Πέμπτη, Φεβρουαρίου 18, 2010
posted by Librofilo at Πέμπτη, Φεβρουαρίου 18, 2010 | Permalink
Στάχτη
Δεν γνωρίζω εάν αντέχει στον αμείλικτο λογοτεχνικό χρόνο η «ΣΤΑΧΤΗ»(CENERE) της Ιταλίδας συγγραφέως Grazia Deledda, (Εκδ.Ροές, μετάφρ.Δ.Γουρίδη, σελ.316), ούτε εάν μπορεί να διαβαστεί εύκολα από τον σημερινό αναγνώστη, ο οποίος καλώς ή κακώς έχει συνηθίσει σε άλλους ρυθμούς και άλλα στυλ λογοτεχνικά που έχουν κυριαρχήσει τα τελευταία χρόνια. Ένα μυθιστόρημα σαν την «Στάχτη», που αναφέρεται στην αγροτική Σαρδηνία των αρχών του 20ου αιώνα, γεμάτο με μελοδραματικές καταστάσεις και ατελείωτες περιγραφές της άγριας νησιώτικης φύσης, όσο σπουδαίο κι αν είναι (που είναι,δεν υπάρχει αμφιβολία γι’αυτό), όσα «πανανθρώπινα μηνύματα» κι αν έχει, δύσκολα τινάζει από πάνω του τα σημάδια του χρόνου, ευτυχώς όμως μας συστήνει μια μεγάλη συγγραφέα, μάλλον άγνωστη στο ελληνικό κοινό που άφησε την σφραγίδα της στην παγκόσμια λογοτεχνική σκηνή του πρώτου μισού του περασμένου αιώνα.
Η «Στάχτη» εκτυλίσεται σε μια απομακρυσμένη αγροτική περιοχή της Σαρδηνίας. Η έφηβη και πανέμορφη Ολί συνάπτει παράνομη σχέση με τον εργάτη Ανανία, ο οποίος την καθιστά έγκυο. Η Ολί μαθαίνει από τον πατέρα της ότι ο εραστής της είναι παντρεμένος και την διώχνει από το σπίτι. Ο Ανανία την παίρνει μακριά και την εγκαταλείπει σε ένα ορεινό χωριό όπου εκείνη φιλοξενείται από την χήρα ενός ληστή και γεννάει τον Ανανία τζούνιορ. Η Ολί ζει μέσα στην φτώχεια και την δυστυχία ώσπου κάποια στιγμή αποφασίζει να πάει στην πόλη και να αφήσει τον μικρό Ανανία στο σπίτι του πατέρα του και εκείνη να εξαφανιστεί από προσώπου γης μπας και η σύζυγος του μεγάλου Ανανία λυπηθεί τον μικρούλη και του δώσει στέγη και τροφή. Έτσι ακριβώς γίνεται διότι η νόμιμη σύζυγος του μεγάλου Ανανία, η Τατάνα είναι μια συμπονετική γυναίκα που ανατρέφει καλά και με αρχές τον μικρό – τον βαφτίζει δε ο προύχοντας της περιοχής, ο οποίος αναλαμβάνει την εκπαίδευση του.
Ο Ανανία μεγαλώνει, σπουδάζει Νομικά στο Κάλιαρι και αργότερα συνεχίζει τις σπουδές του στη Ρώμη. Ερωτεύεται την κόρη του νονού του, την συνομήλική του και πολύφερνη νύφη Μαργκερίτα και σχεδιάζουν να παντρευτούν μόλις εκείνος γυρίσει από τις σπουδές του. Όμως «μια κουρτίνα» είναι πάντα μπροστά στα μάτια του και τον βασανίζει. Η ανάμνηση της μητέρας του, της Ολί. Τον άφησε μπροστά σε μια πόρτα και εξαφανίστηκε, κανείς δεν ξέρει που είναι. Φήμες την φέρνουν στη Ρώμη να διάγει έκλυτο βίο – μάλιστα κάποιος μεθυσμένος στην ταβέρνα ισχυρίστηκε ότι «γλέντησε» μαζί της. Ο Ανανία την ψάχνει στην αρχή διακριτικά και όταν πηγαίνει στην Ρώμη περισσότερο έντονα βάζοντας και την Αστυνομία στο παιχνίδι, η οποία του δίνει αμφιλεγόμενες πληροφορίες. Λίγο πριν την επισημοποίηση της σχέσης του με την Μαργκερίτα αποφασίζει να πάει στο ορεινό χωριό και να πιέσει την γυναίκα που τους είχε φιλοξενήσει τα πρώτα χρόνια της ζωής του ώστε να μάθει επιτέλους την αλήθεια. Μια αλήθεια που όσο σκληρή κι αν είναι πρέπει να την αντιμετωπίσει για να μπορέσει να προχωρήσει μπροστά. Μια αλήθεια που ενδέχεται να του καταστρέψει τον επικείμενο γάμο και να του αλλάξει τη ζωή.
