Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 19, 2008
posted by Librofilo at Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 19, 2008 | Permalink
...Τα "κακά κορίτσια" πάνε παντού...
Εμμονές...Ερωτικές και σεξουαλικές...Μ’αυτές καταπιάνεται ο μεγάλος Περουβιανός συγγραφέας MARIO VARGAS LLOSA στο γοητευτικό αλλά τελείως σαδομαζοχιστικό μυθιστόρημά του,«ΤΟ ΠΑΛΙΟΚΟΡΙΤΣΟ», (Εκδ.Καστανιώτης,σελ. 389) , (81).
Ο Ρικάρντο μεγαλώνει σε μιά μεγαλοαστική συνοικία της Λίμα , την δεκαετία του 50 με ένα όνειρο να σπουδάσει στο Παρίσι και να ζήσει εκεί . Στην παρέα κάποια στιγμή ενσωματώνεται μιά ομορφούλα μικρή που υποστηρίζει ότι είναι Χιλιανή . Όντως η προφορά της είναι λίγο περίεργη , και η ίδια καλλιεργεί ένα μυστήριο που τρελλαίνει τα άβγαλτα αγόρια της παρέας. Ο Ρικάρντο την ερωτεύεται σφόδρα , παρά τις έντονες προσπάθειές του να «τα φτιάξουν» η νεαρά ανθίσταται .Όταν αποκαλύπτεται ότι η μικρή είναι απατεώνισα και δεν έχει καμια σχέση με τη Χιλή , εκείνη εξαφανίζεται από προσώπου γης – ο Ρικάρντο πιστεύει ότι θα την ξεχάσει σύντομα . Περνάνε τα χρόνια , και ο νεαρός πηγαίνει στο Παρίσι και σπουδάζει διερμηνέας / μεταφραστής , ανακατεύεται με τα πολιτικά , μπλέκεται με κάποιες επαναστατικές οργανώσεις συμπατριωτών του οι οποίες προωθούν κόσμο στην Κούβα γιά να εκπαιδευτούν στο αντάρτικο . Ο Ρικάρντο κάποια μέρα πρέπει να παραλάβει μερικές κοπέλες που θα σταλούν στην Αβάνα γιά εκπαίδευση . Είναι άτομα από τα βάθη του Περού που πρώτη φορά βγαίνουν από τη χώρα τους και βιώνουν μιά μεγάλη αλλαγή στη ζωή τους . Όταν μία από τις κοπέλες τον πλησιάζει και του ζητάει να την ξεναγήσει αναγνωρίζει στο πρόσωπο της την «Χιλιανή» που τώρα έχει άλλο όνομα αλλά έχει εξελιχθεί σε μία νοστιμούλα και σπιρτόζα κοπελίτσα . Ο έρωτάς του ξαναφουντώνει , περνάνε μία εβδομάδα τριγυρίζοντας και κάποια στιγμή κάνουν έρωτα. Η κοπέλα του ζητάει εμμέσως να μεσολαβήσει ώστε να μη σταλεί στην Κούβα, εκείνος δειλιάζει και αυτή φεύγει θυμωμένη . Από καιρού εις καιρόν μαθαίνει από την οργάνωση ότι έγινε ερωμένη του αρχιεκπαιδευτή και ότι «λύνει και δένει» στην επαναστατική Αβάνα , όταν όμως την βλέπει μπροστά του μετά από λίγα χρόνια ντυμένη με την τελευταία λέξη της μόδας , εκείνη του συστήνεται ως σύζυγος ενός Γάλλου διπλωμάτη . Μετά από διάφορα περιστατικά , η σχέση τους ξαναρχίζει πιό έντονα αυτή τη φορά γιά να διακοπεί απότομα πάλι όταν εκείνη εξαφανίζεται με τα (μαύρα) λεφτά του συζύγου της .
Ο Ρικάρντο δουλεύει πλέον γιά την Ουνέσκο ως διερμηνέας και ζει μιά λιτή και απέριττη ζωή ονειρευόμενος αυτό το «παλιοκόριτσο» . Την ξαναπετυχαίνει στο Λονδίνο που συζεί με έναν Μεξικάνο πάμπλουτο και γιά χάρη της φροντίζει να τον στέλνουν γιά δουλειές όσο γίνεται συχνότερα στην Αγγλική πρωτεύουσα όπου βρίσκονται μιά-δυό φορές την εβδομάδα . Το παιχνίδι αυτό συνεχίζεται σε όλη τη ζωή του Ρικάρντο . Το «παλιοκόριτσο» εμφανίζεται στη ζωή του πάντα απρόσμενα, πάντα ξαφνικά και εξαφανίζεται με τον ίδιο τρόπο . Όταν πέφτει επάνω της στο Τόκυο , εκείνη είναι η παλακίδα ενός γκάνγκστερ και του ικανοποιεί όλα τα βίτσια . Ο Ρικάρντο άθελά του συμμετέχει σε ένα από αυτά και όταν το συνειδητοποιεί φεύγει μακριά της και υπόσχεται στον εαυτό του να θεραπευτεί...Αλλά οι άνθρωποι είμαστε όντα αδύναμα , αρκούν μερικά τηλεφωνήματα της και όταν την βλέπει μπροστά του στο Παρίσι ετοιμοθάνατη , την σώζει και την περιποιείται μέχρι εκείνη να τον ξαναπροδώσει και να ξαναφύγει .
