέρεα πάνω στην παράδοση της Β.Γουλφ, η Κάβενα με το πρώτο της μυθιστόρημα (είχε προηγηθεί ένα «ταξιδιωτικό» βιβλίο που αποθεώθηκε από την κριτική, το «ICE MUSEUM»,ένα «ποιητικό» ταξίδι σε αναζήτηση της αρχαίας Θούλης), μας χαρίζει μια αλησμόνητη ηρωίδα (την Ρόζα Λέιν) που ως άλλη Κα Ντάλαγουέη περνάει μία περίοδο της ζωής της (αντί ενός 24αώρου) σε μια ηλικία που «ο Δάντης στη Θεία Κωμωδία αποκαλούσε μέση ηλικία, στο μέσον τη ζωής, όπου υποτίθεται πως αποθήκευε γνώση, γινόταν σοφότερη.» Στην πραγματικότητα όμως η Ρόζα Λέιν είναι μια νόστιμη 35άρα – δηλαδή νέα για τα σημερινά στάνταρντ – που παθαίνει αυτό που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι μετά από κάποια χρόνια εργασίας. «Κάψιμο» δηλαδή στον χώρο των εταιριών γνωστότερο ως «Burn-out» ή στην καθομιλουμένη, «τά’παιξε» και τα τινάζει όλα στον αέρα.
«Η Ρόζα Λέιν, τριάντα πέντε ετών και κάποιων μηνών, έχοντας συνείδηση ενός αόρατου χρονόμετρου που ηχούσε πένθιμα, μετρούσε τα χρόνια, τις ώρες που πέρασε καθισμένη σε γραφεία, χαζεύοντας τον ουρανό και την παλλόμενη οθόνη που την τύφλωνε. Είχε περάσει τα προηγούμενα δέκα χρόνια σε μια σταθερή εργασία, τα πόδια της σφιχτά δεμένα κάτω απ’το γραφείο. Είχε δακτυλογραφήσει ένα εκατομμύριο μέιλ και είχε καταπονήσει τους καρπούς των χεριών της. Δεν είχε καταφέρει να καταλάβει τίποτα. Μπροστά της έβλεπε το μέλλον, βυθισμένο στο γκρίζο. Πίσω της, υπήρχε το σβησμένο πυροτέχνημα της οικογενειακής της ιστορίας. Με ένα τέτοιο παρελθόν και ένα μέλλον που στροβιλιζόταν μπροστά της, εκείνη παρέμενε βολεμένη στο παρόν. Κι έξω η πόλη, πλημμυρισμένη από τον θόρυβο της μέρας – την τυραννία της κίνησης, τις ασαφείς ομιλίες, τις φευγαλέες κουβέντες. Ο θόρυβος αυξομειωνόταν συνεχώς κι εκείνη άκουγε τα κρωξίματα των πουλιών στις μαρκίζες. Σκέφτηκε το ποτάμι που ρέει και το ρεύμα των αυτοκινήτων, τον καπνό που αιωρείται και μεταφέρεται πάνω από τα φώτα και τα χρώματα.
Καθισμένη στο γραφείο της εκείνη τη μέρα, με το πουκάμισό της μουσκεμένο απ’τον ιδρώτα, σκέφτηκε: Αν μου έλεγαν πως δεν πρόκειται να κάνω τίποτα άλλο στη ζωή μου εκτός απ’αυτό, θα προτιμούσα να ζήσω ή να πεθάνω επιτόπου; Μετά ακολούθησε μια άλλη σκέψη: Ποιος ο λόγος για όλα αυτά, σε τι αποσκοπούν; Αυτή η σκέψη την καθήλωσε και την έκανε να γράψει το μέιλ στο αφεντικό της. Λακωνικό και ελεγειακό. Άρχιζε με τη νιότη της, το ξεκίνημα της καριέρας της, τον ευχαριστούσε για την προστασία, του μετέφερε τη βαθιά της θλίψη και κατέληγε με ένα «παραιτούμαι». Ήταν κατηγορηματική• πάτησε «Αποστολή» κι έσβησε τον υπολογιστή της. Πήρε το καπέλο και το παλτό της και προχώρησε.»
