Παρασκευή, Απριλίου 09, 2010
posted by Librofilo at Παρασκευή, Απριλίου 09, 2010 | Permalink
Ιστορίες μέσα σε ιστορίες
«Κάθε στιγμή, σε μια ιστορία βρισκόμαστε»… «Ιστορίες μέσα σε ιστορίες μέσα σε ιστορίες. Ποτέ σου δεν ξέρεις πότε τελειώνει η μια και πότε αρχίζει η άλλη! Στην πραγματικότητα, η μια εισχωρεί μέσα στην άλλη. Μόνο στα βιβλία είναι ξεκάθαρα χωρισμένες μεταξύ τους».
«Ξεκάθαρα χωρισμένες»…Μμμ, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει στο βιβλίο του Γερμανού συγγραφέα Ντάνιελ Κέλμαν με τίτλο «ΦΗΜΗ», (Εκδ.Καστανιώτη, (ωραία) μετάφρ. Κ.Κοσμά, σελ. 162). Συλλογή διηγημάτων όπου το ένα εμπλέκεται μέσα στο άλλο σχηματίζοντας ένα ιδιότυπο μυθιστόρημα ή απλά ένα διανοητικό παιχνίδι του πανέξυπνου νέου (γενν.1975) συγγραφέα σε κάποιο θέμα που ταλάνιζε τον Χ.Λ.Μπόρχες σε ολόκληρη τη ζωή του – ιστορίες μέσα σε ιστορίες που συνεχίζονται στο διηνεκές…Σύνδεση έστω και χαλαρή μεταξύ των 9 σύντομων διηγημάτων που υπάρχουν στον μικρό αυτό τόμο υπάρχει, όπως υπάρχει και μία σειρά κάποιων γεγονότων (τα οποία συνήθως καθορίζονται από τερτίπια της μοίρας/τύχης) που εμφανίζονται από τη μία ιστορία στην άλλη, ενώ το πνεύμα του Συγγραφέα / Πρωταγωνιστή / Θεού κινεί τα νήματα ανάλογα με τις ορέξεις του.
Ένας αριθμός κινητού τηλεφώνου που κατά λάθος δίδεται σε μια καινούργια σύνδεση αναστατώνει τη ζωή δύο ανθρώπων ενός τεχνικού που ξαφνικά αρχίζει να δέχεται κλήσεις που προορίζονταν για κάποιον άλλον που τον ζητάνε όλοι με το μικρό του όνομα Ραλφ. Κυρίως γυναίκες που σπαράζουν από την απουσία του. Η ζωή του τεχνικού αναστατώνεται όπως και του γνωστού ηθοποιού Ραλφ Τάνερ που λόγω της απώλειας του αριθμού του βρίσκεται να χάνει τη δουλειά του και την ταυτότητά του σιγά-σιγά. Οι δύο αυτές ιστορίες που παίζουν με το θέμα της ταυτότητας αλληλομπλέκονται και επηρεάζουν η μία την άλλη. Ο ιδιοφυής Κέλμαν παίζει έξυπνα με το θέμα της ρευστότητας του Εγώ, της εναλλαγής ταυτότητας και προσωπικότητας.
Η μοίρα καθορίζει και τις ζωές δύο συγγραφέων, του επιτυχημένου Λεό Ρίχτερ που περιοδεύει τον κόσμο καλεσμένος από επιμορφωτικά ιδρύματα στυλ Γκαίτε Ίνστιτουτ να μιλήσει για τη δουλειά του. Μεσήλικας, κουρασμένος και κυρίως μπαφιασμένος μένει λίγο σε κάθε μέρος και χάνει σιγά-σιγά τον εαυτό του μέσα από αυτές τις περιοδείες. Κάποια στιγμή αποφασίζει να μη ταξιδέψει σε κάποια Ασιατική χώρα και παρακαλάει την συνάδελφό του Μαρία Ρουμπινστάιν,να πάει στη θέση του. Εκείνη το βλέπει σαν μια αλλαγή στην καθημερινότητά της και μπλέκει στην περιπέτεια της ζωής της αφού η κατάληξη της ιστορίας θα είναι να χαθούν τα ίχνη της από τη στιγμή που θα απωλέσει τα προσωπικά της έγγραφα και από κάποιο λάθος στους καταλόγους θα είναι καταγεγραμμένη ως Λεο Ρίχτερ. Και σ’αυτές τις δύο ιστορίες, του Ρίχτερ και της Μαρίας βλέπουμε τα ασαφή όρια μεταξύ ταυτοτήτων και περσόνας των ηρώων, σε ένα Καφκικό περιβάλλον.