Το μυθιστόρημα κυλάει έτσι μέχρι το μελοδραματικό του τέλος όταν και οι δύο βρίσκονται στην έκτη δεκαετία της ζωής τους . Ο Ρικάρντο κάποια στιγμή λύνει το μυστήριο της ταυτότητας της «niña mala» τυχαία σε ένα ταξίδι του στην Λίμα .Ο πατέρας της απλά επιβεβαιώνει αυτό που κι εκείνος είχε καταλάβει . Το «παλιοκόριτσο» είχε παραμερίσει κάθε συναίσθημα στην προσπάθεια της γιά κοινωνική καταξίωση, γιά οικονομική άνεση – συνήθως τα κατάφερνε , αλλά δεν απολάμβανε τίποτα , η μανία της γιά το χρήμα την είχε αδειάσει τελείως.
Το μυθιστόρημα έχει το άρωμα του Φλωμπέρ και κλείνει το μάτι στον Τολστόυ και τον Τσέχωφ που ο πρωταγωνιστής μεταφράζει . Ο Λιόσα είναι αποδεδειγμένα μεγάλος παραμυθάς αλλά αυτό του το βιβλίο απέχει από τα αριστουργήματα του όπως «Η γιορτή του Τράγου», «Η πόλη και τα σκυλιά» , «Ο πόλεμος της συντέλειας των 2 κόσμων» ή το υπέροχο «Πράσινο σπίτι» . Παρ’όλα αυτά έχει μεγάλες αρετές , όπως είναι οι εξαιρετικές περιγραφές της αστικής τάξης του Περού, η ανάλυση της πολιτικής κατάστασης της χώρας , οι πολύ επιτυχημένες αλλαγές ρυθμού μεταξύ της ζωής του Ρικάρντο όταν το παλιοκόριτσο δεν είναι στο προσκήνιο και όταν εμφανίζεται . Μειονέκτημα κατά την άποψή μου,οτι ο συγγραφέας εστιάζει στην ανιαρή και μονότονη ζωή του αφηγητή και όχι στον χαρακτήρα αυτής της εκθαμβωτικής προσωπικότητας της «niña mala» (η ιστορία περνάει μέσα από τα μάτια του Ρικάρντο , ενός χαρακτήρα μάλλον στον αντίποδα του συγγραφέα αν και ο Λιόσα μας έχει συνηθίσει διαφορετικά) . Μίας γυναίκας-αράχνης που καταφέρνει με μία απλώς συμπαθητική εμφάνιση να εξουσιάζει έναν διανοούμενο, έναν σκεπτόμενο άνθρωπο , ο οποίος γίνεται έρμαιο στα καπρίτσια της.Διαβάζοντας το γίνεσαι έξαλλος με την παθητικότητα αυτού του αδύναμου τυπάκου (του "καλόπαιδου" όπως εκείνη τον αποκαλεί κοροϊδευτικά) , μετά σκέφτεσαι ότι μπορεί κι εσύ στη θέση του να έκανες τα ίδια και έτσι σε συγκινεί το έντονο συναίσθημα που βιώνει αυτός ο αφελής,ο τάλας,ο σαλός,που είναι "ερωτευμένος σαν βόδι" όπως λέει χαρακτηριστικά.
Το μυθιστόρημα θυμίζει έντονα την ταινία του Μπουνιουέλ «Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου» όπως και πολλά άλλα μυθιστορήματα και ταινίες . Το θέμα με τα «χίλια πρόσωπα μιάς γυναίκας» απασχολεί την ερωτική λογοτεχνία αιώνες τώρα και είναι πάντα ενδιαφέρον και σκαμπρόζικο. Ο Ρικάρντο και το «παλιοκόριτσο» δεν μπορούν να ζήσουν ο ένας χωρίς τον άλλον. Ενταγμένοι σε έναν σαδομαζοχιστικό κύκλο αλληλεξάρτησης αλλά και απέχθειας χορεύουν αυτόν τον βασανιστικό ερωτικό χορό που (το ξέρουν ότι) δεν θα τους βγάλει πουθενά . Ακόμα και κάποιες στιγμές που φαίνεται ότι «μπήκε το νερό στ’αυλάκι» κάτι θα συμβεί , κάτι θα γίνει ,το «παλιοκόριτσο» σαν φάντασμα θα χαθεί γιά κάποιο διάστημαι και ο κύκλος θ’ανοίξει ξανά και ξανά μέχρι να τους ενώσει ο θάνατος.
