Τρίτη, Οκτωβρίου 13, 2009
posted by Librofilo at Τρίτη, Οκτωβρίου 13, 2009 | Permalink
Smoke gets in your eyes
Το πρωί της 12ης Σεπτεμβρίου, της «Τετάρτης της Στάχτης», η Κορίν βγήκε να περπατήσει μέχρι το Ground Zero. Το πρώτο μεγάλο σοκ της χθεσινής μέρας είχε περάσει και ο κόσμος άρχισε σιγά-σιγά να βγαίνει στους δρόμους. Ο καπνός είχε σκεπάσει το Μανχάταν και «έβρεχε» ακόμα στάχτη. Ξαφνικά μέσα από τους καπνούς, η Κορίν βλέπει έναν άντρα να περπατάει τρεκλίζοντας φορώντας ένα κράνος και έχοντας μιά κίτρινη συσκευή οξυγόνου. Δείχνει να μη ξέρει που βρίσκεται και η Κορίν ξεπροβάλλει σαν οπτασία μπροστά του. Του δίνει νερό να πιεί, εκείνος αρχίζει να συνέρχεται. Της λέει ότι ήταν στα ερείπια των Πύργων ψάχνοντας γιά τον φίλο του με τον οποίο είχε ραντεβού για πρωινό καφέ στην περιοχή. Εκείνος άργησε και αυτό τον έσωσε. Πέρασε μιά ολόκληρη μέρα περνώντας στον διπλανό του κομμάτια από μπάζα μέσα στα ερείπια αλλά τι να βρεις...
«...Εκατόν τόσοι όροφοι από το έδαφος. Αν η κόρη μου δεν είχε μεθύσει, αν η γυναίκα μου δεν...Αν δεν είχα τσακωθεί και με τις δυο τους.«Παράθυρα στον κόσμο»,στις οχτώ.»
«Έχεις μιλήσει μαζί τους;Ξέρει η οικογένειά σου πως είσαι ασφαλής;»
Εκείνος ένευσε,στρέφοντας επάνω της το ανησυχητικά έντονο βλέμμα του. Δεν ήταν πρόστυχο, πιο πολύ θύμιζε βλέμμα παιδιού που δεν έχει αίσθηση ντροπής.«Μου φαίνεσαι γνωστή»,της είπε.
«Κορίν»,είπε εκείνη προτείνοντας το χέρι της.
«Λουκ».Έπιασε το χέρι της και έριξε μια ματιά πίσω του.«Συμβαίνει στ’αλήθεια αυτό;»
«Νομίζω ναι»,είπε εκείνη.«Είναι όμως κάπως απίστευτο».
«Αναρωτιέμαι διαρκώς αν όντως κάποια στιγμή συνήλθα.»
Εκείνη συνέχισε να κρατά το τραχύ του χέρι και να το σφίγγει διστακτικά.
«Τα κατάφερες»του είπε
«Τώρα κατάλαβα».είπε εκείνος.
«Τι πράγμα;»
«Μοιάζεις με την Κάθριν Χέπμπορν».
«Τι ,δηλαδή είμαι σαν γεροντοκόρη από πέτρα;»
«Με την καλή έννοια»
«Παραληρείς». Η αλήθεια είναι πως θυμόταν και τον Ράσελ να της λέει κάποτε το ίδιο πράγμα. Πριν από αιώνες.«Θες να πλυθείς;Λίγο πιό κάτω μένουμε.Βγήκα να δω τι κάνει ένας γείτονάς μας».
Εκείνος κούνησε το κεφάλι.«Πρέπει να πάω σπίτι μου».
«Θα πρέπει να πας με τα πόδια ως τη Δέκατη Τέταρτη.Πιό πριν,όλοι οι δρόμοι ήταν κλειστοί. Αλλά ακόμα κι έτσι...δεν ξέρω αν κυκλοφορούν ταξί».
«Ευχαριστώ»,είπε εκείνος.
