Πέμπτη, Δεκεμβρίου 01, 2011
posted by Librofilo at Πέμπτη, Δεκεμβρίου 01, 2011 | Permalink
Το χαστούκι
Ένα δυνατό χαστούκι στο μάγουλο ενός αντιπαθέστατου τετράχρονου είναι αρκετό για να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου σε μια παρέα συγγενών και φίλων που μαζεύτηκαν για ένα τυπικότατο μπάρμπεκιου με πολύ φαί και ποτό σε μια αστική συνοικία της Μελβούρνης. Με αυτό το απλό αλλά ουσιαστικό εύρημα αρχίζει το πολύ καλό μυθιστόρημα του, «ΤΟ ΧΑΣΤΟΥΚΙ» (The slap), (Εκδ.Ωκεανίδα, μετάφρ. Β.Κιμούλης, σελ.653), ο Αυστραλός, ελληνικής καταγωγής συγγραφέας, Chris Tsiolkas, ένα προκλητικό και εντυπωσιακό βιβλίο, μωσαϊκό χαρακτήρων και συμπεριφορών, ανατομία του σύγχρονου τρόπου ζωής σε μια πολυπολιτισμική κοινότητα.
Το μυθιστόρημα του Τσιόλκα έχει κινηματογραφική γραφή και η δομή του θυμίζει την υπέροχη ταινία του R.Altman «Στιγμιότυπα (Short cuts)» (η οποία – ως γνωστόν – είναι βασισμένη σε διηγήματα του μεγάλου R.Carver). Η εναρκτήρια σκηνή της προετοιμασίας του μπάρμπεκιου από τον Έκτορα και την Αίσα, δεν προμηνύει την έκρηξη που θα επακολουθήσει. Το ζευγάρι τυπικό δείγμα της Αυστραλέζικης κοινωνίας, παιδιά μεταναστών, ο Έκτορας γιός Ελλήνων που πάλεψαν σκληρά για να τα φέρουν βόλτα στην καινούργια ήπειρο και η Αΐσα κόρη Ινδών μεταναστών, αποτελούν πλέον με τα δύο τους παιδιά μια οικογένεια αστών με καλές δουλειές, αυτός καλοπληρωμένος κυβερνητικός υπάλληλος και εκείνη κτηνίατρος με δικό της ιατρείο. Στο μπάρμπεκιου είναι καλεσμένοι μεταξύ άλλων οι γονείς του Έκτορα, ο Μανόλης και η Κούλα, ο εξάδελφος του,ο Χάρι με την οικογένειά του, οι κολλητές της Αΐσα, η Ανούκ, τηλεοπτική σεναριογράφος που ζει μια ξέφρενη σχέση με τον καμιά εικοσαριά χρόνια μικρότερο της ηθοποιό Ράις και η Ρόζι μια όψιμη χίπισα με τη ζωή της μονίμως άνω-κάτω και τελείως αποπροσανατολισμένη, αλλά τώρα «υπερήφανη μητέρα», έχει αφοσιωθεί στον γιό της Χιούγκο, ένα κακομαθημένο τετράχρονο, το οποίο ακόμα το θηλάζει, προσπαθώντας να τον κρατήσει αγκιστρωμένο επάνω της, μονίμως τσακωμένη με τον μέθυσο και «τελειωμένο» σύζυγό της Γκάρι. Επίσης παρευρίσκονται δύο έφηβοι, η Κόνι βοηθός της Αίσα στο κτηνιατρείο, ερωτευμένη με τον Έκτορα και ο φίλος της, ο Ρίτσι δειλός και ευαίσθητος, που μόλις έχει παραδεχθεί (στον εαυτό του) ότι είναι ομοφυλόφιλος.
