Τετάρτη, Οκτωβρίου 19, 2011
posted by Librofilo at Τετάρτη, Οκτωβρίου 19, 2011 | Permalink
"Of all the gin joints in all the towns in all the world, she walks into mine..."
Κάτι μεταξύ της «Καζαμπλάνκας» και της «Σύντομης Συνάντησης» το απόλυτα κινηματογραφικό (παλαιότερο αλλά πρόσφατα εκδοθέν στη χώρα μας) εξαιρετικό μυθιστόρημα του υπέροχου Χαρούκι Μουρακάμι με τίτλο «ΝΟΤΙΑ ΤΩΝ ΣΥΝΟΡΩΝ, ΔΥΤΙΚΑ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ» (国境の南、太陽の西 – Kokkyo no minami, taiyo no nishi), (Εκδ. Ωκεανίδα, μετάφρ. (δυστυχώς από Αγγλικά) Β. Κιμούλης, σελ. 298), αποτελεί ένα χαρακτηριστικό δείγμα γραφής του Ιάπωνα συγγραφέα, ο οποίος σε μια φαινομενικά απλή ιστορία ερωτικής εμμονής δείχνει την ποίηση και τον δυναμισμό που σε συνδιασμό με το ονειρικό στυλ το οποίο θα κυριαρχήσει στα επόμενα (χρονικά) βιβλία του καθηλώνουν τον αναγνώστη.
Μια συνηθισμένη μέρα στη καθημερινή ζωή ενός κοινότατου ανθρώπου που διάγει ένα μονότονο αστικό και πολύ τακτοποιημένο βίο έρχεται η ανατροπή. Κλισέ; Τελείως… Άσε που το έχεις ξαναδεί ή ξαναδιαβάσει δεκάδες/εκατοντάδες φορές. Το θέμα όμως είναι ο τρόπος, το στυλ – και από αυτό ο Μουρακάμι διαθέτει μπόλικο.
Ο Χατζίμε ιδιοκτήτης δύο πολύ επιτυχημένων τζαζ-μπαρ θεωρούσε ότι η ζωή του είχε μπει σε ένα (αρκετά εύπορο είναι η αλήθεια) δρόμο. Μετά από αρκετή απογοήτευση στον επαγγελματικό τομέα και πολλή μοναξιά στον ερωτικό, γνωρίζει την Γιουκίκο, την ερωτεύεται και παντρεύονται. Ο πατέρας της μεγαλοεργολάβος και αρκετά χωμένος σε σκοτεινά κυκλώματα, τους βοηθάει οικονομικά, έτσι ώστε ο Χατζίμε να υλοποιήσει το όνειρό του και να ανοίξει ένα τζαζ μπαρ με ζωντανή μουσική το οποίο σύντομα γίνεται της μόδας και ο κόσμος συρρέει. Η επιτυχία αυτή φέρνει και το άνοιγμα κι’άλλου μαγαζιού, η συζυγική του ζωή κυλάει ανέφελα, οι προοπτικές είναι ευοίωνες. Αρκεί όμως η εμφάνιση στο μπαρ της πανέμορφης Σιμαμότο, του παιδικού έρωτα του Χατζίμε, τον οποίο εκείνος δεν είχε ξεχάσει (ούτε ξεπεράσει) ποτέ – ένα ερωτικό απωθημένο το οποίο από καιρού εις καιρόν έβγαινε στην επιφάνεια, αρκεί αυτό το γεγονός για να απφασίσει να τα φέρει όλα τούμπα και να αποφασίσει να αλλάξει τη ζωή του. Μόνο που άλλο πράγμα η επιθυμία και άλλο η «πραγματικότητα», άλλο είναι να είσαι 12 χρονών και άλλο να είσαι μεσήλικας.
