Τετάρτη, Ιουνίου 03, 2009
posted by Librofilo at Τετάρτη, Ιουνίου 03, 2009 | Permalink
There's only Clough's way
Το ποδόσφαιρο δεν είναι μιά απλή περίπτωση αθλήματος, ούτε κάτι που μπορεί να ξεπεράσει κανείς χωρίς να τον απασχολήσει η μαζικότητά του. Ως το κατ’εξοχήν λαϊκό και ευκολότερο στην κατανόηση του άθλημα τρέφεται και ζει από τους μύθους του. Κανείς ποδοσφαιρόφιλος δεν μπορεί να μείνει ασυγκίνητος μπροστά στα προσωπικά δράματα που εκτυλίσονται συνεχώς μπροστά στα μάτια του. Κάθε ποδοσφαιριστής που έχει μιά σχετική δημοφιλία κουβαλάει μαζί του και μιά μυθολογία γύρω από το όνομα του. Το πράγμα κινδυνεύει να ξεφτίσει τα τελευταία χρόνια λόγω των τεράστιων χρηματικών ποσών που κυκλοφορούν στον κόσμο του ποδοσφαίρου μετατρέποντας τους παίκτες από λαϊκούς ήρωες σε lifestyle φιγούρες αποξενώνοντας τους από την πλατειά μάζα.
Το Παγκόσμιο κύπελλο του 2006 θα μείνει στην ιστορία από το προσωπικό δράμα του Ζινεντίν Ζιντάν και την περίφημη κουτουλιά του – οι περισσότεροι μετά από χρόνια αυτή την σκηνή θα θυμούνται και όχι ποιός το κατέκτησε. Το Παγκόσμιο κύπελο της Σουηδίας το 1958 έχει μείνει στην ιστορία επειδή τότε πρωτοεμφανίστηκε ο Πελέ, ενώ το δράμα της εθνικής ομάδας της Ουγγαρίας στο Παγκόσμιο του 1954 όταν διέσυρε τους αντιπάλους της γιά να χάσει στον τελικό από το «βρώμικο» παιχνίδι της (αναγεννημένης) Γερμανίας είναι κάτι που έχει περάσει στο συλλογικό υποσυνείδητο ως μιά μοναδική ποδοσφαιρική τραγωδία. Οι φίλαθλοι έλκονται από περίεργες ιστορίες, ονειρεύονται στον ύπνο τους ότι ξεσκίζουν τα αντίπαλα δίχτυα, ότι βάζουν το γκόλ στο 90’, ότι αποθεώνονται από τα πλήθη. Έχουν μείνει ιστορικά τα ποδοσφαιρικά κόμικς που άνθισαν στην μεταπολεμική Ευρώπη (ξεκινώντας από την Μ.Βρετανία) με ιστορίες τερματοφυλάκων που έκαναν απίστευτες αποκρούσεις ενώ βρίσκονταν σε αναπηρικό καροτσάκι (Μπεν Λήπερ – περιοδ.ΜΠΛΕΚ),του γκολτζή Λέσλι Τόμπσον (περιοδ.ΓΚΟΛ) που το ένα του πόδι ήταν κοντύτερο από το άλλο και με κίνδυνο της σωματικής του ακεραιότητας σώζει την ομάδα του από τον υποβιβασμό γιά να φτάσουμε στον μεγαλύτερο ήρωα ποδοσφαιρικού κόμικ όλων των εποχών, τον θρυλικό Ρόυ των Ρόβερς που στην 33χρονη καριέρα του, πέτυχε εκατοντάδες γκολ,κέρδισε 10 πρωταθλήματα, 3 φορές το Ευρωπαϊκό κύπελο πρωταθλητριών (τον πρόδρομο του Champions League) και το φονικό αριστερό του πόδι τρόμαζε τους αντιπάλους του. Ο Ρόυ των Ρόβερς υποστήριζε φανατικά το fair play, ακολούθησε την προπονητική καριέρα με μεγάλη επιτυχία ενώ το κόμικ διεκόπη απότομα το 1976 όταν ο πρωταγωνιστής του έχασε το αριστερό του πόδι σε πτώση ελικοπτέρου!!
Υπάρχουν περιπτώσεις που η ζωή αντιγράφει τον μύθο, και η περίπτωση του Brian Clough (1935-2004), είναι μία από αυτές. Λες και η μοίρα έπαιξε ένα περίεργο παιχνίδι, ο Κλαφ βάδισε στα βήματα του χάρτινου ήρωα, Ρόυ των Ρόβερς. Μεγάλος σκόρερ στην Β κατηγορία της Αγγλίας, όταν σκόραρε πάνω από 250 φορές σε λιγότερους από 300 αγώνες, αναγκάστηκε να σταματήσει το ποδόσφαιρο το 1962, στα 27 του χρόνια από έναν σοβαρό τραυματισμό που του διέλυσε το πόδι. Επανήλθε δύο χρόνια μετά, έπαιξε ένα-δύο αγώνες αλλά το πόδι του δεν μπορούσε να αντέξει το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Ο Κλαφ έγινε ένας σύγχρονος θρύλος του ποδοσφαίρου, με την προπονητική του καριέρα. Δοξάστηκε χαρίζοντας πρωταθλήματα στις ταπεινές και καταφρονεμένες Ντέρμπυ Κάουντυ και Νότιγχαμ Φόρεστ. Με την δεύτερη κατέκτησε και δύο κύπελλα Πρωταθλητριών κερδίζοντας σε ηρωικούς τελικούς την Μάλμοε του Έρικσον και το Αμβούργο του Κήγκαν αντίστοιχα. Το μοναδικό μελανό σημάδι στην καριέρα του ήταν η ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας της μεγάλης ομάδας των δεκαετιών 60 και 70, της Leeds United. Μιά καταστροφική συγκυρία γιά τον Κλαφ και την Λιντς που διήρκεσε 44 δραματικές μέρες.