Σε όλα τα διηγήματα υπάρχει έντονη η σκιά ενός σούπερ-επιτυχημένου συγγραφέα, του Μιγέλ Αουρίστος Μπλάνκος, του οποίου τα βιβλία υπάρχουν παντού, ακόμα και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές – αυτός ο συγγραφέας εμφανίζεται στο εξαιρετικό διήγημα με τίτλο «Απάντηση στην Ηγουμένη», όπου μετά από μία εκπληκτική περιγραφή (όπου όλοι καταλαβαίνουμε ποιόν ειρωνεύεται ο δαιμόνιος Κέλμαν), μόλις διαπιστώνει ότι σε μερικές παραγράφους έχει διατυπώσει τις μοναδικές αλήθειες που έχει γράψει ποτέ, φτάνει στα πρόθυρα αυτοκτονίας.
«Ο Μιγέλ Αουρίστος Μπλάνκος, ο συγγραφέας που τον λατρεύει ο μισός πλανήτης και τον περιφρονεί ο άλλος μισός, έχοντας στο ενεργητικό του βιβλία που μιλούν για εσωτερική γαλήνη και χάρη και για την αναζήτηση του νοήματος της ζωής μέσα από την περιδιάβαση σε χλοερούς λειμώνες και πράσινους λοφίσκους, διάβηκε με ήρεμο βήμα το κατώφλι του γραφείου του στο μπροστινό τμήμα του ρετιρέ του, που υψωνόταν πάνω από την αστραφτερή ακτή του Ρίο ντε Τζανέιρο. Στην επιφάνεια της θάλασσας απλωνόταν μια εκτυφλωτική ανταύγεια, και στην απέναντι μεριά του κόλπου διαγράφονταν οι πλαγιές των βουνών με τις φαβέλες, άλλοτε ξεκάθαρα και άλλοτε σαν σκιερή γκρίζα επιφάνεια, αναλόγως με τον τρόπο που φωτίζονταν. Ο Μιγέλ Αουρίστος Μπλάνκος χρειάστηκε να σκιάσει τα μάτια με την παλάμη του για να διακρίνει καλύτερα το γραφείο το:δυο χρυσές πένες, δεκαεπτά καλοξυσμένα μολύβια, ένα επίπεδο πληκτρολόγιο μπροστά από μια επίπεδη οθόνη και στην άκρη, σε απόλυτη τάξη, το φρεσκοτυπωμένο χειρόγραφο του νέου του βιβλίου, "Ρώτα τον κόσμο, θα σου μιλήσει". Ένα κεφάλαιο μόνο του απέμενε, είχε γράψει μέσα στις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες όλα τα άλλα με την ίδια ευχέρεια, όπως και τα προηγούμενα-αυτή τη φορά το θέμα ήταν ότι η Πίστη και η Εμπιστοσύνη δημιουργούνται μέσα από τις πράξεις και τις τελετουργίες που τις εκφράζουν και όχι, όπως νομιζόταν, το αντίστροφο: όποιος είναι πιστός σε κάποιον άλλον αρχίζει να τον αγαπά, όποιος βοηθά κάποιον φίλο γίνεται καλύτερος άνθρωπος, όποιος πιέζεται να πάει στη λειτουργία παύει να την θεωρεί κενή τελετή, κι εκείνη σταδιακά του αποκαλύπτει την ύπαρξη και την εγγύτητα ενός Υπέρτατου Όντος που τον προστατεύει.»