«Έλα τώρα»,είπε εκείνη αμήχανη κάτω από το βλέμμα του.«Γιατί μ’ευχαριστείς;Δεν έκανα τίποτα.Τουλάχιστον σε σύγκριση μ’αυτό που έκανες εσύ...»
«Κι όμως έκανες».
Η Κορίν έγραψε πρόχειρα το όνομα και το κινητό της πίσω από έναν λογαριασμό του εστιατορίου Odeon. «Κάνε μου μιά χάρη»,του είπε με σπασμένη φωνή. «Μπορείς να με πάρεις να μου πεις...να μου πεις πως έφτασες καλά;Μπορείς να το κάνεις αυτό για μένα,σε παρακαλώ;»
Από πολλές απόψεις ήταν κι αυτή μια χαρακτηριστική συνάντηση της επόμενης μέρας, μια από τις χιλιάδες που έγιναν ανάμεσα σε κατάπληκτους και ανήμπορους αγνώστους, μια συνάντηση την οποία σε μερικούς μήνες ή σε μερικά χρόνια η Κορίν θα ανέσυρε από τη μνήμη της όταν κάτι θα της θύμιζε την περίσταση ή κάποιος θα τη ρωτούσε που βρισκόταν εκείνη τη μέρα.»
Το μυθιστόρημα του JAY McINERNEY «Η ΚΑΛΗ ΖΩΗ», (Εκδ.Πόλις, (πολύ καλή)μετάφρ. Μ.Ζαχαριάδου, σελ. 509) ,είναι ένα μεστό και πανέξυπνο βιβλίο που έχει ως κεντρικό άξονα την ερωτική ιστορία δύο υπέροχων ηρώων, του Λουκ και της Κορίν στην βαριά χτυπημένη από την τρομοκρατική επίθεση στους Δίδυμους Πύργους Νέα Υόρκη. Θυμίζοντας το αριστούργημα του Γκ.Γκρήν «ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΜΙΑΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ»όπου μία ερωτική σχέση δοκιμάζει και δοκιμάζεται όταν ο κόσμος καταρρέει, σ’αυτό του το βιβλίο ο συγγραφέας αποφεύγει να περιγράψει τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, τον ενδιαφέρει τι γίνεται μετά. Η ιστορία αρχίζει μιά μέρα πριν και ουσιαστικά ξεκινάει από την μοιραία συνάντηση των δύο κεντρικών χαρακτήρων του μυθιστορήματος.
Η Κορίν είναι μιά όμορφη σαραντάρα που ζει με τον Ράσελ που είναι εκδότης και τα δύο τους δίδυμα μικρά παιδιά τα οποία γέννησε χρησιμοποιώντας τα ωάρια της τρελλούτσικης αδερφής της Χίλαρι. Η Κορίν παράτησε την δουλειά της όταν γέννησε για να αφοσιωθεί στην ανατροφή των παιδιών. Τώρα προσπαθεί να γράψει ένα σενάριο που βασίζεται στο, (υπέρμετρα θρησκομανές κατά την άποψή μου) μυθιστόρημα του Γκ. Γκρην «Ουσία και βάθος». Το ζευγάρι συχνάζει στους διανοουμενίστικους κύκλους της πόλης, ζει μιά άνετη αν και με οικονομικές δυσκολίες ζωή και παρότι θεωρούνται από τους φίλους τους πρότυπο ζευγαριού που είναι χρόνια μαζί, εκείνη δεν είναι ευχαριστημένη και αισθάνεται τα πράγματα να έχουν «λιμνάσει» βλέποντας τον Ράσελ να απομακρύνεται από κοντά της όσο περνάνε τα χρόνια.
