Πέμπτη, Ιουλίου 12, 2012
posted by Librofilo at Πέμπτη, Ιουλίου 12, 2012 | Permalink
Καταιγίδες...

Η ζωή του Άνταμ Κίντρεντ αναποδογυρίζει μέσα σε λίγα λεπτά. Από ευϋπόληπτο μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας και σχεδόν σίγουρος καθηγητής στο Ιμπέριαλ Κόλετζ του Λονδίνου, μετά από μια αλληλουχία ασυνήθιστων γεγονότων μετατρέπεται σε φυγά, σε άστεγο, σε άνθρωπο δίχως ταυτότητα που υποχρεώνεται να επιβιώσει σε ένα εφιαλτικό Λονδίνο κυνηγημένος από την αστυνομία αλλά και έναν κτηνώδη εκτελεστή. Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο εκτυλίσσεται το απολαυστικό μυθιστόρημα του Βρετανού συγγραφέα William Boyd (γεννημένος στη Γκάνα, το 1952), με τίτλο «ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΑΤΑΙΓΙΔΕΣ» («Ordinary thunderstorms»), (Εκδ. Μεταίχμιο, μετάφρ. Α.Κονταξάκη, σελ.464), ένα βιβλίο στο στυλ των μυθιστορημάτων του Λε Καρέ, μια δυνατή ιστορία με πολιτικοοικονομικές προεκτάσεις.

«Τα σύννεφα ήταν η δουλειά του – ήταν ένας συννεφάνθρωπος. Στο γιγάντιο εργαστήριό του έφτιαχνε σύννεφα και τα έκανε να λειτουργούν με τέτοιο τρόπο ώστε να απελευθερώνουν την υγρασία τους σε μορφή σταγόνων ή χαλαζιού…Τι δουλειά είχε λοιπόν, βρωμερός και μόνος, σ’αυτό το μικρό τριγωνικό κομμάτι γης στην όχθη του Τάμεση; Δεν ήταν η πρώτη φορά που η ζωή την οποία ζούσε μέχρι πρόσφατα του φαινόταν σαν ειρωνική χίμαιρα – οι αντιθέσεις ανάμεσα στις δύο υπάρξεις του, πριν και μετά, του φαίνονταν πολύ έντονες για να είναι αληθινές -, λες και ο Άνταμ Κίντρεντ που υπήρξε μέχρι πριν από λίγο καιρό ήταν μια φανταστική φιγούρα, το όνειρο ενός πλάνητα, οι ανεδαφικές φαντασιώσεις ενός απελπισμένου αποσυνάγωγου

Ο ήρωας του μυθιστορήματος, είναι ο νεαρός Κλιματολόγος Άνταμ Κίντρεντ, Άγγλος ο οποίος ζούσε και εργαζόταν στις Η.Π.Α. με ειδικότητα την «προσομείωση νεφών» διδάσκοντας σε ένα επαρχιακό πανεπιστήμιο. Μετά από ένα οδυνηρό διαζύγιο, αποφασίζει να επιστρέψει στην πατρίδα του, αιτούμενος μια θέση στο Ιμπέριαλ του Λονδίνου. Χαρούμενος μετά την επιτυχή καθώς φαίνεται συνέντευξη για την θέση προσφέρει στον εαυτό του ένα περιποιημένο γεύμα σε ένα ιταλικό ρεστωράν που βρίσκει μπροστά του. Χαλαρώνοντας πιάνει κουβέντα με έναν σοβαρό κύριο, ο οποίος ονομάζεται Φίλιπ Γουάνγκ, ο οποίος αποδεικνύεται ότι είναι ερευνητής που διδάσκει στην Οξφόρδη και συνεργάζεται με μια μεγάλη Φαρμακευτική εταιρία. Ο ερευνητής μετά από λίγο φεύγει αλλά ξεχνάει έναν φάκελο στο τραπέζι του. Ο φάκελος εκτός από χαρτιά έχει πάνω το τηλέφωνο και την διεύθυνσή του κάπου εκεί κοντά, ο Άνταμ του τηλεφωνεί για να του πει ότι τον βρήκε και εκείνος τον καλεί σπίτι του για ένα ποτό. Φτάνοντας στο αριστοκρατικό διαμέρισμα (και υπογράφοντας στο βιβλίο εισόδου του θυρωρείου), ο Άνταμ βρίσκει την πόρτα ανοιχτή και τον Γουάνγκ μαχαιρωμένο στη πλάτη να ψυχομαχάει ενώ μια πόρτα στο βάθος κλείνει. Ο Άνταμ αντανακλαστικά τραβάει το μαχαίρι τη στιγμή που ο Γουάνγκ αφήνει την τελευταία του πνοή. Πανικοβλημένος πετάει το μαχαίρι από τα χέρια του, και ακούγοντας θορύβους φεύγει από την σκάλα υπηρεσίας. Αφού συνήλθε σε μια παμπ, πηγαίνει να μαζέψει τα πράγματα του από το ξενοδοχείο, αφού θεωρεί ότι όλα τα στοιχεία τον επιβαρύνουν. Ήδη όμως είχε πάει η αστυνομία και έτσι ούτε καν αποπειράται να μπει στο δωμάτιο. Βρίσκεται λοιπόν χωρίς αρκετά χρήματα, χωρίς χαρτιά να περιπλανιέται στους δρόμους του Λονδίνου με τα αίματα του νεκρού Γουάνγκ στο πουκάμισό του. Στο κατόπι του εκτός από τις Αρχές που σύντομα γεμίζουν σταθμούς τρένων και λεωφορείων με την φάτσα του, βρίσκεται και ο δράστης του εγκλήματος, ο Τζόντζο, ένας τρομακτικός τύπος, πληρωμένος δολοφόνος.

