Ο αφηγητής Άλβαρο Μεντιόλα επιτυχημένος φωτογράφος,γόνος παλιάς αστικής οικογένειας της Βαρκελώνης με παρακλάδια στην Κούβα έχει αυτοεξοριστεί στο Παρίσι.Μετά από τον βίαιο θάνατο του πατέρα του κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου ασφυκτιά στο περιβάλλον των θρησκόληπτων φιλοφρανκικών θείων και συγγενών.Κατά τη διάρκεια των σπουδών του συνειδητοποιείται πολιτικά και φεύγει γιά την Γαλλία όπου σπουδάζει κινηματογράφο και τριγυρνάει στα στέκια των πολιτικών προσφύγων στα καφέ της γαλλικής πρωτεύουσας.Προσπαθεί να γυρίσει ένα ντοκυμανταίρ,αποτυγχάνει και ακολουθεί καριέρα φωτογράφου.Το νήμα της αφήγησης ξετυλίγεται από το 1963 και προς το παρελθόν μετά από ένα καρδιακό επεισόδιο του ήρωα.
Παρακολουθούμε την παιδική ηλικία του Άλβαρο,την ζωή στην Βαρκελώνη κατά τη διάρκεια του εμφυλίου και την φυγή της οικογένειας στην Γαλλία μέχρι τη λήξη του.Τα χρόνια στο Παρίσι και την δυσκολία προσαρμογής,τον έρωτα του αφηγητή/ήρωα γιά την Ντολόρες,το ταξίδι στην Ισπανία γιά το γύρισμα ενος ντοκυμανταίρ που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.Όλα αυτά εν μέσω αναφορών της ισπανικής ασφάλειας,συζητήσεων των ξεπεσμένων αριστοκρατών της οικογένειας του ήρωα,εκπληκτικών περιγραφών της ζωής κάποιων εκτοπισμένων απο το Φρανκικό καθεστώς σε μέρη άγονα και απομονωμένα.
Το μυθιστόρημα είναι δύσκολο στην ανάγνωσή του και απαιτεί πλήρη συγκέντρωση και υπομονή.Γραμμένο με ένα ιδιαίτερο ύφος (φανερά επηρρεασμένο από το nouveau roman),δεν έχει γραμμική αφήγηση.Εκεί που παρακολουθούμε ένα επεισόδιο του εμφυλίου μπορεί να παρεμβληθουν παραληρήματα,σελίδες με προσωπικές αναμνήσεις ή εντυπώσεις του ήρωα όπως και διαφορετικά στυλ αφηγήσεων.
Οι σκηνές του εμφυλίου είναι εκπληκτικές ,δεν υπάρχουν ούτε μάχες,ούτε ηρωισμοί παρά μόνο καθημερινές συμπεριφορές και στιγμιότυπα . Η δολοφονία του πατέρα,παράλογη όπως και ο πόλεμος απεικονίζεται με αριστουργηματική λιτότητα που συγκλονίζει:
«...Οι φωτογραφίες τον έδειχναν συνήθως κλεισμένο στον εαυτό του και σιωπηλό,σαν να τον βασάνιζε ένα κακό προαίσθημα.Να είχε σκεφτεί άραγε εσένα,το ευαίσθητο παιδί που είχε αφεθεί στα χέρια των γυναικών?Τις θυσίες της συζύγου,με την οποία είχε μοιραστεί δέκα ανώφελα χρόνια ηρεμίας και ψεμάτων?Το θεό των δικών του,απόμακρο και βουβό,απόντα και προβληματικό?Πεθαμένος,ανύπαρκτος,άνευ σημασίας όπως όλοι από την παράταξή του (ποιός είχε νικήσει ποιόν?ποιούς τιμούσε εκείνη η σκληρή και παιδοκτόνος ειρήνη?),φανταζόσουν με απόλυτη και φριχτή ακρίβεια τον ξερό ήχο των βημάτων του στους διαδρόμους του κάστρου,τον τελευταίο καφέ που θα είχε πιεί με αργές γουλιές,τη σύντομη και κοφτή καταδικαστική απόφαση της τοπικής Επιτροπής (δίκαιοι να πληρώνουν για αμαρτωλούς),την έξοδο του ανάμεσα στους οπλισμένους χωρικούς,τις εκδικητικές βρισιές των χωριανών,το ανέβασμα με σπρωξιές και χτυπήματα στην καρότσα του φορτηγού...
