Δευτέρα, Ιανουαρίου 09, 2012
posted by Librofilo at Δευτέρα, Ιανουαρίου 09, 2012 | Permalink
Ο Αόρατος άνθρωπος
Ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα του 20ου αιώνα, ο «ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ» («Invisible man»), του αφροαμερικανού συγγραφέα Ralph Ellison (1914-1994), (Εκδ. Κέδρος, (ωραία) μετάφρ. Α.Μπακοδήμου, σελ.548), είναι ένα ιδιαίτερα συμβολικό και πολυεπίπεδο βιβλίο, το οποίο βραβεύθηκε το 1953 (ένα χρόνο μετά την έκδοσή του) με το National Book Award και συμπεριελήφθη από την Modern Library, μέσα στα 100 καλύτερα αγγλόφωνα μυθιστορήματα του προηγούμενου αιώνα.
«Είμαι ένας αόρατος άνθρωπος. Όχι, δεν είμαι φάντασμα από εκείνα που στοίχειωναν τον Έντγκαρ Άλαν Πόε, ούτε είμαι κανένα από εκείνα τα εκτοπλάσματα του Χόλιγουντ. Είμαι ένας υπαρκτός άνθρωπος, ένας άνθρωπος με σάρκα και οστά, με ίνες και υγρά – και μπορώ μάλιστα να υποστηρίξω πως διαθέτω και μυαλό. Είμαι αόρατος απλώς επειδή οι άνθρωποι αρνούνται να με δουν. Όπως οι ασώματες κεφαλές που βλέπετε καμιά φορά στο τσίρκο, είναι σαν να με περιβάλλουν παραμορφωτικοί καθρέφτες. Όσοι με πλησιάζουν βλέπουν μόνο όσα με περιβάλλουν, τον εαυτό τους ή θραύσματα της φαντασίας τους – για την ακρίβεια, βλέπουν τα πάντα και τους πάντες εκτός από εμένα.»
Ο «Αόρατος άνθρωπος» (που δεν έχει καμμία σχέση με το ομώνυμο αριστούργημα του H.G.Wells), μυθιστόρημα με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία (γραμμένο και σε πρωτοπρόσωπο, «ψευδοαυτοβιογραφικό» στυλ), αφηγείται την ιστορία ενός ανώνυμου νεαρού που προσπαθεί (ματαίως) να ξεφύγει από την μοίρα της φυλής του, ενός ανθρώπου που προσπαθεί να είναι ξεχωριστός και να συνυπάρξει με τους συνανθρώπους του – ασχέτως χρώματος – για να καταλήξει μέσα από πολλές ήττες, περνώντας από δεκάδες απογοητεύσεις, να συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να παραμείνει «αόρατος» για να επιβιώσει.
Ο ήρωας, κερδίζει μια υποτροφία για ένα κολλέγιο που σπουδάζουν μαύροι, αλλά παρά τις εξαιρετικές επιδόσεις του, πέφτει θύμα της ατυχίας του όταν συνοδεύοντας έναν από τους (λευκούς) χρηματοδότες της σχολής, τον πηγαίνει σε περιοχές που θεωρούνται επικίνδυνες, και που κρατιούνται μακριά από βλέμματα ή από την παρουσία των λευκών. Ο κοσμήτορας της σχολής τον αποβάλλει θεωρώντας ότι παρέβη τον αυστηρό κανονισμό και εκείνος φεύγει για την Ν.Υόρκη όπου μετά από περιπέτειες βρίσκει δουλειά σ’ένα εργοστάσιο χρωμάτων - το οποίο παράγει «το απόλυτο λευκό χρώμα» που στην πραγματικότητα κατασκευάζεται με αρκετή δόση μαύρου μέσα του. Εκεί ο ήρωας θα αντιμετωπίσει την δυσπιστία των εργαζομένων, που θεωρούν ότι ένας μορφωμένος μαύρος μπορεί να τους φάει τη δουλειά ενώ πέφτει θύμα μιας έκρηξης, η οποία τον τραυματίζει στο κεφάλι.