Το καλύτερό (κατά την άποψή μου) διήγημα της συλλογής είναι η ιστορία μιας γυναίκας που πεθαίνει από καρκίνο και έχει αποφασίσει να κάνει ευθανασία στην Ελβετία σε μια διάσημη κλινική. Καθώς πλησιάζουν οι μέρες, καθώς κοντεύουν οι ώρες που θα εγκαταλείψει τον κόσμο αρχίζει να εκλιπαρεί τον συγγραφέα (που είναι βέβαια ο Λέο Ρίχτερ), να αλλάξει το τέλος του διηγήματος, να της χαρίσει τη ζωή. Ένα διήγημα που αναδεικνύει τον Συγγραφέα ως το Υπέρτατο Ον, που έχει φτιάξει έναν ιστό της αράχνης από τον οποίο και ο ίδιος δεν μπορεί να βγει – πόσω μάλλον οι χαρακτήρες των ιστοριών του.
Ακόμα και οι υπόλοιπες ιστορίες του βιβλίου, ο μπλόγκερ-κομπιούτερ φρηκ που ζει διπλή ζωή μεταξύ διαδικτύου και μίζερης πραγματικότητας και που είναι ουσιαστικά υπεύθυνος για το λάθος στο πρώτο διήγημα με τον αριθμό τηλεφώνου που δόθηκε στον ανύποπτο τεχνικό, ή το αφεντικό του που ζει διπλή ζωή μεταξύ γραφείου και οικογενειακής εστίας μέσα στο ψέμα και την υποκρισία εστιάζουν στο δισυπόστατο και το αμφίσημο της ταυτότητας, ανάμεσα στο φαίνεσθαι και στο είναι, στην διάσταση (ή την ομοιότητα) μεταξύ εικονικής και πραγματικής ζωής.
«Η Φήμη» είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται ευχάριστα, και ο αναγνώστης περνάει πραγματικά καλά διαβάζοντάς το, αλλά σε δεύτερο επίπεδο είναι πολύ καίριο και ουσιώδες. Ο Κέλμαν χρησιμοποιεί το χιούμορ και την ανεμελιά για να μιλήσει για ζωτικά θέματα όπως είναι η αλήθεια και η πλάνη, τα παιχνίδια της τύχης και η σκιά του πεπρωμένου, η έννοια του σωσία (doppelganger) και της ταυτότητας, η αδυναμία διαχείρισης της ζωής μας και τελικά το ποιοι πραγματικά είμαστε. Με απόηχους από Ναμπόκοφ, Μπόρχες και Χαβιέ Μαρίας, ο Κέλμαν με αυτό το φαινομενικά απλό βιβλιαράκι αναδεικνύεται ως ένας συγγραφέας ολκής που δείχνει να παίζει στα δάχτυλα τις λογοτεχνικές παραδόσεις και να τις αξιοποιεί με θαυμαστό τρόπο.
«Ξεκάθαρα χωρισμένες»…Μμμ, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει στο βιβλίο του Γερμανού συγγραφέα Ντάνιελ Κέλμαν με τίτλο «ΦΗΜΗ», (Εκδ.Καστανιώτη, (ωραία) μετάφρ. Κ.Κοσμά, σελ. 162). Συλλογή διηγημάτων όπου το ένα εμπλέκεται μέσα στο άλλο σχηματίζοντας ένα ιδιότυπο μυθιστόρημα ή απλά ένα διανοητικό παιχνίδι του πανέξυπνου νέου (γενν.1975) συγγραφέα σε κάποιο θέμα που ταλάνιζε τον Χ.Λ.Μπόρχες σε ολόκληρη τη ζωή του – ιστορίες μέσα σε ιστορίες που συνεχίζονται στο διηνεκές…Σύνδεση έστω και χαλαρή μεταξύ των 9 σύντομων διηγημάτων που υπάρχουν στον μικρό αυτό τόμο υπάρχει, όπως υπάρχει και μία σειρά κάποιων γεγονότων (τα οποία συνήθως καθορίζονται από τερτίπια της μοίρας/τύχης) που εμφανίζονται από τη μία ιστορία στην άλλη, ενώ το πνεύμα του Συγγραφέα / Πρωταγωνιστή / Θεού κινεί τα νήματα ανάλογα με τις ορέξεις του.
