Παρασκευή, Ιανουαρίου 02, 2015
posted by Librofilo at Παρασκευή, Ιανουαρίου 02, 2015 | Permalink
Αλλάζει;
Η
Αγγέλα Καστρινάκη (Αθήνα,1961), πανεπιστημιακός και βραβευμένη δοκιμιογράφος
(για το εξαιρετικό της βιβλίο "Η λογοτεχνία στην ταραγμένη δεκαετία
1940-1950") αλλά και συγγραφέας λογοτεχνικών έργων, "ταράζει τα
νερά", με το καινούριο της βιβλίο "ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΑΛΛΑΖΕΙ" (Εκδ.Κίχλη,
σελ.258), μια πολυφωνική
αφήγηση-μαρτυρία με στοιχεία μυθοπλασίας (τουλάχιστον κατά δήλωση της
συγγραφέως), για την τελευταία περίοδο της Χούντας και τα πρώτα χρόνια της
μεταπολίτευσης μέσα από τα μάτια ενός κοριτσιού στην εφηβεία.
Η
αφήγηση διαρκεί 6 χρόνια, όσα και τα χρόνια του εξατάξιου γυμνασίου, δηλαδή από
το 73 έως το 79, και μέσα από τη ματιά της ηρωίδας της Καστρινάκη, περνάνε
σημαντικά γεγονότα της μεταπολεμικής περιόδου όπως, το Πολυτεχνείο, το
Κυπριακό, η μεταπολίτευση, οι πρώτες εκλογές (με το σύνθημα «Καραμανλής ή
τανκς» να κυριαρχεί), αλλά και λιγότερο σημαντικά για τον πολύ κόσμο (αλλά
θεμελιώδη για την πολιτική σκηνή της χώρας) όπως, η περίοδος μετά τις πρώτες
εκλογές, με τις ζυμώσεις στον χώρο της αριστεράς, οι εκλογές του 77 και η
άνοδος του ΠΑΣΟΚ όπως και η συντριβή της ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ, η διάσπαση του Ρήγα Φεραίου
και η δημιουργία της Β Πανελλαδικής.
Γραμμένο
με χιούμορ αλλά και νοσταλγία, το καλοκουρδισμένο (από άποψη ρυθμού και ύφους) αυτό
βιβλίο, αποτελεί ένα υβριδικό μυθιστόρημα που δεν μπορεί να καταταχθεί σε
κάποιο είδος αφού κινείται μεταξύ αφηγήματος, μαρτυρίας, χρονικού,
αυτοβιογραφίας αλλά και μυθιστορήματος μαθητείας.
Η
αφήγηση, έχει πολλή ζωντάνια και φρεσκάδα, χρησιμοποιεί δε τριτοπρόσωπη αφήγηση
όταν αναφέρεται στην ηρωίδα, την Ειρήνη και πρωτοπρόσωπη όταν παραθέτει
συνεντεύξεις, e-mails των φίλων της που τους ξαναβρίσκει μετά από χρόνια στην
τωρινή εποχή, ενώ περιγράφει και εξιστορεί την ατμόσφαιρα και το κλίμα μιας
εποχής που διαφέρει ριζικά από τη σημερινή. Μιας εποχής με όνειρα που
διαψεύστηκαν, με προβληματισμούς που φαίνονται μόλις 40 χρόνια μετά τελείως
ουτοπικοί, με λεξιλόγιο που ακούγεται ξένο στα αυτιά ενός νέου του σήμερα.
"Εκείνη
την εποχή την σκέφτομαι πολύ λίγο, αφού δεν έζησα στην Ελλάδα μετά τα είκοσι
πέντε μου, ώστε η ομαδική αναπόληση, όποτε συμβαίνει - ακόμα και από το απλό
γεγονός ότι συγχρωτίζεσαι τακτικά με τα ίδια άτομα, τους ίδιους παλιούς φίλους
-, να φέρνει στην επιφάνεια κάποια μορφή ανάμνησης. Διαβάζοντας το αφήγημά σου
λοιπόν, βίωσα μια αιφνίδια επιστροφή σε ένα παρελθόν ελάχιστα παρόν στην
καθημερινότητά μου. Την εποχή εκείνη όπου το ιδιωτικό εισχωρούσε τόσο πολύ στο
δημόσιο και το δημόσιο στο ιδιωτικό, την εποχή όπου όλοι εμείς, μαθητές και
φοιτητές, ζούσαμε ανάμεσα στις έντονες αναζητήσεις του εγώ (τόσο πιεστικές
σ'αυτή την ηλικία) και τις επιταγές (και τον ενθουσιασμό) του εμείς που ξαφνικά
εισέβαλλε στη ζωή μας. Σκέφτομαι: δεν ήμουν αυτός που είμαι εάν δεν τα είχα
ζήσει. Γιατί ασυνείδητα ό,τι είχα μάθει, τρόπους συμπεριφοράς και επαφής με
τους ανθρώπους, ένα είδος δημιουργικότητας, το χιούμορ, τον χειρισμό των μικρών
διαφορών, την τόλμη του να αποδέχεσαι τον συμβιβασμό, όλα αυτά τα κουβαλούσα
και τα κουβαλώ, φυσικά, μέσα μου."
