Παρασκευή, Ιουνίου 30, 2023
posted by Librofilo at Παρασκευή, Ιουνίου 30, 2023 | Permalink
Oh, sinnerman, where you gonna run to? ("Πρόσωπο από πέτρα")

Ο Αφροαμερικανός συγγραφέας William Gardner Smith (Philadelphia 1927 – 1974), έχει αδικηθεί από την λογοτεχνική ιστορία. Θεωρούμενος στη δεκαετία του 1950, μια από τις μεγαλύτερες λογοτεχνικές ελπίδες των Η.Π.Α., μετά τον ξαφνικό του θάνατο το 1974 από λευχαιμία, και σε ηλικία μόλις 47 ετών, λησμονήθηκε εντελώς και με το έργο του ασχολούνταν περισσότερο οι αφροαμερικανοί θεωρητικοί της Λογοτεχνίας. Ο Gardner Smith που εργαζόταν ως Δημοσιογράφος, είχε εκδώσει τέσσερα μυθιστορήματα και ένα δοκίμιο. Παρά την επιτυχία των πρώτων του μυθιστορημάτων, σημαντικότερο όλων θεωρείται αυτό που έγραψε τελευταίο και προκάλεσε τις περισσότερες συζητήσεις. Είναι το «ΠΡΟΣΩΠΟ ΑΠΟ ΠΕΤΡΑ» («The Stone Face»), βιβλίο που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1963, που ήταν αποσυρμένο από την αγορά για δεκαετίες και επανεκδόθηκε το 2021, επαναπροσδιορίζοντας τον συγγραφέα του και συστήνοντάς τον σε ένα νέο κοινό. Αξίζει βεβαίως, να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, παρότι γράφτηκε στη Γαλλία και εκεί διαδραματίζεται, δεν εκδόθηκε ποτέ εκεί – τους λόγους μπορεί να τους αντιληφθεί ο αναγνώστης όταν το διαβάσει!


Το «ΠΡΟΣΩΠΟ ΑΠΟ ΠΕΤΡΑ» είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Gardner Smith, που εκδίδεται στα ελληνικά. Εκδόθηκε πριν από μερικούς μήνες από τις (πάντα ποιοτικές) εκδόσεις Στερέωμα, σε μετάφραση της Κατερίνας Σχινά και το συνοδεύει, ένα θαυμάσιο επίμετρο/εισαγωγή του Adam Shatz (που καλό είναι να διαβαστεί μετά την ανάγνωση του μυθιστορήματος). Ο Gardner Smith, ακτιβιστής από πολύ νέος, δεν μπορούσε να ζήσει άλλο στις Η.Π.Α. λόγω του φυλετικού θέματος και μετανάστευσε το 1951 – κι ενώ είχε ήδη εκδώσει δύο μυθιστορήματα -, στο Παρίσι της Γαλλίας και το 1956 η Αμερικανική κυβέρνηση αρνήθηκε να του ανανεώσει το διαβατήριο, καθιστώντας τον άπατρι στη χώρα που τον φιλοξενούσε.
 
«… Πλησίαζε τα τριάντα ∙ ήταν Νέγρος και το όνομά του Σίμιον Μπράουν. Είχε μόνο ένα μάτι – ένα μαύρο κάλυπτρο έκρυβε τη κόγχη του άλλου. Ήταν ψηλός και λεπτός, με νευρικά ευαίσθητα χέρια.
Οι άλλοι επιβάτες του κουπέ συζητούσαν, αλλά ο Σίμον δεν συμμετείχε. Το μυαλό του έτρεχε πέρα από το τρένο, έξω, στον ανοιξιάτικο αέρα ∙ βρισκόταν ήδη στο Παρίσι.
Μεγάλο ταξίδι, σκέφτηκε ο Σίμιον. Η Αμερική ήταν πίσω του, το παρελθόν του ήταν πίσω του, ήταν ασφαλής. Η βία δεν θα ήταν απαραίτητη, ο φόνος δεν θα ήταν απαραίτητος. Παρίσι. Ειρήνη.»
 