Τα παιδιά βλέπουν DVD και μετά παίζουν στην αυλή και οι μεγάλοι τρώνε και πίνουν, όταν αντιλαμβανόμενοι την φασαρία που γίνεται εκεί που κάθονται τα παιδιά πάνε να διαπιστώσουν τι τρέχει και βλέπουν τον Χιούγκο να κρατάει το ρόπαλο του κρίκετ, να το σηκώνει ψηλά έτοιμος να κοπανήσει όποιον βρει μπροστά του, εν προκειμένω τον γιό του Χάρι, τον Ρόκο. Ο Χάρι έξαλλος παρεμβαίνει, ο μικρός του ρίχνει μια κλωτσιά στο καλάμι, εκείνος σηκώνει το χέρι και του ρίχνει μια δυνατή ξανάστροφη. Γίνεται της μουρλής, όλοι φωνάζουν, ο Χιούγκο ουρλιάζει προτού βουτήξει να θηλάσει το στήθος της σοκαρισμένης Ρόζι η οποία μαζί με τον Γκάρι ζητάνε τα στοιχεία του Χάρι για να υποβάλλουν μήνυση. Οι μισοί από τους καλεσμένους υποστηρίζουν το αίτημά της, οι υπόλοιποι – οι στενοί συγγενείς του Χάρι κυρίως προσπαθούν να την ηρεμήσουν και ο Χιούγκο τους «ξεραίνει» όλους, λέγοντας την κορυφαία ατάκα του βιβλίου «Κανείς δεν έχει το δικαίωμα ν’αγγίζει το σώμα μου χωρίς την άδειά μου»…
Αυτό το κάποτε ασήμαντο αλλά τώρα στην εποχή του political correct πολύ σημαντικό συμβάν (γι’αυτό και οι μεγαλύτεροι και προερχόμενοι από διαφορετικές κουλτούρες όπως η Κούλα και ο Μανώλης αδυνατούν να καταλάβουν την υστερία), προκαλεί συνεχείς και εξακολουθητικές ρωγμές στις σχέσεις των άμεσα ή έμμεσα εμπλεκομένων στην ιστορία. Ο Τσιόλκας παρακολουθεί τα γεγονότα μέσα από τα πορτρέτα 8 προσώπων, 4 ανδρών, των 3 Ελληνοαυστραλών, του Έκτορα, του Χάρι και του γηραιού Μανόλη και του εφήβου Ρίτσι με τον οποίο κλείνει το μυθιστόρημα, και 4 γυναικών , της τριάδας των κολλητών Αΐσα, Ανούκ και Ρόζι και της έφηβης Κόνι. Εξ’αρχής το δίλημμα που τίθεται είναι ποιοι στηρίζουν την μήνυση που έχουν υποβάλλει οι Ρόζι και Γκάρι και ποιοι όχι. Όλοι συμφωνούν ότι ήταν υπερβολική η αντίδραση του Χάρι και έως ένα βαθμό αδικαιολόγητη αλλά πρέπει να φτάσει στα δικαστήρια; Με αυτή την αφορμή αποκαλύπτονται ρατσιστικές συμπεριφορές, άλλες καλά κρυμμένες υπό το πρόσχημα μιας πολιτικά σωστής συμπεριφοράς, άλλες που υπέβοσκαν τόσα χρόνια, άλλες αποδεκτές στα σιωπηρά για τις οποίες κανείς δεν μιλούσε (όπως της Κούλας, μητέρας του Έκτορα, που αρνείται ακόμα και να προφέρει το όνομα της νύφης της Αΐσα διότι είναι Ινδή – τώρα δε που η Αΐσα φαίνεται αποφασισμένη να υποστηρίξει την Ρόζι στον δικαστικό αγώνα εναντίον του Χάρι που «είναι της οικογένειας» αυτή η συμπεριφορά γίνεται εντονότερη).
Η γραφή του Τσιόλκα αιχμηρή και ανελέητη δεν χαρίζεται σε κανέναν. Δεν υπάρχει ήρωας / χαρακτήρας στο πολυπρόσωπο μυθιστόρημα που βγαίνει αλώβητος. Όλοι παρουσιάζονται άγγελοι και δαίμονες ταυτόχρονα. Ο Έκτορας γυναικάς και «μάτσο» τύπος, υπερφίαλος και γεμάτος αυταρέσκεια καθώς θαυμάζει το σώμα του στον καθρέφτη σπάει μπροστά στη γυναίκα του ξεσπώντας σε κλάμματα. Ο Χάρι νεόπλουτος και εγωιστής φέρεται εξαιρετικά στους υπαλλήλους του, κάπου αρχίζεις να τον συμπαθείς για την περιπέτεια στην οποία έμπλεξε από μια ενστικτώδη αντίδραση αλλά σιγά-σιγά αποκαλύπτεται ως ένας πολύ βίαιος και μισογύνης άνθρωπος ο οποίος πλακώνει ενίοτε την υποταγμένη και άβουλη σικάτη γυναίκα του στο ξύλο. Η Αΐσα παγερή και στιβαρή, πανέμορφη και επιτυχημένη από τη μια σκέφτεται να χωρίσει τον Έκτορα υποκύπτοντας στη γοητεία ενός ωραίου ξενοπηδήματος κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου από την άλλη αισθάνεται δεμένη μαζί του. Η Ρόζι περίπτωση μοναδική που προσπαθεί να μεγαλώσει τον γιό της «υγιεινά και σωστά» και ουσιαστικά αναθρέφει ένα τέρας, το οποίο φροντίζει να κρατάει κολλημένο επάνω της προσφέροντάς του το στήθος της συνέχεια.
