Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 26, 2008
posted by Librofilo at Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 26, 2008 | Permalink
Ανεμοδαρμένα Ύψη αλά Ισπανικά...
Όταν κλείνεις το μυθιστόρημα της CARMEN LAFORET «ΑΒΥΣΣΟΣ (NADA)» , (Εκδ.Πατάκη,σελ.338) , (88) , έχοντας κυριολεκτικά χαθεί μέσα στις σελίδες του , και συνειδητοποιείς ότι αυτό που διάβασες το έγραψε μιά εικοσάχρονη κοπέλα τότε η αξία του βιβλίου ανεβαίνει ακόμα περισσότερο και τα πολλά λόγια είναι περιττά .

Η «Άβυσσος» είναι η ιστορία ενός δεκαοχτάχρονου κοριτσιού που πηγαίνει στην Βαρκελώνη γιά σπουδές .Βρισκόμαστε στην περίοδο λίγο μετά τον Εμφύλιο που κατασπάραξε την χώρα , οι δε κάτοικοι της Βαρκελώνης βίωσαν αρκετά ακραίες καταστάσεις κατά τη διάρκεια αυτών των τριών χρόνων που διήρκεσε . Η Αντρέα είναι ενθουσιασμένη που θα υλοποιήσει τα όνειρά της,να σπουδάσει και να ζήσει ανεξάρτητη σε μιά μεγαλούπολη.Φιλοξενείται από την οικογένεια της γιαγιάς της ,μεγαλοαστοί που έχουν ξεπέσει και μένουν σε ένα αρχοντικό της κεντρικότατης οδού Αριμπάου .Στο σπίτι διαμένουν τρία από τα αδέρφια της μητέρας της , η αυστηρή και καταπιεσμένη Αγκούστιας που ζει έναν κρυφό και απελπισμένο έρωτα γιά το αφεντικό της , ο Χουάν αποτυχημένος ζωγράφος με τις απερίγραπτες εξάρσεις θυμού ο οποίος είναι παντρεμένος με την Γκλόρια (έχουν κι ένα μωρό),που όλοι καθυβρίζουν σχεδόν καθημερινά και η οποία είναι ερωτευμένη με τον έτερο αδερφό του Χουάν ,τον συνθέτη Ρομάν ,μυστηριώδη τύπο που ασκεί μιά ιδιαίτερη γοητεία στις γυναίκες.Η γιαγιά της Αντρέα τα έχει ψιλοχάσει ,μένει συνεχώς άγρυπνη , και προσπαθεί με κάθε τρόπο να προστατέψει τα δύο αγόρια της . Στο σπίτι υπάρχει ακόμα η Αντόνια , η οικονόμος που είναι συνεχώς μαυροντυμένη και μουτρωμένη δείχνοντας τρυφερότητα μόνο στον σκύλο του σπιτιού.