Ο Άνταμ προ του διλήμματος, «παράδοση ή εξαφάνιση», επιλέγει το δεύτερο, θάβει κάπου τον φάκελο (για τον οποίο αγνοεί τι περιέχει) και βρίσκει μια γωνιά σε ένα πάρκο κοντά στον Τάμεση κάτω από την Τσέλσι μπριτζ, όπου διαμορφώνει τον χώρο για να μπορεί να κοιμάται. Τα πρωινά ζητιανεύει και προσπαθεί να κατανοήσει την κατάστασή του και να οργανωθεί.
Με μυθοπλαστική βάση τις περιπέτειες του Άνταμ, σε ένα Λονδίνο που φαντάζει τρομακτικό, ο Μπόϊντ παρακολουθεί εκ παραλλήλου, την προσπάθεια του πρώην μισθοφόρου Τζόντζο, μιας φονικής μηχανής που προσπαθεί να εντοπίσει τον εξαφανισμένο Άνταμ, την ζωή μιας αστυνομικού, της Ρίτα, που ήταν εκείνη που πρωτοείδε το πτώμα του Γουάνγκ, αλλά και (κυρίως) τον μεγαλοαστό Ίνγκραμ Φράϊζερ, ο οποίος διευθύνει την Φαρμακευτική εταιρία για την οποία εργαζόταν ο (νεκρός πλέον) Γουάνγκ, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για ένα πρωτοποριακό φάρμακο καταπολέμησης του άσθματος στα παιδιά, το οποίο όμως είχε αμφιλεγόμενα αποτελέσματα στα νοσοκομεία που συνεργάζονταν με την φαρμακευτική εταιρία.

Ο συγγραφέας με τριτοπρόσωπη γρήγορη αφήγηση, χτίζει τον εφιάλτη μέσα στον οποίο έχει βουλιάξει ο ήρωάς του. Από τη μια μέρα στην άλλη, ο Άνταμ βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα κόσμο τελείως διαφορετικό από αυτόν στον οποίον είχε συνηθίσει. Κλέφτες, απατεώνες, πόρνες είναι πλέον η καθημερινότητά του και καθώς σιγά-σιγά μαθαίνει να επιβιώνει και να διατρέφεται χάρη στα συσσίτια μιας περίεργης (αλλά φιλόξενης) εκκλησίας, αρχίζει να οργανώνει τις άμυνές του και να αντιλαμβάνεται μετά την ενδελεχή ανάγνωση (και κατανόηση) του φακέλου που είναι στα χέρια του σε τι ιστορία έχει μπλέξει.

Είναι ένα μυθιστόρημα - πολύ παραπάνω από page-turner, συναρπαστικό (όπως συνηθίζεται να λέμε «ιδανικό για καλοκαιρινές αναγνώσεις» και όχι μόνο) και εντυπωσιακό στην δομή του. Ο (ικανότατος) Μπόϊντ δεν αφήνει τον αναγνώστη να πάρει ανάσα. Η ιστορία εξελίσσεται εκπληκτικά, οι χαρακτήρες είναι στέρεοι, η ατμόσφαιρα των δρόμων του Λονδίνου υπέροχα τρομακτική, ενώ το ποτάμι (ο Τάμεσης) παίζει ουσιαστικό ρόλο στην μυθοπλασία αφού «συντροφεύει» την πλοκή και τα δρώμενα. Τα παιχνίδια εξουσίας και διαπλοκής των Φαρμακευτικών εταιριών, τα ιλιγγιώδη ποσά που παίζονται στις πλάτες των ασθενών, τα υπέρογκα κέρδη πίσω από ιατρικές ανακοινώσεις όπου οι επιστημονικές γνώσεις ισοπεδώνονται στο όνομα μιας καλής «αρπαχτής», εξιστορούνται και ενσωματώνονται με θαυμαστό τρόπο στην πλοκή του βιβλίου.

Θα μπορούσε να είναι και ένα μυθιστόρημα-θρίλερ «μαθητείας» αφού ο κάποτε επιπόλαιος και «βολεψάκιας» Άνταμ, μαθαίνει τη ζωή από την σκληρή της πλευρά και δυναμώνει σαν άνθρωπος με νέα ταυτότητα, μαθαίνοντας δε να χρησιμοποεί ακόμα και τις πιο ανορθόδοξες μεθόδους για να φτάσει στο σκοπό του. Έχοντας πολλές ομοιότητες δραματουργικά με τον «Επίμονο Κηπουρό» του Λε Καρέ αλλά με πολύ «touch» από Ντικενσιανές αποχρώσεις ενός γκρίζου και σκοτεινού Λονδίνου, οι «Τοπικές Καταιγίδες» παρά το σχετικά συμβατικό τέλος τους, εντυπωσιάζουν και σε παρασέρνουν με τον ρυθμό τους σε ένα αγωνιώδες αναγνωστικό ταξίδι μοντέρνου θρίλερ που απόλαυσα στο έπακρο.

 
    
    

    

THE JAM – Going underground