Παρασκευή, Ιουνίου 03, 2016
posted by Librofilo at Παρασκευή, Ιουνίου 03, 2016 | Permalink
Μονοπάτι για το πουθενά
“Ένας
κόσμος δροσιάς
και μέσα σε
κάθε σταγόνα δροσιάς
ένας κόσμος
αδιάκοπης πάλης”
Ίσσα
Έρωτας,
πόλεμος, βία και ανθρωπιά, σκληρότητα και λυρισμός, ελεγεία και ειρωνεία. Ένα
μυθιστόρημα χορταστικό και πλήρες, το αριστουργηματικό “ΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΓΙΑ ΤΑ ΒΑΘΗ
ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ” (“The
Narrow
road to the deep north”), του εξαιρετικού Αυστραλού
συγγραφέα Richard Flanagan
(Longford
Tasmania, 1961),
(Εκδ. Ψυχογιός, μετάφρ. Γ.Μπλάνας, σελ. 480), το οποίο βραβεύτηκε το 2014 με το
Man Booker, δεν αφήνει αμφιβολίες για την αξία
του από το πρώτο κεφάλαιο, από τις πρώτες σελίδες.
“Ο
ευτυχισμένος άνθρωπος δεν έχει παρελθόν· ο
δυστυχισμένος δεν έχει τίποτε άλλο.”
Το
μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή του Ντορίγκο Έβανς, λογοτεχνικού χαρακτήρα (larger than life), βγαλμένου από τις σελίδες των
μεγάλων Αμερικανών πεζογράφων του πρώτου μισού του 20ου αιώνα. επιτυχημένου
γιατρού (χειρουργού), ήρωα του Β Παγκόσμιου πολέμου. Ενός άνδρα που η εξωτερική
του εικόνα αν και φαινόταν αψεγάδιαστη και αστραφτερή, με έντονη κοινωνική ζωή,
ήταν όμως ένας άνθρωπος μοναχικός και βασανισμένος, συναισθηματικά νεκρός παρά
την έντονη ερωτική του δραστηριότητα.
Ο Ντορίγκο
Έβανς σπουδάζει γιατρός, το μόνο μορφωμένο παιδί μιας αγροτικής οικογένειας της
Τασμανίας, και ολοκληρώνοντας την ειδικότητα του στην χειρουργική στη
Μελβούρνη, γνωρίζει την Έλλα, κόρη γνωστού δικηγόρου. Η σχέση του μαζί της
είναι δεδομένο ότι θα οδηγήσει σε έναν ασφαλή και “καλό” γάμο. Όμως η Αυστραλία
θα εμπλακεί στον πόλεμο και ο Ντορίγκο θα βρεθεί σε ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης
στην Αδελαΐδα με την παρότρυνση από την οικογένεια του, να επισκεφθεί ένα θείο
του, ο οποίος διατηρεί ένα παραθαλάσσιο ξενοδοχείο και που είναι
φρεσκοπαντρεμένος με την Έιμι, μια ωραιότατη πολύ νέα (σχεδόν συνομήλικη του
Ντορίγκο) γυναίκα.
Οι δύο νέοι
θα ερωτευτούν κεραυνοβόλα και θα εκμεταλλευτούν κάθε γωνιά του ξενοδοχείου και
των κοντινών εκδρομών για να απολαύσουν ο ένας τον άλλον. Σύντομα και ξαφνικά ο
Ντορίγκο θα φύγει με άμεση διαταγή για το μέτωπο, χωρίς να προλάβει να
ειδοποιήσει την Έιμι, η οποία την ίδια στιγμή μαθαίνει από τον σύζυγό της και
θείο του Ντορίγκο, ότι η σχέση τους ήταν ήδη γνωστή σ'εκείνον.