Η Αντρέα με την έξαψη της ηλικίας , από την πρώτη νύχτα παθαίνει ένα πολιτισμικό σοκ . Το σπίτι θυμίζει γοτθικό πύργο φαντασμάτων . «Έμοιαζε με σπίτι μαγισσών το μπάνιο τους.Οι λεκιασμένοι τοίχοι είχαν ίχνη από γάντζους, από κραυγές απόγνωσης . Παντού οι ξεφτισμένοι σοβάδες άνοιγαν το ξεδοντιασμένο στόμα τους αναδίνοντας υγρασία .Πάνω στον καθρέφτη , μη χωρώντας πουθενά αλλού , είχαν τοποθετήσει μια μακάβρια νεκρή φύση με χλωμούς νάνους και κρεμμύδια σε μαύρο φόντο .Η τρέλλα χαμογελούσε από τις στραβωμένες κάνουλες.»
Το δε δωμάτιο που θα κοιμόταν... «Τελικά,έφυγαν αφήνοντάς με στη σκιά των επίπλων , που το φως του κεριού διέστελλε γεμίζοντάς τη με παλμούς και μια απόκρυφη ζωή. Η δυσοσμία που γινόταν αισθητή σ’όλο το σπίτι ήρθε μ’ένα κύμα πιό έντονο. Μύριζε ακαθαρσίες γάτας . Ένιωσα να πνίγομαι και ανέβηκα ριψοκινδυνεύοντας στην πλάτη μιας πολυθρόνας , για ν’ανοίξω μια πόρτα που διακρινόταν ανάμεσα σε βελούδινες , σκονισμένες κουρτίνες . Η απόπειρα μου πέτυχε όσο το επέτρεπαν τα έπιπλα και είδα ότι επικοινωνούσε με μία απ’αυτές τις ανοιχτές γαλαρίες που δίνουν τόσο φως στα σπίτια της Βαρκελώνης.Τρία αστέρια τρεμόφεγγαν στη γαλήνια μαυρίλα τ’ουρανού και αντικρίζοντας τα, αισθάνθηκα ξαφνικά την επιθυμία να κλάψω, σαν να’βλεπα παλιούς φίλους που απρόσμενα τους ξανάβρισκα.
Η τρεμουλιαστή φεγγοβολιά των αστεριών μου’φερε απότομα στο νου τις αυταπάτες μου καθώς διέσχιζα τη Βαρκελώνη, ως τη στιγμή που μπήκα σε τούτο το περιβάλλον με τους διαβολεμένους ανθρώπους και τα διαβολεμένα έπιπλα. Φοβόμουν να πέσω σ’εκείνο το σαν νεκροσέντουκο κρεβάτι. Νομίζω πως έτρεμα από αόριστες φοβίες όταν έσβησα το κερί.»


Είναι τα πρώτα χρόνια της δικτατορίας του Φράνκο και τα σημάδια από τον Εμφύλιο είναι ακόμα νωπά. . Η οικονομική κρίση είναι έντονη και οι παλιές παραδοσιακές οικογένειες υποφέρουν – τα λεφτά είναι στα νέα τζάκια τώρα . Στο σπιτι υποφέρουν από την πείνα λόγω της ένδειας και ξεπουλάνε έπιπλα γιά να ζήσουν . Το χάος επιτείνεται από τις σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας που αλληλοτρώγονται με τρομερή ένταση και πάθος . Η Αντρέα παρατηρεί τα πάντα και ξεφεύγει από τη μιζέρια κάνοντας κολλητή παρέα με την Ένα , μιά αρκετά ευκατάστατη και όμορφη συμφοιτήτρια της που την βγάζει λίγο στον έξω κόσμο . Όταν η Ένα γνωρίζει τον θείο Ρομάν , η σχέση των δύο κοριτσιών περνάει κρίση και τότε η Αντρέα γνωρίζεται με μία παρέα μποέμ καλλιτεχνών που την εισάγουν σε μιά διαφορετική ζωή.

Η Λαφορέτ δείχνει εξαιρετικά τις αντιθέσεις μεταξύ των δύο «κόσμων». Των φοιτητών και των καλλιτεχνών από τη μιά και την οικογένεια της Αντρέα από την άλλη με τις θρησκοληψείες και τις μιζέριες της . Η Αντρέα προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ των δύο ,όχι πάντοτε με επιτυχία , η κατάσταση στο σπίτι την επηρεάζει . Είναι επίσης σε σύγχυση διότι βρίσκεται στην ηλικία που ξυπνάει η σεξουαλικότητά της . Η ατμόσφαιρα γύρω της είναι διάχυτη από ερωτισμό . Ο Χουάν και η Γκλόρια , ο Ρομάν που την πέφτει σε όλες (με μιά ημίτρελλη Γκλόρια να τον παραφυλάει) , οι παρέες στο πανεπιστήμιο.Η Αντρέα θέλει να αγαπήσει και να αγαπηθεί αλλά την τρομάζουν αυτά που βλέπει , όπως αναφέρει στον πρόλογο του βιβλίου ο Μάριο Βάργκας Λιόσα : «...οι χαρακτήρες της Αβύσσου φαίνονται να ζουν εκτός πραγματικότητας , σ’ενα μυστηριώδη γαλαξία όπου οι επιθυμίες δεν υπάρχουν ή έχουν καταπιεστεί και διοχετευθεί προς αντισταθμιστικές δραστηριότητες , είναι στην τιθάσευση του έρωτα και του σεξ . Αν σε όλες τις όψεις της ζωής , ο κόσμος του μυθιστορήματος μαρτυρεί μια σεμνότυφη σε απάνθρωπο βαθμό ηθική που αλλοτριώνει άντρες και γυναίκες και τους φτωχαίνει , σε τούτη δω , του σεξ , αυτή η διαστρέβλωση αγγίζει απίστευτες διαστάσεις του είναι , ίσως , σε πολλές περιπτώσεις η κρυφή εξήγηση των νευρώσεων , της πικρίας , της ανησυχίας , της μοιραίας αβεβαιότητας ,των οποίων πέφτουν θύματα σχεδόν όλα τα πρόσωπα , ακόμη και η Ένα , η γεμάτη ζωή χειραφετημένη φίλη την οποία η Αντρέα θαυμάζει και ζηλεύει ταυτόχρονα.»