Η Ρόζα ήταν ανερχόμενη δημοσιογράφος και ζούσε μέχρι τον θάνατο της μητέρας λίγους μήνες πριν, μια ζωή σχετικά ανέμελη. Είχε μια μακροχρόνια σχέση με έναν επιτυχημένο δικηγόρο, τον Λίαμ. Ζούσαν μαζί σε ένα διαμέρισμα και είχαν έντονη κοινωνική ζωή με αρκετούς φίλους. Ο θάνατος της μητέρας της αποδιοργάνωσε την Ρόζα και την έκανε να σκεφτεί επιτέλους για τη ζωή της. Δεν ήξερε τι ακριβώς ήθελε να κάνει, αλλά αποφάσισε να απαλλαγεί από αυτά που την έπνιγαν. Δεν ήξερε βέβαια ότι με μια κίνηση (που οι περισσότεροι λογικά θα επιδοκίμαζαν) άνοιξε τον «ασκό του Αιόλου» στη ζωή της. Μετά την παραίτηση της από τη δουλειά, ο Λίαμ της ανακοινώνει ότι θέλει να χωρίσουν και εκείνη φεύγει από το κοινό τους σπίτι. Καταφεύγοντας σε μιά φίλη μαθαίνει ότι ο Λίαμ εδώ και κάποιο διάστημα έχει σχέση με την κολλητή της, την Γκρέις. Η Ρόζα καταρρέει. Αρχίζει να περιφέρεται φιλοξενούμενη από σπίτι σε σπίτι. Αρνείται να κάνει οτιδήποτε, να ψάξει για δουλειά, να ασχοληθεί με κάτι δημιουργικό. Το μόνο με το οποίο ασχολείται είναι οι ατελείωτες βόλτες, οι επισκέψεις στην τράπεζα διότι τα χρέη της έχουν χτυπήσει κόκκινο, και με το να καταρτίζει λίστες με τα πράγματα που έχει να κάνει. Τα (λιγοστά έτσι κι αλλιώς) χρήματά της σιγά-σιγά εξαντλούνται, γνωρίζει ότι αν δεν κάνει κάτι σε λίγο δεν θα έχει να φάει. Διατηρεί μια χαλαρή σχέση με έναν νεαρό ηθοποιό, δέκα χρόνια μικρότερό της με τον οποίο αρνείται να δεσμευθεί περισσότερο. Από την ώρα που εγκατέλειψε τον Λίαμ διαπιστώνει ότι η στάση των γύρω της αλλάζει. Την θεωρούν «άρρωστη», σχεδόν σχιζοφρενή, την βάζουν στο περιθώριο. Η Ρόζα μέσα στην κατάθλιψη της, το βλέπει ότι έχει φτάσει στον «πάτο». Το θέμα είναι να βρει τη δύναμη να σταθεί στα πόδια της ξανά…
Το βιβλίο είναι ουσιαστικά ένα «αντιμυθιστόρημα» υπαρξιακής αναζήτησης έχοντας κάποια χαρακτηριστικά του γαλλικού νουβέλ-ρομάν της δεκαετίας του 60 ή κουβαλώντας μνήμες από Τζόυς και Γουλφ. Η Κάβενα όμως με τη γραφή της το απογειώνει (κυριολεκτικά). Γεμάτη χιούμορ και σατιρική διάθεση ανατέμνει τη ζωή της ηρωίδας της με ακρίβεια εντομολόγου και γλώσσα που τσακίζει. Η Ρόζα παρατηρεί τα πάντα αποξενωμένη σαν εξωγήινος. Ακόμα και στην ύστατη μορφή απελπισίας της διατηρεί το χιούμορ και την σπιρτάδα της ενώ οι λογοτεχνικές αναφορές είναι συνεχείς. Τα δε «To Do lists» της χαρίζουν ένα συνεχές χαμόγελο, όταν μπλέκει τις δουλειές που έχει να κάνει (που δεν γίνονται ποτέ), με τα βιβλία που «πρέπει» να διαβάσει (που δεν θα διαβάσει ποτέ), με τις κινήσεις για το μέλλον της που πρέπει να κάνει (που κάποιες κάνει με μεγάλο κόπο).