Ο Ντορίγκο
θα βρεθεί στην κόλαση (κυριολεκτικά) του πολέμου, η επικοινωνία του με την Έιμι
θα χαθεί. Εκείνον σύντομα θα τον απασχολήσουν σοβαρότερα προβλήματα, καθώς ο
λόχος του θα βρεθεί αιχμάλωτος των Ιαπώνων, στα βάθη του Σιάμ (Ταϊλάνδη), μαζί
με χιλιάδες άλλους Αυστραλούς και Βρετανούς αιχμαλώτους. Στη βαθιά Ασιατική
ζούγκλα, οι Ιάπωνες προσπαθούν να κατασκευάσουν ένα Φαραωνικό έργο, μια
σιδηροδρομική γραμμή χιλιάδων χιλιομέτρων που θα συνδέσει το Σιαμ με την Μπούρμα
(Βιρμανία). Στην κατασκευή του θα δουλέψουν ως σύγχρονοι σκλάβοι οι αιχμάλωτοι
μέσα σε συνθήκες απάνθρωπες, που τις κάνουν ακόμα πιο δύσκολες οι
εξωπραγματικές και παράλογες απαιτήσεις των Ιαπώνων. Χολέρα, πείνα, σκληρή
δουλειά χωρίς φαΐ θα οδηγήσουν σε χιλιάδες θανάτους και ο Ντορίγκο θα προσπαθεί
σε μόνιμη βάση να βρει ένα τρόπο συνεννόησης με τους Ιάπωνες – σύντομα βέβαια
αντιλαμβάνεται ότι μιλάνε σε άλλο μήκος κύματος και δεν υπάρχει ελπίδα – και
από την άλλη να διασώσει όσους περισσότερους μπορεί, συμπάσχοντας μαζί τους,
ξυλοκοπούμενος κι εκείνος και χωρίς να απολαμβάνει τα ιδιαίτερα προνόμια της
θέσης του.
"Ένας
κόσμος πόνου
ανθίζει,
όταν ανθίζει
η
κερασιά"
Μπασό
Ο Ντορίγκο
θα επιβιώσει, χωρίς να καταλαβαίνει πως η μοίρα στάθηκε τόσο καλή μαζί του.
Γυρίζοντας θα παντρευτεί την Έλλα που τον περίμενε στωικά. Μετά από χρόνια και
χάρη σε ένα ντοκιμαντέρ της τηλεόρασης, θα γίνει γνωστός σε όλη τη χώρα για το
έργο που επιτέλεσε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης-κολαστήριο της Ασίας. Θα ειναι
ένας ήρωας του έθνους, γεμάτος από ενοχές που επιβίωσε και με την ανάμνηση των
ημερών που πέρασε με την Έιμι εκείνο το καλοκαίρι πριν τον πόλεμο. Τι έχει
γίνει όμως η Έιμι, και πως ένα γράμμα που έλαβε ο Ντορίγκο στο στρατόπεδο
άλλαξε τη ζωή του; Τώρα στα 77 του ο ήρωας του βιβλίου, φεύγει από ακόμα ένα
κρεβάτι ξενοδοχείου, αποξενωμένος και αδιάφορος στα πάντα, συνειδητοποιώντας
ότι το τέλος της ζωής του είναι κοντά.
Ο Φλάναγκαν
έγραψε ένα βιβλίο μεγάλης πνοής και αξίας που φέρνει στο νου τις αφηγήσεις των
συγγραφέων του 19ου αιώνα καθώς είναι εξίσου συναρπαστικό και πλούσιο σε
εναλλαγές συναισθημάτων, δράση, χαρακτήρες που δύσκολα φεύγουν από το μυαλό
σου. Ο πατέρας του συγγραφέα ήταν ένας από τους αιχμάλωτους που δούλευαν πάνω στη
"Γραμμή" (όπως αποκαλείτο ο σιδηρόδρομος) και το βιβλίο αποτελεί έναν
φόρο τιμής σ' εκείνον. Και είναι γεγονός ότι οι σελίδες του μυθιστορήματος που
περιγράφουν τις ημέρες στη ζούγκλα είναι από τις δυνατότερες που έχω διαβάσει
ποτέ στη ζωή μου. Τα βασανιστήρια των Ιαπώνων, οι συνεχείς ξυλοδαρμοί στη κατασκευή
της Γραμμής, η πείνα και η προσπάθεια επιβίωσης των αιχμαλώτων, τα χειρουργεία
και οι θάνατοι, η λάσπη ανακατεμένη με τα κόπρανα και οι αιχμάλωτοι να
τσαλαβουτάνε μέσα σε όλη αυτή τη φρίκη, είναι σκηνές συγκλονιστικές και
εφιαλτικές, ολοζώντανες μέσα από το έξοχο στυλ του συγγραφέα. Από την άλλη, ο
παραλογισμός του πολέμου σε όλο του το μεγαλείο. Ιάπωνες που απαγγέλουν λυρικά
(και πανέμορφα) χαϊκού, ενώ προγραμματίζουν ακόμα σκληρότερα μέτρα, ακόμα
περισσότερο ξυλοφόρτωμα και ακόμα περισσότερους απαγχονισμούς. Μια ανύπαρκτη
σιδηροδρομική γραμμή για ένα ανύπαρκτο κράτος (Σιάμ) σε μια αυτοκρατορία που
παραπέει.