Ο ήρωας και κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου, είναι ο Σίμιον Μπράουν, ένας νεαρός Αφροαμερικανός δημοσιογράφος, που αποφασίζει στο τέλος της δεκαετίας του ’50 να μεταναστεύσει στο Παρίσι, μην αντέχοντας πλέον τον ρατσισμό που βίωνε καθημερινά στη Φιλαδέλφεια των Η.Π.Α. Ο Σίμιον είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στους δρόμους της πόλης αυτής και στην εφηβεία του είχε χάσει το μάτι του σε έναν καβγά, όταν δέχτηκε μια ρατσιστική επίθεση. Από τότε κυκλοφορεί με ένα κάλυμμα στο ένα μάτι, που τον κάνει να μοιάζει σαν πειρατής του παλιού καιρού. Στο Παρίσι μαγεύεται από την πρώτη στιγμή που πατάει το πόδι του εκεί. Έτσι κι αλλιώς η «Πόλη του Φωτός» ήταν ο τόπος που πολλοί ομόχρωμοι συμπατριώτες του έκαναν μεγάλη καριέρα, είτε ως καλλιτέχνες, είτε ως συγγραφείς. Ο Σίμιον θεωρεί ότι βρήκε τον Παράδεισό του, καθώς ουδείς ασχολείται με το χρώμα του, μπορεί να περπατήσει στους δρόμους αγκαλιά με μια λευκή γυναίκα και να μη γυρίσει να τους κοιτάξει κανείς, να τον υποδέχονται στα μαγαζιά ως άνθρωπο (και ως «δολάριο» βέβαια). Γενικότερα απολαμβάνει μια πρωτόγνωρη γι’ αυτόν ελευθερία κινήσεων, ενώ η παντοδυναμία του αμερικανικού νομίσματος, του δίνει μια μεγάλη άνεση κινήσεων.
 
Στο δωμάτιο του ξενοδοχείου που νοικιάζει, ζωγραφίζει έναν πίνακα, ο οποίος αναπαριστά ένα παραμορφωμένο πρόσωπο με μια παγωμένη έκφραση. Είναι ένα «πρόσωπο από πέτρα» και είναι ο μόνιμος εφιάλτης που συνοδεύει τον Σίμιον, που προσπαθεί έτσι να θεραπεύσει τους φόβους του, την φρίκη της ρατσιστικής επίθεσης – μεταφέροντας στον καμβά, αυτό που αντίκρισε καθώς ο άνθρωπος που του επιτέθηκε, του έβγαζε το μάτι. Όταν η όμορφη Πολωνέζα ηθοποιός Μαρία, με την οποία γνωρίζεται και η έλξη μεταξύ τους είναι ακαταμάχητη, τον ρωτάει γιατί έφυγε από τη χώρα του, της απαντάει: «Έφυγα για να μην αναγκαστώ να σκοτώσω».


«… Το Θηρίο στη Ζούγκλα ∙ είσαι πάντα σε επιφυλακή, με τεντωμένα τα νεύρα, περιμένοντας να ορμήσει. Είναι τρομερό, ναι. Και θέλουμε να ανασαίνουμε ελεύθερα, δεν θέλουμε να σκεφτόμαστε το χρώμα μας είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο. Δεν θέλουμε να έχουμε τη μύτη μας σφηνωμένη στο φυλετικό ζήτημα για τα εβδομήντα τόσα χρόνια της ζωής μας. Αλλά δεν γίνεται ∙ είσαι υποχρεωμένος να το σκέφτεσαι ∙ σε αναγκάζουν να το σκέφτεσαι συνέχεια, χωρίς διακοπή.»
 
