Ο ήρωας του Δαββέτα είναι ένας σαραντάρης δημοσιογράφος,ο οποίος αναλαμβάνει στα πλαίσια ενός αφιερώματος του περιοδικού που εργάζεται γιά το καυτό (αλλά πάντα επίκαιρο)θέμα του Εμφυλίου,να περιγράψει ένα επεισόδιο που διαδραματίστηκε στην προσφυγική γειτονιά που μεγάλωσε (μιά τυπική συνοικία στις παρυφές του κέντρου της Αθήνας-θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε,αν και ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ως πλαίσιο κάποια φανταστικά Σφαγεία,τα οποία όμως μοιάζουν πάρα πολύ με τα γνωστά Σφαγεία στην περιοχή Ταύρου).
Το επεισόδιο έχει μείνει στην συλλογική μνήμη ως η εκτέλεση ενός θεωρούμενου ως δωσίλογου μεγαλοπαράγοντα της περιοχής . Ρωτώντας δεξιά και αριστερά ο δημοσιογράφος όσο περισσότερο ψάχνει τόσο περισσότερο μπερδεύεται προσπαθώντας να ξεμπλέξει αυτό το κουβάρι,όπου η μία ιστορία οδηγεί στην άλλη και όπου ο καθένας από τους επιζώντες έχει μιά δική του εκδοχή της ιστορίας.
Είναι το επεισόδιο αυτό και ένας άλλος φόνος που ακολούθησε του γιατρού της συνοικίας (λόγω παιδεραστίας είπαν),πράξεις εκδίκησης?Ο εμφύλιος – όπως και κάθε εμφύλιος δεν είναι τίποτε άλλο από ξεκαθαρίσματα λογαριασμών?Υπάρχει αλήθεια,ή,οι «αλήθειες» είναι πολλές και καθαρά υποκειμενικές?
Ο Δαββέτας ενσωματώνει σε μιά χαλαρή αφήγηση γεμάτη χιούμορ, τους προβληματισμούς που γεννιούνται στον αφηγητή από τις αντικρουόμενες πληροφορίες. . Ο ήρωας του είναι ένας άνθρωπος με πολλά προσωπικά αδιέξοδα . Όχι τόσο νέος πιά,αλλά ούτε και γέρος,βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο της ζωής του .Μια ζωή «μετρίως,μέτριος και πάντα μετρημένος» μεγαλωμένος σε αριστερή οικογένεια και παντρεμένος την κόρη ενός πασοκτζή νεόπλουτου, βιώνει την διάλυση του γάμου του , την επαγγελματική του απογοήτευση εσωτερικά χωρίς να εκδηλώνεται . Υποφέρει ψυχοσωματικά από τον προστάτη του,από το έντερό του από το στομάχι του μεταφέροντας παραστατικά στον αναγνώστη την φρικιαστική πραγματικότητα των εσωτερικών εμφυλίων που ζεί ο καθημερινός και απλός άνθρωπος 60 χρόνια μετά τον φρικώδη εμφύλιο που ζούσαν οι άνθρωποι της μεταπολεμικής Ελλάδας.
Το λεπτομερές ψάξιμο αποδεικνύεται τεράστιο μαρτύριο γιατί όσο περισσότερο βαθύτερα προχωράει αγγίζει την οικογένεια του πεθερού του,ακόμα και την δικιά του οικογένεια.
Η νουβέλα είναι γεμάτη αρετές . Εξαιρετική περιγραφή του κλίματος της εποχής,οι αφηγήσεις των μαρτύρων είναι πολύ ζωντανές , τα στιγμιότυπα από την καθημερινότητα του δημοσιογράφου πολύ γλαφυρά και με πολύ χιούμορ , το πρόσωπο-κλειδί της ιστορίας ,ένας επιτυχημένος ζωγράφος φέρνει στο νου, πολλούς «μαϊντανούς» που πλημμύρισαν τους τηλεοπτικούς δέκτες της πασοκικής Ελλάδας κουβαλώντας τις «αντιστασιακές δάφνες τους» ,αλλά πάνω απ’όλα εκείνο που με γοήτευσε προσωπικά , η ατμόσφαιρα της συνοικίας η οποία μεταφέρεται τόσο ζωντανά λες και το βιβλίο γράφτηκε τότε και όχι τώρα . Η μνησικακία των κατοίκων (χαρακτηριστικό της φυλής?),ο φθόνος,η ζήλεια,(οι ζωές που δεν ζήσανε)...
