Δευτέρα, Ιανουαρίου 04, 2021
posted by Librofilo at Δευτέρα, Ιανουαρίου 04, 2021 | Permalink
Μια μοναδική "Γεροντοκόρη"
Το
1924 σε μια εποχή πλήρους συγγραφικής ωριμότητας, η σπουδαία Αμερικανίδα
συγγραφέας Edith Wharton (Νέα Υόρκη, 1862 –
Γαλλία, 1937), εκδίδει τέσσερις νουβέλες σε ένα τόμο, με τον τίτλο «Old New York» («Η παλιά Νέα Υόρκη»). Η κάθε μια από τις νουβέλες περιγράφει
μια ιστορία που εκτυλίσσεται σε διαφορετική δεκαετία του 19ου αιώνα.
Οι νουβέλες αυτές είναι: «Ψεύτικη αυγή» («False
Dawn») που αφορά την δεκαετία του 1840, «Η Γεροντοκόρη» («The Old Maid») που αφορά την δεκαετία του 1850, «Η Σπίθα» («The Spark») που αφορά την
δεκαετία του 1860 και «Πρωτοχρονιά» («The New Year’s Day») που αφορά την
δεκαετία του 1870.
Οι νουβέλες του τόμου, δεν είχαν εκδοθεί ποτέ στην ελληνική γλώσσα, και τώρα με το τέλος της χρονιάς, το νέο παιδί των εκδόσεων Ευρασία, με τον διακριτικό τίτλο «Ευρασία-Στιγμός», εξέδωσε στην σειρά «opusculum» μαζί με άλλα παρόμοιου σχήματος βιβλία, την νουβέλα «Η ΓΕΡΟΝΤΟΚΟΡΗ» («The Old Maid») - (σελ.172), σε μετάφραση της Χρ. Τσαλικίδου, με (ωραία και κατατοπιστική) εισαγωγή της συγγραφέως Roxana Robinson (που συστήνω να διαβαστεί μετά την ανάγνωση του βιβλίου), χαρίζοντας στους αναγνώστες ένα πολύτιμο δώρο με την έκδοση αυτής της εκπληκτικής ιστορίας.
«Η
Γεροντοκόρη» κινείται στο γνωστό αφηγηματικό ύφος, της εξαίρετης συγγραφέως και
παρουσιάζει πολλά κοινά στοιχεία με το αριστούργημά της «Τα χρόνια τηςαθωότητας» που γράφτηκε λίγα χρόνια πριν. Έχουμε κι εδώ, την απεικόνιση της
μεγαλοαστικής / αριστοκρατικής τάξης της Νέας Υόρκης, τα μεγάλα σαλόνια με τα
ακριβά σερβίτσια, τις υπέροχες επαύλεις, τα τέια και τις χοροεσπερίδες, τις
εμφανίσεις που εντυπωσιάζουν με τα φορέματα της μόδας και τα εκθαμβωτικά
κοσμήματα. Οι κυρίες οφείλουν να είναι όμορφες και καλοφτιαγμένες, οι κύριοι
ατσαλάκωτοι και ευγενείς. Όλα αυτά στην απόλυτα λουστραρισμένη επιφάνεια, διότι
υπογείως υπάρχει όλη η δράση, αλληλοσφαγές (με το γάντι) και μάχες εκ του
συστάδην με θύματα που κουβαλούν τις πληγές για ολόκληρη τη ζωή τους.
«Ήταν
πολύ κοντά στους Ράλστον για να μπορεί να τους δει αντικειμενικά όπως, για
παράδειγμα, τον γιο που προαναφέραμε και όλα όσα μια μέρα αυτός θα εξουσίαζε.
