Τρίτη, Μαρτίου 10, 2020
posted by Librofilo at Τρίτη, Μαρτίου 10, 2020 | Permalink
(Πάντα υπάρχει) "Ένας κόκκος αλήθειας"

Ωραία αναγνωστική έκπληξη, αποτέλεσε το αστυνομικό μυθιστόρημα «ΕΝΑΣ ΚΟΚΚΟΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ» («Ziarno prawdy»), του βραβευμένου Πολωνού συγγραφέα και δημοσιογράφου, Zygmunt Miloszewski (Βαρσοβία, 1976) - (εκδ. Στερέωμα, μετάφρ. (από τα Πολωνικά) Αναστ. Χατζηγιαννίδη, σελ. 468). Επιλέγοντας το βιβλίο σχεδόν από τύχη, βρέθηκα μπροστά σε ένα εξαιρετικό page-turner μυθιστόρημα, που ξεδιπλώνει μια ιστορία φρίκης με πολλές ανατροπές, καθηλώνοντας τον (τυχερό) αναγνώστη.


Μια επαρχιακή κωμόπολη στην Πολωνία, το Σαντόμιες, πολύ τουριστική, με βαρύ ιστορικό παρελθόν και αβέβαιο μέλλον, η οποία αποτέλεσε το σκηνικό για μια επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά μυστηρίου, είναι ο τόπος που θα φιλοξενήσει μια σειρά από τελετουργικές δολοφονίες. Ο σαραντάρης εισαγγελέας Τέοντορ Σάτσκι, μετά από επιτυχημένη καριέρα στην Βαρσοβία, έχει επιλέξει αυτή την ειδυλλιακή αλλά νυσταλέα πόλη ως τόπο μετάθεσής του, μετά την διάλυση του γάμου του λόγω, μιας (αποτυχημένης) εξωσυζυγικής σχέσης. Σύντομα όμως διαπιστώνει ότι μάλλον έκανε μια βιαστική κίνηση. Η πόλη είναι πολύ επαρχιακή, χωρίς ζωή, ο καφές είναι χάλια, το φαγητό μετριότατο, οι άνθρωποι χωρίς ενδιαφέρον και η εισαγγελία γεμάτη αδιάφορους (τουλάχιστον έτσι νομίζει) συναδέλφους.

Ο Σάτσκι με την γοητευτική εμφάνιση (χιονάτα μαλλιά, στυλ Κλιντ Ίστγουντ, αλύγιστος και αυστηρός), είναι στο κρεβάτι με την καλλονή της μικρής πόλης, όταν σκάει η πρώτη δολοφονία. Μια από τις πιο δημοφιλείς και ενεργούς κατοίκους του Σαντόμιες, βρίσκεται κατακρεουργημένη και γυμνή στον περίβολο της παλιάς συναγωγής της πόλης. Το όπλο του εγκλήματος που βρίσκεται πεταμένο εκεί κοντά, είναι ένα μαχαίρι που χρησιμοποιείται για τη σφαγή ζώων από Εβραίους σφαγείς, έτσι ώστε η τροφή να είναι κόσερ (να έχει υποστεί αφαίμαξη, όπως άλλωστε και το πτώμα της άτυχης γυναίκας). Ο εισαγγελέας θα αναλάβει την υπόθεση (επειδή δεν γνωρίζει κανέναν από την πόλη), που δείχνει να έχει περισσότερες προεκτάσεις από έναν απλό φόνο, αλλά ούτε ο προφανής ύποπτος, ο σύζυγος είναι ένας άνθρωπος που εγείρει υποψίες (εκλεγμένος επι σειρά ετών δημοτικός σύμβουλος στην πόλη, γενικότερα εκείνος και η σύζυγός του ήταν ένα ζευγάρι-πρότυπο για το Σαντόμιες), ούτε μπορεί να καταλάβει τι γίνεται από τις αντικρουόμενες πληροφορίες. Ο Σάτσκι βρίσκεται προ αδιεξόδου, όταν συνειδητοποιεί ότι όλοι γνωρίζονται με όλους σε αυτή την πόλη, όλοι μπορεί να ξέρουν κάτι που εκείνος αγνοεί, καθώς τα πάντα παρακολουθούνται εκ του σύνεγγυς.