«...Η εκτέλεση έγινε μεσημέρι,στη μάντρα του Νικιτίδη.Την προηγουμένη είχαν κρεμάσει οι ταγματασφαλίτες στο Παγκράτι πέντε Επονιτάκια.Τα είχαν αφήσει όλη τη νύχτα να κρέμονται προς γνώση και συμμόρφωση. «Κακά ξεμπερδέματα θά΄χουμε»,μου είπε ο πατέρας μου.Οι κομμουνιστές τουλάχιστον ξέραμε πως σέβονταν τους αιχμαλώτους,άμα αλλάζανε και αυτοί «γραμμή»,θα καταλήγαμε σε λουτρό αίματος.Όπως κι’έγινε.
Εκείνο το πρωινό,θυμάμαι,σηκώθηκε από νωρίς γιατί,βλέπεις,οι Εγγλέζοι τον είχαν σαν υπεύθυνο επισιτισμού στα Σφαγεία και μέρα παρά μέρα περνούσε από τις αποθήκες τους,έπαιρνε ένα τσουβάλι αλεύρι,καμιά οκά λάδι , γάλα σε σκόνη και τα μοίραζε σε όσες οικογένειες είχαν δελτίο . Γυρνώντας από τον εγγλέζικο τομέα κατά τις εννιά,συνοδεία πάντα ενός κουτσού δασκαλάκου,κάποιος από ό,τι φαίνεται τους παρέσυρε και αντί να ακολουθήσουν την κεντρική οδό,άλλαξαν δρομολόγιο και χώθηκαν στα στενά.Εκεί τους την είχαν στημένη.Τους πήγαν μπροστά στο καρβουνιάρικο του Νικιτίδη,και τους διαβάσανε την απόφαση: «Εχθροί του λαού,πράκτορες,προδότες του κινήματος»,ξέρεις,δεν είχαν πολύ φαντασία στις κατηγορίες.Τους τουφέκισαν πριν πάρει χαμπάρι ο συνοικισμός.Βέβαια τα κακά μαντάτα τρέχουν πιό γρήγορα κι από τη φωτιά.Όταν ειδοποίησαν τη μάνα μου να «μαζέψει τον άντρα της»,λιγοθύμησε.Που το βρήκα εγώ το κουράγιο και πήγα τρέχοντας ως εκεί,ακόμη δεν μπορώ να το καταλάβω.Στη μάντρα μπροστά είχε μαζευτεί κόσμος.Άλλοι φωνάζανε «καλά τους κάνανε» κι άλλοι «φτάνει πιά».Αργότερα μάθαμε πως εκείνη τη μέρα η Πολιτοφυλακή είχε πάρει εντολή «άνωθεν» γιά μικρής έκτασης αντίποινα σε όλη την Αθήνα,το γεγονός όμως είναι πως αυτοί που την πλήρωσαν δεν είχαν καμμία σχέση μ’αυτούς που κρέμασαν τους Επονίτες στο Παγκράτι...»