Το μυθιστόρημα χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος ο Χατζίμε, μοναχοπαίδι σε μια γιαπωνέζικη κοινωνία όπου το σύνηθες ήταν οι οικογένειες να έχουν πολλά παιδιά, κάνει παρέα με την συνομήλική του Σιμαμότο, μοναχοπαίδι κι αυτή και με πρόβλημα στο πόδι από πολυομυελίτιδα. Τα δύο παιδιά περνάνε πολλές ώρες μαζί γεμάτες με τη μουσική του Νατ Κινγκ Κόουλ που ακούνε από το στερεοφωνικό του εύπορου πατέρα της μικρής. Όμως όταν πηγαίνουν στο γυμνάσιο, οι δρόμοι τους χωρίζουν και δεν κάνουν πια παρέα – έτσι απλά όπως χωρίζουν τα μικρά παιδιά, χωρίς ιδιαίτερο λόγο…
«Με τ’αυτιά τεντωμένα και τα μάτια κλειστά, φανταζόμουν την ύπαρξη κάποιου τόπου. Ο τόπος αυτός που φανταζόμουν ήταν ακόμη ανολοκλήρωτος. Ομιχλώδης, δυσδιάκριτος, με ασαφές περίγραμμα. Κι όμως ήμουν σίγουρος πως κάτι απόλυτα ζωτικό με περίμεν’εκεί. Και ήξερα πως η Σιμαμότο είχε τα μάτια στυλωμένα στον ίδιο τόπο.
Ήμασταν κι οι δυο ατελή όντα ακόμη, μόλις αρχίζαμε να διαισθανόμαστε την παρουσία μιας απροσδόκητης πραγματικότητας που έμελλε να κατακτήσουμε και θα μας γέμιζε και θα μας ολοκλήρωνε. Μονάχοι οι δυο μας, στο μισοσκόταδο, με τα χέρια σφιχτοπλεγμένα για δέκα φευγαλέα δευτερόλεπτα του χρόνου.»
Η Σιμαμότο θα είναι πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού του. Κάποια στιγμή όταν απογοητευμένος από τη ζωή του (επαγγελματική και ερωτική) θα δει στον δρόμο κάποια που της μοιάζει θα την ακολουθήσει αλλά δειλιάζει να της μιλήσει. Η άγνωστη, ειδοποιεί κάποιον σωματώδη τύπο ο οποίος θα του δώσει ένα φάκελλο με πολλά λεφτά και θα τον απειλήσει, ο Χατζίμε φεύγει φοβισμένος.
Η εμφάνιση στο δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος της Σιμαμότο, σε τελείως κινηματογραφική μορφή, καθισμένη στο μπαρ, με ένα τσιγάρο στο χέρι, και ο πιανίστας να παίζει όχι βέβαια το «As Time Goes By» αλλά το (πολύ πιο μελαγχολικά αισθαντικό) «Star Crossed Lovers», θα είναι η «ευκαιρία» του Χατζίμε να γυρίσει στο «παιδικό του δωμάτιο», την ευκαιρία να ξαναγράψει την προσωπική του ιστορία, αλλά υπάρχουν δύο αντικειμενικές δυσκολίες. Ο Χατζίμε είναι παντρεμένος και η Σιμαμότο αρνείται να αποκαλύψει κάτι για τη ζωή της ή το παρελθόν της – το μόνο που αντιλαμβάνεται ο «θολωμένος» (και φουλ ερωτευμένος) Χατζίμε είναι ότι κάποιο μπλέξιμο υπάρχει στη ζωή της. Η ζωή τους είναι σαν το τραγούδι «South of the Border» του Νατ Κινγκ Κόουλ:
«Όταν ήμουν παιδί κι άκουγα αυτό το δίσκο, αναρωτιόμουνα τι υπάρχει νότια των συνόρων» είπα.
«Κι εγώ», είπε. «Όταν μεγάλωσα και μπορούσα να διαβάσω στ’αγγλικά τους στίχους, απογοητεύτηκα. Ήταν απλώς ένα τραγούδι για το Μεξικό. Πάντα πίστευα πως υπήρχε κάτι καταπληκτικό νότια των συνόρων.»