Όταν ο μέγας D.H.Lawrence αποκάλεσε την Σαρδηνία «ένα από τα πλέον απομακρυσμένα και άγρια μέρη της Ευρώπης» δεν το έλεγε τυχαία. Η Σαρδηνία του 19ου και του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, είναι ένα απίστευτο σκηνικό άγριας ομορφιάς αλλά και ανθρώπινης σκληρότητας που αναδεικνύεται υπέροχα με την γραφή της τόσο προικισμένης Deledda. Άνθρωποι που ζουν σε συνθήκες απόλυτης ένδειας, που αναγκάζονται να πάρουν τα βουνά να γίνουν ληστές, φτώχεια και δυστυχία, βρωμιά και αρρώστειες, σε μια κοινωνία που ζούσε σε πρωτόγονες συνθήκες φεουδαλισμού και ήταν γεμάτη από προκαταλήψεις και σκληρές κοινωνικές συμβάσεις. Η χωρίς δεύτερη σκέψη εκπαραθύρωση της Ολί από την πατρική στέγη, η «ατίμωσή της» και η μετέπειτα ζωή της είναι αποτέλεσμα αυτών των συμβάσεων. Το «στίγμα» στη ζωή και την καριέρα του Ανανία που «πρέπει να καθαρίσει» είναι κάτι μη διαπραγματεύσιμο, στα μάτια της κοινωνίας φαίνεται ως φυσιολογικό, όπως και η αντίδραση της (κατά τ’άλλα ερωτευμένης) Μαργκερίτε όταν ο Ανανία κάνει την κρίσιμη επιλογή στο τέλος του βιβλίου.
Η Deledda γεννημένη και μεγαλωμένη στο απομακρυσμένο και ορεινό Νουόρο γράφει για πράγματα που γνώρισε εκ των έσω. Μεγαλωμένη σε εύπορη οικογένεια, που ο αυταρχικός και πατριαρχικός πατέρας καταπίεζε, έζησε σε προστατευμένο περιβάλλον και άρχισε να γράφει από τα δεκαπέντε της. Ζούσε όμως κλεισμένη μέσα στα όρια της περιοχής της – είναι ενδεικτικό ότι είδε πρώτη φορά την θάλασσα στα 28 της όταν έπρεπε να επισκεφθεί έναν εκδότη στο Κάλιαρι. Στην «Στάχτη» περιγράφει ενδελεχώς την κλειστή κοινωνία του Νουόρο, την ατμόσφαιρα μέσα στην αριστοκρατική οικογένεια της Μαργκερίτε, το σχεδόν «γοτθικό» κλίμα της ιστορίας, ερεβώδες και καταπιεστικό έρχεται σε αντίθεση με την ανθισμένη φύση του όμορφου νησιού, τα λουλούδια που μαζεύουν οι ήρωες του βιβλίου σε κάθε ευκαιρία – δεν είναι τυχαίο ότι το μυθιστόρημα ανοίγει με την Ολί να μαζεύει άνθη για μια γιορτή ανέμελη και ερωτευμένη – ή τις πολύχρωμες φορεσιές των χωρικών.
Το δράμα της Ολί, της μητέρας που στιγματίζεται, υποφέρει, κάνει τεράστια λάθη αλλά ουσιαστικά θυσιάζεται για την ευημερία του γιού της, επιλέγοντας να ζήσει μια μοναχική ζωή γεμάτη ταλαιπωρία και πόνο δεν μπορεί παρά να συγκινήσει ακόμα και τον πιο αποστασιοποιημένο αναγνώστη. Και μπορεί το βιβλίο να αποκτά περισσότερο ενδιαφέρον λόγω των λαογραφικών του στοιχείων αλλά μέσα στον έντονο και passé νατουραλισμό του, ακόμα και τώρα που όλα αυτά φαίνονται τόσο μακρινά καταφέρνει να σε αφήσει άφωνο με την δύναμη της γραφής, την εξαιρετική ψυχογραφία των ηρώων και την μαεστρική αφήγηση.