Ένας αριθμός κινητού τηλεφώνου που κατά λάθος δίδεται σε μια καινούργια σύνδεση αναστατώνει τη ζωή δύο ανθρώπων ενός τεχνικού που ξαφνικά αρχίζει να δέχεται κλήσεις που προορίζονταν για κάποιον άλλον που τον ζητάνε όλοι με το μικρό του όνομα Ραλφ. Κυρίως γυναίκες που σπαράζουν από την απουσία του. Η ζωή του τεχνικού αναστατώνεται όπως και του γνωστού ηθοποιού Ραλφ Τάνερ που λόγω της απώλειας του αριθμού του βρίσκεται να χάνει τη δουλειά του και την ταυτότητά του σιγά-σιγά. Οι δύο αυτές ιστορίες που παίζουν με το θέμα της ταυτότητας αλληλομπλέκονται και επηρεάζουν η μία την άλλη. Ο ιδιοφυής Κέλμαν παίζει έξυπνα με το θέμα της ρευστότητας του Εγώ, της εναλλαγής ταυτότητας και προσωπικότητας.
Η μοίρα καθορίζει και τις ζωές δύο συγγραφέων, του επιτυχημένου Λεό Ρίχτερ που περιοδεύει τον κόσμο καλεσμένος από επιμορφωτικά ιδρύματα στυλ Γκαίτε Ίνστιτουτ να μιλήσει για τη δουλειά του. Μεσήλικας, κουρασμένος και κυρίως μπαφιασμένος μένει λίγο σε κάθε μέρος και χάνει σιγά-σιγά τον εαυτό του μέσα από αυτές τις περιοδείες. Κάποια στιγμή αποφασίζει να μη ταξιδέψει σε κάποια Ασιατική χώρα και παρακαλάει την συνάδελφό του Μαρία Ρουμπινστάιν,να πάει στη θέση του. Εκείνη το βλέπει σαν μια αλλαγή στην καθημερινότητά της και μπλέκει στην περιπέτεια της ζωής της αφού η κατάληξη της ιστορίας θα είναι να χαθούν τα ίχνη της από τη στιγμή που θα απωλέσει τα προσωπικά της έγγραφα και από κάποιο λάθος στους καταλόγους θα είναι καταγεγραμμένη ως Λεο Ρίχτερ. Και σ’αυτές τις δύο ιστορίες, του Ρίχτερ και της Μαρίας βλέπουμε τα ασαφή όρια μεταξύ ταυτοτήτων και περσόνας των ηρώων, σε ένα Καφκικό περιβάλλον.
Σε όλα τα διηγήματα υπάρχει έντονη η σκιά ενός σούπερ-επιτυχημένου συγγραφέα, του Μιγέλ Αουρίστος Μπλάνκος, του οποίου τα βιβλία υπάρχουν παντού, ακόμα και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές – αυτός ο συγγραφέας εμφανίζεται στο εξαιρετικό διήγημα με τίτλο «Απάντηση στην Ηγουμένη», όπου μετά από μία εκπληκτική περιγραφή (όπου όλοι καταλαβαίνουμε ποιόν ειρωνεύεται ο δαιμόνιος Κέλμαν), μόλις διαπιστώνει ότι σε μερικές παραγράφους έχει διατυπώσει τις μοναδικές αλήθειες που έχει γράψει ποτέ, φτάνει στα πρόθυρα αυτοκτονίας.