Ο Ρικάρντο μεγαλώνει σε μιά μεγαλοαστική συνοικία της Λίμα , την δεκαετία του 50 με ένα όνειρο να σπουδάσει στο Παρίσι και να ζήσει εκεί . Στην παρέα κάποια στιγμή ενσωματώνεται μιά ομορφούλα μικρή που υποστηρίζει ότι είναι Χιλιανή . Όντως η προφορά της είναι λίγο περίεργη , και η ίδια καλλιεργεί ένα μυστήριο που τρελλαίνει τα άβγαλτα αγόρια της παρέας. Ο Ρικάρντο την ερωτεύεται σφόδρα , παρά τις έντονες προσπάθειές του να «τα φτιάξουν» η νεαρά ανθίσταται .Όταν αποκαλύπτεται ότι η μικρή είναι απατεώνισα και δεν έχει καμια σχέση με τη Χιλή , εκείνη εξαφανίζεται από προσώπου γης – ο Ρικάρντο πιστεύει ότι θα την ξεχάσει σύντομα . Περνάνε τα χρόνια , και ο νεαρός πηγαίνει στο Παρίσι και σπουδάζει διερμηνέας / μεταφραστής , ανακατεύεται με τα πολιτικά , μπλέκεται με κάποιες επαναστατικές οργανώσεις συμπατριωτών του οι οποίες προωθούν κόσμο στην Κούβα γιά να εκπαιδευτούν στο αντάρτικο . Ο Ρικάρντο κάποια μέρα πρέπει να παραλάβει μερικές κοπέλες που θα σταλούν στην Αβάνα γιά εκπαίδευση . Είναι άτομα από τα βάθη του Περού που πρώτη φορά βγαίνουν από τη χώρα τους και βιώνουν μιά μεγάλη αλλαγή στη ζωή τους . Όταν μία από τις κοπέλες τον πλησιάζει και του ζητάει να την ξεναγήσει αναγνωρίζει στο πρόσωπο της την «Χιλιανή» που τώρα έχει άλλο όνομα αλλά έχει εξελιχθεί σε μία νοστιμούλα και σπιρτόζα κοπελίτσα . Ο έρωτάς του ξαναφουντώνει , περνάνε μία εβδομάδα τριγυρίζοντας και κάποια στιγμή κάνουν έρωτα. Η κοπέλα του ζητάει εμμέσως να μεσολαβήσει ώστε να μη σταλεί στην Κούβα, εκείνος δειλιάζει και αυτή φεύγει θυμωμένη . Από καιρού εις καιρόν μαθαίνει από την οργάνωση ότι έγινε ερωμένη του αρχιεκπαιδευτή και ότι «λύνει και δένει» στην επαναστατική Αβάνα , όταν όμως την βλέπει μπροστά του μετά από λίγα χρόνια ντυμένη με την τελευταία λέξη της μόδας , εκείνη του συστήνεται ως σύζυγος ενός Γάλλου διπλωμάτη . Μετά από διάφορα περιστατικά , η σχέση τους ξαναρχίζει πιό έντονα αυτή τη φορά γιά να διακοπεί απότομα πάλι όταν εκείνη εξαφανίζεται με τα (μαύρα) λεφτά του συζύγου της .
Ο Ρικάρντο δουλεύει πλέον γιά την Ουνέσκο ως διερμηνέας και ζει μιά λιτή και απέριττη ζωή ονειρευόμενος αυτό το «παλιοκόριτσο» . Την ξαναπετυχαίνει στο Λονδίνο που συζεί με έναν Μεξικάνο πάμπλουτο και γιά χάρη της φροντίζει να τον στέλνουν γιά δουλειές όσο γίνεται συχνότερα στην Αγγλική πρωτεύουσα όπου βρίσκονται μιά-δυό φορές την εβδομάδα . Το παιχνίδι αυτό συνεχίζεται σε όλη τη ζωή του Ρικάρντο . Το «παλιοκόριτσο» εμφανίζεται στη ζωή του πάντα απρόσμενα, πάντα ξαφνικά και εξαφανίζεται με τον ίδιο τρόπο . Όταν πέφτει επάνω της στο Τόκυο , εκείνη είναι η παλακίδα ενός γκάνγκστερ και του ικανοποιεί όλα τα βίτσια . Ο Ρικάρντο άθελά του συμμετέχει σε ένα από αυτά και όταν το συνειδητοποιεί φεύγει μακριά της και υπόσχεται στον εαυτό του να θεραπευτεί...Αλλά οι άνθρωποι είμαστε όντα αδύναμα , αρκούν μερικά τηλεφωνήματα της και όταν την βλέπει μπροστά του στο Παρίσι ετοιμοθάνατη , την σώζει και την περιποιείται μέχρι εκείνη να τον ξαναπροδώσει και να ξαναφύγει .