Θεωρώ ότι το εξαιρετικό βιβλίο του Ν.Δαββέτα θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο (ποιός το λέει,εγώ που είμαι υπερ της «λιτής φόρμας»).Μάλλον πολύ γρήγορα και πολύ εύκολα ο ήρωας πετάει «λευκή πετσέτα» και λυγίζει κάτω από το βάρος των αποκαλύψεων που κάποια στιγμή αγγίζουν το άμεσο οικογενειακό του περιβάλλον . Κατά τη διάρκεια της αφήγησης «ανοίγουν πολλά φίλτρα» μέσα στην ιστορία,τα οποία στο τέλος μένουν ανολοκλήρωτα και πολλά ερωτηματικά μένουν αναπάντητα.Προσωπικές επιφυλάξεις όμως οι οποίες δεν χαλάνε την πολύ καλή εικόνα ενός ισορροπημένου και εξαιρετικού έργου.
Όπως αναφέρεται σε κάποια αποστροφή ενός εκ των πρωταγωνιστών του δράματος, «που βρέθηκε τόσο μίσος?»...Ισως εκεί είναι η ουσία όλων των βιβλίων που γράφονται γύρω από τα Δεκεμβριανά (έναν από τους πολλούς εμφύλιους που έχει ζήσει αυτή η χώρα) αλλά και τον κάθε εμφύλιο σε κάθε γωνιά της γης . Τα ανθρώπινα πάθη που βρίσκουν την ευκαιρία να ξεσπάσουν σε κάτι τέτοιες στιγμές δραματικές γιά τον τόπο ίσως είναι τώρα η ευκαιρία με την απόσταση των χρόνων από τα γεγονότα να αποτυπωθούν στην Ελληνική λογοτεχνία, δίχως τις οξύτητες και τις αμετακίνητες θέσεις των συγγενών ως προς το θέμα μυθιστορημάτων του παρελθόντος . Θυμάμαι ακόμα πολύ έντονα,τις διηγήσεις της γιαγιάς μου που ζούσε εκείνη την εποχή κάπου στον Λόφο Σκουζέ γιά τέτοιες μικροϊστορίες παραλογισμού,οι δε εφιάλτες της γιά την περίφημη «ντουντούκα» έχουν χαραχθεί και στο δικό μου υποσυνείδητο.
At 21/6/07 16:10, scalidi
At 21/6/07 17:09, Εαρινή Συμφωνία
Ο Δαββέτας είχε μια εξαιρετική ιδέα, την οποία δεν κατόρθωσε, νομίζω, να διαχειριστεί με το πάθος που απαιτούνταν. Ένα πρωτότυπο θέμα που χρειαζόταν περισσότερη ένταση και ίντριγκα, ώστε να καταδείξει την τραγωδία (ενώ τώρα μιλάμε, απλώς, για δράμα) το σπαραγμό, και, τελικά, την αιτία, που τώρα φαίνεται πολύ «χλωμή» και αδύναμη για να σηκώσει στους ώμους της αυτό το βάρος.
Μιλάμε, πάντως, για ένα βιβλίο το οποίο χειρίζεται εντελώς αλλοιώτικα το θέμα του εμφυλίου (μέχρι τώρα είχαμε μάθει τα ηρωικά ή τα πένθιμα ή και τα δυο)και άρα είναι ενδιαφέρον.
At 21/6/07 18:47, alef
Δεν ήταν υπέροχο το "15 Οκτωβρίου 1960"; Με τίτλο- δάνειο την γενέθλια ημερομηνία και αφορμή τον θάνατο του πατέρα, έχουν γραφτεί συγκλονιστικά έργα υιών μετά από αυτή την καθοριστική, μεγάλη φυγή (π.χ. Η "Ανατολή" του Κωστή Γκιμοσούλη). Οι περισσότεροι μετά απ' αυτή την μεγάλη φυγή, αισθάνονται την ανάγκη να επανακαθοριστούν, λες και διακινδύνεψαν ξαφνικά τα όριά τους! Μ' άρεσε αυτό που λέτε για τους "εσωτερικούς εμφυλίους", μου άρεσε πολύ! Κι ο τρόπος με τον οποίο σοφά αναφέρεστε στον κεντρικό ήρωα (τα... εντερικά του, καθόλου τυχαία για άνθρωπο με "εσωτερικούς εμφυλίους" κι αυτό το εύστοχο "μετρίως μέτριος και πάντα μετρημένος" αλλά η ζωή ή ο Θεός είναι μεγάλος φαρσέρ) Εξοχο ποστ για ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, πολύ καλή και η προσωπική αναφορά.