«...έχω παρατηρήσει ότι, εκτός από το έγκλημα εν βρασμώ ψυχής, υπάρχει και κάτι που θα το ονομάζαμε έγκλημα με χολή. Πολύ χαρακτηριστική γι' αυτήν τη γωνιά της Γης, την οποία, θέλοντας και μη, αποκαλούμε πατρίδα. Ο βρασμός ψυχής είναι μια ξαφνική έκρηξη συναισθημάτων, μια στιγμή διέγερσης και τύφλωσης, η οποία αίρει όλους τους φραγμούς που έχουν επιβληθεί από την κουλτούρα. Μπροστά μας πέφτει ένα κόκκινο πανί και σημασία έχει παρά μόνο μια σκέψη: η δολοφονία. Η χολή είναι κάτι διαφορετικό. Η χολή συγκεντρώνεται αργά, σταγόνα - σταγόνα. Αρχικά εμφανίζεται μόνο ως σποραδικό ρέψιμο· έπειτα μετατρέπεται σε δυσάρεστη καούρα, επηρεάζει την ποιότητα ζωής, γίνεται μια ολοένα και πιο ενοχλητική βοή στο βάθος, κάτι σαν ελαφρύς πονόδοντος, με τη διαφορά ότι τα αίτια της χολής δεν τα αφαιρούμε με μία επέμβαση. Λίγοι ξέρουν πως να τη διαχειριστούν, ενώ κάθε στιγμή είναι μια ακόμη σταγόνα οργής. Τακ, τακ, τακ.(...) Στο τέλος νιώθουμε πια μόνο χολή· τίποτε άλλο δεν υπάρχει μέσα μας· θα κάναμε τα πάντα για να ξεμπερδέψουμε, για να μην αισθανθούμε ξανά αυτή την πίκρα, αυτή την ταπείνωση. Είναι η στιγμή που οι άνθρωποι τα βροντάνε και φεύγουν· για παράδειγμα όταν η χολή συγκεντρώνεται στην επαγγελματική ζωή. Μερικοί πέφτουν από κάπου. Από γέφυρες ή ουρανοξύστες. Άλλοι ορμάνε σε κάποιον. Στη σύζυγο, τον πατέρα, τον αδερφό.»

Στο χέρι της δολοφονημένης γυναίκας βρίσκεται ένα εβραϊκό σύμβολο, ο φόνος γίνεται με πρότυπο έναν πίνακα που είναι καλυμμένος πλέον μέσα στην μητρόπολη της πόλης, ένα πίνακα που αναπαριστά Χριστιανούς να υποφέρουν στα χέρια μοχθηρών Εβραίων. Ψάχνοντας την ιστορία, ο Σάτσκι βρίσκεται αντιμέτωπος με την πραγματικότητα της πόλης στην οποία πλέον κατοικεί, μια πόλη γεμάτη με ρατσισμό και εθνικισμό, όπου το μίσος για τους Εβραίους είναι διάχυτο – γιγαντώθηκε δε κατά την διάρκεια του Κομμουνιστικού καθεστώτος όταν αρκετοί με Εβραϊκή καταγωγή λόγω της ναζιστικής θηριωδίας, υπηρέτησαν το νέο καθεστώς -, και η καχυποψία κυριαρχούσε ανέκαθεν. Οι έρευνες προχωράνε, παράνομες ερωτικές σχέσεις αποκαλύπτονται καθώς η δολοφονημένη γυναίκα ήταν ερωτευμένη με τον πλουσιότερο κάτοικο (και ευεργέτη) της πόλης, ενώ η ατμόσφαιρα βαραίνει όλο και περισσότερο με τα τηλεοπτικά κανάλια να μυρίζονται αίμα, τον εθνικισμό να κυριαρχεί πλέον στην τοπική κοινωνία, παλιά μίση να ξεθάβονται, ιστορίες από το παρελθόν να ζητάνε δικαίωση, τις θεωρίες συνωμοσίας να κλιμακώνονται, και τον εισαγγελέα να εξετάζει αυτό το μυστήριο του αίματος, και να ψάχνει τον κόκκο αλήθειας που βρίσκεται πίσω από κάθε ιστορία, κάθε παράδοξο γεγονός, κάθε φήμη.