Αυτές τις περίεργες και μυστηριώδεις 44 μέρες (από τις 31 Ιουλίου έως τις 12 Σεπτεμβρίου του 1974), εξιστορεί ο Άγγλος συγγραφέας David Peace στο συγκλονιστικό του «μυθιστόρημα», «ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΗ ΟΜΑΔΑ (The Damned Utd.)», (Εκδ.Τόπος, (έξοχη) μετάφρ. Χ.Χαραλαμπόπουλου, σελ. 493). Ένα non fiction-novel που εισχωρεί βαθιά στην ψυχοσύνθεση αυτής της bigger than life προσωπικότητας, αυτού του ιδιοφυούς κλόουν, που λατρεύτηκε (και λατρεύεται ακόμα και τώρα μετά τον θάνατο του) σαν Θεός αλλά και μισήθηκε (και πολεμήθηκε) όσο λίγοι άνθρωποι του ποδοσφαίρου.
Τι ήταν ο Κλαφ λοιπόν; Σίγουρα ένας πανέξυπνος και παμπόνηρος άνθρωπος, με επικοινωνιακό χάρισμα και με την δύναμη της πειθούς. Γεννημένος ηγέτης μπορούσε να εμπνεύσει με το όραμά του και τον απλό και λαϊκό λόγο του (δεν απευθυνόταν δα και σε ακαδημαϊκούς!). Έλεγε ότι ήταν ακροαριστερός αν και η συμπεριφορά του, σε Σταλινιστή έφερνε (πάντως βοήθησε ενεργά το Εργατικό κόμμα τότε). Πραγματικός δικτάτορας στα αποδυτήρια, δύσκολος στην συνεργασία λόγω της ξεροκεφαλιάς του, δεν έκανε πίσω με τίποτα και δεν διαπραγματευόταν τις ιδέες του. Λατρεύτηκε από τα μήντια της εποχής αφού κάθε εμφάνιση του στην τηλεόραση, ανέβαζε τις θεαματικότητες, λόγω του αναρχικού του λόγου και των αιρετικών του απόψεων γύρω από το ποδόσφαιρο. Δεν μάσαγε τα λόγια του, μη διστάζοντας να κατηγορήσει τους αντίπαλους προπονητές, ποδοσφαιριστές και την ομοσπονδία φέρνοντας έτσι σε τρομερά δύσκολη θέση τους εκάστοτε διοικούντες των ομάδων που προπονούσε αφού τα πρόστιμα έπεφταν βροχή. «Ξερόλας» μοναδικός, συνδίαζε την αλαζονεία και την ποδοσφαιρική ιδιοφυία του Μουρίνιο, με την οργανωτικότητα του Βενγκέρ και τον συγκεντρωτισμό του Φέργκιουσον φέρνοντας όμως και κάτι από Αλέφαντο στην πολυλογία και την τρέλλα. Είχε την τύχη να συνεργασθεί με τον Πήτερ Τέηλορ, έναν χαρισματικό «κυνηγό ταλέντων», όπου ο ένας συμπλήρωνε τον άλλον στους πάγκους. Ο Τέηλορ με μάτι που έκοβε, διέσχιζε την Βρετανία να βρει παίκτες από μικρές κατηγορίες, φρόντιζε το κλίμα των αποδυτηρίων και ταυτόχρονα υποτασσόταν στην ηγεμονική μορφή του Κλαφ, όντας ο ίδιος τεράστια ανασφαλής.
Ο Peace στο βιβλίο του ακολουθεί την μορφή του ημερολογίου. Χωρισμένο σε 44 κεφάλαια όσες και οι μέρες που πέρασε ο Κλαφ στον (ηλεκτρικό) πάγκο της Λιντς, δεν περιγράφει μόνο το παρόν αλλά σε κάθε μέρα/κεφάλαιο κάνει και μιά αναδρομή στην καριέρα του Κλαφ, μέχρι την ημέρα της ανάληψης της τεχνικής ηγεσίας της Λιντς. Ο Κλαφ επιτέλεσε ένα θαύμα καθοδηγώντας (μαζί με τον Π.Τέηλορ), την μικρούλα Ντέρμπυ Κάουντυ από το 1967 έως το 1973 στην κατάκτηση ενός πρωταθλήματος Αγγλίας την σεζόν 1971-72, όταν η ομάδα αυτή μέχρι το 1969 βολόδερνε στις τελευταίες θέσεις της Β κατηγορίας. Το 1973 εξαναγκάστηκε σε παραίτηση από το διοικητικό συμβούλιο της Ντέρμπυ όταν γιά περίπου ένα χρόνο αμφισβητούντο οι πρακτικές του πάνω σε θέματα μεταγραφών, όπως και ο ρόλος του συνεργάτη του Τέηλορ στην ομάδα. Ακολούθησε σάλος και ταραχή στην πόλη, όπου υπήρχαν διαδηλώσεις των οπαδών, ενώ και οι παίκτες της ομάδας απειλούσαν με απεργία. Τελικά τα πράγματα κάπως ηρέμησαν και ο Κλαφ ενώ περίμενε πρόταση από την εθνική ομάδα της χώρας, την δουλειά εκεί την πήρε ο Ντον Ρέβι, ο προπονητής της πρωταθλήτριας ομάδας της Λιντς Γιουνάιτεντ. Αντί λοιπόν της ομοσπονδίας, η πρόταση ήρθε από την Λιντς. Την ομάδα που μισούσε όσο τίποτε άλλο ο Κλάφ, την οποία κατηγορούσε δημόσια γιά unfair παιχνίδι, γιά προσπάθειες επηρρεασμού των διαιτητών, γιά διαπλοκή. Τους θεωρούσε απατεώνες, ότι το ποδόσφαιρο που έπαιζαν ήταν σκληρό, βασισμένο στην τραχύτητα και την βρωμιά. Μισούσε οτιδήποτε αφορούσε την Λιντς και τον προπονητή της, ενώ έφτασε να απαιτεί δημόσια από την Ποδοσφαιρική ομοσπονδία να υποβιβάσει την Λιντς λόγω του τρόπου παιχνιδιού της. Η πρόταση ήρθε, ήταν δελεαστική και ως εκ θαύματος, ο Κλαφ την αποδέχεται. Ο Τέηλορ όμως, ο (κάτι παραπάνω από) συνεργάτης του, αρνείται να πάει στον «μισητό εχθρό» (μάλλον πιό διορατικός από τον Κλαφ),μένει πίσω, στην Μπράϊτον, μιά ομάδα Γ εθνικής, στην οποία είχε πάει το δίδυμο μετά την φυγή του από την Ντέρμπυ γιά λίγους μήνες.
