Τετάρτη, Οκτωβρίου 21, 2020
posted by Librofilo at Τετάρτη, Οκτωβρίου 21, 2020 | Permalink
Μυθομανίες

 

«Αυτά που δεν βλέπουμε, συχνά είναι πιο σημαντικά από αυτά που βλέπουμε.»
 
Αν ως αναγνώστης θεωρείς ότι «πίσω από μια ιστορία κρύβεται μια άλλη ιστορία» όπως γράφει κάπου η Χίλαρι Μαντέλ ή ότι ο συγγραφέας «οφείλει» να «επινοεί μικροασάφειες» όπως συχνά-πυκνά αναφέρει ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες, τότε στο (κάτι σαν) μυθιστόρημα του Στράτου Μυρογιάννη, με τίτλο «ΜΥΘΟΜΑΝΙΕΣ» (Εκδ. Gutenberg, σειρά Aldina, σελ. 198), θα βρεις αυτό που ψάχνεις από ένα λογοτεχνικό έργο. Τυπικά οι «Μυθομανίες» έχουν τη μορφή συλλογής διηγημάτων – αυτόνομων παράξενων ιστοριών σαν λογοτεχνικό παιχνίδι που «απαιτεί» την συμμετοχή του αναγνώστη στους γρίφους που παραθέτει. Οι συνδέσεις των ιστοριών όμως είναι τέτοιες και η κοινή τους ατμόσφαιρα, μπορούν άνετα να το κατατάξουν (αν και γενικώς ως βιβλίο, είναι «ακατάταχτο) ως μυθιστόρημα υβριδικό.
 


Ο Στράτος Μυρογιάννης, είναι ένας συγγραφέας που ασχολείται με το αστυνομικό μυθιστόρημα, όπως και με την ιστορική έρευνα, εξάλλου έχει σπουδάσει Μεσαιωνικές και Σύγχρονες Γλώσσες στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ (όπου έχει διδάξει εκεί, Νεοελληνική Λογοτεχνία), είναι συγγραφέας μιας μελέτης για το ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα του 19ου αιώνα, έχει συμμετοχή σε συλλογικά έργα για το αστυνομικό μυθιστόρημα αλλά και για τον νεοελληνικό διαφωτισμό, έχει μεταφράσει δύο Αγγλικά αστυνομικά μυθιστορήματα, είναι εκδότης του περιοδικού Polar που ασχολείται με το αστυνομικό αυτό υποείδος. Είναι λοιπόν ένας άνθρωπος που ακροβατεί μεταξύ Ιστορίας και Αστυνομικού μυθιστορήματος, οπότε η πρώτη του λογοτεχνική απόπειρα, δεν θα μπορούσε να παρεκκλίνει από τα ενδιαφέροντά του αυτά. Εκείνο που «εισάγει» στις μέχρι τώρα δημοσιεύσεις του, είναι το στοιχείο του λογοτεχνικού παιχνιδιού, που όμως καθιστά το εγχείρημα του ακαταμάχητο.
 
«Η αδυναμία του ήταν η ποίηση και αγαπούσε τα μυστικά. Και τα μυστήρια των ανθρώπων. Όχι επειδή είχαν ενδιαφέρον. Στα μάτια του η έννοια της μυστικότητας (αν υπάρχει κάτι τέτοιο) ήταν μια τέχνη αλλά και μια επιστήμη. Αυτός ήταν και ο λόγος που την είχε αναγάγει σε βασικό συστατικό της ζωής του. Συνήθιζε να λέει πως η ποίηση είναι η πιο κρυπτογραφική τέχνη.»
 
Επτά αυτόνομες αλλά εμφανώς συνδεδεμένες μεταξύ τους ιστορίες, συνθέτουν τις «Μυθομανίες». Από τις αρχές της Αναγέννησης μέχρι τον 19ο αιώνα, πρόσωπα κατασκευασμένα από την πένα του ευφυέστατου συγγραφέα, πρόσωπα ιστορικά – περισσότερο ή λιγότερο γνωστά, διαπλέκονται και αλληλοεπιδρούν, ανταγωνίζονται ή συναγωνίζονται κυρίως με τις εμμονές τους και τα πάθη τους. Αναζήτηση του νοήματος της ζωής, των σπάνιων ή ακόμα και ανύπαρκτων βιβλίων, ελιξηρίων και βιβλιοθηκών χαμένων στα βάθη της ιστορίας. Τύποι με περίεργα ονόματα και ομιχλώδη καταγωγή, τύποι σαλοί και ιδιόρρυθμοι, τύποι που δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν κάθε μέθοδο για να φτάσουν στον σκοπό τους.
 
«Η ανάγνωση και η γραφή ήταν ύποπτες και επικίνδυνες συνήθειες και μπορούσαν να οδηγήσουν στην τρέλα.»
 