"Και η
Γραμμή; Το όνειρο μιας παγκόσμιας Ιαπωνικής Αυτοκρατορίας χαμένο στη ραδιενεργό
σκόνη, ο σιδηρόδρομος δεν είχε πια ούτε λόγο ούτε έρεισμα. Οι Ιάπωνες μηχανικοί
και οι φρουροί της είτε πιάστηκαν αιχμάλωτοι είτε επαναπατρίστηκαν και οι
σκλάβοι που είχαν απομείνει για να τη συντηρούν ελευθερώθηκαν. Μέσα σε μερικές
βδομάδες από το τέλος του πολέμου, η Γραμμή άρχιζε να καλωσορίζει το ίδιο της
το τέλος. Εγκαταλείφθηκε από τους Ταϊλανδούς, ξηλώθηκε από τους Άγγλους,
φορτώθηκε και ξεπουλήθηκε από τους ντόπιους.
Με το
πέρασμα του χρόνου, η Γραμμή άρχισε να λυγίζει, να πετσικάρει. Οι πλαγιές της
κατέρρευσαν, τα αναχώματα και οι γέφυρές της παρασύρθηκαν από τα νερά, οι
σήραγγές της έκλεισαν. Η εγκατάλειψη έδωσε τη θέση της στη μεταμόρφωση. Εκεί
όπου κάποτε ενέδρευε ο θάνατος, επέστρεψε η ζωή.
Η Γραμμή
καλωσόρισε τη βροχή και τον ήλιο. Σπόροι φύτρωσαν σε μαζικούς τάφους, ανάμεσα
σε κρανία και μηριαία οστά και σπασμένα στειλιάρια κασμάδων, ακροβλάσταρα
ορθώθηκαν πλάι σε ατσαλόκαρφα και κλείδες, χώθηκαν γύρω σε τραβέρσες από τικ
και κνήμες, ωμοπλάτες, σπόνδυλους, περόνες και μηρούς.
...Στο
τέλος, έμειναν μόνο η ζέστη και τα σύννεφα και τα έντομα και τα πουλιά και τα
ζώα και η βλάστηση που ούτε ήξεραν ούτε νοιάζονταν. Οι άνθρωποι είναι ένα μόνο
ανάμεσα στα τόσα πράγματα του κόσμου· κι
όλα αυτά τα πράγματα ποθούν να ζήσουν και η υψηλότερη μορφή ζωής είναι η
ελευθερία: ο άνθρωπος να είναι άνθρωπος, το σύννεφο να είναι σύννεφο, το
μπαμπού να είναι μπαμπού.
Θα
περνούσαν δεκαετίες. Μερικά μικρά τμήματα θα καθαρίζονταν από κείνους που
πίστευαν πως η μνήμη είχε σημασία μετασχηματισμένα με τον καιρό σε παράξενα
νεκραναστημένα ίχνη αόρατων ποδιών - τουριστικές τοποθεσίες, ιερές τοποθεσίες,
εθνικές τοποθεσίες.
Γιατί η
Γραμμή τσάκισε, όπως τελικά τσακίζουν όλες οι γραμμές. Όλα έγιναν για το τίποτα
και τίποτα δεν απέμεινε απ'αυτήν. Οι άνθρωποι συνέχισαν να λαχταρούν νόημα κι
ελπίδα, αλλά τα χρονικά του παρελθόντος δεν είναι παρά το συγκεχυμένο χρονικό
μιας ιστορίας χάους.