«Ένα μέρος που σιχαίνομαι...που μισώ...που μισώ πολύ....
Το Έλαν Ρόουντ, η Λιντς, η Λιντς, η Λιντς.
Το έχω ξαναδεί. Έχω ξαναβρεθεί εδώ. Και ως παίκτης και ως προπονητής. Έξι ή επτά φορές σε έξι ή επτά χρόνια. Στην ουσία, όμως, πάντα σαν επισκέπτης. Πάντα ήμουν αλλού.
Το μισώ αυτό το μέρος...είναι γεμάτο από τις βρωμιές τους.
Αλλά όχι σήμερα. Όχι σήμερα. Τετάρτη 31 Ιουλίου 1974.
Άρθουρ Σίτον. Κολιν Σμιθ. Άρθουρ Μάχιν και Τζο Λάμπτον...
Σήμερα δεν είμαι πλέον επισκέπτης. Δεν είμαι πιά αλλού...
Δεν υπάρχουν πια ζόμπι, ψιθυρίζουν. Τέρμα πια τα καταραμένα ζόμπι, Μπράιαν...
Σήμερα είμαι καθοδόν γιά να πιάσω δουλειά.»
Ο Κλαφ θέλει να τ’αλλάξει όλα. Από την πρώτη μέρα προσπαθεί να «ξεφορτωθεί» το φάντασμα, την μορφή του προηγούμενου προπονητή, του Ντον Ρέβι. Ο Ρέβι, που θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους προπονητές του Αγγλικού ποδοσφαίρου όλων των εποχών, αναμόρφωσε την Λιντς από το 1961 που την ανέλαβε, οδηγώντας την σε δύο πρωταθλήματα, ένα κύπελλο και έντονη ευρωπαϊκή παρουσία. Οργανωτικός στο έπακρο, παρέδωσε έναν σύλλογο που λειτουργούσε στην εντέλεια με βοηθούς, κατασκόπους και γερή πρόσβαση στην εξουσία. Οι παίκτες ήταν όλοι δημιουργήματά του και τον ακολουθούσαν τυφλά, είχαν γίνει όλοι φίρμες, με χλιδάτα αυτοκίνητα και μεγαλοαστική ζωή. Το τελείως αντίθετο δηλαδή από αυτό που πρέσβευε για το ποδόσφαιρο ο Κλαφ (ο οποίος ήθελε τους ποδοσφαιριστές ταπεινούς, καθόλου προκλητικούς στις συμπεριφορές τους και πάντα κοντά στον κόσμο – όπως ήταν ο ίδιος δηλαδή), που προσπάθησε να τους «ψαρώσει» από την πρώτη τους συνάντηση.
«...«Προπονηθείτε σκληρά,μείνετε προσγειωμένοι,κάντε τα πράγματα με τον δικό μου τρόπο και θα έχετε τις ευκαιρίες σας. Απο εσάς εξαρτάται να τις εκμεταλλευτείτε.»
Με τον δικό μου τρόπο
«Κύριοι μπορώ επίσης να σας το πω τώρα. Μπορεί να έχετε κερδίσει όλες τις διακρίσεις στο εσωτερικό και αρκετές ευρωπαϊκές, αλλά σε ό,τι με αφορά, πετάξτε όλα τα μετάλλια, τα κύπελλα και τις συμμετοχές σας με την εθνική στον μεγαλύτερο σκουπιδοτενεκέ που μπορείτε να βρείτε, γιατί τίποτα απ’όσα κερδίσατε δεν τα κερδίσατε τίμια.»
Κύριε Ιησού Χριστέ, Προστάτη και Δημιουργέ μας...
«Και κάτι ακόμα», λέω σε όλους με έμφαση. «Δεν θέλων να ξανακούσω ποτέ του όνομα του γαμημένου Ντον Ρέβι. Ποτέ ξανά. Ο πρώτος, λοιπόν, που θα αναφέρει αυτό το γαμημένο όνομα ξανά, θα περάσει μία εβδομάδα προπονήσεων με τα δεύτερα. Όποιος κι αν είναι. Τώρα ξεκουμπιστείτε! Εμπρός! Σπίτια σας!»
Αμήν...»
Η πρώτη-πρώτη ενέργεια του, είναι να πάρει ένα τσεκούρι και να κάνει κομμάτια το γραφείο του Ντον Ρέβι. Από την επόμενη μέρα προσπαθεί να πουλήσει τους παλαιότερους παίκτες και να φέρει τους παλιούς δικούς του που είχε στην Ντέρμπι. Όπως ήταν φυσικό, οι παίκτες τον σαμποτάρουν. Τα αποτελέσματα είναι δραματικά, από τα πρώτα φιλικά καταλαβαίνει και ο πιό αδαής ότι το πράγμα δεν μπορεί να πάει μακριά. Με το που αρχίζει το πρωτάθλημα η ομάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις του βαθμολογικού πίνακα. Περίοδος ανοχής δεν υπάρχει. "Μ'αγαπούν γι'αυτό που δεν είμαι. Με μισούν γι'αυτό που είμαι". Οι οπαδοί είναι ψυχροί απέναντί του, δεν έχουν ξεχάσει το υβρεολόγιο του Κλαφ όλα αυτά τα χρόνια προς την ομάδα τους, οι παίκτες νιώθουν το έδαφος να τρέμει κάτω από τα πόδια τους, οι βοηθοί (παλιοί συνεργάτες του Ρέβι), καταλαβαίνουν ότι πρόκειται να «φαγωθούν» σύντομα και ο Κλαφ είναι όλο και πιό απόμακρος, προσπαθώντας να καταπνίξει την μοναξιά του στο ποτό και να πολεμήσει τις ανασφάλειές του σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Οι 44 μέρες θα κυλήσουν γρήγορα και η φυσιολογική (υπό τις συνθήκες) απόλυση θα έρθει μαζί με μιά γενναία αποζημίωση...