Συμμορφωνόταν με τους κανόνες τους χωρίς δεύτερη σκέψη όπως συμμορφώνεται
κάποιος με τους νόμους της χώρας του. Κι ωστόσο εκείνο το τρέμουλο στα άηχα
πλήκτρα της μοίρας, εκείνη η βουβή ερώτηση που κάποιες φορές τάραζε το μέσα της
σαν φτερούγισμα, την απομάκρυνε τόσο απ’ αυτούς που για μια φευγαλέα στιγμή θα
μπορούσε να τους δει καθαρά στη σχέση τους με άλλα πράγματα. Αυτή η στιγμή ήταν
πάντα φευγαλέα: έκανε πίσω γρήγορα με κομμένη την ανάσα και λίγο χλωμή,
επέστρεφε στα παιδιά, στο νοικοκυριό της, στα καινούργια φορέματα και στον καλό
της Τζιμ.»
Ηρωίδες
του βιβλίου, είναι δύο εξαδέλφες, η Ντίλια Λόβελ που έχει παντρευτεί τον
πάμπλουτο αριστοκράτη Τζέιμς (Τζιμ) Ράλστον, σε ένα γάμο συμφέροντος και
ισχυρής επιχειρηματικής ένωσης - έτσι κι αλλιώς οι Ράλστον δεν παντρευόντουσαν
ότι κι ότι, έπρεπε οι νύφες να τηρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές και
προϋποθέσεις για να γίνουν αποδεκτές, εκτός της δεδομένης εξωτερικής εμφάνισης
που ήταν εκ των ων ουκ άνευ. Η Ντίλια είχε περάσει ένα μεγάλο αλλά αδιέξοδο
έρωτα με τον διστακτικό και συναισθηματικά ανώριμο Κλέμεντ Σπένσερ (ο οποίος
κάποια χρόνια αργότερα έφυγε για να μείνει στη Ρώμη), πλέον είναι παντρεμένη με
τον Τζιμ Ράλστον, έχουν δύο παιδιά, και έχει προσαρμοστεί πλήρως στις υποχρεώσεις
που συνεπάγεται ο ρόλος της ως μέλος της πανίσχυρης οικογένειας.
Η
έτερη ηρωίδα (και τραγικό πρόσωπο) του βιβλίου είναι η Σάρλοτ ή Σάτι Λόβελ, του
λιγότερου εύπορου κλάδου των Λόβελς, η οποία είχε μια μεγάλη ατυχία όταν
πραγματοποιούσε τα πρώτα της βήματα στην κοσμική ζωή, αφού αρρώστησε βαριά και
αποσύρθηκε για πάνω από ένα χρόνο στην επαρχία. Γυρίζοντας αφοσιώθηκε στην
φροντίδα άπορων ορφανών ιδρύοντας ένα ίδρυμα. Στο ίδρυμα αυτό, εμφανίστηκε μια
μέρα, μια γυναίκα πλήρως καλυμμένη, που άφησε ένα κοριτσάκι βρέφος και μετά
εξαφανίστηκε. Η Σάρλοτ όμως, που διατηρεί την ομορφιά της, παρά την ασθένεια
και τα χρόνια που πέρασαν, είναι έτοιμη να παντρευτεί κι αυτή έναν Ράλστον, τον
εξάδελφο του συζύγου της Ντίλιας, Τζο Ράλστον, ο οποίος είναι ερωτευμένος πολύ
μαζί της.
«Οι
Ράλστον δύσκολα αποχωρίζονταν τις παλιές τους συνήθειες, από τη στιγμή όμως που
αποκτούσαν νέες, δυσκολεύονταν να καταλάβουν πώς ήταν δυνατόν να μην τις έχει
υιοθετήσει και ο υπόλοιπος κόσμος.»
Η
Σάρλοτ κουβαλάει ένα μεγάλο μυστικό, που λίγο πριν τον γάμο, εξομολογείται στην
εμβρόντητη Ντίλια. Με αφορμή την άρνηση του Τζο Ράλστον, να την αφήσει να
διευθύνει το Ίδρυμα που είχε, εκμυστηρεύεται στην ξαδέλφη της, ότι το έκθετο
κοριτσάκι που είχε αφεθεί εκεί, είναι δικό της, καρπός του παράνομου έρωτά της,
όχι με όποιον κι όποιον, αλλά με τον Κλέμεντ Σπένσερ, τον παλιό (και ουδέποτε
λησμονημένο) έρωτα της Ντίλια.