Ο Λουκ ήταν ένας πολύ επιτυχημένος χρηματιστής που έβγαλε εκατομμύρια εκμεταλλευόμενος την οικονομική άνοδο του χρηματιστηρίου. Ζει σε ένα τεράστιο διαμέρισμα της Παρκ Άβενιου με την πανέμορφη Σάσα και την προβληματική έφηβη κόρη τους την Άσλεϊ. Πρίν από λίγο καιρό παραιτήθηκε από τη δουλειά του και αποφάσισε να αλλάξει ζωή ασχολούμενος με πράγματα που πραγματικά τον ενδιέφεραν. Γοητευτικός σαρανταπεντάρης, ενδιαφέρων τύπος που κανείς πλέον δεν τον έπαιρνε στα σοβαρά μέσα σε ένα κόσμο που περισσότερο μετράει το πόσα βγάζεις και το πόσα δωμάτια έχει το εξοχικό σου παρά η ουσία των πραγμάτων. Αμήχανος βλέπει την σούπερ κοσμική Σάσα να αποτελεί την αγαπημένη των φωτογράφων και την αρχηγό κάθε φιλανθρωπικής πρωτοβουλίας ενώ τα κουτσομπολιά των κοσμικών κύκλων είναι πιό έντονα από ποτέ για την διαφαινόμενη σχέση της με έναν πολυεκατομμυριούχο.
They asked me how I knew
My true love was true
Oh, I of course replied
Something here inside cannot be denied
Τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου αλλάζουν τις ζωές όλων και κυρίως του Λουκ και της Κορίν. Γίνονται εθελοντές σε ένα πόστο κοντά στο Ground Zero και μοιράζουν σούπα και τρόφιμα στους πυροσβέστες, τους αστυνομικούς,την εθνοφρουρά και αποκτούν έναν σκοπό στη ζωή τους μακριά από τους «ενοχλητικούς» συζύγους τους και τα προβλήματα της καθημερινότητάς τους. Το τραγικό γεγονός σήμανε μιά αλλαγή σε όλους, στις ζωές τους, στην φιλοσοφία τους, στην (χαμένη) ανθρωπιά τους. Το ζεύγος των ερωτευμένων μεσήλικων νιώθει να ξαναγεννιέται και δεν μπορούν να αντισταθούν στο πάθος που τους κυριεύει αλλά οι ενοχές και τα οικογενειακά βάρη και υποχρεώσεις, είναι εκεί και δεν έφυγαν ποτέ ενώ η σκληρή καθημερινότητα κάποια στιγμή θα τους επαναφέρει στην πραγματικότητα και τις αποφάσεις που πρέπει να πάρουν.
They said someday you'll find
All who love are blind
Oh, when your heart's on fire
You must realize
Smoke gets in your eyes
Η «ΚΑΛΗ ΖΩΗ» αποτελεί ένα είδος sequel του μυθιστορήματος «ΜΑΝΧΑΤΑΝ (BRIGHTNESS FALLS)»(1992) του ΜακΙνέρνυ όπου το ζεύγος Ράσελ και Κορίν μόλις έχουν παντρευτεί και προσπαθούν να ανέβουν οικονομικά στην Ρηγκανική Αμερική της δεκαετίας του 80 ενώ ο γάμος τους περνάει μιά κρίση όταν ο Ράσελ παραμελεί και πάλι την Κορίν που κάνει μιά εφήμερη σχέση με τον καλύτερό του φίλο. Στην «ΚΑΛΗ ΖΩΗ» όμως τα πράγματα σοβαρεύουν, εξάλλου οι καταστάσεις διαφέρουν ριζικά. Η Κορίν είναι ωριμότερη, η κριτική της ματιά έχει οξυνθεί,ο Ράσελ έχει τελείως απομυθοποιηθεί, όλα της φαίνονται τελείως δήθεν και επιτηδευμένα. Τα γεγονότα στους Δίδυμους Πύργους, το Μανχάταν που είναι πλέον μιά περίκλειστη συνοικία-μιά πόλη μέσα στην πόλη με σύνορα και μπάρες, η συναναστροφή της με τους απλούς ανθρώπους που μοιράζεται μαζί τους τις νύχτες της εκεί στο «σημείο μηδέν» αλλά ακόμα περισσότερο η γνωριμία της με τον (σχεδόν τέλειο άνδρα) Λουκ θα την κάνουν να σκεφτεί περισσότερο και να επανεξετάσει την ζωή της. Ο Λουκ θα επανεξετάσει τον γάμο του, τη σχέση του με την μητέρα του και τον αδερφό του που ζουν στο Τενεσί και τον θεωρούσαν τελείως σνομπ (όχι ότι δεν ήταν) ενώ θα ξανακερδίσει την κόρη του την ίδια στιγμή που ζει έναν μεγάλο έρωτα γεμάτο πάθος και ουσία.