Τι συνδέει λοιπόν, τον ακάματο (και αδίστακτο) βιβλιοσυλλέκτη Ιάσονα Μαυροκορδάτο-Bodin («Η βιβλιοθήκη του Ιάσονα Μαυροκορδάτου-Bodin») που «έστειλε αδιάβαστο» τον Σουλτάνο της Αλάμπρας, με τον Έλενο Παλαιολόγο («Κορνήλιος Κράνμπερης ο Τραυλός»), περισσότερο γνωστό ως Κορνήλιο Κράνμπερη τον Τραυλό που από την Μεγάλη Βρετανία βρέθηκε στον Χάνδακα στα μέσα του 17ου αιώνα, με τον homo-universalis Bartolo Simoni («Οι αναρίθμητες ιδιορρυθμίες του Bartolo Simoni») που έπασχε από μια ανίατη ασθένεια και αναζητούσε το νόημα της ζωής στην παραίσθηση του φωτός;
Τι συνδέει τον αλχημιστή Nicholas FlamelHommage a deux alchimistes: Nicholas Flamel et Sir Isaac Newton»), που κάηκε στην πυρά και που οι φίλοι αποκαλούσαν «αυτοκράτορα», με τον Νεύτωνα και γιατί ο δεύτερος αποκάλεσε «απατεώνα» τον πρώτο; Ποια η σχέση του λιπόσαρκου μοναχού Νικόδημου Μεταξά – Malherbe («Shakespeare and Metaxas-Malherbe: The First Folio») που εμφανίστηκε από το πουθενά στο Λονδίνο του 17ου αιώνα, με τον Κορνήλιο Κράνμπερη και πως έφτασε το χαμένο χειρόγραφο με έργα του Σέξπιρ στην Κωνσταντινούπολη;
Ποια διάσημη γυναίκα συγγραφέα (και όχι μόνο), έχει ερωτευτεί ο Αδαμάντιος Κοραής («Adamante Coray in love»); Τι γνωρίζει ο Ιωάννης Καρτάζηλος για την δολοφονία του Πάπα Ουρβανού Ζ’ το 1590 («Ο Ιωάννης Καρτάζηλος και ο Πάπας Ουρβανός Ζ’»),  τι ανακάλυψε ο Johannes Argentis-Mosimoff και πως συνδέεται το δερματόδετο σημειωματάριο με τις ιστορίες με τον τίτλο «Μυθομανίες» με τον φόνο μιας νεαρής γυναίκας στη Νέα Υόρκη;
 


Επτά άκρως γοητευτικές ιστορίες, όπου ο αναγνώστης βρίσκεται παγιδευμένος στους λογοτεχνικούς γρίφους που θέτει διαρκώς ο συγγραφέας, ενώ κατά την διάρκεια της ανάγνωσης δεν σταματάει να «γκουγκλάρει», προσπαθώντας να ανακαλύψει πόσα από τα πρόσωπα που αναφέρονται είναι μυθοπλαστικά δημιουργήματα και ποια είναι τα αληθινά. Είναι αλήθεια ότι η μπάλα χάνεται κάποια στιγμή και παρατάς την προσπάθεια, υποκύπτοντας στην αφηγηματική δεινότητα του Μυρογιάννη που σε παρασέρνει σε αυτό το Μπορχεσικό αινιγματικό ταξίδι, μπερδεμένος μέσα σ’ αυτή την ατελείωτη παράθεση ονομάτων, ατέρμονων κύκλων και διαρκών αναζητήσεων κάποιου χαμένου δισκοπότηρου.
 
«Είναι πιο εύκολο για κάποιον να κάψει το σπίτι του παρά να δεχτεί την αλήθεια.»
 
Απόηχοι από Μπόρχες, Έκο, Καλβίνο, Περέκ αλλά και υποδόρια συγγένεια με το βιβλίο-έκπληξη «Γραμματική των γλωσσών της Βαβέλ» του Buchmann (κι αυτό από την σειρά Aldina των εκδόσεων Gutenberg), χαρακτηρίζουν την συγγραφική προσπάθεια του Μυρογιάννη. Πέρα όμως από τις εμφανείς αναφορές και δάνεια, που στο κάτω-κάτω ενδιαφέρουν μόνο λίγους, το βιβλίο είναι απολαυστικό στην ανάγνωσή του και στο παιχνίδι που παίζει με τον αναγνώστη του, στην εγρήγορση που «απαιτεί» από αυτόν. Το έξοχο επίμετρο του τέλους γραμμένο από τον Φιλήμονα Έρουλο (μη γκουγκλάρεις!) που συμπυκνώνει κατά κάποιο τρόπο τις ιστορίες και τους πρωταγωνιστές τους αναφέρει ότι «οι χαρακτήρες τις διασχίζουν (τις ιστορίες) με τον ίδιο τρόπο που οι ταξιδιώτες διασχίζουν τη Salle de pas perdus στους σταθμούς των τρένων», αφήνοντας τα πάντα ανοιχτά και στον αναγνώστη να βρει τη δική του αλήθεια μέσα από αυτές.
 
Που ανήκουν οι «Μυθομανίες» ως λογοτεχνικό είδος; Δύσκολη η απάντηση και ίσως περιττή. Εδώ δεν έχω καταλήξει αν πρέπει να τις συμπεριλάβω στην ελληνική πεζογραφία, καθώς τίποτα δεν θυμίζει εγχώριο λογοτεχνικό έργο – ίσως στο ύφος λίγο τον Γονατά ή τον Καχτίτση. Ο Κώστας Καλφόπουλος στο κείμενό του, που παρατίθεται στο τέλος του βιβλίου («λογοτεχνική κριτική» ενσωματωμένη στο ίδιο το βιβλίο, wtf?), χρησιμοποιεί τον όρο που αρμόζει στο βιβλίο: «Ο Στράτος Μυρογιάννης, με τις Μυθομανίες και τους παράδοξους ήρωές του, επιχειρεί κάτι σαν ένα «πειρατικό ρεσάλτο» στα ελληνικά χωρικά ύδατα της μυθοπλασίας.» Ας μείνει έτσι λοιπόν…
 
Βαθμολογία 82 / 100


 



0 Comments:


Δημοσίευση σχολίου

~ back home