Η Σάρλοτ (Σάτι), γνωρίζει ότι ενδεχόμενη αποκάλυψη του γεγονότος αυτού, θα χαλάσει τον επικείμενο γάμο, αλλά από την άλλη δεν θέλει να παρατήσει ούτε το Ίδρυμα στην τύχη του, κυρίως όμως ούτε την κόρη της. Η Ντίλια αφού ξεπεράσει το αρχικό σοκ, και την απέχθεια προς την ξαδέλφη της που παραβίασε τους άγραφους νόμους της Ηθικής, αλλά και που τόλμησε να νιώσει τις χαρές του έρωτα, παίρνει την κατάσταση στα χέρια της. Απαγορεύει στην Σάρλοτ να παντρευτεί τον Τζο Ράλστον – ουσιαστικά διαλύει τον γάμο της, λέγοντάς του ότι έχει επανέλθει η παλιά αρρώστια, ενώ φροντίζει να χρηματοδοτήσει την ανατροφή της Τίνας, της μικρής κόρης της Σάρλοτ, εξασφαλίζοντας το μέλλον της. Η τιμή των Ράλστον έχει διασωθεί και η Σάρλοτ απομακρύνεται.
Όμως
μερικά χρόνια αργότερα, ο Τζέιμς Ράλστον πεθαίνει, αφήνοντας χήρα την Ντίλια,
που καλεί την Σάρλοτ με την κόρη της να μείνουν μαζί της. Πλέον η πάμπλουτη
Ντίλια, θα ζει μαζί με το παιδί της ξαδέλφης της και του παλιού αγαπημένου της.
Η Τίνα θα μεγαλώσει σε ένα σπίτι που βλέποντας τα παιδιά της Ντίλια να την
φωνάζουν «μαμά» θα την φωνάζει κι εκείνη έτσι, η Σάρλοτ θα είναι η γεροντοκόρη
«θεία», που είναι πάντα αυστηρή και στεγνή, σε αυτή την ιδιόμορφη κατάσταση που
δημιουργείται σε ένα φαινομενικά ειδυλλιακό περιβάλλον, με όλη την «ασφάλεια»
και την οικονομική άνεση που εγγυάται. Το μέλλον, παρά την επιφανειακή ηρεμία
που επικρατεί, δεν θα είναι ανέφελο για καμιά τους▪ ποια από τις δυο γυναίκες θα αναλάβει τον
μητρικό ρόλο και πως θα διαχειριστούν την κατάσταση όσο η Τίνα μεγαλώνει και
ετοιμάζεται να κάνει την εμφάνισή της στην κοινωνία;
«Ότι
και να συνέβαινε, δεν μπορούσε ν’ αφήσει τη Σάρλοτ Λόβελ να παντρευτεί τον Τζο
Ράλστον. Οι αρχές της εντιμότητας και της ακεραιότητας με τις οποίες την είχαν
γαλουχήσει την εμπόδιζαν να συνεργήσει σε ένα τέτοιο σχέδιο. Μπορούσε να σκεφτεί
– είχε ήδη σκεφτεί – έξυπνα επιχειρήματα, ευθείες και επιθετικές προκλήσεις
ενάντια στην κοινωνική σκληρότητα με έξυπνες αναφορές σε ανάλογα περιστατικά.
Αλλά δεν μπορούσε ποτέ να συμμετάσχει σ’ ένα ψέμα. Η ιδέα να παντρευτεί η
Σάρλοτ τον Τζο Ράλστον – τον εξάδελφο του δικού της Τζιμ – χωρίς να του
αποκαλύψει το παρελθόν της, φαινόταν στην Ντίλια τόσο επονείδιστο όσο θα
φαινόταν σε οποιονδήποτε Ράλσον. Αν ο Τζο μάθαινε την αλήθεια, ο γάμος θα
ακυρωνόταν ακαριαία ▪ αυτό το ήξερε ως και η Σάτι. Η κοινωνική ανοχή δεν
βάραινε εξίσου άντρες και γυναίκες και ούτε η Ντίλια ούτε η Σάτι είχαν ποτέ
αναρωτηθεί γιατί, όπως όλες οι κοπέλες της τάξης τους υποκλίνονταν απλώς στο
αναπόφευκτο.»