Ακολουθώντας την παράδοση του Francis Scott Fitzgerald, ο ΜακΙνέρνυ είναι ένας συγγραφέας που περιγράφει την μεγαλοαστική ζωή της Νέας Υόρκης. Γράφει για την πολυτελή ζωή τους, κινείται μεταξύ των μοδάτων ρεστωράν και των ντίνερ πάρτυ όπου τα ακριβά κοσμήματα και τα επώνυμα φορέματα είναι μέσα στην καθημερινότητα. Σ’αυτό του το βιβλίο παρουσιάζεται ωριμότερος και αλλαγμένος προς το καλύτερο. Δεν έχει τον κυνισμό του μεγαλύτερού του (και ικανότερου συγγραφέα) Tom Wolfe, ούτε βέβαια την μελαγχολία και το άψογο στυλ του μεγάλου Φιτζ. αλλά έχει την ικανότητα της εξαιρετικής πλοκής και της επιμονής στην λεπτομέρεια. Οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος είναι όλοι εξαιρετικοί και τους αντιμετωπίζει χωρίς ειρωνία (που θα ήταν το ευκολότερο και το αναμενόμενο) αλλά με συμπάθεια – ακόμα και την (μάλλον γελοία) Σάσα ή την «ελαφριά» Χίλαρι.
Η μεγαλύτερη επιτυχία όμως του (αναγεννημένου) ΜακΙνέρνυ είναι η περιγραφή των κατοίκων του Μανχάταν και οι ενοχές τους στο τι έκαναν το βράδυ πριν ή το πρωί εκείνο. Οι αλλαγές στη ζωή τους αλλά και η προσπάθειά τους να ξαναβρούν τους ρυθμούς τους. Ο συγγραφέας δεν εκθειάζει καμμιά ομαδικότητα αφού διαπιστώνει ότι οι περισσότεροι βιώνουν τα γεγονότα ατομικιστικά και μάλλον επιπόλαια. Οι τελευταίες σελίδες του μυθιστορήματος με το πικρό αν και αναμενόμενο τέλος αυτό ουσιαστικά δείχνουν, ότι τα δραματικά γεγονότα δεν πολυάλλαξαν τους κατοίκους της πόλης που παραμένουν μέσα στην «φούσκα» τους συμμετέχοντας με μεγαλύτερη ένταση σ’αυτό το «πανηγύρι της ματαιοδοξίας».
So I chaffed them and I gaily laughed
To think they could doubt my love
Yet today my love has flown away
I am without my love
Now laughing friends deride
Tears I can not hide
Oh, so I smile and say
When a lovely flame dies
Smoke gets in your eyes
Smoke gets in your eyes
Υ.Γ. «Smoke gets in your eyes»,τραγούδι του 1933 των Kern και Harbach που γράφτηκε για το musical «Roberta» από το οποίο προήλθε και η ομώνυμη ταινία του 1935. Το εξαιρετικό χορευτικό του κομματιού από τους ανεπανάληπτους F.Astaire και G.Rogers εδώ. Το κομμάτι γνώρισε δεκάδες εκτελέσεις με πιό διάσημη αυτή των Platters του 1958. Η εκτέλεση του (πολυαγαπημένου μου)Brian Ferry που ακούγεται στο background δεν είναι από τις καλύτερες (αν και στο live είναι τέλειος),αλλά είναι εκείνη που ακούει η Κορίν στο διαμέρισμά της στο μυθιστόρημα και της φέρνει στο νου στιγμές του παρελθόντος.