Η
Καστρινάκη καταφέρνει να χαρτογραφήσει μια συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων,
μικρών παιδιών ουσιαστικά, που ενεπλάκησαν στις κομματικές νεολαίες και άλλοι
εντάχθηκαν στο σύστημα, κάποιοι αηδίασαν και δεν ασχολήθηκαν ξανά και άλλοι
(ίσως οι περισσότεροι) είδαν τα όνειρά τους να διαψεύδονται. Η γενιά των
ανθρώπων γεννημένων στο τέλος της δεκαετίας του 50, αρχές της δεκαετίας του 60
όπως η ηρωίδα της, είναι η "γενιά" των ανθρώπων που βρέθηκαν στο
μεταίχμιο των μεταπολιτευτικών εξελίξεων, πολύ μικροί για να συμμετάσχουν στην
αντίσταση κατά της Χούντας, για να βρίσκονται μέσα στο Πολυτεχνείο και που
αποτέλεσαν την κατάλληλη μαγιά για την άκρατη κομματικοποίηση των πάντων που
κυριάρχησε μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 70, με την ένταξη στις κομματικές
νεολαίες να είναι σχεδόν μονόδρομος, να "πρέπει" να είσαι
"προοδευτικός" (δίνοντας στη λέξη βέβαια άπειρες ερμηνείες), να
"πρέπει" να ζήσεις έντονα, να "πρέπει" να κάνεις την
επανάστασή σου.
Η
αφέλεια μιας εποχής τεράστιων αλλαγών στη πολιτικοκοινωνική ζωή της χώρας, αλλά
και στον ερωτικό τομέα ή και στον οικογενειακό περνάει μέσα από τη ματιά της
συγγραφέως και ξυπνάει μνήμες σε όσους έζησαν εκείνη την εποχή κυρίως με
εικόνες έντονα χαραγμένες που περιγράφονται εδώ, όπως οι μεγάλες πολιτικές
συγκεντρώσεις στο Σύνταγμα, οι συναυλίες που γέμιζαν στάδια, τα χακί αμπέχονα
και οι αντίστοιχες τσάντες, τα συνθήματα των νεολαιών ("πρώτοι στα μαθήματα,
πρώτοι στον αγώνα", "Ρήγας Φεραίος ο κάθε σέξι νέος"), η
προεκλογική εκστρατεία της Συμμαχίας, το ξύλο μεταξύ νεολαιών, η σεξουαλική
"επανάσταση", οι πολιτικοί καθοδηγητές και ο ρόλος τους (καλός ή
κακός ανάλογα...), η μύηση στις νεολαίες, τα τσιτάτα και τα συνθήματα, οι
"-ισμοί" και η σημασία τους, η ξύλινη γλώσσα, αλλά και η "Λιλιπούπολη", ο Ζούκης, τα Λατινικά, ο Βίλχελμ Ράιχ, τα πάρτι με τη μπουκάλα.
Πάνω
απ'όλα όμως το "Και βέβαια αλλάζει" είναι ένα βιβλίο πολύ ενδιαφέρον,
ειδικά για όσους έχουν ζήσει την εποχή ευρισκόμενοι πάνω κάτω στην ίδια ηλικία
με την συγγραφέα, ένα αφήγημα βαθιά πολιτικό (και με πολύ αισιόδοξο αλλά μάλλον
ουτοπικό τίτλο), απόλυτα επίκαιρο αν το δεί κάποιος και ως αφορμή για διάλογο
και προβληματισμό γύρω από την αριστερά, αλλά και ταυτόχρονα απόλυτα προσωπικό
που σε κάποιους θα πει πολλά και σε άλλους (φοβάμαι) απολύτως τίποτα.
____________________________________________________________
Σας
εύχομαι τα καλύτερα για τη νέα χρονιά. Πολλά ωραία βιβλία, υγεία, αγάπη,
συντροφικότητα και καλή διάθεση. Σας ευχαριστώ για την υποστήριξη όλα αυτά τα
χρόνια, τα φιλιά μου και μια θερμή αγκαλιά στον καθένα ξεχωριστά.
Φαίνεται άκρως ενδιαφέρον, καλοτάξιδο να είναι και σίγουρα στα προσεχώς μου!
Καλή Χρονιά Λίμπρο!