Οι
μυθιστορηματικοί ήρωες στα βιβλία της Wharton, είναι συνήθως
γυναίκες που προσπαθούν να σπάσουν το κέλυφος της καλά οργανωμένης κοινωνίας,
των καταπιεστικών θεσμών που τις περιβάλλουν, των καθορισμένων συμπεριφορών και
άγραφων νόμων. Η Σάρλοτ δεν είναι καμιά επαναστάτρια, είναι απλά μια τραγική
φιγούρα, που παραβίασε τους κανόνες, δεν είχε απλώς μια ερωτική σχέση εκτός
γάμου, αλλά γέννησε και ένα εξώγαμο, που αντί να το στείλει κάπου μακριά,
επίλεξε να το μεγαλώσει η ίδια. Γι’ αυτό πρέπει να τιμωρηθεί, πρέπει να εξοβελιστεί
από τον κύκλο ή να μη μπορέσει καν να εισέλθει σε αυτόν. Επιλέγει χάριν της ευημερίας
του παιδιού της, να απαρνηθεί τον ρόλο της μητέρας, να μείνει στο περιθώριο,
βλέποντας την «ευεργέτιδα» εξαδέλφη της, να φέρεται και να υπολογίζεται ως μητέρα
από την Τίνα χωρίς να βγάζει κουβέντα, ευνουχισμένη από τις κοινωνικές
συνθήκες.
Το
υπέροχο βιβλίο της Wharton, ακολουθεί όλα
εκείνα τα χαρακτηριστικά που την επέβαλαν ως μεγάλη συγγραφέα. Η Νέα Υόρκη,
αποτυπώνεται εκπληκτικά (και με κάποια νοσταλγία για τις καλές μέρες που
πέρασαν), οι γυναίκες είναι όμορφες, θελκτικές αλλά απρόσιτες, τα σπίτια πολυτελέστατα.
Η Wharton όμως κάνει κάτι μοναδικό, σε αφήνει να
χαλαρώσεις και να απολαμβάνεις τις περιγραφές και τα small
talks, το σκηνικό είτε εξωτερικό, είτε εσωτερικό, και
αίφνης, αντιλαμβάνεσαι ότι βρίσκεσαι ως αναγνώστης στη μέση μιας υπόγειας
διαμάχης, όπου το δηλητήριο εισέρχεται στις κουβέντες, κι όπου τηρώντας τους κανόνες
της μάχης, οι νεκροί είναι ατελείωτοι.
Μπορεί
ως αποκορύφωμα της έντασης και της δράσης του βιβλίου, να είναι η διεκδίκηση της κηδεμονίας της Τίνας, του «άτυχου-τυχερού» κοριτσιού, στο επίκεντρό του όμως είναι η ιστορία
δύο γυναικών που η κάθε μια με τον τρόπο της προσπαθούν να επιβιώσουν σε μια
κοινωνία με ισχυρές δομές που δεν σπάνε. Η άκαμπτη Ντίλια, που κατέπνιξε τα
πάθη της και τις ορμές της, για ένα καλό γάμο και προσπαθεί να ισορροπήσει
μεταξύ της τήρησης των κανόνων και της σωτηρίας της εξαδέλφης της, και που βλέπει
την Τίνα ως το παιδί που δεν κατάφερε να έχει από τον παλιό αγαπημένο της και η
Σάρλοτ που παραβίασε τους κανόνες, που έζησε τον έρωτα και αναγκάστηκε να
αποδεχτεί ένα ρόλο για να βρίσκεται κοντά στο παιδί της, που το βλέπει να
ξεγλιστράει από τα χέρια της. Οι δύο γυναίκες, επιφανειακά συμφιλιωμένες,
υποδόρια για πάντα εχθροί, θα τείνουν το χέρι η μία στην άλλη στις μοναδικές
τελευταίες σελίδες του βιβλίου.