Ώρες-ώρες σού’ρχεται να της ρίξεις μια σφαλιάρα, σε θυμώνει, σε αγανακτεί και από την άλλη ξυπνάει μέσα σου συγκίνηση, τρυφερότητα. Η Ρόζα όλο «πέφτει» και μετά ισορροπεί. Είναι ένας σύγχρονος Σαρλώ. Εμπλέκεται στα πάντα και σπάει τα μούτρα της, αλλά έχει αγάπη για τους ανθρώπους, διατηρεί τις ευαισθησίες της και η απελπισία της δεν την τρελλαίνει. Με τον τρόπο της «ξεμπροστιάζει» την σύγχρονη πραγματικότητα, την υποκρισία και τις δήθεν φιλίες και σχέσεις.
Είναι ένα έξοχο μυθιστόρημα, ζωντανό και γεμάτο δυναμισμό με στέρεα δομή που ακόμα και το ανασφαλές και ανοιχτό του τέλος (που σε κάποιο άλλο βιβλίο μπορεί να απογοήτευε), εδώ λειτουργεί υπέρ του. Το βιβλίο τιμήθηκε με το σημαντικό βραβείο Orange του 2008 και η συγγραφέας έχει ήδη κυκλοφορήσει το δεύτερο της μυθιστόρημα. Δυστυχώς η αισθητική της ελληνικής έκδοσης αδικεί το βιβλίο. Το εξώφυλλο που παραπέμπει σε Sex & the City καταστάσεις – στοχεύοντας σε κάποιο συγκεκριμένο κοινό που υποθέτω εάν ξεγελάστηκε και το αγόρασε, δεν κατάλαβε τίποτα απ’ότι διάβασε - δεν αντιπροσωπεύει καθόλου το πνεύμα του μυθιστορήματος, η δε επιλογή του τίτλου της ελληνικής έκδοσης, αναιρεί το υπαινικτικό νόημα της λέξης Inglorious (Άδοξος) που αποτελεί και τον τίτλο στο πρωτότυπο.
Υ.Γ. Bonus track στο post,ένα υπέροχο ποίημα (δάνειο από το translatum.gr), του μεγάλου Φ.Λάρκιν, που ξαναθυμήθηκα μιάς που η παρουσία του είναι συνεχής στο μυθιστόρημα της Kavenna.
I have started to say
I have started to say
"A quarter of a century"
Or "thirty years back"
About my own life.
It makes me breathless
It's like falling and recovering
In huge gesturing loops
Through an empty sky.
All that's left to happen
Is some deaths (my own included).
Their order, and their manner,
Remain to be learnt.
Άρχισα να λέω
Άρχισα να λέω
«Πριν ένα τέταρτο του αιώνα»
Ή «πριν τριάντα χρόνια»
Σχετικά με τη ζωή μου.
Με αφήνει με κομμένη την ανάσα.
Είναι σα να πέφτει κανείς
Και να ξανασηκώνεται με αδέξιες κινήσεις,
κάνοντας κύκλους τεράστιους
Σ' έναν άδειο ουρανό.
Το μόνο που απομένει να συμβεί
Είναι ορισμένοι θάνατοι (του δικού μου συμπεριλαμβανομένου).
Μόνο η σειρά τους και ο τρόπος τους,
Παραμένει ανεξακρίβωτος.