Και από
κείνο το κολοσσιαίο χάλασμα - απέραντο, ενταφιασμένο - ξεχύθηκε η μοναχική
επίπεδη ζούγκλα κι απλώθηκε πέρα μακριά. Τ'αυτοκρατορικά όνειρα και οι νεκροί
χορτάρι έγιναν ψηλό."
Ο Φλάναγκαν
θα παρακολουθήσει ακόμα και τους Ιάπωνες στρατιωτικούς στην πορεία τους μετά
τον πόλεμο και στην προσπάθειά τους για επιβίωση, καθώς οι όροι έχουν αλλάξει
και είναι αυτοί πλέον οι υποτελείς και οι κυνηγημένοι. Επιζώντες και από τις
δύο πλευρές θα συνεχίσουν τη ζωή τους, για πάντα σημαδεμένοι από τον εφιάλτη
που έζησαν, άνθρωποι πλέον μισοί και ψυχικά ανάπηροι, που δεν μπορούν να βρουν
την ηρεμία και την ασφάλεια όπου κι αν στραφούν. Κι εκείνος που φαινομενικά είναι
ο πλέον συμπαγής και “άνετος” απ'όλους, ο γοητευτικός Ντορίγκο, συνεχώς να
μονολογεί "Αμί, Αμάντε, Αμούρ" και να είναι στην πραγματικότητα ένας
άνθρωπος που δεν αισθάνεται να ανήκει πουθενά, να αλλάζει ερωτικές συντρόφους
σαν τα πουκάμισα, να είναι ένας “ξένος” που αναβιώνει μνήμες από έναν έρωτα που
έφυγε.
Δεν θα
κουραστώ να το γράφω, το βιβλίο του Φλάναγκαν είναι μεγαλειώδες, σχεδόν ισάξιο
θα έλεγα το ανυπέρβλητου "Εγχειρίδιου των Ιχθύων" του. Οι ερωτικές
του σελίδες είναι λυρικότατες και συγκινούν με τη δύναμή τους, ενώ τα κεφάλαια
γύρω από το στρατόπεδο και την κατασκευή του σιδηρόδρομου, σου κόβουν την ανάσα
και μυρίζουν αίμα και λάσπη. Ο συγγραφέας δεν ακολουθεί τη γραμμική μορφή,
καθώς τα χρονικά πλαίσια πηγαίνουν μπρος και πίσω, σαν κολάζ, και απαιτούν την
εγρήγορση του αναγνώστη να μη χαθεί μέσα τους, αλλά γρήγορα συνηθίζει κανείς το
ύφος του βιβλίου και αφήνεται στη μαγεία του. Τα γιαπωνέζικα χαϊκού,
αινιγματικά και λυρικά, υπαινικτικά και καίρια, είναι ενταγμένα στη πλοκή, ένα
δε από αυτά (του σπουδαίου Μπασό), δίνει και τον τίτλο του στο βιβλίο. Ένας
ύμνος για το βαθύ και άλυτο μυστήριο της ύπαρξης, του έρωτα, της μνήμης που θα
περάσει καιρός για να φύγει από το μυαλό μου.
4 Comments:
At 3/6/16 22:52,
At 13/9/16 11:29,
Ευχαριστώ για το σχόλιο. Ναι, η ταινία αυτή, όπως και "Η γέφυρα του ποταμού Κβάι", όπως και τα "Καλά Χριστούγεννα κε Λόρενς", αναφέρονται στα Γιαπωνέζικα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στην κατασκευή της σιδηροδ. γραμμής που είναι ένα από τα θέματα του βιβλίου. Δεν βλέπω άλλη ομοιότητα, είμαι σίγουρος πάντως, ότι υπάρχουν αρκετά βιβλία από Βρετανούς συγγραφείς κυρίως και ταινίες που αναφέρονται σ'αυτή τη περίοδο και στο ίδιο πλαίσιο.
Θα το πάρω οπωσδήποτε.Είναι Ψυχογιός,έχει έρωτα,και δε θα γελάνε μαζίμου οι άλλες όπως όταν διαβάζω Μαντά.
Βίκυ