Η Deledda (1871-1936) ήταν πολυγραφότατη. Έγραψε 35 μυθιστορήματα, 30 νουβέλλες, 350 διηγήματα και πάμπολλα άρθρα σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής ενώ ασχολήθηκε λίγο και με την ποίηση. Βραβεύτηκε με το βραβείο Νόμπελ το 1926 και θεωρείται η σημαντικότερη συγγραφέας της προπολεμικής Ιταλίας, ενώ συγκρίνεται από τους κριτικούς με τις αδελφές Μπροντέ, την Γ.Σάνδη και την Έμιλυ Ντίκινσον. Στον καιρό της τα βιβλία της γνώρισαν τεράστια εμπορική επιτυχία παγκοσμίως, ενδεικτικό είναι ότι όταν πέθανε η μορφή της απεικονίστηκε σε γραμματόσημο στην Τουρκία. Παντρεύτηκε το 1899 (Ιανουάριος 1900 με το νέο ημερολόγιο) και μετακόμισε με τον άντρα της που ήταν κρατικός αξιωματούχος στην Ρώμη όπου ήταν ήδη γνωστή αφού τα βιβλία της εκδίδονταν από την εφηβεία της – η ίδια έστελνε τα πρωτότυπα αποταμιεύοντας από το χαρτζιλίκι της. Η «Στάχτη» (έτος έκδοσης 1904) ένα από τα πλέον αναγνωρισμένα της μυθιστορήματα έγινε ταινία (βουβή βέβαια) το 1916 με πρωταγωνίστρια την μεγάλη σταρ του Ιταλικού σινεμά της εποχής, την Ελεονώρα Ντούζε – υπήρχαν δε (μάλλον αυθαίρετες) φήμες ότι το βιβλίο γράφτηκε κατόπιν παραγγελίας από την ηθοποιό που ειδικευόταν σε μελοδραματικούς (και τελείως υπερβολικά ερμηνευμένους όπως ήταν τα στάνταρντς της εποχής) ρόλους και είχε περάσει από μια παρόμοια περιπέτεια εγκαταλείποντας τον μικρό της γιό!!
Εν ολίγοις μια συγγραφέας που αξίζει να διαβαστεί από τους αληθινούς εραστές του διαβάσματος, που ψάχνουν πέρα από «ρεύματα» και μόδες ζητώντας την απόλαυση που σου δίνει η καθαρή λογοτεχνία. Ευτυχώς που υπάρχουν εκδοτικοί οίκοι σαν τις (πάντα χαμηλότονες) Ροές και εκδίδουν «ξεχασμένους» δημιουργούς.
Η «Στάχτη» εκτυλίσεται σε μια απομακρυσμένη αγροτική περιοχή της Σαρδηνίας. Η έφηβη και πανέμορφη Ολί συνάπτει παράνομη σχέση με τον εργάτη Ανανία, ο οποίος την καθιστά έγκυο. Η Ολί μαθαίνει από τον πατέρα της ότι ο εραστής της είναι παντρεμένος και την διώχνει από το σπίτι. Ο Ανανία την παίρνει μακριά και την εγκαταλείπει σε ένα ορεινό χωριό όπου εκείνη φιλοξενείται από την χήρα ενός ληστή και γεννάει τον Ανανία τζούνιορ. Η Ολί ζει μέσα στην φτώχεια και την δυστυχία ώσπου κάποια στιγμή αποφασίζει να πάει στην πόλη και να αφήσει τον μικρό Ανανία στο σπίτι του πατέρα του και εκείνη να εξαφανιστεί από προσώπου γης μπας και η σύζυγος του μεγάλου Ανανία λυπηθεί τον μικρούλη και του δώσει στέγη και τροφή. Έτσι ακριβώς γίνεται διότι η νόμιμη σύζυγος του μεγάλου Ανανία, η Τατάνα είναι μια συμπονετική γυναίκα που ανατρέφει καλά και με αρχές τον μικρό – τον βαφτίζει δε ο προύχοντας της περιοχής, ο οποίος αναλαμβάνει την εκπαίδευση του.