Πατώντας στέρεα πάνω στην παράδοση της Β.Γουλφ, η Κάβενα με το πρώτο της μυθιστόρημα (είχε προηγηθεί ένα «ταξιδιωτικό» βιβλίο που αποθεώθηκε από την κριτική, το «ICE MUSEUM»,ένα «ποιητικό» ταξίδι σε αναζήτηση της αρχαίας Θούλης), μας χαρίζει μια αλησμόνητη ηρωίδα (την Ρόζα Λέιν) που ως άλλη Κα Ντάλαγουέη περνάει μία περίοδο της ζωής της (αντί ενός 24αώρου) σε μια ηλικία που «ο Δάντης στη Θεία Κωμωδία αποκαλούσε μέση ηλικία, στο μέσον τη ζωής, όπου υποτίθεται πως αποθήκευε γνώση, γινόταν σοφότερη.» Στην πραγματικότητα όμως η Ρόζα Λέιν είναι μια νόστιμη 35άρα – δηλαδή νέα για τα σημερινά στάνταρντ – που παθαίνει αυτό που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι μετά από κάποια χρόνια εργασίας. «Κάψιμο» δηλαδή στον χώρο των εταιριών γνωστότερο ως «Burn-out» ή στην καθομιλουμένη, «τά’παιξε» και τα τινάζει όλα στον αέρα.
«Η Ρόζα Λέιν, τριάντα πέντε ετών και κάποιων μηνών, έχοντας συνείδηση ενός αόρατου χρονόμετρου που ηχούσε πένθιμα, μετρούσε τα χρόνια, τις ώρες που πέρασε καθισμένη σε γραφεία, χαζεύοντας τον ουρανό και την παλλόμενη οθόνη που την τύφλωνε. Είχε περάσει τα προηγούμενα δέκα χρόνια σε μια σταθερή εργασία, τα πόδια της σφιχτά δεμένα κάτω απ’το γραφείο. Είχε δακτυλογραφήσει ένα εκατομμύριο μέιλ και είχε καταπονήσει τους καρπούς των χεριών της. Δεν είχε καταφέρει να καταλάβει τίποτα. Μπροστά της έβλεπε το μέλλον, βυθισμένο στο γκρίζο. Πίσω της, υπήρχε το σβησμένο πυροτέχνημα της οικογενειακής της ιστορίας. Με ένα τέτοιο παρελθόν και ένα μέλλον που στροβιλιζόταν μπροστά της, εκείνη παρέμενε βολεμένη στο παρόν. Κι έξω η πόλη, πλημμυρισμένη από τον θόρυβο της μέρας – την τυραννία της κίνησης, τις ασαφείς ομιλίες, τις φευγαλέες κουβέντες. Ο θόρυβος αυξομειωνόταν συνεχώς κι εκείνη άκουγε τα κρωξίματα των πουλιών στις μαρκίζες. Σκέφτηκε το ποτάμι που ρέει και το ρεύμα των αυτοκινήτων, τον καπνό που αιωρείται και μεταφέρεται πάνω από τα φώτα και τα χρώματα.
Καθισμένη στο γραφείο της εκείνη τη μέρα, με το πουκάμισό της μουσκεμένο απ’τον ιδρώτα, σκέφτηκε: Αν μου έλεγαν πως δεν πρόκειται να κάνω τίποτα άλλο στη ζωή μου εκτός απ’αυτό, θα προτιμούσα να ζήσω ή να πεθάνω επιτόπου; Μετά ακολούθησε μια άλλη σκέψη: Ποιος ο λόγος για όλα αυτά, σε τι αποσκοπούν; Αυτή η σκέψη την καθήλωσε και την έκανε να γράψει το μέιλ στο αφεντικό της. Λακωνικό και ελεγειακό. Άρχιζε με τη νιότη της, το ξεκίνημα της καριέρας της, τον ευχαριστούσε για την προστασία, του μετέφερε τη βαθιά της θλίψη και κατέληγε με ένα «παραιτούμαι». Ήταν κατηγορηματική• πάτησε «Αποστολή» κι έσβησε τον υπολογιστή της. Πήρε το καπέλο και το παλτό της και προχώρησε.»