«Ο Μιγέλ Αουρίστος Μπλάνκος, ο συγγραφέας που τον λατρεύει ο μισός πλανήτης και τον περιφρονεί ο άλλος μισός, έχοντας στο ενεργητικό του βιβλία που μιλούν για εσωτερική γαλήνη και χάρη και για την αναζήτηση του νοήματος της ζωής μέσα από την περιδιάβαση σε χλοερούς λειμώνες και πράσινους λοφίσκους, διάβηκε με ήρεμο βήμα το κατώφλι του γραφείου του στο μπροστινό τμήμα του ρετιρέ του, που υψωνόταν πάνω από την αστραφτερή ακτή του Ρίο ντε Τζανέιρο. Στην επιφάνεια της θάλασσας απλωνόταν μια εκτυφλωτική ανταύγεια, και στην απέναντι μεριά του κόλπου διαγράφονταν οι πλαγιές των βουνών με τις φαβέλες, άλλοτε ξεκάθαρα και άλλοτε σαν σκιερή γκρίζα επιφάνεια, αναλόγως με τον τρόπο που φωτίζονταν. Ο Μιγέλ Αουρίστος Μπλάνκος χρειάστηκε να σκιάσει τα μάτια με την παλάμη του για να διακρίνει καλύτερα το γραφείο το:δυο χρυσές πένες, δεκαεπτά καλοξυσμένα μολύβια, ένα επίπεδο πληκτρολόγιο μπροστά από μια επίπεδη οθόνη και στην άκρη, σε απόλυτη τάξη, το φρεσκοτυπωμένο χειρόγραφο του νέου του βιβλίου, "Ρώτα τον κόσμο, θα σου μιλήσει". Ένα κεφάλαιο μόνο του απέμενε, είχε γράψει μέσα στις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες όλα τα άλλα με την ίδια ευχέρεια, όπως και τα προηγούμενα-αυτή τη φορά το θέμα ήταν ότι η Πίστη και η Εμπιστοσύνη δημιουργούνται μέσα από τις πράξεις και τις τελετουργίες που τις εκφράζουν και όχι, όπως νομιζόταν, το αντίστροφο: όποιος είναι πιστός σε κάποιον άλλον αρχίζει να τον αγαπά, όποιος βοηθά κάποιον φίλο γίνεται καλύτερος άνθρωπος, όποιος πιέζεται να πάει στη λειτουργία παύει να την θεωρεί κενή τελετή, κι εκείνη σταδιακά του αποκαλύπτει την ύπαρξη και την εγγύτητα ενός Υπέρτατου Όντος που τον προστατεύει.»
Το καλύτερό (κατά την άποψή μου) διήγημα της συλλογής είναι η ιστορία μιας γυναίκας που πεθαίνει από καρκίνο και έχει αποφασίσει να κάνει ευθανασία στην Ελβετία σε μια διάσημη κλινική. Καθώς πλησιάζουν οι μέρες, καθώς κοντεύουν οι ώρες που θα εγκαταλείψει τον κόσμο αρχίζει να εκλιπαρεί τον συγγραφέα (που είναι βέβαια ο Λέο Ρίχτερ), να αλλάξει το τέλος του διηγήματος, να της χαρίσει τη ζωή. Ένα διήγημα που αναδεικνύει τον Συγγραφέα ως το Υπέρτατο Ον, που έχει φτιάξει έναν ιστό της αράχνης από τον οποίο και ο ίδιος δεν μπορεί να βγει – πόσω μάλλον οι χαρακτήρες των ιστοριών του.
Ακόμα και οι υπόλοιπες ιστορίες του βιβλίου, ο μπλόγκερ-κομπιούτερ φρηκ που ζει διπλή ζωή μεταξύ διαδικτύου και μίζερης πραγματικότητας και που είναι ουσιαστικά υπεύθυνος για το λάθος στο πρώτο διήγημα με τον αριθμό τηλεφώνου που δόθηκε στον ανύποπτο τεχνικό, ή το αφεντικό του που ζει διπλή ζωή μεταξύ γραφείου και οικογενειακής εστίας μέσα στο ψέμα και την υποκρισία εστιάζουν στο δισυπόστατο και το αμφίσημο της ταυτότητας, ανάμεσα στο φαίνεσθαι και στο είναι, στην διάσταση (ή την ομοιότητα) μεταξύ εικονικής και πραγματικής ζωής.
«Η Φήμη» είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται ευχάριστα, και ο αναγνώστης περνάει πραγματικά καλά διαβάζοντάς το, αλλά σε δεύτερο επίπεδο είναι πολύ καίριο και ουσιώδες. Ο Κέλμαν χρησιμοποιεί το χιούμορ και την ανεμελιά για να μιλήσει για ζωτικά θέματα όπως είναι η αλήθεια και η πλάνη, τα παιχνίδια της τύχης και η σκιά του πεπρωμένου, η έννοια του σωσία (doppelganger) και της ταυτότητας, η αδυναμία διαχείρισης της ζωής μας και τελικά το ποιοι πραγματικά είμαστε. Με απόηχους από Ναμπόκοφ, Μπόρχες και Χαβιέ Μαρίας, ο Κέλμαν με αυτό το φαινομενικά απλό βιβλιαράκι αναδεικνύεται ως ένας συγγραφέας ολκής που δείχνει να παίζει στα δάχτυλα τις λογοτεχνικές παραδόσεις και να τις αξιοποιεί με θαυμαστό τρόπο.
Δημοσίευση σχολίου