Τίποτα δεν υπάρχει , το απόλυτο κενό βασιλεύει σ’αυτή την παρακμασμένη και σχεδόν στοιχειωμένη πόλη όπως είναι η Βαρκελώνη του βιβλίου . Σκοτεινά δρομάκια , σκιές που περπατάνε τοίχο,τοίχο ,μιά ατμόσφαιρα γκροτέσκα και εφιαλτική . Τίποτα δεν υπάρχει και σ’αυτή την οικογένεια που τρώει τις σάρκες της . Η Αντρέα σώζεται από την δύναμη του χαρακτήρα της, τον τσαμπουκά που βγάζει , από την ικανότητά της να ισορροπεί ψυχικά αλλιώς θα είχε τρελλαθεί . Η διαμονή της στην «Χώρα των Θαυμάτων» θα την τραυματίσει αλλά ταυτόχρονα θα την ενηλικιώσει αφού στην κυριολεξία θα τα «έχει δει όλα»...

Αν το βιβλίο γραφόταν από τον Μάρκες θα είχαμε μιά φευγάτη Λατινοαμερικάνικη σάγκα με ποίηση και συναίσθημα , αν γυριζόταν ταινία από τον Αλμοδόβαρ θα είχαμε μιά απίστευτη φάρσα με έντονα χρώματα και υστερία (ή και μελόδραμα με τα ίδια χαρακτηριστικά) , αν γραφόταν από κάποιον Βρετανό συγγραφέα θα τονιζόταν περισσότερο τα σκοτεινά και γοτθικά του σημεία . Γράφτηκε όμως από ένα εικοσάχρονο κορίτσι και έχει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία μιάς που η Λαφορέτ γεννημένη το 1921 στην Βαρκελώνη,έζησε την παιδική της ηλικία στα Κανάρια νησιά και πήγε γιά σπουδές στην Βαρκελώνη όπως η Αντρέα η ηρωίδα της . Το μυθιστόρημα είναι αριστουργηματικό , η γραφή της συγγραφέως υπαινικτική και απλή μεταφέρει τον αναγνώστη κυριολεκτικά εντός της δράσης ,εντός της προβληματικής οικογένειας . Η ατμόσφαιρα θυμίζει Μπροντέ και Ανεμοδαρμένα Ύψη και κρατάει τον αναγνώστη σε αγωνία λόγω του παγερού και κάπως αποστασιοποιημένου ύφους του βιβλίου.

Η Λαφορέτ βραβεύτηκε το 1945 γιά την ΑΒΥΣΣΟ , έβγαλε και άλλα βιβλία αργότερα και στα μέσα της δεκαετίας του 50 έγινε φανατική καθολική.Κανένα βιβλίο της δεν έφτασε την ποιότητα και την επιτυχία του πρώτου της μυθιστορήματος,σε σημείο που να θεωρείται συγγραφέας ενός βιβλίου ουσιαστικά. . Η ΑΒΥΣΣΟΣ είναι το τρίτο πιό μεταφρασμένο μυθιστόρημα της Ισπανικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό (τα άλλα δύο είναι ο ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗΣ του Θερβάντες και η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΣΚΑΛ ΝΤΟΥΑΡΤΕ του Θέλα).