Η Ρόζα ήταν ανερχόμενη δημοσιογράφος και ζούσε μέχρι τον θάνατο της μητέρας λίγους μήνες πριν, μια ζωή σχετικά ανέμελη. Είχε μια μακροχρόνια σχέση με έναν επιτυχημένο δικηγόρο, τον Λίαμ. Ζούσαν μαζί σε ένα διαμέρισμα και είχαν έντονη κοινωνική ζωή με αρκετούς φίλους. Ο θάνατος της μητέρας της αποδιοργάνωσε την Ρόζα και την έκανε να σκεφτεί επιτέλους για τη ζωή της. Δεν ήξερε τι ακριβώς ήθελε να κάνει, αλλά αποφάσισε να απαλλαγεί από αυτά που την έπνιγαν. Δεν ήξερε βέβαια ότι με μια κίνηση (που οι περισσότεροι λογικά θα επιδοκίμαζαν) άνοιξε τον «ασκό του Αιόλου» στη ζωή της. Μετά την παραίτηση της από τη δουλειά, ο Λίαμ της ανακοινώνει ότι θέλει να χωρίσουν και εκείνη φεύγει από το κοινό τους σπίτι. Καταφεύγοντας σε μιά φίλη μαθαίνει ότι ο Λίαμ εδώ και κάποιο διάστημα έχει σχέση με την κολλητή της, την Γκρέις. Η Ρόζα καταρρέει. Αρχίζει να περιφέρεται φιλοξενούμενη από σπίτι σε σπίτι. Αρνείται να κάνει οτιδήποτε, να ψάξει για δουλειά, να ασχοληθεί με κάτι δημιουργικό. Το μόνο με το οποίο ασχολείται είναι οι ατελείωτες βόλτες, οι επισκέψεις στην τράπεζα διότι τα χρέη της έχουν χτυπήσει κόκκινο, και με το να καταρτίζει λίστες με τα πράγματα που έχει να κάνει. Τα (λιγοστά έτσι κι αλλιώς) χρήματά της σιγά-σιγά εξαντλούνται, γνωρίζει ότι αν δεν κάνει κάτι σε λίγο δεν θα έχει να φάει. Διατηρεί μια χαλαρή σχέση με έναν νεαρό ηθοποιό, δέκα χρόνια μικρότερό της με τον οποίο αρνείται να δεσμευθεί περισσότερο. Από την ώρα που εγκατέλειψε τον Λίαμ διαπιστώνει ότι η στάση των γύρω της αλλάζει. Την θεωρούν «άρρωστη», σχεδόν σχιζοφρενή, την βάζουν στο περιθώριο. Η Ρόζα μέσα στην κατάθλιψη της, το βλέπει ότι έχει φτάσει στον «πάτο». Το θέμα είναι να βρει τη δύναμη να σταθεί στα πόδια της ξανά…
Το βιβλίο είναι ουσιαστικά ένα «αντιμυθιστόρημα» υπαρξιακής αναζήτησης έχοντας κάποια χαρακτηριστικά του γαλλικού νουβέλ-ρομάν της δεκαετίας του 60 ή κουβαλώντας μνήμες από Τζόυς και Γουλφ. Η Κάβενα όμως με τη γραφή της το απογειώνει (κυριολεκτικά). Γεμάτη χιούμορ και σατιρική διάθεση ανατέμνει τη ζωή της ηρωίδας της με ακρίβεια εντομολόγου και γλώσσα που τσακίζει. Η Ρόζα παρατηρεί τα πάντα αποξενωμένη σαν εξωγήινος. Ακόμα και στην ύστατη μορφή απελπισίας της διατηρεί το χιούμορ και την σπιρτάδα της ενώ οι λογοτεχνικές αναφορές είναι συνεχείς. Τα δε «To Do lists» της χαρίζουν ένα συνεχές χαμόγελο, όταν μπλέκει τις δουλειές που έχει να κάνει (που δεν γίνονται ποτέ), με τα βιβλία που «πρέπει» να διαβάσει (που δεν θα διαβάσει ποτέ), με τις κινήσεις για το μέλλον της που πρέπει να κάνει (που κάποιες κάνει με μεγάλο κόπο).