«Just close your eyes, and she’ll be there…» τραγουδάει ο μεγάλος Νατ στο "Pretend", και η μουσική μαζί με τις εικόνες κατακλύζουν το βιβλίο. Η κρίση ηλικίας και προσωπικότητας του ήρωα του μυθιστορήματος αντιπροσωπεύουν τον καθημερινό Ιάπωνα, που σε μια αποξενωμένη κοινωνία όπου όλα είναι «εύκολα» και «υπερβολικά» αυτός ζητάει την επιστροφή στην παιδική του ηλικία, στην ανεμελιά του να κάθεσαι σε ένα καναπέ με ένα ωραίο κορίτσι και να ακούς μουσική. Ο Μουρακάμι σε ένα φαινομενικά απλό μυθιστόρημα όπου (όπως συμβαίνει σχεδόν σε όλα του τα βιβλία) τίποτα ιδιαίτερο δεν φαίνεται να συμβαίνει, όπου οι ήρωες είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι που κινούνται με ένα ζεν, λίγο αποστασιοποιημένο τρόπο, όπου οι συνομιλίες είναι αμφίσημες και λίγο αινιγματικές, όπου οι σιωπές και τα βλέμματα παίζουν τον δικό τους ρόλο, καταφέρνει και γίνεται απολαυστικός και ταυτόχρονα ουσιώδης και αναζωογονητικός με την μαγεία του στυλ του.
Γραμμένο το 1992 το μυθιστόρημα, προαναγγέλει κατά ένα τρόπο το ποιοτικότερο βιβλίο του συγγραφέα, το αριστουργηματικό «Κουρδιστό Πουλί», αλλά στο συγκεκριμένο είναι διαφορετικός (όπως και από τα μεταγενέστερα του μυθιστορήματα) και περισσότερο αυτοβιογραφικός – ας μη λησμονούμε ότι ο ίδιος ήταν ιδιοκτήτης του τζαζ-μπαρ «Peter Cat» για 7 χρόνια – ενώ το θεωρώ ιδανικό για κάποιον που δεν έχει ξαναδιαβάσει τον γοητευτικό συγγραφέα. Περισσότερο άμεσος και λιγότερος σουρεαλιστικός, απλούστερος και πιο «ερωτικός» - χαρακτηριστικό είναι ότι οι σεξουαλικές σκηνές του βιβλίου είναι περισσότερες από κάθε άλλο έργο του Μουρακάμι. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα στοιχεία του έργου του είναι το ονειρικό κλίμα και ατμόσφαιρα των ιστοριών του, έτσι λοιπόν και εδώ αν τα γεγονότα συμβαίνουν ή υπάρχουν μόνο στην φαντασία του ήρωα είναι ένα θέμα που παραμένει ανοιχτό σε ερμηνείες και αναλύσεις, αν και στο κάτω-κάτω κανέναν μας δεν ενδιαφέρει αυτό όταν κλείνουμε το βιβλίο με ένα χαμόγελο απόλαυσης που τόσο το έχουμε ανάγκη.
DUKE ELLINGTON - Star crossed lovers
Μια συνηθισμένη μέρα στη καθημερινή ζωή ενός κοινότατου ανθρώπου που διάγει ένα μονότονο αστικό και πολύ τακτοποιημένο βίο έρχεται η ανατροπή. Κλισέ; Τελείως… Άσε που το έχεις ξαναδεί ή ξαναδιαβάσει δεκάδες/εκατοντάδες φορές. Το θέμα όμως είναι ο τρόπος, το στυλ – και από αυτό ο Μουρακάμι διαθέτει μπόλικο.