Ο Peace επιλέγοντας να μη περιγράψει τα γεγονότα αλλά να δώσει τον μυθιστορηματικό λόγο στον Κλαφ, τον μετατρέπει αυτόματα σε Σαιξπηρικό ήρωα με την απαραίτητη δόση της τρέλλας του μεγαλείου. Γενικότερα οι ποδοσφαιρικοί μάνατζερς στην Αγγλία έχοντας όλες τις εξουσίες στα χέρια τους είναι (και αισθάνονται) ως μικροί Θεοί. Εάν τους βοηθήσουν και τα αποτελέσματα (να μη ξεχνάμε ότι στο ποδόσφαιρο ένα μεγάλο μέρος της επιτυχίας οφείλεται (και) στην τύχη), δεν θέλουν και πολύ γιά να «ξεφύγουν». Η νευρώδης γραφή, τα κινηματογραφικά voice-overs, η μοναξιά και η αίσθηση της απελπισίας που κυριεύουν τον Κλαφ καθώς και η συνεχής του σκέψη γιά το πως θα αλλάξει την ψυχή και την ραχοκοκκαλιά της ομάδας που ανέλαβε που τον φέρνουν σε σημείο παραλογισμού, κάνουν το βιβλίο ένα συναρπαστικό και μεγαλειώδες ανάγνωσμα, ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα που έχουν γραφτεί για τον κόσμο του ποδοσφαίρου.
Το βιβλίο γυρίστηκε ταινία από τον Τομ Χούπερ, έναν γνωστό από τις τηλεοπτικές του δουλειές σκηνοθέτη, σε σενάριο του πολύ επιτυχημένου Πήτερ Μόργκαν (Η Βασίλισσα,Φροστ-Νίξον,ο τελευταίος βασιλιάς της Σκωτίας) και πρωταγωνιστή, στον ρόλο του Κλάφι, τον (πάντα εξαιρετικό character ηθοποιό) Μάικλ Σην, του οποίου η ομοιότητα με τον Κλαφ ξαφνιάζει. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στην Αγγλία τον Μάρτιο του 2009 με τεράστια επιτυχία. Ο Μπράϊαν Κλαφ λίγο καιρό μετά την απόλυσή του από την Λιντς Γιουνάιτεντ, τον Ιανουάριο του 1975 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Νότιγχαμ Φόρεστ που βρισκόταν στην μέση της βαθμολογίας της Β εθνικής. Ο Π.Τέηλορ τον ακολούθησε το επόμενο καλοκαίρι και έτσι το φοβερό δίδυμο επανενώθηκε γιά να οδηγήσει αυτήν την ασήμαντη ομάδα σε κάτι μοναδικό στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Την σεζόν 76-77 η ομάδα προβιβάζεται στην Α εθνική και τον επόμενο χρόνο, την σεζόν 77-78 κερδίζει το πρωτάθλημα Αγγλίας και αμέσως μετά, την σεζόν 78-79 κερδίζει το Κύπελλο Πρωταθλητριών, το οποίο ξανακερδίζει την αμέσως επόμενη χρονιά (79-80) σε έναν ανεπανάληπτο τελικό με το Αμβούργο. Στην Νότιγχαμ, ο Κλαφ θα μείνει 18 χρόνια, όπου και θα κλείσει την προπονητική του καριέρα, την ημέρα που η ομάδα θα υποβιβαστεί στην Β κατηγορία το 1992. Ήδη τα έντονα προβλήματα αλκοολισμού του, του είχαν προκαλέσει μεγάλη ζημιά στο συκώτι, ενώ ο θάνατος του στενού του συνεργάτη Π.Τέηλορ (με τον οποίο είχε τσακωθεί το 1983) τον «τσάκισε» ψυχολογικά. Το συγκινητικό standing ovation του κοινού της Νότιγχαμ προς τον μεγάλο μάνατζερ την ημέρα που η ομάδα υποβιβαζόταν είναι από τις πιό μεγαλειώδεις σκηνές του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Ο Κλαφ κατηγορήθηκε αργότερα από την Ποδοσφαιρική ομοσπονδία για οικονομικές ατασθαλίες στις μεταγραφές παικτών (μίζες) αλλά τίποτα δεν αποδείχτηκε. Πέθανε το 2004 από καρκίνο του στομάχου, την νεκρώσιμη ακολουθία (στην οποία υπήρχει εισιτήριο) παρακολούθησαν 14000 άνθρωποι, ενώ δύο ανδριάντες του, έχουν ανεγερθεί στο Μίντλεσμπρο (την πόλη που γεννήθηκε) και στο Νότιγχαμ.
Πρόσθετες πληροφορίες
- Εξαιρετικό tribute film αφιερωμένο στον Κλαφ (42 λεπτών) με συνεντεύξεις του, λεπτομέρειες από την καριέρα του, μπορεί κανείς να παρακολουθήσει εδώ
- Trailer από την (μάλλον πολύ ενδιαφέρουσα) ταινία, παρακολουθούμε εδώ.
- Ο γιός του Κλαφ, ο Νάιτζελ έκανε μιά αρκετά επιτυχημένη ποδοσφαιρική καριέρα και τώρα είναι προπονητής
- Το βιβλίο κατηγορήθηκε από την οικογένεια Κλαφ, ως ανακριβές και «υπερβολικό».