At 21/6/07 19:44, Πάπισσα Ιωάννα
Το βιβλίο διακρίθηκε μέσα στη χρονιά, γιατί έδειξε από άλλη σκοπιά τα δεινά του εμφυλίου, τις συγκρούσεις και αντιθέσεις που δεν ήταν πάντα ιδεολογικής φύσης. Ωστόσο ως προς τη δομή είχε προβλήματα, και από την άλλη δεν υπήρχε ούτε στη γλώσσα ούτε στην άποψη ποικιλία φωνών και απόψεων (αυτό που ονομάζεται πολυγλωσσισμός και πολυφωνία).
Θα εξηγήσω αναλυτικότερα τι εννοώ σε δική μου καταχώριση, για να μην καταχρώμαι τον χώρο σας.
Καλές αναγνώσεις
Πατριάρχης Φώτιος
@Εαρινή Συμφωνία>Όντως εξαιρετική ιδέα.Το θέμα θα χρειαζόταν περισσότερο πάθος και ίντριγκα εάν ο ήρωας ήταν παθιασμένος,ο συγγραφέας επέλεξε τον ήρωα χλιαρό και light,θα μπορούσε βέβαια να τον μεταμορφώσει όσο προχωρούσε βαθύτερα στην ανακάλυψη των αιτίων αλλά αυτά είναι υποθέσεις.Πιστεύω λοιπόν ότι ήταν επιλογή του συγγραφέα να κινηθεί σε τέτοια επίπεδα και να χρησιμοποιήσει ένα ύφος που μπορεί όλοι μας να το θέλαμε διαφορετικό αλλά τελικά πρέπει να σεβαστούμε την επιλογή του.
@Πατριάρχης Φώτιος>Δεν αντιλαμβάνομαι πλήρως πως εννοείτε τον "πολυγλωσσισμό και την πολυφωνία" σε μία νουβέλα τέτοιου ύφους,μακάρι να μας διάβαζε ο συγγραφέας να μας εξηγήσει πως το βλέπει εκείνος.Μπορεί να έχετε δίκιο ως προς την δομή αλλά στην ανάγνωση κυριαρχεί η ιστορία που είναι πολύ γοητευτική.Όταν λοιπόν διαβάζει κανείς ερασιτεχνικά και "ανέμελα" ένα τέτοιο βιβλίο,δεν κάθεται να το πολυψάξει-τον πνίγουν τα συναισθήματα.Ευχαριστώ γιά την επίσκεψη και αναμένω το σχετικό ποστ.
At 22/6/07 13:45, ioeu
Πολύ ενδιαφέρον ακούγεται (είχα διαβάσει κι άλλες αναφορές), αλλά ομολογώ ότι ό,τι έχει σχέση με εμφύλιο μου προκαλεί αφάνταστη θλίψη.Ίσως γιατί ζήσαμε κι εμείς εδώ πιο πρόσφατα έναν εμφύλιο, που οι καταστροφικές συνέπειές του πάνε να γίνουν μόνιμες πληγές. Για να μπορέσουμε να ζήσουμε νομίζω πρέπει να ξεχάσουμε.
At 24/6/07 13:38, alef
@ Librofilo & Anagnostria>
Εξάλλου για να ξεχάσεις, θα πρέπει να θυμηθείς! (οι ψυχολόγοι κι ο... Φρόυντ το λένε) Αλλιώς δεν ησυχάζει η ψυχή, απλώς είναι δυσερμήνευτο εκείνο που σε ταράζει (αλλά σε ταράζει). Μόνο αν το ξέρεις, παύει να υφίσταται, το ξορκίζεις, αλλιώς...