Τον περιθάλπουν στο νοσοκομείο του εργοστασίου, τον επαναφέρουν μετά από ηλεκτροσόκ στη ζωή και με μια αποζημίωση στη τσέπη, ξαναβρίσκεται στους δρόμους του Χάρλεμ ψάχνοντας για δουλειά. Μια μέρα βρίσκεται τυχαία μπροστά στην έξωση μιας οικογένειας και αυθόρμητα παίρνει τον λόγο, και προτρέπει με ιδιαίτερη επιτυχία, το συγκεντρωμένο πλήθος να αποτρέψει την έξωση και να ξεσηκωθεί. Καθώς φεύγει να γλυτώσει από την αστυνομία που έχει κληθεί, τον προσεγγίζει ένας περίεργος τύπος, ο οποίος (εντυπωσιασμένος από την ρητορική του ικανότητα), του κάνει την πρόταση να «στρατολογηθεί» σε μια «αδελφότητα», η οποία προσπαθεί να αφυπνίσει τους μαύρους χωρίς βία και εξεγέρσεις. Θα πρέπει να εκπαιδευθεί από την «αδελφότητα» και μετά θα βγεί στους δρόμους να προσηλυτίσει τους ομόχρωμους του σε μια ειρηνική επανάσταση σύμφωνα με τις οδηγίες που θα πρέπει να ακολουθεί πάντα πιστά χωρίς να βάζει «δικές του πινελιές» και να πηγαίνει όπου τον στέλνουν. Όταν ο αφηγητής θα βγεί στους δρόμους του Χάρλεμ, θα διαπιστώσει ότι έχει το «χάρισμα» να συγκινεί τα πλήθη και να τους επηρεάζει. Σύντομα όμως βρίσκεται ενώπιον της σύγκρουσης που υπάρχει στην κοινότητα των ομοχρώμων του περί δυναμικότερης αντίδρασης στην καταπίεση της επίσημης πολιτείας. Τάση που εκφράζεται κυρίως από τον Ρας «τον Παρακινητή» που απειλεί ευθέως με εξαφάνιση τον αφηγητή κατηγορώντας τον ως «πουλημένο στους λευκούς.
«Εσύ δικός μου αδελφός, άνθρωπε. Αδέλφια έχουν ίδιο χρώμα, γιατί, διάβολε, λες λευκούς αδέλφια; Σκατά, άνθρωπέ μου. Είναι σκατά! Αδέλφια έχουν ίδιο χρώμα. Εμείς είμαστε γιοι της μάμα Άφρικα, ξέχασες; Εσύ μαύρος, Μ Α Υ Ρ Ο Σ! Εσύ – να σε πάρει διάβολος, άνθρωπέ μου!» είπε και ανεβοκατέβαζε το μαχαίρι για να δώσει έμφαση στα λόγια του. «Εσύ άσχημα μαλλιά! Εσύ χοντρά χείλια! Λένε πως βρωμάς! Σε μισούνε, άνθρωπέ μου. Εσύ Αφρικανός, Αφρικανός! Γιατί πας μαζί τους; Άσ’τα σκατά, άνθρωπέ μου. Θα σε πουλήσουν. Όλοι λευκοί είναι όπως παλιά. Μας έκαναν σκλάβους – ξέχασες; Πώς να θέλουν το καλό μαύρου; Πως γίνουν αυτοί αδέλφια σου;»
Ο αφηγητής βρίσκεται στη μέση, μετέωρος. Από τη μια η «Αδελφότητα» που του παρέχει τα προς το ζην, αλλά διαφωνεί με τις μεθόδους τους καθώς δεν τις βρίσκει να προσφέρουν κάτι ουσιαστικό για την καλυτέρευση της ζωής των μαύρων, από την άλλη η βία και η ανατροπή των πάντων που πρεσβεύει ο Ρας και οι συν αυτώ, τον απωθεί. Όταν η βία ξεσπάσει όμως και το Χάρλεμ αρχίσει να καίγεται, θα πρέπει να κάνει τις επιλογές του…
Ο ήρωας/αφηγητής ψάχνει να βρει ποιος είναι και τι πρέπει να κάνει για να επιβιώσει μέσα στη κοινωνική ζούγκλα. Είναι «αόρατος» από όλους, όχι μόνο από τους λευκούς αλλά και από τους μαύρους. Βλέπει συνεχώς τα παιχνίδια εξουσίας που παίζονται στην πλάτη του και διαπιστώνει ότι η μόνη αντίδραση του είναι να ζήσει όπως οι άλλοι περιμένουν από αυτόν, δηλαδή ως «αόρατος».