...Το μνημείο με το σταυρό υψώνεται σε μιά απότομη στροφή και κατεβαίνοντας από το φορτηγό,ο πατέρας σου αντικρύζει την ίδια πανοραμική θέα μ’εσένα:σε πρώτο πλάνο ένα μελίσσι,μιά ερειπωμένη καλύβα,ο στριφτός κορμός ενός δέντρου.Πιό πέρα,η πεδιάδα αποχαυνωμένη από τον ήλιο,ο ασυνέφιαστος ουρανός,οι λόφοι που αχνίζουν σαν καρβέλια ψωμί που μόλις έχουν βγει από τον φούρνο.Κάποια οχιά προβάλλει ίσως προσεκτικά το κεφάλι ανάμεσα στις πέτρες.Από το έδαφος ανεβαίνει σαν παράπονο,το παρατεταμένο τερέτισμα των τζιτζικιών.Το εκτελεστικό απόσπασμα βρίσκεται απέναντί του κι ένας καταδικασμένος κατουριέται από τον φόβο του όταν ο αρχηγός της περιπόλου σηκώνει το χέρι και οι χωριάτες σημαδεύουν με τα τουφέκια...
Πως να το εξηγήσει κανείς?Συχνά στις περιόδους κατάθλιψης και άγχους (που είναι τόσο συχνές σ’εσένα) ο θάνατος αυτού του άγνωστου(του πατέρα σου) και η γνώση πως δεν υπάρχει πιά πιθανότητα να γνωρίσετε ο ένας τον άλλον (πέρα από την επικίνδυνη και αυτονόητη πατρική σχέση) σε ροκανίζουν από μέσα όπως η αίσθηση μιάς χαμένης ευκαιρίας,η απώλεια ενός πράγματος που δεν υλοποιήθηκε,το φάντασμα μιάς προδοτικής και ανίατης νοσταλγίας.Σκέφτεσαι πως σε μιά άλλη χώρα,σε μιά άλλη εποχή,η κοινή σας ιστορία θα ήταν διαφορετική και,λίγο πολύ,θα είχατε καταφέρει να καταλάβετε ο ένας τον άλλο.Τώρα ότι μοιράζεστε συρρικνώνεται σ’αυτό το αυστηρό και αναντικατάστατο δευτερόλεπτο.Με το σκοτεινό στόμιο των τουφεκιών απέναντί σου,προσπαθείς μάταια να αιχμαλωτίσεις το χρόνο.
Ξαφνικά ήχησε η ομοβροντία.»
Ο Άλβαρο πορεύεται προς την αποξένωση,την αλλοτρίωση ζώντας μιά ζωή χωρίς ουσιαστικά παιδική ηλικία.Οι περιστάσεις τον υποχρέωσαν να ωριμάσει από τα παιδικά του χρόνια-να γεννηθεί ενήλικας.Τα ψυχικά και ηθικά τραύματα που μαζεύονται από την περίοδο του εμφυλίου τον κυνηγάνε στα νεανικά του χρόνια όταν μυείται μέσα από τις παρέες του στις επαναστατικές ιδέες,τον κυνηγάνε όταν προσπαθεί να γυρίσει το ντοκυμανταίρ γιά τις ταυρομαχίες στην επαρχία (μητρική γη)όπου βρήκε τον θάνατο ο πατέρας του,τον κυνηγάνε όταν παρατηρεί τους συμπατριώτες του να υποδύονται τους αντιστασιακούς μέσα στα καφέ της αριστερής όχθης του Παρισιού,τον κυνηγάνε και τον δυσκολεύουν στην ερωτική του σχέση με την Ντολόρες.
Ο ήρωας (ίσως alter ego του συγγραφέα?) προσπαθεί να αποτινάξει από πάνω του την ταυτότητα του,μιλάει γιά τον εαυτό του με απέχθεια,με αυστηρότητα καταστρέφοντας τα «στοιχεία της ταυτότητάς του» , κριτικάρει την τουριστικοποιημένη Ισπανία του Φράνκο (μη ξεχνάμε,το βιβλίο γράφτηκε πριν την πτώση της δικτατορίας),νοσταλγεί την παλιά επαρχιακή Βαρκελώνη. Η ενδοσκόπηση χρειάζεται στον Άλβαρο γιά να αποκαταστήσει τη σχέση του με το παρόν,πρέπει να ξεφύγει από τα φαντάσματα του,πρέπει να ξεφύγει από την ίδια του τη ζωή.
Μοναδικός στυλίστας ο Γκοϊτισόλο,αληθινή εμπειρία η ανάγνωση του βιβλίου του,άθλος και της μεταφράστριας (Κατ.Ρούφου) που έκανε τα πάντα γιά να διευκολύνει την ανάγνωση του πυκνογραμμένου αυτού μυθιστορήματος.Το στυλ του συγγραφέα αλλού θυμίζει Τζόϋς,αλλού Λόουρυ,ίσως και Γάλλους υπαρξιστές,ενσωματώνει δημιουργικά πολλά είδη γραφής . Εάν κάποιος ξεπεράσει το αρχικό σοκ της προσπάθειας κατανόησης ενός «διαφορετικού» κειμένου,η απόλαυση είναι εγγυημένη.