«Παλιά μίση. Πρέπει να ζει κανείς στην επαρχία για να γνωρίζει το μίσος αυτό· στην πόλη δεν υπάρχει. Οι άνθρωποι μια βλέπονται, μια όχι· πρέπει να το κανονίσουν για να βρεθούν. Όμως στο χωριό ο ένας κρυφοκοιτάζει στο παράθυρο του άλλου. Δηλαδή, αν σας κερατώσει η γυναίκα σας, αλλά στο μεταξύ τα ξαναβρείτε, κάθε μέρα στον δρόμο και κάθε βδομάδα στην εκκλησία θα βλέπετε τον τύπο που του τον έπαιζε. Χολή συγκεντρώνεται· το μίσος δυναμώνει. Ακόμη και αν δεν κάνετε τίποτα, λέτε τι καθάρματα που είναι οι Τάδ. Ο γιος σας ακούει. Και όταν στο σχολείο παίξει ξύλο με τον γιο του Τάδε, δεν θα το κάνει μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για σας. Δηλαδή με περισσότερη δύναμη. Και έτσι λιθαράκι - λιθαράκι, μέχρι που στο τέλος κάποιος σκοτώνεται, εξαφανίζεται, πνίγεται.»


Το μυστήριο θα λυθεί μετά από αρκετές ανατροπές μιας ιστορίας που (μάλλον) θέτει περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις. Ο ευφυής, αλλά και συναισθηματικά ανασφαλής εισαγγελέας, θα χρειαστεί την βοήθεια ενός ερευνητή γενεαλογικών δέντρων για να φθάσει στην καρδιά του ζητήματος, θα  υποπτευτεί τους πάντες και τα πάντα, ακόμα και την συνεργάτιδά του με την οποία αναπτύσσει μια ερωτική σχέση. Υπάρχουν βέβαια πολλά πράγματα που μένουν αναπάντητα από την ακατάσχετη ροή πληροφοριών του πρώτου μισού του βιβλίου, αλλά ο αναγνώστης σίγουρα θα τα λησμονήσει μπροστά στην δυναμική της ιστορίας που αφηγείται ο Μιλοζέφσκι.

Ο Πολωνός συγγραφέας αποδεικνύεται μεγάλος μάστορας του είδους, καθώς ξεδιπλώνει με στιβαρότητα και αφηγηματική ορμή, μια μπαρόκ ιστορία, με πολύ μυστήριο και παραπομπές, μια ιστορία με σκοτεινούς καθεδρικούς ναούς, σύμβολα, πίνακες, υπόγειες στοές και πολύ μυστήριο, όπου το ένα γεγονός έρχεται να καλύψει το άλλο, δημιουργώντας έναν θαυμάσιο γρίφο, ο οποίος ξετυλίγεται αργά και μεθοδικά.

Χρησιμοποιώντας την αστυνομική ιστορία όμως, ο συγγραφέας βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για την σύγχρονη πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα της χώρας του. Εθνικισμός και ρατσισμός, αποξένωση και προκαταλήψεις, αμοραλισμός και λατρεία του χρήματος, να κυριαρχούν στην ζωή του τόπου, με την παντοδύναμη Καθολική Εκκλησία πανταχού παρούσα και με το ιστορικό παρελθόν να αποτελεί για κάποιους στοιχείο υπερηφάνειας και για άλλους στοιχείο ενοχών και τύψεων.

Σε μια πόλη-μουσείο, που αποτελεί από μόνη της σκηνικό τρόμου γεμάτη σκοτεινά μυστικά, νεκροταφεία που κρύβουν ιστορίες, στοές που καλύπτουν μυστήρια, ο συγγραφέας είναι ο ιδανικός «ξεναγός» σε αυτό το έξοχο αστυνομικό μυθιστόρημα. Διανθισμένο με πολύ χιούμορ, ανακουφίζοντας την βαρυφορτωμένη με συμβολισμούς ατμόσφαιρα, το βιβλίο του Μιλοζέφσκι (που μπορεί να υπακούει κι αυτό σε κάποια στερεότυπα του είδους), είναι συναρπαστικό και σαγηνευτικό, κυριολεκτικά δεν μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου.

Βαθμολογία 83 / 100


 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

~ back home