Το τραγούδι αυτό είναι από τα κομμάτια που ανέκαθεν με συγκινούσαν χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο.Ήταν ευχάριστη έκπληξη που το ξαναθυμήθηκα με αφορμή αυτό το βιβλίο, συνέπεσε δε να βλέπω αυτές τις μέρες στο DVD την υπέροχη σειρά MAD MEN της οποίας το πρώτο επεισόδιο (ο «πιλότος») έχει ακριβώς αυτόν τον τίτλο, «Smoke gets in your eyes»...
«...Εκατόν τόσοι όροφοι από το έδαφος. Αν η κόρη μου δεν είχε μεθύσει, αν η γυναίκα μου δεν...Αν δεν είχα τσακωθεί και με τις δυο τους.«Παράθυρα στον κόσμο»,στις οχτώ.»
«Έχεις μιλήσει μαζί τους;Ξέρει η οικογένειά σου πως είσαι ασφαλής;»
Εκείνος ένευσε,στρέφοντας επάνω της το ανησυχητικά έντονο βλέμμα του. Δεν ήταν πρόστυχο, πιο πολύ θύμιζε βλέμμα παιδιού που δεν έχει αίσθηση ντροπής.«Μου φαίνεσαι γνωστή»,της είπε.
«Κορίν»,είπε εκείνη προτείνοντας το χέρι της.
«Λουκ».Έπιασε το χέρι της και έριξε μια ματιά πίσω του.«Συμβαίνει στ’αλήθεια αυτό;»
«Νομίζω ναι»,είπε εκείνη.«Είναι όμως κάπως απίστευτο».
«Αναρωτιέμαι διαρκώς αν όντως κάποια στιγμή συνήλθα.»
Εκείνη συνέχισε να κρατά το τραχύ του χέρι και να το σφίγγει διστακτικά.
«Τα κατάφερες»του είπε
«Τώρα κατάλαβα».είπε εκείνος.
«Τι πράγμα;»
«Μοιάζεις με την Κάθριν Χέπμπορν».
«Τι ,δηλαδή είμαι σαν γεροντοκόρη από πέτρα;»
«Με την καλή έννοια»
«Παραληρείς». Η αλήθεια είναι πως θυμόταν και τον Ράσελ να της λέει κάποτε το ίδιο πράγμα. Πριν από αιώνες.«Θες να πλυθείς;Λίγο πιό κάτω μένουμε.Βγήκα να δω τι κάνει ένας γείτονάς μας».
Εκείνος κούνησε το κεφάλι.«Πρέπει να πάω σπίτι μου».
«Θα πρέπει να πας με τα πόδια ως τη Δέκατη Τέταρτη.Πιό πριν,όλοι οι δρόμοι ήταν κλειστοί. Αλλά ακόμα κι έτσι...δεν ξέρω αν κυκλοφορούν ταξί».
«Ευχαριστώ»,είπε εκείνος.
«Έλα τώρα»,είπε εκείνη αμήχανη κάτω από το βλέμμα του.«Γιατί μ’ευχαριστείς;Δεν έκανα τίποτα.Τουλάχιστον σε σύγκριση μ’αυτό που έκανες εσύ...»
«Κι όμως έκανες».
Η Κορίν έγραψε πρόχειρα το όνομα και το κινητό της πίσω από έναν λογαριασμό του εστιατορίου Odeon. «Κάνε μου μιά χάρη»,του είπε με σπασμένη φωνή. «Μπορείς να με πάρεις να μου πεις...να μου πεις πως έφτασες καλά;Μπορείς να το κάνεις αυτό για μένα,σε παρακαλώ;»
Από πολλές απόψεις ήταν κι αυτή μια χαρακτηριστική συνάντηση της επόμενης μέρας, μια από τις χιλιάδες που έγιναν ανάμεσα σε κατάπληκτους και ανήμπορους αγνώστους, μια συνάντηση την οποία σε μερικούς μήνες ή σε μερικά χρόνια η Κορίν θα ανέσυρε από τη μνήμη της όταν κάτι θα της θύμιζε την περίσταση ή κάποιος θα τη ρωτούσε που βρισκόταν εκείνη τη μέρα.»