Ο συγγραφέας επιλέγει έναν έντονα συμβολικό τρόπο να καταδείξει πρόσωπα και πράγματα. Η «αδελφότητα» παραπέμπει στο (αρκετά ενεργό τότε στις Η.Π.Α.) κομμουνιστικό κόμμα, ο Ρας παραπέμπει στον εμβληματικό αφροαμερικάνο ακτιβιστή Μάρκους Γκάρβεϋ, το κολλέγιο που σπουδάζει είναι ευθεία αναφορά στο περίφημο Tuskegee University (σχολείο που σπούδαζαν μόνο μαύροι και ίδρυσε ο πεφωτισμένος αφροαμερικανός ηγέτης Booker T.), αλλά και άλλες πολλές αναφορές σε βιβλία και γεγονότα που θα μπορούσαν να γεμίσουν σελίδες επί σελίδων.
Γραμμένο μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά την περίοδο τεράστιων αλλαγών που συντελούντο στην αμερικάνικη κοινωνία , το μυθιστόρημα του Έλισον, βοηθούμενο από την βράβευσή του που το έκανε ευρύτερα γνωστό, επηρέασε όχι μόνο λογοτεχνικά αλλά και κοινωνικά. Μυθιστόρημα (ουσιαστικά) μαθητείας, με πολύ στυλ που απογειώνεται μέσα από τον σουρεαλιστικό τρόπο που επιλέγει ο συγγραφέας να προσδώσει στις «περιπέτειες» του αφηγητή. Επηρεασμένος περισσότερο από τον Ντοστογιέφσκι («Αναμνήσεις από το υπόγειο») και την ματιά του Μαλρώ («Ανθρώπινη μοίρα»), παρά από την αμερικάνικη πεζογραφία του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, αναμιγνύει στην πολυπρισματική του σύνθεση αφροαμερικάνικες τελετές, μουσική τζαζ και μπλουζ, θρησκευτικές αναφορές.
Δεν είναι ένα βιβλίο που θα αγαπήσει ο αναγνώστης (όπως τα μυθιστορήματα της Toni Morisson για παράδειγμα), αλλά θα το θαυμάσει για τον δυναμισμό και την ορμή του, για τον παθιασμένο τρόπο γραφής και τον ξέφρενο (σχεδόν ιλιγγιώδη) ρυθμό του. Διαβάζεται εύκολα και σε παρασέρνει με τις εικόνες του, ενώ ορισμένες σελίδες του, όπως των συμπλοκών στο Χάρλεμ, είναι τόσο έντονες που νιώθεις ότι βλέπεις κινηματογραφική ταινία. Ο Έλισον συγγραφέας ουσιαστικά ενός βιβλίου (του συγκεκριμένου) ήταν από αυτούς τους συγγραφείς που λες και η μοίρα τους προορίζει να παραδώσουν ένα μεγάλο έργο στην ανθρωπότητα και ήταν ευχής έργον που εκδόθηκε επιτέλους στα ελληνικά.
LOUIS ARMSTRONG – All of me
«Είμαι ένας αόρατος άνθρωπος. Όχι, δεν είμαι φάντασμα από εκείνα που στοίχειωναν τον Έντγκαρ Άλαν Πόε, ούτε είμαι κανένα από εκείνα τα εκτοπλάσματα του Χόλιγουντ. Είμαι ένας υπαρκτός άνθρωπος, ένας άνθρωπος με σάρκα και οστά, με ίνες και υγρά – και μπορώ μάλιστα να υποστηρίξω πως διαθέτω και μυαλό. Είμαι αόρατος απλώς επειδή οι άνθρωποι αρνούνται να με δουν. Όπως οι ασώματες κεφαλές που βλέπετε καμιά φορά στο τσίρκο, είναι σαν να με περιβάλλουν παραμορφωτικοί καθρέφτες. Όσοι με πλησιάζουν βλέπουν μόνο όσα με περιβάλλουν, τον εαυτό τους ή θραύσματα της φαντασίας τους – για την ακρίβεια, βλέπουν τα πάντα και τους πάντες εκτός από εμένα.»
Ο «Αόρατος άνθρωπος» (που δεν έχει καμμία σχέση με το ομώνυμο αριστούργημα του H.G.Wells), μυθιστόρημα με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία (γραμμένο και σε πρωτοπρόσωπο, «ψευδοαυτοβιογραφικό» στυλ), αφηγείται την ιστορία ενός ανώνυμου νεαρού που προσπαθεί (ματαίως) να ξεφύγει από την μοίρα της φυλής του, ενός ανθρώπου που προσπαθεί να είναι ξεχωριστός και να συνυπάρξει με τους συνανθρώπους του – ασχέτως χρώματος – για να καταλήξει μέσα από πολλές ήττες, περνώντας από δεκάδες απογοητεύσεις, να συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να παραμείνει «αόρατος» για να επιβιώσει.