- Ο πρώην ποδοσφαιριστής της Λιντς, Τζον Τζάιλς που βρισκόταν στα τελειώματα της καριέρας του, όταν ανέλαβε ο Κλαφ την Λιντς (και τον οποίο ο τελευταίος προσπάθησε από την πρώτη μέρα να ξεφορτωθεί πουλώντας τον στην Τότεναμ), κατηγορείται ανοιχτά στο βιβλίο, ότι ήταν ο πρωτεργάτης του «πολέμου» των παικτών εναντίον του προπονητή. Ο Τζάιλς μήνυσε τον συγγραφέα και τον εκδοτικό οίκο και κέρδισε μιά μεγάλη αποζημίωση.
- Τι περίεργο...Ένας εκ των μεγαλυτέρων Σκωτσέζων προπονητών, ο Τζοκ Στάιν ανέλαβε την Λιντς, 4 χρόνια μετά τον Κλαφ, το 1978. Και αυτός άντεξε 44 μέρες...
Το Παγκόσμιο κύπελλο του 2006 θα μείνει στην ιστορία από το προσωπικό δράμα του Ζινεντίν Ζιντάν και την περίφημη κουτουλιά του – οι περισσότεροι μετά από χρόνια αυτή την σκηνή θα θυμούνται και όχι ποιός το κατέκτησε. Το Παγκόσμιο κύπελο της Σουηδίας το 1958 έχει μείνει στην ιστορία επειδή τότε πρωτοεμφανίστηκε ο Πελέ, ενώ το δράμα της εθνικής ομάδας της Ουγγαρίας στο Παγκόσμιο του 1954 όταν διέσυρε τους αντιπάλους της γιά να χάσει στον τελικό από το «βρώμικο» παιχνίδι της (αναγεννημένης) Γερμανίας είναι κάτι που έχει περάσει στο συλλογικό υποσυνείδητο ως μιά μοναδική ποδοσφαιρική τραγωδία. Οι φίλαθλοι έλκονται από περίεργες ιστορίες, ονειρεύονται στον ύπνο τους ότι ξεσκίζουν τα αντίπαλα δίχτυα, ότι βάζουν το γκόλ στο 90’, ότι αποθεώνονται από τα πλήθη. Έχουν μείνει ιστορικά τα ποδοσφαιρικά κόμικς που άνθισαν στην μεταπολεμική Ευρώπη (ξεκινώντας από την Μ.Βρετανία) με ιστορίες τερματοφυλάκων που έκαναν απίστευτες αποκρούσεις ενώ βρίσκονταν σε αναπηρικό καροτσάκι (Μπεν Λήπερ – περιοδ.ΜΠΛΕΚ),του γκολτζή Λέσλι Τόμπσον (περιοδ.ΓΚΟΛ) που το ένα του πόδι ήταν κοντύτερο από το άλλο και με κίνδυνο της σωματικής του ακεραιότητας σώζει την ομάδα του από τον υποβιβασμό γιά να φτάσουμε στον μεγαλύτερο ήρωα ποδοσφαιρικού κόμικ όλων των εποχών, τον θρυλικό Ρόυ των Ρόβερς που στην 33χρονη καριέρα του, πέτυχε εκατοντάδες γκολ,κέρδισε 10 πρωταθλήματα, 3 φορές το Ευρωπαϊκό κύπελο πρωταθλητριών (τον πρόδρομο του Champions League) και το φονικό αριστερό του πόδι τρόμαζε τους αντιπάλους του. Ο Ρόυ των Ρόβερς υποστήριζε φανατικά το fair play, ακολούθησε την προπονητική καριέρα με μεγάλη επιτυχία ενώ το κόμικ διεκόπη απότομα το 1976 όταν ο πρωταγωνιστής του έχασε το αριστερό του πόδι σε πτώση ελικοπτέρου!!
Υπάρχουν περιπτώσεις που η ζωή αντιγράφει τον μύθο, και η περίπτωση του Brian Clough (1935-2004), είναι μία από αυτές. Λες και η μοίρα έπαιξε ένα περίεργο παιχνίδι, ο Κλαφ βάδισε στα βήματα του χάρτινου ήρωα, Ρόυ των Ρόβερς. Μεγάλος σκόρερ στην Β κατηγορία της Αγγλίας, όταν σκόραρε πάνω από 250 φορές σε λιγότερους από 300 αγώνες, αναγκάστηκε να σταματήσει το ποδόσφαιρο το 1962, στα 27 του χρόνια από έναν σοβαρό τραυματισμό που του διέλυσε το πόδι. Επανήλθε δύο χρόνια μετά, έπαιξε ένα-δύο αγώνες αλλά το πόδι του δεν μπορούσε να αντέξει το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Ο Κλαφ έγινε ένας σύγχρονος θρύλος του ποδοσφαίρου, με την προπονητική του καριέρα. Δοξάστηκε χαρίζοντας πρωταθλήματα στις ταπεινές και καταφρονεμένες Ντέρμπυ Κάουντυ και Νότιγχαμ Φόρεστ. Με την δεύτερη κατέκτησε και δύο κύπελλα Πρωταθλητριών κερδίζοντας σε ηρωικούς τελικούς την Μάλμοε του Έρικσον και το Αμβούργο του Κήγκαν αντίστοιχα. Το μοναδικό μελανό σημάδι στην καριέρα του ήταν η ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας της μεγάλης ομάδας των δεκαετιών 60 και 70, της Leeds United. Μιά καταστροφική συγκυρία γιά τον Κλαφ και την Λιντς που διήρκεσε 44 δραματικές μέρες.
Αυτές τις περίεργες και μυστηριώδεις 44 μέρες (από τις 31 Ιουλίου έως τις 12 Σεπτεμβρίου του 1974), εξιστορεί ο Άγγλος συγγραφέας David Peace στο συγκλονιστικό του «μυθιστόρημα», «ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΗ ΟΜΑΔΑ (The Damned Utd.)», (Εκδ.Τόπος, (έξοχη) μετάφρ. Χ.Χαραλαμπόπουλου, σελ. 493). Ένα non fiction-novel που εισχωρεί βαθιά στην ψυχοσύνθεση αυτής της bigger than life προσωπικότητας, αυτού του ιδιοφυούς κλόουν, που λατρεύτηκε (και λατρεύεται ακόμα και τώρα μετά τον θάνατο του) σαν Θεός αλλά και μισήθηκε (και πολεμήθηκε) όσο λίγοι άνθρωποι του ποδοσφαίρου.