Το μυθιστόρημα του JAY McINERNEY «Η ΚΑΛΗ ΖΩΗ», (Εκδ.Πόλις, (πολύ καλή)μετάφρ. Μ.Ζαχαριάδου, σελ. 509) ,είναι ένα μεστό και πανέξυπνο βιβλίο που έχει ως κεντρικό άξονα την ερωτική ιστορία δύο υπέροχων ηρώων, του Λουκ και της Κορίν στην βαριά χτυπημένη από την τρομοκρατική επίθεση στους Δίδυμους Πύργους Νέα Υόρκη. Θυμίζοντας το αριστούργημα του Γκ.Γκρήν «ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΜΙΑΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ»όπου μία ερωτική σχέση δοκιμάζει και δοκιμάζεται όταν ο κόσμος καταρρέει, σ’αυτό του το βιβλίο ο συγγραφέας αποφεύγει να περιγράψει τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, τον ενδιαφέρει τι γίνεται μετά. Η ιστορία αρχίζει μιά μέρα πριν και ουσιαστικά ξεκινάει από την μοιραία συνάντηση των δύο κεντρικών χαρακτήρων του μυθιστορήματος.
Η Κορίν είναι μιά όμορφη σαραντάρα που ζει με τον Ράσελ που είναι εκδότης και τα δύο τους δίδυμα μικρά παιδιά τα οποία γέννησε χρησιμοποιώντας τα ωάρια της τρελλούτσικης αδερφής της Χίλαρι. Η Κορίν παράτησε την δουλειά της όταν γέννησε για να αφοσιωθεί στην ανατροφή των παιδιών. Τώρα προσπαθεί να γράψει ένα σενάριο που βασίζεται στο, (υπέρμετρα θρησκομανές κατά την άποψή μου) μυθιστόρημα του Γκ. Γκρην «Ουσία και βάθος». Το ζευγάρι συχνάζει στους διανοουμενίστικους κύκλους της πόλης, ζει μιά άνετη αν και με οικονομικές δυσκολίες ζωή και παρότι θεωρούνται από τους φίλους τους πρότυπο ζευγαριού που είναι χρόνια μαζί, εκείνη δεν είναι ευχαριστημένη και αισθάνεται τα πράγματα να έχουν «λιμνάσει» βλέποντας τον Ράσελ να απομακρύνεται από κοντά της όσο περνάνε τα χρόνια.
Ο Λουκ ήταν ένας πολύ επιτυχημένος χρηματιστής που έβγαλε εκατομμύρια εκμεταλλευόμενος την οικονομική άνοδο του χρηματιστηρίου. Ζει σε ένα τεράστιο διαμέρισμα της Παρκ Άβενιου με την πανέμορφη Σάσα και την προβληματική έφηβη κόρη τους την Άσλεϊ. Πρίν από λίγο καιρό παραιτήθηκε από τη δουλειά του και αποφάσισε να αλλάξει ζωή ασχολούμενος με πράγματα που πραγματικά τον ενδιέφεραν. Γοητευτικός σαρανταπεντάρης, ενδιαφέρων τύπος που κανείς πλέον δεν τον έπαιρνε στα σοβαρά μέσα σε ένα κόσμο που περισσότερο μετράει το πόσα βγάζεις και το πόσα δωμάτια έχει το εξοχικό σου παρά η ουσία των πραγμάτων. Αμήχανος βλέπει την σούπερ κοσμική Σάσα να αποτελεί την αγαπημένη των φωτογράφων και την αρχηγό κάθε φιλανθρωπικής πρωτοβουλίας ενώ τα κουτσομπολιά των κοσμικών κύκλων είναι πιό έντονα από ποτέ για την διαφαινόμενη σχέση της με έναν πολυεκατομμυριούχο.