Οι σχέσεις – σεξουαλικές, οικογενειακές, κοινωνικές – αναλύονται διεξοδικά με κυνική ματιά ο δε συγγραφέας, με το στυλ των μεγάλων Αμερικανών του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, εξετάζει με ακρίβεια και ειρωνία την προσαρμογή στην κοινωνία των μεταναστών, την αλλοτρίωση των σύγχρονων Αυστραλών ανεξαρτήτως καταγωγής όπου όλοι προσπαθούν να ακολουθήσουν έναν ενιαίο τρόπο συμπεριφοράς χάνοντας σιγά-σιγά τις εθνικές τους ταυτότητες. Μητρότητα, εφηβεία, παιδική ηλικία, συζυγική ζωή, απιστία, όλα παρουσιάζονται γυμνά και σε μια ρεαλιστική διάσταση που εντυπωσιάζει με την ωμότητά της.
Το μυθιστόρημα είναι κλασσικό page-turner, δεν μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου. Η δυναμική και έντονα συναισθηματική γραφή του Τσιόλκα μπορεί να μη διακρίνεται από πρωτοτυπία ή λογοτεχνικότητα, οι διάλογοι μεταξύ γυναικών να θυμίζουν επεισόδια από το Sex and the City, στους περισσότερους χαρακτήρες να μην υπάρχει μεγάλη εμβάθυνση, υπάρχουν καταστάσεις κλισαρισμένες (όπως και διάλογοι), αλλά προσπαθώντας να το δω σφαιρικά, ο συγγραφέας δίνει περισσότερη έμφαση στην ανατομία της κοινωνίας, στα γενικότερα χαρακτηριστικά της. Ο Τσιόλκας, ο οποίος δέχθηκε ισχυρή κριτική για «μισογυνισμό» στο βιβλίο (κάτι που δεν αντελήφθην, με την ίδια λογική μπορείς να τον κατηγορήσεις για «μισανθρωπισμό»), μας προσφέρει ένα εξαιρετικό και μάλλον δυσοίωνο πορτρέτο της σύγχρονης πολυπολιτισμικής οικογένειας που δεν μπορεί να αφήσει ασυγκίνητο κανένα.
MORRISSEY – That’s how people grow up
Το μυθιστόρημα του Τσιόλκα έχει κινηματογραφική γραφή και η δομή του θυμίζει την υπέροχη ταινία του R.Altman «Στιγμιότυπα (Short cuts)» (η οποία – ως γνωστόν – είναι βασισμένη σε διηγήματα του μεγάλου R.Carver). Η εναρκτήρια σκηνή της προετοιμασίας του μπάρμπεκιου από τον Έκτορα και την Αίσα, δεν προμηνύει την έκρηξη που θα επακολουθήσει. Το ζευγάρι τυπικό δείγμα της Αυστραλέζικης κοινωνίας, παιδιά μεταναστών, ο Έκτορας γιός Ελλήνων που πάλεψαν σκληρά για να τα φέρουν βόλτα στην καινούργια ήπειρο και η Αΐσα κόρη Ινδών μεταναστών, αποτελούν πλέον με τα δύο τους παιδιά μια οικογένεια αστών με καλές δουλειές, αυτός καλοπληρωμένος κυβερνητικός υπάλληλος και εκείνη κτηνίατρος με δικό της ιατρείο. Στο μπάρμπεκιου είναι καλεσμένοι μεταξύ άλλων οι γονείς του Έκτορα, ο Μανόλης και η Κούλα, ο εξάδελφος του,ο Χάρι με την οικογένειά του, οι κολλητές της Αΐσα, η Ανούκ, τηλεοπτική σεναριογράφος που ζει μια ξέφρενη σχέση με τον καμιά εικοσαριά χρόνια μικρότερο της ηθοποιό Ράις και η Ρόζι μια όψιμη χίπισα με τη ζωή της μονίμως άνω-κάτω και τελείως αποπροσανατολισμένη, αλλά τώρα «υπερήφανη μητέρα», έχει αφοσιωθεί στον γιό της Χιούγκο, ένα κακομαθημένο τετράχρονο, το οποίο ακόμα το θηλάζει, προσπαθώντας να τον κρατήσει αγκιστρωμένο επάνω της, μονίμως τσακωμένη με τον μέθυσο και «τελειωμένο» σύζυγό της Γκάρι. Επίσης παρευρίσκονται δύο έφηβοι, η Κόνι βοηθός της Αίσα στο κτηνιατρείο, ερωτευμένη με τον Έκτορα και ο φίλος της, ο Ρίτσι δειλός και ευαίσθητος, που μόλις έχει παραδεχθεί (στον εαυτό του) ότι είναι ομοφυλόφιλος.