Τι ήταν ο Κλαφ λοιπόν; Σίγουρα ένας πανέξυπνος και παμπόνηρος άνθρωπος, με επικοινωνιακό χάρισμα και με την δύναμη της πειθούς. Γεννημένος ηγέτης μπορούσε να εμπνεύσει με το όραμά του και τον απλό και λαϊκό λόγο του (δεν απευθυνόταν δα και σε ακαδημαϊκούς!). Έλεγε ότι ήταν ακροαριστερός αν και η συμπεριφορά του, σε Σταλινιστή έφερνε (πάντως βοήθησε ενεργά το Εργατικό κόμμα τότε). Πραγματικός δικτάτορας στα αποδυτήρια, δύσκολος στην συνεργασία λόγω της ξεροκεφαλιάς του, δεν έκανε πίσω με τίποτα και δεν διαπραγματευόταν τις ιδέες του. Λατρεύτηκε από τα μήντια της εποχής αφού κάθε εμφάνιση του στην τηλεόραση, ανέβαζε τις θεαματικότητες, λόγω του αναρχικού του λόγου και των αιρετικών του απόψεων γύρω από το ποδόσφαιρο. Δεν μάσαγε τα λόγια του, μη διστάζοντας να κατηγορήσει τους αντίπαλους προπονητές, ποδοσφαιριστές και την ομοσπονδία φέρνοντας έτσι σε τρομερά δύσκολη θέση τους εκάστοτε διοικούντες των ομάδων που προπονούσε αφού τα πρόστιμα έπεφταν βροχή. «Ξερόλας» μοναδικός, συνδίαζε την αλαζονεία και την ποδοσφαιρική ιδιοφυία του Μουρίνιο, με την οργανωτικότητα του Βενγκέρ και τον συγκεντρωτισμό του Φέργκιουσον φέρνοντας όμως και κάτι από Αλέφαντο στην πολυλογία και την τρέλλα. Είχε την τύχη να συνεργασθεί με τον Πήτερ Τέηλορ, έναν χαρισματικό «κυνηγό ταλέντων», όπου ο ένας συμπλήρωνε τον άλλον στους πάγκους. Ο Τέηλορ με μάτι που έκοβε, διέσχιζε την Βρετανία να βρει παίκτες από μικρές κατηγορίες, φρόντιζε το κλίμα των αποδυτηρίων και ταυτόχρονα υποτασσόταν στην ηγεμονική μορφή του Κλαφ, όντας ο ίδιος τεράστια ανασφαλής.
Ο Peace στο βιβλίο του ακολουθεί την μορφή του ημερολογίου. Χωρισμένο σε 44 κεφάλαια όσες και οι μέρες που πέρασε ο Κλαφ στον (ηλεκτρικό) πάγκο της Λιντς, δεν περιγράφει μόνο το παρόν αλλά σε κάθε μέρα/κεφάλαιο κάνει και μιά αναδρομή στην καριέρα του Κλαφ, μέχρι την ημέρα της ανάληψης της τεχνικής ηγεσίας της Λιντς. Ο Κλαφ επιτέλεσε ένα θαύμα καθοδηγώντας (μαζί με τον Π.Τέηλορ), την μικρούλα Ντέρμπυ Κάουντυ από το 1967 έως το 1973 στην κατάκτηση ενός πρωταθλήματος Αγγλίας την σεζόν 1971-72, όταν η ομάδα αυτή μέχρι το 1969 βολόδερνε στις τελευταίες θέσεις της Β κατηγορίας. Το 1973 εξαναγκάστηκε σε παραίτηση από το διοικητικό συμβούλιο της Ντέρμπυ όταν γιά περίπου ένα χρόνο αμφισβητούντο οι πρακτικές του πάνω σε θέματα μεταγραφών, όπως και ο ρόλος του συνεργάτη του Τέηλορ στην ομάδα. Ακολούθησε σάλος και ταραχή στην πόλη, όπου υπήρχαν διαδηλώσεις των οπαδών, ενώ και οι παίκτες της ομάδας απειλούσαν με απεργία. Τελικά τα πράγματα κάπως ηρέμησαν και ο Κλαφ ενώ περίμενε πρόταση από την εθνική ομάδα της χώρας, την δουλειά εκεί την πήρε ο Ντον Ρέβι, ο προπονητής της πρωταθλήτριας ομάδας της Λιντς Γιουνάιτεντ. Αντί λοιπόν της ομοσπονδίας, η πρόταση ήρθε από την Λιντς. Την ομάδα που μισούσε όσο τίποτε άλλο ο Κλάφ, την οποία κατηγορούσε δημόσια γιά unfair παιχνίδι, γιά προσπάθειες επηρρεασμού των διαιτητών, γιά διαπλοκή. Τους θεωρούσε απατεώνες, ότι το ποδόσφαιρο που έπαιζαν ήταν σκληρό, βασισμένο στην τραχύτητα και την βρωμιά. Μισούσε οτιδήποτε αφορούσε την Λιντς και τον προπονητή της, ενώ έφτασε να απαιτεί δημόσια από την Ποδοσφαιρική ομοσπονδία να υποβιβάσει την Λιντς λόγω του τρόπου παιχνιδιού της. Η πρόταση ήρθε, ήταν δελεαστική και ως εκ θαύματος, ο Κλαφ την αποδέχεται. Ο Τέηλορ όμως, ο (κάτι παραπάνω από) συνεργάτης του, αρνείται να πάει στον «μισητό εχθρό» (μάλλον πιό διορατικός από τον Κλαφ),μένει πίσω, στην Μπράϊτον, μιά ομάδα Γ εθνικής, στην οποία είχε πάει το δίδυμο μετά την φυγή του από την Ντέρμπυ γιά λίγους μήνες.
«Ένα μέρος που σιχαίνομαι...που μισώ...που μισώ πολύ....
Το Έλαν Ρόουντ, η Λιντς, η Λιντς, η Λιντς.