Ο Χατζίμε ιδιοκτήτης δύο πολύ επιτυχημένων τζαζ-μπαρ θεωρούσε ότι η ζωή του είχε μπει σε ένα (αρκετά εύπορο είναι η αλήθεια) δρόμο. Μετά από αρκετή απογοήτευση στον επαγγελματικό τομέα και πολλή μοναξιά στον ερωτικό, γνωρίζει την Γιουκίκο, την ερωτεύεται και παντρεύονται. Ο πατέρας της μεγαλοεργολάβος και αρκετά χωμένος σε σκοτεινά κυκλώματα, τους βοηθάει οικονομικά, έτσι ώστε ο Χατζίμε να υλοποιήσει το όνειρό του και να ανοίξει ένα τζαζ μπαρ με ζωντανή μουσική το οποίο σύντομα γίνεται της μόδας και ο κόσμος συρρέει. Η επιτυχία αυτή φέρνει και το άνοιγμα κι’άλλου μαγαζιού, η συζυγική του ζωή κυλάει ανέφελα, οι προοπτικές είναι ευοίωνες. Αρκεί όμως η εμφάνιση στο μπαρ της πανέμορφης Σιμαμότο, του παιδικού έρωτα του Χατζίμε, τον οποίο εκείνος δεν είχε ξεχάσει (ούτε ξεπεράσει) ποτέ – ένα ερωτικό απωθημένο το οποίο από καιρού εις καιρόν έβγαινε στην επιφάνεια, αρκεί αυτό το γεγονός για να απφασίσει να τα φέρει όλα τούμπα και να αποφασίσει να αλλάξει τη ζωή του. Μόνο που άλλο πράγμα η επιθυμία και άλλο η «πραγματικότητα», άλλο είναι να είσαι 12 χρονών και άλλο να είσαι μεσήλικας.
Το μυθιστόρημα χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος ο Χατζίμε, μοναχοπαίδι σε μια γιαπωνέζικη κοινωνία όπου το σύνηθες ήταν οι οικογένειες να έχουν πολλά παιδιά, κάνει παρέα με την συνομήλική του Σιμαμότο, μοναχοπαίδι κι αυτή και με πρόβλημα στο πόδι από πολυομυελίτιδα. Τα δύο παιδιά περνάνε πολλές ώρες μαζί γεμάτες με τη μουσική του Νατ Κινγκ Κόουλ που ακούνε από το στερεοφωνικό του εύπορου πατέρα της μικρής. Όμως όταν πηγαίνουν στο γυμνάσιο, οι δρόμοι τους χωρίζουν και δεν κάνουν πια παρέα – έτσι απλά όπως χωρίζουν τα μικρά παιδιά, χωρίς ιδιαίτερο λόγο…
«Με τ’αυτιά τεντωμένα και τα μάτια κλειστά, φανταζόμουν την ύπαρξη κάποιου τόπου. Ο τόπος αυτός που φανταζόμουν ήταν ακόμη ανολοκλήρωτος. Ομιχλώδης, δυσδιάκριτος, με ασαφές περίγραμμα. Κι όμως ήμουν σίγουρος πως κάτι απόλυτα ζωτικό με περίμεν’εκεί. Και ήξερα πως η Σιμαμότο είχε τα μάτια στυλωμένα στον ίδιο τόπο.
Ήμασταν κι οι δυο ατελή όντα ακόμη, μόλις αρχίζαμε να διαισθανόμαστε την παρουσία μιας απροσδόκητης πραγματικότητας που έμελλε να κατακτήσουμε και θα μας γέμιζε και θα μας ολοκλήρωνε. Μονάχοι οι δυο μας, στο μισοσκόταδο, με τα χέρια σφιχτοπλεγμένα για δέκα φευγαλέα δευτερόλεπτα του χρόνου.»
Η Σιμαμότο θα είναι πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού του. Κάποια στιγμή όταν απογοητευμένος από τη ζωή του (επαγγελματική και ερωτική) θα δει στον δρόμο κάποια που της μοιάζει θα την ακολουθήσει αλλά δειλιάζει να της μιλήσει. Η άγνωστη, ειδοποιεί κάποιον σωματώδη τύπο ο οποίος θα του δώσει ένα φάκελλο με πολλά λεφτά και θα τον απειλήσει, ο Χατζίμε φεύγει φοβισμένος.