Τα παιδιά βλέπουν DVD και μετά παίζουν στην αυλή και οι μεγάλοι τρώνε και πίνουν, όταν αντιλαμβανόμενοι την φασαρία που γίνεται εκεί που κάθονται τα παιδιά πάνε να διαπιστώσουν τι τρέχει και βλέπουν τον Χιούγκο να κρατάει το ρόπαλο του κρίκετ, να το σηκώνει ψηλά έτοιμος να κοπανήσει όποιον βρει μπροστά του, εν προκειμένω τον γιό του Χάρι, τον Ρόκο. Ο Χάρι έξαλλος παρεμβαίνει, ο μικρός του ρίχνει μια κλωτσιά στο καλάμι, εκείνος σηκώνει το χέρι και του ρίχνει μια δυνατή ξανάστροφη. Γίνεται της μουρλής, όλοι φωνάζουν, ο Χιούγκο ουρλιάζει προτού βουτήξει να θηλάσει το στήθος της σοκαρισμένης Ρόζι η οποία μαζί με τον Γκάρι ζητάνε τα στοιχεία του Χάρι για να υποβάλλουν μήνυση. Οι μισοί από τους καλεσμένους υποστηρίζουν το αίτημά της, οι υπόλοιποι – οι στενοί συγγενείς του Χάρι κυρίως προσπαθούν να την ηρεμήσουν και ο Χιούγκο τους «ξεραίνει» όλους, λέγοντας την κορυφαία ατάκα του βιβλίου «Κανείς δεν έχει το δικαίωμα ν’αγγίζει το σώμα μου χωρίς την άδειά μου»…
Αυτό το κάποτε ασήμαντο αλλά τώρα στην εποχή του political correct πολύ σημαντικό συμβάν (γι’αυτό και οι μεγαλύτεροι και προερχόμενοι από διαφορετικές κουλτούρες όπως η Κούλα και ο Μανώλης αδυνατούν να καταλάβουν την υστερία), προκαλεί συνεχείς και εξακολουθητικές ρωγμές στις σχέσεις των άμεσα ή έμμεσα εμπλεκομένων στην ιστορία. Ο Τσιόλκας παρακολουθεί τα γεγονότα μέσα από τα πορτρέτα 8 προσώπων, 4 ανδρών, των 3 Ελληνοαυστραλών, του Έκτορα, του Χάρι και του γηραιού Μανόλη και του εφήβου Ρίτσι με τον οποίο κλείνει το μυθιστόρημα, και 4 γυναικών , της τριάδας των κολλητών Αΐσα, Ανούκ και Ρόζι και της έφηβης Κόνι. Εξ’αρχής το δίλημμα που τίθεται είναι ποιοι στηρίζουν την μήνυση που έχουν υποβάλλει οι Ρόζι και Γκάρι και ποιοι όχι. Όλοι συμφωνούν ότι ήταν υπερβολική η αντίδραση του Χάρι και έως ένα βαθμό αδικαιολόγητη αλλά πρέπει να φτάσει στα δικαστήρια; Με αυτή την αφορμή αποκαλύπτονται ρατσιστικές συμπεριφορές, άλλες καλά κρυμμένες υπό το πρόσχημα μιας πολιτικά σωστής συμπεριφοράς, άλλες που υπέβοσκαν τόσα χρόνια, άλλες αποδεκτές στα σιωπηρά για τις οποίες κανείς δεν μιλούσε (όπως της Κούλας, μητέρας του Έκτορα, που αρνείται ακόμα και να προφέρει το όνομα της νύφης της Αΐσα διότι είναι Ινδή – τώρα δε που η Αΐσα φαίνεται αποφασισμένη να υποστηρίξει την Ρόζι στον δικαστικό αγώνα εναντίον του Χάρι που «είναι της οικογένειας» αυτή η συμπεριφορά γίνεται εντονότερη).