Ο ήρωας, κερδίζει μια υποτροφία για ένα κολλέγιο που σπουδάζουν μαύροι, αλλά παρά τις εξαιρετικές επιδόσεις του, πέφτει θύμα της ατυχίας του όταν συνοδεύοντας έναν από τους (λευκούς) χρηματοδότες της σχολής, τον πηγαίνει σε περιοχές που θεωρούνται επικίνδυνες, και που κρατιούνται μακριά από βλέμματα ή από την παρουσία των λευκών. Ο κοσμήτορας της σχολής τον αποβάλλει θεωρώντας ότι παρέβη τον αυστηρό κανονισμό και εκείνος φεύγει για την Ν.Υόρκη όπου μετά από περιπέτειες βρίσκει δουλειά σ’ένα εργοστάσιο χρωμάτων - το οποίο παράγει «το απόλυτο λευκό χρώμα» που στην πραγματικότητα κατασκευάζεται με αρκετή δόση μαύρου μέσα του. Εκεί ο ήρωας θα αντιμετωπίσει την δυσπιστία των εργαζομένων, που θεωρούν ότι ένας μορφωμένος μαύρος μπορεί να τους φάει τη δουλειά ενώ πέφτει θύμα μιας έκρηξης, η οποία τον τραυματίζει στο κεφάλι.
Τον περιθάλπουν στο νοσοκομείο του εργοστασίου, τον επαναφέρουν μετά από ηλεκτροσόκ στη ζωή και με μια αποζημίωση στη τσέπη, ξαναβρίσκεται στους δρόμους του Χάρλεμ ψάχνοντας για δουλειά. Μια μέρα βρίσκεται τυχαία μπροστά στην έξωση μιας οικογένειας και αυθόρμητα παίρνει τον λόγο, και προτρέπει με ιδιαίτερη επιτυχία, το συγκεντρωμένο πλήθος να αποτρέψει την έξωση και να ξεσηκωθεί. Καθώς φεύγει να γλυτώσει από την αστυνομία που έχει κληθεί, τον προσεγγίζει ένας περίεργος τύπος, ο οποίος (εντυπωσιασμένος από την ρητορική του ικανότητα), του κάνει την πρόταση να «στρατολογηθεί» σε μια «αδελφότητα», η οποία προσπαθεί να αφυπνίσει τους μαύρους χωρίς βία και εξεγέρσεις. Θα πρέπει να εκπαιδευθεί από την «αδελφότητα» και μετά θα βγεί στους δρόμους να προσηλυτίσει τους ομόχρωμους του σε μια ειρηνική επανάσταση σύμφωνα με τις οδηγίες που θα πρέπει να ακολουθεί πάντα πιστά χωρίς να βάζει «δικές του πινελιές» και να πηγαίνει όπου τον στέλνουν. Όταν ο αφηγητής θα βγεί στους δρόμους του Χάρλεμ, θα διαπιστώσει ότι έχει το «χάρισμα» να συγκινεί τα πλήθη και να τους επηρεάζει. Σύντομα όμως βρίσκεται ενώπιον της σύγκρουσης που υπάρχει στην κοινότητα των ομοχρώμων του περί δυναμικότερης αντίδρασης στην καταπίεση της επίσημης πολιτείας. Τάση που εκφράζεται κυρίως από τον Ρας «τον Παρακινητή» που απειλεί ευθέως με εξαφάνιση τον αφηγητή κατηγορώντας τον ως «πουλημένο στους λευκούς.
