Θα ξεκινήσω με αυτό που έχει δημιουργήσει τον περισσότερο ντόρο και δικαίως αφού είναι πιο άμεσο και «φαντεζί» - χωρίς όμως να είναι το καλύτερο από τα δύο. Το μυθιστόρημα του σχετικά νέου(γεν.1970), Pedro Mairal, «Η ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ» (El año del desierto), (Εκδ. Πόλις, (ωραία) μετάφρ. Β.Κνήτου, σελ. 358), είναι ένα έντονα αλληγορικό βιβλίο που με το πρόσχημα μιας φανταστικής ιστορίας μιλάει για τις ημέρες που ήρθαν τα «πάνω-κάτω» στην πρωτεύουσα της χώρας.
Η «Κοσμοχαλασιά» που χτυπάει το Μπουένος Άϊρες ξεκινώντας από την επαρχία, αναστατώνει τη ζωή της πόλης, φέρνοντας κύματα προσφύγων από την επαρχία, οι οποίοι χάνουν σπίτια, περιουσίες, εισοδήματα και συνωστίζονται μέσα στη πόλη. Ταραχές και διαδηλώσεις, ο στρατός επεμβαίνει, μαγαζιά κλείνουν, δουλειές χάνονται. Η Μαρία Βαλντές Νέιλαν, μια ωραιότατη κοκκινομάλα εικοσάχρονη, που δουλεύει ως γραμματέας σε μια επενδυτική εταιρία με ωραία και λουσάτα γραφεία σε έναν ουρανοξύστη-πύργο, μέχρι τότε ζούσε μια ήρεμη και αρκετά προγραμματισμένη ζωή. Πρώτη φορά συνειδητοποιεί τι συμβαίνει όταν πηγαίνοντας να συναντήσει τον φίλο της Αλεχάντρο, βρίσκεται στη μέση των ταραχών – ο φίλος της που είχε πάει στην πορεία, εξαφανισμένος…Καθώς η «Κοσμοχαλασιά» επεκτείνεται, το σπίτι που ζει με τον συνταξιούχο τηλεορασόπληκτο πατέρα της σε ένα προάστειο του Μπουένος Άϊρες κινδυνεύει, οπότε μετακομίζουν στο μικρότερο αλλά βολικό διαμέρισμα που είχαν από τη γιαγιά της κοντά στο κέντρο της πόλης σε μια πολυκατοικία. Μέρα με τη μέρα διαπιστώνουν ότι η πολυκατοικία αυτή, όπως και οι διπλανές της, όπως και ολόκληρη η συνοικία μετατρέπεται σε ένα ιδιότυπο γκέτο, οχυρωμένο από τους αόρατους εισβολείς από την επαρχία. Το διαμέρισμα των Βαλντές όπως και όλα τα υπόλοιπα επιτάσσονται από τις αρχές, οι οποίες τοποθετούν εκεί όσους από τους πρόσφυγες είναι άστεγοι. Η έξοδος από την πολυκατοικία μπαζώνεται και οι κάτοικοι πρέπει να εφεύρουν άλλες διόδους εξόδου από τα σπίτια τους – κάνοντας γέφυρες μεταξύ των μπαλκονιών κλπ. Η Μαρία δεν μπορεί να πάει πουθενά, αναγκάζεται να συγκατοικήσει με διάφορους, να κάνει δουλειές για την «κοινότητα» ενώ έχει και τον πατέρα της να πέφτει σε κώμα και να ξυπνάει μόνο όταν έχει πρόγραμμα η τηλεόραση (δυό-τρεις ώρες την ημέρα).
Η κατάσταση εκτραχύνεται, από τη μια οι συμμορίες εντός του συμπλέγματος των πολυκατοικιών που σχηματίζουν ένα κάστρο και από την άλλη η αστυνομοκρατία σε συνδιασμό με την οικονομική ένδεια, φέρνουν την Μαρία σε αδιέξοδο. Αναγκάζεται να εργασθεί ως νοσοκόμα, και όταν βρίσκει μια διέξοδο διαφυγής από το «γκέτο» βγαίνει στους δρόμους ενός διαφορετικού πλέον Μπουένος Άϊρες, όπου αναγκάζεται για να μη πεθάνει από την πείνα να γίνει πόρνη σε μπαρ στο λιμάνι όπου συχνάζουν ξένοι ναυτικοί. Το καταλαβαίνει ότι πρέπει να αλλάξει τη ζωή της και να ψάξει για τον χαμένο Αλεχάντρο, όταν λοιπόν μαθαίνει ότι κάπου στην επαρχία μοιράζουν κτήματα για καλλιέργεια, δραπετεύει από την πόλη βγαίνοντας στην έρημη πλέον ύπαιθρο ψάχνοντας για γη και τροφή. Εκεί θα βιώσει άλλες τρομερές καταστάσεις και η «σωτηρία» θα έρθει από μια φυλή Ινδιάνων.