Το έχω ξαναδεί. Έχω ξαναβρεθεί εδώ. Και ως παίκτης και ως προπονητής. Έξι ή επτά φορές σε έξι ή επτά χρόνια. Στην ουσία, όμως, πάντα σαν επισκέπτης. Πάντα ήμουν αλλού.
Το μισώ αυτό το μέρος...είναι γεμάτο από τις βρωμιές τους.
Αλλά όχι σήμερα. Όχι σήμερα. Τετάρτη 31 Ιουλίου 1974.
Άρθουρ Σίτον. Κολιν Σμιθ. Άρθουρ Μάχιν και Τζο Λάμπτον...
Σήμερα δεν είμαι πλέον επισκέπτης. Δεν είμαι πιά αλλού...
Δεν υπάρχουν πια ζόμπι, ψιθυρίζουν. Τέρμα πια τα καταραμένα ζόμπι, Μπράιαν...
Σήμερα είμαι καθοδόν γιά να πιάσω δουλειά.»
Ο Κλαφ θέλει να τ’αλλάξει όλα. Από την πρώτη μέρα προσπαθεί να «ξεφορτωθεί» το φάντασμα, την μορφή του προηγούμενου προπονητή, του Ντον Ρέβι. Ο Ρέβι, που θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους προπονητές του Αγγλικού ποδοσφαίρου όλων των εποχών, αναμόρφωσε την Λιντς από το 1961 που την ανέλαβε, οδηγώντας την σε δύο πρωταθλήματα, ένα κύπελλο και έντονη ευρωπαϊκή παρουσία. Οργανωτικός στο έπακρο, παρέδωσε έναν σύλλογο που λειτουργούσε στην εντέλεια με βοηθούς, κατασκόπους και γερή πρόσβαση στην εξουσία. Οι παίκτες ήταν όλοι δημιουργήματά του και τον ακολουθούσαν τυφλά, είχαν γίνει όλοι φίρμες, με χλιδάτα αυτοκίνητα και μεγαλοαστική ζωή. Το τελείως αντίθετο δηλαδή από αυτό που πρέσβευε για το ποδόσφαιρο ο Κλαφ (ο οποίος ήθελε τους ποδοσφαιριστές ταπεινούς, καθόλου προκλητικούς στις συμπεριφορές τους και πάντα κοντά στον κόσμο – όπως ήταν ο ίδιος δηλαδή), που προσπάθησε να τους «ψαρώσει» από την πρώτη τους συνάντηση.
«...«Προπονηθείτε σκληρά,μείνετε προσγειωμένοι,κάντε τα πράγματα με τον δικό μου τρόπο και θα έχετε τις ευκαιρίες σας. Απο εσάς εξαρτάται να τις εκμεταλλευτείτε.»
Με τον δικό μου τρόπο
«Κύριοι μπορώ επίσης να σας το πω τώρα. Μπορεί να έχετε κερδίσει όλες τις διακρίσεις στο εσωτερικό και αρκετές ευρωπαϊκές, αλλά σε ό,τι με αφορά, πετάξτε όλα τα μετάλλια, τα κύπελλα και τις συμμετοχές σας με την εθνική στον μεγαλύτερο σκουπιδοτενεκέ που μπορείτε να βρείτε, γιατί τίποτα απ’όσα κερδίσατε δεν τα κερδίσατε τίμια.»
Κύριε Ιησού Χριστέ, Προστάτη και Δημιουργέ μας...
«Και κάτι ακόμα», λέω σε όλους με έμφαση. «Δεν θέλων να ξανακούσω ποτέ του όνομα του γαμημένου Ντον Ρέβι. Ποτέ ξανά. Ο πρώτος, λοιπόν, που θα αναφέρει αυτό το γαμημένο όνομα ξανά, θα περάσει μία εβδομάδα προπονήσεων με τα δεύτερα. Όποιος κι αν είναι. Τώρα ξεκουμπιστείτε! Εμπρός! Σπίτια σας!»
Αμήν...»
Η πρώτη-πρώτη ενέργεια του, είναι να πάρει ένα τσεκούρι και να κάνει κομμάτια το γραφείο του Ντον Ρέβι. Από την επόμενη μέρα προσπαθεί να πουλήσει τους παλαιότερους παίκτες και να φέρει τους παλιούς δικούς του που είχε στην Ντέρμπι. Όπως ήταν φυσικό, οι παίκτες τον σαμποτάρουν. Τα αποτελέσματα είναι δραματικά, από τα πρώτα φιλικά καταλαβαίνει και ο πιό αδαής ότι το πράγμα δεν μπορεί να πάει μακριά. Με το που αρχίζει το πρωτάθλημα η ομάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις του βαθμολογικού πίνακα. Περίοδος ανοχής δεν υπάρχει. "Μ'αγαπούν γι'αυτό που δεν είμαι. Με μισούν γι'αυτό που είμαι". Οι οπαδοί είναι ψυχροί απέναντί του, δεν έχουν ξεχάσει το υβρεολόγιο του Κλαφ όλα αυτά τα χρόνια προς την ομάδα τους, οι παίκτες νιώθουν το έδαφος να τρέμει κάτω από τα πόδια τους, οι βοηθοί (παλιοί συνεργάτες του Ρέβι), καταλαβαίνουν ότι πρόκειται να «φαγωθούν» σύντομα και ο Κλαφ είναι όλο και πιό απόμακρος, προσπαθώντας να καταπνίξει την μοναξιά του στο ποτό και να πολεμήσει τις ανασφάλειές του σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Οι 44 μέρες θα κυλήσουν γρήγορα και η φυσιολογική (υπό τις συνθήκες) απόλυση θα έρθει μαζί με μιά γενναία αποζημίωση...