Η γραφή του Τσιόλκα αιχμηρή και ανελέητη δεν χαρίζεται σε κανέναν. Δεν υπάρχει ήρωας / χαρακτήρας στο πολυπρόσωπο μυθιστόρημα που βγαίνει αλώβητος. Όλοι παρουσιάζονται άγγελοι και δαίμονες ταυτόχρονα. Ο Έκτορας γυναικάς και «μάτσο» τύπος, υπερφίαλος και γεμάτος αυταρέσκεια καθώς θαυμάζει το σώμα του στον καθρέφτη σπάει μπροστά στη γυναίκα του ξεσπώντας σε κλάμματα. Ο Χάρι νεόπλουτος και εγωιστής φέρεται εξαιρετικά στους υπαλλήλους του, κάπου αρχίζεις να τον συμπαθείς για την περιπέτεια στην οποία έμπλεξε από μια ενστικτώδη αντίδραση αλλά σιγά-σιγά αποκαλύπτεται ως ένας πολύ βίαιος και μισογύνης άνθρωπος ο οποίος πλακώνει ενίοτε την υποταγμένη και άβουλη σικάτη γυναίκα του στο ξύλο. Η Αΐσα παγερή και στιβαρή, πανέμορφη και επιτυχημένη από τη μια σκέφτεται να χωρίσει τον Έκτορα υποκύπτοντας στη γοητεία ενός ωραίου ξενοπηδήματος κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου από την άλλη αισθάνεται δεμένη μαζί του. Η Ρόζι περίπτωση μοναδική που προσπαθεί να μεγαλώσει τον γιό της «υγιεινά και σωστά» και ουσιαστικά αναθρέφει ένα τέρας, το οποίο φροντίζει να κρατάει κολλημένο επάνω της προσφέροντάς του το στήθος της συνέχεια.
Οι σχέσεις – σεξουαλικές, οικογενειακές, κοινωνικές – αναλύονται διεξοδικά με κυνική ματιά ο δε συγγραφέας, με το στυλ των μεγάλων Αμερικανών του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, εξετάζει με ακρίβεια και ειρωνία την προσαρμογή στην κοινωνία των μεταναστών, την αλλοτρίωση των σύγχρονων Αυστραλών ανεξαρτήτως καταγωγής όπου όλοι προσπαθούν να ακολουθήσουν έναν ενιαίο τρόπο συμπεριφοράς χάνοντας σιγά-σιγά τις εθνικές τους ταυτότητες. Μητρότητα, εφηβεία, παιδική ηλικία, συζυγική ζωή, απιστία, όλα παρουσιάζονται γυμνά και σε μια ρεαλιστική διάσταση που εντυπωσιάζει με την ωμότητά της.
Το μυθιστόρημα είναι κλασσικό page-turner, δεν μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου. Η δυναμική και έντονα συναισθηματική γραφή του Τσιόλκα μπορεί να μη διακρίνεται από πρωτοτυπία ή λογοτεχνικότητα, οι διάλογοι μεταξύ γυναικών να θυμίζουν επεισόδια από το Sex and the City, στους περισσότερους χαρακτήρες να μην υπάρχει μεγάλη εμβάθυνση, υπάρχουν καταστάσεις κλισαρισμένες (όπως και διάλογοι), αλλά προσπαθώντας να το δω σφαιρικά, ο συγγραφέας δίνει περισσότερη έμφαση στην ανατομία της κοινωνίας, στα γενικότερα χαρακτηριστικά της. Ο Τσιόλκας, ο οποίος δέχθηκε ισχυρή κριτική για «μισογυνισμό» στο βιβλίο (κάτι που δεν αντελήφθην, με την ίδια λογική μπορείς να τον κατηγορήσεις για «μισανθρωπισμό»), μας προσφέρει ένα εξαιρετικό και μάλλον δυσοίωνο πορτρέτο της σύγχρονης πολυπολιτισμικής οικογένειας που δεν μπορεί να αφήσει ασυγκίνητο κανένα.
MORRISSEY – That’s how people grow up
Δημοσίευση σχολίου