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, έχουμε να κάνουμε με ένα πολύ εντυπωσιακό στην κατασκευή του και χορταστικό μυθιστόρημα. Η «Κοσμοχαλασιά», ένα περίεργο καιρικό (και καθ'όλη τη διάρκεια του βιβλίου αδιευκρίνιστο) φαινόμενο είναι η οικονομική κρίση που διέλυσε τη χώρα το 2001, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου περνάνε οι ταραχές και οι σκηνές που διαδραματίστηκαν στους δρόμους του Μπουένος Άϊρες. Από κεί και πέρα όμως ο Μαϊράλ στήνει ένα σκηνικό αντίστροφου χρόνου. Πατώντας πάνω στη δομή μυθιστορημάτων όπως ο «Αντίστροφος κόσμος» του Φ.Κ.Ντικ ή (ακόμα πιο έντονα), το υπέροχο «Βέλος του Χρόνου» του Μ.Έϊμις, ακολουθεί μια αντίστροφη χρονική φορά. Σχετικά γρήγορα τα τεχνικά επιτεύγματα εξαφανίζονται (κομπιούτερς, τηλεόραση), στα νοσοκομεία χρησιμοποιούν θεραπευτικές τεχνικές του 19ου αιώνα, οι συμπεριφορές και τα ντυσίματα γίνονται όλο και πιο συντηρητικά, οι κάτοικοι μετακινούνται με κάρα, το λιμάνι της πόλης γίνεται μεταναστευτικός κόμβος. Ο χρόνος πάει προς τα πίσω – η Μαρία μέσα σε ένα χρόνο ξαναζεί την ιστορία της χώρας - για να φτάσουμε στις απαρχές της Αργεντινής και τους πρώτους Ισπανούς αποίκους.
Έξοχο ως δομή και με αρκετή δόση χιούμορ, το μυθιστόρημα είναι βαρυφορτωμένο σε συμβολισμούς και αλληγορίες. Προσωπικά κουράστηκα από τις περιπέτειες της Μαρίας Βαλντές και την συνεχή αγωνία της επιβίωσης – άσε πια τις ταλαιπωρίες... Βέβαια ως ανάγνωση το βιβλίο είναι χορταστικό, αν και πολύ γκροτέσκο για τα γούστα μου. Η αρχική ιδέα είναι καταπληκτική και μέχρι ενός σημείου λειτουργεί άψογα ενώ οι συγκρίσεις και οι αναφορές που μπορεί να κάνει κάποιος στα δικά μας ενδέχεται να τον φέρουν σε κατάσταση πανικού.
Την λιτότητα που μου έλειπε από την «Χρονιά της Ερήμου», την βρήκα στην εξαιρετική νουβέλα του υπέροχου Cesar Aira, «ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΣΤΟ ΦΛΟΡΕΣ» (Las noches de Flores), (Εκδ.Καστανιώτης, μετάφρ. Κ.Τζωρίδου, σελ.131), ένα βιβλίο υπόδειγμα ύφους και οικονομίας, χαμηλότονο και ουσιαστικό που προσωπικά το θεωρώ ένα από τα καλύτερα που διάβασα τη χρονιά που φεύγει.
Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται στο βιβλίο του Άϊρα. Βρισκόμαστε στην Αργεντινή που βιώνει τις συνέπειες της οικονομικής καταστροφής. Η μεσαία τάξη έχει εξαφανιστεί και ο κόσμος αναγκάζεται να κάνει διάφορες δουλειές για να συντηρηθεί. Το ζευγάρι των ηλικιωμένων (κάποτε αστών-τώρα νεόπτωχων) Άλντο και Ροσίτα αναγκάζονται να εργαστούν σε μια πιτσαρία στο προάστειο Φλόρες του Μπουένος Άϊρες. Κάνουν ντελίβερυ τις νυχτερινές ώρες με τα πόδια διασχίζοντας τους επικίνδυνους δρόμους της συνοικίας και παραδίδοντας πίτσα τις πιο απίθανες ώρες. Η πιτσαρία έχει πολλή δουλειά, κρίση-ξεκρίση ο κόσμος καταναλανώνει ποσότητες λιπαρών χωρίς να πολυνοιάζεται και οι δύο γέροι συναντάνε στις διαδρομές τους διάφορες περίεργες περιπτώσεις, ενώ δείχνουν να ξανανιώνουν μ’αυτές τις νυχτερινές περιπλανήσεις.
Μέχρι εδώ όλα καλά, η νουβέλα κυλάει με ένα γραμμικό στυλ που δεν προϊδεάζει το τι θα συναντήσουμε στη συνέχεια που αποδεικνύεται εντελώς διαφορετική από αυτό που περιμένει ο αναγνώστης. Η ιστορία αλλάζει τροπή και υπάρχει μια ατμόσφαιρα σουρεαλιστική - σχεδόν "αυτόματης γραφής". Η ατμόσφαιρα του βιβλίου γίνεται περίεργη, σχεδόν ονειρική λες και ότι έχουμε διαβάσει μέχρι εκείνη τη στιγμή αναιρείται διότι τα πάντα ήταν κρυμμένα. Μια άλλη «πραγματικότητα» ξεπροβάλλει, όπου οι δύο γέροι δεν είναι τόσο αθώοι όσο φαίνονται στην αρχή, η κατάστασή τους δεν είναι τόσο απελπισμένη όσο νομίζαμε, απαγωγές παιδιών και λαμογιές κτηματομεσιτικές με την εκμετάλευση της οικονομικής κρίσης διαφαίνονται στον ορίζοντα - η λογοτεχνική «αληθοφάνεια» μπορεί να κρύβει συμβολισμούς που δεν φαίνονται με πρώτη ανάγνωση. Δεν μπορώ να αποκαλύψω περαιτέρω στοιχεία για την υπόθεση της νουβέλας (όχι γιατί δεν βγαίνει άκρη, μια χαρά βγαίνει αλλά), διότι θα χαλάσω την απόλαυση στον μελλοντικό αναγνώστη.
Ο Άϊρα «συναντάει» τον μεγάλο Ρομπέρτο Άρλτ, των «7 τρελλών», σπάζοντας τις συμβάσεις και μετατρέποντας τη νουβέλα σε μια αναρχική σύνθεση του Παραλόγου. Με τον τρόπο αυτό κάνει ένα σχόλιο πάνω στην κοινωνική αποσύνθεση που επέφερε η οικονομική κρίση στην αστική ζωή του Μπουένος Άϊρες. Χρησιμοποιώντας ως επίκεντρο την κάποτε αστική αλλά με την κατάσταση που διαμορφώθηκε νυν παρακμάζουσα συνοικία του Φλόρες περιγράφει ένα σκηνικό φρίκης και τρόμου, «είναι δα γνωστό πόσο περιπλέκονται τα πράγματα (σε σημείο αδιεξόδου) όταν παρεμβαίνει το Κακό», όπου η ηθική και κοινωνική σήψη συνοδεύει την οικονομική κρίση στη χώρα.
Οι γέροι που κρύβουν μυστικά ανομολόγητα, οι μοναχές που παίζουν ένα περίεργο παιχνίδι, η αστυνομία που είναι διεφθαρμένη (ως συνήθως), οι πολιτικοί που κοιτάζουν να πλουτίσουν και η απαγωγή ενός εφήβου που θα έχει άσχημο τέλος. Η αριστουργηματική νουβέλα του Άϊρα είναι ένα «κινέζικο κουτί» γεμάτο εκπλήξεις και ανατροπές – όλα αυτά μέσα σε 130 σελίδες όπου ο συγγραφέας προκαλεί συνεχώς τον αναγνώστη, ρίχνοντάς τον σε παγίδες, βγάζοντάς τον από την «αναγνωστική του ασφάλεια», κλείνοντάς του το μάτι και παίζοντας με τα όρια της λογοτεχνίας.
GOTAN PROJECT - RAYUELA by librofilo