«Εσύ δικός μου αδελφός, άνθρωπε. Αδέλφια έχουν ίδιο χρώμα, γιατί, διάβολε, λες λευκούς αδέλφια; Σκατά, άνθρωπέ μου. Είναι σκατά! Αδέλφια έχουν ίδιο χρώμα. Εμείς είμαστε γιοι της μάμα Άφρικα, ξέχασες; Εσύ μαύρος, Μ Α Υ Ρ Ο Σ! Εσύ – να σε πάρει διάβολος, άνθρωπέ μου!» είπε και ανεβοκατέβαζε το μαχαίρι για να δώσει έμφαση στα λόγια του. «Εσύ άσχημα μαλλιά! Εσύ χοντρά χείλια! Λένε πως βρωμάς! Σε μισούνε, άνθρωπέ μου. Εσύ Αφρικανός, Αφρικανός! Γιατί πας μαζί τους; Άσ’τα σκατά, άνθρωπέ μου. Θα σε πουλήσουν. Όλοι λευκοί είναι όπως παλιά. Μας έκαναν σκλάβους – ξέχασες; Πώς να θέλουν το καλό μαύρου; Πως γίνουν αυτοί αδέλφια σου;»
Ο αφηγητής βρίσκεται στη μέση, μετέωρος. Από τη μια η «Αδελφότητα» που του παρέχει τα προς το ζην, αλλά διαφωνεί με τις μεθόδους τους καθώς δεν τις βρίσκει να προσφέρουν κάτι ουσιαστικό για την καλυτέρευση της ζωής των μαύρων, από την άλλη η βία και η ανατροπή των πάντων που πρεσβεύει ο Ρας και οι συν αυτώ, τον απωθεί. Όταν η βία ξεσπάσει όμως και το Χάρλεμ αρχίσει να καίγεται, θα πρέπει να κάνει τις επιλογές του…
Ο ήρωας/αφηγητής ψάχνει να βρει ποιος είναι και τι πρέπει να κάνει για να επιβιώσει μέσα στη κοινωνική ζούγκλα. Είναι «αόρατος» από όλους, όχι μόνο από τους λευκούς αλλά και από τους μαύρους. Βλέπει συνεχώς τα παιχνίδια εξουσίας που παίζονται στην πλάτη του και διαπιστώνει ότι η μόνη αντίδραση του είναι να ζήσει όπως οι άλλοι περιμένουν από αυτόν, δηλαδή ως «αόρατος».
Ο συγγραφέας επιλέγει έναν έντονα συμβολικό τρόπο να καταδείξει πρόσωπα και πράγματα. Η «αδελφότητα» παραπέμπει στο (αρκετά ενεργό τότε στις Η.Π.Α.) κομμουνιστικό κόμμα, ο Ρας παραπέμπει στον εμβληματικό αφροαμερικάνο ακτιβιστή Μάρκους Γκάρβεϋ, το κολλέγιο που σπουδάζει είναι ευθεία αναφορά στο περίφημο Tuskegee University (σχολείο που σπούδαζαν μόνο μαύροι και ίδρυσε ο πεφωτισμένος αφροαμερικανός ηγέτης Booker T.), αλλά και άλλες πολλές αναφορές σε βιβλία και γεγονότα που θα μπορούσαν να γεμίσουν σελίδες επί σελίδων.
Γραμμένο μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά την περίοδο τεράστιων αλλαγών που συντελούντο στην αμερικάνικη κοινωνία , το μυθιστόρημα του Έλισον, βοηθούμενο από την βράβευσή του που το έκανε ευρύτερα γνωστό, επηρέασε όχι μόνο λογοτεχνικά αλλά και κοινωνικά. Μυθιστόρημα (ουσιαστικά) μαθητείας, με πολύ στυλ που απογειώνεται μέσα από τον σουρεαλιστικό τρόπο που επιλέγει ο συγγραφέας να προσδώσει στις «περιπέτειες» του αφηγητή. Επηρεασμένος περισσότερο από τον Ντοστογιέφσκι («Αναμνήσεις από το υπόγειο») και την ματιά του Μαλρώ («Ανθρώπινη μοίρα»), παρά από την αμερικάνικη πεζογραφία του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, αναμιγνύει στην πολυπρισματική του σύνθεση αφροαμερικάνικες τελετές, μουσική τζαζ και μπλουζ, θρησκευτικές αναφορές.
Δεν είναι ένα βιβλίο που θα αγαπήσει ο αναγνώστης (όπως τα μυθιστορήματα της Toni Morisson για παράδειγμα), αλλά θα το θαυμάσει για τον δυναμισμό και την ορμή του, για τον παθιασμένο τρόπο γραφής και τον ξέφρενο (σχεδόν ιλιγγιώδη) ρυθμό του. Διαβάζεται εύκολα και σε παρασέρνει με τις εικόνες του, ενώ ορισμένες σελίδες του, όπως των συμπλοκών στο Χάρλεμ, είναι τόσο έντονες που νιώθεις ότι βλέπεις κινηματογραφική ταινία. Ο Έλισον συγγραφέας ουσιαστικά ενός βιβλίου (του συγκεκριμένου) ήταν από αυτούς τους συγγραφείς που λες και η μοίρα τους προορίζει να παραδώσουν ένα μεγάλο έργο στην ανθρωπότητα και ήταν ευχής έργον που εκδόθηκε επιτέλους στα ελληνικά.
LOUIS ARMSTRONG – All of me
Δημοσίευση σχολίου