They asked me how I knew
My true love was true
Oh, I of course replied
Something here inside cannot be denied
Τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου αλλάζουν τις ζωές όλων και κυρίως του Λουκ και της Κορίν. Γίνονται εθελοντές σε ένα πόστο κοντά στο Ground Zero και μοιράζουν σούπα και τρόφιμα στους πυροσβέστες, τους αστυνομικούς,την εθνοφρουρά και αποκτούν έναν σκοπό στη ζωή τους μακριά από τους «ενοχλητικούς» συζύγους τους και τα προβλήματα της καθημερινότητάς τους. Το τραγικό γεγονός σήμανε μιά αλλαγή σε όλους, στις ζωές τους, στην φιλοσοφία τους, στην (χαμένη) ανθρωπιά τους. Το ζεύγος των ερωτευμένων μεσήλικων νιώθει να ξαναγεννιέται και δεν μπορούν να αντισταθούν στο πάθος που τους κυριεύει αλλά οι ενοχές και τα οικογενειακά βάρη και υποχρεώσεις, είναι εκεί και δεν έφυγαν ποτέ ενώ η σκληρή καθημερινότητα κάποια στιγμή θα τους επαναφέρει στην πραγματικότητα και τις αποφάσεις που πρέπει να πάρουν.
They said someday you'll find
All who love are blind
Oh, when your heart's on fire
You must realize
Smoke gets in your eyes
Η «ΚΑΛΗ ΖΩΗ» αποτελεί ένα είδος sequel του μυθιστορήματος «ΜΑΝΧΑΤΑΝ (BRIGHTNESS FALLS)»(1992) του ΜακΙνέρνυ όπου το ζεύγος Ράσελ και Κορίν μόλις έχουν παντρευτεί και προσπαθούν να ανέβουν οικονομικά στην Ρηγκανική Αμερική της δεκαετίας του 80 ενώ ο γάμος τους περνάει μιά κρίση όταν ο Ράσελ παραμελεί και πάλι την Κορίν που κάνει μιά εφήμερη σχέση με τον καλύτερό του φίλο. Στην «ΚΑΛΗ ΖΩΗ» όμως τα πράγματα σοβαρεύουν, εξάλλου οι καταστάσεις διαφέρουν ριζικά. Η Κορίν είναι ωριμότερη, η κριτική της ματιά έχει οξυνθεί,ο Ράσελ έχει τελείως απομυθοποιηθεί, όλα της φαίνονται τελείως δήθεν και επιτηδευμένα. Τα γεγονότα στους Δίδυμους Πύργους, το Μανχάταν που είναι πλέον μιά περίκλειστη συνοικία-μιά πόλη μέσα στην πόλη με σύνορα και μπάρες, η συναναστροφή της με τους απλούς ανθρώπους που μοιράζεται μαζί τους τις νύχτες της εκεί στο «σημείο μηδέν» αλλά ακόμα περισσότερο η γνωριμία της με τον (σχεδόν τέλειο άνδρα) Λουκ θα την κάνουν να σκεφτεί περισσότερο και να επανεξετάσει την ζωή της. Ο Λουκ θα επανεξετάσει τον γάμο του, τη σχέση του με την μητέρα του και τον αδερφό του που ζουν στο Τενεσί και τον θεωρούσαν τελείως σνομπ (όχι ότι δεν ήταν) ενώ θα ξανακερδίσει την κόρη του την ίδια στιγμή που ζει έναν μεγάλο έρωτα γεμάτο πάθος και ουσία.