Ο Ανανία μεγαλώνει, σπουδάζει Νομικά στο Κάλιαρι και αργότερα συνεχίζει τις σπουδές του στη Ρώμη. Ερωτεύεται την κόρη του νονού του, την συνομήλική του και πολύφερνη νύφη Μαργκερίτα και σχεδιάζουν να παντρευτούν μόλις εκείνος γυρίσει από τις σπουδές του. Όμως «μια κουρτίνα» είναι πάντα μπροστά στα μάτια του και τον βασανίζει. Η ανάμνηση της μητέρας του, της Ολί. Τον άφησε μπροστά σε μια πόρτα και εξαφανίστηκε, κανείς δεν ξέρει που είναι. Φήμες την φέρνουν στη Ρώμη να διάγει έκλυτο βίο – μάλιστα κάποιος μεθυσμένος στην ταβέρνα ισχυρίστηκε ότι «γλέντησε» μαζί της. Ο Ανανία την ψάχνει στην αρχή διακριτικά και όταν πηγαίνει στην Ρώμη περισσότερο έντονα βάζοντας και την Αστυνομία στο παιχνίδι, η οποία του δίνει αμφιλεγόμενες πληροφορίες. Λίγο πριν την επισημοποίηση της σχέσης του με την Μαργκερίτα αποφασίζει να πάει στο ορεινό χωριό και να πιέσει την γυναίκα που τους είχε φιλοξενήσει τα πρώτα χρόνια της ζωής του ώστε να μάθει επιτέλους την αλήθεια. Μια αλήθεια που όσο σκληρή κι αν είναι πρέπει να την αντιμετωπίσει για να μπορέσει να προχωρήσει μπροστά. Μια αλήθεια που ενδέχεται να του καταστρέψει τον επικείμενο γάμο και να του αλλάξει τη ζωή.
Όταν ο μέγας D.H.Lawrence αποκάλεσε την Σαρδηνία «ένα από τα πλέον απομακρυσμένα και άγρια μέρη της Ευρώπης» δεν το έλεγε τυχαία. Η Σαρδηνία του 19ου και του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, είναι ένα απίστευτο σκηνικό άγριας ομορφιάς αλλά και ανθρώπινης σκληρότητας που αναδεικνύεται υπέροχα με την γραφή της τόσο προικισμένης Deledda. Άνθρωποι που ζουν σε συνθήκες απόλυτης ένδειας, που αναγκάζονται να πάρουν τα βουνά να γίνουν ληστές, φτώχεια και δυστυχία, βρωμιά και αρρώστειες, σε μια κοινωνία που ζούσε σε πρωτόγονες συνθήκες φεουδαλισμού και ήταν γεμάτη από προκαταλήψεις και σκληρές κοινωνικές συμβάσεις. Η χωρίς δεύτερη σκέψη εκπαραθύρωση της Ολί από την πατρική στέγη, η «ατίμωσή της» και η μετέπειτα ζωή της είναι αποτέλεσμα αυτών των συμβάσεων. Το «στίγμα» στη ζωή και την καριέρα του Ανανία που «πρέπει να καθαρίσει» είναι κάτι μη διαπραγματεύσιμο, στα μάτια της κοινωνίας φαίνεται ως φυσιολογικό, όπως και η αντίδραση της (κατά τ’άλλα ερωτευμένης) Μαργκερίτε όταν ο Ανανία κάνει την κρίσιμη επιλογή στο τέλος του βιβλίου.