Η Μαρία έχει χάσει τους γονείς της στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου είχε βιώσει οδυνηρές εμπειρίες, όταν ήταν μικρή. Προσπαθεί να κάνει καριέρα στη Γαλλία, καθώς εντυπωσιάζει με την εμφάνισή της. Το ζευγάρι ζει τον έρωτά του, τριγυρνάει στα κλαμπ, και οι νέοι φίλοι του Σίμιον κάθε μέρα κάτι διοργανώνουν. Δεν έχουν αντιληφθεί ή δεν θέλουν να αντιληφθούν αυτό που συμβαίνει στη Γαλλία με τον πόλεμο της Αλγερίας και την καταπίεση που υφίστανται οι Αλγερίνοι που ζουν στην πόλη. Ο Σίμιον προσπαθώντας να προστατεύσει μια γυναίκα, μπλέκει σε ένα καβγά με κάποιους Αλγερινούς. Θα οδηγηθούν όλοι μαζί στο αστυνομικό τμήμα, όπου εκεί ζει μια σκηνή που έχει δει πολλές φορές στην πατρίδα του, αλλά από την άλλη πλευρά. Οι αστυνομικοί μόλις βλέπουν το διαβατήριό του, τού μιλάνε στον πληθυντικό, δέχονται την άποψή του και τον συνοδεύουν στην έξοδο. Οι Αλγερίνοι θα κλειστούν σε ένα κελί, και οι αστυνομικοί τους φέρονται ως εγκληματίες.
Όταν μερικές ημέρες αργότερα, θα συναντηθεί μαζί τους στο δρόμο, οι Αλγερινοί του λένε ότι είναι στην πραγματικότητα «λευκός» και τότε εκείνος αρχίζει να συνειδητοποιεί τι ακριβώς γίνεται. Θα κάνει παρέα μαζί τους, θα πάει στα σπίτια τους και μόνο τότε θα αντιληφθεί και θα κατανοήσει τι συμβαίνει στην Αλγερία, κι ότι είναι μια υπόθεση που τον αφορά άμεσα. Η στάση του θα αλλάξει, ενώ οι ομόχρωμοι φίλοι του, δεν μπορούν να κατανοήσουν την εμμονή του με τον αγώνα της ανεξαρτησίας της Αλγερίας, ούτε τους προβληματισμούς του, ακόμα κι η Μαρία (που προσβάλλεται από τους Αλγερινούς σε μια συνάντηση), δεν τον καταλαβαίνουν. Ο Σίμιον συνειδητοποιεί ότι ο ρατσισμός είναι κάτι πέρα από σύνορα και χρώματα και ο αγώνας εναντίον του δεν μπορεί να περιοριστεί μέσα στα σύνορα μιας χώρας - οφείλει να αφοσιωθεί σε αυτόν. Οι ταραχές του ’61 στο Παρίσι και η σφαγή των Αλγερινών από την Γαλλική αστυνομία θα βάλουν το οριστικό τέλος στην ψευδαίσθησή του περί παραδείσου στο Παρίσι.
 
Μυθιστόρημα με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, το «ΠΡΟΣΩΠΟ ΑΠΟ ΠΕΤΡΑ», αναπτύσσεται με στιβαρότητα και κλιμακούμενη ένταση, παρά την αρχική χαλαρότητα και την αίσθηση ότι διαβάζεις κάτι που έχεις ξανασυναντήσει στο παρελθόν. Η πορεία του Σίμιον προς την αυτογνωσία και η έκπληξη που νιώθει βλέποντας το αληθινό πρόσωπο ενός τόπου που φάνταζε ονειρικός στην αρχή, είναι καθηλωτική. Ο ήρωας του βιβλίου γνωρίζοντας την άλλη πλευρά, διαπερνώντας τα βολικά όρια, αντιλαμβάνεται ότι παρά τις όποιες διαφορές, η κατάσταση δεν διαφέρει και πολύ από την χώρα που γεννήθηκε, μεγάλωσε και υπέφερε.
 