Ώρες-ώρες σού’ρχεται να της ρίξεις μια σφαλιάρα, σε θυμώνει, σε αγανακτεί και από την άλλη ξυπνάει μέσα σου συγκίνηση, τρυφερότητα. Η Ρόζα όλο «πέφτει» και μετά ισορροπεί. Είναι ένας σύγχρονος Σαρλώ. Εμπλέκεται στα πάντα και σπάει τα μούτρα της, αλλά έχει αγάπη για τους ανθρώπους, διατηρεί τις ευαισθησίες της και η απελπισία της δεν την τρελλαίνει. Με τον τρόπο της «ξεμπροστιάζει» την σύγχρονη πραγματικότητα, την υποκρισία και τις δήθεν φιλίες και σχέσεις.
Είναι ένα έξοχο μυθιστόρημα, ζωντανό και γεμάτο δυναμισμό με στέρεα δομή που ακόμα και το ανασφαλές και ανοιχτό του τέλος (που σε κάποιο άλλο βιβλίο μπορεί να απογοήτευε), εδώ λειτουργεί υπέρ του. Το βιβλίο τιμήθηκε με το σημαντικό βραβείο Orange του 2008 και η συγγραφέας έχει ήδη κυκλοφορήσει το δεύτερο της μυθιστόρημα. Δυστυχώς η αισθητική της ελληνικής έκδοσης αδικεί το βιβλίο. Το εξώφυλλο που παραπέμπει σε Sex & the City καταστάσεις – στοχεύοντας σε κάποιο συγκεκριμένο κοινό που υποθέτω εάν ξεγελάστηκε και το αγόρασε, δεν κατάλαβε τίποτα απ’ότι διάβασε - δεν αντιπροσωπεύει καθόλου το πνεύμα του μυθιστορήματος, η δε επιλογή του τίτλου της ελληνικής έκδοσης, αναιρεί το υπαινικτικό νόημα της λέξης Inglorious (Άδοξος) που αποτελεί και τον τίτλο στο πρωτότυπο.
Υ.Γ. Bonus track στο post,ένα υπέροχο ποίημα (δάνειο από το translatum.gr), του μεγάλου Φ.Λάρκιν, που ξαναθυμήθηκα μιάς που η παρουσία του είναι συνεχής στο μυθιστόρημα της Kavenna.
I have started to say
I have started to say
"A quarter of a century"
Or "thirty years back"
About my own life.
It makes me breathless
It's like falling and recovering
In huge gesturing loops
Through an empty sky.
All that's left to happen
Is some deaths (my own included).
Their order, and their manner,
Remain to be learnt.
Άρχισα να λέω
Άρχισα να λέω
«Πριν ένα τέταρτο του αιώνα»
Ή «πριν τριάντα χρόνια»
Σχετικά με τη ζωή μου.
Με αφήνει με κομμένη την ανάσα.
Είναι σα να πέφτει κανείς
Και να ξανασηκώνεται με αδέξιες κινήσεις,
κάνοντας κύκλους τεράστιους
Σ' έναν άδειο ουρανό.
Το μόνο που απομένει να συμβεί
Είναι ορισμένοι θάνατοι (του δικού μου συμπεριλαμβανομένου).
Μόνο η σειρά τους και ο τρόπος τους,
Παραμένει ανεξακρίβωτος.
Δημοσίευση σχολίου