Κι όσο για τα "ίδια λάθη", τα ίδια κάνουμε πάντα, αφού οι πράττοντες είμαστε εμείς (δεν αλλάζει ο άνθρωπος, ξέρετε, ακόμα και όταν... αποθεραπευτεί!) φρουδούλα άλεφ (το παθαίνω αυτό κάθε καλοκαίρι, δυστυχώς! Εκεί με χτυπά η ζέστη εμένα!)
Αγαπητό librofilo,
Δεν έχω διαβάσει ακόμα το βιβλίο αλλά βρήκα την κριτική σου πολύ ενδιαφέρουσα και κατατοπιστική. Θα ήθελα να προσθέσω στην συζήτησή σας με αφορμή ‘Το θήραμα’ που έχω διαβάσει ότι ο Δαββέτας ανατρέπει παγιωμένους τρόπους ‘ανάγνωσης’ του πολιτικού παρελθόντος μας αποφασίζοντας να μιλήσει για κάτι που θεωρείται τόσο οικείο και θεματικά εξαντλημένο – όπως η μετεμφυλιακή περίοδος στην Ελλάδα - με τρόπο ανοίκειο, αλλά βιωματικό - και, για αυτό, λογοτεχνικά σημαντικό. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση της γυναίκας δείχνει πως δεν υπάρχει ‘η αριστερά’ και το αντίθετό της, πέρα από τους συγκεκριμένους ανθρώπους που βίωσαν και βιώνουν το κάθε γεγονός ως πρωταγωνιστές της δικής τους ζωής.
@Alef, συμφωνώ. Η λήθη δεν είναι θέμα επιλογής - ακόμα κι όταν έχουμε ξεχάσει (όταν έχουμε καλύψει δυσάρεστα γεγονότα με ένα πέπλο από ανώδυνες σκέψεις) η μνήμη του σώματος μας συνδέει με το παρελθόν με τρόπους που δεν είναι πάντα εύκολο να καταλάβουμε.
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία, Εύα
Το να "ξεχάσουμε" είναι κάπως σχετικό. Και να θέλουμε ακόμα, είναι αδύνατο να ξεχάσουμε τόσο οδυνηρά γεγονότα. Είναι δυνατό να ξεχάσει κάποιος που έζησε τον εμφύλιο στην Ελλάδα ή κάποιος που βίωσε το πραξικόπημα (που ακολούθησε ένα αδελφοκτόνο σπαραγμό) και την εισβολή του 1974; Απλώς ήθελα να πω πόσο με θλίβουν, πόσο αναξέουν πληγές τα βιβλία που μας ξαναζωντανεύουν τέτοιες εποχές, που προτιμώ να τα αποφεύγω, αν και έχω διαβάσει βέβαια πλείστα όσα. Και τώρα βυθισμένη είμαι σε μια καινούργια, δίτομη έκδοση για το Κυπριακό, που καλύπτει την περίοδο 1959-1974 κι έχει μαυρίσει η ψυχή μου.
@Anagnostria>Έχεις δίκιο,είναι πολύ επώδυνη η ανάγνωση τέτοιων βιβλίων αλλά βγαίνουν συνεχώς καινούρια πράγματα στην επιφάνεια που "φωτίζουν" κάποια γεγονότα.Επίσης μυθιστορήματα γράφονται,άλλα ενδιαφέροντα και άλλα όχι στα οποία δεν μπορείς να μείνεις αδιάφορος.Και πάλι όμως είναι σε συνάρτηση πόσο μας ενδιαφέρει κάποια εποχή ή αν μας ενδιαφέρει η ιστορία γενικότερα.Δυστυχώς έχω ένα "μαζοχισμό" με τέτοια πράγματα-αυτό να λέγεται.
Χαίρομαι που σου άρεσε. Κι εμένα μου είχε αρέσει το βιβλίο, όπως είχα απολαύσει και την προηγούμενη νουβέλα του "Το θήραμα", δεν ξέρω, αν το είχες διαβάσει εκείνο.