Ο Peace επιλέγοντας να μη περιγράψει τα γεγονότα αλλά να δώσει τον μυθιστορηματικό λόγο στον Κλαφ, τον μετατρέπει αυτόματα σε Σαιξπηρικό ήρωα με την απαραίτητη δόση της τρέλλας του μεγαλείου. Γενικότερα οι ποδοσφαιρικοί μάνατζερς στην Αγγλία έχοντας όλες τις εξουσίες στα χέρια τους είναι (και αισθάνονται) ως μικροί Θεοί. Εάν τους βοηθήσουν και τα αποτελέσματα (να μη ξεχνάμε ότι στο ποδόσφαιρο ένα μεγάλο μέρος της επιτυχίας οφείλεται (και) στην τύχη), δεν θέλουν και πολύ γιά να «ξεφύγουν». Η νευρώδης γραφή, τα κινηματογραφικά voice-overs, η μοναξιά και η αίσθηση της απελπισίας που κυριεύουν τον Κλαφ καθώς και η συνεχής του σκέψη γιά το πως θα αλλάξει την ψυχή και την ραχοκοκκαλιά της ομάδας που ανέλαβε που τον φέρνουν σε σημείο παραλογισμού, κάνουν το βιβλίο ένα συναρπαστικό και μεγαλειώδες ανάγνωσμα, ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα που έχουν γραφτεί για τον κόσμο του ποδοσφαίρου.
Το βιβλίο γυρίστηκε ταινία από τον Τομ Χούπερ, έναν γνωστό από τις τηλεοπτικές του δουλειές σκηνοθέτη, σε σενάριο του πολύ επιτυχημένου Πήτερ Μόργκαν (Η Βασίλισσα,Φροστ-Νίξον,ο τελευταίος βασιλιάς της Σκωτίας) και πρωταγωνιστή, στον ρόλο του Κλάφι, τον (πάντα εξαιρετικό character ηθοποιό) Μάικλ Σην, του οποίου η ομοιότητα με τον Κλαφ ξαφνιάζει. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στην Αγγλία τον Μάρτιο του 2009 με τεράστια επιτυχία. Ο Μπράϊαν Κλαφ λίγο καιρό μετά την απόλυσή του από την Λιντς Γιουνάιτεντ, τον Ιανουάριο του 1975 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Νότιγχαμ Φόρεστ που βρισκόταν στην μέση της βαθμολογίας της Β εθνικής. Ο Π.Τέηλορ τον ακολούθησε το επόμενο καλοκαίρι και έτσι το φοβερό δίδυμο επανενώθηκε γιά να οδηγήσει αυτήν την ασήμαντη ομάδα σε κάτι μοναδικό στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Την σεζόν 76-77 η ομάδα προβιβάζεται στην Α εθνική και τον επόμενο χρόνο, την σεζόν 77-78 κερδίζει το πρωτάθλημα Αγγλίας και αμέσως μετά, την σεζόν 78-79 κερδίζει το Κύπελλο Πρωταθλητριών, το οποίο ξανακερδίζει την αμέσως επόμενη χρονιά (79-80) σε έναν ανεπανάληπτο τελικό με το Αμβούργο. Στην Νότιγχαμ, ο Κλαφ θα μείνει 18 χρόνια, όπου και θα κλείσει την προπονητική του καριέρα, την ημέρα που η ομάδα θα υποβιβαστεί στην Β κατηγορία το 1992. Ήδη τα έντονα προβλήματα αλκοολισμού του, του είχαν προκαλέσει μεγάλη ζημιά στο συκώτι, ενώ ο θάνατος του στενού του συνεργάτη Π.Τέηλορ (με τον οποίο είχε τσακωθεί το 1983) τον «τσάκισε» ψυχολογικά. Το συγκινητικό standing ovation του κοινού της Νότιγχαμ προς τον μεγάλο μάνατζερ την ημέρα που η ομάδα υποβιβαζόταν είναι από τις πιό μεγαλειώδεις σκηνές του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Ο Κλαφ κατηγορήθηκε αργότερα από την Ποδοσφαιρική ομοσπονδία για οικονομικές ατασθαλίες στις μεταγραφές παικτών (μίζες) αλλά τίποτα δεν αποδείχτηκε. Πέθανε το 2004 από καρκίνο του στομάχου, την νεκρώσιμη ακολουθία (στην οποία υπήρχει εισιτήριο) παρακολούθησαν 14000 άνθρωποι, ενώ δύο ανδριάντες του, έχουν ανεγερθεί στο Μίντλεσμπρο (την πόλη που γεννήθηκε) και στο Νότιγχαμ.
Πρόσθετες πληροφορίες
- Εξαιρετικό tribute film αφιερωμένο στον Κλαφ (42 λεπτών) με συνεντεύξεις του, λεπτομέρειες από την καριέρα του, μπορεί κανείς να παρακολουθήσει εδώ
- Trailer από την (μάλλον πολύ ενδιαφέρουσα) ταινία, παρακολουθούμε εδώ.
- Ο γιός του Κλαφ, ο Νάιτζελ έκανε μιά αρκετά επιτυχημένη ποδοσφαιρική καριέρα και τώρα είναι προπονητής
- Το βιβλίο κατηγορήθηκε από την οικογένεια Κλαφ, ως ανακριβές και «υπερβολικό».
- Ο πρώην ποδοσφαιριστής της Λιντς, Τζον Τζάιλς που βρισκόταν στα τελειώματα της καριέρας του, όταν ανέλαβε ο Κλαφ την Λιντς (και τον οποίο ο τελευταίος προσπάθησε από την πρώτη μέρα να ξεφορτωθεί πουλώντας τον στην Τότεναμ), κατηγορείται ανοιχτά στο βιβλίο, ότι ήταν ο πρωτεργάτης του «πολέμου» των παικτών εναντίον του προπονητή. Ο Τζάιλς μήνυσε τον συγγραφέα και τον εκδοτικό οίκο και κέρδισε μιά μεγάλη αποζημίωση.
- Τι περίεργο...Ένας εκ των μεγαλυτέρων Σκωτσέζων προπονητών, ο Τζοκ Στάιν ανέλαβε την Λιντς, 4 χρόνια μετά τον Κλαφ, το 1978. Και αυτός άντεξε 44 μέρες...
Δημοσίευση σχολίου