At 25/10/07 13:03, alef
@Alef>Το βιβλίο σηκώνει απίστευτη ανάλυση,μέχρι και εργασία μπορεί να γράψει κανείς επάνω του.
"Έκοψα" αυτά που έγραφα γιά τους συμβολισμούς του συγγραφέα με το κυνήγι του ταύρου,όπου ταύρος ο ισπανικός λαός-"έκοψα" την υπαρξιστική προβληματική του που αναπτύσσεται στα καφέ του Παρισιού.Είπα να μη "φορτώσω" το τοστάκι.
Περί γραμμικής ζωής ή μη..Πιστεύω ότι κάποιοι ναι,ζουν "γραμμικά",μαμ-κακά-νάνι..Καποιοι άλλοι ταλαιπωρούνται και ταλαιπωρούν εαυτούς και αλλήλους.Με αυτούς ασχολούμαστε-τους συνοδοιπόρους...
Το απόσπασμα με συγκίνησε και με συγκινεί τώρα που το ξαναδιαβάζω.
Ωραία παρουσίαση, προκλητική και θελκτική συγχρόνως. Αυτό το "γραμμική" με σκοτώνει, γιατί ειναι μια έννοια δύσκολα αφομοιώσιμη από ανθρώπους που δεν έχουν αναλώσει το είναι τους στις γραμμές των βιβλίων...
Οποιοδήποτε βιβλίο παραπέμπει στον ισπανικό εμφύλιο, για κάποιο λόγο μου κτυπάει καμπανάκι. Δεν ξέρω αν θα σπεύσω να το αγοράσω, παρ' ότι η αγωνία για τον πατέρα ξεχυλίζει από παντού, αλλά θα τόχω κάπου γραμμένο, σ' εκείνα τα πορτοκαλιά χαρτάκια μου με τις συνθηματικές σημειώσεις.
Εχω χαθεί, και θα χαθώ ετι περαιτέρω, πρώτον διότι τάχω χαμένα και δεύτερον γιατί θα πάω επαγγελματικό ταξίδι στην Τυνησία και αρχίζω από τώρα να μπαίνω στους "ιζι" ρυθμούς.
σας χαιρετώ
ριτς.
ΥΓ. Η αλήθεια είναι ότι θάθελα πολύ να κατάγομαι από παλιά αστική οικογένεια με αναφορές στην Κούβα, να την έχω κάνει για το Παρίσι και κάποια στιγμή να επιλέγω Μαγκρέμπ ( Προφανώς με κάποιο κίνδυνο της ζωής μου).
ΥΓ..Τώρα πρόσεξα ότι και ο Μαμαλούκας έχει χρησιμοποιήσει τη λέξη ελκυστική. Αρα, έχουμε συμφωνήσει άπαντες! Χα, Χα, Χαχα.
Έξοχο ποστ για ένα έξοχο ανάγνωσμα! (από τα πιο καλά σας και πολύ δύσκολο όσον αφορά το να αναλυθεί), υπόδειγμα σχεδόν συνειρμικής γραφής την οποία απολαμβάνω αφάνταστα (αλήθεια η ζωή μας είναι γραμμική? Δεν ζούμε, ονειρευόμαστε, σκεφτόμαστε, πηγαίνουμε μπρος - πίσω στο χρόνο ταυτόχρονα? Γιατί στην γραφή να είναι η ζωή διαφορετική?) Εξακολουθώ να επιμένω, για τον καθένα είναι διαφορετικό το "δύσκολο", έχω καταβάλει τεράστια προσπάθεια να τελειώσω μυθιστόρημα του συρμού - που έχουν διαβάσει και φαίνεται ότι έχουν απολαύσει οι πάντες- και μ' έχει ξενυχτίσει αυτός ο κύριος στον οποίο με εξαιρετικό τρόπο αναφέρεστε, κυλώντας στα χέρια μου σαν το νερό!
Αντικειμενικουποκειμενικά βεβαίως πάντοτε! (κλεμμένη η γλωσσοπλαστική, ξέρετε εσείς!)
Το απόσπασμα για την σχέση με τον πατέρα που δεν τελειώνει ποτέ (ούτε και με τον θάνατο), άπαιχτο! Καμιά σχέση εξάλλου δεν τελειώνει με τον θάνατο! Η διαλεκτική συνεχίζεται για όλη μας τη ζωή.