Κοινωνικό
σχόλιο, εκπληκτική ατμόσφαιρα, διάλογοι μεστοί και με ουσία και δυο αλησμόνητοι
χαρακτήρες, προσφέρουν μοναδική λογοτεχνική απόλαυση σε αυτή τη μικρή νουβέλα
που όμως είναι τόσο περιεκτική και ουσιαστική που νιώθεις ότι διάβασες ένα
ογκώδες βιβλίο.
Το βιβλίο διασκευάστηκε για το θέατρο και αυτή η version του επιλέχθηκε για μια επιτυχημένη εμπορικά μεταφορά του στον κινηματογράφο το 1939 (ίσως την πιο κερδοφόρα χρονιά του Χόλιγουντ), με πρωταγωνίστριες την Μπέτι Ντέιβις (στον ρόλο της Σάρλοτ) και την Μίριαμ Χόπκινς (στον ρόλο της Ντίλια). Το φιλμ μεταφέρει τη δράση στα χρόνια του Εμφυλίου και επικεντρώνεται στη διαμάχη των δύο γυναικών για την Τίνα, μη δίνοντας έμφαση στο κοινωνικό πλαίσιο του βιβλίου.
Βαθμολογία
86 / 100
Οι νουβέλες του τόμου, δεν είχαν εκδοθεί ποτέ στην ελληνική γλώσσα, και τώρα με το τέλος της χρονιάς, το νέο παιδί των εκδόσεων Ευρασία, με τον διακριτικό τίτλο «Ευρασία-Στιγμός», εξέδωσε στην σειρά «opusculum» μαζί με άλλα παρόμοιου σχήματος βιβλία, την νουβέλα «Η ΓΕΡΟΝΤΟΚΟΡΗ» («The Old Maid») - (σελ.172), σε μετάφραση της Χρ. Τσαλικίδου, με (ωραία και κατατοπιστική) εισαγωγή της συγγραφέως Roxana Robinson (που συστήνω να διαβαστεί μετά την ανάγνωση του βιβλίου), χαρίζοντας στους αναγνώστες ένα πολύτιμο δώρο με την έκδοση αυτής της εκπληκτικής ιστορίας.
Η Σάρλοτ (Σάτι), γνωρίζει ότι ενδεχόμενη αποκάλυψη του γεγονότος αυτού, θα χαλάσει τον επικείμενο γάμο, αλλά από την άλλη δεν θέλει να παρατήσει ούτε το Ίδρυμα στην τύχη του, κυρίως όμως ούτε την κόρη της. Η Ντίλια αφού ξεπεράσει το αρχικό σοκ, και την απέχθεια προς την ξαδέλφη της που παραβίασε τους άγραφους νόμους της Ηθικής, αλλά και που τόλμησε να νιώσει τις χαρές του έρωτα, παίρνει την κατάσταση στα χέρια της. Απαγορεύει στην Σάρλοτ να παντρευτεί τον Τζο Ράλστον – ουσιαστικά διαλύει τον γάμο της, λέγοντάς του ότι έχει επανέλθει η παλιά αρρώστια, ενώ φροντίζει να χρηματοδοτήσει την ανατροφή της Τίνας, της μικρής κόρης της Σάρλοτ, εξασφαλίζοντας το μέλλον της. Η τιμή των Ράλστον έχει διασωθεί και η Σάρλοτ απομακρύνεται.
Το βιβλίο διασκευάστηκε για το θέατρο και αυτή η version του επιλέχθηκε για μια επιτυχημένη εμπορικά μεταφορά του στον κινηματογράφο το 1939 (ίσως την πιο κερδοφόρα χρονιά του Χόλιγουντ), με πρωταγωνίστριες την Μπέτι Ντέιβις (στον ρόλο της Σάρλοτ) και την Μίριαμ Χόπκινς (στον ρόλο της Ντίλια). Το φιλμ μεταφέρει τη δράση στα χρόνια του Εμφυλίου και επικεντρώνεται στη διαμάχη των δύο γυναικών για την Τίνα, μη δίνοντας έμφαση στο κοινωνικό πλαίσιο του βιβλίου.
Δημοσίευση σχολίου