Ακολουθώντας την παράδοση του Francis Scott Fitzgerald, ο ΜακΙνέρνυ είναι ένας συγγραφέας που περιγράφει την μεγαλοαστική ζωή της Νέας Υόρκης. Γράφει για την πολυτελή ζωή τους, κινείται μεταξύ των μοδάτων ρεστωράν και των ντίνερ πάρτυ όπου τα ακριβά κοσμήματα και τα επώνυμα φορέματα είναι μέσα στην καθημερινότητα. Σ’αυτό του το βιβλίο παρουσιάζεται ωριμότερος και αλλαγμένος προς το καλύτερο. Δεν έχει τον κυνισμό του μεγαλύτερού του (και ικανότερου συγγραφέα) Tom Wolfe, ούτε βέβαια την μελαγχολία και το άψογο στυλ του μεγάλου Φιτζ. αλλά έχει την ικανότητα της εξαιρετικής πλοκής και της επιμονής στην λεπτομέρεια. Οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος είναι όλοι εξαιρετικοί και τους αντιμετωπίζει χωρίς ειρωνία (που θα ήταν το ευκολότερο και το αναμενόμενο) αλλά με συμπάθεια – ακόμα και την (μάλλον γελοία) Σάσα ή την «ελαφριά» Χίλαρι.
Η μεγαλύτερη επιτυχία όμως του (αναγεννημένου) ΜακΙνέρνυ είναι η περιγραφή των κατοίκων του Μανχάταν και οι ενοχές τους στο τι έκαναν το βράδυ πριν ή το πρωί εκείνο. Οι αλλαγές στη ζωή τους αλλά και η προσπάθειά τους να ξαναβρούν τους ρυθμούς τους. Ο συγγραφέας δεν εκθειάζει καμμιά ομαδικότητα αφού διαπιστώνει ότι οι περισσότεροι βιώνουν τα γεγονότα ατομικιστικά και μάλλον επιπόλαια. Οι τελευταίες σελίδες του μυθιστορήματος με το πικρό αν και αναμενόμενο τέλος αυτό ουσιαστικά δείχνουν, ότι τα δραματικά γεγονότα δεν πολυάλλαξαν τους κατοίκους της πόλης που παραμένουν μέσα στην «φούσκα» τους συμμετέχοντας με μεγαλύτερη ένταση σ’αυτό το «πανηγύρι της ματαιοδοξίας».
So I chaffed them and I gaily laughed
To think they could doubt my love
Yet today my love has flown away
I am without my love
Now laughing friends deride
Tears I can not hide
Oh, so I smile and say
When a lovely flame dies
Smoke gets in your eyes
Smoke gets in your eyes
Υ.Γ. «Smoke gets in your eyes»,τραγούδι του 1933 των Kern και Harbach που γράφτηκε για το musical «Roberta» από το οποίο προήλθε και η ομώνυμη ταινία του 1935. Το εξαιρετικό χορευτικό του κομματιού από τους ανεπανάληπτους F.Astaire και G.Rogers εδώ. Το κομμάτι γνώρισε δεκάδες εκτελέσεις με πιό διάσημη αυτή των Platters του 1958. Η εκτέλεση του (πολυαγαπημένου μου)Brian Ferry που ακούγεται στο background δεν είναι από τις καλύτερες (αν και στο live είναι τέλειος),αλλά είναι εκείνη που ακούει η Κορίν στο διαμέρισμά της στο μυθιστόρημα και της φέρνει στο νου στιγμές του παρελθόντος.
Το τραγούδι αυτό είναι από τα κομμάτια που ανέκαθεν με συγκινούσαν χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο.Ήταν ευχάριστη έκπληξη που το ξαναθυμήθηκα με αφορμή αυτό το βιβλίο, συνέπεσε δε να βλέπω αυτές τις μέρες στο DVD την υπέροχη σειρά MAD MEN της οποίας το πρώτο επεισόδιο (ο «πιλότος») έχει ακριβώς αυτόν τον τίτλο, «Smoke gets in your eyes»...
Δημοσίευση σχολίου