Η εμφάνιση στο δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος της Σιμαμότο, σε τελείως κινηματογραφική μορφή, καθισμένη στο μπαρ, με ένα τσιγάρο στο χέρι, και ο πιανίστας να παίζει όχι βέβαια το «As Time Goes By» αλλά το (πολύ πιο μελαγχολικά αισθαντικό) «Star Crossed Lovers», θα είναι η «ευκαιρία» του Χατζίμε να γυρίσει στο «παιδικό του δωμάτιο», την ευκαιρία να ξαναγράψει την προσωπική του ιστορία, αλλά υπάρχουν δύο αντικειμενικές δυσκολίες. Ο Χατζίμε είναι παντρεμένος και η Σιμαμότο αρνείται να αποκαλύψει κάτι για τη ζωή της ή το παρελθόν της – το μόνο που αντιλαμβάνεται ο «θολωμένος» (και φουλ ερωτευμένος) Χατζίμε είναι ότι κάποιο μπλέξιμο υπάρχει στη ζωή της. Η ζωή τους είναι σαν το τραγούδι «South of the Border» του Νατ Κινγκ Κόουλ:
«Όταν ήμουν παιδί κι άκουγα αυτό το δίσκο, αναρωτιόμουνα τι υπάρχει νότια των συνόρων» είπα.
«Κι εγώ», είπε. «Όταν μεγάλωσα και μπορούσα να διαβάσω στ’αγγλικά τους στίχους, απογοητεύτηκα. Ήταν απλώς ένα τραγούδι για το Μεξικό. Πάντα πίστευα πως υπήρχε κάτι καταπληκτικό νότια των συνόρων.»
«Just close your eyes, and she’ll be there…» τραγουδάει ο μεγάλος Νατ στο "Pretend", και η μουσική μαζί με τις εικόνες κατακλύζουν το βιβλίο. Η κρίση ηλικίας και προσωπικότητας του ήρωα του μυθιστορήματος αντιπροσωπεύουν τον καθημερινό Ιάπωνα, που σε μια αποξενωμένη κοινωνία όπου όλα είναι «εύκολα» και «υπερβολικά» αυτός ζητάει την επιστροφή στην παιδική του ηλικία, στην ανεμελιά του να κάθεσαι σε ένα καναπέ με ένα ωραίο κορίτσι και να ακούς μουσική. Ο Μουρακάμι σε ένα φαινομενικά απλό μυθιστόρημα όπου (όπως συμβαίνει σχεδόν σε όλα του τα βιβλία) τίποτα ιδιαίτερο δεν φαίνεται να συμβαίνει, όπου οι ήρωες είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι που κινούνται με ένα ζεν, λίγο αποστασιοποιημένο τρόπο, όπου οι συνομιλίες είναι αμφίσημες και λίγο αινιγματικές, όπου οι σιωπές και τα βλέμματα παίζουν τον δικό τους ρόλο, καταφέρνει και γίνεται απολαυστικός και ταυτόχρονα ουσιώδης και αναζωογονητικός με την μαγεία του στυλ του.
Γραμμένο το 1992 το μυθιστόρημα, προαναγγέλει κατά ένα τρόπο το ποιοτικότερο βιβλίο του συγγραφέα, το αριστουργηματικό «Κουρδιστό Πουλί», αλλά στο συγκεκριμένο είναι διαφορετικός (όπως και από τα μεταγενέστερα του μυθιστορήματα) και περισσότερο αυτοβιογραφικός – ας μη λησμονούμε ότι ο ίδιος ήταν ιδιοκτήτης του τζαζ-μπαρ «Peter Cat» για 7 χρόνια – ενώ το θεωρώ ιδανικό για κάποιον που δεν έχει ξαναδιαβάσει τον γοητευτικό συγγραφέα. Περισσότερο άμεσος και λιγότερος σουρεαλιστικός, απλούστερος και πιο «ερωτικός» - χαρακτηριστικό είναι ότι οι σεξουαλικές σκηνές του βιβλίου είναι περισσότερες από κάθε άλλο έργο του Μουρακάμι. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα στοιχεία του έργου του είναι το ονειρικό κλίμα και ατμόσφαιρα των ιστοριών του, έτσι λοιπόν και εδώ αν τα γεγονότα συμβαίνουν ή υπάρχουν μόνο στην φαντασία του ήρωα είναι ένα θέμα που παραμένει ανοιχτό σε ερμηνείες και αναλύσεις, αν και στο κάτω-κάτω κανέναν μας δεν ενδιαφέρει αυτό όταν κλείνουμε το βιβλίο με ένα χαμόγελο απόλαυσης που τόσο το έχουμε ανάγκη.
DUKE ELLINGTON - Star crossed lovers
Δημοσίευση σχολίου