Το μυθιστόρημα κυλάει έτσι μέχρι το μελοδραματικό του τέλος όταν και οι δύο βρίσκονται στην έκτη δεκαετία της ζωής τους . Ο Ρικάρντο κάποια στιγμή λύνει το μυστήριο της ταυτότητας της «niña mala» τυχαία σε ένα ταξίδι του στην Λίμα .Ο πατέρας της απλά επιβεβαιώνει αυτό που κι εκείνος είχε καταλάβει . Το «παλιοκόριτσο» είχε παραμερίσει κάθε συναίσθημα στην προσπάθεια της γιά κοινωνική καταξίωση, γιά οικονομική άνεση – συνήθως τα κατάφερνε , αλλά δεν απολάμβανε τίποτα , η μανία της γιά το χρήμα την είχε αδειάσει τελείως.
Το μυθιστόρημα έχει το άρωμα του Φλωμπέρ και κλείνει το μάτι στον Τολστόυ και τον Τσέχωφ που ο πρωταγωνιστής μεταφράζει . Ο Λιόσα είναι αποδεδειγμένα μεγάλος παραμυθάς αλλά αυτό του το βιβλίο απέχει από τα αριστουργήματα του όπως «Η γιορτή του Τράγου», «Η πόλη και τα σκυλιά» , «Ο πόλεμος της συντέλειας των 2 κόσμων» ή το υπέροχο «Πράσινο σπίτι» . Παρ’όλα αυτά έχει μεγάλες αρετές , όπως είναι οι εξαιρετικές περιγραφές της αστικής τάξης του Περού, η ανάλυση της πολιτικής κατάστασης της χώρας , οι πολύ επιτυχημένες αλλαγές ρυθμού μεταξύ της ζωής του Ρικάρντο όταν το παλιοκόριτσο δεν είναι στο προσκήνιο και όταν εμφανίζεται . Μειονέκτημα κατά την άποψή μου,οτι ο συγγραφέας εστιάζει στην ανιαρή και μονότονη ζωή του αφηγητή και όχι στον χαρακτήρα αυτής της εκθαμβωτικής προσωπικότητας της «niña mala» (η ιστορία περνάει μέσα από τα μάτια του Ρικάρντο , ενός χαρακτήρα μάλλον στον αντίποδα του συγγραφέα αν και ο Λιόσα μας έχει συνηθίσει διαφορετικά) . Μίας γυναίκας-αράχνης που καταφέρνει με μία απλώς συμπαθητική εμφάνιση να εξουσιάζει έναν διανοούμενο, έναν σκεπτόμενο άνθρωπο , ο οποίος γίνεται έρμαιο στα καπρίτσια της.Διαβάζοντας το γίνεσαι έξαλλος με την παθητικότητα αυτού του αδύναμου τυπάκου (του "καλόπαιδου" όπως εκείνη τον αποκαλεί κοροϊδευτικά) , μετά σκέφτεσαι ότι μπορεί κι εσύ στη θέση του να έκανες τα ίδια και έτσι σε συγκινεί το έντονο συναίσθημα που βιώνει αυτός ο αφελής,ο τάλας,ο σαλός,που είναι "ερωτευμένος σαν βόδι" όπως λέει χαρακτηριστικά.
Το μυθιστόρημα θυμίζει έντονα την ταινία του Μπουνιουέλ «Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου» όπως και πολλά άλλα μυθιστορήματα και ταινίες . Το θέμα με τα «χίλια πρόσωπα μιάς γυναίκας» απασχολεί την ερωτική λογοτεχνία αιώνες τώρα και είναι πάντα ενδιαφέρον και σκαμπρόζικο. Ο Ρικάρντο και το «παλιοκόριτσο» δεν μπορούν να ζήσουν ο ένας χωρίς τον άλλον. Ενταγμένοι σε έναν σαδομαζοχιστικό κύκλο αλληλεξάρτησης αλλά και απέχθειας χορεύουν αυτόν τον βασανιστικό ερωτικό χορό που (το ξέρουν ότι) δεν θα τους βγάλει πουθενά . Ακόμα και κάποιες στιγμές που φαίνεται ότι «μπήκε το νερό στ’αυλάκι» κάτι θα συμβεί , κάτι θα γίνει ,το «παλιοκόριτσο» σαν φάντασμα θα χαθεί γιά κάποιο διάστημαι και ο κύκλος θ’ανοίξει ξανά και ξανά μέχρι να τους ενώσει ο θάνατος.