Η Deledda γεννημένη και μεγαλωμένη στο απομακρυσμένο και ορεινό Νουόρο γράφει για πράγματα που γνώρισε εκ των έσω. Μεγαλωμένη σε εύπορη οικογένεια, που ο αυταρχικός και πατριαρχικός πατέρας καταπίεζε, έζησε σε προστατευμένο περιβάλλον και άρχισε να γράφει από τα δεκαπέντε της. Ζούσε όμως κλεισμένη μέσα στα όρια της περιοχής της – είναι ενδεικτικό ότι είδε πρώτη φορά την θάλασσα στα 28 της όταν έπρεπε να επισκεφθεί έναν εκδότη στο Κάλιαρι. Στην «Στάχτη» περιγράφει ενδελεχώς την κλειστή κοινωνία του Νουόρο, την ατμόσφαιρα μέσα στην αριστοκρατική οικογένεια της Μαργκερίτε, το σχεδόν «γοτθικό» κλίμα της ιστορίας, ερεβώδες και καταπιεστικό έρχεται σε αντίθεση με την ανθισμένη φύση του όμορφου νησιού, τα λουλούδια που μαζεύουν οι ήρωες του βιβλίου σε κάθε ευκαιρία – δεν είναι τυχαίο ότι το μυθιστόρημα ανοίγει με την Ολί να μαζεύει άνθη για μια γιορτή ανέμελη και ερωτευμένη – ή τις πολύχρωμες φορεσιές των χωρικών.
Το δράμα της Ολί, της μητέρας που στιγματίζεται, υποφέρει, κάνει τεράστια λάθη αλλά ουσιαστικά θυσιάζεται για την ευημερία του γιού της, επιλέγοντας να ζήσει μια μοναχική ζωή γεμάτη ταλαιπωρία και πόνο δεν μπορεί παρά να συγκινήσει ακόμα και τον πιο αποστασιοποιημένο αναγνώστη. Και μπορεί το βιβλίο να αποκτά περισσότερο ενδιαφέρον λόγω των λαογραφικών του στοιχείων αλλά μέσα στον έντονο και passé νατουραλισμό του, ακόμα και τώρα που όλα αυτά φαίνονται τόσο μακρινά καταφέρνει να σε αφήσει άφωνο με την δύναμη της γραφής, την εξαιρετική ψυχογραφία των ηρώων και την μαεστρική αφήγηση.
Η Deledda (1871-1936) ήταν πολυγραφότατη. Έγραψε 35 μυθιστορήματα, 30 νουβέλλες, 350 διηγήματα και πάμπολλα άρθρα σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής ενώ ασχολήθηκε λίγο και με την ποίηση. Βραβεύτηκε με το βραβείο Νόμπελ το 1926 και θεωρείται η σημαντικότερη συγγραφέας της προπολεμικής Ιταλίας, ενώ συγκρίνεται από τους κριτικούς με τις αδελφές Μπροντέ, την Γ.Σάνδη και την Έμιλυ Ντίκινσον. Στον καιρό της τα βιβλία της γνώρισαν τεράστια εμπορική επιτυχία παγκοσμίως, ενδεικτικό είναι ότι όταν πέθανε η μορφή της απεικονίστηκε σε γραμματόσημο στην Τουρκία. Παντρεύτηκε το 1899 (Ιανουάριος 1900 με το νέο ημερολόγιο) και μετακόμισε με τον άντρα της που ήταν κρατικός αξιωματούχος στην Ρώμη όπου ήταν ήδη γνωστή αφού τα βιβλία της εκδίδονταν από την εφηβεία της – η ίδια έστελνε τα πρωτότυπα αποταμιεύοντας από το χαρτζιλίκι της. Η «Στάχτη» (έτος έκδοσης 1904) ένα από τα πλέον αναγνωρισμένα της μυθιστορήματα έγινε ταινία (βουβή βέβαια) το 1916 με πρωταγωνίστρια την μεγάλη σταρ του Ιταλικού σινεμά της εποχής, την Ελεονώρα Ντούζε – υπήρχαν δε (μάλλον αυθαίρετες) φήμες ότι το βιβλίο γράφτηκε κατόπιν παραγγελίας από την ηθοποιό που ειδικευόταν σε μελοδραματικούς (και τελείως υπερβολικά ερμηνευμένους όπως ήταν τα στάνταρντς της εποχής) ρόλους και είχε περάσει από μια παρόμοια περιπέτεια εγκαταλείποντας τον μικρό της γιό!!
Εν ολίγοις μια συγγραφέας που αξίζει να διαβαστεί από τους αληθινούς εραστές του διαβάσματος, που ψάχνουν πέρα από «ρεύματα» και μόδες ζητώντας την απόλαυση που σου δίνει η καθαρή λογοτεχνία. Ευτυχώς που υπάρχουν εκδοτικοί οίκοι σαν τις (πάντα χαμηλότονες) Ροές και εκδίδουν «ξεχασμένους» δημιουργούς.
Δημοσίευση σχολίου