Υπάρχουν πολλά βιβλία και κινηματογραφικές ταινίες που απεικονίζουν την ζωή των Αμερικανών στο Παρίσι, ακόμα και των Αφροαμερικανών που καταφεύγουν από ανάγκη λίγο, πολύ. Εκεί που διαφέρει ο Gardner Smith, είναι στην περιγραφή του τρόπου σκέψης των ομόχρωμων συμπατριωτών του, αλλά και γενικότερα των εμιγκρέδων που βρίσκονται στον στενό του κύκλο. Ουδείς μπορεί να κατανοήσει τη στάση του Σίμιον. Είναι διστακτικοί ή και εχθρικοί απέναντι στους Αλγερινούς και τον απελευθερωτικό τους αγώνα. Αρνούνται να κατανοήσουν ότι είναι κάτι που μοιάζει με αυτά που πέρασαν (ή περνάνε) στην πατρίδα τους. Θεωρούν ότι είναι ένα εσωτερικό ζήτημα των Γάλλων και το αντιμετωπίζουν παθητικά, φοβούμενοι ότι θα κινδυνεύσουν αν πάρουν θέση. Ο συγγραφέας όμως δεν θίγει μόνο αυτό το γεγονός. Στέκεται και στην καχυποψία των Αλγερινών, απέναντι σε ότι βρίσκεται στην άλλη όχθη, τους Εβραίους (ή τους ανθρώπους με εβραϊκή καταγωγή), στους Αμερικανούς ασχέτως χρώματος (για εκείνους είναι όλοι «λευκοί» ως προνομιούχοι).

«… κάθε μέλος προνομιούχας ομάδας σε μια ρατσιστική κοινωνία θεωρείται ένοχο. Κάθε λευκός Νοτιοαφρικανός είναι ένοχος. Κάθε Γάλλος είναι ένοχος στα μάτια των Αλγερινών. Κάθε λευκός Αμερικανός είναι ένοχος. Η ενοχή μπορεί να εξαλειφθεί μόνο όταν εξαλειφθεί και ο ρατσισμός.»
 
Ο ρατσισμός βρίσκεται παντού και δεν έχει χρώμα μας λέει ο Gardner Smith στο εξαιρετικό του βιβλίο, οι κοινωνικές συνθήκες τον διαμορφώνουν. Ο Σίμιον είναι ουσιαστικά μόνος του σε αυτόν τον αγώνα. Οι Αλγερίνοι, του το λένε και το βλέπει κι ο ίδιος ∙ αισθάνονται και είναι παρίες σε μια χώρα που τους θέλει υποταγμένους. Και ο Σίμιον, που αφυπνίζεται με βίαιο τρόπο, πρέπει να απαντήσει σε μια σειρά από ερωτήματα που προκύπτουν διαρκώς. Είναι διατεθειμένος να θυσιάσει τις ανέσεις που του παρέχει το Γαλλικό κράτος; Είναι διατεθειμένος να διαχωρίσει τη θέση του από τους Αφροαμερικανούς συμπατριώτες του, που τον στήριξαν από την πρώτη μέρα που πήγε στο Παρίσι για να παλέψει μαζί με τους Αλγερινούς; Είναι διατεθειμένος να ρισκάρει τη σχέση του με μια γυναίκα που αγαπάει, για έναν αγώνα που δείχνει να μην είναι δικός του;
 
Μυθιστόρημα αντιρατσιστικό σε πρώτο επίπεδο, με έντονο κοινωνικό πρόσημο, το «ΠΡΟΣΩΠΟ ΑΠΟ ΠΕΤΡΑ» είναι ουσιαστικά ένα βιβλίο αναζήτησης ταυτότητας, αυτογνωσίας και ενηλικίωσης. Ένα διαφορετικό «bildungsroman», χωρίς συναισθηματισμούς και λυρισμούς, που εναλλάσσει με επιτυχία το ατμοσφαιρικό ύφος της αρχής με τους κοινωνικούς και πολιτικούς προβληματισμούς της συνέχειας. Με αυτό το έξοχο μυθιστόρημά του, ο Gardner Smith, συστήνεται έστω και με καθυστέρηση στο ελληνικό κοινό, επισημαίνοντάς μας ουσιαστικά, πόσοι σπουδαίοι συγγραφείς άγνωστοι σε εμάς, υπάρχουν στο λογοτεχνικό σύμπαν.
 
Βαθμολογία 85 / 100


 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

~ back home